8.4.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 86/10


Προσφυγή της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας που ασκήθηκε στις 23 Δεκεμβρίου 2005

(Υπόθεση C-456/05)

(2006/C 86/17)

γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική

Η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενη από τον Hans Støvlbaek και τη Sabine Grünheid, με τόπο επιδόσεων στο Λουξεμβούργο, άσκησε στις 23 Δεκεμβρίου 2005 προσφυγή κατά της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας ενώπιον του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

Η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων ζητεί από το Δικαστήριο:

1.

Να αναγνωρίσει ότι η Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας παρέβη τις υποχρεώσεις της που απορρέουν από το άρθρο 43 ΕΚ, υπάγοντας στην εφαρμογή των μεταβατικών διατάξεων ή των διατάξεων περί προστασίας κεκτημένων δικαιωμάτων, δυνάμει των οποίων οι ψυχοθεραπευτές αποκτούν άδεια ασκήσεως επαγγέλματος ανεξαρτήτως των ισχυουσών διατάξεων περί ασκήσεως του επαγγέλματος, μόνον τους ψυχοθεραπευτές που άσκησαν τη δραστηριότητά τους στο πλαίσιο του γερμανικού συστήματος ασφαλίσεως ασθενείας, χωρίς να λαμβάνει υπόψη την παρόμοια ή ομοειδή δραστηριότητα ψυχοθεραπευτή σε άλλα κράτη μέλη.

2.

Να καταδικάσει την καθής στα δικαστικά έξοδα.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα:

Σύμφωνα με τη γερμανική μεταβατική ρύθμιση περί χορηγήσεως αδείας ασκήσεως επαγγέλματος ψυχοθεραπευτή ανεξαρτήτως των αναγκών, ένας ψυχοθεραπευτής μπορεί να λάβει άδεια ασκήσεως επαγγέλματος σε τόπο της αρεσκείας του, ανεξαρτήτως των αναγκών σε ψυχοθεραπευτές στον τόπο αυτόν, μόνον εφόσον έχει ασκήσει στο παρελθόν χρήζουσα προστασίας δραστηριότητα στο πλαίσιο του γερμανικού συστήματος ασφαλίσεως ασθενείας. Η Επιτροπή υποστηρίζει ότι η ρύθμιση αυτή αντιβαίνει στην προβλεπόμενη στο άρθρο 43 ΕΚ ελευθερία εγκαταστάσεως, καθόσον κατά την εξέταση της χρήζουσας προστασίας προϋπηρεσίας λαμβάνεται υπόψη μόνον η προϋπηρεσία στο πλαίσιο του γερμανικού συστήματος ασφαλίσεως ασθενείας, ενώ δεν εξετάζεται αν η παροχή θεραπευτικών υπηρεσιών σε ασφαλισμένους στο εθνικό σύστημα ασφαλίσεως ασθενείας άλλου κράτους μέλους μπορεί να θεωρηθεί ως ισότιμη ή ομοειδής.

Η Επιτροπή τονίζει ότι εν προκειμένω εφαρμόζονται οι διατάξεις της Συνθήκης ΕΚ για την ελεύθερη εγκατάσταση. Το γεγονός ότι η επίμαχη ρύθμιση αποτελεί τμήμα του γερμανικού δικαίου κοινωνικής ασφαλίσεως δεν αναιρεί την ανωτέρω διαπίστωση. Μολονότι τα κράτη μέλη δύνανται να διαμορφώνουν ελεύθερα τα συστήματά τους κοινωνικής ασφαλίσεως και να ρυθμίζουν το ζήτημα των προϋποθέσεων υπό τις οποίες οι ψυχοθεραπευτές μπορούν να ασκούν δραστηριότητα στο πλαίσιο αυτών, εντούτοις οι ρυθμίσεις αυτές πρέπει να συνάδουν προς τις διατάξεις του κοινοτικού δικαίου και ιδίως προς τις θεμελιώδεις ελευθερίες της Συνθήκης ΕΚ. Η επίμαχη γερμανική μεταβατική διάταξη δεν πληροί την απαίτηση αυτή, καθόσον τείνει να λειτουργήσει αποτρεπτικά για την εγκατάσταση στη Γερμανία ψυχοθεραπευτών από άλλα κράτη μέλη, οι οποίοι στο παρελθόν έχουν παράσχει τις υπηρεσίες τους κυρίως σε ασφαλισμένους στα συστήματα ασφαλίσεως ασθενείας άλλων κρατών μελών.

Η επίμαχη γερμανική ρύθμιση δεν πληροί, εξάλλου, τις προϋποθέσεις που έχει θέσει το Δικαστήριο για τη δικαιολόγηση εθνικών μέτρων τα οποία περιορίζουν την προβλεπόμενη με τη Συνθήκη ΕΚ ελευθερία εγκαταστάσεως. Αφενός, συνεπάγεται έμμεση διάκριση, δεδομένου ότι ως εκ της φύσεώς της επιβαρύνει περισσότερο τους ψυχοθεραπευτές από άλλα κράτη μέλη σε σχέση με τους ημεδαπούς ψυχοθεραπευτές. Συγκεκριμένα, ενώ οι Γερμανοί ψυχοθεραπευτές έχουν κατά κανόνα παράσχει στη Γερμανία υπηρεσίες που καλύπτονται από το γερμανικό σύστημα ασφαλίσεως ασθενείας, οι συνάδελφοί τους από άλλα κράτη μέλη δεν διαθέτουν αντίστοιχη προϋπηρεσία στη Γερμανία. Αφετέρου, ο περιορισμός της εφαρμογής της μεταβατικής ρυθμίσεως μόνο στους αιτούντες που κατά το κρίσιμο χρονικό διάστημα άσκησαν δραστηριότητα στη Γερμανία είναι αντίθετος προς την αρχή της αναλογικότητας: ο σκοπός της ρυθμίσεως, ήτοι ο περιορισμός του αριθμού των ψυχοθεραπευτών που μπορούν να λάβουν άδεια ασκήσεως επαγγέλματος ανεξαρτήτως των αναγκών σε ψυχοθεραπευτές, δεν διακυβεύεται λόγω της αναγνωρίσεως ομοειδών ή ισότιμων δραστηριοτήτων, οι οποίες ασκήθηκαν σε άλλα κράτη μέλη, ως προϋπηρεσίας που χρήζει προστασίας. Υφίσταται, συνεπώς, εν προκειμένω μη δικαιολογημένος περιορισμός της ελευθερίας εγκαταστάσεως.