26.11.2005 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 296/37 |
Προσφυγή-αγωγή της 7ης Οκτωβρίου 2005 — Azienda Agricola Le Canne κατά Επιτροπής
(Υπόθεση T-375/05)
(2005/C 296/75)
Γλώσσα διαδικασίας: η ιταλική
Διάδικοι
Προσφεύγουσα-ενάγουσα: Azienda Agricola Le Canne (Porto Viro, Ιταλία) [Εκπρόσωποι: οι δικηγόροι Giuseppe Carraio και Francesca Mazzonetto]
Καθής-εναγόμενη: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων
Αιτήματα της προσφεύγουσας
Η προσφεύγουσα-ενάγουσα (στο εξής: προσφεύγουσα) ζητεί από το Πρωτοδικείο:
— |
να ακυρώσει την προσβαλλόμενη απόφαση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής C(2005)2939, της 26ης Ιουλίου 2005, κατά το μέρος κατά το οποίο μειώνει τη συνδρομή που χορηγήθηκε στην Azienda Agricola Le Canne s.r.l. με την απόφαση C(90)1923/99, της 30ής Οκτωβρίου 1990, σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΟΚ) 4028/86, |
— |
να υποχρεώσει την Επιτροπή να αποκαταστήσει τη ζημία που υπέστη η προσφεύγουσα και που ισούται τουλάχιστον με το άθροισμα των κλασμάτων της επιδότησης που δεν έχουν καταβληθεί μέχρι σήμερα και να καταβάλει τους σχετικούς τόκους, οι οποίοι ισούνται με τους χρεωστικούς τόκους με τους οποίους επιβάρυναν την προσφεύγουσα οι ιταλικές Τράπεζες για ολόκληρο το υπόλοιπο των ποσών που οφείλονταν αρχικά βάσει της απόφασης C(90)1923/99 της 30ής Οκτωβρίου 1990, από την ημερομηνία της απόφασης που ακυρώθηκε στις 27 Οκτωβρίου 1995 μέχρι την καταβολή ολόκληρου του οφειλόμενου ποσού της συνδρομής, |
— |
να καταδικάσει την Επιτροπή στα δικαστικά έξοδα. |
Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα
Η προσφεύγουσα ζητεί την ακύρωση της απόφασης της Επιτροπής C(2005)2939, της 26ης Ιουλίου 2005, με την οποία μειώνεται η συνδρομή που χορηγήθηκε σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΟΚ) 4028/86 για το σχέδιο «εκσυγχρονισμού μιας μονάδας παραγωγής προϊόντων υδατοκαλλιέργειας στη Rosolina (Veneto)». Προς στήριξη των αιτημάτων της, η προσφεύγουσα προβάλλει τέσσερις λόγους ακύρωσης:
1. |
Ο πρώτος λόγος συνίσταται στην ανατρεπτική ένσταση παραγραφής, όσον αφορά τη βεβαίωση των παρατυπιών κατόπιν των διοικητικών ενεργειών στις οποίες προέβη η Επιτροπή για τη μείωση της επιδότησης της οποίας είχε ήδη εγκριθεί η συγχρηματοδότηση. Η προσφεύγουσα ισχυρίζεται συναφώς ότι συντρέχει παράβαση του άρθρου 3, παράγραφος 1, του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) 2988/95 του Συμβουλίου, της 18ης Δεκεμβρίου 1995, σχετικά με την προστασία των οικονομικών συμφερόντων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (1). |
2. |
Με τον δεύτερο λόγο ακύρωσης η προσφεύγουσα ισχυρίζεται ότι η Επιτροπή παραβίασε την υποχρέωση εκτέλεσης της ακυρωτικής απόφασης της 5ης Μαρτίου 2002 2, καθόσον η Επιτροπή μπορούσε μεν με τη νέα απόφαση, η οποία προοριζόταν να αντικαταστήσει την ακυρωθείσα απόφαση της 11ης Ιουλίου 2000, να επανεξετάσει ολόκληρη την υπόθεση, αλλά μόνο εντός των ορίων του εγγράφου αιτιάσεων της 23ης Νοεμβρίου 1999, το οποίο τη δεσμεύει και από την άποψη της διαδικασίας, η οποία δεν ολοκληρώθηκε ποτέ, αφού ακυρώθηκε η προαναφερθείσα απόφαση. Η Επιτροπή δεν μπορούσε, αντίθετα, να διατυπώσει νέες αιτιάσεις, στις οποίες δεν είχε αναφερθεί προηγουμένως. Επιπλέον, η Επιτροπή, μολονότι αναγνωρίζει έμμεσα ότι το μεγαλύτερο μέρος του ποσού κατά το οποίο μειώθηκε η συνδρομή με την προγενέστερη απόφαση, η οποία ακυρώθηκε, στην πραγματικότητα έπρεπε να καταβληθεί, δεν αναγνώρισε όμως ότι οφείλει επίσης τόκους υπερημερίας για τα ποσά που είχε αρνηθεί παράνομα να καταβάλει. |
3. |
Με τον τρίτο λόγο ακύρωσης η προσφεύγουσα ισχυρίζεται ότι μεταξύ των προϋποθέσεων για τη μείωση της συνδρομής, τις οποίες απαριθμεί περιοριστικά το άρθρο 44, παράγραφος 1, του κανονισμού (ΕΟΚ) 4028/86, δεν καταλέγεται η πλημμέλεια που καταλογίζεται στην προσφεύγουσα με την προσβαλλόμενη απόφαση: το γεγονός δηλαδή ότι κατά τη διάρκεια της εκτέλεσης των έργων για τα οποία είχε χορηγηθεί η συνδρομή η εργολήπτρια επιχείρηση απέκτησε συμμετοχή στο κεφάλαιο της εταιρίας στην οποία είχε χορηγηθεί η συνδρομή. |
4. |
Με τον τέταρτο λόγο ακύρωσης, ο οποίος στηρίζεται στην παραβίαση της αρχής της ισότητας, της αναλογικότητας και της ελλόγου αιτίας, καθώς και της αρχής της ελεύθερης κυκλοφορίας των κεφαλαίων, η προσφεύγουσα βάλλει επικουρικά κατά του αυθαίρετου χαρακτήρα του κριτηρίου που εφάρμοσε η Επιτροπή για τον υπολογισμό της επίμαχης μείωσης, καθόσον η Επιτροπή επέβαλε αδιακρίτως την ίδια μείωση για όλες τις περιόδους που εξέτασε, χωρίς να λάβει υπόψη το γεγονός ότι η συμμετοχή της εργολήπτριας εταιρίας στο εταιρικό κεφάλαιο της εταιρίας που είχε λάβει τη συνδρομή δεν ήταν πάντοτε η ίδια και υπήρξε διαχρονικά προοδευτική. |
(1) ΕΕ L 312, της 23.12.1995, σ. 1.