24.7.2004   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 190/8


Αίτηση εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως, που υποβλήθηκε με διάταξη της 23ης Μαρτίου 2004 από το Corte Suprema di Cassazione — Πέμπτο Πολιτικό Τμήμα, στο πλαίσιο της διαφοράς που εκκρεμεί μεταξύ του Ministero dell'Economia e delle Finanze και των Cassa di Risparmio di Firenze SpA, Fondazione Cassa di Risparmio di San Miniato και Cassa di Risparmio di San Miniato SpA

(Υπόθεση C-222/04)

(2004/C 190/14)

Με διάταξη της 23ης Μαρτίου 2004, η οποία περιήλθε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων στις 28 Μαΐου 2004, το Corte di Suprema di Cassazione —Πέμπτο Πολιτικό Τμήμα— υπέβαλε στο Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων στο πλαίσιο της διαφοράς που εκκρεμεί ενώπιόν του μεταξύ του Ministero dell'Economia e delle Finanze και των Cassa di Risparmio di Firenze SpA, Fondazione Cassa di Risparmio di San Miniato και Cassa di Risparmio di San Miniato SpA., τα ακόλουθα προδικαστικά ερωτήματα:

α)

Πρέπει ορισμένη κατηγορία προσώπων (τα λεγόμενα τραπεζικά ιδρύματα), τα οποία δημιουργήθηκαν βάσει του νόμου 218/1990 και του νομοθετικού διατάγματος 356/1990, όπως τροποποιήθηκαν μεταγενέστερα, για να έχουν την κυριότητα πλειοψηφικών συμμετοχών στο κεφάλαιο εταιριών που ασκούν τραπεζικές δραστηριότητες και για να διαχειρίζονται τις συμμετοχές αυτές, όσον αφορά ένα αρκετά σημαντικό ποσοστό των φορέων που δρουν στην αγορά, και στα οποία περιέρχονται τα κέρδη των υπό έλεγχο επιχειρήσεων, να θεωρηθούν ότι υπόκεινται στην κοινοτική ρύθμιση περί ανταγωνισμού, ακόμη και αν τους έχει ανατεθεί έργο κοινής ωφέλειας; Ενόψει της ρυθμίσεως του νομοθετικού διατάγματος 153/1999, αποτελεί η δυνατότητα που παρέχεται στα νομικά αυτά πρόσωπα να χρησιμοποιούν τα έσοδα από τη μεταβίβαση των εν λόγω συμμετοχών για την αγορά και διαχείριση σημαντικού ύψους συμμετοχών στο κεφάλαιο άλλων επιχειρήσεων, ακόμη και τραπεζικών, ή ακόμη και πλειοψηφικών συμμετοχών στο κεφάλαιο μη τραπεζικών επιχειρήσεων, προς επίτευξη διαφόρων σκοπών, μεταξύ των οποίων η οικονομική ανάπτυξη του συστήματος, ομοίως άσκηση επιχειρηματικής δραστηριότητας, προκειμένου να εφαρμόζεται το κοινοτικό δίκαιο περί ανταγωνισμού;

β)

Εμπίπτουν συνεπώς τα νομικά αυτά πρόσωπα —σύμφωνα με τη ρύθμιση που περιέχεται στο νόμο 218/1990 και στο νομοθετικό διάταγμα 356/1990, όπως τροποποιήθηκαν μεταγενέστερα, και σύμφωνα με τη μεταρρύθμιση που εισήγαγαν ο νόμος 461/1998 και το νομοθετικό διάταγμα 153/1991— στην κοινοτική ρύθμιση περί κρατικών ενισχύσεων (άρθρα 87 και 88 της Συνθήκης ΕΚ), σε σχέση με το ευνοϊκό φορολογικό καθεστώς που ισχύει υπέρ αυτών;

γ)

Σε περίπτωση καταφατικής απαντήσεως στο προηγούμενο ερώτημα: Αποτελεί κρατική ενίσχυση, υπό την έννοια του άρθρου 87 της Συνθήκης ΕΚ, το επίμαχο εν προκειμένω ευνοϊκό καθεστώς που ισχύει για την άμεση φορολογία των διανεμομένων μερισμάτων;

δ)

Σε περίπτωση καταφατικής απαντήσεως στο ερώτημα β): Είναι έγκυρη η απόφαση της Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων της 22ας Αυγούστου 2002 (1), με την οποία έγινε δεκτό ότι η ρύθμιση περί κρατικών ενισχύσεων δεν έχει εφαρμογή στα ιδρύματα τραπεζικής προελεύσεως, αν η απόφαση αυτή εξεταστεί από την άποψη της νομιμότητας και από την άποψη της ελλείψεως αιτιολογίας ή/και ανεπαρκούς αιτιολογίας, όπως εκτέθηκε ανωτέρω στην παρούσα διάταξη;

ε)

Ανεξάρτητα από το ζήτημα αν εφαρμόζεται η ρύθμιση περί κρατικών ενισχύσεων, αποτελεί η αναγνώριση ευνοϊκότερου φορολογικού καθεστώτος για τη διανομή των κερδών των τραπεζικών επιχειρήσεων-αποδεκτών των εισφορών, οι οποίες είναι αποκλειστικά και μόνο εγχώριες και ελέγχονται από τα ιδρύματα, στα οποία περιέρχονται τα κέρδη αυτά, ή των κερδών των επιχειρήσεων στο κεφάλαιο των οποίων έχουν αγοράσει συμμετοχές τα ιδρύματα χρησιμοποιώντας τα έσοδά τους από τη μεταβίβαση των συμμετοχών τους σε τραπεζικές εταιρίες-αποδέκτες των εισφορών, διάκριση των εν λόγω επιχειρήσεων έναντι των λοιπών επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται στην αγορά αναφοράς και ταυτόχρονα παραβίαση των αρχών για ελεύθερη εγκατάσταση και ελεύθερη κυκλοφορία των κεφαλαίων, σε συσχετισμό με τα άρθρα 12, 43 επ. και 56 επ. της Συνθήκης ΕΚ;


(1)  ΕΕ L 55 της 1.3.2003, σ. 56.