92002E2560

ΓΡΑΠΤΗ ΕΡΩΤΗΣΗ E-2560/02 υποβολή: Erik Meijer (GUE/NGL) προς την Επιτροπή. Αλληλοσυγκρουόμενα συμφέροντα και απόψεις όσον αφορά τις συνέπειες της κατανάλωσης φθορίου για τα δόντια και τα οστά.

Επίσημη Εφημερίδα αριθ. 242 E της 09/10/2003 σ. 0027 - 0028


ΓΡΑΠΤΗ ΕΡΩΤΗΣΗ E-2560/02

υποβολή: Erik Meijer (GUE/NGL) προς την Επιτροπή

(13 Σεπτεμβρίου 2002)

Θέμα: Αλληλοσυγκρουόμενα συμφέροντα και απόψεις όσον αφορά τις συνέπειες της κατανάλωσης φθορίου για τα δόντια και τα οστά

1. Έχει λάβει η Επιτροπή γνώση του άρθρου με τίτλο Το φθόριο προκαλεί πρόωρη γήρανση των ινδών αγροτών που δημοσίευσε η ολλανδική εφημερίδα De Volkskrantτης 21ης Αυγούστου 2002 και στο οποίο αναφέρεται ότι οι κάτοικοι του Jharana Khurd και άλλων χωριών στο κεντρικό τμήμα του ινδικού κρατιδίου του Rajasthan παρουσιάζουν πολύ σύντομα σημάδια γήρανσης, σε νεαρή ηλικία, ως συνέπεια της φθορίωσης, μιας ασθένειας που προκαλείται από την πόση νερού μεψηλή φυσική περιεκτικότητα σε φθόριο· Γνωρίζει η Επιτροπή ότι η ασθένεια αυτή οδηγεί σε αργό θρυμματισμό των οστών και των δοντιών, κύφωση και κύρτωση της κνήμης, καθώς και ότι η κατάσταση αυτή δεν είναι αντιστρέψιμη, παρά το γεγονός ότι η βιταμίνη C και Ε, το ασβέστιο και τα αντιοξειδωτικά έχουν την ιδιότητα να ανακόπτουν την εξέλιξή της·

2. Θυμάται μήπως η Επιτροπή ότι κατά τη δεκαετία του '50 και του '60, ορισμένες ευρωπαϊκές χώρες είχαν κρίνει, ακολουθώντας το παράδειγμα των Ηνωμένων Πολιτειών, ότι θα ήταν σκόπιμο να χρησιμοποιηθούν τα απόβλητα φθορίου της βιομηχανίας χάλυβα, αλουμινίου και παραγωγής πυρηνικής ενέργειας για την καταπολέμηση της τερηδόνας των δοντιών στα παιδιά, τούτο δε μέσω προσθήκης του φθορίου στο πόσιμο ύδωρ· Θυμάται επίσης η Επιτροπή ότι η πρόταση αυτή είχε προκαλέσει πολυάριθμες αντιρρήσεις επειδή είχαν εκφρασθεί φόβοι για θρυμματισμό και διόγκωση των οστών, διατάραξη του νευρικού συστήματος,περκινητικότητα των παιδιών και ενδεχομένως καρκίνο, με αποτέλεσμα να μη θεωρηθεί τελικά το φθόριο ως απαραίτητο συστατικό του ποσίμου ύδατος·

3. Πώς κρίνει η Επιτροπή τη διατυπωθείσα στα τέλη Ιουλίου 2002 πρόθεση του Βέλγουπουργού Δημοσίας Υγείας και Περιβάλλοντος να αποτρέψει από ή και να απαγορεύσει τη χρήση φθορίου στις οδοντόκρεμες και τις τσίχλες, καθώς και την κατανάλωση φθοριούχων συμπληρωμάτων διατροφής, δισκίων και σταγόνων φθορίου· Μπορεί να αναφέρει η Επιτροπή εάν το μέτρο αυτό αντιβαίνει προς τους κανόνες ΕΕ και εάν ναι, για ποιο λόγο·

4. Μπορεί να αναφέρει η Επιτροπή εάν διαθέτει συγκριτικόλικό σχετικά με την κατάσταση τηςγείας των κατοίκων περιοχών της ΕΕ στις οποίες το νερό είναι φυσικά ή τεχνητά εμπλουτισμένο με φθόριο και εκείνων στις οποίες το νερό δεν περιέχει φθόριο· Μπορεί να συμπεράνει κανείς από τα στοιχεία αυτά ότι το φθόριο είναι εν γένει κακό για τηνγεία αλλά μάλλον προστατεύει τα δόντια όταν χρησιμοποιείται σε πολύ μικρές ποσότητες και δεν καταπίνεται·

5. Κρίνει η Επιτροπή ότι η αποκτηθείσα μέχρι σήμερα πείρα απαιτεί τη λήψη αυστηρότερων προληπτικών μέτρων προκειμένου να αποφευχθεί η εμφάνιση συμπτωμάτων της ασθένειας που οφείλεται στην παρουσία ή την τεχνητή προσθήκη φθορίου στο πόσιμο ύδωρ ή τα τρόφιμα·

Κοινή απάντησητου κ. Byrne εξ ονόματος της Επιτροπήςστις γραπτές ερωτήσεις E-2560/02 και E-2639/02

(30 Οκτωβρίου 2002)

Στις 2 Αυγούστου 2000, στο πλαίσιο της οδηγίας 98/34/ΕΚ για την καθιέρωση μιας διαδικασίας πληροφόρησης στον τομέα των τεχνικών προτύπων και κανονισμών(1), η Επιτροπή παρέλαβε το βελγικό σχέδιο Βασιλικού διατάγματος για την τροποποίηση του βασιλικού διατάγματος της 3ης Μαρτίου 1992 σχετικά με το εμπόριο θρεπτικών ουσιών και τροφίμων στα οποία έχουν προστεθεί θρεπτικές ουσίες. Ειδικότερα, σκοπός του σχεδίου αυτού είναι να αφαιρέσει το χρώμιο και το φθόριο από τον εγκεκριμένο κατάλογο των θρεπτικών ουσιών. Η Επιτροπή αντέδρασε στην κοινοποίηση αυτή σημειώνοντας ότι όσον αφορά τη χρήση χρωμίου και φθορίου σε μορφή συμπληρωμάτων διατροφής, το σχέδιο ασχολείται με ένα θέμα που καλύπτεται από την πρόταση οδηγίας σχετικά με τα συμπληρώματα διατροφής(2), την οποίαπέβαλε στο Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο στις 8 Μαΐου 2000. Σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 9 παράγραφοι 3 και 4 της οδηγίας 98/34/ΕΚ, ζητήθηκε από τις βελγικές αρχές να αναβάλουν τη έγκριση του εν λόγω σχεδίου για δώδεκα μήνες από την ημερομηνία παραλαβής της κοινοποίησης από την Επιτροπή. Οι βελγικές αρχές τήρησαν τηνποχρέωσή τους να αναβάλλουν για αργότερα την έγκριση αυτού του σχεδίου, το οποίο και ενέκριναν φέτος τον Ιούλιο.

Η Επιτροπή δεν σκοπεύει να προτείνει απαγόρευση του φθορίου στα συμπληρώματα διατροφής. Είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι η κοινοτική νομοθεσία σχετικά με τα συμπληρώματα διατροφής, δηλαδή η οδηγία 2002/46/ΕΚ του Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου περί των συμπληρωμάτων διατροφής(3), εκδόθηκε στις 10 Ιουνίου 2002. Το κείμενο που εγκρίθηκε βασίζεται στην Κοινή Θέση (ΕΚ) αριθ. 18/2002(4) που είχε ολοκληρωθεί καιιοθετηθεί στη διάρκεια της βελγικής Προεδρίας τον Δεκέμβριο του 2001. Η οδηγία τέθηκε σε ισχύ στις 12 Ιουλίου 2002 και τα κράτη μέλη οφείλουν να θεσπίσουν τους νόμους, τους κανονισμούς και τις διοικητικές διατάξεις που απαιτούνται για τη συμμόρφωση με την εν λόγω οδηγία μέχρι τις 31 Ιουλίου 2003. Ακόμα πρέπει να σημειωθεί ότι το φθόριο βρίσκεται μεταξύ των βιταμινών και των ανόργανων στοιχείων που απαριθμούνται στο παράρτημα Ι της οδηγίας, και τα οποία μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την παρασκευή συμπληρωμάτων διατροφής κάτω από συγκεκριμένες συνθήκες.

Η Επιτροπή γνωρίζει ορισμένες ανησυχίες που έχουν διατυπωθεί σχετικά με τηνψηλή πρόσληψη φθορίου. Η επιστημονική επιτροπή τροφίμων, στη γνώμη που διατύπωσε το 1992 σχετικά με την πρόσληψη θρεπτικών συστατικών και ενέργειας για την Ευρωπαϊκή Κοινότητα(5) σημείωνε ότι το φθόριο ωφελεί τηνγεία των δοντιών, παρ'ότι η χρόνια έκθεση σε πρόσληψη 10-25 mg ημερησίως ενδέχεται να έχει συνέπειες για τους μυς και τον σκελετό, με τη μορφή μυοσκελετικών δυσπλασιών που οδηγούν στην αναπηρία. Αυτή τη στιγμή η επιστημονική επιτροπή τροφίμων διεξάγει αξιολογήσεις κινδύνου με θέμα τα ανεκτά ανώτατα επίπεδα πρόσληψης για όλα τα θρεπτικά στοιχεία που απαριθμούνται στην οδηγία περί συμπληρωμάτων διατροφής, συμπεριλαμβανομένου του φθορίου. Συνεπώς θα καθιερωθούν ανώτατα όρια για τις βιταμίνες και τα ανόργανα στοιχεία στα συμπληρώματα διατροφής σε επίπεδο Ένωσης, βάσει των επιστημονικών αξιολογήσεων και του συνυπολογισμού της πρόσληψης από άλλες διατροφικές πηγές, ενώ παράλληλα θα ληφθούν δεόντωςπόψη οι προσλαμβανόμενες ποσότητες αναφοράς των βιταμινών και των ανόργανων στοιχείων για τον πληθυσμό.

Όσον αφορά το πόσιμο νερό, η ποιότητά του ρυθμίζεται στην Κοινότητα από την οδηγία 80/778/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 15ης Ιουλίου 1980 περί της ποιότητας του πόσιμου νερού(6), η οποία έως τις 25 Δεκεμβρίου 2003 θα έχει αντικατασταθεί από την οδηγία 98/83/ΕΚ του Συμβουλίου της 3ης Νοεμβρίου 1998 σχετικά με την ποιότητα του νερού ανθρώπινης κατανάλωσης(7). Και στις δύο οδηγίες καθορίζεται ένα όριο για τη μέγιστη αποδεκτή συγκέντρωση φθορίου στο πόσιμο νερό, ασχέτως της προέλευσής του, δηλαδή είτε ενυπάρχει φυσικά είτε προστέθηκε τεχνητά. Το όριο που έχει καθοριστεί από την οδηγία περί πόσιμου νερού είναι 1.5 χιλιοστόγραμμο ανά λίτρο, το οποίο σύμφωνα με την άποψη της Παγκόσμιας Οργάνωσης Υγείας (ΠΟΥ) η οποία διατυπώνεται στις κατευθυντήριες γραμμές της για την ποιότητα του πόσιμου νερού(8), αποτελεί μία καλή εξισορρόπηση μεταξύ των θετικών και των αρνητικών αποτελεσμάτων του φθορίου. Επί του παρόντος η Επιτροπή δεν προτίθεται να αναθεωρήσει τη νομοθεσία.

Η Επιτροπή δεν είναι σε θέση να παράσχει τα ζητούμενα στοιχεία για τον αντίκτυπο του φθορίου στην οδοντικήγεία ή άλλες συνέπειες στηνγεία για τον πληθυσμό της Ένωσης, δεδομένου ότι δεν έχει την αρμοδιότητα συλλογής αυτών των δεδομένων. Ωστόσο, αναμένεται ότι το νέο πρόγραμμα για τηνγεία για το 2003-2008 θα επιφέρει τη διαμόρφωση ενός συστήματος για τη συλλογή από τα κράτη μέλη συγκρίσιμων στοιχείων σχετικά με τον αντίκτυπο που έχουν στηνγεία οι μεμονωμένες ουσίες που προσλαμβάνονται με τη διατροφή.

(1) ΕΕ L 204 της 21.7.1998.

(2) ΕΕ C 311 E της 31.10.2000.

(3) ΕΕ L 183 της 12.7.2002.

(4) ΕΕ C 90 E της 16.4.2002.

(5) Εκθέσεις της επιστημονικής επιτροπής τροφίμων, σειρά 31. Πρόσληψη θρεπτικών συστατικών και ενέργειας για την Ευρωπαϊκή Κοινότητα (Γνωμοδότηση της 11ης Δεκεμβρίου 1992). Γραφείο Επίσημων Εκδόσεων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, Λουξεμβούργο 1993.

(6) ΕΕ L 229 της 30.8.1980.

(7) ΕΕ L 330 της 5.12.1998.

(8) Παγκόσμια Οργάνωση Υγείας. Κατευθυντήριες γραμμές για την ποιότητα του πόσιμου νερού. Δεύτερη έκδοση, τόμος 2. Γενεύη, 1996.