ΓΡΑΠΤΗ ΕΡΩΤΗΣΗ E-1554/00 υποβολή: Paulo Casaca (PSE) προς την Επιτροπή. Σύγκριση της αγοραίας αξίας προϊόντων που διακινούνται στην ίδια νομισματική ζώνη.
Επίσημη Εφημερίδα αριθ. 053 E της 20/02/2001 σ. 0162 - 0163
ΓΡΑΠΤΗ ΕΡΩΤΗΣΗ E-1554/00 υποβολή: Paulo Casaca (PSE) προς την Επιτροπή (18 Μαΐου 2000) Θέμα: Σύγκριση της αγοραίας αξίας προϊόντων που διακινούνται στην ίδια νομισματική ζώνη Απαντώντας στην γραπτή ερώτηση Ε-0273/00(1), η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αναπτύσσει εκτεταμένα και ενδιαφέροντα επιχειρήματα για τη σύγκριση των αγοραίων αξιών προϊόντων που διατίθενται στην ίδια νομισματική ζώνη. Εξαιρέσεως γενομένης των σημαντικών διαφορών πουφίστανται στα πλαίσια μιας Οικονομικής και Νομισματικής Ένωσης καθώς και της χρήσης ενός κοινού νομισματικού μέσου (χρυσού, αργύρου, χρυσής λίρας, χρυσού δολλαρίου ή δολλαρίου), τα παραδείγματα που δίδονται από την Επιτροπή (σύγκριση Αργεντινής ΕΕ και Βελγίου Λουξεμβούργου), είναι ενδιαφέροντα για την κατανόηση του ζητήματος. Θα ήταν ωστόσο σκόπιμο να λάβειπόψη της η Ευρωπαϊκή Επιτροπή κάποια εγγύτερα και πιο ενδεικτικά παραδείγματα. Εάν συγκρίνουμε τις αντίστοιχες τιμές ακινήτων στις διάφορες συνοικίες των Βρυξελλών σύμφωνα με τις ισχύουσες μεθόδους στατιστικής ταξινόμησης, μπορούμε εύκολα να παρατηρήσουμε διαφορές στην αγοραία αξία της τάξεως του 200, 300, ακόμη και 400 %. Εάν η ίδια σύγκριση γινόταν και για τρέχοντα καταναλωτικά αγαθά (ειδικότερα για φρούτα και λαχανικά, είδη ένδυσης καιπόδησης) ανάμεσα στις διάφορες περιοχές της πόλης, θα προέκυπταν ομοίως εξαιρετικά σημαντικές διαφορές της αγοραίας αξίας. Εάν συγκρίνουμε τις αγοραίες αξίες στις διάφορες συνοικίες των Βρυξελλών σύμφωνα με τις μεθόδους και τις στατιστικές τεχνικές που χρησιμοποιεί η EUROSTAT για τονπολογισμό των ΙΑΔ ανάμεσα στις διάφορες χώρες, θα προέκυπταν αναμφισβήτητα σημαντικές αποκλίσεις, ίσως και ιδιαίτερα πιο σημαντικές από εκείνες που εντόπισε η ΕURΟSΤΑΤ στις διάφορες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Εάν,ποθετικά, συμπεράνουμε ότι σε μια ανάλυση αυτού του είδους, η διαφορά των αγοραίων αξιών ανάμεσα στην πλουσιότερη και την πτωχότερη συνοικία των Βρυξελλών είναι της τάξεως του 50 %, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα θεωρούσε άραγε ορθό οι αρχές των Βρυξελλών να προσαρμόσουν την κατανομή των πόρων ανάμεσα στις διάφορες συνοικίες της πόλης σε συνάρτηση με αυτόν τον δείκτη; Με άλλους λόγους, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή φρονεί άραγε ότι οι αρχές των Βρυξελλών θα διέθεταν, στην περίπτωση αυτή, μια νομική, επιστημονική ή μεθοδολογική βάση για να χορηγήσυν στους πολίτες της πτωχότερης συνοικίας το ήμισυ των ποσών που χορηγούν στους πολίτες της πλουσιότερης συνοικίας; Δεν είναι άραγε της άποψης η Επιτροπή πως εκείνο που περιγράφεται ως παράλογηποθετική κατάσταση στις Βρυξέλλες αντανακλά ακριβώς εκείνο το οποίο πράττει, σε πραγματικούς όρους, και σε ευρωπαϊκό επίπεδο; (1) ΕΕ C 330 E της 21.11.2000, σελ. 114. Απάντηση του κ. Solbes Mira εξ ονόματος της Επιτροπής (7 Ιουλίου 2000) Η Επιτροπή συμφωνεί ότι η τιμή για το ίδιο προϊόν, και ειδικότερα για μη εμπορεύσιμα αγαθά, μπορεί να παρουσιάζει σημαντικές αποκλίσεις μεταξύ εθνικών, περιφερειακών και τοπικών αγορών, γεγονός που οφείλεται στο κόστος των συναλλαγών, κόστος που εμποδίζει την κερδοσκοπία. Θεωρητικά θα ήταν ευκταίο ναπολογισθεί η αγοραστική δύναμη του χρήματος (ΙΑΔ) για τμήματα επικρατείας μικρότερα των κρατών μελών. Στην πραγματικότητα οι έρευνες τιμών που χρειάζονται για τονπολογισμό των ΙΑΔ είναι πολυδάπανες οι οποίες εάν επεκταθούν στονπολογισμό σε περιφερειακό και τοπικό επίπεδο θα αυξηθούν σημαντικά. Πάντως η Επιτροπή θα ερευνήσει προσεκτικά τις δυνατότητες για ένα λογικό κόστος τουπολογισμού των περιφερειακών ΙΑΔ για να είναι σε θέση να χρησιμοποιήσει ακριβή περιφερειακά ΙΑΔ πριν το 2006, όταν θα αποφασιστεί ο νέος πίνακας των επιλέξιμων περιφερειών, ει δυνατόν με βάση όμοια κριτήρια με εκείνα του άρθρου 3, παράγραφος 1 του κανονισμού του Συμβουλίου αριθμ. 1260/99 της 21ης Απριλίου 1999 περί γενικών διατάξεων για τα διαρθρωτικά Ταμεία(1). (1) ΕΕ L 161 της 26.6.1999.