91999E2240

ΓΡΑΠΤΗ ΕΡΩΤΗΣΗ E-2240/99 υποβολή: Christopher Huhne (ELDR) προς την Επιτροπή. Το μη μισθολογικό κόστος σε κάθε κράτος μέλος.

Επίσημη Εφημερίδα αριθ. 303 E της 24/10/2000 σ. 0035 - 0035


ΓΡΑΠΤΗ ΕΡΩΤΗΣΗ E-2240/99

υποβολή: Christopher Huhne (ELDR) προς την Επιτροπή

(1 Δεκεμβρίου 1999)

Θέμα: Το μη μισθολογικό κόστος σε κάθε κράτος μέλος

Θα μπορούσε η Επιτροπή να αναφέρει το ύψος του μη μισθολογικού κόστους στο 25 %, στο 50 %, στο 75 %, στο 125 %, στο 150 %, στο 200 %, στο 250 %, στο 300 %, στο 350 %, στο 400 % και στο 500 % των εσόδων του μέσου εργαζομένου σε κάθε κράτος μέλος, το ύψος των εσόδων του μέσου εργαζομένου, και να προσδιορίσει τις συνιστώσες του μη μισθολογικού κόστους, σε κάθε περίπτωση που κατανέμονται μεταξύ του κόστους που βαρύνει τον εργοδότη και του καθαρού ποσού που εισπράττει ο εργαζόμενος.

Απάντηση του κυρίου Bolkestein εξ ονόματος της Επιτροπής

(20 Ιανουαρίου 2000)

Η Επιτροπή ούτεπολογίζει ούτε κατέχει στοιχεία σχετικά με το μη μισθολογικό κόστος της εργασίας σε κάθε κράτος μέλος με τις λεπτομέρειες που ζητάτε.

Εντούτοις, η Επιτροπή έχειπολογίσει εκ των προτέρων το μη μισθολογικό κόστος της εργασίας και τη λεπτομερή κατανομή του για ορισμένες αντιπροσωπευτικές ad hoc περιπτωσιολογικές μελέτεςπαλλήλων. Μια πρώτη προσέγγιση στην έννοια και τουςπολογισμούς του μη μισθολογικού κόστους της εργασίας περιέχεται στο μέρος III, Τμήμα 1, της έκθεσης του 1995 «Employment in Europe»(1), με τονπολογισμό των μέσων και οριακών φορολογικών συντελεστών και στην ετήσια δημοσίευση «Net earnings of employees in manufacturing industry in the EU»(2). Πρόσφατα, μια συμπληρωματική ανάλυση του μη μισθολογικού κόστους της εργασίας και των συστατικών του αναφέρεται στη μελέτη αριθ.2, τμήμα 2 της επιθεώρησης «The EU Economy Review 1999»(3).

Επί πλέον, επειδή η Επιτροπή επιθυμεί να παρέχει ένα ενοποιημένο πλαίσιο σύγκρισης των ανόμοιων φορολογικών συστημάτων των διαφόρων κρατών μελών αλλά και να μετρήσει τη φορολόγηση της εργασίας,πολογίζει τεκμαρτούς φορολογικούς συντελεστές. Οι συντελεστές αυτοίπολογίζονται διαιρώντας τους φόρους μιας συγκεκριμένης δραστηριότητας ή αγαθού με την κατάλληλη αντίστοιχη φορολογική βάση, από μακροοικονομική άποψη.

Τα ποσοστά αφανών φόρωνπολογίζονται για την κατανάλωση, την εργασία και τους «άλλους συντελεστές της παραγωγής». Ο τεκμαρτός φορολογικός συντελεστής επί της εργασίας ορίζεται ως το συνολικό ποσό των φόρων επί της μισθωτής εργασίας διαιρούμενο με την αμοιβή των εργαζομένων. Ο παρονομαστής «αμοιβή εργαζομένων» αποτελείται από τις ακαθάριστες αποδοχές καθώς επίσης και από τα ποσά που καταβάλλονται ως εισφορές κοινωνικής ασφάλισης και ως φόρος μισθωτώνπηρεσιών.

Ένας πίνακας που εμφανίζει τους τεκμαρτούς φορολογικούς συντελεστές επί της εργασίας στα κράτη μέλη από 1980 ως 1997 αποστέλλεται απευθείας στο Αξιότιμο Μέλος του Κοινοβουλίου και στη Γραμματεία του Κοινοβουλίου.

Η Επιτροπή εκδίδει τακτικά τη δημοσίευση «Structures of the taxation systems in the European Union»(4). Πρόκειται για μια συλλογή στοιχείων με σχόλια για την εξέλιξη της διάρθρωσης του φορολογικού συστήματος στην Κοινότητα.

(1) COM(95)396 τελικό.

(2) http://www.cc.cec/eurostat/eudor-stat/mst3/en/11225/00000001.htm.

(3) European Economy series αριθ. 69.

(4) http://www.cc.cec/eurostat/eudor-stat/mst2/en/24248/00000001.htm.