91998E0242

ΓΡΑΠΤΗ ΕΡΩΤΗΣΗ αρ θ. 242/98 του Maria ESTEVAN BOLEA προς την Επ τροπή. Βιοποικιλία

Επίσημη Εφημερίδα αριθ. C 386 της 11/12/1998 σ. 0008


ΓΡΑΠΤΗ ΕΡΩΤΗΣΗ E-0242/98

υποβολή: María Estevan Bolea (PPE) προς την Επιτροπή

(13 Φεβρουαρίου 1998)

Θέμα: Βιοποικιλία

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή επεξεργάζεται τη Στρατηγική πάνω στην Ευρωπαϊκή βιοποικιλία. Για την εφαρμογή της, έχει προηγουμένως εκτελέσει κάποια από τις παρακάτω εργασίες;

- Διάγνωση της παρούσας κατάστασης της Ευρωπαϊκής βιοποικιλίας.

- Ποιά είναι η κατανομή των ειδών πανίδας και χλωρίδας και οι βιότυποί τους;

- Πού συγκεντρώνονται τα είδη υπό προστασία;

- Ποιοί είναι οι παράγοντες απειλής;

- Τί μέτρα προστασίας απαιτούνται;

- Τί δραστηριότητες θα μπορούσαν να εκτελεστούν όσον αφορά τις ζώνες προστασίας;

Σε περίπτωση που η Επιτροπή έχει φέρει εις πέρας τις μελέτες, απογραφές και προγράμματα απαραίτητα για την απάντηση των ανωτέρω ερωτήσεων, είναι διαθέσιμες τέτοιες μελέτες; Θα μπορούσαν να γίνουν γνωστές σε εμάς;

Εάν δεν υπάρχουν, θα μπορούσε η Επιτροπή να υποδείξει τον τρόπο με τον οποίον εξέτασε τη στρατηγική της βιοποικιλίας;

Κοινή απάντηση

του ΚαςBjerregaard εξ ονόματος της Επιτροπής

στις γραπτές ερωτήσεις E-0237/98, E-0238/98, E-0239/98, E-0240/98, E-0241/98 και E-0242/98

(31 Μαρτίου 1998)

Η Επιτροπή εξέδωσε στις 4 Φεβρουαρίου 1998 μια Ανακοίνωση προς το Συμβούλιο και το Κοινοβούλιο σχετικά με την Κοινοτική στρατηγική για τη βιοποικιλότητα(1). Στη στρατηγική αυτή καθορίζεται ένα πλαίσιο δράσεων με στόχο να ενσωματωθεί το ζήτημα της βιοποικιλότητας στις σχετικές Κοινοτικές πολιτικές.

Κατά τον σχεδιασμό της στρατηγικής αυτής, η Επιτροπή εξέτασε τις υπάρχουσες πληροφορίες στην "Πρώτη έκθεση για την εφαρμογή της Σύμβασης για τη βιολογική ποικιλότητα (CBD) από την Ευρωπαϊκή Κοινότητα"(2). Η έκθεση αυτή περιλαμβάνει μια περιληπτική αξιολόγηση της σημασίας και της κατάστασης της βιοποικιλότητας στην Κοινότητα, βασισμένης σε στοιχεία της Ευρωπαϊκής υπηρεσίας περιβάλλοντος (ΕΕΑ) και άλλων οργανισμών και ιδρυμάτων. Περιέχονται επίσης στοιχεία του " Dobris Assessment" της EEA και της τράπεζας δεδομένων Corine-Biotopes, σε πρόσφατες και μεταγενέστερες δημοσιεύσεις σχετικά με τις απειλές που αντιμετωπίζει η βιοποικιλότητα στην Ευρώπη, υπάρχουν δε ακόμη και πληροφορίες που προκύπτουν από νομικές υποθέσεις που κίνησε η Επιτροπή τα τελευταία χρόνια. Επί πλέον, όλα αυτά τα στοιχεία προσφέρουν ενδείξεις περί της κατανομής των διαφόρων ειδών της πανίδας και της χλωρίδας, των οικοτόπων των προστατευομένων ειδών, των κινδύνων που τα απειλούν και των απαιτουμένων μέτρων προστασίας, περιλαμβανομένων και εκείνων που πρέπει να ληφθούν γύρω από τις προστατευόμενες περιοχές.

Επομένως, τα μέτρα που προτείνονται στην Κοινοτική στρατηγική για τη βιοποικιλότητα βασίζονται στις πιο εμπεριστατωμένες διαθέσιμες πληροφορίες.

Η CBD διατείνεται ότι "ex-situ" μέτρα προστασίας θα πρέπει κυρίως να λαμβάνονται προς συμπλήρωση επιτοπίως εφαρμοζομένων μέτρων. Ένα από τα επιτόπια αυτά μέτρα, όπως ορίζεται στο άρθρο 8(f) της CBD, είναι " η αποκατάσταση και αναβάθμιση υποβαθμισμένων οικοσυστημάτων και η αποτελεσματική αποκατάσταση των απειλουμένων ειδών...". Προκύπτει επομένως ότι στη γραπτή ερώτηση 238/98, του Αξιοτίμου Μέλους εσφαλμένα συγχέεται η ex-situ προστασία με την αποκατάσταση των οικοτόπων.

Στην Κοινοτική στρατηγική για τη βιοποικιλότητα αναφέρεται ότι "τράπεζες γονιδίων, κέντρα κλειστής εκτροφής, ζωολογικοί και βοτανικοί κήποι μπορούν να παίξουν πολύ σημαντικό ρόλο αν οι δραστηριότητές τους εντάσσονται στα πλαίσια συνδυασμένης επανεισαγωγής ειδών ή ολοκληρωμένων συστημάτων προστασίας" και καθορίζονται ειδικοί στόχοι σε αυτές τις συνθήκες. Ο ρόλος των ζωολογικών πάρκων στις Κοινοτικές πολιτικές προστασίας της φύσης εξετάζεται με συγκεκριμένο τρόπο στην πρόταση για μια σύσταση του Συμβουλίου, αναφορικά με τη διατήρηση σε αιχμαλωσία αγρίων ζώων στους ζωολογικούς κήπους(3), που παρουσίασε η Επιτροπή στο Συμβούλιο.

Η Κοινοτική στρατηγική για τη βιοποικιλότητα στοχεύει στο να προβλεφτούν, προληφθούν και καταπολεμηθούν τα αίτια της σοβαρής μείωσης ή και απώλειας βιολογικής ποικιλότητας στην πηγή τους. Αυτό θα συμβάλλει στην αναστροφή των σημερινών τάσεων περιορισμού και απωλειών της βιοποικιλότητας αλλά και στη δημιουργία ενός ικανοποιητικού καθεστώτος προστασίας ειδών και οικοσυστημάτων, περιλαμβανομένων και των αγροτικών οικοσυστημάτων. Επομένως, η Κοινοτική στρατηγική επικεντρώνεται στη συμπερίληψη των προβληματισμών για τη βιοποικιλότητα κατά τον σχεδιασμό και την εφαρμογή και άλλων σχετικών πολιτικών. Έτσι η Κοινότητα θα επιδιώξει "να αποδοθεί ικανοποιητικό καθεστώς προστασίας σε ό,τι αφορά τα μεγέθη, τη δομή, την κατανομή και τις τάσεις επιβίωσης, που κανονικά επικρατούν στο φυσικό περιβάλλον, των πληθυσμών των αγρίων ζώων, επίσης δε να ενισχύσει τα σχέδια αποκατάστασης των περισσότερο απειλουμένων ειδών". Επιπλέον, η στρατηγική προβάλλει έναν ειδικό στόχο "να αναπτυχθούν σχέδια διαχείρισης για επιλεγμένα απειλούμενα είδη..."

Η εφαρμογή ορισμένων εν εξελίξει Κοινοτικών πολιτικών και μέσων τόσο από την Επιτροπή όσο και από τα Κράτη μέλη μπορεί να έχει δυσμενή επίδραση επί της βιοποικιλότητας. Για τον λόγο αυτόν, η Κοινοτική στρατηγική βιοποικιλότητας προαγγέλει την εκπόνηση και υιοθέτηση σχεδίων δράσης και άλλων μέτρων εκ μέρους της Επιτροπής. Αυτά τα σχέδια δράσης θα μεταφραστούν σε σε συγκεκριμένη δράση των προσανατολισμών που προβλέπονται στη στρατηγική για τη βιοποικιλότητα, ώστε να επιτευχθεί η επιθυμητή ολοκλήρωση.

Η εφαρμογή της στρατηγικής θα αναβαθμίσει τη βιοποικιλότητα σε όλο το έδαφος της Κοινότητας. Η επιτυχημένη εφαρμογή της CBD απαιτεί τη συνεργασία τόσο των Κρατών μελών όσο και της Κοινότητας. Ο σχεδιασμός και η εφαρμογή εθνικών στρατηγικών σε όλα τα Κράτη μέλη είναι ουσιαστικής σημασίας, αλλά και ορισμένες Κοινοτικές πολιτικές και ορισμένα μέσα θα επιφέρουν σημαντικά αποτελέσματα επί της βιοποικιλότητας. Πρέπει επομένως η Κοινότητα να αναλάβει δράση σε αυτούς τους τομείς για να βοηθήσει τις εθνικές προσπάθειες αλλά και να προλάβει τις μη επιτυχημένες. Η Κοινοτική στρατηγική εστιάζεται στην παραπέρα ανάπτυξη και εφαρμογή Κοινοτικών πολιτικών και μέσων.

Η εν λόγω στρατηγική συνεπάγεται τον ειδικό στόχο της εφαρμογής του Κανονισμού του Συμβουλίου (ΕΟΚ) 3626/82, της 3 Δεκεμβρίου 1982 που αναφέρεται στην εφαρμογή από την Κοινότητα της Σύμβασης για το διεθνές εμπόριο απειλουμένων ειδών άγριας πανίδας και χλωρίδας(4) και στην προσαρμογή της ώστε να αντικατοπτρίζονται περαιτέρω αποφάσεις της Διάσκεψης των συμβαλλομένων στο CITES μερών.

Η Επιτροπή μετέσχε ενεργά στην εκπόνηση της Κοινοτικής στρατηγικής για τη βιοποικιλότητα.

Το Κοινοβούλιο θα έχει προσεχώς την ευκαιρία να εξετάσει τα τεχνικά στοιχεία της πρότασης καθώς και τους ειδικούς στόχους κάθε τομέα πολιτικής.

(1) COM(98)42 τελικό.

(2) SEC(98) 348.

(3) COM(95)619 τελικό.

(4) EE L 384, 31.12.1982.