91997E4009

ΓΡΑΠΤΗ ΕΡΩΤΗΣΗ αρ θ. 4009/97 του Daniel VARELA SUANZES- CARPEGNA προς την Επ τροπή. Η ανταγωνιστικότητα της ευρωπαiκής βιομηχανίας σχιστολίθου

Επίσημη Εφημερίδα αριθ. C 196 της 22/06/1998 σ. 0056


ΓΡΑΠΤΗ ΕΡΩΤΗΣΗ E-4009/97 υποβολή: Daniel Varela Suanzes-Carpegna (PPE) προς την Επιτροπή (14 Iανουαρίου 1998)

Θέμα: Η ανταγωνιστικότητα της ευρωπαϊκής βιομηχανίας σχιστολίθου

Η σημαντική ευρωπαϊκή βιομηχανία σχιστολίθου αποτελεί έναν βιομηχανικό τομέα με μεγάλη παράδοση και προοπτικές, ο οποίος δραστηριοποιείται σε διάφορα κράτη μέλη και, μόνο στην Ισπανία, προσφέρει άμεσα 4.800 και έμμεσα άνω των 19.000 θέσεων εργασίας, σε απομακρυσμένες και οικονομικά καθυστερημένες περιφέρειες, ή σε φθίνουσες βιομηχανικές περιοχές. Η ανταγωνιστικότητα του τομέα αυτού απειλείται σοβαρά από τις εισαγωγές κατεργασμένου σχιστολίθου από τρίτες χώρες, όπου οι κοινωνικές, εργασιακές και περιβαλλοντικές απαιτήσεις είναι λιγότερο αυστηρές από ό,τι στην ΕΕ.

Έχει υπόψη της η Επιτροπή την κατάσταση αυτή;

Θα μπορούσε η Επιτροπή να μας ενημερώσει σχετικά με τα μέτρα που έχει λάβει, ή σκέπτεται να λάβει, για την προώθηση της ανταγωνιστικότητας της κοινοτικής βιομηχανίας σχιστολίθου;

Θα μπορούσε η Επιτροπή να μας πληροφορήσει ποιές χώρες εξάγουν σχιστόλιθο στην ΕΕ, ποιός είναι ο όγκος των εξαγωγών τους και υπό ποιούς όρους πραγματοποιούνται οι εξαγωγές αυτές;

Θα μπορούσε η Επιτροπή να μας ενημερώσει σχετικά με τον τελωνειακό δασμό που επιβάλλεται στις εισαγωγές κατεργασμένου σχιστολίθου;

Θα μπορούσε η Επιτροπή να μας ενημερώσει σχετικά με τις διάφορες οικονομικές και εμπορικές συμφωνίες της ΕΕ με τρίτες χώρες που αφορούν, άμεσα ή έμμεσα, τη βιομηχανία σχιστολίθου των τρίτων αυτών χωρών;

Κοινή απάντηση του Sir Leon Brittan εξ ονόματος της Επιτροπής στις γραπτές ερωτήσεις E-4009/97 και E-4011/97 (6 Φεβρουαρίου 1998)

Η Κοινότητα είναι καθαρός εξαγωγέας κατεργασμένου σχιστολίθου. Το 1996, οι εξαγωγές ανήλθαν σε 43.610 τόνους (εκ των οποίων 7.997 καταγωγής Ισπανίας), ενώ οι εισαγωγές έφθασαν τους 26.639 τόνους. Η τάση για το 1997, υπολογιζόμενη με βάση τα δεδομένα του πρώτου εξαμήνου, φαίνεται να επιβεβαιώνει το περυσινό αποτέλεσμα και με την ίδια αναλογία.

Όσον αφορά την προέλευση των ευρωπαϊκών εισαγωγών, θα πρέπει να σημειώσουμε ότι αυτές προέρχονται από μια πολύ μικρή ομάδα χωρών. Συγκεκριμένα, το 1996 οι πέντε πρώτες χώρες εξαγωγής κάλυψαν άνω του 85% των κοινοτικών εισαγωγών. Οι εν λόγω χώρες είναι: η Βραζιλία (5.501 τόνοι), η Κίνα (5.158 τόνοι), η Ινδία (4.864 τόνοι), η Νορβηγία (4.538 τόνοι), και ο Καναδάς (3.091 τόνοι). Αντίθετα, όσον αφορά τις κοινοτικές εξαγωγές, οι κυριότερες χώρες προορισμού είναι οι Ηνωμένες Πολιτείες, η Ιαπωνία, η Αυστραλία και η Ελβετία.

Οι κοινοτικές εισαγωγές υπόκεινται στην καταβολή τελωνειακού δασμού «του μάλλον ευνοουμένου κράτους» 2,1% κατ'αξίαν. Ωστόσο, θα πρέπει να αναφέρουμε ότι οι εισαγωγές καταγωγής χωρών του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου (ΕΟΧ) (π.χ.: η Νορβηγία) και χωρών της Αφρικής, της Καραϊβικής και του Ειρηνικού (ΑΚΕ) απαλλάσσονται της καταβολής του δασμού αυτού. Επίσης, θα πρέπει να προσθέσουμε ότι, στο πλαίσιο του Συστήματος των Γενικευμένων Προτιμήσεων (ΣΓΠ) το οποίο θεσπίστηκε υπέρ των αναπτυσσόμενων χωρών, τα εν λόγω προϊόντα έχουν ταξινομηθεί ως μη ευαίσθητα. Αυτό σημαίνει ότι οι εισαγωγές απαλλάσσονται της καταβολής του δασμού. Δεν προβλέπεται επανεξέταση της ταξινόμησης αυτών των προϊόντων πριν από την 31η Δεκεμβρίου 1998, ημερομηνία λήξης της ισχύος του παρόντος συστήματος.

Η Βραζιλία, η Κίνα και η Ινδία επωφελούνται από το σύστημα αυτό. Εντούτοις, θα πρέπει να σημειώσουμε ότι, στην περίπτωση της Κίνας, δεδομένου του επιπέδου βιομηχανικής ικανότητας αυτής της χώρας στο συγκεκριμένο τομέα, το ισχύον ΣΓΠ έχει προβλέψει τη σταδιακή κατάργηση του δασμολογικού ευεργετήματος. Για το λόγο αυτό, από την 1η Ιανουαρίου 1997, το προτιμησιακό περιθώριο για τις εισαγωγές κατεργασμένου σχιστολίθου προέλευσης Κίνας μειώθηκε κατά 50% και, από 1ης Ιανουαρίου 1998, έχει καταργηθεί. Ως εκ τούτου, ισχύει εκ νέου το πλήρες ποσοστό του 2,1%.

Όσον αφορά την προώθηση των κοινοτικών εξαγωγών, η Επιτροπή έχει θέσει ως στόχο τη βελτίωση των δυνατοτήτων πρόσβασης της κοινοτικής βιομηχανίας στις αγορές τρίτων χωρών. Από το Νοέμβριο του 1996, όπως γνωρίζει το Αξιότιμο Μέλος του Κοινοβουλίου, η Επιτροπή έχει ξεκινήσει μια νέα πρωτοβουλία - Στρατηγική πρόσβασης στις αγορές - με σκοπό τον εντοπισμό και την εξάλειψη των εμποδίων που παρεμβάλλονται στις κοινοτικές εξαγωγές. Ο τομέας του σχιστολίθου, όπως όλοι οι οικονομικοί τομείς, καλείται και ενθαρρύνεται να συμμετάσχει ενεργά στον εντοπισμό των εμποδίων που συναντά το διεθνές εμπόριο. Η Επιτροπή, σε συνεργασία με τα κράτη μέλη, θα υιοθετήσει όλα τα αναγκαία και κατάλληλα μέτρα για την επίλυση των αναφερομένων προβλημάτων.

Επιπλέον, θα πρέπει να τονίσουμε ότι η Επιτροπή προωθεί μια πολιτική ανταγωνιστικότητας υπέρ των εξορυκτικών βιομηχανιών με βάση τις κατευθύνσεις που περιέχει η ανακοίνωση σχετικά με την ανταγωνιστικότητα του μη ενεργειακού εξορυκτικού τομέα ((SEC(92) 1884 τελικό. )), καθώς και τα σχετικά συμπεράσματα του Συμβουλίου της 18ης Νοεμβρίου 1993. Τα έγγραφα αυτά, καθώς και μια έκθεση του Συμβουλίου ((SEC(96) 852. )) για τις δράσεις που έχουν αναληφθεί στο πλαίσιο αυτό, διαβιβάζονται απευθείας προς κοινοποίηση υπόψη του Αξιότιμου Μέλους του Κοινοβουλίου καθώς και της Γενικής Γραμματείας του Κοινοβουλίου. Από τις δράσεις αυτές, οι οποίες αφορούν επίσης και άλλες εξορυκτικές δραστηριότητες παραγωγής δομικών προϊόντων, αναφέρουμε κυρίως τη μεγαλύτερη διαφάνεια των αγορών και την ιδιαίτερη παρακολούθηση των επιπτώσεων των περιβαλλοντικών ρυθμίσεων στις εξορυκτικές δραστηριότητες. Στο πλαίσιο αυτό, η Επιτροπή δημοσιεύει τακτικά, επικουρούμενη από διάφορους επαγγελματικούς κύκλους, κατάλογο των ευρωπαϊκών ορυκτών με στόχο τη μεγαλύτερη διαφάνεια της αγοράς τόσο για τους καταναλωτές όσο και για τους παραγωγούς, πολλοί άλλωστε από τους οποίους είναι μικρομεσαίες επιχειρήσεις (ΜΜΕ). Η ευρωπαϊκή ένωση του τομέα των σχιστολίθων καλείται να συμμετάσχει στις εργασίες αυτής της έκδοσης. Όσον αφορά τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις, η Επιτροπή θεωρεί ότι η κοινοτική περιβαλλοντική νομοθεσία λαμβάνει υπόψη της τις ιδιαιτερότητες του εξορυκτικού τομέα και συνεπώς προβλέπει μια κάποια ελαστικότητα η οποία δικαιολογείται, επί παραδείγματι, λόγω του μεγέθους ή της εφαρμοζόμενης παραγωγικής διαδικασίας. Μια τέτοια περίπτωση αποτελεί η κατάσταση των λατομείων αναφορικά με την οδηγία 85/337/ΕΟΚ η οποία τροποποιήθηκε από την οδηγία 97/11/ΕΟΚ - για την εκτίμηση των επιπτώσεων ορισμένων σχεδίων δημοσίων και ιδιωτικών έργων στο περιβάλλον ((ΕΕ L 73 της 14.3.1997. )) καθώς και με το σχέδιο οδηγίας για τα απόβλητα ((ΕΕ C 156 της 24.5.1997. )).

Πρόσφατα,η Επιτροπή εξέδωσε ανακοίνωση για την ανταγωνιστικότητα του κατασκευαστικού κλάδου, στην οποία συμπεριλαμβάνονται τα δομικά προϊόντα ((COM(97) 539 τελικό. )). Στην ανακοίνωση αυτή αναφέρονται τέσσερις στρατηγικοί στόχοι και άνω των εξήντα ειδικές δράσεις για τη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας της εν λόγω βιομηχανίας.