17.4.2023   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 134/3


Αναίρεση που άσκησε στις 15 Φεβρουαρίου 2023 η Trasta Komercbanka AS κατά της αποφάσεως που εξέδωσε το Γενικό Δικαστήριο (ένατο τμήμα) στις 30 Νοεμβρίου 2022 στην υπόθεση T-698/16, Trasta Komercbanka κ.λπ. κατά ΕΚΤ

(Υπόθεση C-90/23 P)

(2023/C 134/06)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Διάδικοι

Αναιρεσείουσα: Trasta Komercbanka AS (εκπρόσωπος: O. Behrends, Rechtsanwalt)

Λοιποί διάδικοι στην αναιρετική διαδικασία: Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ), Δημοκρατία της Λεττονίας, Ευρωπαϊκή Επιτροπή, Ivan Fursin, Igors Buimisters, C & R Invest SIA, Figon Co. Ltd, GCK Holding Netherlands BV, Rikam Holding SA

Αιτήματα

Η αναιρεσείουσα ζητεί από το Δικαστήριο:

να αναιρέσει την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση·

να ακυρώσει την απόφαση ECB/SSM/2016-529900WIP0INFDAWTJ81/2 WOANCA-2016-0005 της ΕΚΤ της 11ης Ιουλίου 2016 (προσβαλλόμενη απόφαση) καθόσον αφορά την αναιρεσείουσα·

να καταδικάσει την ΕΚΤ στα έξοδα στα οποία υποβλήθηκε η αναιρεσείουσα και στα έξοδα της αναιρετικής δίκης· και

κατά το μέτρο που το Δικαστήριο δεν είναι σε θέση να αποφανθεί επί της ουσίας, να αναπέμψει την υπόθεση στο Γενικό Δικαστήριο.

Λόγοι αναιρέσεως και κύρια επιχειρήματα

Προς στήριξη της αιτήσεώς της αναιρέσεως, η αναιρεσείουσα προβάλλει τρεις λόγους.

Με τον πρώτο λόγο αναιρέσεως προβάλλεται ότι το Γενικό Δικαστήριο υπέπεσε σε πλείονα σφάλματα όσον αφορά το ζήτημα της εκπροσωπήσεως της αναιρεσείουσας, το οποίο το Δικαστήριο (τμήμα μείζονος συνθέσεως) εξέτασε με την απόφασή του της 5ης Νοεμβρίου 2019, ΕΚΤ κ.λπ. κατά Trasta Komercbanka κ.λπ. (C-663/17 P, C-665/17 P και C-669/17 P, EU:C:2019:923).

Η αναιρεσείουσα υποστηρίζει ότι εσφαλμένως το Γενικό Δικαστήριο απέρριψε τον ισχυρισμό της περί παραλείψεως της ΕΚΤ να της κοινοποιήσει την προσβαλλόμενη απόφαση, διότι παραμόρφωσε τα σχετικά με το ζήτημα αυτό πραγματικά περιστατικά της υπόθεσης και δεν έλαβε υπόψη τις συνέπειες της διαπίστωσης του Δικαστηρίου με τη σκέψη 72 της αποφάσεώς του της 8ης Ιουλίου 1999, Hoechst κατά Επιτροπής (C-227/92 P, EU:C:1999:360).

Η αναιρεσείουσα υποστηρίζει, επιπλέον, ότι εσφαλμένως το Γενικό Δικαστήριο απέρριψε τον ισχυρισμό της ότι δεν εκπροσωπήθηκε κατά τη διαδικασία που οδήγησε στην έκδοση της προσβαλλομένης αποφάσεως. Το Γενικό Δικαστήριο παραμόρφωσε τα πραγματικά περιστατικά της υπόθεσης, καθόσον δεν έλαβε υπόψη το γεγονός ότι η προσβαλλόμενη απόφαση ρητώς αναφέρει ότι η αναιρεσείουσα δεν μετέσχε στη διαδικασία που οδήγησε στην έκδοση της προσβαλλομένης αποφάσεως και ότι, κατά την άποψη της ΕΚΤ, αυτή δεν ήταν απαραίτητο να συμμετάσχει στην εν λόγω διαδικασία.

Τέλος, η αναιρεσείουσα υποστηρίζει ότι εσφαλμένως το Γενικό Δικαστήριο απέρριψε τον ισχυρισμό της περί προσβολής του δικαιώματός της ακροάσεως και ότι το εν λόγω σφάλμα οφειλόταν ομοίως στο γεγονός ότι το Γενικό Δικαστήριο δεν έλαβε υπόψη το γεγονός ότι η αναιρεσείουσα δεν είχε μετάσχει στη διαδικασία που οδήγησε στην έκδοση της προσβαλλομένης αποφάσεως.

Με τον δεύτερο λόγο αναιρέσεως προβάλλεται ότι το Γενικό Δικαστήριο έσφαλε όσον αφορά τον τρόπο με τον οποίο αντιμετώπισε, αφενός, την απόφαση της ΕΚΤ πριν από την επανεξέταση από το διοικητικό συμβούλιο επανεξέτασης (ΔΣΕ) της ΕΚΤ και, αφετέρου, την απόφαση της ΕΚΤ μετά την επανεξέταση από το ΔΣΕ. Συναφώς, η αναιρεσείουσα υποστηρίζει ότι το Γενικό Δικαστήριο προσέβαλε τη δικαιολογημένη εμπιστοσύνη που το ίδιο είχε δημιουργήσει με τη διάταξή του της 17ης Νοεμβρίου 2021, Trasta Komercbanka κατά ΕΚΤ (T-247/16 RENV, μη δημοσιευθείσα, EU:T:2021:809).

Με τον τρίτο λόγο αναιρέσεως προβάλλεται ότι εσφαλμένως το Γενικό Δικαστήριο απέρριψε τον ισχυρισμό της αναιρεσείουσας περί παραβάσεως του άρθρου 24, παράγραφος 7, του κανονισμού 1024/2013 (1), καθόσον εσφαλμένως έκρινε ότι η εν λόγω διάταξη προβλέπει την έκδοση απόφασης με ισχύ ex tunc. Η άποψη αυτή του Γενικού Δικαστηρίου θεωρήθηκε εξάλλου εσφαλμένη και από την Επιτροπή (βλ. διάταξη της 17ης Νοεμβρίου 2021, Trasta Komercbanka κατά ΕΚΤ, T-247/16 RENV, μη δημοσιευθείσα, EU:T:2021:809, σκέψη 37).


(1)  Κανονισμός (EΕ) 1024/2013 του Συμβουλίου, της 15ης Οκτωβρίου 2013, για την ανάθεση ειδικών καθηκόντων στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα σχετικά με τις πολιτικές που αφορούν την προληπτική εποπτεία των πιστωτικών ιδρυμάτων (ΕΕ 2013 L 287, σ. 63).