Προσωρινό κείμενο

ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ

MANUEL CAMPOS SÁNCHEZ-BORDONA

της 11ης Απριλίου 2024 (1)

Υπόθεση C187/23 [Albausy] (i) 

E. V. G.-T.

παρισταμένων των:

P. T.,

F. T.,

G. T.

[αίτηση του Amtsgericht Lörrach (ειρηνοδικείου Lörrach, Γερμανία)
για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως]

«Προδικαστική παραπομπή – Δικαστική συνεργασία σε αστικές υποθέσεις – Κανονισμός (ΕΕ) 650/2012 – Έκδοση του ευρωπαϊκού κληρονομητηρίου – Αμφισβήτηση προβαλλόμενη κατά τη διαδικασία έκδοσης»






1.        Σκοπός του κανονισμού (ΕΕ) 650/2012 (2) είναι η εξάλειψη των εμποδίων στην ελεύθερη κυκλοφορία προσώπων που επιθυμούν να ασκήσουν τα δικαιώματά τους στο πλαίσιο κληρονομικής διαδοχής η οποία έχει διασυνοριακές επιπτώσεις.

2.        Με τον ως άνω σκοπό, ο κανονισμός 650/2012 καθιερώνει, στο πλαίσιο της εσωτερικής αγοράς, το ευρωπαϊκό κληρονομητήριο (3) και ρυθμίζει λεπτομερώς το καθεστώς έκδοσής του και τα αποτελέσματά του. Με το εν λόγω κληρονομητήριο οι κληρονόμοι, οι κληροδόχοι, οι εκτελεστές διαθήκης ή οι διαχειριστές της κληρονομιαίας περιουσίας μπορούν να αποδεικνύουν ευχερώς την ιδιότητα ή/και τα δικαιώματα και τις εξουσίες τους σε οποιοδήποτε κράτος μέλος.

3.        Η υπό κρίση αίτηση προδικαστικής αποφάσεως ανέκυψε κατόπιν αίτησης για την έκδοση ευρωπαϊκού κληρονομητηρίου που υπέβαλε προς την αρμόδια εθνική αρχή η σύζυγος του αποβιώσαντος, η οποία θεωρεί ότι είναι η μόνη δικαιούχος διαδοχής εκ διαθήκης. Ενώπιον της ίδιας αρχής και στο πλαίσιο της ίδιας διαδικασίας, ο υιός και οι εγγονοί του αποβιώσαντος αμφισβητούν το κύρος της προσκομισθείσας διαθήκης. Τίθεται το ζήτημα των συνεπειών της επίμαχης αμφισβήτησης στην έκδοση του κληρονομητηρίου.

4.        Το Δικαστήριο έχει ήδη αποφανθεί επί αιτήσεων προδικαστικής αποφάσεως που αφορούσαν το ευρωπαϊκό κληρονομητήριο (4), πλην όμως σε καμία υπόθεση δεν εγείρονταν οι αμφιβολίες που δημιουργούνται στην υπό κρίση υπόθεση, τις οποίες το Δικαστήριο θα πρέπει να εξετάσει μόνον εάν κρίνει ότι η υπό κρίση αίτηση προδικαστικής αποφάσεως είναι παραδεκτή.

I.      Το νομικό πλαίσιο. Το δίκαιο της Ένωσης

Α.      Ο κανονισμός 650/2012

5.        Το άρθρο 62 («Καθιέρωση ευρωπαϊκού κληρονομητηρίου») ορίζει στην παράγραφο 1 τα εξής:

«1.      Με τον παρόντα κανονισμό δημιουργείται ευρωπαϊκό κληρονομητήριο (εφεξής “κληρονομητήριο”) το οποίο εκδίδεται προς χρήση σε άλλο κράτος μέλος και παράγει τα αποτελέσματα που αναφέρονται στο άρθρο 69.»

6.        Το άρθρο 63 («Σκοπός του κληρονομητηρίου») προβλέπει τα εξής:

«1.      Το κληρονομητήριο προορίζεται προς χρήση των κληρονόμων, των κληροδόχων που έχουν άμεσα δικαιώματα στην κληρονομία και των εκτελεστών της διαθήκης ή των διαχειριστών της κληρονομιαίας περιουσίας, οι οποίοι πρέπει να επικαλεσθούν σε άλλο κράτος μέλος την ιδιότητά τους ή να ασκήσουν αντιστοίχως τα δικαιώματά τους ως κληρονόμων ή κληροδόχων ή/και τις εξουσίες τους ως εκτελεστών της διαθήκης ή διαχειριστών της κληρονομιαίας περιουσίας.

2.      Το κληρονομητήριο μπορεί να χρησιμοποιηθεί ιδίως για να αποδειχθούν ένα ή περισσότερα από τα ακόλουθα:

α)      η ιδιότητα ή/και τα δικαιώματα εκάστου κληρονόμου ή, κατά περίπτωση, κληροδόχου που μνημονεύεται στο κληρονομητήριο και οι κληρονομικές μερίδες που τους αντιστοιχούν·

β)      η απόδοση ενός ή περισσότερων συγκεκριμένων περιουσιακών στοιχείων που αποτελούν τμήμα της περιουσίας στον ή τους κληρονόμους ή, κατά περίπτωση, στον ή τους κληροδόχους που μνημονεύονται στο κληρονομητήριο·

γ)      οι εξουσίες του προσώπου που καθορίζεται στο κληρονομητήριο για να εκτελέσει τη διαθήκη ή να διαχειρισθεί την κληρονομιαία περιουσία.»

7.        Το άρθρο 64 («Αρμοδιότητα για την έκδοση του κληρονομητηρίου») έχει ως εξής:

«Το κληρονομητήριο εκδίδεται στο κράτος μέλος του οποίου τα δικαστήρια έχουν διεθνή δικαιοδοσία σύμφωνα με τα άρθρα 4, 7, 10 ή 11. Η εκδίδουσα αρχή είναι:

α)      δικαστήριο όπως ορίζεται στο άρθρο 3 παράγραφος 2· ή

β)      άλλη αρχή η οποία, βάσει του εθνικού δικαίου, είναι αρμόδια να επιληφθεί υποθέσεων κληρονομικής διαδοχής.»

8.        Το άρθρο 65 («Αίτηση έκδοσης κληρονομητηρίου»), ορίζει στην παράγραφο 3, στοιχείο ιβʹ, τα εξής:

«Η αίτηση περιέχει τις πληροφορίες που αναφέρονται κατωτέρω, στο βαθμό που οι πληροφορίες αυτές είναι γνωστές στον αιτούντα και είναι απαραίτητες για να μπορέσει η εκδίδουσα αρχή να πιστοποιήσει τα στοιχεία των οποίων ζητείται η πιστοποίηση, και συνοδεύεται από όλα τα σχετικά έγγραφα, είτε στο πρωτότυπο είτε μέσω αντιγράφων που συγκεντρώνουν τις αναγκαίες προϋποθέσεις γνησιότητας, με την επιφύλαξη του άρθρου 66 παράγραφος 2:

[…]

ιβ)      δήλωση σύμφωνα με την οποία, από όσα γνωρίζει ο αιτών, δεν εκκρεμεί αμφισβήτηση σχετικά με τα στοιχεία που πρέπει να πιστοποιηθούν […]».

9.        Το άρθρο 66 («Εξέταση της αίτησης») προβλέπει τα εξής:

«1.      Μόλις η εκδίδουσα αρχή παραλάβει την αίτηση, εξακριβώνει τις πληροφορίες, τις δηλώσεις καθώς και τα έγγραφα και τα λοιπά αποδεικτικά μέσα που παρέχονται από τον αιτούντα. Διεξάγει αυτεπαγγέλτως τις έρευνες που απαιτούνται για την εξακρίβωση αυτή όταν αυτό προβλέπεται ή επιτρέπεται από το δικό της δίκαιο ή καλεί τον αιτούντα να παράσχει τυχόν περαιτέρω αποδείξεις που κρίνει ενδεδειγμένες.

[…]

4.      Η αρχή έκδοσης λαμβάνει όλα τα αναγκαία μέτρα προκειμένου να ενημερώσει όλους τους δικαιούχους σχετικά με την αίτηση έκδοσης κληρονομητηρίου. Καλεί, εφόσον είναι αναγκαίο για την εξακρίβωση των στοιχείων που πρέπει να πιστοποιηθούν, προς ακρόαση ενώπιόν της κάθε ενδιαφερόμενο πρόσωπο και κάθε τυχόν εκτελεστή ή διαχειριστή και προβαίνει σε δημόσιες ανακοινώσεις δίνοντας τη δυνατότητα σε άλλους ενδεχόμενους δικαιούχους να επικαλεσθούν τα δικαιώματά τους.

[…]»

10.      Κατά το άρθρο 67 («Χορήγηση του κληρονομητηρίου»):

«1.      Η εκδίδουσα αρχή εκδίδει το κληρονομητήριο αμελλητί σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται από το παρόν κεφάλαιο μόλις τα στοιχεία που πρέπει να πιστοποιηθούν εξακριβωθούν σύμφωνα με το δίκαιο που είναι εφαρμοστέο στην κληρονομική διαδοχή ή σύμφωνα με οποιοδήποτε άλλο δίκαιο που είναι εφαρμοστέο σε συγκεκριμένα στοιχεία. Κάνει χρήση του εντύπου που θα καταρτιστεί σύμφωνα με τη συμβουλευτική διαδικασία του άρθρου 81 παράγραφος 2.

Η αρχή έκδοσης δεν εκδίδει το κληρονομητήριο, ιδίως εάν:

α)      τα στοιχεία που πρέπει να πιστοποιηθούν αμφισβητούνται· ή

β)      το κληρονομητήριο δεν θα ήταν σύμφωνο με απόφαση που αφορά τα ίδια στοιχεία.

[…]»

11.      Το άρθρο 69 («Αποτελέσματα του κληρονομητηρίου») προβλέπει τα εξής:

«1.      Το κληρονομητήριο παράγει τα αποτελέσματά του σε όλα τα κράτη μέλη χωρίς να απαιτείται καμία ειδική διαδικασία.

2.      Τεκμαίρεται ότι το κληρονομητήριο πιστοποιεί επακριβώς τα στοιχεία που έχουν εξακριβωθεί σύμφωνα με το δίκαιο το οποίο είναι εφαρμοστέο στην κληρονομική διαδοχή ή σύμφωνα με οποιοδήποτε άλλο δίκαιο είναι εφαρμοστέο σε συγκεκριμένα στοιχεία. Το πρόσωπο που καθορίζεται στο κληρονομητήριο ως κληρονόμος, κληροδόχος, εκτελεστής διαθήκης ή διαχειριστής της κληρονομιαίας περιουσίας τεκμαίρεται ότι έχει την ιδιότητα που αναφέρεται στο κληρονομητήριο ή/και ότι κατέχει τα δικαιώματα ή τις εξουσίες που προσδιορίζονται στο κληρονομητήριο, χωρίς άλλες προϋποθέσεις ή/και περιορισμούς όσον αφορά τα εν λόγω δικαιώματα ή εξουσίες εκτός από τα προβλεπόμενα στο κληρονομητήριο.

3.      Κάθε πρόσωπο, το οποίο ενεργεί βάσει των πληροφοριών που πιστοποιούνται στο κληρονομητήριο και προβαίνει σε πληρωμές ή παραδίδει περιουσιακά στοιχεία σε πρόσωπο που καθορίζεται στο κληρονομητήριο ως νομιμοποιούμενο να αποδεχθεί πληρωμή ή περιουσιακό στοιχείο, τεκμαίρεται ότι συναλλάχθηκε με πρόσωπο νομιμοποιημένο να αποδεχτεί πληρωμές ή περιουσιακά στοιχεία, εκτός εάν γνωρίζει ότι το περιεχόμενο του κληρονομητηρίου δεν είναι ακριβές ή εάν το αγνοεί λόγω βαρείας αμελείας.

4.      Όταν ένα πρόσωπο που ορίζεται στο κληρονομητήριο ως νομιμοποιούμενο να διαθέσει περιουσιακά στοιχεία διαθέτει τα εν λόγω περιουσιακά στοιχεία υπέρ άλλου προσώπου, το τελευταίο αυτό πρόσωπο, εφόσον ενεργεί βάσει των πληροφοριών που πιστοποιούνται με το κληρονομητήριο, θεωρείται ότι συναλλάχθηκε με πρόσωπο νομιμοποιούμενο να διαθέσει τα συγκεκριμένα περιουσιακά στοιχεία, εκτός εάν γνωρίζει ότι το περιεχόμενο του κληρονομητηρίου δεν είναι ακριβές ή εάν το αγνοεί λόγω βαρείας αμελείας.

5.      Το κληρονομητήριο συνιστά έγκυρο τίτλο για την καταχώριση της κληρονομιαίας περιουσίας στο οικείο μητρώο ενός κράτους μέλους, με την επιφύλαξη του άρθρου 1 παράγραφος 2 στοιχεία ια) και ιβ).»

Β.      Ο εκτελεστικός κανονισμός 1329/2014 (5) 

12.      Το άρθρο 1, παράγραφος 5, ορίζει τα εξής:

«Το έντυπο που θα χρησιμοποιείται για το ευρωπαϊκό κληρονομητήριο που αναφέρεται στο άρθρο 67 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 650/2012 έχει τη μορφή που ορίζεται στο παράρτημα 5 ως έντυπο V.»

13.      Στο τελικό τμήμα του εντύπου V του παραρτήματος 5 επισημαίνεται ότι η αρχή βεβαιώνει «ότι, κατά τον χρόνο σύνταξης του κληρονομητηρίου, κανένα από τα στοιχεία που περιέχονται σε αυτ[ό] δεν αμφισβητήθηκ[ε] από τους δικαιούχους».

II.    Τα πραγματικά περιστατικά, η διαδικασία και τα προδικαστικά ερωτήματα

14.      Ο P. T., Γάλλος υπήκοος ο οποίος είχε την τελευταία κατοικία του στη Γερμανία, απεβίωσε στις 15 Σεπτεμβρίου 2021.

15.      Στις 23 Νοεμβρίου 2021 η E. V. G.‑T., σύζυγος του P. T. κατά τον χρόνο του θανάτου του, υπέβαλε στο Amtsgericht Lörrach (ειρηνοδικείο Lörrach, Γερμανία) αίτηση έκδοσης ευρωπαϊκού κληρονομητηρίου που να την εμφανίζει ως μοναδική κληρονόμο (6).

16.      Προς τούτο, η E. V. G.‑T. προσκόμισε διαθήκη, υπογεγραμμένη ιδιοχείρως από αμφοτέρους τους συζύγους, με το ακόλουθο περιεχόμενο.

«Συνδιαθήκη

Εμείς, οι σύζυγοι E. G.‑T., γεννηθείσα στις […], και P. T., γεννηθείς στις […], αμφότεροι κάτοικοι […], δηλώνουμε τα ακόλουθα:

1)      Δεν δεσμευόμαστε από προηγούμενες κληρονομικές διαθέσεις και δεν έχουμε προβεί σε καμία κληρονομική διάθεση. Για προληπτικούς λόγους ανακαλούμε όλες τις προηγούμενες διαθέσεις που έχουμε κάνει μονομερώς ή από κοινού.

2)      Ορίζουμε ο ένας τον άλλον ως μοναδικό κληρονόμο. Ο παρών ορισμός κληρονόμων γίνεται αμοιβαία και με δεσμευτική ισχύ. Κατά τα λοιπά, ο επιζών σύζυγος δεν περιορίζεται από την εν λόγω διάταξη. Είναι ελεύθερος να ρυθμίσει ο ίδιος τη διαδοχή του, ακόμη και πριν από τον θάνατο του προαποβιούντος συζύγου, αλλά μόνο στην περίπτωση που είναι ο επιζών σύζυγος.

3)      Είμαστε και οι δύο κάτοικοι Γερμανίας και επιθυμούμε την εφαρμογή του γερμανικού κληρονομικού δικαίου, το οποίο και ορίζουμε στο πλαίσιο της επιλογής δικαίου ως εφαρμοστέο δίκαιο, στο μέτρο του επιτρεπτού. Η διάταξη αυτή είναι αμοιβαία.

R., 23 Ιουλίου 2020. E. G.‑T. Αυτή είναι επίσης η επιθυμία μου. P. T.»

17.      Όπως διαπιστώθηκε, υπήρχε παλαιότερη διαθήκη, ιδιόγραφη και υπογεγραμμένη από τον διαθέτη, με το ακόλουθο περιεχόμενο:

«Εγώ, ο P. M. J. T., γεννηθείς στις […] στην A., κάτοικος […], Ισπανία, ανακαλώ όλες τις προηγούμενες διατάξεις αιτία θανάτου. Κληροδοτώ το διαθέσιμο μερίδιο της κληρονομιάς μου στους δύο εγγονούς μου, υιούς του P., N. A. J. T., γεννηθέντα την […], και J. N. J. T., γεννηθέντα την […]. Θα το κληρονομήσουν κατά ίσα μέρη. Ορίζω υπεύθυνο τον υιό μου P. και μόνον αυτόν να οργανώσει την κηδεία μου με γρηγοριανή λειτουργία και την ταφή μου στη […] στην Ισπανία. A., 31 Μαΐου 2001. Αυτή είναι η διαθήκη μου. P. T.»

18.      Η E. V. G.‑T. θεωρεί ότι είναι η μοναδική κληρονόμος του P. T. δυνάμει της διαθήκης της 23ης Ιουλίου 2020. Αντιθέτως, ο υιός και οι εγγονοί του P. T. εκτιμούν ότι η συγκεκριμένη διαθήκη είναι άκυρη, καθότι ο διαθέτης ήταν ανίκανος προς σύνταξη διαθήκης κατά τον χρόνο της σύνταξής της, η δε υπογραφή δεν είναι η δική του.

19.      Κατά το αιτούν δικαστήριο, ο διαθέτης ήταν ακόμη ικανός να συντάξει διαθήκη (7), η δε υπογραφή στην προσκομισθείσα διαθήκη είναι η δική του (8).

20.      Υπό τις περιστάσεις αυτές, το Amtsgericht Lörrach (ειρηνοδικείο Lörrach) εκτιμά ότι η χορήγηση του κληρονομητηρίου εξαρτάται από την ερμηνεία του κανονισμού 650/2012 και, για τον λόγο αυτόν, ανέστειλε την ενώπιόν του διαδικασία (9) και υπέβαλε στο Δικαστήριο τα ακόλουθα προδικαστικά ερωτήματα:

«1)      Έχει το άρθρο 67, παράγραφος 1, δεύτερο εδάφιο, στοιχείο αʹ, του κανονισμού [650/2012] την έννοια ότι αναφέρεται και σε τυχόν αμφισβήτηση που προβάλλεται κατά τη διαδικασία εκδόσεως του ίδιου του ευρωπαϊκού κληρονομητηρίου και ότι το δικαστήριο δεν μπορεί να την εξετάσει και, επομένως, ότι η εν λόγω διάταξη δεν αναφέρεται μόνο σε αμφισβήτηση που προβάλλεται στο πλαίσιο άλλης διαδικασίας;

2)      Εάν η απάντηση στο πρώτο προδικαστικό ερώτημα είναι καταφατική: Έχει το άρθρο 67, παράγραφος 1, δεύτερο εδάφιο, στοιχείο αʹ, του κανονισμού [650/2012] την έννοια ότι δεν μπορεί να εκδοθεί ευρωπαϊκό κληρονομητήριο ακόμη και στην περίπτωση που έχει προβληθεί αμφισβήτηση στο πλαίσιο της διαδικασίας εκδόσεως του ευρωπαϊκού κληρονομητηρίου, πλην όμως αυτή έχει ήδη εξεταστεί στο πλαίσιο της διαδικασίας εκδόσεως κληρονομητηρίου κατά το γερμανικό δίκαιο;

3)      Εάν η απάντηση στο πρώτο προδικαστικό ερώτημα είναι καταφατική: Έχει το άρθρο 67, παράγραφος 1, δεύτερο εδάφιο, στοιχείο αʹ, του κανονισμού [650/2012] την έννοια ότι αναφέρεται σε οποιαδήποτε αμφισβήτηση, έστω και αν αυτή είναι αβάσιμη και δεν μπορεί να διεξαχθεί αποδεικτική διαδικασία επί τούτου;

4)      Εάν η απάντηση στο πρώτο προδικαστικό ερώτημα είναι αρνητική: Υπό ποια μορφή πρέπει το δικαστήριο να εκθέσει τους λόγους που το οδήγησαν να απορρίψει την αμφισβήτηση και να εκδώσει το ευρωπαϊκό κληρονομητήριο;»

III. Η διαδικασία ενώπιον του Δικαστηρίου

21.      Η αίτηση προδικαστικής αποφάσεως περιήλθε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου στις 23 Μαρτίου 2023.

22.      Γραπτές παρατηρήσεις υπέβαλαν η Γερμανική και η Ισπανική Κυβέρνηση καθώς και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Όλοι οι ανωτέρω, καθώς και η E. V. G.‑T., παρέστησαν στην επ’ ακροατηρίου συζήτηση, η οποία διεξήχθη την 31η Ιανουαρίου 2024.

IV.    Ανάλυση

23.      Το αιτούν δικαστήριο διατηρεί αμφιβολίες σχετικά με τα καθήκοντα της αρχής που εκδίδει ευρωπαϊκά κληρονομητήρια καθώς και σχετικά με την έκταση των αρμοδιοτήτων της εν λόγω αρχής στο πλαίσιο του άρθρου 67 του κανονισμού 650/2012.

Α.      Επί του παραδεκτού της αιτήσεως προδικαστικής αποφάσεως

24.      Η Ισπανική Κυβέρνηση υποστηρίζει ότι η αίτηση προδικαστικής αποφάσεως δεν είναι παραδεκτή, διότι η έκδοση ευρωπαϊκού κληρονομητηρίου δεν συνεπάγεται την άσκηση δικαιοδοτικών καθηκόντων, όπως επιτάσσει το άρθρο 267 ΣΛΕΕ. (10)

25.      Το παραδεκτό αιτήσεως προδικαστικής αποφάσεως εξαρτάται από το αν υποβάλλεται από «δικαστήριο», κατά την έννοια του άρθρου 267 ΣΛΕΕ, το οποίο ενεργεί ακριβώς στο πλαίσιο της άσκησης των δικαιοδοτικών καθηκόντων του (11).

26.      Προκειμένου να εξακριβώσει αν συγκεκριμένο όργανο πληροί την ως άνω διττή προϋπόθεση, το Δικαστήριο εξετάζει, μεταξύ άλλων παραγόντων, τη «συγκεκριμένη φύση των καθηκόντων που αυτό ασκεί στο ειδικό νομοθετικό πλαίσιο εντός του οποίου καλείται να υποβάλει αίτηση προδικαστικής αποφάσεως στο Δικαστήριο, προκειμένου να διακριβωθεί αν ενώπιον του οργάνου αυτού εκκρεμεί διαφορά και αν το όργανο καλείται να αποφανθεί στο πλαίσιο διαδικασίας που πρόκειται να καταλήξει στην έκδοση αποφάσεως δικαιοδοτικού χαρακτήρα» (12).

27.      Εάν δεν πληρούνται οι ως άνω προϋποθέσεις, δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι το αιτούν όργανο, ακόμη και αν πληροί τις λοιπές προϋποθέσεις που θέτει η νομολογία του Δικαστηρίου, επιτελεί δικαιοδοτική λειτουργία (13).

28.      Η ένσταση απαραδέκτου θα μπορούσε να δικαιολογηθεί υπό το πρίσμα των στοιχείων που προβλέπονται στον κανονισμό 650/2012 σχετικά με το ευρωπαϊκό κληρονομητήριο και τη δραστηριότητα που συνεπάγεται η έκδοσή του. Από τα στοιχεία αυτά συνάγεται, για τους λόγους που θα εκθέσω εν συνεχεία, ότι η αρχή που εκδίδει κληρονομητήριο κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 67 του κανονισμού 650/2012, μολονότι είναι δικαστήριο, δεν αποφαίνεται στο πέρας διαδικασίας που καταλήγει στην έκδοση απόφασης δικαιοδοτικού χαρακτήρα.

1.      Επί του σκοπού και των αποτελεσμάτων του ευρωπαϊκού κληρονομητηρίου

29.      Ο κανονισμός 650/2012 καθιερώνει ευρωπαϊκό κληρονομητήριο με ομοιόμορφο και αυτοτελές νομικό καθεστώς σε σχέση με τα καθεστώτα παρόμοιων εθνικών κληρονομητηρίων. Το εν λόγω καθεστώς είναι επίσης διαφορετικό από το προβλεπόμενο στον ίδιο κανονισμό για την αναγνώριση δικαστικών αποφάσεων και δημόσιων εγγράφων (14).

30.      Το ευρωπαϊκό κληρονομητήριο προορίζεται για χρήση από πρόσωπα τα οποία, ως κληρονόμοι, κληροδόχοι, εκτελεστές διαθήκης ή διαχειριστές της κληρονομιαίας περιουσίας, πρέπει να επικαλεστούν, σε άλλο κράτος μέλος, την ιδιότητα αυτή ή να ασκήσουν τα δικαιώματα ή τις εξουσίες που απορρέουν από αυτήν (15). Εντούτοις, η χρήση του δεν είναι υποχρεωτική (16).

31.      Για την κάλυψη της ανωτέρω ανάγκης, το κληρονομητήριο παράγει τα ακόλουθα αποτελέσματα, τα οποία είναι πανομοιότυπα σε ολόκληρη την Ένωση (17).

–      Συνιστά απόδειξη (18) των στοιχείων που περιέχει (19). Με την επίδειξη του κληρονομητηρίου, ο κάτοχός του μπορεί να επικαλεστεί τα δικαιώματα ή τις εξουσίες του σε οποιοδήποτε κράτος μέλος, χωρίς να μπορεί να του ζητηθεί η προσκόμιση πρόσθετων αποδείξεων. Τεκμαίρεται ότι ο κάτοχός του έχει την ιδιότητα που αναγράφεται στο κληρονομητήριο, καθώς και τα δικαιώματα ή τις εξουσίες που προσδιορίζονται σε αυτό. (20)

–      Προστατεύει τους τρίτους που συναλλάσσονται με τα πρόσωπα που αναγράφονται στο κληρονομητήριο και που, βάσει των πληροφοριών που περιέχονται σε αυτό, προβαίνουν σε πληρωμές, παραδίδουν περιουσιακά στοιχεία, αποκτούν ή λαμβάνουν κληρονομιαία περιουσία, «εκτός εάν γνωρίζ[ουν] ότι το περιεχόμενο του κληρονομητηρίου δεν είναι ακριβές ή εάν το αγνο[ούν] λόγω βαρείας αμελείας» (21).

–      Συνιστά έγκυρο τίτλο για την καταχώριση της κληρονομιαίας περιουσίας στο οικείο μητρώο, με τους περιορισμούς που προβλέπονται στον κανονισμό 650/2012, όπως αυτοί έχουν ερμηνευθεί από το Δικαστήριο (22).

32.      Το κληρονομητήριο δεν έχει, αυτό καθεαυτό, άλλες συνέπειες: ειδικότερα, δεν παράγει τα δεσμευτικά έννομα αποτελέσματα μιας δικαστικής απόφασης (23). Επιπλέον, στην αιτιολογική σκέψη 71 του κανονισμού 650/2012 διευκρινίζεται ότι δεν συνιστά εκτελεστό τίτλο.

33.      Η απουσία δεσμευτικών εννόμων αποτελεσμάτων αποτυπώνεται και στο καθεστώς κυκλοφορίας του κληρονομητηρίου σε κράτη μέλη διαφορετικά από το κράτος έκδοσης. Το κεφάλαιο VI του κανονισμού 650/2012 δεν προβλέπει ότι το κληρονομητήριο μπορεί ή πρέπει να «αναγνωρίζεται» (24). Κατά το άρθρο 69, παράγραφος 1, το κληρονομητήριο «παράγει τα αποτελέσματά του» χωρίς να απαιτείται οποιαδήποτε διαδικασία (25). Κατ’ ουσίαν, δεν μπορεί να προβληθεί καμία αντίρρηση στην κυκλοφορία του κληρονομητηρίου (26).

2.      Επί της δραστηριότητας της αρχής που εκδίδει το κληρονομητήριο δυνάμει του άρθρου 67 του κανονισμού 650/2012

34.      Κατά το άρθρο 67, παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο, του κανονισμού 650/2012, η αρχή εκδίδει το κληρονομητήριο αμελλητί, «μόλις τα στοιχεία που πρέπει να πιστοποιηθούν εξακριβωθούν […]». Το κληρονομητήριο εκδίδεται μετά την εξέταση (της αίτησης), την οποία ο ίδιος κανονισμός προβλέπει στο άρθρο του 66.

35.      Κατά την εν λόγω διάταξη, η αρχή οφείλει να εξακριβώνει τις πληροφορίες, τις δηλώσεις καθώς και τα έγγραφα και τα λοιπά αποδεικτικά μέσα που παρέχονται από τον αιτούντα το κληρονομητήριο (27).

36.      Προς τούτο, το άρθρο 66: i) παραπέμπει στις εξουσίες που η εν λόγω αρχή διαθέτει δυνάμει της εθνικής νομοθεσίας (28), ii) της παρέχει άλλες εξουσίες (29) και iii) της επιβάλλει άμεσα την υποχρέωση να λάβει μέτρα ενημέρωσης (που περιορίζονται σε συγκεκριμένους αποδέκτες) σχετικά με την αίτηση έκδοσης του κληρονομητηρίου (30).

37.      Στο πλαίσιο της υποχρέωσης αυτής, η αρχή καλεί «προς ακρόαση ενώπιόν της κάθε ενδιαφερόμενο πρόσωπο και κάθε τυχόν εκτελεστή ή διαχειριστή και προβαίνει σε δημόσιες ανακοινώσεις δίνοντας τη δυνατότητα σε άλλους ενδεχόμενους δικαιούχους να επικαλεσθούν τα δικαιώματά τους», εάν εκτιμά ότι τούτο είναι αναγκαίο για την εξακρίβωση στοιχείων που καλείται να πιστοποιήσει (31).

38.      Εάν, στο πέρας της εξέτασης όλων των ανωτέρω στοιχείων, εκτιμά ότι τα στοιχεία που περιέχονται στο κληρονομητήριο εξακριβώθηκαν, η αρχή εκδίδει το κληρονομητήριο «αμελλητί», κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 67, παράγραφος 1, του κανονισμού 650/2012.

39.      Αντιθέτως, εάν διατηρεί αμφιβολίες σχετικά με τα εν λόγω στοιχεία, η εκδίδουσα αρχή οφείλει να μην εκδώσει το κληρονομητήριο. Το περιεχόμενό του δεν θα έχει πιστοποιηθεί και, επομένως, το κληρονομητήριο δεν θα μπορεί να παραγάγει τα αποτελέσματα που προβλέπονται στο άρθρο 69 του κανονισμού. Η αρχή δεν εκδίδει επίσης το κληρονομητήριο, δυνάμει του άρθρου 67, παράγραφος 1, δεύτερο εδάφιο, στοιχείο αʹ, του κανονισμού 650/2012, εάν τα στοιχεία που πρέπει να πιστοποιηθούν αμφισβητούνται (32).

40.      Τα καθήκοντα της εκδίδουσας αρχής δεν είναι μόνον παθητικά: δεν συνίστανται στην παραλαβή δηλώσεων σχετικά με τα πραγματικά περιστατικά ή δηλώσεων βούλησης και στη μηχανική μεταφορά τους σε ειδικό έντυπο. Η εκδίδουσα αρχή υποχρεούται να εξακριβώσει την ακρίβεια των ισχυρισμών του αιτούντος, υπό το πρίσμα των προσκομιζόμενων από αυτόν αποδεικτικών στοιχείων και, ενδεχομένως, άλλων στοιχείων που συλλέγει η ίδια η αρχή ή που της γνωστοποιούνται από άλλα πρόσωπα που έχουν συμφέρον στην κληρονομική διαδοχή (33).

41.      Αντιθέτως, δεν απόκειται στην αρχή από την οποία ζητείται η έκδοση του κληρονομητηρίου να αναγνωρίσει ή να καθορίσει τα δικαιώματα και τις εξουσίες προσώπων που υποβάλλουν αίτηση για την έκδοση του κληρονομητηρίου ή έχουν συμφέρον στην κληρονομική διαδοχή, επιλύοντας ενδεχόμενες διαφορές μεταξύ των προσώπων αυτών επί ζητημάτων ουσίας.

42.      Πράγματι, οι διατάξεις του κεφαλαίου VI («Ευρωπαϊκό κληρονομητήριο») του κανονισμού 650/2012 δεν αναγνωρίζουν τέτοια αρμοδιότητα (34) στις εθνικές αρχές έκδοσης του κληρονομητηρίου. Επιπλέον, δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι, στο πλαίσιο του άρθρου 67 του κανονισμού, παρέχεται στις εθνικές έννομες τάξεις η δυνατότητα να συμπληρώσουν τον εν λόγω κανονισμό και να αναθέσουν στις εν λόγω αρχές καθήκοντα επίλυσης διαφορών. Μια τέτοια ανάθεση, εφόσον δεν συνοδεύεται από διαδικαστικούς κανόνες, δεν θα ήταν συνεπής προς τη βούληση καθιέρωσης ενός αυτοτελούς και ομοιόμορφου νομικού καθεστώτος για την έκδοση του κληρονομητηρίου (35).

43.      Εάν η εκδίδουσα αρχή διέθετε τέτοια αρμοδιότητα (επίλυσης διαφορών), η δραστηριότητά της θα κατέληγε στην έκδοση «απόφασης» κατά την έννοια του άρθρου 3, παράγραφος 1, στοιχείο ζʹ, και του κεφαλαίου IV του κανονισμού 650/2012. Εντούτοις, κατά τη βούληση του Ευρωπαίου νομοθέτη, το κληρονομητήριο δεν παράγει τα δεσμευτικά έννομα αποτελέσματα που χαρακτηρίζουν μια δικαστική απόφαση.

3.      Σύγκριση με πιστοποιήσεις/βεβαιώσεις που προβλέπονται σε άλλα νομοθετικά κείμενα στον τομέα της δικαστικής συνεργασίας

44.      Το ευρωπαϊκό κληρονομητήριο δεν επιδέχεται σύγκριση με τις πιστοποιήσεις/βεβαιώσεις που προβλέπονται σε άλλα νομοθετικά κείμενα στον τομέα της δικαστικής συνεργασίας σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις, σε σχέση με τις οποίες είχαν υποβληθεί αιτήσεις προδικαστικής αποφάσεως επί των οποίων το Δικαστήριο αποφάνθηκε, αφού προηγουμένως ήρε τις αμφιβολίες ως προς το παραδεκτό τους.

45.      Σχετικά με τον ευρωπαϊκό εκτελεστό τίτλο (36), το Δικαστήριο έχει αποφανθεί ότι «η διαδικασία πιστοποιήσεως δικαστικής αποφάσεως ως ευρωπαϊκού εκτελεστού τίτλου αποτελεί, με βάση τη λειτουργία την οποία επιτελεί, όχι διαδικασία που διαχωρίζεται από την προηγηθείσα ένδικη διαδικασία, αλλά το καταληκτικό στάδιό της, το οποίο είναι αναγκαίο προκειμένου να διασφαλιστεί ότι αυτή θα αναπτύξει πλήρως τα αποτελέσματά της, παρέχοντας στον δανειστή τη δυνατότητα να επιτύχει την ικανοποίηση της αξιώσεώς του» (37).

46.      Η πιστοποίηση δικαστικής απόφασης ως ευρωπαϊκού εκτελεστού τίτλου συνιστά, επομένως, πράξη δικαιοδοτικής φύσεως, το δε εθνικό δικαστήριο που είναι επιφορτισμένο με την έκδοσή της «δύναται να υποβάλει στο Δικαστήριο προδικαστικό ερώτημα» (38).

47.      Το ίδιο συμβαίνει με τη βεβαίωση που προβλέπεται στο άρθρο 53 του κανονισμού (ΕΕ) 1215/2012 (39), η οποία διασφαλίζει την κυκλοφορία της δικαστικής απόφασης μεταξύ κρατών μελών. Το όργανο που την εκδίδει «συνεχίζει την προηγούμενη δικαστική διαδικασία, διασφαλίζοντας την πλήρη αποτελεσματικότητά της, καθόσον, ελλείψει βεβαιώσεως, δεν είναι δυνατή η ελεύθερη κυκλοφορία αποφάσεως εντός του ευρωπαϊκού δικαστικού χώρου» (40).

48.      Η διαδικασία για την έκδοση βεβαίωσης βάσει του άρθρου 53 του κανονισμού 1215/2012 έχει δικαιοδοτικό χαρακτήρα, το δε εθνικό δικαστήριο που επιλαμβάνεται υποθέσεως στο πλαίσιο τέτοιας διαδικασίας δύναται να υποβάλει προδικαστικό ερώτημα στο Δικαστήριο (41).

49.      Αντιθέτως, όπως προεκτέθηκε, η έκδοση του ευρωπαϊκού κληρονομητηρίου δεν συνεπάγεται την άσκηση δικαιοδοτικής εξουσίας, ούτε καταλήγει σε απόφαση τέτοιας φύσεως (δικαστική) με δεσμευτικά έννομα αποτελέσματα.

50.      Η κατάσταση δεν διαφέρει όταν το κληρονομητήριο επαναλαμβάνει στις ενότητές του το περιεχόμενο (προγενέστερης) δικαστικής απόφασης επί της ουσίας της κληρονομικής διαδοχής. Ακόμη και στην περίπτωση αυτή, το κληρονομητήριο δεν αποτελεί ένα ακόμη στάδιο της δικαστικής διαδικασίας στο πλαίσιο της οποίας εκδίδεται η απόφαση επί της ουσίας.

51.      Τέλος, το ευρωπαϊκό κληρονομητήριο δεν είναι έγγραφο κοινοποίησης της απόφασης των δικαστηρίων ενός κράτους μέλους, εν είδει διαβατηρίου για την κυκλοφορία σε άλλα κράτη μέλη, με σκοπό την αναγνώριση και, ενδεχομένως, την εκτέλεσή της. Προς τούτο, ο Ευρωπαίος νομοθέτης έχει ήδη προβλέψει τη βεβαίωση του άρθρου 46, παράγραφος 3, στοιχείο βʹ, του κανονισμού 650/2012, βάσει ειδικού εντύπου (του εντύπου I, που παρατίθεται στο παράρτημα 1 του εκτελεστικού κανονισμού 1329/2014) (42).

52.      Εν κατακλείδι, το κληρονομητήριο παράγει αποτελέσματα σε κράτη μέλη διαφορετικά από το κράτος μέλος έκδοσης χωρίς να απαιτείται οποιαδήποτε διαδικασία και χωρίς δυνατότητα αμφισβήτησης ή ελέγχου. Εάν ενσωμάτωνε την απόφαση που εκδόθηκε σε ένδικη διαφορά, η εν λόγω απόφαση θα επωφελούνταν, μέσω του κληρονομητηρίου, ενός καθεστώτος αναγνώρισης όχι μόνον διαφορετικού από το προβλεπόμενο στο κεφάλαιο IV, αλλά και προτιμησιακού, η παράλληλη ύπαρξη του οποίου ουδόλως προβλέπεται, ούτε δικαιολογείται (43).

4.      Αντίκτυπος των χαρακτηριστικών του ευρωπαϊκού κληρονομητηρίου επί του παραδεκτού της αιτήσεως προδικαστικής αποφάσεως

53.      Η αρχή η οποία εκδίδει κληρονομητήριο, κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 67 του κανονισμού 650/2012, πιστοποιεί με αυτό ορισμένα στοιχεία σχετικά με την κληρονομική διαδοχή, μετά την εξέταση την οποία υποχρεούται να διενεργήσει δυνάμει του άρθρου 66 του ίδιου κανονισμού.

54.      Η πεποίθηση της αρχής που εκδίδει το κληρονομητήριο στηρίζεται στην ακρίβεια των στοιχείων που προβάλλει ο αιτών και στη συμφωνία τους με τη νομοθεσία που εφαρμόζεται στην κληρονομική διαδοχή. Όμως, όπως προεξέθεσα, η εν λόγω αρχή δεν διαθέτει, στο πλαίσιο αυτό, εξουσία επίλυσης των διαφορών που ανακύπτουν σχετικά με την ουσία της κληρονομικής διαδοχής (44).

55.      Εάν δεν μπορεί να αποφανθεί σχετικά με δικαιώματα ή εξουσίες στο πλαίσιο διαδικασίας η οποία προορίζεται να καταλήξει σε απόφαση με δεσμευτικό έννομο αποτέλεσμα, η αρχή που εκδίδει το κληρονομητήριο δεν ασκεί, στον συγκεκριμένο τομέα, δικαιοδοτικά καθήκοντα (45).

56.      Όπως προκύπτει από το άρθρο 64 του κανονισμού 650/2012, τούτο δεν αποκλείει το ενδεχόμενο η αρχή που εκδίδει το κληρονομητήριο να είναι «δικαστήριο» κατά την έννοια του άρθρου 3, παράγραφος 2, καθώς και άλλη αρχή η οποία, δυνάμει του εθνικού δικαίου, είναι αρμόδια να επιληφθεί υποθέσεων κληρονομικής διαδοχής (46).

57.      Το γεγονός ότι η αρχή που εκδίδει το ευρωπαϊκό κληρονομητήριο είναι, ενδεχομένως, δικαστήριο δεν συνεπάγεται ότι ασκεί δικαιοδοτικά καθήκοντα κατά την έκδοσή του. Τα δικαστήρια των κρατών μελών μπορούν να ασκούν, στο περιθώριο των αμιγώς δικαιοδοτικών καθηκόντων τους, άλλα καθήκοντα, τα οποία δεν έχουν δικαιοδοτικό χαρακτήρα. Στο πλαίσιο των τελευταίων αυτών καθηκόντων, δεν έχουν δικαίωμα υποβολής αιτήσεων προδικαστικής αποφάσεως στο Δικαστήριο (47).

58.      Φρονώ ότι η ανωτέρω μνεία σε «άλλη» αρχή καταδεικνύει ότι η έκδοση ευρωπαϊκού κληρονομητηρίου (κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 67 του κανονισμού 650/2012) δεν συνεπάγεται την άσκηση δικαιοδοτικής εξουσίας. Άλλως, θα ήταν περιττή η χωριστή μνεία στην εν λόγω αρχή, δεδομένου ότι το άρθρο 3, παράγραφος 2, του κανονισμού 650/2012 χαρακτηρίζει ήδη ως δικαστήρια αρχές τυπικά ξένες προς τη δικαστική εξουσία όταν αυτές ασκούν δικαιοδοτικά καθήκοντα (48).

59.      Το γεγονός ότι το άρθρο 64 («Αρμοδιότητα για την έκδοση του κληρονομητηρίου») του κανονισμού 650/2012 παραπέμπει στα άρθρα 4, 7, 10 και 11 του ίδιου νομοθετικού κειμένου δεν πρέπει να προκαλεί σύγχυση. Η αναφορά στην αρμοδιότητα δεν καθορίζει τον (δικαιοδοτικό ή μη) χαρακτήρα της παρέμβασης της εκδίδουσας αρχής (49): αποσαφηνίζει απλώς και μόνον το κράτος μέλος και την αρχή από την οποία πρέπει να ζητηθεί το κληρονομητήριο (50).

60.      Τέλος, η ανωτέρω ερμηνεία επιρρωννύεται από την απόφαση της 16ης Νοεμβρίου 2023 (51), με την οποία το Δικαστήριο απέρριψε το επιχείρημα ότι οι Ισπανοί συμβολαιογράφοι ασκούν προνομίες δημόσιας εξουσίας ως δικαστήρια διότι εκδίδουν ευρωπαϊκά κληρονομητήρια (52).

61.      Λαμβανομένων υπόψη των προεκτεθέντων, εκτιμώ ότι η αίτηση προδικαστικής αποφάσεως πρέπει να κριθεί απαράδεκτη. Εντούτοις, θα προτείνω απάντηση επί των υποβληθέντων προδικαστικών ερωτημάτων για την περίπτωση που το Δικαστήριο δεν συμμεριστεί την εκτίμηση αυτή.

Β.      Επί του πρώτου προδικαστικού ερωτήματος

62.      Το αιτούν δικαστήριο ζητεί από το Δικαστήριο να ερμηνεύσει το άρθρο 67, παράγραφος 1, δεύτερο εδάφιο, στοιχείο αʹ, του κανονισμού 650/2012 προκειμένου να αποσαφηνιστεί, κατ’ ουσίαν, αν η εν λόγω διάταξη αφορά αμφισβητήσεις που προβλήθηκαν στο πλαίσιο διαδικασίας διαφορετικής από τη διαδικασία έκδοσης του κληρονομητηρίου ή αν περιλαμβάνει επίσης τις αμφισβητήσεις τις οποίες προβάλλουν, σε συνέχεια της δικής τους αίτησης έκδοσης κληρονομητηρίου, ενδιαφερόμενοι στην κληρονομική διαδοχή. Στην τελευταία αυτή περίπτωση, το αιτούν δικαστήριο ζητεί να διευκρινιστεί αν η εκδίδουσα αρχή είναι αρμόδια να εξετάσει τις εν λόγω αμφισβητήσεις.

63.      Όπως προεκτέθηκε, η αίτηση προδικαστικής αποφάσεως υποβάλλεται στο πλαίσιο υπόθεσης στην οποία ο υιός και οι εγγονοί του διαθέτη αμφισβητούν ένα κρίσιμο στοιχείο της κληρονομικής διαδοχής (το κύρος της ίδιας της διαθήκης). Κατά τη γνώμη μου, η εν λόγω αμφισβήτηση συνεπάγεται την ενεργοποίηση του άρθρου 67, παράγραφος 1, δεύτερο εδάφιο, στοιχείο αʹ, του κανονισμού 650/2012 και την αδυναμία έκδοσης του κληρονομητηρίου.

64.      Το συμπέρασμα αυτό επιρρωννύεται από το γεγονός ότι στο έντυπο που η εκδίδουσα αρχή θα πρέπει να χρησιμοποιήσει για το ευρωπαϊκό κληρονομητήριο, κατ’ εφαρμογήν του εκτελεστικού κανονισμού 1329/2014, θα δηλώσει, υποχρεωτικώς, ότι δεν έχει αμφισβητηθεί κανένα από τα στοιχεία του κληρονομητηρίου.

65.      Είναι αληθές ότι δεν μπορεί να δοθεί σαφής απάντηση στο πρώτο προδικαστικό ερώτημα υπό το πρίσμα του γράμματος και μόνον της διάταξης, καθότι σε αυτή δεν προσδιορίζεται η αρχή ενώπιον της οποίας αμφισβητούνται τα στοιχεία που πρέπει να πιστοποιηθούν (53), οι δε γλωσσικές αποδόσεις επιδέχονται διαφορετικές ερμηνείες:

–      ορισμένες υποδηλώνουν ότι η αμφισβήτηση (αντίρρηση) βρίσκεται σε εξέλιξη κατά τον χρόνο της αίτησης έκδοσης του κληρονομητηρίου, στοιχείο το οποίο θα σήμαινε ότι αυτή προβλήθηκε στο πλαίσιο άλλης διαδικασίας (54

–      άλλες οδηγούν στο συμπέρασμα ότι η αμφισβήτηση ανακύπτει κατόπιν της αίτησης έκδοσης του κληρονομητηρίου και προβάλλεται ενώπιον της ίδιας αρχής (55).

66.      Η συστηματική ερμηνεία διαφωτίζει σε κάποιον βαθμό την κατάσταση. Από την ερμηνεία του άρθρου 67, παράγραφος 1, δεύτερο εδάφιο, στοιχείο αʹ, σε συνδυασμό με το άρθρο 65, παράγραφος 3, στοιχείο ιβʹ, του κανονισμού 650/2012 συνάγεται ότι η πρώτη διάταξη περιλαμβάνει, εκ προοιμίου, τις διαφορές που μνημονεύονται στο άρθρο 65, ήτοι διαφορές εκκρεμείς ενώπιον άλλης αρχής (56).

67.      Υπέρ της άποψης αυτής συνηγορεί το άρθρο 67, παράγραφος 1, δεύτερο εδάφιο, στοιχείο βʹ, του κανονισμού 650/2012, το οποίο αναφέρεται σε αποφάσεις που έχουν εκδοθεί σε πλαίσιο διαφορετικό από αυτό της διαδικασίας έκδοσης του κληρονομητηρίου. Μπορεί ευλόγως να θεωρηθεί ότι μεταξύ των εν λόγω αποφάσεων μπορούν να περιλαμβάνονται εκείνες που αφορούν τα ίδια τα στοιχεία του εκδοθησόμενου κληρονομητηρίου.

68.      Λαμβανομένου υπόψη του άρθρου 67, παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο, του κανονισμού 650/2012, κλίνω προς την άποψη ότι το στοιχείο αʹ του δεύτερου εδαφίου πρέπει να περιλαμβάνει, επίσης, τις αμφισβητήσεις που προβάλλονται ενώπιον της εκδίδουσας αρχής, διότι, άλλως, η τελευταία θα μπορούσε να εκδώσει το κληρονομητήριο με στοιχεία «τα οποία δεν εξακριβώθηκαν», κατά παράβαση των επιταγών της εν λόγω διάταξης (57).

69.      Φρονώ ότι από τη σύγκριση του γράμματος του άρθρου 65, παράγραφος 3, στοιχείο ιβʹ, του κανονισμού 650/2012 (κατά το οποίο «δεν εκκρεμεί αμφισβήτηση σχετικά με τα στοιχεία που πρέπει να πιστοποιηθούν») με το γράμμα του άρθρου 67, παράγραφος 1, δεύτερο εδάφιο, στοιχείο αʹ, στο οποίο χρησιμοποιείται, γενικά, ευρύτερη διατύπωση, προκύπτει ένα επιπλέον επιχείρημα υπέρ της ως άνω ερμηνείας (58).

70.      Επίσης, ο σκοπός του κανονισμού 650/2012, γενικώς, και ο σκοπός του ευρωπαϊκού κληρονομητηρίου, ειδικότερα, συνηγορούν υπέρ μιας ερμηνείας του άρθρου 67, παράγραφος 1, δεύτερο εδάφιο, στοιχείο αʹ, η οποία περιλαμβάνει τις αμφισβητήσεις που προβάλλονται κατά τη διάρκεια της διαδικασίας για την έκδοση του κληρονομητηρίου.

71.      Το κληρονομητήριο θεσπίζεται με σκοπό τη «γρήγορη, ομαλή και αποτελεσματική διευθέτηση των διαδοχών με διασυνοριακές επιπτώσεις» (59). Συμβάλλει, κατ’ αυτόν τον τρόπο, στην εξάλειψη «των εμποδίων για την ελεύθερη κυκλοφορία των πολιτών, οι οποίοι αντιμετωπίζουν σήμερα δυσκολίες στην προσπάθειά τους να ασκήσουν τα δικαιώματά τους στο πλαίσιο μιας κληρονομικής διαδοχής που έχει διασυνοριακές επιπτώσεις» (60).

72.      Για την επίτευξη των ανωτέρω σκοπών, ο Ευρωπαίος νομοθέτης προσδίδει στο κληρονομητήριο τα έννομα αποτελέσματα που προεκτέθηκαν, τα οποία παράγονται σε κράτη μέλη διαφορετικά από το κράτος έκδοσης του κληρονομητηρίου χωρίς να απαιτείται οποιαδήποτε διαδικασία ή έλεγχος.

73.      Κατά τη γνώμη μου, το εύρος των αποτελεσμάτων αυτών, τα οποία δεν συνδέονται μόνο με τη διευκόλυνση των ενεργειών των άμεσα ενδιαφερομένων στο πλαίσιο κληρονομικής διαδοχής με διασυνοριακά χαρακτηριστικά, αλλά και με την προστασία των τρίτων και την ασφάλεια των συναλλαγών σε ολόκληρη την Ένωση, αντιτίθεται σε ερμηνεία του άρθρου 67, παράγραφος 1, δεύτερο εδάφιο, στοιχείο αʹ, του κανονισμού 650/2012 η οποία περιορίζει την εφαρμογή της διάταξης αυτής σε διαφορές που εκκρεμούν εκτός του πλαισίου της διαδικασίας για την έκδοση του κληρονομητηρίου.

74.      Τούτου δοθέντος, το πρόβλημα δεν έγκειται στο εάν η αρχή που καλείται να εφαρμόσει το άρθρο 67 του κανονισμού 650/2012 μπορεί να εξετάσει τις αμφισβητήσεις που προβάλλουν άλλοι ενδεχόμενοι δικαιούχοι της κληρονομικής διαδοχής (61), αλλά μάλλον στο τι πρέπει να πράξει όταν οι εν λόγω αμφισβητήσεις είναι τέτοιας φύσεως ώστε, στην πραγματικότητα, να δημιουργούν αμφιβολίες σχετικά με ουσιώδη στοιχεία της κληρονομικής διαδοχής (όπως συμβαίνει στην υπό κρίση υπόθεση, στην οποία άλλοι ενδεχόμενοι κληρονόμοι προσβάλλουν το κύρος της ιδιόγραφης διαθήκης επί της οποίας βασίζεται η αίτηση έκδοσης του κληρονομητηρίου).

75.      Όπως προεξέθεσα, στην περίπτωση αυτή, η εθνική αρχή απλούστατα δεν μπορεί να εκδώσει το κληρονομητήριο (62). Η ίδια λύση επιτυγχάνεται, επιμένω, εάν ληφθεί υπόψη το περιεχόμενο του εντύπου V που παρατίθεται στο παράρτημα 5 του εκτελεστικού κανονισμού 1329/2014, στο οποίο η εκδίδουσα αρχή οφείλει να βεβαιώσει ότι κανένα από τα στοιχεία που περιέχονται στο πιστοποιητικό δεν έχει αμφισβητηθεί.

76.      Το άρθρο 66 του κανονισμού 650/2012 προβλέπει ότι, στο πλαίσιο των εξακριβώσεων που διενεργεί πριν από την έκδοση του κληρονομητηρίου, η αρχή που καλείται να το εκδώσει ενημερώνει ορισμένα πρόσωπα σχετικά με την αίτηση έκδοσης του κληρονομητηρίου, τα οποία καλεί προς ακρόαση εάν κρίνει ότι τούτο είναι αναγκαίο για την εξακρίβωση των στοιχείων που καλείται να πιστοποιήσει.

77.      Εάν, κατόπιν ακρόασης των ενδιαφερομένων, προκύψει ότι τα εν λόγω πρόσωπα αμφισβητούν (όπως στην υπό κρίση υπόθεση) το κύρος ουσιώδους στοιχείου του κληρονομητηρίου, η εκδίδουσα αρχή δεν μπορεί να το εκδώσει. Λογικά, και όπως πρόκειται να εκθέσω κατά την ανάλυση του τρίτου προδικαστικού ερωτήματος, η αμφισβήτηση πρέπει να έχει κάποιο έρεισμα προκειμένου να παραγάγει το απαγορευτικό αποτέλεσμα που προβλέπεται από το άρθρο 67, παράγραφος 1, δεύτερο εδάφιο, στοιχείο αʹ, του κανονισμού 650/2012 (63).

Γ.      Επί του δεύτερου προδικαστικού ερωτήματος

78.      Το αιτούν δικαστήριο ζητεί να διευκρινιστεί αν η εκδίδουσα αρχή μπορεί να εκδώσει ευρωπαϊκό κληρονομητήριο «ακόμη και στην περίπτωση που έχει προβληθεί αμφισβήτηση στο πλαίσιο της διαδικασίας εκδόσεως του ευρωπαϊκού κληρονομητηρίου, πλην όμως αυτή έχει ήδη εξεταστεί στο πλαίσιο της διαδικασίας εκδόσεως κληρονομητηρίου κατά το γερμανικό δίκαιο».

79.      Κατά τη γνώμη μου, η απάντηση στο ως άνω ερώτημα προκύπτει από το άρθρο 67, παράγραφος 1, δεύτερο εδάφιο, στοιχείο βʹ, του κανονισμού 650/2012, το οποίο απαγορεύει την έκδοση κληρονομητηρίου, εάν «δεν θα ήταν σύμφωνο με απόφαση που αφορά τα ίδια στοιχεία [που πρόκειται να πιστοποιηθούν]».

80.      Δυνάμει της ως άνω διάταξης, η αρμόδια αρχή απορρίπτει την αίτηση έκδοσης κληρονομητηρίου, εάν θα έπρεπε να περιλάβει σε αυτό στοιχεία τα οποία δεν συνάδουν με όσα κρίθηκαν ή αναγνωρίστηκαν με προγενέστερη απόφαση. Αντιθέτως, εάν δεν υπάρχει τέτοια αντίθεση, η προηγούμενη απόφαση δεν εμποδίζει την έκδοση του κληρονομητηρίου (64).

81.      Λαμβανομένων υπόψη του σαφούς γράμματος της διάταξης καθώς και της συστηματικής θέσης της, η «απόφαση» στην οποία αναφέρεται το άρθρο 67, παράγραφος 1, δεύτερο εδάφιο, στοιχείο βʹ, του κανονισμού 650/2012 είναι πράξη το περιεχόμενο της οποίας επιβάλλεται, υποχρεωτικώς, στην προμνησθείσα αρχή (65). Με άλλα λόγια, η εκδίδουσα αρχή δεν μπορεί να αμφισβητήσει στοιχεία σχετικά με το περιεχόμενο του κληρονομητηρίου που έχουν ήδη κριθεί με προγενέστερη απόφαση η οποία αφορά τα ίδια αυτά στοιχεία.

82.      Κατά συνέπεια, η απόφαση στην οποία αναφέρεται η ως άνω διάταξη κατισχύει της κρίσης της εκδίδουσας αρχής όσον αφορά τα στοιχεία που πρόκειται να περιληφθούν στο κληρονομητήριο.

83.      Με τις γραπτές παρατηρήσεις τους ενώπιον του Δικαστηρίου, η Γερμανική Κυβέρνηση και η Επιτροπή υπογραμμίζουν ότι η απόφαση στην οποία αναφέρεται το άρθρο 67, παράγραφος 1, δεύτερο εδάφιο, στοιχείο βʹ, του κανονισμού 650/2012 πρέπει να έχει ισχύ δεδικασμένου κατά το εθνικό δίκαιο (66).

84.      Η επίμαχη διάταξη δεν προβλέπει ρητώς ότι η απόφαση πρέπει να έχει ισχύ δεδικασμένου. Φρονώ, εντούτοις, ότι η απαίτηση αυτή μπορεί να συναχθεί από άλλα στοιχεία:

–      από το στοιχείο αʹ της ίδιας διάταξης, το οποίο απαγορεύει την έκδοση του κληρονομητηρίου βάσει στοιχείων που αμφισβητούνται και

–      από την προβλεπόμενη στο άρθρο 65, παράγραφος 3, στοιχείο ιβʹ, απαίτηση σύμφωνα με την οποία στην αίτηση έκδοσης κληρονομητηρίου πρέπει να δηλώνεται ότι δεν εκκρεμεί αμφισβήτηση σε σχέση με τα στοιχεία που πρέπει να πιστοποιηθούν.

85.      Απόκειται στο αιτούν δικαστήριο να εξακριβώσει αν, στην υπό κρίση υπόθεση, η διαδικασία που αφορά τη χορήγηση του εθνικού κληρονομητηρίου είναι ικανή να καταλήξει σε «απόφαση» κατά την έννοια του άρθρου 67, παράγραφος 1, δεύτερο εδάφιο, στοιχείο βʹ, του κανονισμού 650/2012 (67).

Δ.      Επί του τρίτου προδικαστικού ερωτήματος

86.      Σε περίπτωση καταφατικής απάντησης στο πρώτο προδικαστικό ερώτημα, το αιτούν δικαστήριο ζητεί από το Δικαστήριο να διευκρινίσει αν οποιαδήποτε αμφισβήτηση, ακόμη και αβάσιμη, δικαιολογεί την άρνηση έκδοσης του κληρονομητηρίου δυνάμει του άρθρου 67, παράγραφος 1, δεύτερο εδάφιο, στοιχείο αʹ, του κανονισμού 650/2012.

87.      Η ως άνω διάταξη ουδεμία πρόβλεψη περιέχει όσον αφορά το περιεχόμενο των εν λόγω αμφισβητήσεων. Συνάγεται, επομένως, ότι, κατ’ αρχήν, η εκδίδουσα αρχή υποχρεούται να εξετάζει κάθε αμφισβήτηση στοιχείων του κληρονομητηρίου εκ μέρους ενδιαφερομένων ή δικαιούχων της κληρονομικής διαδοχής.

88.      Εντούτοις, εάν η αμφισβήτηση δεν ερείδεται σε σοβαρή βάση και, επομένως, στερείται κάθε αποδεικτικής αξίας κατά την εφαρμοστέα εθνική νομοθεσία, η εκδίδουσα αρχή μπορεί κάλλιστα να κρίνει ότι τα στοιχεία που πρέπει να πιστοποιηθούν εξακριβώνονται, κατά την έννοια του άρθρου 67, παράγραφος 1, του κανονισμού 650/2012.

89.      Η άρνηση έκδοσης του εγγράφου λόγω αμφισβήτησης χωρίς το παραμικρό έρεισμα ουσιώδους στοιχείου του κληρονομητηρίου θα μπορούσε να παρακωλύσει τη διαδικασία χωρίς πραγματικό λόγο, στερώντας αδικαιολογήτως από τους κληρονόμους, τους κληροδόχους, τους εκτελεστές της διαθήκης ή τους διαχειριστές της κληρονομιαίας περιουσίας ένα αποτελεσματικό μέσο για τη διευθέτηση κληρονομικών διαδοχών με διασυνοριακές επιπτώσεις.

90.      Αντιθέτως, η αμφισβήτηση μπορεί να είναι τέτοια ώστε να καταδείξει στην εκδίδουσα αρχή τη σημασία της διεξαγωγής περαιτέρω ερευνών, κατά το άρθρο 66, παράγραφος 1, του ίδιου κανονισμού, προκειμένου να επιβεβαιωθούν οι πληροφορίες και οι δηλώσεις του αιτούντος. Το κατά πόσον συμβαίνει κάτι τέτοιο μπορεί να αξιολογηθεί μόνον υπό το πρίσμα των περιστάσεων κάθε περίπτωσης.

Ε.      Επί του τέταρτου προδικαστικού ερωτήματος

91.      Το αιτούν δικαστήριο υποβάλλει το τέταρτο προδικαστικό ερώτημα για την περίπτωση που η απάντηση στο πρώτο προδικαστικό ερώτημα είναι αρνητική. Εάν, όπως προτείνω, το Δικαστήριο απαντήσει καταφατικά στο πρώτο προδικαστικό ερώτημα, θα παρέλκει η απάντηση στο τέταρτο προδικαστικό ερώτημα. Εν πάση περιπτώσει, θα εξετάσω το τελευταίο αυτό ερώτημα.

92.      Το αιτούν δικαστήριο ζητεί να διευκρινιστεί η μορφή υπό την οποία πρέπει να εκθέσει τους λόγους που το οδήγησαν να απορρίψει την αμφισβήτηση και να εκδώσει το ευρωπαϊκό κληρονομητήριο.

93.      Υπενθυμίζεται ότι η εκδίδουσα αρχή υποχρεούται να χρησιμοποιεί το έντυπο V του παραρτήματος 5 του εκτελεστικού κανονισμού 1329/2014 (68). Με τη χρήση του εν λόγω εντύπου το ευρωπαϊκό κληρονομητήριο που εκδίδεται σε ένα κράτος μέλος προσδιορίζεται αμέσως ως τέτοιο σε οποιοδήποτε άλλο κράτος μέλος.

94.      Το άρθρο 68 του κανονισμού 650/2012 καθορίζει τις πληροφορίες οι οποίες, αφού αναγραφούν στις αντίστοιχες ενότητες του εντύπου, πρέπει να εμφανίζονται στο ίδιο το κληρονομητήριο. Το περιεχόμενό του μπορεί να διαφέρει ανάλογα με τους σκοπούς για τους οποίους χορηγείται (69).

95.      Το έντυπο V δεν προβλέπει αναγραφή των λόγων για τους οποίους η εκδίδουσα αρχή θεωρεί αποδεδειγμένα όσα πιστοποιεί. Ο Ευρωπαίος νομοθέτης δεν έκρινε αναγκαία, για την επίτευξη του σκοπού του, την αναγραφή των λόγων αυτών στο κληρονομητήριο (70).

96.      Ο κληρονόμος, ο κληροδόχος, ο διαχειριστής της κληρονομιαίας περιουσίας ή ο εκτελεστής της διαθήκης που χρησιμοποιούν το κληρονομητήριο δεν οφείλουν (ούτε μπορούν, στην πραγματικότητα) (71) να επισυνάψουν στο έντυπο οποιοδήποτε άλλο έγγραφο (72).

97.      Το καθεστώς αυτό είναι συνεπές με τη δραστηριότητα που προηγείται της έκδοσης του κληρονομητηρίου και με τα αποτελέσματα που το κληρονομητήριο παράγει στο πλαίσιο της διαχείρισης κληρονομικής διαδοχής με διασυνοριακές επιπτώσεις. Κατ’ εφαρμογήν των άρθρων 66 και 67 του κανονισμού 650/2012, η εκδίδουσα αρχή δεν αποφαίνεται επί της ουσίας της κληρονομικής διαδοχής, εκδίδοντας αιτιολογημένη απόφαση την οποία ενσωματώνει στο ευρωπαϊκό κληρονομητήριο με σκοπό την αναγνώρισή του σε άλλα κράτη μέλη (73).

V.      Πρόταση

98.      Λαμβανομένων υπόψη των προεκτεθέντων, προτείνω στο Δικαστήριο να κρίνει απαράδεκτη την αίτηση προδικαστικής αποφάσεως που υπέβαλε το Amtsgericht Lörrach (ειρηνοδικείο Lörrach, Γερμανία).

Επικουρικώς, προτείνω να δοθεί στο δικαστήριο αυτό η ακόλουθη απάντηση:

«Το άρθρο 67, παράγραφος 1, δεύτερο εδάφιο, στοιχείο αʹ, του κανονισμού (ΕΕ) 650/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 4ης Ιουλίου 2012, σχετικά με τη διεθνή δικαιοδοσία, το εφαρμοστέο δίκαιο, την αναγνώριση και εκτέλεση αποφάσεων, την αποδοχή και εκτέλεση δημόσιων εγγράφων στον τομέα της κληρονομικής διαδοχής και την καθιέρωση ευρωπαϊκού κληρονομητηρίου,

έχει την έννοια ότι:

Η αρχή που καλείται να εκδώσει ευρωπαϊκό κληρονομητήριο οφείλει να αξιολογήσει τις αμφισβητήσεις που προβάλλονται κατά τη διαδικασία έκδοσης από τους ενδιαφερομένους στην κληρονομική διαδοχή, προκειμένου να εξακριβώσει τα στοιχεία τα οποία πρόκειται να πιστοποιήσει.

Δεν μπορεί να εκδοθεί ευρωπαϊκό κληρονομητήριο το οποίο περιλαμβάνει στοιχεία μη συνάδοντα με προηγούμενη απόφαση με ισχύ δεδικασμένου.

Δεν μπορεί να εκδοθεί ευρωπαϊκό κληρονομητήριο εφόσον έχει αμφισβητηθεί, στο πλαίσιο της διαδικασίας έκδοσής του, κρίσιμο στοιχείο της κληρονομικής διαδοχής, όπως το κύρος διαθήκης, εάν η εν λόγω αμφισβήτηση πληροί τις ελάχιστες προϋποθέσεις βασιμότητας κατά το εφαρμοστέο δίκαιο.

Η εκδίδουσα αρχή δεν υποχρεούται να εκθέσει στο ευρωπαϊκό κληρονομητήριο τους λόγους που την οδήγησαν στην έκδοσή του.»


1      Γλώσσα του πρωτοτύπου: η ισπανική.


i      Η ονομασία που έχει δοθεί στην παρούσα υπόθεση είναι πλασματική. Δεν αντιστοιχεί στο πραγματικό όνομα κανενός διαδίκου.


2      Κανονισμός του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 4ης Ιουλίου 2012, σχετικά με τη διεθνή δικαιοδοσία, το εφαρμοστέο δίκαιο, την αναγνώριση και εκτέλεση αποφάσεων, την αποδοχή και εκτέλεση δημόσιων εγγράφων στον τομέα της κληρονομικής διαδοχής και την καθιέρωση ευρωπαϊκού κληρονομητηρίου (ΕΕ 2012, L 201, σ. 107). Ο κανονισμός 650/2012 δεν εφαρμόζεται στην Ιρλανδία και στη Δανία· κάθε μνεία στις παρούσες προτάσεις σε «κράτη μέλη» πρέπει να νοείται εξαιρουμένων των δύο αυτών χωρών.


3      Στο εξής, αναφέρομαι σε αυτό με τον όρο «κληρονομητήριο» όταν δεν υφίσταται ανάγκη διάκρισής του από άλλου είδους πιστοποιητικά.


4      Αποφάσεις της 1ης Μαρτίου 2018, Mahnkopf (C‑558/16, EU:C:2018:138), της 21ης Ιουνίου 2018, Oberle (C‑20/17, EU:C:2018:485), της 17ης Ιανουαρίου 2019, Brisch (C‑102/18, EU:C:2019:34), της 1ης Ιουλίου 2021, Vorarlberger Landes- und Hypothekenbank (C‑301/20, EU:C:2021:528), και της 9ης Μαρτίου 2023, Registrų centras (C‑354/21, στο εξής: απόφαση Registrų centras, EU:C:2023:184).


5      Εκτελεστικός κανονισμός της Επιτροπής, της 9ης Δεκεμβρίου 2014, για τη σύνταξη των εντύπων που αναφέρονται στον κανονισμό 650/2012 (ΕΕ 2014, L 359, σ. 30).


6      Κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση, ο εκπρόσωπος της E. V. G.‑T. εξέθεσε ότι η κληρονομική διαδοχή αφορά ακίνητα και τραπεζικούς λογαριασμούς στη Γερμανία και σε άλλα κράτη μέλη.


7      Κατά το αιτούν δικαστήριο, ο υιός και οι εγγονοί του P. T. ισχυρίστηκαν μόνον ότι ο διαθέτης εμφάνιζε ενίοτε σύγχυση, στοιχείο το οποίο δεν επαρκεί για να υποτεθεί ανικανότητα προς σύνταξη διαθήκης ή για να διερευνηθεί περαιτέρω η συγκεκριμένη αμφισβήτηση. Προς τούτο, θα έπρεπε να προσκομισθούν συγκεκριμένα στοιχεία ικανά να καταδείξουν την ύπαρξη ελαττωμάτων που θα μπορούσαν να υπονομεύσουν τη βούλησή του σε τέτοιο βαθμό ώστε ο διαθέτης να μην κατανοεί πλέον τη σημασία και τις συνέπειες μιας διαθήκης.


8      Στο αιτούν δικαστήριο επιδείχθηκαν πλείονες υπογραφές του διαθέτη: μόνον μία, αναγόμενη στο 1956, είναι διαφορετική. Όλες οι μεταγενέστερες υπογραφές αντιστοιχούν σε εκείνη της διαθήκης.


9      Ο πληρεξούσιος της E. V. G.‑T. είχε κάνει γνωστό ότι, σε περίπτωση αναστολής της διαδικασίας, θα υπέβαλλε αίτηση έκδοσης εθνικού κληρονομητηρίου. Στην περίπτωση αυτή, οι αμφισβητήσεις των λοιπών ενδεχόμενων δικαιούχων της κληρονομικής διαδοχής θα εξετάζονταν βάσει του εθνικού δικαίου. Τούτος είναι ο λόγος υποβολής του δεύτερου προδικαστικού ερωτήματος, το οποίο, κατά την ημερομηνία υποβολής της αιτήσεως προδικαστικής αποφάσεως στο Δικαστήριο, είχε ακόμη υποθετικό χαρακτήρα. Κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση, έγινε γνωστό ότι η εν λόγω αίτηση υποβλήθηκε, ότι κατά τη σχετική διαδικασία δεν προβλήθηκε οποιαδήποτε αντίρρηση και ότι το εθνικό κληρονομητήριο εκδόθηκε στις 24 Ιουλίου 2023.


10      Σημεία 10 επ. των γραπτών παρατηρήσεών της. Κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση, η Γερμανική Κυβέρνηση υποστήριξε ότι η αίτηση προδικαστικής αποφάσεως είναι παραδεκτή, υπογραμμίζοντας την τάση του Δικαστηρίου να ερμηνεύει ευρέως το άρθρο 267 ΣΛΕΕ. Προς στήριξη της άποψής της παρέπεμψε, επίσης, στην απόφαση της 9ης Σεπτεμβρίου 2021, RK (Διαπίστωση ελλείψεως διεθνούς δικαιοδοσίας) (C‑422/20, EU:C:2021:718). Από την πλευρά της, η Επιτροπή επισήμανε ότι η απάντηση εξαρτάται από τις αρμοδιότητες που κάθε έννομη τάξη αναθέτει στις αρχές που είναι επιφορτισμένες με την έκδοση του ευρωπαϊκού κληρονομητηρίου. Εκθέτω την άποψή μου επί των ανωτέρω θέσεων στα σημεία που ακολουθούν· βλ., ειδικότερα, υποσημειώσεις 17, 23 και 49.


11      Βλ. σημείο 57 και υποσημείωση 47 των παρουσών προτάσεων. Όσον αφορά την κληρονομική διαδοχή, ειδικώς, βλ. διάταξη της 1ης Σεπτεμβρίου 2021, OKR (Αίτηση προδικαστικής αποφάσεως αναπληρωτή συμβολαιογράφου) (C‑387/20, EU:C:2021:751, σκέψη 21).


12      Διάταξη της 1ης Σεπτεμβρίου 2021, OKR (Αίτηση προδικαστικής αποφάσεως αναπληρωτή συμβολαιογράφου) (C‑387/20, EU:C:2021:751, σκέψη 23).


13      Όπ.π. (σκέψη 24 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία).


14      Αποφάσεις της 21ης Ιουνίου 2018, Oberle (C‑20/17, EU:C:2018:485, σκέψη 46) και Registrų centras (σκέψη 40). Το ευρωπαϊκό κληρονομητήριο δεν εξομοιώνεται ούτε με τις πιστοποιήσεις/βεβαιώσεις που, σε άλλους κανονισμούς στον τομέα της συνεργασίας σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις, συνοδεύουν τις δικαστικές αποφάσεις ενός κράτους μέλους με σκοπό την αναγνώριση και την εκτέλεσή τους σε άλλο κράτος μέλος: βλ. σημεία 44 επ. των παρουσών προτάσεων.


15      Άρθρο 63, παράγραφος 1, του κανονισμού 650/2012.


16      Άρθρο 62, παράγραφος 2, του κανονισμού 650/2012.


17      Τόσο η φύση των αποτελεσμάτων όσο και ο πανομοιότυπος χαρακτήρας τους σε κάθε κράτος μέλος συνηγορούν υπέρ της απόρριψης της ερμηνείας που πρότεινε η Επιτροπή κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση σχετικά με το παραδεκτό της αιτήσεως προδικαστικής αποφάσεως, ερμηνεία την οποία εξέθεσα στην υποσημείωση 10 των παρουσών προτάσεων. Η αποδοχή της εν λόγω ερμηνείας θα σήμαινε ότι το ευρωπαϊκό κληρονομητήριο παράγει διαφορετικά αποτελέσματα ανάλογα με το κράτος μέλος έκδοσης και ότι, ενδεχομένως, τα εν λόγω αποτελέσματα αντιστοιχούν σε αυτά δικαστικής απόφασης. Η ερμηνεία αυτή δεν βρίσκει έρεισμα στον κανονισμό 650/2012· αντιθέτως, προσκρούει στη βούληση του Ευρωπαίου νομοθέτη να καθιερώσει ενιαίο καθεστώς για το κληρονομητήριο.


18      Άρθρο 63 και άρθρο 69, παράγραφος 2, του κανονισμού 650/2012. Κατά την αιτιολογική σκέψη 71 του κανονισμού, το κληρονομητήριο πιστοποιεί «επακριβώς» τα στοιχεία που περιέχει· άλλες γλωσσικές αποδόσεις χρησιμοποιούν το επίρρημα αυτό και στο άρθρο 69, παράγραφος 2. Ο κανονισμός περιλαμβάνει διατάξεις σχετικά με τη διόρθωση, την τροποποίηση ή την ανάκληση του κληρονομητηρίου, καθώς και την προσβολή της απόφασης έκδοσής του (ή, ενδεχομένως, άρνησης έκδοσής του). Εντούτοις, στον κανονισμό δεν διευκρινίζονται τα μέσα τα οποία μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την ανατροπή του τεκμηρίου ακρίβειας που συνδέεται με το έγγραφο. Βλ. υποσημείωση 20 κατωτέρω.


19      Με το ουσιαστικό περιεχόμενο που επισημαίνεται στην αιτιολογική σκέψη 71.


20      Άρθρο 69, παράγραφος 1, του κανονισμού 650/2012. Ένα κληρονομητήριο μπορεί να προσβληθεί στο κράτος έκδοσης του εγγράφου, ενώπιον των δικαστικών αρχών που προβλέπονται στα άρθρα 71 και 72 του κανονισμού, λόγω ουσιαστικών σφαλμάτων ή λόγω αμφισβήτησης της ακρίβειας των στοιχείων που περιέχει. Ο κεντρικός χαρακτήρας της διαδικασίας διασφαλίζει την ενιαία μεταχείριση των ευρωπαϊκών κληρονομητηρίων. Υπενθυμίζω ότι το κληρονομητήριο, ως τέτοιο, δεν κυκλοφορεί: φυλάσσεται από την αρχή έκδοσης, η οποία χορηγεί επικυρωμένα αντίγραφα και οφείλει, εφόσον συντρέχει περίπτωση, να ενημερώσει τα πρόσωπα στα οποία χορηγήθηκαν τέτοια αντίγραφα ότι αυτά δεν ανταποκρίνονται στο πρωτότυπο (άρθρο 70, παράγραφος 1, και άρθρο 71, παράγραφος 3, του κανονισμού 650/2012).


21      Άρθρο 69, παράγραφοι 3 και 4, του κανονισμού 650/2012.


22      Άρθρο 69, παράγραφος 5, του κανονισμού 650/2012 και απόφαση Registrų centras.


23      Η απουσία του συγκεκριμένου χαρακτηριστικού θα έπρεπε να επαρκεί ως επιχείρημα για την αντίκρουση της θέσης που προέβαλε η Γερμανική Κυβέρνηση κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση, όπου η ίδια παραδέχθηκε την ανάγκη, για τους σκοπούς του άρθρου 267 ΣΛΕΕ, η διαδικασία ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου να καταλήγει στην έκδοση απόφασης δικαιοδοτικού χαρακτήρα.


24      Βλ. κεφάλαιο IV, σχετικά με τις «αποφάσεις» κατά την έννοια του άρθρου 3, παράγραφος 1, στοιχείο ζʹ, του κανονισμού 650/2012. Στο πλαίσιο των ευρωπαϊκών κανόνων για τη δικαστική συνεργασία, ο όρος «αναγνώριση» αφορά τα δεσμευτικά έννομα αποτελέσματα που παράγουν οι δικαιοδοτικού χαρακτήρα αποφάσεις [και, στο ειδικό πλαίσιο των γαμικών διαφορών, ορισμένα δημόσια έγγραφα και ορισμένες συμφωνίες: βλ. κεφάλαιο IV του κανονισμού (ΕΕ) 2019/1111 του Συμβουλίου, της 25ης Ιουνίου 2019, για τη διεθνή δικαιοδοσία, την αναγνώριση και την εκτέλεση αποφάσεων σε γαμικές διαφορές και διαφορές γονικής μέριμνας, και για τη διεθνή απαγωγή παιδιών (αναδιατύπωση) (ΕΕ 2019, L 178, σ. 1)· απόφαση της 15ης Νοεμβρίου 2022, Senatsverwaltung für Inneres und Sport, C‑646/20, EU:C:2022:879].


25      Δεν γίνεται επίσης «αποδεκτό», όπως συμβαίνει, δυνάμει του άρθρου 59 του κανονισμού 650/2012, με τα δημόσια έγγραφα ενός κράτους μέλους η αποδεικτική ισχύς των οποίων προβάλλεται σε άλλο κράτος μέλος. Η ενότητα του καθεστώτος και των αποτελεσμάτων του ευρωπαϊκού κληρονομητηρίου καθιστούν περιττή τέτοια «αποδοχή», η οποία ισχύει ωστόσο για άλλες πράξεις.


26      Ούτε καν η πρόδηλη αντίθεση στη δημόσια τάξη του κράτους μέλους στο οποίο επιδεικνύεται το κληρονομητήριο.


27      Άρθρο 66, παράγραφος 1, του κανονισμού 650/2012. Δυνάμει των άρθρων 65 και 68 του κανονισμού, η εξακρίβωση αφορά, εν μέρει, απλά στοιχεία ή πληροφορίες που αφορούν τον κληρονομούμενο, τον αιτούντα ή άλλους δικαιούχους: βλ. άρθρο 68, στοιχεία εʹ, στʹ, ζʹ και ηʹ, του ίδιου κανονισμού. Άλλα στοιχεία του κληρονομητηρίου απαιτούν εξέταση προκειμένου να εξακριβωθεί, για παράδειγμα, ότι το δικαίωμα ή η εξουσία που προβάλλει ο αιτών είναι, όντως, η συνέπεια που προβλέπεται από το εφαρμοστέο δίκαιο.


28      Άρθρο 66, παράγραφοι 1 και 3, του κανονισμού 650/2012.


29      Άρθρο 66, παράγραφος 2, του κανονισμού 650/2012.


30      Άρθρο 66, παράγραφος 4, του κανονισμού 650/2012.


31      Όπ.π.  Είναι σαφές ότι ο λόγος και ο σκοπός της εν λόγω «ακρόασης» είναι περιορισμένοι.


32      Όσον αφορά την έννοια του όρου «αμφισβητούνται» στο άρθρο 67, παράγραφος 1, δεύτερο εδάφιο, στοιχείο αʹ, του κανονισμού 650/2012, ο οποίος εμφανίζει διαφοροποιήσεις στις διάφορες γλωσσικές αποδόσεις, βλ. σημεία 62 επ. των παρουσών προτάσεων.


33      Σχετικά με το περιεχόμενο της εν λόγω δραστηριότητας, βλ. υποσημείωση 27 των παρουσών προτάσεων.


34      Ούτε τον αναγκαίο διαδικαστικό μηχανισμό. Αντιπρβλ. τους «διαδικαστικούς» κανόνες και τις «διαδικαστικές» εγγυήσεις για την έκδοση του κληρονομητηρίου (ειδικότερα, το άρθρο 66, παράγραφος 4, του κανονισμού 650/2012) με τους αντίστοιχους κανόνες και τις αντίστοιχες εγγυήσεις άλλων κανονισμών, όπως του κανονισμού (ΕΚ) 861/2007 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Ιουλίου 2007, για τη θέσπιση ευρωπαϊκής διαδικασίας μικροδιαφορών (ΕΕ 2007, L 199, σ. 1), ή του κανονισμού (ΕΚ) 1896/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Δεκεμβρίου 2006, για τη θέσπιση διαδικασίας ευρωπαϊκής διαταγής πληρωμής (ΕΕ 2006, L 399, σ. 1).


35      Τούτο δικαιολογεί άλλωστε το ευέλικτο καθεστώς κυκλοφορίας του κληρονομητηρίου μεταξύ κρατών μελών.


36      Κανονισμός (ΕΚ) 805/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Απριλίου 2004, για τη θέσπιση ευρωπαϊκού εκτελεστού τίτλου για μη αμφισβητούμενες αξιώσεις (ΕΕ 2004, L 143, σ. 15).


37      Απόφαση της 16ης Ιουνίου 2016, Pebros Servizi (C‑511/14, EU:C:2016:448, σκέψη 29).


38      Όπ.π. (σκέψη 30).


39      Κανονισμός του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Δεκεμβρίου 2012, για τη διεθνή δικαιοδοσία, την αναγνώριση και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις (ΕΕ 2012, L 351, σ. 1).


40      Αποφάσεις της 28ης Φεβρουαρίου 2019, Gradbeništvo Korana (C‑579/17, EU:C:2019:162, σκέψη 39), και της 4ης Σεπτεμβρίου 2019, Salvoni (C‑347/18, EU:C:2019:661, σκέψη 30).


41      Αποφάσεις της 28ης Φεβρουαρίου 2019, Gradbeništvo Korana (C‑579/17, EU:C:2019:162, σκέψη 41), και της 4ης Σεπτεμβρίου 2019, Salvoni (C‑347/18, EU:C:2019:661, σκέψη 31).


42      Κατά το άρθρο 47, παράγραφος 1, του κανονισμού 650/2012, δεν είναι υποχρεωτικό η αλλοδαπή απόφαση να συνοδεύεται από τη βεβαίωση του άρθρου 46, παράγραφος 3: η αρχή από την οποία ζητείται η εκτέλεση της εν λόγω απόφασης μπορεί να δεχθεί άλλα έγγραφα ή να μη ζητήσει κανένα. Λαμβανομένων υπόψη των στοιχείων που, σύμφωνα με το υποχρεωτικό έντυπο, περιέχει το ευρωπαϊκό κληρονομητήριο, είναι απίθανο το τελευταίο να μπορεί να υποκαταστήσει την άλλη αυτή βεβαίωση.


43      Κανονισμοί οι οποίοι προβλέπουν καθεστώς αναγνώρισης και εκτέλεσης αποφάσεων χωρίς ενδιάμεση διαδικασία, και χωρίς δυνατότητα εναντίωσης στην κυκλοφορία της απόφασης, διασφαλίζουν το δικαίωμα άμυνας θεσπίζοντας οι ίδιοι ελάχιστες διαδικαστικές εγγυήσεις, οι οποίες δεν προβλέπονται στον κανονισμό 650/2012 για την έκδοση του ευρωπαϊκού κληρονομητηρίου: βλ., για παράδειγμα, τις διαδικαστικές εγγυήσεις που προβλέπονται στους κανονισμούς που μνημονεύθηκαν στην υποσημείωση 34 των παρουσών προτάσεων.


44      Δηλαδή σχετικά με τα στοιχεία που πρέπει να πιστοποιηθούν ή άλλα στοιχεία που συνδέονται στενά με αυτά, όπως, στην υπό κρίση υπόθεση, η προβαλλόμενη ακυρότητα της διαθήκης λόγω ανικανότητας του διαθέτη ή λόγω πλαστογράφησης της υπογραφής του.


45      Βλ. απόφαση της 23ης Μαΐου 2019, WB (C‑658/17, EU:C:2019:444, σκέψη 55): «[…] Προκειμένου μια αρχή να θεωρηθεί, λαμβανομένης υπόψη της συγκεκριμένης φύσεως της δραστηριότητας που ασκεί, ως ασκούσα δικαστικά καθήκοντα, πρέπει να της έχει απονεμηθεί η εξουσία να επιλύει διαφορές που ενδεχομένως ανακύπτουν […]».


46      Τα κράτη μέλη μπορούν να αναθέτουν την έκδοση ευρωπαϊκών κληρονομητηρίων σε δικαστήρια γενικώς και κατά τα προβλεπόμενα στο άρθρο 72, παράγραφος 2, δεύτερο εδάφιο, του κανονισμού 650/2012, ήτοι, εάν, κατόπιν άσκησης ενδίκου βοηθήματος κατά της άρνησης της εκδίδουσας αρχής να εκδώσει κληρονομητήριο σύμφωνα με το άρθρο 67, διαπιστωθεί ότι η άρνηση αυτή δεν ήταν δικαιολογημένη. Το κληρονομητήριο που εκδίδει το δικαστήριο μετά την απόφαση επί του ενδίκου βοηθήματος δεν πρέπει να συγχέεται με την εν λόγω απόφαση.


47      Όπως επιβεβαίωσε το Δικαστήριο σε σχέση με αιτήσεις προδικαστικής αποφάσεως αυστριακών δικαστηρίων, τα οποία εξέτασαν αίτηση περί καταχώρισης στο κτηματολόγιο σύμβασης πώλησης ακινήτου [απόφαση της 14ης Ιουνίου 2001, Salzmann (C‑178/99, EU:C:2001:331)] ή αποφάνθηκαν σχετικά με τις υποχρεώσεις δημοσιότητας των ετήσιων λογαριασμών και της ετήσιας έκθεσης διαχείρισης εταιρίας [απόφαση της 15ης Ιανουαρίου 2002, Lutz κ.λπ. (C‑182/00, EU:C:2002:19)]. Υπ’ αυτή την έννοια, σε σχέση με τη δραστηριότητα ιταλικών δικαστηρίων που αφορά την έγκριση του καταστατικού εταιρίας (απόφαση της 19ης Οκτωβρίου 1995, Job Centre, C‑111/94, EU:C:1995:340) ή την αίτηση αποδοχής απαίτησης και ικανοποίησής της από την πτωχευτική περιουσία (απόφαση της 19ης Απριλίου 2012, Grillo Star Fallimento, C‑443/09, EU:C:2012:213). Όσον αφορά τα γερμανικά δικαστήρια, ούτε αυτά ασκούν δικαιοδοτικά καθήκοντα όταν αποφαίνονται σχετικά με τον διορισμό «εκ των υστέρων» εκκαθαριστή για την περιουσία εταιρίας (διάταξη της 12ης Ιανουαρίου 2010, Amiraike Berlin, C‑497/08, EU:C:2010:5) ή σχετικά με την καταχώριση στο μητρώο εμπορικών εταιριών της μεταφοράς της καταστατικής έδρας εταιρίας (διάταξη της 10ης Ιουλίου 2001, HSB-Wohnbau, C‑86/00, EU:C:2001:394).


48      Βλ. αιτιολογική σκέψη 20 του κανονισμού 650/2012 και απόφαση της 23ης Μαΐου 2019, WB (C‑658/17, EU:C:2019:444, σκέψη 53).


49      Με την απόφαση της 9ης Σεπτεμβρίου 2021, RK (Διαπίστωση ελλείψεως διεθνούς δικαιοδοσίας) (C‑422/20, EU:C:2021:718), το Δικαστήριο ερμήνευσε τα άρθρα 6 και 7 του κανονισμού 650/2012 σε υπόθεση που αφορούσε την έλλειψη διεθνούς δικαιοδοσίας των γερμανικών δικαστηρίων να εκδώσουν εθνικό κληρονομητήριο και, ενδεχομένως, και ευρωπαϊκό κληρονομητήριο. Κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση, η Γερμανική Κυβέρνηση παρέπεμψε στη σκέψη 37 της εν λόγω απόφασης για να υποστηρίξει ότι η γερμανική αρχή που εκδίδει ευρωπαϊκό κληρονομητήριο είναι δικαστήριο κατά την έννοια του άρθρου 267 ΣΛΕΕ. Κατά τη γνώμη μου, με την εν λόγω απόφαση αποσαφηνίζεται απλώς και μόνον η λειτουργία διάταξης η οποία προβλέφθηκε για την έκδοση απόφασης επί της κληρονομικής διαδοχής, την οποία το άρθρο 64 του κανονισμού 650/2012 επεκτείνει στην έκδοση του ευρωπαϊκού κληρονομητηρίου για τους λόγους που εκθέτω στην επόμενη υποσημείωση. Η απόφαση αυτή δεν παρέχει, κατά τη γνώμη μου, έρεισμα για άλλου είδους συμπεράσματα.


50      Η εφαρμογή, για την έκδοση του κληρονομητηρίου, των ίδιων γεωγραφικών κριτηρίων που διέπουν τη διεθνή δικαιοδοσία διασφαλίζει ότι, στην πλειονότητα των περιπτώσεων, αρκεί η εκδίδουσα αρχή να εξετάσει το εθνικό δίκαιο προκειμένου να εξακριβώσει την ορθότητα (από νομικής απόψεως) των στοιχείων που πρέπει να πιστοποιήσει. Επιπλέον, η διάταξη αποσκοπεί, επίσης, να διασφαλίσει ότι, γενικά, θα υπάρχει μία μόνον εκδίδουσα αρχή και, επομένως, ένα ευρωπαϊκό κληρονομητήριο· εάν υπάρχουν πλείονα κληρονομητήρια, τα οποία περιλαμβάνουν διάφορα παραρτήματα για την εξυπηρέτηση διαφορετικών σκοπών, η διάταξη εξασφαλίζει τη μεταξύ τους συνέπεια. Η διάταξη καθιστά επίσης δυνατή την ύπαρξη στο ίδιο κράτος μέλος ενός δικαστηρίου αρμόδιου τόσο για την επίλυση ζητημάτων ουσίας της κληρονομικής διαδοχής όσο και για την εκδίκαση ενδίκων βοηθημάτων, υπό το πρίσμα των σχετικών αποφάσεων, κατά της απόφασης έκδοσης ή άρνησης έκδοσης ευρωπαϊκού κληρονομητηρίου.


51      Απόφαση NC κ.λπ. (Μεταβίβαση ισπανικού συμβολαιογραφικού γραφείου) (C‑583/21 έως C‑586/21, EU:C:2023:872).


52      Το Δικαστήριο επισήμανε στη σκέψη 50 της εν λόγω απόφασης ότι «[η] αρμοδιότητα των Ισπανών συμβολαιογράφων να εκδίδουν […] τα ευρωπαϊκά κληρονομητήρια δεν ισοδυναμεί με άσκηση τέτοιων προνομιών. […] [Α]πό το άρθρο 67, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, του εν λόγω κανονισμού προκύπτει ότι τα κληρονομητήρια αυτά δεν μπορούν να εκδοθούν αν τα στοιχεία που πρέπει να πιστοποιηθούν αμφισβητούνται».


53      Η αρχή δεν προσδιορίζεται ούτε στο υποχρεωτικό έντυπο, το οποίο δημοσιεύθηκε ως παράρτημα 5 του εκτελεστικού κανονισμού 1329/2014 στις 24 επίσημες γλώσσες της Ένωσης.


54      Συγκεκριμένα, στην ισπανική, τη γερμανική και την αγγλική γλώσσα: «son objeto de un recurso», «anhängig sind» και «are being challenged», αντιστοίχως.


55      Στη γαλλική έκδοση, «si les éléments à certifier sont contestés»· στην πορτογαλική, «forem objeto de contestação»· στην ιταλική, «sono oggetto di contestazione».


56      Κατά τον χρόνο υποβολής της αίτησης έκδοσης κληρονομητηρίου. Για τον ίδιο λόγο, το άρθρο 67, παράγραφος 1, δεύτερο εδάφιο, στοιχείο αʹ, του κανονισμού 650/2012 πρέπει να περιλαμβάνει επίσης τις διαφορές που ανακύπτουν κατά τη διάρκεια της διαδικασίας έκδοσης του κληρονομητηρίου.


57      Το κληρονομητήριο που θα εκδιδόταν κατ’ αυτόν τον τρόπο θα ήταν επισφαλές από την έκδοσή του, δεδομένου ότι, δυνάμει του άρθρου 71, παράγραφος 2, του κανονισμού 650/2012, το κληρονομητήριο πρέπει να τροποποιηθεί ή να ανακληθεί, ακόμη και αυτεπαγγέλτως όταν υφίσταται σχετική πρόβλεψη στο εθνικό δίκαιο, «εφόσον αποδεικνύεται ότι το κληρονομητήριο ή μεμονωμένα στοιχεία του δεν είναι ακριβή».


58      Κατά το άρθρο 65, παράγραφος 3, στοιχείο ιβʹ, «no dispute is pending», «aucun litige […] n’est pendant», «kein Rechtsstreit in Bezug auf den zu bescheinigenden Sachverhalt anhängig ist», «non vi sono controversie pendenti», «nu există cauze pendinte referitoare la elementele care urmează să fie atestate»· κατά το άρθρο 67, παράγραφος 1, δεύτερο εδάφιο, στοιχείο αʹ, «the elements to be certified are being challenged», «si les éléments à certifier sont contestés», «wenn Einwände gegen den zu bescheinigenden Sachverhalt anhängig sind», «gli elementi da certificare sono oggetto di contestazione», «elementele care trebuie certificate fac obiectul unei contestații».


59      Αιτιολογική σκέψη 67 του κανονισμού 650/2012.


60      Αιτιολογική σκέψη 7 του κανονισμού 650/2012 και απόφαση Registrų centras (σκέψεις 41 και 42).


61      Με τον περιορισμένο σκοπό να σχηματίσει πεποίθηση ως προς την ακρίβεια των στοιχείων που πρόκειται να πιστοποιήσει.


62      Πρβλ. απόφαση της 16ης Νοεμβρίου 2023, NC κ.λπ. (Μεταβίβαση ισπανικού συμβολαιογραφικού γραφείου) (C‑583/21 έως C‑586/21, EU:C:2023:872), τη σκέψη 50 της οποίας παρέθεσα στην υποσημείωση 52 των παρουσών προτάσεων.


63      Σημεία 86 επ. των παρουσών προτάσεων.


64      Επαναλαμβάνω ότι η έκδοση ευρωπαϊκού κληρονομητηρίου το οποίο αντικατοπτρίζει το περιεχόμενο προηγούμενης δικαστικής απόφασης επί της ουσίας της κληρονομικής διαδοχής δεν πρέπει να προκαλεί σύγχυση όσον αφορά τη φύση του εγγράφου: βλ. σημεία 50 έως 52 των παρουσών προτάσεων.


65      Δεν παρέχεται ορισμός της «απόφασης» για τους σκοπούς του άρθρου 67· συμπεραίνω, επομένως, ότι εφαρμόζεται ο ορισμός του άρθρου 3, παράγραφος 1, στοιχείο ζʹ, του κανονισμού 650/2012.


66      Σημεία 20 και 22 των παρατηρήσεων της Επιτροπής («endgültige», «bestands- beziehungsweise rechtskräftige[n]) και σημείο 33 των παρατηρήσεων της Γερμανικής Κυβέρνησης [(«gegen die kein ordentlicher Rechtsbehelf (Artikel 42 EuErbVO) mehr eingelegt werden kann]». Κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση, η Ισπανική Κυβέρνηση συντάχθηκε με την άποψη αυτή.


67      Όπως επισήμανε ο εκπρόσωπος της E. V. G.‑T. κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση, εθνικό κληρονομητήριο, όπως αυτό που εκδόθηκε στη Γερμανία στις 24 Ιουλίου 2023, δεν συνιστά απόφαση με ισχύ δεδικασμένου.


68      Άρθρο 67, παράγραφος 1, του κανονισμού 650/2012 και απόφαση Registrų centras (σκέψη 46, στην οποία μνημονεύεται η απόφαση της 17ης Ιανουαρίου 2019, Brisch, C‑102/18, EU:C:2019:34, σκέψη 30).


69      Απόφαση Registrų centras (σκέψη 45). Το έντυπο περιλαμβάνει εξώφυλλο και παραρτήματα, τα οποία είναι υποχρεωτικά και δεν εξαρτώνται από τις περιστάσεις της υπόθεσης και από τον σκοπό για τον οποίο ζητείται το κληρονομητήριο. Προβλέπεται η χρήση πρόσθετων φύλλων όταν τα στοιχεία που πρέπει να καταγραφούν επαναλαμβάνονται δύο ή περισσότερες φορές λόγω ύπαρξης πλειόνων αιτούντων το κληρονομητήριο, πλειόνων εκπροσώπων του αιτούντος, πλειόνων διατάξεων τελευταίας βούλησης, πλειόνων καθεστώτων περιουσιακών σχέσεων των συζύγων, ή αντίστοιχων καθεστώτων, για τον κληρονομούμενο, ή πλειόνων κληρονόμων, κληροδόχων, εκτελεστών της διαθήκης ή διαχειριστών της κληρονομιαίας περιουσίας.


70      Δεν αποκλείω το ενδεχόμενο η γνώση της εκτίμησης της εκδίδουσας αρχής όσον αφορά τα αποδεικτικά στοιχεία που προσκόμισε ο αιτών και τις αμφισβητήσεις άλλων προσώπων να μπορεί να είναι χρήσιμη για την προσβολή της απόφασης της εκδίδουσας αρχής δυνάμει του άρθρου 72, παράγραφος 1, του κανονισμού 650/2012: με την προσβολή της απόφασης της εκδίδουσας αρχής (περί εκδόσεως ή άρνησης εκδόσεως του κληρονομητηρίου) αμφισβητείται, έμμεσα, η εκτίμησή της όσον αφορά το αν το περιεχόμενό του έχει εξακριβωθεί.


71      Κάθε προσθήκη στο κληρονομητήριο καταργεί την κοινή εμφάνισή του, η οποία είναι ακριβώς το στοιχείο που διευκολύνει την κυκλοφορία του σε διαφορετικά κράτη μέλη.


72      Αντιπρβλ. με το άρθρο 46, παράγραφος 3, του κανονισμού 650/2012. Όποιος ζητεί την αναγνώριση της δικαστικής απόφασης ενός κράτους μέλους σε άλλο κράτος μέλος οφείλει να προσκομίζει οπωσδήποτε επικυρωμένο αντίγραφο της απόφασης. Μόνο με τον τρόπο αυτόν μπορεί να διενεργηθεί ο (περιορισμένος) έλεγχος ο οποίος θα δικαιολογεί, ενδεχομένως, την άρνηση αναγνώρισης δυνάμει του άρθρου 40.


73      Όπως προεκτέθηκε, η πιστοποίηση αποφάσεων προβλέπεται στο άρθρο 46, παράγραφος 3, του κανονισμού 650/2012. Το σχετικό έντυπο περιέχεται στο παράρτημα I του εκτελεστικού κανονισμού 1329/2014.