Προσωρινό κείμενο

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (τμήμα μείζονος συνθέσεως)

της 25ης Φεβρουαρίου 2025 (*)

« Προδικαστική παραπομπή – Διεθνής δικαιοδοσία και εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις – Κανονισμός (ΕΕ) 1215/2012 – Άρθρο 4, παράγραφος 1 – Γενική δωσιδικία – Άρθρο 24, σημείο 4 – Αποκλειστική διεθνής δικαιοδοσία – Διεθνής δικαιοδοσία σε υποθέσεις που έχουν ως αντικείμενο την καταχώριση ή το κύρος διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας – Αγωγή λόγω προσβολής – Ευρωπαϊκό δίπλωμα ευρεσιτεχνίας το οποίο έχει επικυρωθεί σε κράτη μέλη και σε τρίτο κράτος – Αμφισβήτηση του κύρους του διπλώματος μέσω της προβολής ενστάσεως – Διεθνής δικαιοδοσία του δικαστηρίου ενώπιον του οποίου ασκήθηκε η αγωγή λόγω προσβολής»

Στην υπόθεση C‑339/22,

με αντικείμενο αίτηση προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 267 ΣΛΕΕ, που υπέβαλε το Svea hovrätt, Patent- och marknadsöverdomstolen (εφετείο Στοκχόλμης ως δευτεροβάθμιο δικαστήριο διαφορών βιομηχανικής ιδιοκτησίας και εμπορικών διαφορών, Σουηδία) με απόφαση της 24ης Μαΐου 2022, η οποία περιήλθε στο Δικαστήριο στις 24 Μαΐου 2022, στο πλαίσιο της δίκης

BSH Hausgeräte GmbH

κατά

Electrolux AB,

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (τμήμα μείζονος συνθέσεως),

συγκείμενο από τους K. Lenaerts, Πρόεδρο, T. von Danwitz, Αντιπρόεδρο, K. Jürimäe, Κ. Λυκούργο, I. Jarukaitis, M. L. Arastey Sahún, S. Rodin, A. Kumin, N. Jääskinen και M. Gavalec, προέδρους τμήματος, E. Regan, Z. Csehi και O. Spineanu-Matei (εισηγήτρια), δικαστές,

γενικός εισαγγελέας: Ν. Αιμιλίου

γραμματέας: M. Siekierzyńska, διοικητική υπάλληλος,

έχοντας υπόψη την έγγραφη διαδικασία και κατόπιν της επ’ ακροατηρίου συζητήσεως της 22ας Ιουνίου 2023,

λαμβάνοντας υπόψη τις παρατηρήσεις που υπέβαλαν:

–         η BSH Hausgeräte GmbH, εκπροσωπούμενη από τους M. Dahlman, T. Grennard, advokater, και R. Sedlmaier, Rechtsanwalt,

–        η Electrolux AB, εκπροσωπούμενη από τον C. Harmsen, Rechtsanwalt, και τους P. Larsson, B. Rundblom Andersson και J. Westerberg, advokater,

–         η Γαλλική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τον R. Bénard και τις A. Daniel και E. Timmermans,

–        η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, εκπροσωπούμενη από τον M. Gustafsson, τον S. Noë και την I. Söderlund,

αφού άκουσε τον γενικό εισαγγελέα, που ανέπτυξε τις προτάσεις του κατά τη συνεδρίαση της 22ας Φεβρουαρίου 2024,

έχοντας υπόψη την από 16 Απριλίου 2024 διάταξη περί επανάληψης της προφορικής διαδικασίας και κατόπιν της επ’ ακροατηρίου συζητήσεως της 14ης Μαΐου 2024,

λαμβάνοντας υπόψη τις παρατηρήσεις που υπέβαλαν:

–        η BSH Hausgeräte GmbH, εκπροσωπούμενη από τους M. Dahlman, T. Grennard, advokater, και R. Sedlmaier, Rechtsanwalt,

–        η Electrolux AB, εκπροσωπούμενη από τον C. Harmsen, Rechtsanwalt, και τον B. Rundblom Andersson, advokat,

–        η Γαλλική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τον R. Bénard και τις A. Daniel και E. Timmermans,

–        η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, εκπροσωπούμενη από την P. Němečková, τον S. Noë και την I. Söderlund,

αφού άκουσε τον γενικό εισαγγελέα, που ανέπτυξε τις προτάσεις του κατά τη συνεδρίαση της 5ης Σεπτεμβρίου 2024,

εκδίδει την ακόλουθη

Απόφαση

1        Η αίτηση προδικαστικής αποφάσεως αφορά την ερμηνεία του άρθρου 24, σημείο 4, του κανονισμού (ΕΕ) 1215/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Δεκεμβρίου 2012, για τη διεθνή δικαιοδοσία, την αναγνώριση και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις (ΕΕ 2012, L 351, σ. 1) (στο εξής: κανονισμός Βρυξέλλες Iα).

2        Η αίτηση αυτή υποβλήθηκε στο πλαίσιο ένδικης διαφοράς μεταξύ της BSH Hausgeräte GmbH (στο εξής: BSH), εταιρίας συσταθείσας κατά το γερμανικό δίκαιο, και της Electrolux AB, εταιρίας συσταθείσας κατά το σουηδικό δίκαιο, με αντικείμενο την προσβολή ευρωπαϊκού διπλώματος ευρεσιτεχνίας.

 Το νομικό πλαίσιο

 Το ενωσιακό δίκαιο

3        Οι αιτιολογικές σκέψεις 13, 15 και 34 του κανονισμού Βρυξέλλες Iα έχουν ως εξής:

«(13)      Οι δικαστικές διαφορές που υπάγονται στον παρόντα κανονισμό πρέπει να παρουσιάζουν σύνδεσμο με το έδαφος των κρατών μελών. Συνεπώς, οι κοινοί κανόνες περί διεθνούς δικαιοδοσίας θα πρέπει, κατά κανόνα, να εφαρμόζονται όταν ο εναγόμενος έχει την κατοικία του σε κράτος μέλος.

[…]

(15)      Οι κανόνες περί διεθνούς δικαιοδοσίας θα πρέπει να παρουσιάζουν υψηλό βαθμό προβλεψιμότητας και να βασίζονται στην αρχή της γενικής δωσιδικίας της κατοικίας του εναγομένου. Η δωσιδικία αυτή θα πρέπει να ισχύει πάντοτε, εκτός από μερικές συγκεκριμένες περιπτώσεις όπου το επίδικο αντικείμενο ή η αυτονομία των διαδίκων δικαιολογεί άλλο συνδετικό στοιχείο. Η κατοικία των νομικών προσώπων πρέπει να καθορίζεται αυτοτελώς ώστε να αυξάνεται η διαφάνεια των κοινών κανόνων και να αποφεύγονται οι συγκρούσεις δικαιοδοσίας.

[…]

(34)      Θα πρέπει να διασφαλισθεί η συνέχεια μεταξύ της Σύμβασης[, της 27ης Σεπτεμβρίου 1968, για τη διεθνή δικαιοδοσία και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις (ΕΕ 1982, L 388, σ. 7), όπως τροποποιήθηκε με τις μεταγενέστερες συμβάσεις για την προσχώρηση των νέων κρατών μελών στη Σύμβαση αυτή (στο εξής: Σύμβαση των Βρυξελλών)], του κανονισμού (ΕΚ) 44/2001 [του Συμβουλίου, της 22ας Δεκεμβρίου 2000, για τη διεθνή δικαιοδοσία, την αναγνώριση και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις (ΕΕ 2001, L 12, σ. 1) (στο εξής: κανονισμός Βρυξέλλες I),] και του παρόντος κανονισμού, και γι’ αυτό τον σκοπό θα πρέπει να προβλεφθούν μεταβατικές διατάξεις. Η ίδια ανάγκη συνέχειας ισχύει και όσον αφορά την ερμηνεία των διατάξεων από το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης της Σύμβασης των Βρυξελλών […] και των κανονισμών που την αντικατέστησαν.»

4        Το κεφάλαιο II του κανονισμού Βρυξέλλες Iα φέρει τον τίτλο «Διεθνής δικαιοδοσία» και χωρίζεται σε δέκα τμήματα. Το άρθρο 4 του κανονισμού Βρυξέλλες Iα περιλαμβάνεται στο τμήμα 1 του κεφαλαίου II, το οποίο επιγράφεται «Γενικές διατάξεις», και προβλέπει στην παράγραφο 1 τα εξής:

«Με την επιφύλαξη των διατάξεων του παρόντος κανονισμού, τα πρόσωπα που έχουν την κατοικία τους στο έδαφος κράτους μέλους ενάγονται ενώπιον των δικαστηρίων αυτού του κράτους μέλους, ανεξάρτητα από την ιθαγένειά τους.»

5        Το άρθρο 24 του κανονισμού Βρυξέλλες Iα περιλαμβάνεται στο τμήμα 6 του κεφαλαίου II, το οποίο τιτλοφορείται «Αποκλειστική δικαιοδοσία», και ορίζει τα εξής:

«Τα ακόλουθα δικαστήρια κράτους μέλους έχουν αποκλειστική διεθνή δικαιοδοσία χωρίς να λαμβάνεται υπόψη η κατοικία των διαδίκων:

[…]

4)      σε δίκες που έχουν ως αντικείμενο την καταχώριση ή το κύρος διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας, σημάτων, σχεδίων και υποδειγμάτων ή άλλων ανάλογων δικαιωμάτων τα οποία επιδέχονται κατάθεση ή καταχώριση, ανεξαρτήτως εάν το ζήτημα τίθεται στο πλαίσιο ασκήσεως αγωγής ή προβολής ένστασης, τα δικαστήρια του κράτους μέλους στο έδαφος του οποίου ζητήθηκε, πραγματοποιήθηκε, ή θεωρείται ότι πραγματοποιήθηκε η κατάθεση ή η καταχώριση σύμφωνα με πράξη της Ένωσης ή με διεθνή σύμβαση.

Με την επιφύλαξη της δικαιοδοσίας του Ευρωπαϊκού Γραφείου Διπλωμάτων Ευρεσιτεχνίας [(ΕΓΔΕ)], σύμφωνα με τη σύμβαση χορηγήσεως ευρωπαϊκών διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας, που υπογράφηκε στο Μόναχο στις 5 Οκτωβρίου 1973 [(στο εξής: Σύμβαση του Μονάχου)], τα δικαστήρια κάθε κράτους μέλους έχουν αποκλειστική διεθνή δικαιοδοσία σε υποθέσεις που αφορούν την καταχώριση ή το κύρος οποιουδήποτε ευρωπαϊκού διπλώματος ευρεσιτεχνίας που χορηγείται για το εν λόγω κράτος μέλος·

[…]».

6        Το άρθρο 27 του κανονισμού Βρυξέλλες Iα περιλαμβάνεται στο τμήμα 8 του κεφαλαίου ΙΙ, το οποίο φέρει τον τίτλο «Έρευνα της διεθνούς δικαιοδοσίας και του παραδεκτού», και έχει ως εξής:

«Όταν δικαστήριο κράτους μέλους καλείται να κρίνει, ως κύριο ζήτημα, διαφορά επί της οποίας τα δικαστήρια άλλου κράτους μέλους έχουν αποκλειστική διεθνή δικαιοδοσία σύμφωνα με το άρθρο 24, διαπιστώνει αυτεπάγγελτα ότι δεν έχει διεθνή δικαιοδοσία.»

7        Στο τμήμα 9 του κεφαλαίου II, το οποίο επιγράφεται «Εκκρεμοδικία και συνάφεια», περιλαμβάνονται τα άρθρα 33 και 34 του κανονισμού Βρυξέλλες Iα, που καθορίζουν τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες δικαστήριο κράτους μέλους μπορεί να αναστείλει ή ακόμη και να περατώσει τη δίκη ενώπιόν του ή, αντιστρόφως, να συνεχίσει τη δίκη αυτή, όταν η διεθνής δικαιοδοσία του στηρίζεται, μεταξύ άλλων, στο άρθρο 4 του ίδιου κανονισμού και εκκρεμεί διαδικασία ενώπιον δικαστηρίου τρίτου κράτους κατά τον χρόνο που το εν λόγω δικαστήριο κράτους μέλους επιλαμβάνεται είτε αγωγής μεταξύ των ίδιων διαδίκων, με το ίδιο αντικείμενο και την ίδια αιτία όπως η ασκηθείσα ενώπιον του δικαστηρίου του τρίτου κράτους, είτε αγωγής συναφούς με εκείνη που εκδικάζεται ενώπιον του δικαστηρίου του τρίτου κράτους.

8        Το άρθρο 63, παράγραφος 1, του κανονισμού Βρυξέλλες Iα περιλαμβάνεται στο κεφάλαιο V, το οποίο επιγράφεται «Γενικές διατάξεις», και ορίζει ότι, για τους σκοπούς της εφαρμογής του κανονισμού, οι εταιρίες και τα νομικά πρόσωπα έχουν την κατοικία τους στον τόπο όπου βρίσκεται η καταστατική τους έδρα, η κεντρική τους διοίκηση ή η κύρια εγκατάστασή τους.

9        Το άρθρο 73 του κανονισμού Βρυξέλλες Iα περιλαμβάνεται στο κεφάλαιο VII, το οποίο τιτλοφορείται «Σχέσεις με άλλα μέσα», και προβλέπει τα εξής:

«1.      Ο παρών κανονισμός δεν θίγει την εφαρμογή της σύμβασης [για τη διεθνή δικαιοδοσία, την αναγνώριση και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις, η οποία υπογράφηκε στο Λουγκάνο στις 30 Οκτωβρίου 2007 (ΕΕ 2007, L 339, σ. 3) (στο εξής: Σύμβαση του Λουγκάνο)].

2.      Ο παρών κανονισμός δεν θίγει την εφαρμογή της σύμβασης [για την αναγνώριση και την εκτέλεση αλλοδαπών διαιτητικών αποφάσεων, η οποία υπογράφηκε στη Νέα Υόρκη στις 10 Ιουνίου 1958].

3.      Ο παρών κανονισμός δεν θίγει την εφαρμογή διμερών συμβάσεων και συμφωνιών μεταξύ ενός τρίτου κράτους και ενός κράτους μέλους που έχουν συναφθεί πριν την ημερομηνία έναρξης ισχύος του κανονισμού [Βρυξέλλες I] και οι οποίες αφορούν θέματα διεπόμενα από τον παρόντα κανονισμό.»

 Το σουηδικό δίκαιο

10      Το άρθρο 61, δεύτερο εδάφιο, του patentlagen (1967:837) [νόμου περί διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας (1967:837), στο εξής: σουηδικός νόμος περί διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας] έχει ως εξής:

«Εάν ασκηθεί αγωγή λόγω προσβολής διπλώματος ευρεσιτεχνίας και ο εναγόμενος προβάλλει ένσταση ακυρότητας του διπλώματος, το ζήτημα του κύρους μπορεί να εξεταστεί μόνον αφού ασκηθεί αγωγή για την κήρυξη ακυρότητας. Το δικαστήριο καλεί τον διάδικο που επικαλείται την ακυρότητα του διπλώματος ευρεσιτεχνίας να ασκήσει την αγωγή αυτή εντός ορισμένης προθεσμίας.»

 Η διαφορά της κύριας δίκης και τα προδικαστικά ερωτήματα

11      Η BSH είναι κάτοχος του ευρωπαϊκού διπλώματος ευρεσιτεχνίας EP 1 434 512, το οποίο προστατεύει εφεύρεση σχετική με ηλεκτρικές σκούπες. Το δίπλωμα επικυρώθηκε στη Γερμανία, την Ελλάδα, την Ισπανία, τη Γαλλία, την Ιταλία, τις Κάτω Χώρες, την Αυστρία, τη Σουηδία, το Ηνωμένο Βασίλειο και την Τουρκία, με συνέπεια να χορηγηθούν εθνικά διπλώματα ευρεσιτεχνίας από τα αντίστοιχα κράτη.

12      Στις 3 Φεβρουαρίου 2020 η BSH άσκησε ενώπιον του Patent- och marknadsdomstolen (πρωτοβάθμιου δικαστηρίου διαφορών βιομηχανικής ιδιοκτησίας και εμπορικών διαφορών, Σουηδία) αγωγή κατά της Electrolux λόγω προσβολής όλων των «εθνικών μερών» του προαναφερθέντος ευρωπαϊκού διπλώματος ευρεσιτεχνίας. Η BSH ζήτησε, μεταξύ άλλων, να υποχρεωθεί η Electrolux, αφενός, να παύσει να χρησιμοποιεί την κατοχυρωμένη με δίπλωμα ευρεσιτεχνίας εφεύρεση σε όλα τα κράτη όπου έχει επικυρωθεί το εν λόγω ευρωπαϊκό δίπλωμα ευρεσιτεχνίας και, αφετέρου, να της καταβάλει εύλογη εύλογη αμοιβή καθώς και αποζημίωση για τη φερόμενη ως παράνομη χρήση της εφεύρεσης.

13      Η Electrolux ζήτησε την απόρριψη των αιτημάτων της ενάγουσας. Επιπλέον, προέβαλε ένσταση απαραδέκτου ως προς τις αξιώσεις που απέρρεαν από την προσβολή των λοιπών, πέραν του σουηδικού, εθνικών μερών του ευρωπαϊκού διπλώματος ευρεσιτεχνίας EP 1 434 512 (στο εξής: αλλοδαπά διπλώματα ευρεσιτεχνίας).

14      Η Electrolux ισχυρίστηκε ειδικότερα ότι τα αλλοδαπά διπλώματα ευρεσιτεχνίας ήταν άκυρα και ότι τα σουηδικά δικαστήρια δεν είχαν διεθνή δικαιοδοσία να αποφανθούν επί της προσβολής τους. Κατά την Electrolux, η αγωγή λόγω προσβολής πρέπει να θεωρηθεί ως διαφορά με «αντικείμενο […] το κύρος διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας», κατά την έννοια του άρθρου 24, σημείο 4, του κανονισμού Βρυξέλλες Iα, εφόσον συνδέεται άρρηκτα με το ζήτημα του κύρους των επίμαχων διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας. Ως εκ τούτου, δυνάμει της εν λόγω διατάξεως, τα δικαστήρια των κρατών μελών στα οποία επικυρώθηκαν τα αλλοδαπά διπλώματα ευρεσιτεχνίας έχουν διεθνή δικαιοδοσία να εκδικάσουν τυχόν αγωγές της BSH σχετικές με την προσβολή των αντίστοιχων εθνικών διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας. Η Electrolux συνάγει εκ των ανωτέρω το συμπέρασμα ότι το επιληφθέν σουηδικό δικαστήριο δεν έχει διεθνή δικαιοδοσία να αποφανθεί επί της προσβολής αυτών των διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας.

15      Εξάλλου, κατά την Electrolux, το άρθρο 61, δεύτερο εδάφιο, του σουηδικού νόμου περί διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας, το οποίο προβλέπει ότι το ζήτημα του κύρους διπλώματος ευρεσιτεχνίας πρέπει να εξετάζεται στο πλαίσιο διαδικασίας χωριστής από την αγωγή λόγω προσβολής του, αφορά μόνον τα σουηδικά διπλώματα ευρεσιτεχνίας. Δεδομένου ότι το σουηδικό δίκαιο έχει εφαρμογή αποκλειστικώς επί των σουηδικών διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας, ένα σουηδικό δικαστήριο δεν μπορεί να βασιστεί στη συγκεκριμένη διάταξη για να εκδικάσει διαφορά στο πλαίσιο της οποίας ο εναγόμενος προβάλλει ως ένσταση, κατόπιν της εις βάρος του άσκησης αγωγής λόγω προσβολής, την ακυρότητα διπλώματος ευρεσιτεχνίας που έχει χορηγηθεί από άλλο κράτος, και όχι από το Βασίλειο της Σουηδίας. Επομένως, σε σχέση με τα αλλοδαπά διπλώματα ευρεσιτεχνίας, η BSH θα όφειλε να ασκήσει τις αγωγές λόγω προσβολής τους ενώπιον των δικαστηρίων των κρατών στα οποία αυτά έχουν επικυρωθεί.

16      Με απόφαση της 21ης Δεκεμβρίου 2020, το Patent- och marknadsdomstolen (πρωτοβάθμιο δικαστήριο διαφορών βιομηχανικής ιδιοκτησίας και εμπορικών διαφορών) έκρινε, βάσει του άρθρου 24, σημείο 4, και του άρθρου 27 του κανονισμού Βρυξέλλες Iα, ότι στερείται διεθνούς δικαιοδοσίας προς εκδίκαση της αγωγής την οποία άσκησε η BSH λόγω προσβολής των διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας που είχαν επικυρωθεί εντός των άλλων κρατών μελών, πλην του Βασιλείου της Σουηδίας. Έκρινε επίσης ότι δεν είχε διεθνή δικαιοδοσία προς εκδίκαση της αγωγής λόγω προσβολής του διπλώματος ευρεσιτεχνίας το οποίο επικυρώθηκε στην Τουρκία (στο εξής: τουρκικό δίπλωμα ευρεσιτεχνίας), με την αιτιολογία ότι το άρθρο 24, σημείο 4, του κανονισμού Βρυξέλλες Iα αποτελεί έκφραση μιας διεθνώς αναγνωρισμένης αρχής που διέπει την απονομή διεθνούς δικαιοδοσίας.

17      Η BSH άσκησε έφεση κατά της πρωτόδικης αποφάσεως ενώπιον του Svea Hovrätt, Patent- och marknadsöverdomstolen (εφετείου Στοκχόλμης ως δευτεροβάθμιου δικαστηρίου διαφορών βιομηχανικής ιδιοκτησίας και εμπορικών διαφορών, Σουηδία), ήτοι του αιτούντος δικαστηρίου. Η BSH υποστήριξε ότι το άρθρο 24, σημείο 4, του κανονισμού Βρυξέλλες Iα δεν έχει εφαρμογή στις αγωγές οι οποίες έχουν «αμιγώς» ως αντικείμενο προσβολή διπλώματος ευρεσιτεχνίας, όπερ σημαίνει ότι το δικαστήριο που επιλαμβάνεται βάσει του άρθρου 4, παράγραφος 1, του κανονισμού Βρυξέλλες Iα θα μπορούσε να εκδικάσει αγωγή λόγω προσβολής αλλοδαπού διπλώματος ευρεσιτεχνίας, ακόμη και αν δεν έχει διεθνή δικαιοδοσία να αποφανθεί επί αγωγής για την κήρυξη της ακυρότητας του διπλώματος. Επιπλέον, κατά την εκκαλούσα της κύριας δίκης, το Patent- och marknadsdomstolen (πρωτοβάθμιο δικαστήριο διαφορών βιομηχανικής ιδιοκτησίας και εμπορικών διαφορών) μπορούσε, δυνάμει του κανόνα διεθνούς δικαιοδοσίας του άρθρου 4, παράγραφος 1, του κανονισμού Βρυξέλλες Iα, να εκδικάσει και την αγωγή λόγω προσβολής αλλοδαπού διπλώματος ευρεσιτεχνίας το οποίο δεν χορηγήθηκε ούτε επικυρώθηκε σε κράτος μέλος, όπως, εν προκειμένω, το τουρκικό δίπλωμα ευρεσιτεχνίας. Συνεπώς, η BSH θεωρεί ότι το δικαστήριο αυτό είχε διεθνή δικαιοδοσία να αποφανθεί επί της αγωγής λόγω προσβολής στο σύνολό της, ακόμη και όσον αφορά το τουρκικό δίπλωμα ευρεσιτεχνίας. Και τούτο διότι η κατ’ αρχήν διεθνής δικαιοδοσία των δικαστηρίων του κράτους της κατοικίας του εναγομένου είναι αναγνωρισμένη στο διεθνές δίκαιο.

18      Η Electrolux επανέλαβε κατ’ ουσίαν, ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου, την άποψη που είχε εκθέσει ενώπιον του Patent- och marknadsdomstolen (πρωτοβάθμιου δικαστηρίου διαφορών βιομηχανικής ιδιοκτησίας και εμπορικών διαφορών), υποστηρίζοντας ότι το άρθρο 24, σημείο 4, του κανονισμού Βρυξέλλες Iα έχει εφαρμογή όταν πρόκειται για δίκες επί αγωγών λόγω προσβολής στο πλαίσιο των οποίων η ακυρότητα του επίμαχου διπλώματος ευρεσιτεχνίας προβάλλεται ως αμυντικός ισχυρισμός. Τα σουηδικά δικαστήρια δεν έχουν διεθνή δικαιοδοσία να επιληφθούν της ένδικης διαφοράς στο σύνολό της, δεδομένου ότι τα ζητήματα της προσβολής και του κύρους είναι αδιαχώριστα.

19      Το αιτούν δικαστήριο διατηρεί αμφιβολίες ως προς το αν τα σουηδικά δικαστήρια έχουν διεθνή δικαιοδοσία. Διερωτάται, κατ’ αρχάς, αν το άρθρο 24, σημείο 4, του κανονισμού Βρυξέλλες Iα πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι η φράση «δίκες που έχουν ως αντικείμενο την καταχώριση ή το κύρος διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας […], ανεξαρτήτως εάν το ζήτημα τίθεται στο πλαίσιο ασκήσεως αγωγής ή προβολής ένστασης» καλύπτει και την περίπτωση αγωγής λόγω προσβολής του διπλώματος ευρεσιτεχνίας όταν ο εναγόμενος έχει προβάλει ένσταση ακυρότητας του διπλώματος. Η ως άνω διάταξη θα μπορούσε να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι το εθνικό δικαστήριο στερείται διεθνούς δικαιοδοσίας προς εκδίκαση αγωγής λόγω προσβολής του συνόλου των εθνικών μερών του διπλώματος ευρεσιτεχνίας, πέραν του επικυρωθέντος από το κράτος μέλος στο οποίο έχει την έδρα του το δικαστήριο αυτό, σε περίπτωση που ο εναγόμενος έχει προβάλει, στο πλαίσιο της σχετικής δίκης, ένσταση ακυρότητας των άλλων αυτών εθνικών μερών. Μια ενιαία διαδικασία ενώπιον ενός και μόνον δικαστηρίου θα περιόριζε τον κίνδυνο έκδοσης αντιφατικών αποφάσεων, πλην όμως μια τέτοια ερμηνεία θα υποχρέωνε τον ενάγοντα να ασκήσει εκ νέου, στα άλλα κράτη μέλη, αγωγές λόγω προσβολής.

20      Κατά το αιτούν δικαστήριο, μια άλλη πιθανή ερμηνεία θα ήταν να γίνει δεκτό ότι το εθνικό δικαστήριο που επιλαμβάνεται αγωγής λόγω προσβολής διπλώματος ευρεσιτεχνίας, στο πλαίσιο της οποίας ο εναγόμενος προβάλλει ένσταση ακυρότητας αλλοδαπών διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας, στερείται διεθνούς δικαιοδοσίας μόνον ως προς τη συγκεκριμένη ένσταση και μπορεί, ως εκ τούτου, να αποφανθεί επί της αγωγής λόγω προσβολής. Υπέρ της ερμηνείας αυτής συνηγορούν, μεταξύ άλλων, η απαίτηση να ερμηνεύεται το άρθρο 24, σημείο 4, του κανονισμού Βρυξέλλες Iα στενά, ως εξαίρεση από τον γενικό κανόνα του άρθρου 4, παράγραφος 1, του ίδιου κανονισμού, καθώς επίσης και ο σκοπός της προβλεπόμενης εξαίρεσης, ο οποίος συνίσταται στο να επιφυλάσσεται η εκδίκαση των διαφορών που αφορούν το κύρος των διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας στα δικαστήρια του κράτους καταχώρισής τους.

21      Εν συνεχεία, σε περίπτωση που το άρθρο 24, σημείο 4, του κανονισμού Βρυξέλλες Iα ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι όταν προβάλλεται ένσταση ακυρότητας στο πλαίσιο δίκης σχετικής με αγωγή λόγω προσβολής διπλώματος ευρεσιτεχνίας, η αγωγή εμπίπτει στην αποκλειστική διεθνή δικαιοδοσία την οποία προβλέπει η εν λόγω διάταξη, το αιτούν δικαστήριο διερωτάται αν η ερμηνεία αυτή μπορεί να τεθεί εκποδών από εθνική διάταξη, όπως το άρθρο 61, δεύτερο εδάφιο, του σουηδικού νόμου περί διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας, η οποία επιβάλλει στον εναγόμενο να ασκήσει χωριστή αγωγή για την κήρυξη της ακυρότητας του διπλώματος.

22      Τέλος, το αιτούν δικαστήριο διερωτάται αν το γεγονός ότι το επίμαχο στην κύρια δίκη ευρωπαϊκό δίπλωμα ευρεσιτεχνίας επικυρώθηκε σε τρίτο κράτος έχει οποιαδήποτε σημασία όσον αφορά τη διεθνή δικαιοδοσία του. Κατά το αιτούν δικαστήριο, δεν είναι σαφές αν το άρθρο 24, σημείο 4, του κανονισμού Βρυξέλλες Iα έχει εφαρμογή έναντι των δικαστηρίων τρίτου κράτους, εν προκειμένω της Δημοκρατίας της Τουρκίας, ενώ τα άρθρα 33 και 34 του ίδιου κανονισμού περιέχουν αναφορά σε τέτοια δικαστήρια. Στο πλαίσιο αυτό, το αιτούν δικαστήριο επισημαίνει ότι από την απόφαση της 1ης Μαρτίου 2005, Owusu (C‑281/02, EU:C:2005:120, σκέψεις 26 και 35), θα μπορούσε να συναχθεί το συμπέρασμα ότι το άρθρο 4 του κανονισμού Βρυξέλλες Iα έχει εφαρμογή και έναντι των δικαστηρίων τρίτων κρατών.

23      Υπό τις συνθήκες αυτές, το Svea hovrätt, Patent- och marknadsöverdomstolen (εφετείο Στοκχόλμης, ως δευτεροβάθμιο δικαστήριο διαφορών βιομηχανικής ιδιοκτησίας και εμπορικών διαφορών) αποφάσισε να αναστείλει την ενώπιόν του διαδικασία και να υποβάλει στο Δικαστήριο τα ακόλουθα προδικαστικά ερωτήματα:

«1)      Έχει το άρθρο 24, παράγραφος 4, του [κανονισμού Βρυξέλλες Iα] την έννοια ότι η φράση “δίκες που έχουν ως αντικείμενο την καταχώριση ή το κύρος διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας […] ανεξαρτήτως εάν το ζήτημα τίθεται στο πλαίσιο ασκήσεως αγωγής ή προβολής ένστασης” σημαίνει ότι εθνικό δικαστήριο το οποίο, κατά το άρθρο 4, παράγραφος 1, του εν λόγω κανονισμού, έκρινε ότι έχει διεθνή δικαιοδοσία να αποφανθεί επί διαφοράς με αντικείμενο την προσβολή διπλώματος ευρεσιτεχνίας στερείται πλέον διεθνούς δικαιοδοσίας να αποφανθεί επί της προσβολής στην περίπτωση που προβληθεί ένσταση ακυρότητας του επίμαχου διπλώματος ευρεσιτεχνίας ή πρέπει η εν λόγω διάταξη να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι το εθνικό δικαστήριο στερείται διεθνούς δικαιοδοσίας μόνον ως προς την εξέταση της ενστάσεως ακυρότητας;

2)      Ασκεί επιρροή επί της απαντήσεως που θα δοθεί στο πρώτο προδικαστικό ερώτημα το ζήτημα αν το εθνικό δίκαιο περιλαμβάνει νομοθετικές ρυθμίσεις όπως εκείνες του άρθρου 61, δεύτερο εδάφιο, του [Patentlagen], όπερ σημαίνει ότι προκειμένου να εξεταστεί ένσταση ακυρότητας προβληθείσα στο πλαίσιο υποθέσεως η οποία αφορά την προσβολή διπλώματος ευρεσιτεχνίας ο εναγόμενος πρέπει να ασκήσει χωριστή αγωγή κηρύξεως της ακυρότητάς του;

3)      Έχει το άρθρο 24, παράγραφος 4, του [κανονισμού Βρυξέλλες Iα] την έννοια ότι είναι εφαρμοστέο σε δικαστήριο [τρίτου κράτους], ήτοι, εν προκειμένω, ότι απονέμει αποκλειστική διεθνή δικαιοδοσία σε δικαστήριο της Τουρκίας όσον αφορά την επικύρωση του ευρωπαϊκού διπλώματος ευρεσιτεχνίας στη χώρα αυτή;»

 Επί των προδικαστικών ερωτημάτων

 Επί του πρώτου και του δευτέρου ερωτήματος

24      Με το πρώτο και το δεύτερο προδικαστικό ερώτημα, τα οποία πρέπει να εξεταστούν από κοινού, το αιτούν δικαστήριο ζητεί, κατ’ ουσίαν, να διευκρινιστεί αν το άρθρο 24, σημείο 4, του κανονισμού Βρυξέλλες Iα έχει την έννοια ότι δικαστήριο του κράτους μέλους της κατοικίας του εναγομένου, το οποίο έχει επιληφθεί, δυνάμει του άρθρου 4, παράγραφος 1, του ίδιου κανονισμού, αγωγής λόγω προσβολής διπλώματος ευρεσιτεχνίας χορηγηθέντος εντός άλλου κράτους μέλους, εξακολουθεί να έχει διεθνή δικαιοδοσία προς εκδίκαση της αγωγής όταν, στο πλαίσιο της σχετικής δίκης, ο εναγόμενος προβάλλει ένσταση ακυρότητας του διπλώματος.

25      Το αιτούν δικαστήριο ζητεί επίσης να διευκρινιστεί αν το γεγονός ότι κανόνας του εθνικού δικονομικού δικαίου επιβάλλει στον εναγόμενο να ασκήσει χωριστή αγωγή για την κήρυξη της ακυρότητας του διπλώματος ευρεσιτεχνίας ασκεί οποιαδήποτε επιρροή στην απάντηση που πρέπει να δοθεί στο ανωτέρω ερώτημα.

26      Ως προς το τελευταίο αυτό ζήτημα, διαπιστώνεται εκ προοιμίου ότι τέτοιος εθνικός κανόνας δεν μπορεί να επηρεάσει την ερμηνεία του άρθρου 24, σημείο 4, του κανονισμού Βρυξέλλες Iα. Πράγματι, η διάταξη αυτή δεν περιέχει καμία παραπομπή στο δίκαιο των κρατών μελών, οπότε οι φράσεις που περιέχει πρέπει να θεωρούνται αυτοτελείς έννοιες του ενωσιακού δικαίου οι οποίες πρέπει να ερμηνεύονται ομοιόμορφα σε όλα τα κράτη μέλη, ανεξαρτήτως της ύπαρξης σχετικού εθνικού κανόνα ή σχετικής εθνικής διαδικασίας (πρβλ. απόφαση της 8ης Σεπτεμβρίου 2022, IRnova, C‑399/21, EU:C:2022:648, σκέψη 38 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία).

27      Κατά πάγια νομολογία, για την ερμηνεία διατάξεως του ενωσιακού δικαίου πρέπει να λαμβάνονται υπόψη, εκτός από το γράμμα της, το πλαίσιο στο οποίο αυτή εντάσσεται, καθώς και οι σκοποί που επιδιώκονται με τη ρύθμιση της οποίας αποτελεί μέρος (πρβλ. απόφαση της 7ης Απριλίου 2022, Berlin Chemie A. Menarini, C‑333/20, EU:C:2022:291, σκέψη 34 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία).

28      Στο ειδικό πλαίσιο της ερμηνείας του κανονισμού Βρυξέλλες Iα πρέπει, συν τοις άλλοις, σύμφωνα με την αιτιολογική του σκέψη 34, να διασφαλίζεται η συνέχεια στην ερμηνεία των διατάξεων που αντικατέστησαν εκείνες οι οποίες μπορούν να χαρακτηριστούν ως «ισοδύναμες» στην προϊσχύσασα νομοθεσία, όπως το άρθρο 16, σημείο 4, της Συμβάσεως των Βρυξελλών και το άρθρο 22, σημείο 4, του κανονισμού Βρυξέλλες I, τα οποία αντικαταστάθηκαν από το άρθρο 24, σημείο 4, του κανονισμού Βρυξέλλες Iα (πρβλ. απόφαση 8ης Σεπτεμβρίου 2022, IRnova, C‑399/21, EU:C:2022:648, σκέψεις 29 και 37).

29      Το άρθρο 4, παράγραφος 1, του κανονισμού Βρυξέλλες Iα ορίζει ότι τα πρόσωπα που έχουν την κατοικία τους στο έδαφος κράτους μέλους ενάγονται ενώπιον των δικαστηρίων αυτού του κράτους μέλους. Το άρθρο 63, παράγραφος 1, του ως άνω κανονισμού διευκρινίζει ότι οι εταιρίες και τα νομικά πρόσωπα έχουν την κατοικία τους στον τόπο όπου βρίσκεται η καταστατική τους έδρα, η κεντρική τους διοίκηση ή η κύρια εγκατάστασή τους.

30      Εντούτοις, ο κανόνας της διεθνούς δικαιοδοσίας των δικαστηρίων του κράτους μέλους της κατοικίας του εναγομένου προβλέπεται στο άρθρο 4, παράγραφος 1, «με την επιφύλαξη» των λοιπών διατάξεων του κανονισμού Βρυξέλλες Iα. Πράγματι, η γενική δωσιδικία της κατοικίας του εναγομένου ισχύει μεν κατ’ αρχήν, όπως επισημαίνεται και στην αιτιολογική σκέψη 15 του κανονισμού Βρυξέλλες Iα, πλην όμως ο εν λόγω κανονισμός προβλέπει ορισμένες εξαιρέσεις. Μεταξύ αυτών, το άρθρο 24 του ίδιου κανονισμού καθιερώνει, για ορισμένες εκεί αναφερόμενες κατηγορίες διαφορών, την αποκλειστική διεθνή δικαιοδοσία των δικαστηρίων συγκεκριμένου κράτους μέλους, «χωρίς να λαμβάνεται υπόψη η κατοικία των διαδίκων».

31      Όσον αφορά, ειδικότερα, τα διπλώματα ευρεσιτεχνίας, σύμφωνα με το γράμμα του πρώτου εδαφίου του σημείου 4 του άρθρου 24 του κανονισμού Βρυξέλλες Iα, έχουν αποκλειστική διεθνή δικαιοδοσία «σε δίκες που έχουν ως αντικείμενο την καταχώριση ή το κύρος διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας […], ανεξαρτήτως εάν το ζήτημα τίθεται στο πλαίσιο ασκήσεως αγωγής ή προβολής ένστασης, τα δικαστήρια του κράτους μέλους στο έδαφος του οποίου ζητήθηκε, πραγματοποιήθηκε, ή θεωρείται ότι πραγματοποιήθηκε […] η καταχώριση σύμφωνα με πράξη της Ένωσης ή με διεθνή σύμβαση» (στο εξής: κράτος μέλος χορήγησης του διπλώματος ευρεσιτεχνίας).

32      Κατά το δεύτερο εδάφιο του σημείου 4, τα δικαστήρια κάθε κράτους μέλους έχουν αποκλειστική διεθνή δικαιοδοσία σε θέματα καταχώρισης ή κύρους ευρωπαϊκού διπλώματος ευρεσιτεχνίας χορηγούμενου από το κράτος μέλος αυτό.

33      Επομένως, βάσει του άρθρου 24, σημείο 4, δεύτερο εδάφιο, του κανονισμού Βρυξέλλες Iα, ένα ευρωπαϊκό δίπλωμα ευρεσιτεχνίας το οποίο χορηγήθηκε από το ΕΓΔΕ σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπει συναφώς η Σύμβαση του Μονάχου και, εν συνεχεία, επικυρώθηκε σε κράτος μέλος υπόκειται, όσον αφορά το κύρος του, στους ίδιους κανόνες διεθνούς δικαιοδοσίας με ένα εθνικό δίπλωμα ευρεσιτεχνίας.

34      Επιπλέον, από το γράμμα του άρθρου 24, σημείο 4, πρώτο εδάφιο, του κανονισμού Βρυξέλλες Iα, το οποίο παρατέθηκε στη σκέψη 31 της παρούσας αποφάσεως, προκύπτει σαφώς ότι, αναφορικά με την αποκλειστική διεθνή δικαιοδοσία των δικαστηρίων του οικείου κράτους μέλους, είναι αδιάφορο αν το ζήτημα της καταχώρισης ή του κύρους του διπλώματος ευρεσιτεχνίας εγείρεται με την άσκηση αγωγής ή με την προβολή ενστάσεως.

35      Συνεπώς, κατ’ εφαρμογήν του προαναφερθέντος άρθρου 24, σημείο 4, τα δικαστήρια του κράτους μέλους χορήγησης του διπλώματος ευρεσιτεχνίας είναι τα μόνα τα οποία έχουν διεθνή δικαιοδοσία ως προς το ζήτημα της αμφισβήτησης της καταχώρισης ή του κύρους του, ανεξαρτήτως αν η αμφισβήτηση εγείρεται μέσω της άσκησης αγωγής ή μέσω της προβολής ενστάσεως ως αμυντικού ισχυρισμού στο πλαίσιο αγωγής που ασκήθηκε ενώπιον δικαστηρίου άλλου κράτους μέλους και είχε ως αντικείμενο την προσβολή του διπλώματος.

36      Η αποκλειστική αυτή διεθνής δικαιοδοσία των δικαστηρίων του κράτους μέλους χορήγησης του διπλώματος ευρεσιτεχνίας για διαφορές σχετικές με την καταχώριση ή το κύρος του διπλώματος δικαιολογείται τόσο από το γεγονός ότι η χορήγηση των διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας προϋποθέτει την παρέμβαση της εθνικής Διοίκησης όσο και από το γεγονός ότι τα δικαστήρια αυτά είναι τα πλέον κατάλληλα να αποφανθούν επί περιπτώσεων στις οποίες η διαφορά αυτή καθεαυτήν αφορά το κύρος του διπλώματος ευρεσιτεχνίας ή το υποστατό της κατάθεσης ή της καταχώρισής του. Πράγματι, τα δικαστήρια του κράτους μέλους στο έδαφος του οποίου τηρούνται τα μητρώα μπορούν να αποφανθούν κατ’ εφαρμογήν του εθνικού τους δικαίου όσον αφορά το κύρος των εκεί χορηγηθέντων διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας. Η μέριμνα αυτή για ορθή απονομή της δικαιοσύνης προσλαμβάνει τόσο μεγάλη σημασία στον τομέα των διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας ώστε, λόγω της εξειδικευμένης φύσης του αντικειμένου, πολλά κράτη μέλη έχουν θεσπίσει ένα ιδιαίτερο σύστημα ένδικης προστασίας, επιφυλάσσοντας σε ειδικευμένα δικαστήρια την εκδίκαση των σχετικών διαφορών (πρβλ. απόφαση της 13ης Ιουλίου 2006, GAT, C‑4/03, EU:C:2006:457, σκέψεις 22 και 23).

37      Εκ των ανωτέρω συνάγεται ότι όταν δικαστήριο του κράτους μέλους της κατοικίας του εναγομένου επιλαμβάνεται, δυνάμει του άρθρου 4, παράγραφος 1, του κανονισμού Βρυξέλλες Iα, αγωγής λόγω προσβολής διπλώματος ευρεσιτεχνίας χορηγηθέντος από άλλο κράτος μέλος, στο πλαίσιο της οποίας ο εναγόμενος αμφισβητεί, κατ’ ένσταση, το κύρος του διπλώματος, το δικαστήριο αυτό δεν μπορεί να διαπιστώσει παρεμπιπτόντως ότι το δίπλωμα είναι άκυρο, αλλά οφείλει να αναγνωρίσει, σύμφωνα με τα όσα ορίζει το άρθρο 27 του ίδιου κανονισμού, ότι στερείται διεθνούς δικαιοδοσίας ως προς το ζήτημα του κύρους του διπλώματος, λαμβανομένης υπόψη της αποκλειστικής διεθνούς δικαιοδοσίας των δικαστηρίων του κράτους μέλους χορήγησης του διπλώματος ευρεσιτεχνίας, την οποία προβλέπει το άρθρο 24, σημείο 4, του κανονισμού (βλ., όσον αφορά το άρθρο 16, σημείο 4, της Συμβάσεως των Βρυξελλών, απόφαση της 13ης Ιουλίου 2006, GAT, C‑4/03, EU:C:2006:457, σκέψεις 26 και 31).

38      Ανακύπτει όμως το ζήτημα αν, σε μια τέτοια περίπτωση, το δικαστήριο του κράτους μέλους της κατοικίας του εναγομένου εξακολουθεί να έχει διεθνή δικαιοδοσία προς εκδίκαση της αγωγής λόγω προσβολής ή αν πρέπει να απεκδυθεί τη διεθνή δικαιοδοσία του ως προς το σύνολο της διαφοράς που αφορά το δίπλωμα ευρεσιτεχνίας το οποίο χορηγήθηκε από άλλο κράτος μέλος.

39      Επ’ αυτού διαπιστώνεται ότι, κατά το άρθρο 24, σημείο 4, του κανονισμού Βρυξέλλες Iα, ο κανόνας αποκλειστικής διεθνούς δικαιοδοσίας τον οποίο καθιερώνει η συγκεκριμένη διάταξη αναφέρεται αποκλειστικώς στις διαφορές με «αντικείμενο την καταχώριση ή το κύρος διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας».

40      Το Δικαστήριο έχει διευκρινίσει ότι η διάταξη αυτή δεν αφορά, μεταξύ άλλων, τις αγωγές λόγω προσβολής διπλώματος ευρεσιτεχνίας, μολονότι η εξέταση μιας τέτοιας αγωγής προϋποθέτει εμπεριστατωμένη ανάλυση της έκτασης της προστασίας που παρέχεται από το δίπλωμα ευρεσιτεχνίας υπό το πρίσμα των σχετικών με τα διπλώματα ευρεσιτεχνίας κανόνων δικαίου του κράτους όπου χορηγήθηκε το επίμαχο δίπλωμα ευρεσιτεχνίας (πρβλ. αποφάσεις της 15ης Νοεμβρίου 1983, Duijnstee, 288/82, EU:C:1983:326, σκέψεις 22 και 23, και της 8ης Σεπτεμβρίου 2022, IRnova,C‑399/21, EU:C:2022:648, σκέψη 48).

41      Ως εκ τούτου, ο κανόνας αποκλειστικής διεθνούς δικαιοδοσίας ο οποίος προβλέπεται στο άρθρο 24, σημείο 4, του κανονισμού Βρυξέλλες Iα αφορά μόνον το μέρος εκείνο της διαφοράς που έχει ως αντικείμενο το κύρος του διπλώματος ευρεσιτεχνίας. Συνακόλουθα, δικαστήριο του κράτους μέλους της κατοικίας του εναγομένου, το οποίο έχει διεθνή δικαιοδοσία, δυνάμει του άρθρου 4, παράγραφος 1, του κανονισμού Βρυξέλλες Iα, προς εκδίκαση αγωγής λόγω προσβολής διπλώματος ευρεσιτεχνίας χορηγηθέντος εντός άλλου κράτους μέλους, δεν χάνει τη διεθνή αυτή δικαιοδοσία του για τον λόγο και μόνον ότι ο ως άνω εναγόμενος αμφισβητεί, κατ’ ένσταση, το κύρος του διπλώματος.

42      Η ερμηνεία του άρθρου 24, σημείο 4, του κανονισμού Βρυξέλλες Iα η οποία έγινε δεκτή στην αμέσως προηγούμενη σκέψη της παρούσας αποφάσεως επιρρωννύεται από την οικονομία του κανονισμού καθώς και από τους σκοπούς που επιδιώκονται τόσο από τον κανονισμό συνολικά όσο και από τη συγκεκριμένη διάταξη.

43      Πράγματι, πρώτον, η έννοια της διαφοράς που έχει «ως αντικείμενο […] το κύρος διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας», κατά το άρθρο 24, σημείο 4, του κανονισμού Βρυξέλλες Iα, πρέπει να ερμηνεύεται στενά, δεδομένου ότι με την εκεί προβλεπόμενη αποκλειστική διεθνή δικαιοδοσία εισάγεται εξαίρεση από τον γενικό κανόνα της διεθνούς δικαιοδοσίας των δικαστηρίων του τόπου κατοικίας του εναγομένου, τον οποίο καθιερώνει το άρθρο 4 του ίδιου κανονισμού (πρβλ. αποφάσεις της 15ης Νοεμβρίου 1983, Duijnstee, 288/82, EU:C:1983:326, σκέψη 23, και της 8ης Σεπτεμβρίου 2022, IRnova, C‑399/21, EU:C:2022:648, σκέψη 39 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία).

44      Εξάλλου, αν γινόταν δεκτή η ερμηνεία ότι το δικαστήριο του κράτους μέλους της κατοικίας του εναγομένου παύει να έχει διεθνή δικαιοδοσία προς εκδίκαση αγωγής λόγω προσβολής διπλώματος ευρεσιτεχνίας χορηγηθέντος εντός άλλου κράτους μέλους για τον λόγο και μόνον ότι ο εναγόμενος αμφισβητεί παρεμπιπτόντως το κύρος του διπλώματος, τούτο θα σήμαινε, όπως επισήμανε, κατ’ ουσίαν, ο γενικός εισαγγελέας στα σημεία 69 και 70 των προτάσεων που ανέπτυξε στις 22 Φεβρουαρίου 2024, ότι η εξαίρεση του άρθρου 24, σημείο 4, του κανονισμού Βρυξέλλες Iα θα καθίστατο εν πολλοίς ο κανόνας στις ένδικες διαφορές του τομέα των διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας.

45      Ειδικότερα, όπως παρατήρησε το Δικαστήριο στη σκέψη 17 της αποφάσεως της 13ης Ιουλίου 2006, GAT (C‑4/03, EU:C:2006:457), το ζήτημα του κύρους του διπλώματος ευρεσιτεχνίας προβάλλεται πολύ συχνά ως αμυντικός ισχυρισμός στο πλαίσιο των αγωγών λόγω προσβολής διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας. Επομένως, ο προβλεπόμενος στο άρθρο 4, παράγραφος 1, του κανονισμού Βρυξέλλες Iα γενικός κανόνας διεθνούς δικαιοδοσίας θα εφαρμοζόταν μόνο στις διαφορές στις οποίες δεν προβάλλεται τέτοιος αμυντικός ισχυρισμός, παρότι πρόκειται για κανόνα που αποτελεί έκφραση της διεθνούς δικαιοδοσίας των δικαστηρίων του κράτους μέλους της κατοικίας του εναγομένου, η οποία, όπως προκύπτει από την αιτιολογική σκέψη 15 του κανονισμού, συνιστά τη θεμελιώδη αρχή που συναρθρώνει τους κανόνες διεθνούς δικαιοδοσίας τους οποίους περιέχει ο κανονισμός.

46      Δεύτερον, από την προαναφερθείσα αιτιολογική σκέψη 15 προκύπτει ότι ο κανονισμός Βρυξέλλες Iα αποσκοπεί στην κατοχύρωση της ασφάλειας δικαίου μέσω του υψηλού βαθμού προβλεψιμότητας των κανόνων διεθνούς δικαιοδοσίας. Ο σκοπός αυτός όμως δεν θα μπορούσε να επιτευχθεί αν γινόταν δεκτό ότι δικαστήριο κράτους μέλους θα έπαυε να έχει διεθνή δικαιοδοσία προς εκδίκαση της αγωγής της οποίας είχε επιληφθεί νομίμως, ανάλογα με τον τρόπο άμυνας που επιλέγει ο εναγόμενος και, ενδεχομένως, στο χρονικό σημείο το οποίο ο ίδιος κρίνει σκόπιμο, ιδίως σε περίπτωση που οι κανόνες του δικονομικού δικαίου του δικάζοντος δικαστηρίου επιτρέπουν την προβολή τέτοιου αμυντικού ισχυρισμού σε οποιοδήποτε στάδιο της διαδικασίας. Πράγματι, όπως υπογράμμισε ο γενικός εισαγγελέας στα σημεία 73 και 74 των προτάσεων που ανέπτυξε στις 22 Φεβρουαρίου 2024, μια τέτοια ερμηνεία του άρθρου 24, σημείο 4, του κανονισμού Βρυξέλλες Iα θα είχε ως συνέπεια να υφίσταται, καθ’ όλη τη διάρκεια της διαδικασίας ενώπιον του δικαστηρίου αυτού, ο κίνδυνος να πρέπει το δικαστήριο να απεκδυθεί τη διεθνή δικαιοδοσία του.

47      Επιπλέον, δεδομένου ότι, δυνάμει του άρθρου 27 του κανονισμού Βρυξέλλες Iα, δικαστήριο κράτους μέλους οφείλει να αναγνωρίσει ότι το ίδιο στερείται διεθνούς δικαιοδοσίας, λόγω της αποκλειστικής διεθνούς δικαιοδοσίας δικαστηρίου άλλου κράτους μέλους, χωρίς να έχει τη δυνατότητα να παραπέμψει την υπόθεση στο τελευταίο, μια τέτοια ερμηνεία θα συνεπαγόταν ότι ο εναγόμενος μπορεί, προβάλλοντας ένσταση ακυρότητας διπλώματος ευρεσιτεχνίας χορηγηθέντος εντός κράτους μέλους διαφορετικού από εκείνο της κατοικίας του, να θέσει τέρμα στη δίκη επί της αγωγής λόγω προσβολής, παρότι αυτή κινήθηκε νομοτύπως εις βάρος του ενώπιον δικαστηρίου του κράτους μέλους της κατοικίας του.

48      Τρίτον, η ερμηνεία του άρθρου 24, σημείο 4, του κανονισμού Βρυξέλλες Iα η οποία έγινε δεκτή στη σκέψη 41 της παρούσας αποφάσεως όχι μόνον ανταποκρίνεται πλήρως στον σκοπό της διατάξεως, ο οποίος συνίσταται, όπως επισημάνθηκε στη σκέψη 36 της παρούσας αποφάσεως, στο να επιφυλάσσεται η εκδίκαση των διαφορών εκείνων που, αυτές καθεαυτές, αφορούν την καταχώριση ή το κύρος διπλώματος ευρεσιτεχνίας στα δικαστήρια του κράτους μέλους χορήγησης του διπλώματος, τα οποία, λόγω της ουσιαστικής και νομικής εγγύτητάς τους με τις εν λόγω διαφορές, είναι τα πλέον κατάλληλα να τις εκδικάζουν, αλλά δεν υπερβαίνει και τα όρια αυτού που είναι αναγκαίο για την επίτευξη του ως άνω σκοπού.

49      Ειδικότερα, όπως παρατήρησε ο γενικός εισαγγελέας στα σημεία 75 και 77 των προτάσεων που ανέπτυξε στις 22 Φεβρουαρίου 2024, η συγκεκριμένη ερμηνεία, αντιθέτως προς εκείνη που εκτέθηκε στη σκέψη 44 της παρούσας αποφάσεως, παρέχει στον κάτοχο ευρωπαϊκού διπλώματος ευρεσιτεχνίας που θεωρεί ότι ο ίδιος εναγόμενος έχει προσβάλει το δίπλωμα αυτό σε περισσότερα κράτη μέλη την ευχέρεια να συγκεντρώσει το σύνολο των αγωγών λόγω προσβολής και να ζητήσει ολοκληρωμένη έννομη προστασία ενώπιον ενός και μόνον δικάζοντος δικαστηρίου, προλαμβάνοντας κατ’ αυτόν τον τρόπο, μεταξύ άλλων, τον κίνδυνο έκδοσης διιστάμενων αποφάσεων.

50      Τέλος, η ερμηνεία του άρθρου 24, σημείο 4, του κανονισμού Βρυξέλλες Iα η οποία εκτέθηκε στη σκέψη 41 της παρούσας αποφάσεως δεν τίθεται εν αμφιβόλω για τον λόγο ότι η εφαρμογή της ενδέχεται να έχει ως συνέπεια τον διαχωρισμό, αφενός, της αγωγής λόγω προσβολής, η οποία παραμένει εκκρεμής ενώπιον δικαστηρίου του κράτους μέλους της κατοικίας του εναγομένου και, αφετέρου, της διαφοράς ως προς το κύρος του διπλώματος ευρεσιτεχνίας που χορηγήθηκε εντός άλλου κράτους μέλους, για την οποία αποκλειστική διεθνή δικαιοδοσία έχουν τα δικαστήρια του κράτους μέλους χορήγησης του διπλώματος ευρεσιτεχνίας, κατ’ εφαρμογήν της προαναφερθείσας διατάξεως.

51      Πράγματι, όπως επισήμανε, κατ’ ουσίαν, ο γενικός εισαγγελέας στα σημεία 79 έως 94 των προτάσεων που ανέπτυξε στις 22 Φεβρουαρίου 2024, ο διαχωρισμός αυτός δεν σημαίνει ότι το δικαστήριο του κράτους μέλους της κατοικίας του εναγομένου, το οποίο επιλήφθηκε της εις βάρος του αγωγής λόγω προσβολής, θα πρέπει να αγνοήσει ότι ο εναγόμενος άσκησε νομοτύπως ενώπιον των δικαστηρίων του κράτους μέλους χορήγησης του διπλώματος ευρεσιτεχνίας αγωγή για την κήρυξη της ακυρότητας του εκεί χορηγηθέντος διπλώματος ευρεσιτεχνίας. Εφόσον το κρίνει δικαιολογημένο, ιδίως σε περίπτωση που εκτιμά ότι υφίσταται εύλογη και μη αμελητέα πιθανότητα το δίπλωμα να κηρυχθεί άκυρο από το αρμόδιο δικαστήριο του άλλου αυτού κράτους μέλους (βλ., κατ’ αναλογίαν, απόφαση της 12ης Ιουλίου 2012, Solvay, C‑616/10, EU:C:2012:445, σκέψη 49), το δικαστήριο το οποίο έχει επιληφθεί της αγωγής λόγω προσβολής μπορεί, ενδεχομένως, να αναστείλει την ενώπιόν του διαδικασία, ώστε να μπορέσει να λάβει υπόψη, για τις ανάγκες της δικής του αποφάσεως επί της αγωγής λόγω προσβολής, την απόφαση που θα εκδώσει το δικαστήριο το οποίο επιλήφθηκε της αγωγής για την κήρυξη της ακυρότητας.

52      Κατόπιν των ανωτέρω σκέψεων, στο πρώτο και στο δεύτερο προδικαστικό ερώτημα πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι το άρθρο 24, σημείο 4, του κανονισμού Βρυξέλλες Iα έχει την έννοια ότι δικαστήριο του κράτους μέλους της κατοικίας του εναγομένου το οποίο έχει επιληφθεί, δυνάμει του άρθρου 4, παράγραφος 1, του ίδιου κανονισμού, αγωγής λόγω προσβολής διπλώματος ευρεσιτεχνίας χορηγηθέντος εντός άλλου κράτους μέλους εξακολουθεί να έχει διεθνή δικαιοδοσία προς εκδίκαση της αγωγής σε περίπτωση που, στο πλαίσιο της σχετικής δίκης, ο εναγόμενος προβάλλει ένσταση ακυρότητας του εν λόγω διπλώματος, ενώ τα δικαστήρια του άλλου αυτού κράτους μέλους έχουν αποκλειστική διεθνή δικαιοδοσία ως προς το ζήτημα του κύρους του επίμαχου διπλώματος ευρεσιτεχνίας.

 Επί του τρίτου ερωτήματος

53      Με το τρίτο προδικαστικό ερώτημα, το αιτούν δικαστήριο ζητεί να διευκρινιστεί αν το άρθρο 24, σημείο 4, του κανονισμού Βρυξέλλες Iα έχει την έννοια ότι τυγχάνει εφαρμογής και έναντι δικαστηρίου τρίτου κράτους, με συνέπεια να του απονέμει αποκλειστική διεθνή δικαιοδοσία όσον αφορά την εκτίμηση του κύρους διπλώματος ευρεσιτεχνίας το οποίο έχει χορηγηθεί ή επικυρωθεί στο κράτος αυτό.

54      Κατά το άρθρο 24, σημείο 4, του ως άνω κανονισμού, τα δικαστήρια του κράτους μέλους χορήγησης του διπλώματος ευρεσιτεχνίας έχουν αποκλειστική διεθνή δικαιοδοσία, μεταξύ άλλων, ως προς το ζήτημα του κύρους του διπλώματος ευρεσιτεχνίας, χωρίς να λαμβάνεται υπόψη η κατοικία των διαδίκων. Όπως συνάγεται από τη σκέψη 33 της παρούσας αποφάσεως, η διάταξη αυτή δεν διακρίνει, συναφώς, μεταξύ εθνικού διπλώματος ευρεσιτεχνίας χορηγηθέντος από κράτος μέλος και ευρωπαϊκού διπλώματος ευρεσιτεχνίας επικυρωθέντος σε κράτος μέλος.

55      Από το γράμμα του άρθρου 24, σημείο 4, του κανονισμού Βρυξέλλες Iα προκύπτει ότι η συγκεκριμένη διάταξη αφορά την αποκλειστική διεθνή δικαιοδοσία των δικαστηρίων των κρατών μελών επί διαφορών σχετικών με την καταχώριση ή το κύρος των διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας που χορηγούνται από τα κράτη μέλη. Πράγματι, όπως επισήμανε, κατ’ ουσίαν, ο γενικός εισαγγελέας στο σημείο 23 των προτάσεων που ανέπτυξε στις 5 Σεπτεμβρίου 2024, το καθεστώς το οποίο προβλέπει ο κανονισμός Βρυξέλλες Iα, όπως και οι προϊσχύσασες πράξεις, είναι ένα εσωτερικό σύστημα απονομής διεθνούς δικαιοδοσίας εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το οποίο επιδιώκει δικούς της σκοπούς, όπως η εύρυθμη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς καθώς και η εγκαθίδρυση Χώρου ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης.

56      Το Δικαστήριο έχει κρίνει ότι, για τον λόγο αυτόν, το άρθρο 24, σημείο 4, του κανονισμού Βρυξέλλες Iα δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι έχει εφαρμογή σε περίπτωση που τα επίμαχα διπλώματα ευρεσιτεχνίας χορηγούνται ή επικυρώνονται όχι σε κράτος μέλος, αλλά σε τρίτο κράτος (πρβλ. απόφαση της 8ης Σεπτεμβρίου 2022, IRnova, C‑399/21, EU:C:2022:648, σκέψη 35).

57      Συνεπώς, διαπιστώνεται ότι το άρθρο 24, σημείο 4, του κανονισμού Βρυξέλλες Iα δεν έχει εφαρμογή έναντι δικαστηρίου τρίτου κράτους και, κατά συνέπεια, ουδεμία διεθνή δικαιοδοσία, αποκλειστική ή μη, είναι δυνατόν να απονέμει σε τέτοιο δικαστήριο όσον αφορά την εκτίμηση του κύρους διπλώματος ευρεσιτεχνίας χορηγηθέντος ή επικυρωθέντος στο τρίτο αυτό κράτος.

58      Παρά ταύτα, λαμβανομένων υπόψη των αμφιβολιών που εξέφρασε το αιτούν δικαστήριο ως προς την ερμηνεία του άρθρου 4, παράγραφος 1, του κανονισμού Βρυξέλλες Iα και προκειμένου να του δοθεί χρήσιμη απάντηση, μένει ακόμη να κριθεί αν, όταν δικαστήριο κράτους μέλους επιλαμβάνεται, βάσει του άρθρου 4, παράγραφος 1, αγωγής λόγω προσβολής διπλώματος ευρεσιτεχνίας χορηγηθέντος ή επικυρωθέντος σε τρίτο κράτος, στο πλαίσιο της οποίας προβάλλεται ένσταση ακυρότητας του διπλώματος, το ως άνω δικαστήριο έχει διεθνή δικαιοδοσία, κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 4, παράγραφος 1, να αποφανθεί επί της ενστάσεως.

59      Υπενθυμίζεται συναφώς ότι, για να εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του κανονισμού Βρυξέλλες Iα, η επίδικη έννομη σχέση απαιτείται να ενέχει στοιχείο αλλοδαπότητας. Τούτο μπορεί να προκύπτει τόσο από τον τόπο της κατοικίας του εναγομένου όσο και από το αντικείμενο της διαφοράς, το οποίο ενδέχεται να εντοπίζεται σε τρίτο κράτος, εφόσον η επίδικη σχέση είναι ικανή να εγείρει, ενώπιον δικαστηρίου κράτους μέλους, ζητήματα σχετικά με τον καθορισμό της διεθνούς δικαιοδοσίας των δικαστηρίων (πρβλ. απόφαση της 8ης Σεπτεμβρίου 2022, IRnova, C‑399/21, EU:C:2022:648, σκέψεις 27 έως 29).

60      Εν προκειμένω, δεν αμφισβητείται ότι η επίδικη έννομη σχέση, η οποία αποτελεί το αντικείμενο του τρίτου προδικαστικού ερωτήματος, ενέχει στοιχεία αλλοδαπότητας που συνδέονται, αφενός, με την κατοικία του ενάγοντος, υπό την έννοια ότι βρίσκεται σε κράτος μέλος διαφορετικό από εκείνο της κατοικίας του εναγομένου, και, αφετέρου, με το αντικείμενο της διαφοράς, υπό την έννοια ότι το επίμαχο στην υπόθεση της κύριας δίκης δίπλωμα ευρεσιτεχνίας επικυρώθηκε σε τρίτο κράτος, ήτοι στην Τουρκία. Ως εκ τούτου, η έννομη αυτή σχέση εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του κανονισμού Βρυξέλλες Iα.

61      Επομένως, βάσει του γενικού κανόνα του άρθρου 4, παράγραφος 1, του κανονισμού Βρυξέλλες Iα, τα δικαστήρια του κράτους μέλους της κατοικίας του εναγομένου έχουν, κατ’ αρχήν, διεθνή δικαιοδοσία προς εκδίκαση αγωγής που ασκήθηκε εις βάρος του από τον κάτοχο διπλώματος ευρεσιτεχνίας χορηγηθέντος ή επικυρωθέντος σε τρίτο κράτος, ο οποίος έχει την κατοικία του στο έδαφος άλλου κράτους μέλους. Επιπλέον, η διεθνής δικαιοδοσία του επιληφθέντος κατ’ αυτόν τον τρόπο δικαστηρίου του κράτους μέλους καλύπτει κατ’ αρχήν, δυνάμει του προαναφερθέντος γενικού κανόνα, το ζήτημα του κύρους του διπλώματος ευρεσιτεχνίας, το οποίο προβάλλεται με ένσταση στο πλαίσιο της αγωγής λόγω προσβολής.

62      Παρατηρείται όμως ότι όταν το δικαστήριο του κράτους μέλους της κατοικίας του εναγομένου έχει επιληφθεί τέτοιας διαφοράς, αυτή η κατ’ αρχήν διεθνής δικαιοδοσία του να αποφανθεί επί του μέρους εκείνου της διαφοράς το οποίο αφορά το κύρος διπλώματος ευρεσιτεχνίας χορηγηθέντος ή επικυρωθέντος σε τρίτο κράτος μπορεί να περιοριστεί από ειδικούς κανόνες όπως οι προβλεπόμενοι στο άρθρο 73 του κανονισμού Βρυξέλλες Iα.

63      Ειδικότερα, βάσει του άρθρου 73, παράγραφος 1, του κανονισμού Βρυξέλλες Iα, τα δικαστήρια των κρατών που είναι συμβαλλόμενα μέρη της Συμβάσεως του Λουγκάνο έχουν αποκλειστική διεθνή δικαιοδοσία ως προς το ζήτημα του κύρους διπλώματος ευρεσιτεχνίας χορηγηθέντος εντός ενός από τα συμβαλλόμενα αυτά κράτη, δεδομένου ότι η Σύμβαση του Λουγκάνο περιέχει, στο άρθρο 22, σημείο 4, κανόνα ανάλογο με εκείνον του άρθρου 24, σημείο 4, του κανονισμού Βρυξέλλες Iα.

64      Ομοίως, διμερής σύμβαση η οποία έχει συναφθεί μεταξύ κράτους μέλους και τρίτου κράτους υπό τις προϋποθέσεις του άρθρου 73, παράγραφος 3, του κανονισμού Βρυξέλλες Iα μπορεί να ορίζει ότι τα δικαστήρια του τρίτου αυτού κράτους έχουν αποκλειστική διεθνή δικαιοδοσία προς εκδίκαση διαφορών σχετικών με το κύρος εκεί χορηγηθέντων διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας.

65      Εξάλλου, υπό τις προϋποθέσεις των άρθρων 33 και 34 του κανονισμού Βρυξέλλες Iα, δικαστήριο κράτους μέλους του οποίου η διεθνής δικαιοδοσία βασίζεται στο άρθρο 4 του ίδιου κανονισμού μπορεί να υποχρεωθεί να αναγνωρίσει τη διεθνή δικαιοδοσία των δικαστηρίων τρίτων κρατών, αναστέλλοντας ή ακόμη και περατώνοντας τη δίκη ενώπιόν του, όταν υπάρχει εκκρεμοδικία ενώπιον δικαστηρίου τρίτου κράτους κατά τον χρόνο που το πρώτο δικαστήριο επιλαμβάνεται είτε αγωγής μεταξύ των ίδιων διαδίκων με το ίδιο αντικείμενο και την ίδια αιτία όπως η ασκηθείσα ενώπιον του δικαστηρίου του τρίτου κράτους είτε αγωγής συναφούς με εκείνη που εκδικάζεται ενώπιον του δικαστηρίου του τρίτου κράτους.

66      Υπό την επιφύλαξη ελέγχου του ζητήματος από το αιτούν δικαστήριο, δεν προκύπτει εν προκειμένω να πρέπει να ληφθεί υπόψη κανένας περιορισμός προβλεπόμενος από τέτοιους ειδικούς κανόνες. Και τούτο διότι, αφενός, η Δημοκρατία της Τουρκίας δεν είναι συμβαλλόμενο κράτος στη Σύμβαση του Λουγκάνο και, αφετέρου, η δικογραφία ενώπιον του Δικαστηρίου δεν περιέχει καμία ένδειξη ως προς την ύπαρξη εφαρμοστέας διμερούς συμβάσεως μεταξύ του Βασιλείου της Σουηδίας και του συγκεκριμένου τρίτου κράτους ή εκκρεμοδικίας ενώπιον δικαστηρίου του, κατά την έννοια των άρθρων 33 και 34 του κανονισμού Βρυξέλλες Iα.

67      Πέραν τούτου, όπως επισήμανε ο γενικός εισαγγελέας στο σημείο 23 των προτάσεων που ανέπτυξε στις 22 Φεβρουαρίου 2024, η Σύμβαση του Μονάχου δεν περιέχει καμία διάταξη που να καθορίζει ή να περιορίζει ρητώς τη διεθνή δικαιοδοσία των δικαστηρίων των συμβαλλομένων μερών προς εκδίκαση διασυνοριακών διαφορών σχετικών με το ευρωπαϊκό δίπλωμα ευρεσιτεχνίας.

68      Παρά ταύτα, πρέπει να κριθεί αν το γενικό διεθνές δίκαιο περιορίζει την ερειδόμενη στο άρθρο 4, παράγραφος 1, του κανονισμού Βρυξέλλες Iα διεθνή δικαιοδοσία δικαστηρίου κράτους μέλους ως προς το ζήτημα του κύρους διπλώματος ευρεσιτεχνίας το οποίο έχει χορηγηθεί ή επικυρωθεί σε τρίτο κράτος, όταν το ζήτημα προβάλλεται με ένσταση στο πλαίσιο αγωγής που ασκήθηκε ενώπιον του δικαστηρίου αυτού με αντικείμενο την προσβολή του διπλώματος ευρεσιτεχνίας.

69      Υπενθυμίζεται συναφώς ότι οι κανόνες και οι αρχές του γενικού διεθνούς δικαίου δεσμεύουν τα ενωσιακά θεσμικά όργανα και αποτελούν μέρος της ενωσιακής έννομης τάξης (πρβλ. αποφάσεις της 27ης Φεβρουαρίου 2018, Western Sahara Campaign UK, C‑266/16, EU:C:2018:118, σκέψη 47, και της 7ης Μαΐου 2020, Rina, C‑641/18, EU:C:2020:349, σκέψη 54 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία). Επομένως, μια πράξη που έχει εκδοθεί δυνάμει των αρμοδιοτήτων της Ένωσης, όπως ο κανονισμός Βρυξέλλες Iα, πρέπει να ερμηνεύεται και, ως προς το πεδίο εφαρμογής της, να οριοθετείται με γνώμονα τους κανόνες και τις αρχές του γενικού διεθνούς δικαίου (πρβλ. αποφάσεις της 24ης Νοεμβρίου 1992, Poulsen και Diva Navigation, C‑286/90, EU:C:1992:453, σκέψη 9, και της 3ης Σεπτεμβρίου 2008, Kadi και Al Barakaat International Foundation κατά Συμβουλίου και Επιτροπής, C‑402/05 P και C‑415/05 P, EU:C:2008:461, σκέψη 291).

70      Αφενός, διαπιστώνεται ότι από τη νομολογία του Δικαστηρίου προκύπτει ότι, όταν πρόκειται για διαφορά η οποία συνδέεται τουλάχιστον εν μέρει, λόγω του αντικειμένου της, με τρίτο κράτος, η αναγνώριση διεθνούς δικαιοδοσίας προς εκδίκαση της διαφοράς αυτής στα δικαστήρια κράτους μέλους επειδή η κατοικία του εναγομένου βρίσκεται στο έδαφός του συγκεκριμένου κράτους μέλους, δεν προσκρούει στην αρχή του διεθνούς δικαίου ότι οι Συνθήκες παράγουν αποτέλεσμα μόνο μεταξύ των συμβαλλομένων μερών (πρβλ. απόφαση της 1ης Μαρτίου 2005, Owusu, C‑281/02, EU:C:2005:120, σκέψεις 30 και 31).

71      Αφετέρου, επισημαίνεται ότι η διεθνής αυτή δικαιοδοσία του δικαστηρίου της κατοικίας του εναγομένου πρέπει να ασκείται χωρίς να παραβιάζεται η αρχή της μη επέμβασης, σύμφωνα με την οποία ένα κράτος δεν επιτρέπεται να επεμβαίνει σε υποθέσεις που άπτονται, κατά βάση, της εθνικής αρμοδιότητας άλλου κράτους.

72      Κατά την άσκηση των αρμοδιοτήτων του, ένα κράτος μπορεί να χορηγεί, να επικυρώνει και να καταχωρίζει τίτλους διανοητικής ιδιοκτησίας οι οποίοι, στο έδαφός του, παρέχουν στον κάτοχό τους αποκλειστικά δικαιώματα διανοητικής ιδιοκτησίας, όπως είναι το δίπλωμα ευρεσιτεχνίας. Εξάλλου, από την έκθεση του P. Jenard σχετικά με τη Σύμβαση της 27ης Σεπτεμβρίου 1968 για τη διεθνή δικαιοδοσία και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις (ΕΕ 1986, C 298, σ. 29) προκύπτει ότι ένας από τους λόγους που το άρθρο 16, σημείο 4, της Συμβάσεως εκείνης, το οποίο είναι το αντίστοιχο του άρθρου 24, σημείο 4, του κανονισμού Βρυξέλλες Iα, απένειμε στα δικαστήρια του συμβαλλομένου κράτους που χορήγησε το δίπλωμα ευρεσιτεχνίας αποκλειστική διεθνή δικαιοδοσία προς εκδίκαση διαφορών σχετικών με την καταχώριση ή με το κύρος του διπλώματος έγκειται στο γεγονός ότι «η χορήγηση εθνικού διπλώματος ευρεσιτεχνίας απορρέει από την εθνική κυριαρχία». Επιπλέον, όπως προεκτέθηκε στη σκέψη 36 της παρούσας αποφάσεως, αυτή η αποκλειστική διεθνής δικαιοδοσία δικαιολογείται τόσο από το γεγονός ότι η χορήγηση των διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας προϋποθέτει την παρέμβαση της εθνικής Διοίκησης όσο και από το γεγονός ότι τα προαναφερθέντα δικαστήρια είναι τα πλέον κατάλληλα να αποφαίνονται επί υποθέσεων στις οποίες η διαφορά αυτή καθεαυτήν αφορά το κύρος του διπλώματος ευρεσιτεχνίας ή το υποστατό της κατάθεσης ή της καταχώρισής του.

73      Εφόσον όμως τυχόν δικαστική απόφαση με την οποία ακυρώνεται το δίπλωμα ευρεσιτεχνίας επηρεάζει την ύπαρξη ή, σε περίπτωση μερικής ακυρώσεως, το περιεχόμενο των αποκλειστικών αυτών δικαιωμάτων, μόνον τα αρμόδια δικαστήρια του κράτους της χορήγησης του διπλώματος ευρεσιτεχνίας μπορούν να εκδώσουν τέτοια απόφαση. Πράγματι, από την αρχή της μη επέμβασης για την οποία έγινε λόγος στη σκέψη 71 της παρούσας αποφάσεως προκύπτει ότι μόνον τα δικαστήρια του τρίτου κράτους όπου χορηγήθηκε ή επικυρώθηκε το δίπλωμα ευρεσιτεχνίας έχουν διεθνή δικαιοδοσία να κηρύξουν την ακυρότητά του, με απόφαση δυνάμει της οποίας μπορούν να τροποποιηθούν τα στοιχεία του εθνικού μητρώου του κράτους αυτού όσον αφορά την ύπαρξη ή το περιεχόμενο του διπλώματος ευρεσιτεχνίας.

74      Αντιθέτως, το δικαστήριο του κράτους μέλους της κατοικίας του εναγομένου, το οποίο έχει επιληφθεί, όπως στην υπόθεση της κύριας δίκης, βάσει του άρθρου 4, παράγραφος 1, του κανονισμού Βρυξέλλες Iα, αγωγής λόγω προσβολής, στο πλαίσιο της οποίας προβάλλεται ένσταση ακυρότητας διπλώματος ευρεσιτεχνίας χορηγηθέντος ή επικυρωθέντος σε τρίτο κράτος, έχει διεθνή δικαιοδοσία να κρίνει το ζήτημα του κύρους εφόσον δεν τυγχάνει εφαρμογής κανένας από τους περιορισμούς που μνημονεύθηκαν στις σκέψεις 63 έως 65 της παρούσας αποφάσεως, δεδομένου ότι η κρίση την οποία καλείται να διατυπώσει συναφώς το δικαστήριο αυτό δεν είναι ικανή να επηρεάσει την ύπαρξη ή το περιεχόμενο του διπλώματος ευρεσιτεχνίας στο τρίτο κράτος ή να επιφέρει την τροποποίηση του εθνικού μητρώου του.

75      Πράγματι, όπως παρατήρησε ο γενικός εισαγγελέας στο σημείο 62 των προτάσεων που ανέπτυξε στις 22 Φεβρουαρίου 2024 και όπως επισήμαναν οι διάδικοι της κύριας δίκης καθώς και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση της 14ης Μαΐου 2024 ενώπιον του Δικαστηρίου, η κρίση αυτή παράγει αποτελέσματα μόνον inter partes, δηλαδή η ισχύς της περιορίζεται μόνον στη σχέση μεταξύ των διαδίκων. Επομένως, όταν το ζήτημα του κύρους διπλώματος ευρεσιτεχνίας χορηγηθέντος εντός τρίτου κράτους εγείρεται με ένσταση στο πλαίσιο αγωγής λόγω προσβολής του διπλώματος αυτού ενώπιον δικαστηρίου κράτους μέλους, η ένσταση προβάλλεται με αποκλειστικό σκοπό την απόρριψη της αγωγής και όχι την έκδοση αποφάσεως συνεπαγόμενης την ολική ή μερική ακύρωση του επίμαχου διπλώματος ευρεσιτεχνίας. Ειδικότερα, μια τέτοια απόφαση επ’ ουδενί μπορεί να περιέχει διαταγή προς τη διοικητική αρχή του οικείου τρίτου κράτους η οποία είναι αρμόδια για την τήρηση του εθνικού του μητρώου.

76      Από το σύνολο των ανωτέρω σκέψεων προκύπτει ότι στο τρίτο προδικαστικό ερώτημα πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι το άρθρο 24, σημείο 4, του κανονισμού Βρυξέλλες Iα έχει την έννοια ότι δεν έχει εφαρμογή έναντι δικαστηρίου τρίτου κράτους και, κατά συνέπεια, ουδεμία διεθνή δικαιοδοσία, αποκλειστική ή μη, είναι δυνατόν να απονέμει σε τέτοιο δικαστήριο όσον αφορά την εκτίμηση του κύρους διπλώματος ευρεσιτεχνίας χορηγηθέντος ή επικυρωθέντος στο τρίτο αυτό κράτος. Σε περίπτωση που δικαστήριο κράτους μέλους επιλαμβάνεται, βάσει του άρθρου 4, παράγραφος 1, του ίδιου κανονισμού, αγωγής λόγω προσβολής διπλώματος ευρεσιτεχνίας χορηγηθέντος ή επικυρωθέντος σε τρίτο κράτος στο πλαίσιο της οποίας προβάλλεται ένσταση ακυρότητας του εν λόγω διπλώματος το ως άνω δικαστήριο έχει διεθνή δικαιοδοσία, κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 4, παράγραφος 1, να αποφανθεί επί της ενστάσεως ακυρότητας, χωρίς η σχετική κρίση του να είναι ικανή να επηρεάσει την ύπαρξη ή το περιεχόμενο του διπλώματος ευρεσιτεχνίας στο τρίτο αυτό κράτος ή να επιφέρει τροποποίηση στο εθνικό μητρώο του.

 Επί των δικαστικών εξόδων

77      Δεδομένου ότι η παρούσα διαδικασία έχει ως προς τους διαδίκους της κύριας δίκης τον χαρακτήρα παρεμπίπτοντος που ανέκυψε ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου, σ’ αυτό εναπόκειται να αποφανθεί επί των δικαστικών εξόδων. Τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκαν όσοι υπέβαλαν παρατηρήσεις στο Δικαστήριο, πλην των ως άνω διαδίκων, δεν αποδίδονται.

Για τους λόγους αυτούς, το Δικαστήριο (τμήμα μείζονος συνθέσεως) αποφαίνεται:

1)      Το άρθρο 24, σημείο 4, του κανονισμού (ΕΕ) 1215/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Δεκεμβρίου 2012, για τη διεθνή δικαιοδοσία, την αναγνώριση και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις,

έχει την έννοια ότι:

δικαστήριο του κράτους μέλους της κατοικίας του εναγομένου το οποίο έχει επιληφθεί, δυνάμει του άρθρου 4, παράγραφος 1, του ίδιου κανονισμού, αγωγής λόγω προσβολής διπλώματος ευρεσιτεχνίας χορηγηθέντος εντός άλλου κράτους μέλους εξακολουθεί να έχει διεθνή δικαιοδοσία προς εκδίκαση της αγωγής σε περίπτωση που, στο πλαίσιο της σχετικής δίκης, ο εναγόμενος προβάλλει ένσταση ακυρότητας του εν λόγω διπλώματος, ενώ τα δικαστήρια του άλλου αυτού κράτους μέλους έχουν αποκλειστική διεθνή δικαιοδοσία ως προς το ζήτημα του κύρους του επίμαχου διπλώματος ευρεσιτεχνίας.

2)      Το άρθρο 24, σημείο 4, του κανονισμού 1215/2012

έχει την έννοια ότι:

δεν έχει εφαρμογή έναντι δικαστηρίου τρίτου κράτους και, κατά συνέπεια, ουδεμία διεθνή δικαιοδοσία, αποκλειστική ή μη, είναι δυνατόν να απονέμει σε τέτοιο δικαστήριο όσον αφορά την εκτίμηση του κύρους διπλώματος ευρεσιτεχνίας χορηγηθέντος ή επικυρωθέντος στο τρίτο αυτό κράτος. Σε περίπτωση που δικαστήριο κράτους μέλους επιλαμβάνεται, βάσει του άρθρου 4, παράγραφος 1, του ίδιου κανονισμού, αγωγής λόγω προσβολής διπλώματος ευρεσιτεχνίας χορηγηθέντος ή επικυρωθέντος σε τρίτο κράτος στο πλαίσιο της οποίας προβάλλεται ένσταση ακυρότητας του εν λόγω διπλώματος το ως άνω δικαστήριο έχει διεθνή δικαιοδοσία, κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 4, παράγραφος 1, να αποφανθεί επί της ενστάσεως ακυρότητας, χωρίς η σχετική κρίση του να είναι ικανή να επηρεάσει την ύπαρξη ή το περιεχόμενο του διπλώματος ευρεσιτεχνίας στο τρίτο αυτό κράτος ή να επιφέρει τροποποίηση στο εθνικό μητρώο του.

(υπογραφές)


*      Γλώσσα διαδικασίας: η σουηδική.