ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έβδομο τμήμα)

της 25ης Μαΐου 2023 ( *1 )

«Προδικαστική παραπομπή – Ασφάλεια των τροφίμων – Νέα τρόφιμα – Κανονισμός (ΕΕ) 2015/2283 – Άλευρο φύτρων φαγόπυρου πλούσιο σε σπερμιδίνη – Βλάστηση σπόρων φαγόπυρου μέσα σε θρεπτικό ορό με σπερμιδίνη»

Στην υπόθεση C‑141/22,

με αντικείμενο αίτηση προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 267 ΣΛΕΕ, που υπέβαλε το Landesgericht für Zivilrechtssachen Graz (περιφερειακό δικαστήριο αστικών υποθέσεων Γκρατς, Αυστρία) με απόφαση της 17ης Φεβρουαρίου 2022, η οποία περιήλθε στο Δικαστήριο στις 28 Φεβρουαρίου 2022, στο πλαίσιο της δίκης

TLL The Longevity Labs GmbH

κατά

Optimize Health Solutions mi GmbH,

BM,

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (έβδομο τμήμα),

συγκείμενο από τους M. L. Arastey Sahún, πρόεδρο τμήματος, F. Biltgen και J. Passer (εισηγητή), δικαστές,

γενικός εισαγγελέας: M. Campos Sánchez-Bordona

γραμματέας: A. Calot Escobar

έχοντας υπόψη την έγγραφη διαδικασία,

λαμβάνοντας υπόψη τις παρατηρήσεις που υπέβαλαν:

η TLL The Longevity Labs GmbH, εκπροσωπούμενη από τον J. Hütthaler-Brandauer, Rechtsanwalt,

η Optimize Health Solutions mi GmbH, εκπροσωπούμενη από τον M. Kasper, Rechtsanwalt,

o BM, εκπροσωπούμενος από τους M. Grube και M. Kasper, Rechtsanwälte,

η Ελληνική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τις Κ. Κώνστα και Ε. Λευθεριώτου,

η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, εκπροσωπούμενη από τον B.‑R. Killmann και την B. Rous Demiri,

αφού άκουσε τον γενικό εισαγγελέα, που ανέπτυξε τις προτάσεις του κατά τη συνεδρίαση της 19ης Ιανουαρίου 2023,

εκδίδει την ακόλουθη

Απόφαση

1

Η αίτηση προδικαστικής αποφάσεως αφορά την ερμηνεία του άρθρου 3, παράγραφος 2, στοιχείο αʹ, σημεία iv και vii, του κανονισμού (ΕΕ) 2015/2283 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Νοεμβρίου 2015, σχετικά με τα νέα τρόφιμα, την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1169/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 258/97 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1852/2001 της Επιτροπής (ΕΕ 2015, L 327, σ. 1), καθώς και την ερμηνεία του άρθρου 2, στοιχείο γʹ, του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 178/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 28ης Ιανουαρίου 2002, για τον καθορισμό των γενικών αρχών και απαιτήσεων της νομοθεσίας για τα τρόφιμα, για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Αρχής για την Ασφάλεια των Τροφίμων και τον καθορισμό διαδικασιών σε θέματα ασφαλείας των τροφίμων (ΕΕ 2002, L 31, σ. 1).

2

Η αίτηση αυτή υποβλήθηκε στο πλαίσιο ένδικης διαφοράς μεταξύ, αφενός, της TLL The Longevity Labs GmbH (στο εξής: TLL) και, αφετέρου, της Optimize Health Solutions mi GmbH (στο εξής: Optimize Health) και του διαχειριστή της BM, με αντικείμενο ισχυρισμούς περί πράξεων αθέμιτου ανταγωνισμού.

Το νομικό πλαίσιο

Ο κανονισμός 178/2002

3

Το άρθρο 2 του κανονισμού 178/2002, το οποίο επιγράφεται «Ορισμός των “τροφίμων”», έχει ως εξής:

«Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, ως “τρόφιμα” (ή “είδη διατροφής”) νοούνται ουσίες ή προϊόντα, είτε αυτά έχουν υποστεί πλήρη ή μερική επεξεργασία είτε όχι, τα οποία προορίζονται για βρώση από τον άνθρωπο ή αναμένεται ευλόγως ότι θα χρησιμεύσουν για τον σκοπό αυτόν.

Στα “τρόφιμα” περιλαμβάνονται ποτά, τσίχλες και οποιαδήποτε ουσία, περιλαμβανομένου του νερού, η οποία ενσωματώνεται σκόπιμα στα τρόφιμα στη διάρκεια της παραγωγής, της παρασκευής ή της επεξεργασίας τους. […]

Στα “τρόφιμα” δεν περιλαμβάνονται τα ακόλουθα:

[…]

γ) φυτά πριν από τη συγκομιδή,

[…]».

Ο κανονισμός 2015/2283

4

Κατά την παράγραφο 2 του άρθρου 3 του κανονισμού 2015/2283, το οποίο φέρει τον τίτλο «Ορισμοί»:

«2.   Ισχύουν […] οι ακόλουθοι ορισμοί:

α)

“νέο τρόφιμο”: κάθε τρόφιμο που δεν χρησιμοποιούνταν ευρέως για ανθρώπινη κατανάλωση εντός της Ένωσης πριν από τις 15 Μαΐου 1997, ανεξάρτητα από τις ημερομηνίες προσχώρησης των κρατών μελών στην Ένωση, και το οποίο εμπίπτει σε μία τουλάχιστον από τις ακόλουθες κατηγορίες:

[…]

iv)

τρόφιμα που αποτελούνται, έχουν απομονωθεί ή έχουν παραχθεί από φυτά ή μέρη αυτών, εκτός από τις περιπτώσεις στις οποίες τα τρόφιμα έχουν ιστορικό ασφαλούς χρήσης εντός της αγοράς της Ένωσης και αποτελούνται, έχουν απομονωθεί ή έχουν παραχθεί από φυτό ή ποικιλία του ίδιου είδους που έχει ληφθεί με:

παραδοσιακές πρακτικές πολλαπλασιασμού που χρησιμοποιούνταν για την παραγωγή τροφίμων εντός της Ένωσης πριν από την 15η Μαΐου 1997 ή

μη παραδοσιακές πρακτικές πολλαπλασιασμού οι οποίες δεν χρησιμοποιούνταν για την παραγωγή τροφίμων εντός της Ένωσης πριν από την 15η Μαΐου 1997 όταν οι πρακτικές αυτές δεν προκαλούν στη σύνθεση ή τη δομή των τροφίμων σημαντικές αλλαγές που επηρεάζουν τη θρεπτική τους αξία, τον μεταβολισμό τους ή την περιεκτικότητά τους σε ανεπιθύμητες ουσίες,

[…]

vii)

τρόφιμα που προκύπτουν από μία διαδικασία παραγωγής η οποία δεν εφαρμοζόταν για την παραγωγή τροφίμων στην Ένωση πριν από τις 15 Μαΐου 1997, διαδικασία η οποία προκαλεί σημαντικές μεταβολές στη σύνθεση ή τη δομή των τροφίμων οι οποίες επηρεάζουν τη θρεπτική τους αξία, τον τρόπο μεταβολισμού τους ή την περιεκτικότητά τους σε ανεπιθύμητες ουσίες,

[…]

β)

“ιστορικό ασφαλούς χρήσης τροφίμων σε τρίτη χώρα”: η ασφάλεια των εν λόγω τροφίμων έχει επιβεβαιωθεί με στοιχεία σχετικά με τη σύνθεσή τους, καθώς και από την πείρα που προκύπτει από τη συνεχόμενη χρήση τους για τουλάχιστον 25 έτη στη συνήθη διατροφή σημαντικού αριθμού του πληθυσμού τουλάχιστον μίας τρίτης χώρας, πριν από την κοινοποίηση για την οποία γίνεται λόγος στο άρθρο 14·

[…]».

5

Το άρθρο 6 του κανονισμού αυτού, το οποίο φέρει τον τίτλο «Ενωσιακός κατάλογος εγκεκριμένων νέων τροφίμων», ορίζει τα εξής:

«1.   Η Επιτροπή καταρτίζει και επικαιροποιεί ενωσιακό κατάλογο με τα νέα τρόφιμα που έχουν εγκριθεί για να διατεθούν στην αγορά της Ένωσης σύμφωνα με τα άρθρα 7, 8 και 9 (“ο ενωσιακός κατάλογος”).

2.   Μόνο τα νέα τρόφιμα που έχουν εγκριθεί και περιλαμβάνονται στον ενωσιακό κατάλογο μπορούν να διατίθενται στην αγορά της Ένωσης ως έχουν ή να χρησιμοποιούνται εντός και επί των τροφίμων σύμφωνα με τις προϋποθέσεις χρήσης και τις απαιτήσεις επισήμανσης που καθορίζονται στον εν λόγω κατάλογο.»

Η διαφορά της κύριας δίκης και τα προδικαστικά ερωτήματα

6

Η TLL και η Optimize Health είναι ανταγωνίστριες επιχειρήσεις που εμπορεύονται συμπληρώματα διατροφής. Η Optimize Health παρασκευάζει ένα συμπλήρωμα διατροφής το οποίο περιέχει άλευρο φύτρων φαγόπυρου πλούσιο σε σπερμιδίνη (στο εξής: επίδικο προϊόν). Η σπερμιδίνη είναι βιογενής πολυαμίνη η οποία απαντά στα κύτταρα όλων των οργανισμών σε διαφορετικές συγκεντρώσεις. Το επίδικο προϊόν δεν έχει εγκριθεί από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή ως νέο τρόφιμο βάσει του κανονισμού 2015/2283. Η παραγωγή του προκύπτει από μια διαδικασία με την οποία σπόροι φαγόπυρου βλασταίνουν μέσα σε ορό που περιέχει συνθετική σπερμιδίνη προκειμένου να ληφθούν τα φύτρα. Μετά τη συγκομιδή, τα φύτρα αυτά πλένονται με νερό, αποξηραίνονται και κονιορτοποιούνται σε αλεύρι, σύμφωνα με διαδικασία κατά την οποία ο αριθμός των παραγόμενων φύτρων δεν υπερβαίνει τον αριθμό των χρησιμοποιούμενων σπόρων.

7

Η TLL παράγει τρόφιμα πλούσια σε σπερμιδίνη, αλλά με διαφορετική διαδικασία, η οποία συνίσταται στην αφαίρεση της σπερμιδίνης από το φύτρο σπόρων σίτου που δεν έχουν βλαστήσει. Η TLL προσέφυγε ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου ζητώντας να απαγορευθεί στην Optimize Health να διανέμει το επίδικο προϊόν, ισχυριζόμενη ότι επρόκειτο για νέο τρόφιμο το οποίο έπρεπε, σύμφωνα με το άρθρο 6, παράγραφος 2, του κανονισμού 2015/2283, να εγκριθεί και να περιληφθεί στον ενωσιακό κατάλογο εγκεκριμένων νέων τροφίμων. Κατά την TLL, η Optimize Health, διαθέτοντας το επίδικο προϊόν στην αγορά της Ένωσης χωρίς έγκριση και χωρίς το προϊόν αυτό να έχει περιληφθεί στον ενωσιακό κατάλογο εγκεκριμένων νέων τροφίμων, προέβη σε πράξεις αθέμιτου ανταγωνισμού.

8

Η Optimize Health αντιτείνει κατ’ ουσίαν ότι το επίδικο προϊόν δεν αποτελεί νέο τρόφιμο. Κατ’ αρχάς, η βλάστηση αντιστοιχεί σε στάδιο πρωτογενούς παραγωγής κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΚ) 852/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004, για την υγιεινή των τροφίμων (ΕΕ 2004, L 139, σ. 1). Εν συνεχεία, δεδομένου ότι τα φυτά δεν αποτελούν, σύμφωνα με το άρθρο 2 του κανονισμού 178/2002, τρόφιμα πριν από τη συγκομιδή τους, δεν τυγχάνει εφαρμογής ο κανονισμός 2015/2283. Τέλος, η σπερμιδίνη είναι διαθέσιμη στην ΕΕ περισσότερα από είκοσι πέντε χρόνια.

9

Υπό τις συνθήκες αυτές, το Landesgericht für Zivilrechtssachen Graz (περιφερειακό δικαστήριο αστικών υποθέσεων Γκρατς, Αυστρία) αποφάσισε να αναστείλει την ενώπιόν του διαδικασία και να υποβάλει στο Δικαστήριο τα ακόλουθα προδικαστικά ερωτήματα:

«1)

Έχει το άρθρο 3, παράγραφος 2, στοιχείο αʹ, σημείο iv, του κανονισμού [2015/2283] την έννοια ότι το “άλευρο φύτρων φαγόπυρου πλούσιο σε σπερμιδίνη” συνιστά νέο τρόφιμο, δεδομένου ότι μόνον το άλευρο φύτρων φαγόπυρου χωρίς υψηλή περιεκτικότητα σε σπερμιδίνη χρησιμοποιούνταν ευρέως εντός της Ένωσης για ανθρώπινη κατανάλωση πριν από τις 15 Μαΐου 1997 ή διαθέτει ιστορικό ασφαλούς χρήσης ως τρόφιμο μετά την ημερομηνία αυτή, ανεξαρτήτως του τρόπου κατά τον οποίο εισάγεται σε αυτό η σπερμιδίνη;

2)

Σε περίπτωση αρνητικής απαντήσεως στο πρώτο ερώτημα: Έχει το άρθρο 3, παράγραφος 2, στοιχείο αʹ, σημείο vii, του κανονισμού [2015/2283] την έννοια ότι ο όρος “διαδικασία παραγωγής τροφίμων” καλύπτει και τις διαδικασίες που εφαρμόζονται στο πλαίσιο της πρωτογενούς παραγωγής;

3)

Σε περίπτωση καταφατικής απαντήσεως στο δεύτερο ερώτημα: Προϋποθέτει η ύπαρξη νέας διαδικασίας παραγωγής, κατά την έννοια του άρθρου 3, παράγραφος 2, στοιχείο αʹ, σημείο vii, του κανονισμού [2015/2283], το να μην έχει εφαρμοστεί ουδέποτε η διαδικασία παραγωγής αυτή καθεαυτήν για οποιοδήποτε τρόφιμο ή το να μην έχει εφαρμοστεί για το εξεταζόμενο τρόφιμο;

4)

Σε περίπτωση αρνητικής απαντήσεως στο δεύτερο ερώτημα: Συνιστά η πρόκληση βλάστησης σπόρων φαγόπυρου σε θρεπτικό ορό που περιέχει σπερμιδίνη διαδικασία πρωτογενούς παραγωγής φυτού ως προς το οποίο δεν εφαρμόζεται η νομοθεσία περί τροφίμων, και ιδίως ο κανονισμός [2015/2283], δεδομένου ότι το φυτό δεν αποτελεί ακόμη τρόφιμο πριν από τη συγκομιδή [άρθρο 2, στοιχείο γʹ, του κανονισμού (ΕΚ) 178/2002];

5)

Έχει σημασία το αν ο ορός περιέχει φυσική ή συνθετική σπερμιδίνη;»

Επί των αιτημάτων επαναλήψεως της προφορικής διαδικασίας

10

Με έγγραφα που κατέθεσαν στη Γραμματεία του Δικαστηρίου στις 23 και στις 29 Μαρτίου 2023, αντιστοίχως, οι Optimize Health και BM ζήτησαν την επανάληψη της προφορικής διαδικασίας, κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 83 του Κανονισμού Διαδικασίας του Δικαστηρίου, προβάλλοντας κατ’ ουσίαν την εμφάνιση κρίσιμων νέων πραγματικών περιστατικών μετά την έκδοση, στις 14 Μαρτίου 2023, αποφάσεως του Oberlandesgericht Wien (ανώτερου περιφερειακού δικαστηρίου Βιέννης, Αυστρία) με την οποία το δικαστήριο αυτό έκρινε, όσον αφορά το πλούσιο σε σπερμιδίνη άλευρο φύτρων φαγόπυρου, ότι η TLL κίνησε διαδικασία διαβούλευσης για παρόμοιο, αλλά πλασματικό προϊόν, με αποτέλεσμα η διαδικασία αυτή να είναι από κάθε άποψη κατασκευασμένη. Πλην όμως, όπως υποστηρίζουν οι Optimize Health και BM, η Επιτροπή και η Ελληνική Κυβέρνηση στηρίχθηκαν στην εν λόγω διαδικασία με τις γραπτές παρατηρήσεις τους και ο γενικός εισαγγελέας ανέφερε στις προτάσεις του μια κοινοποίηση της Δημοκρατίας της Αυστρίας προς την Επιτροπή που αφορούσε την ίδια διαδικασία.

11

Με έγγραφο που κατέθεσε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου στις 27 Απριλίου 2023, η Optimize Health υπέβαλε νέο αίτημα επανάληψης της προφορικής διαδικασίας, κατ’ εφαρμογή του άρθρου 83 του Κανονισμού Διαδικασίας, επικαλούμενη κατ’ ουσίαν την εμφάνιση κρίσιμων νέων πραγματικών περιστατικών μετά την έκδοση, στις 30 Μαρτίου 2023, διατάξεως του Oberlandesgericht Wien (ανώτερου περιφερειακού δικαστηρίου Βιέννης) με την οποία το δικαστήριο αυτό έκρινε ότι ένα προϊόν σχεδόν πανομοιότυπο με το επίδικο δεν μπορούσε να θεωρηθεί νέο τρόφιμο.

12

Όσον αφορά την κοινοποίηση της Δημοκρατίας της Αυστρίας στην Επιτροπή, παρατηρείται ότι, όπως επισήμανε ο γενικός εισαγγελέας στο σημείο 29 των προτάσεών του, αυτή δεν είναι ικανή να επηρεάσει την έκβαση της προδικαστικής παραπομπής, δεδομένου ότι το αιτούν δικαστήριο δεν ήταν σε θέση να τη λάβει υπόψη για τους σκοπούς της αιτήσεώς του.

13

Επιπλέον, υπενθυμίζεται ότι ο Οργανισμός του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ο Κανονισμός Διαδικασίας δεν προβλέπουν δυνατότητα των διαδίκων να διατυπώνουν παρατηρήσεις σε απάντηση των προτάσεων του γενικού εισαγγελέα (απόφαση της 31ης Ιανουαρίου 2023, Puig Gordi κ.λπ.,C‑158/21, EU:C:2023:57, σκέψη 37).

14

Βεβαίως, δυνάμει του άρθρου 83 του Κανονισμού Διαδικασίας, το Δικαστήριο μπορεί οποτεδήποτε, αφού ακούσει τον γενικό εισαγγελέα, να διατάξει την επανάληψη της προφορικής διαδικασίας, ιδίως αν κρίνει ότι δεν έχει διαφωτιστεί επαρκώς ή όταν, προς επίλυση της διαφοράς, το Δικαστήριο χρειάζεται να στηριχθεί σε επιχείρημα επί του οποίου δεν διεξήχθη συζήτηση μεταξύ των διαδίκων.

15

Εντούτοις, το Δικαστήριο, αφού άκουσε τον γενικό εισαγγελέα, εκτιμά ότι από τα αιτήματα για επανάληψη της προφορικής διαδικασίας που υποβλήθηκαν ενώπιόν του δεν προκύπτει κανένα νέο πραγματικό περιστατικό δυνάμενο να ασκήσει επιρροή επί της αποφάσεως που καλείται να εκδώσει στο πλαίσιο της υπό κρίση υποθέσεως και ότι διαθέτει όλα τα στοιχεία που του είναι αναγκαία για να απαντήσει στα υποβληθέντα ερωτήματα.

16

Κατά συνέπεια, δεν συντρέχει λόγος να διαταχθεί η επανάληψη της προφορικής διαδικασίας.

Επί των προδικαστικών ερωτημάτων

Επί του πρώτου προδικαστικού ερωτήματος

17

Με το πρώτο προδικαστικό ερώτημα, το αιτούν δικαστήριο ζητεί κατ’ ουσίαν να διευκρινιστεί αν το άρθρο 3, παράγραφος 2, στοιχείο αʹ, σημείο iv, του κανονισμού 2015/2283 έχει την έννοια ότι ένα τρόφιμο, όπως ένα άλευρο φύτρων φαγόπυρου πλούσιο σε σπερμιδίνη, που δεν χρησιμοποιούνταν ευρέως για ανθρώπινη κατανάλωση εντός της Ένωσης πριν από τις 15 Μαΐου 1997, συνιστά «νέο τρόφιμο», κατά την έννοια της διάταξης αυτής.

18

Υπενθυμίζεται ότι από το άρθρο 3, παράγραφος 2, στοιχείο αʹ, σημείο iv, του κανονισμού 2015/2283 προκύπτει ότι όλα τα τρόφιμα που δεν χρησιμοποιούνταν ευρέως εντός της Ένωσης πριν από τις 15 Μαΐου 1997 συνιστούν κατ’ αρχήν «νέα τρόφιμα» κατά την έννοια του κανονισμού αυτού, αν «αποτελούνται, έχουν απομονωθεί ή έχουν παραχθεί από φυτά ή μέρη αυτών […]». Ωστόσο, η ίδια διάταξη προβλέπει ότι, κατ’ εξαίρεση από την αρχή αυτή, ο χαρακτηρισμός «νέο τρόφιμο» δεν έχει εφαρμογή σε αυτό το είδος τροφίμων που αποτελούνται ή παράγονται από φυτά, εάν πληρούνται σωρευτικώς δύο προϋποθέσεις. Σύμφωνα με την πρώτη από αυτές, τα εν λόγω τρόφιμα πρέπει να έχουν «ιστορικό ασφαλούς χρήσης εντός της αγοράς της Ένωσης». Σύμφωνα με τη δεύτερη προϋπόθεση, τα τρόφιμα αυτά πρέπει να «αποτελούνται, [να] έχουν απομονωθεί ή [να] έχουν παραχθεί από φυτό ή ποικιλία του ίδιου είδους που έχει ληφθεί με:

παραδοσιακές πρακτικές πολλαπλασιασμού που χρησιμοποιούνταν για την παραγωγή τροφίμων εντός της Ένωσης πριν από την 15η Μαΐου 1997 ή

μη παραδοσιακές πρακτικές πολλαπλασιασμού οι οποίες δεν χρησιμοποιούνταν για την παραγωγή τροφίμων εντός της Ένωσης πριν από την 15η Μαΐου 1997 όταν οι πρακτικές αυτές δεν προκαλούν στη σύνθεση ή τη δομή των τροφίμων σημαντικές αλλαγές που επηρεάζουν τη θρεπτική τους αξία, τον μεταβολισμό τους ή την περιεκτικότητά τους σε ανεπιθύμητες ουσίες».

19

Εν προκειμένω, από την απόφαση περί παραπομπής προκύπτει κατ’ ουσίαν ότι το επίδικο προϊόν, το οποίο δεν χρησιμοποιούνταν ευρέως για ανθρώπινη κατανάλωση εντός της Ένωσης πριν από τις 15 Μαΐου 1997, είναι άλευρο εμπλουτισμένο με σπερμιδίνη, το οποίο λαμβάνεται από ένα φυτό, το φαγόπυρο, δηλαδή από «φυτό» κατά την έννοια του άρθρου 3, παράγραφος 2, στοιχείο αʹ, σημείο iv, του κανονισμού 2015/2283. Τα φύτρα του φυτού αυτού, αφού αποξηρανθούν και αλεστούν, χρησιμοποιούνται για την παρασκευή του εν λόγω αλεύρου, οπότε, λαμβανομένων υπόψη των ως άνω στοιχείων και υπό την επιφύλαξη των εξακριβώσεων στις οποίες οφείλει να προβεί το αιτούν δικαστήριο, το επίδικο προϊόν θα έπρεπε κατ’ αρχήν να θεωρηθεί ότι εμπίπτει στην έννοια του «νέου τροφίμου», κατά τη διάταξη αυτή.

20

Πρέπει, ωστόσο, να εξεταστεί αν έχει εφαρμογή σε προϊόν όπως το επίδικο η εξαίρεση που προβλέπεται από την εν λόγω διάταξη, η οποία επιτρέπει, υπό την επιφύλαξη των δύο σωρευτικών προϋποθέσεων που υπομνήσθηκαν στη σκέψη 18 της παρούσας απόφασης, να αποκλειστεί η υπαγωγή ενός τροφίμου στην έννοια του νέου τροφίμου.

21

Όσον αφορά την πρώτη από τις προϋποθέσεις, η οποία αφορά την ύπαρξη «ιστορικού ασφαλούς χρήσης εντός της αγοράς της Ένωσης», διαπιστώνεται ότι ο κανονισμός 2015/2283 δεν ορίζει το περιεχόμενό της. Ωστόσο, το άρθρο 3, παράγραφος 2, στοιχείο βʹ, του κανονισμού διευκρινίζει ότι η έννοια του «ιστορικού ασφαλούς χρήσης τροφίμων σε τρίτη χώρα» έχει εφαρμογή όταν «η ασφάλεια των εν λόγω τροφίμων έχει επιβεβαιωθεί με στοιχεία σχετικά με τη σύνθεσή τους, καθώς και από την πείρα που προκύπτει από τη συνεχόμενη χρήση τους για τουλάχιστον 25 έτη στη συνήθη διατροφή σημαντικού αριθμού του πληθυσμού τουλάχιστον μιας τρίτης χώρας».

22

Όπως επισήμανε ο γενικός εισαγγελέας στο σημείο 34 των προτάσεών του, το περιεχόμενο της έννοιας του «ιστορικού ασφαλούς χρήσης τροφίμων σε τρίτη χώρα», όπως ορίζεται στο άρθρο 3, παράγραφος 2, στοιχείο βʹ, του εν λόγω κανονισμού, μπορεί να εφαρμοστεί στην έννοια του «ιστορικού ασφαλούς χρήσης εντός της αγοράς της Ένωσης», κατά το άρθρο 3, παράγραφος 2, στοιχείο αʹ, σημείο iv, του ίδιου κανονισμού. Πράγματι, από κανένα στοιχείο δεν μπορεί να συναχθεί ότι η έννοια του «ιστορικού ασφαλούς χρήσης τροφίμων» πρέπει να ερμηνεύεται διαφορετικά ανάλογα με το αν χρησιμοποιείται σε σχέση με τρίτη χώρα στο πλαίσιο του άρθρου 3, παράγραφος 2, στοιχείο βʹ, του κανονισμού 2015/2283 ή με χώρα της Ένωσης στο πλαίσιο του άρθρου 3, παράγραφος 2, στοιχείο αʹ, σημείο iv, του ίδιου κανονισμού.

23

Εν προκειμένω, υπό την επιφύλαξη των εξακριβώσεων στις οποίες οφείλει να προβεί το αιτούν δικαστήριο, δεν προκύπτει ότι η ασφάλεια του επίδικου προϊόντος έχει επιβεβαιωθεί από στοιχεία σχετικά με τη σύνθεσή του και από την πείρα που προκύπτει από τη συνεχόμενη χρήση του για τουλάχιστον είκοσι πέντε έτη στη συνήθη διατροφή σημαντικού αριθμού ατόμων σε μία τουλάχιστον χώρα της Ένωσης, με αποτέλεσμα το επίδικο προϊόν να μην πληροί την πρώτη από τις δύο σωρευτικώς απαιτούμενες προϋποθέσεις προκειμένου να μην χαρακτηριστεί ως νέο τρόφιμο κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 3, παράγραφος 2, στοιχείο αʹ, σημείο iv, του κανονισμού 2015/2283.

24

Λαμβανομένου υπόψη του σωρευτικού χαρακτήρα των εν λόγω προϋποθέσεων, καθώς και της διαπίστωσης που διαλαμβάνεται στην προηγούμενη σκέψη, δεν είναι κατ’ αρχήν αναγκαίο να εξετάσει το αιτούν δικαστήριο τη δεύτερη από τις προϋποθέσεις.

25

Ωστόσο, σε περίπτωση που το αιτούν δικαστήριο καταλήξει στο συμπέρασμα ότι το επίδικο προϊόν πληροί την πρώτη από τις εν λόγω προϋποθέσεις, υπενθυμίζεται ότι, σύμφωνα με τη δεύτερη προϋπόθεση, τα οικεία τρόφιμα πρέπει να αποτελούνται ή να παράγονται από φυτό που έχει ληφθεί με πρακτικές πολλαπλασιασμού οι οποίες είτε χρησιμοποιούνταν για την παραγωγή τροφίμων εντός της Ένωσης πριν από τις 15 Μαΐου 1997 είτε δεν χρησιμοποιούνταν για τέτοιους σκοπούς πριν από την ημερομηνία αυτή, οπότε απαιτείται, επιπλέον, οι πρακτικές αυτές να μην προκαλούν «στη σύνθεση ή τη δομή των τροφίμων σημαντικές αλλαγές που επηρεάζουν τη θρεπτική τους αξία, τον μεταβολισμό τους ή την περιεκτικότητά τους σε ανεπιθύμητες ουσίες».

26

Όπως επισήμανε κατ’ ουσίαν ο γενικός εισαγγελέας στο σημείο 36 των προτάσεών του, πρέπει να γίνεται διάκριση μεταξύ των πρακτικών πολλαπλασιασμού που αποσκοπούν στην παραγωγή νέων φυτών μέσω αναπαραγωγής και των μεθόδων που καλύπτουν το σύνολο της διαδικασίας παραγωγής ενός τροφίμου.

27

Από τα στοιχεία της δικογραφίας που διαβιβάστηκε στο Δικαστήριο προκύπτει ότι η χρήση υδατικού ορού σπερμιδίνης για την καλλιέργεια φύτρων φαγόπυρου δεν αποτελεί πρακτική πολλαπλασιασμού του φυτού κατά την έννοια που μνημονεύεται στην προηγούμενη σκέψη, καθώς και στο άρθρο 3, παράγραφος 2, στοιχείο αʹ, σημείο iv, του κανονισμού 2015/2283, αλλά μέθοδο παραγωγής για τον εμπλουτισμό των φύτρων αυτών προκειμένου να ληφθεί περιεχόμενο πλούσιο σε σπερμιδίνη. Αν συντρέχει τέτοια περίπτωση, πράγμα που απόκειται στο αιτούν δικαστήριο να εξακριβώσει, μια τέτοια διαδικασία παραγωγής δεν θα ασκούσε επιρροή για την εξέταση της δεύτερης από τις σωρευτικώς απαιτούμενες προϋποθέσεις.

28

Λαμβανομένων υπόψη των ανωτέρω σκέψεων, στο πρώτο προδικαστικό ερώτημα πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι το άρθρο 3, παράγραφος 2, στοιχείο αʹ, σημείο iv, του κανονισμού 2015/2283 έχει την έννοια ότι ένα τρόφιμο, όπως ένα άλευρο φύτρων φαγόπυρου πλούσιο σε σπερμιδίνη, το οποίο δεν χρησιμοποιούνταν ευρέως για ανθρώπινη κατανάλωση εντός της Ένωσης πριν από τις 15 Μαΐου 1997 συνιστά «νέο τρόφιμο» κατά την έννοια της διάταξης αυτής, δεδομένου ότι, πρώτον, λαμβάνεται από φυτό, δεύτερον, δεν προκύπτει ότι η ασφάλειά του έχει επιβεβαιωθεί με στοιχεία σχετικά με τη σύνθεσή του και από την πείρα που προκύπτει από τη συνεχόμενη χρήση του για τουλάχιστον είκοσι πέντε έτη στη συνήθη διατροφή σημαντικού αριθμού ατόμων σε τουλάχιστον μία χώρα της Ένωσης και, τρίτον, και εν πάση περιπτώσει, δεν έχει ληφθεί με πρακτική πολλαπλασιασμού, κατά την έννοια της εν λόγω διάταξης.

Επί του δευτέρου, του τρίτου, του τετάρτου και του πέμπτου προδικαστικού ερωτήματος

29

Κατόπιν της απαντήσεως στο πρώτο προδικαστικό ερώτημα, παρέλκει η απάντηση στα λοιπά προδικαστικά ερωτήματα.

Επί των δικαστικών εξόδων

30

Δεδομένου ότι η παρούσα διαδικασία έχει ως προς τους διαδίκους της κύριας δίκης τον χαρακτήρα παρεμπίπτοντος που ανέκυψε ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου, σ’ αυτό εναπόκειται να αποφανθεί επί των δικαστικών εξόδων. Τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκαν όσοι υπέβαλαν παρατηρήσεις στο Δικαστήριο, πλην των ως άνω διαδίκων, δεν αποδίδονται.

 

Για τους λόγους αυτούς, το Δικαστήριο (έβδομο τμήμα) αποφαίνεται:

 

Το άρθρο 3, παράγραφος 2, στοιχείο αʹ, σημείο iv, του κανονισμού (ΕΕ) 2015/2283 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Νοεμβρίου 2015, σχετικά με τα νέα τρόφιμα, την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1169/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 258/97 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1852/2001 της Επιτροπής,

 

έχει την έννοια ότι:

 

ένα τρόφιμο, όπως ένα άλευρο φύτρων φαγόπυρου πλούσιο σε σπερμιδίνη, το οποίο δεν χρησιμοποιούνταν ευρέως για ανθρώπινη κατανάλωση εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης πριν από τις 15 Μαΐου 1997 συνιστά «νέο τρόφιμο» κατά την έννοια της διάταξης αυτής, δεδομένου ότι, πρώτον, λαμβάνεται από φυτό, δεύτερον, δεν προκύπτει ότι η ασφάλειά του έχει επιβεβαιωθεί με στοιχεία σχετικά με τη σύνθεσή του και από την πείρα που προκύπτει από τη συνεχόμενη χρήση του για τουλάχιστον είκοσι πέντε έτη στη συνήθη διατροφή σημαντικού αριθμού ατόμων σε τουλάχιστον μία χώρα της Ένωσης και, τρίτον, και εν πάση περιπτώσει, δεν έχει ληφθεί με πρακτική πολλαπλασιασμού, κατά την έννοια της εν λόγω διάταξης.

 

(υπογραφές)


( *1 ) Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική.