Προσωρινό κείμενο

ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ

MACIEJ SZPUNAR

της 21ης Σεπτεμβρίου 2023 (1)

Υπόθεση C473/22

Mylan AB

κατά

Gilead Sciences Finland Oy,

Gilead Biopharmaceutics Ireland UC,

Gilead Sciences Inc.

[αίτηση του markkinaoikeus (δικαστηρίου οικονομικών υποθέσεων, Φινλανδία) για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως]

«Προδικαστική παραπομπή – Διανοητική ιδιοκτησία – Συμπληρωματικό πιστοποιητικό προστασίας (ΣΠΠ) – Οδηγία 2004/48/ΕΚ – Άρθρο 9, παράγραφος 7 – Διάθεση στην αγορά προϊόντων που προσβάλλουν τα δικαιώματα τα οποία παρέχονται από ΣΠΠ – Προσωρινά μέτρα διαταχθέντα βάσει ΣΠΠ – Εκ των υστέρων ακύρωση του ΣΠΠ και ανάκληση των μέτρων – Συνέπειες – Δικαίωμα σε προσήκουσα αποζημίωση προς αποκατάσταση της ζημίας που προκλήθηκε από τα προσωρινά μέτρα – Ευθύνη του αιτούντος τα προσωρινά μέτρα για τη ζημία που αυτά προκάλεσαν – Εθνική ρύθμιση προβλέπουσα αντικειμενική ευθύνη»






 Εισαγωγή

1.        Όταν η προστασία που παρέχεται σε κάτοχο δικαιώματος διανοητικής ιδιοκτησίας, όπως διπλώματος ευρεσιτεχνίας ή παράγωγου δικαιώματος, πλησιάζει στη λήξη της ή όταν το εν λόγω δικαίωμα θεωρείται νομικά ασθενές και ενδέχεται να ακυρωθεί ο σχετικός τίτλος, οι ανταγωνιστές του δικαιούχου μπορεί να μπουν στον πειρασμό να διαθέσουν στην αγορά προϊόντα τα οποία προσβάλλουν το εν λόγω δικαίωμα χωρίς να αναμείνουν τη λήξη ισχύος της προστασίας. Μια τέτοια πρόωρη διάθεση στην αγορά τους παρέχει ανταγωνιστικό πλεονέκτημα, καθώς και τη δυνατότητα να αποκτήσουν μερίδια αγοράς πριν από την είσοδο στην αγορά άλλων, πιο ευσυνείδητων, ανταγωνιστών. Τούτο συμβαίνει συχνά, ιδίως στις αγορές φαρμακευτικών προϊόντων, στις οποίες οι παρασκευαστές γενόσημων φαρμάκων ενίοτε δεν αναμένουν τη λήξη ισχύος της προστασίας του πρωτότυπου φαρμάκου για να διαθέσουν στην αγορά το δικό τους προϊόν, ευελπιστώντας ότι η εν λόγω προστασία θα λήξει σύντομα.

2.        Η μέθοδος αυτή ονομάζεται «launch at risk» (θέση σε κυκλοφορία με κίνδυνο). Συγκεκριμένα, ο παρασκευαστής που την εφαρμόζει εκτίθεται στον κίνδυνο ο δικαιούχος να ζητήσει τη λήψη μέτρων προστασίας του επίμαχου δικαιώματος διανοητικής ιδιοκτησίας, τα οποία μπορεί, μεταξύ άλλων, να έχουν τη μορφή προσωρινών μέτρων διατασσόμενων από δικαστήριο με σκοπό την άμεση παύση της προσβολής του δικαιώματος. Σε τέτοια περίπτωση, ο ανταγωνιστής του δικαιούχου αναλαμβάνει τον κίνδυνο οικονομικής ζημίας λόγω των επενδύσεων που πραγματοποίησε τις οποίες δεν θα μπορέσει να αποσβέσει.

3.        Εντούτοις, σε περίπτωση που, μετά τη λήψη προσωρινού μέτρου, το δικαίωμα διανοητικής ιδιοκτησίας την προστασία του οποίου επρόκειτο να διασφαλίσει το εν λόγω μέτρο ακυρωθεί ή σε περίπτωση που διαπιστωθεί ότι δεν υπήρξε προσβολή του εν λόγω δικαιώματος, τίθεται το ζήτημα του δικαιώματος του προσώπου του οποίου η οικονομική δραστηριότητα παρεμποδίστηκε αδικαιολογήτως κατ’ αυτόν τον τρόπο να αξιώσει την αποκατάσταση της ζημίας που υπέστη από τον κάτοχο του δικαιώματος διανοητικής ιδιοκτησίας που ζήτησε τη λήψη των προσωρινών μέτρων.

4.        Μολονότι η διατύπωση της διάταξης του δικαίου της Ένωσης, η οποία απορρέει από το διεθνές δίκαιο και υποχρεώνει τα κράτη μέλη να προβλέπουν στην εσωτερική έννομη τάξη τους τέτοιο δικαίωμα αποζημίωσης, είναι λακωνική και γενική, με την απόφαση Bayer Pharma (2), το Δικαστήριο την κατέστησε πιο συγκεκριμένη, προσδιορίζοντας τοιουτοτρόπως καλύτερα τη διακριτική ευχέρεια των κρατών μελών.

5.        Στην υπό κρίση υπόθεση, πρέπει να εξεταστεί, υπό το πρίσμα των διδαγμάτων που αντλούνται από την προμνησθείσα απόφαση, το καθεστώς ευθύνης που θεσπίστηκε στο φινλανδικό δίκαιο, ήτοι ένα καθεστώς αντικειμενικής ευθύνης παρόμοιο με τα καθεστώτα που ισχύουν στο εσωτερικό δίκαιο πλειόνων άλλων κρατών μελών.

 Το νομικό πλαίσιο

 Το διεθνές δίκαιο

6.        Το άρθρο 1, παράγραφος 1, της Συμφωνίας για τα δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας στον τομέα του εμπορίου (στο εξής: Συμφωνία TRIPs), που αποτελεί αντικείμενο του παραρτήματος 1Γ της Συμφωνίας για την ίδρυση του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου (ΠΟΕ), η οποία υπογράφηκε στο Μαρακές στις 15 Απριλίου 1994 και εγκρίθηκε με την απόφαση 94/800/ΕΚ του Συμβουλίου, της 22ας Δεκεμβρίου 1994, σχετικά με την εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Κοινότητας σύναψη των συμφωνιών που απέρρευσαν από τις πολυμερείς διαπραγματεύσεις του Γύρου της Ουρουγουάης (1986‑1994), καθ’ όσον αφορά τα θέματα που εμπίπτουν στις αρμοδιότητές της (3), προβλέπει τα εξής:

«Τα μέλη θέτουν σε ισχύ τις διατάξεις της παρούσας συμφωνίας. Τα μέλη δικαιούνται, χωρίς να είναι υποχρεωμένα, να παρέχουν στην εσωτερική τους έννομη τάξη μεγαλύτερο βαθμό προστασίας από αυτήν που επιβάλλεται βάσει της παρούσας συμφωνίας, υπό την προϋπόθεση ότι η μεγαλύτερη αυτή προστασία δεν αντιβαίνει στις διατάξεις της παρούσας συμφωνίας. Τα μέλη είναι ελεύθερα να επιλέγουν τη μέθοδο που κρίνουν κατάλληλη για την εφαρμογή των διατάξεων της παρούσας συμφωνίας στο πλαίσιο της εσωτερικής τους έννομης τάξης και πρακτικής.»

7.        Το άρθρο 50, παράγραφος 7, της Συμφωνίας TRIPs ορίζει τα εξής:

«Όταν τα προσωρινά μέτρα ανακαλούνται ή όταν η ισχύς τους παύει εξαιτίας κάποιας πράξης ή παράλειψης του ενάγοντος ή όταν διαπιστώνεται εκ των υστέρων ότι δεν έχει υπάρξει παραβίαση ή κίνδυνος παραβίασης ενός δικαιώματος πνευματικής ιδιοκτησίας, οι δικαστικές αρχές έχουν την εξουσία να διατάξουν τον ενάγοντα, μετά από αίτηση του εναγομένου, να καταβάλει στον εναγόμενο εύλογη αποζημίωση για τη ζημία που έχει ενδεχομένως υποστεί εξαιτίας των εν λόγω μέτρων.»

 Το δίκαιο της Ένωσης

8.        Τα άρθρα 2, 3, 5, 13 και 15 του κανονισμού (ΕΚ) 469/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 6ης Μαΐου 2009, περί του συμπληρωματικού πιστοποιητικού προστασίας για τα φάρμακα (4), όπως ίσχυε κατά τον χρόνο των πραγματικών περιστατικών της υπόθεσης της κύριας δίκης, έχουν ως εξής:

«Άρθρο 2

Κάθε προϊόν που προστατεύεται με δίπλωμα ευρεσιτεχνίας στην επικράτεια ενός κράτους μέλους και υποβάλλεται, ως φάρμακο πριν από την κυκλοφορία του στην αγορά, σε διοικητική διαδικασία χορήγησης άδειας [...] μπορεί, υπό τις προϋποθέσεις και σύμφωνα με τις διαδικασίες που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό, να αποτελέσει αντικείμενο [συμπληρωματικού πιστοποιητικού προστασίας (στο εξής: πιστοποιητικό ή ΣΠΠ)].

Άρθρο 3

Το πιστοποιητικό εκδίδεται εφόσον, στο κράτος μέλος όπου υποβάλλεται η αίτηση που αναφέρεται στο άρθρο 7 και κατά την ημερομηνία της εν λόγω αίτησης:

α)      το προϊόν προστατεύεται με ισχύον κύριο δίπλωμα ευρεσιτεχνίας·

[...]

Άρθρο 5

Υπό την επιφύλαξη του άρθρου 4, το πιστοποιητικό παρέχει τα ίδια δικαιώματα με το κύριο δίπλωμα ευρεσιτεχνίας και υπόκειται στους ίδιους περιορισμούς και υποχρεώσεις.

[...]

Άρθρο 13

1.      Το πιστοποιητικό παράγει αποτελέσματα από τη νόμιμη λήξη του κυρίου διπλώματος ευρεσιτεχνίας και για χρονικό διάστημα ίσο με την περίοδο που έχει μεσολαβήσει μεταξύ της ημερομηνίας κατάθεσης της αίτησης του κυρίου διπλώματος ευρεσιτεχνίας και της ημερομηνίας έκδοσης της πρώτης άδειας κυκλοφορίας στην αγορά της [Ένωσης], μειωμένη κατά πέντε έτη.

[...]

Άρθρο 15

1.      Το πιστοποιητικό είναι άκυρο:

α)      εάν έχει χορηγηθεί κατά παράβαση των διατάξεων του άρθρου 3·

[...]».

9.        Το άρθρο 3 της οδηγίας 2004/48/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004, σχετικά με την επιβολή των δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας (5), ορίζει τα εξής:

«1.      Τα κράτη μέλη προβλέπουν τα μέτρα, τις διαδικασίες και τα μέτρα αποκατάστασης που απαιτούνται για τη διασφάλιση της επιβολή[ς] των δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας που ρυθμίζονται με την παρούσα οδηγία. Τα εν λόγω μέτρα, οι διαδικασίες και τα μέτρα αποκατάστασης πρέπει να είναι θεμιτά και δίκαια, να μην είναι περίπλοκα και δαπανηρά άνευ λόγου και να μην προβλέπουν παράλογες προθεσμίες ούτε να συνεπάγονται αδικαιολόγητες καθυστερήσεις.

2.      Τα εν λόγω μέτρα, διαδικασίες και μέτρα αποκατάστασης πρέπει επίσης να είναι αποτελεσματικά, αναλογικά και αποτρεπτικά και να εφαρμόζονται κατά τρόπον ώστε να αποτρέπεται η δημιουργία εμποδίων στο νόμιμο εμπόριο και να προβλέπονται εγγυήσεις κατά της κατάχρησής τους.»

10.      Το άρθρο 9 της οδηγίας αυτής ορίζει τα εξής:

«1.      Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι αρμόδιες δικαστικές αρχές να δύνανται, κατόπιν αιτήσεως του ενάγοντος:

α)      να εκδίδουν κατά του φερόμενου ως παραβάτη προσωρινή διαταγή, με σκοπό να προλάβουν κάθε επικείμενη προσβολή δικαιώματος διανοητικής ιδιοκτησίας ή να απαγορεύσουν, προσωρινώς και, εφόσον απαιτείται, υπό την προϋπόθεση επαναληπτικής καταβολής προστίμου, εφόσον προβλέπεται από την εθνική νομοθεσία, τη συνέχιση των προσβολών του εν λόγω δικαιώματος ή να εξαρτήσουν τη συνέχιση της εν λόγω προσβολής από την παροχή εγγύησης με σκοπό να διασφαλισθεί η αποζημίωση του δικαιούχου· [...]

[...]

3.      Οι δικαστικές αρχές έχουν, ως προς τα μέτρα που μνημονεύονται στις παραγράφους 1 και 2, την εξουσία να απαιτούν από τον αιτούντα να προσκομίσει κάθε ευλόγως διαθέσιμο αποδεικτικό στοιχείο για να σχηματίσουν με επαρκή βεβαιότητα την πεποίθηση ότι είναι ο δικαιούχος του δικαιώματος και ότι το δικαίωμά του προσβάλλεται ή ότι επίκειται προσβολή.

4.      Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε η απόφαση περί των προσωρινών μέτρων των παραγράφων 1 και 2 να μπορεί να λαμβάνεται, εφόσον ενδείκνυται, χωρίς να ακουστεί η άλλη πλευρά, ιδίως όταν τυχόν καθυστέρηση θα μπορούσε να προκαλέσει ανεπανόρθωτη ζημία στον δικαιούχο του δικαιώματος. Στην περίπτωση αυτή, οι διάδικοι ενημερώνονται αμελλητί το αργότερο κατόπιν της εκτελέσεως των μέτρων.

Η επανεξέταση των μέτρων, συμπεριλαμβανομένου του δικαιώματος ακροάσεως, λαμβάνει χώρα κατόπιν αιτήσεως του καθού, προκειμένου να αποφασιστεί, εντός ευλόγου προθεσμίας από την κοινοποίηση των μέτρων, αν τα μέτρα τροποποιούνται, ανακαλούνται ή επιβεβαιώνονται.

[...]

7.      Εάν τα προσωρινά μέτρα καταργηθούν ή παύσουν να ισχύουν εξαιτίας οποιασδήποτε πράξης ή παράλειψης του αιτούντος ή αν διαπιστωθεί εκ των υστέρων ότι δεν υπήρξε προσβολή ή απειλή προσβολής δικαιώματος διανοητικής ιδιοκτησίας, οι αρμόδιες δικαστικές αρχές διαθέτουν την εξουσία να διατάξουν τον αιτούντα, αιτήσει του καθού, να καταβάλει στον καθού προσήκουσα αποζημίωση για κάθε ζημία που υπέστη εξαιτίας των εν λόγω μέτρων.»

 Το φινλανδικό δίκαιο

11.      Από το άρθρο 11 του κεφαλαίου 7 του oikeudenkäymiskaari (κώδικα πολιτικής δικονομίας, στο εξής: κώδικας πολιτικής δικονομίας), με το οποίο μεταφέρεται στο φινλανδικό δίκαιο το άρθρο 9, παράγραφος 7, της οδηγίας 2004/48, προκύπτει ότι, σε περίπτωση που προσωρινό μέτρο επιβλήθηκε άνευ λόγου κατόπιν αίτησης ενός διαδίκου, ο συγκεκριμένος διάδικος υποχρεούται να αποζημιώσει τον αντίδικό του για τη ζημία που προκάλεσαν το μέτρο και η εφαρμογή του, περιλαμβανομένων των πραγματοποιηθεισών δαπανών. Κατά το αιτούν δικαστήριο, η εν λόγω διάταξη ερμηνεύεται από τη νομολογία των φινλανδικών δικαστηρίων ως προβλέπουσα αντικειμενική ευθύνη.

 Τα πραγματικά περιστατικά των κύριων δικών, η διαδικασία και τα προδικαστικά ερωτήματα

12.      Στις 3 Δεκεμβρίου 2009 η Patentti- ja rekisterihallitus (εθνική υπηρεσία ευρεσιτεχνιών και σημάτων, Φινλανδία) χορήγησε, βάσει του επικυρωμένου στη Φινλανδία διπλώματος ευρεσιτεχνίας αριθ. FI/EP 0 915 894 (στο εξής: επίμαχο κύριο δίπλωμα ευρεσιτεχνίας), το ΣΠΠ αριθ. 266 «Tenofovir disoproxil (TD) και τα άλατα, υγρά, ταυτομερή και διαλύματα αυτού σε συνδυασμό με εμτρικιταβίνη» (στο εξής: επίμαχο ΣΠΠ), το οποίο αφορά αντιρετροϊκό φάρμακο που χρησιμοποιείται για τη θεραπεία ατόμων που έχουν προσβληθεί από τον ιό της ανοσολογικής ανεπάρκειας του ανθρώπου (HIV).

13.      Την άνοιξη του 2017 η εταιρία Mylan AB υπέβαλε προσφορά για την προμήθεια του φαρμάκου παραγωγής της «EMTRICITABINE/ TENOFOVIR DISOPROXIL MYLAN 200 mg/245 mg, δισκίο επικαλυμμένο με λεπτό υμένιο» (γενόσημου φαρμάκου βασισμένου στην τενοφοβίρη δισοπροξίλη και την εμτρικιταβίνη, στο εξής: επίμαχο γενόσημο φάρμακο) στο πλαίσιο δημόσιων διαγωνισμών που προκηρύχθηκαν από δύο φινλανδικές υγειονομικές περιφέρειες. Η Mylan AB επικράτησε σε αμφότερους τους διαγωνισμούς.

14.      Στις 25 Ιουλίου 2017 το επίμαχο κύριο δίπλωμα ευρεσιτεχνίας έληξε. Την ίδια ημερομηνία τέθηκε σε ισχύ το επίμαχο ΣΠΠ.

15.      Στις 15 Σεπτεμβρίου 2017 οι εταιρίες Gilead Sciences Finland Oy, Gilead Biopharmaceutics Ireland UC και Gilead Sciences, Inc. (στο εξής από κοινού: Gilead κ.λπ.) άσκησαν ενώπιον του markkinaoikeus (δικαστηρίου οικονομικών υποθέσεων, Φινλανδία) αγωγή κατά της Mylan λόγω προσβολής του ΣΠΠ και υπέβαλαν αίτηση λήψης προσωρινών μέτρων, η δε Mylan αντέκρουσε τόσο την αγωγή όσο και την αίτηση λήψης προσωρινών μέτρων. Στις 30 Νοεμβρίου 2017 η Mylan άσκησε αγωγή με αίτημα τη διαπίστωση της ακυρότητας του επίμαχου ΣΠΠ.

16.      Με απόφαση της 21ης Δεκεμβρίου 2017, το markkinaoikeus (δικαστήριο οικονομικών υποθέσεων) έκανε δεκτή την αίτηση λήψης προσωρινών μέτρων και, επ’ απειλή χρηματικής ποινής, απαγόρευσε στη Mylan να προσφέρει, να διαθέτει στην αγορά και να χρησιμοποιεί το επίμαχο γενόσημο φάρμακο, καθώς και να εισάγει, να παράγει και να κατέχει το επίμαχο παρασκεύασμα για τους σκοπούς αυτούς καθ’ όλη τη διάρκεια ισχύος του επίμαχου ΣΠΠ.

17.      Στις 25 Ιουλίου 2018 το Δικαστήριο εξέδωσε την απόφαση Teva UK κ.λπ. (6) σχετικά με την ερμηνεία του άρθρου 3 του κανονισμού 469/2009. Από τη συγκεκριμένη απόφαση προκύπτει ότι ΣΠΠ ανάλογο του επίμαχου ΣΠΠ, το οποίο χορηγήθηκε στο Ηνωμένο Βασίλειο για το ίδιο πρωτότυπο φάρμακο, έπρεπε να ακυρωθεί, καθότι χορηγήθηκε κατά παράβαση της προμνησθείσας διάταξης.

18.      Με απόφαση του Korkein oikeus (Ανωτάτου Δικαστηρίου, Φινλανδία) της 11ης Απριλίου 2019, κατόπιν αιτήματος της Mylan, τα προσωρινά μέτρα που εξασφάλισαν οι Gilead κ.λπ. κατά της Mylan ανακλήθηκαν.

19.      Με απόφαση της 25ης Σεπτεμβρίου 2019, το markkinaoikeus (δικαστήριο οικονομικών υποθέσεων) ακύρωσε το επίμαχο ΣΠΠ. Κατά της απόφασης αυτής ασκήθηκε αναίρεση ενώπιον του Korkein oikeus (Ανωτάτου Δικαστηρίου), το οποίο, με απόφαση της 13ης Νοεμβρίου 2020, απέρριψε την αίτηση των Gilead κ.λπ. σχετικά με την έγκριση της εξέτασης της αιτήσεως αναιρέσεως, με αποτέλεσμα η απόφαση του markkinaoikeus (δικαστηρίου οικονομικών υποθέσεων) να αποκτήσει ισχύ δεδικασμένου.

20.      Βάσει του άρθρου 11 του κεφαλαίου 7 του κώδικα πολιτικής δικονομίας, η Mylan ζήτησε από το markkinaoikeus (δικαστήριο οικονομικών υποθέσεων), αιτούν δικαστήριο στην υπό κρίση υπόθεση, να υποχρεώσει τις Gilead κ.λπ. σε καταβολή αποζημίωσης ύψους 2 367 854,99 ευρώ, πλέον τόκων υπερημερίας, προς αποκατάσταση της ζημίας που υπέστη λόγω των προμνησθέντων προσωρινών μέτρων που επιβλήθηκαν άνευ λόγου βάσει ΣΠΠ το οποίο ακυρώθηκε εκ των υστέρων.

21.      Το αιτούν δικαστήριο υπενθυμίζει ότι, κατά τη φινλανδική νομολογία, το άρθρο 11 του κεφαλαίου 7 του κώδικα πολιτικής δικονομίας προβλέπει αντικειμενική ευθύνη, ήτοι ευθύνη άνευ υπαιτιότητας. Επομένως, κάθε πρόσωπο υπέρ του οποίου διατάσσεται προσωρινό μέτρο υποχρεούται σε αποζημίωση αν ο τίτλος διανοητικής ιδιοκτησίας βάσει του οποίου χορηγήθηκε το εν λόγω προσωρινό μέτρο ακυρώθηκε εκ των υστέρων. Εντούτοις, λαμβανομένης υπόψη της νομολογίας που διαμόρφωσε το Δικαστήριο με την απόφαση Bayer Pharma, το αιτούν δικαστήριο διατηρεί αμφιβολίες για το αν ένα καθεστώς αντικειμενικής ευθύνης μπορεί να θεωρηθεί συμβατό με το άρθρο 9, παράγραφος 7, της οδηγίας 2004/48.

22.      Υπό τις συνθήκες αυτές, το markkinaoikeus (δικαστήριο οικονομικών υποθέσεων) αποφάσισε να αναστείλει την ενώπιόν του διαδικασία και να υποβάλει στο Δικαστήριο τα ακόλουθα προδικαστικά ερωτήματα:

«1)      Πρέπει να θεωρηθεί συμβατό με το άρθρο 9, παράγραφος 7, της [οδηγίας 2004/48] καθεστώς αποζημιώσεως που στηρίζεται στην άνευ υπαιτιότητας (αντικειμενική) ευθύνη, όπως το ισχύον στη Φινλανδία [...];

2)      Σε περίπτωση αρνητικής απαντήσεως στο πρώτο προδικαστικό ερώτημα: ποιο είδος ευθύνης αποτελεί στην περίπτωση αυτή έρεισμα για τη στοιχειοθέτηση της κατά το άρθρο 9, παράγραφος 7, της [οδηγίας 2004/48] ευθύνης για αποζημίωση; Πρέπει να θεωρηθεί ότι πρόκειται για μορφή ευθύνης λόγω υπαιτιότητας, για μορφή ευθύνης λόγω καταχρήσεως δικαιώματος ή για ευθύνη απορρέουσα από άλλον λόγο;

3)      Όσον αφορά το δεύτερο προδικαστικό ερώτημα: ποιες περιστάσεις πρέπει να λαμβάνονται υπόψη προκειμένου να κριθεί κατά πόσον θεμελιώνεται ευθύνη;

4)      Πρέπει, ιδίως σε συνάρτηση με το τρίτο προδικαστικό ερώτημα, η εν λόγω εκτίμηση να πραγματοποιείται αποκλειστικά με βάση τις περιστάσεις που είναι γνωστές κατά τον χρόνο λήψης του προσωρινού μέτρου ή μπορεί, επί παραδείγματι, να λαμβάνεται υπόψη το γεγονός ότι το δικαίωμα διανοητικής ιδιοκτησίας, επί της φερόμενης προσβολής του οποίου στηρίζεται το προσωρινό μέτρο, εκ των υστέρων, ήτοι μετά τη λήψη του, ακυρώθηκε εξ υπαρχής και, εάν ναι, ποια σημασία πρέπει να αποδίδεται στην τελευταία αυτή περίσταση;»

23.      Η αίτηση προδικαστικής αποφάσεως περιήλθε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου στις 15 Ιουλίου 2022. Γραπτές παρατηρήσεις υπέβαλαν οι διάδικοι της κύριας δίκης, η Φινλανδική και η Ολλανδική Κυβέρνηση, καθώς και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Το Δικαστήριο αποφάσισε να κρίνει την υπόθεση χωρίς τη διεξαγωγή επ’ ακροατηρίου συζητήσεως.

 Ανάλυση

24.      Το αιτούν δικαστήριο υποβάλλει τέσσερα προδικαστικά ερωτήματα. Κρισιμότερο είναι το πρώτο προδικαστικό ερώτημα, καθότι αφορά τη συμβατότητα με το άρθρο 9, παράγραφος 7, της οδηγίας 2004/48, ερμηνευόμενο υπό το πρίσμα της απόφασης Bayer Pharma, ενός καθεστώτος αντικειμενικής ευθύνης για τη ζημία που προκλήθηκε λόγω προσωρινών μέτρων που επιβλήθηκαν άνευ λόγου. Τα τρία άλλα προδικαστικά ερωτήματα αφορούν, σε περίπτωση ασυμβατότητας τέτοιου καθεστώτος, τις βάσεις στις οποίες θα πρέπει να θεμελιωθεί η ευθύνη που προβλέπεται στην προμνησθείσα διάταξη. Θα εξετάσω τα προδικαστικά ερωτήματα με τη σειρά με την οποία τέθηκαν.

 Επί του πρώτου προδικαστικού ερωτήματος

25.      Υπενθυμίζεται ότι, στη διαφορά της κύριας δίκης, το προσωρινό μέτρο κατά της Mylan λήφθηκε υπέρ των Gilead κ.λπ. με σκοπό την προστασία του δικαιώματος διανοητικής ιδιοκτησίας που οι εν λόγω εταιρίες αντλούσαν από το επίμαχο ΣΠΠ. Δεδομένου ότι το ΣΠΠ ακυρώθηκε εκ των υστέρων, το δικαίωμα διανοητικής ιδιοκτησίας κατέστη ανυπόστατο με αποτέλεσμα να μην υφίσταται προσβολή του. Επομένως, με το πρώτο προδικαστικό ερώτημα, το αιτούν δικαστήριο ζητεί, κατ’ ουσίαν, να διευκρινιστεί αν το άρθρο 9, παράγραφος 7, της οδηγίας 2004/48 έχει την έννοια ότι αντιβαίνει σε αυτό εθνική ρύθμιση προβλέπουσα, στις περιπτώσεις που μνημονεύονται στην εν λόγω διάταξη, καθεστώς αντικειμενικής ευθύνης του αιτούντος προσωρινά μέτρα.

26.      Η απάντηση στο συγκεκριμένο ερώτημα επιτάσσει την ερμηνεία της επίμαχης διάταξης υπό το πρίσμα της απόφασης Bayer Pharma. Επομένως, θα ξεκινήσω την ανάλυσή μου υπενθυμίζοντας τα διδάγματα που αντλούνται από την απόφαση αυτή.

 Η απόφαση Bayer Pharma

27.      Στην υπόθεση επί της οποίας εκδόθηκε η απόφαση Bayer Pharma τέθηκε το ζήτημα αν αντέβαινε στο άρθρο 9, παράγραφος 7, της οδηγίας 2004/48 καθεστώς ευθύνης προβλεπόμενο στο εσωτερικό δίκαιο κράτους μέλους, βάσει του οποίου δεν χωρεί αποζημίωση του καθού για τη ζημία που αυτός υπέστη λόγω προσωρινού μέτρου απολέσαντος τη νομιμοποιητική βάση του, αν η ζημία επήλθε λόγω της συμπεριφοράς του καθού, εφόσον ο αιτών το προσωρινό μέτρο ενήργησε όπως ο μέσος άνθρωπος στην ίδια περίπτωση.

28.      Με τις προτάσεις του στην εν λόγω υπόθεση, ο γενικός εισαγγελέας G. Pitruzzella επισήμανε κατ’ αρχάς ότι σκοπός του άρθρου 9, παράγραφος 7, της οδηγίας 2004/48 είναι η εφαρμογή, στο επίπεδο του δικαίου της Ένωσης, του άρθρου 50, παράγραφος 7, της Συμφωνίας TRIPs, το οποίο αφήνει ευρύ περιθώριο διακριτικής ευχέρειας στα συμβαλλόμενα κράτη και δεν προδικάζει το καθεστώς ευθύνης που εφαρμόζεται στο εσωτερικό τους δίκαιο. Κατά τον γενικό εισαγγελέα, το ίδιο πρέπει να ισχύει όσον αφορά την ερμηνεία του άρθρου 9, παράγραφος 7, της προμνησθείσας οδηγίας, υπό την προϋπόθεση ότι το εν λόγω καθεστώς ευθύνης, αφενός, επιτρέπει στον καθού το προσωρινό μέτρο να λαμβάνει προσήκουσα αποζημίωση για κάθε ζημία την οποία έχει υποστεί και, αφετέρου, δεν αποθαρρύνει αδικαιολόγητα τους κατόχους δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας να ζητούν τη λήψη προσωρινών μέτρων δυνάμει του άρθρου 9, παράγραφοι 1 και 2, της εν λόγω οδηγίας (7).

29.      Εν συνεχεία, όσον αφορά ειδικότερα το επίμαχο καθεστώς ευθύνης στην υπόθεση επί της οποίας εκδόθηκε η απόφαση Bayer Pharma, ο γενικός εισαγγελέας G. Pitruzzella κατέληξε στο συμπέρασμα ότι, μολονότι δεν αντιβαίνει στο άρθρο 9, παράγραφος 7, της οδηγίας 2004/48 το να λαμβάνεται υπόψη η συμπεριφορά του καθού η λήψη του ασφαλιστικού μέτρου κατά την εξακρίβωση του δικαιώματος αποζημίωσης και του ύψους αυτής, εντούτοις αντιβαίνει στο εν λόγω άρθρο το να αρκεί, για την άρνηση του δικαιώματος αποζημίωσης του καθού, το γεγονός και μόνον ότι αυτός διέθεσε στην αγορά προϊόν το οποίο προσβάλλει δικαίωμα διανοητικής ιδιοκτησίας χωρίς να αναμείνει την ακύρωση του εν λόγω δικαιώματος (8).

30.      Εντούτοις, με την απόφασή του το Δικαστήριο προέκρινε μια λύση η οποία παρέχει ευρύτερη προστασία στους κατόχους δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας (9).

31.      Κατ’ αρχάς, το Δικαστήριο παρατήρησε ότι στη Συμφωνία TRIPs γίνεται ρητώς δεκτό ότι τα συμβαλλόμενα κράτη μέλη έχουν τη δυνατότητα να παρέχουν ευρύτερη προστασία των δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας από εκείνη που επιβάλλεται βάσει της εν λόγω συμφωνίας και ότι σε αυτήν ακριβώς την επιλογή προέβη ο νομοθέτης της Ένωσης εκδίδοντας την οδηγία 2004/48. Επομένως, το Δικαστήριο εκτίμησε ότι η έννοια της «προσήκουσας αποζημίωσης» του άρθρου 9, παράγραφος 7, της οδηγίας 2004/48, την ερμηνεία της οποίας είχε ζητήσει το αιτούν δικαστήριο στην υπόθεση εκείνη, συνιστά αυτοτελή έννοια του δικαίου της Ένωσης η οποία πρέπει να ερμηνεύεται με ομοιόμορφο τρόπο στα διάφορα κράτη μέλη (10).

32.      Εν συνεχεία, το Δικαστήριο έκρινε ότι απόκειται στα εθνικά δικαστήρια να εκτιμήσουν «αν θα πρέπει να υποχρεωθεί ο αιτών να καταβάλει στον [καθού] αποζημίωση» (11), η οποία μπορεί να θεωρηθεί «προσήκουσα» μόνον εφόσον δικαιολογείται υπό το πρίσμα των ιδιαίτερων περιστάσεων της συγκεκριμένης υπόθεσης. Επομένως, το γεγονός και μόνον ότι πληρούνται οι προβλεπόμενες στο άρθρο 9, παράγραφος 7, της οδηγίας 2004/48 προϋποθέσεις για την εν λόγω αποζημίωση, ήτοι ότι τα προσωρινά μέτρα ανακλήθηκαν ή έπαυσαν να ισχύουν λόγω πράξης ή παράλειψης του αιτούντος ή διαπιστώνεται εκ των υστέρων ότι δεν υπήρξε προσβολή ή απειλή προσβολής δικαιώματος διανοητικής ιδιοκτησίας, δεν σημαίνει ότι τα εθνικά δικαστήρια οφείλουν αυτομάτως και σε κάθε περίπτωση να υποχρεώσουν τον αιτούντα να αποκαταστήσει κάθε ζημία την οποία υπέστη ο καθού εξαιτίας των ως άνω προσωρινών μέτρων (12).

33.      Συνεχίζοντας τη συλλογιστική του, το Δικαστήριο επισήμανε, παραπέμποντας στο πλαίσιο στο οποίο εντάσσεται το άρθρο 9, παράγραφος 7, της οδηγίας 2004/48, και ιδίως στην αιτιολογική της σκέψη 22, ότι σκοπός της εν λόγω διάταξης είναι να διασφαλίσει για τον καθού την αποκατάσταση της ζημίας που υπέστη λόγω αδικαιολόγητης αίτησης προσωρινών μέτρων. Η διαπίστωση, όμως, του αδικαιολόγητου χαρακτήρα τέτοιας αίτησης προϋποθέτει πρωτίστως ότι δεν υπάρχει κίνδυνος πρόκλησης ανεπανόρθωτης ζημίας στον κάτοχο δικαιώματος διανοητικής ιδιοκτησίας σε περίπτωση καθυστέρησης στη λήψη των εν λόγω μέτρων (13).

34.      Όσον αφορά τις ιδιαίτερες περιστάσεις της διαφοράς της κύριας δίκης στην υπόθεση επί της οποίας εκδόθηκε η απόφαση Bayer Pharma, οι οποίες είναι παρόμοιες με τις περιστάσεις της διαφοράς της κύριας δίκης στην υπό κρίση υπόθεση, το Δικαστήριο διαπίστωσε ότι η διάθεση στην αγορά φαρμάκου το οποίο προσβάλλει δίπλωμα ευρεσιτεχνίας συνιστά εκ πρώτης όψεως κίνδυνο ανεπανόρθωτης βλάβης με αποτέλεσμα η υποβολή αίτησης προσωρινών μέτρων ως αντίδραση προς τέτοια συμπεριφορά να μην πρέπει να θεωρηθεί a priori «αδικαιολόγητη» (14).

35.      Όσον αφορά την εκ των υστέρων ανάκληση των προσωρινών μέτρων (15), το Δικαστήριο διαπίστωσε ότι η περίσταση αυτή συνιστά μεν μία από τις αναγκαίες προϋποθέσεις για την άσκηση από τα εθνικά δικαστήρια της εξουσίας να διατάξουν την καταβολή αποζημίωσης, πλην όμως δεν μπορεί, αντιθέτως, να θεωρηθεί ως καθοριστικό στοιχείο για την απόδειξη του αδικαιολόγητου χαρακτήρα της αίτησης λήψης των εν λόγω προσωρινών μέτρων. Το Δικαστήριο επισήμανε επίσης ότι διαφορετική ερμηνεία θα μπορούσε να έχει ως αποτέλεσμα να αποθαρρυνθούν οι δικαιούχοι από το να κάνουν χρήση των μέτρων του άρθρου 9 της οδηγίας 2004/48, κάτι το οποίο θα αντέβαινε στους σκοπούς της εν λόγω οδηγίας (16).

36.      Τέλος, λαμβανομένου υπόψη του άρθρου 3, παράγραφος 2, της οδηγίας 2004/48, το Δικαστήριο προέβλεψε την υποχρέωση των εθνικών δικαστηρίων να μεριμνούν ώστε οι δικαιούχοι των δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας να μην χρησιμοποιούν τα προσωρινά μέτρα καταχρηστικώς. Προς τούτο, τα εθνικά δικαστήρια οφείλουν, εκ νέου, να λαμβάνουν υπόψη όλες τις περιστάσεις της υπόθεσης που καλούνται να εξετάσουν (17).

37.      Η απάντηση στο πρώτο προδικαστικό ερώτημα πρέπει να δοθεί υπό το πρίσμα της απόφασης Bayer Pharma.

 Εφαρμογή στην υπό κρίση υπόθεση της λύσης που προκρίθηκε με την απόφαση Bayer Pharma

38.      Λαμβανομένων υπόψη των προεκτεθέντων, πρέπει να εξακριβωθεί πλέον αν αντιβαίνει στο άρθρο 9, παράγραφος 7, της οδηγίας 2004/48, όπως ερμηνεύθηκε από το Δικαστήριο με την απόφαση Bayer Pharma, η αντιμετώπιση από την εσωτερική έννομη τάξη κράτους μέλους της ευθύνης του αιτούντος προσωρινά μέτρα, όπως προβλέπεται στην εν λόγω διάταξη, ως αντικειμενικής ευθύνης.

39.      Οφείλω να επισημάνω εξαρχής ότι φρονώ ότι όντως η ευθύνη δεν μπορεί να είναι αντικειμενική.

40.      Είναι βεβαίως σαφές, όπως υπογραμμίζουν οι μετέχοντες στη διαδικασία που υπέβαλαν παρατηρήσεις στην υπό κρίση υπόθεση, ότι το άρθρο 9, παράγραφος 7, της οδηγίας 2004/48 δεν καθορίζει με θετικό τρόπο το καθεστώς ευθύνης που τα κράτη μέλη πρέπει να θεσπίσουν στο πλαίσιο της μεταφοράς της εν λόγω διάταξης στην εθνική έννομη τάξη και ότι η απόφαση Bayer Pharma δεν μεταβάλλει το γεγονός αυτό.

41.      Εντούτοις, δεν αμφισβητείται ότι ένα καθεστώς αντικειμενικής ευθύνης, η οποία καλείται επίσης «ευθύνη εκ διακινδυνεύσεως», «ευθύνη άνευ υπαιτιότητας» ή, στην αγγλική γλώσσα, «strict liability», χαρακτηρίζεται από το γεγονός ότι η ευθύνη του ενδιαφερόμενου προσώπου στοιχειοθετείται από την ιδιότητά του και μόνον (18), ο δε ζημιωθείς δεν υποχρεούται να αποδείξει οποιοδήποτε πταίσμα στη συμπεριφορά του συγκεκριμένου προσώπου. Με άλλα λόγια, η αντικειμενική ευθύνη στοιχειοθετείται αυτομάτως και είναι ανεξάρτητη των ιδιαίτερων περιστάσεων της συγκεκριμένης περίπτωσης. Ειδικότερα, η μη υπαιτιότητα του προσώπου που καθίσταται υπεύθυνο δεν το απαλλάσσει από την εν λόγω ευθύνη. Σε ορισμένες μόνον έννομες τάξεις η αρχή της αντικειμενικής ευθύνης μετριάζεται λόγω έκτακτων περιστάσεων, όπως η ανωτέρα βία ή η αποφασιστικής σημασίας συμβολή του ζημιωθέντος ή τρίτου στην επέλευση της ζημίας (19).

42.      Σε τούτο ακριβώς αντιτίθεται, όμως, το άρθρο 9, παράγραφος 7, της οδηγίας 2004/48, όπως ερμηνεύθηκε από το Δικαστήριο με την απόφαση Bayer Pharma. Συγκεκριμένα, κατά το Δικαστήριο, κατά την εν λόγω διάταξη, το εθνικό δικαστήριο που έχει την εξουσία να διατάξει τον αιτούντα προσωρινά μέτρα να αποκαταστήσει κάθε ζημία προκληθείσα στον καθού εξαιτίας των εν λόγω μέτρων, εφόσον λήφθηκαν άνευ λόγου, πρέπει να μπορεί να εξετάσει όλες τις περιστάσεις της συγκεκριμένης περίπτωσης ώστε να είναι σε θέση να εκτιμήσει αν πρέπει να διατάξει την καταβολή αποζημίωσης. Τούτο συμβαίνει εάν η αίτηση λήψης προσωρινών μέτρων ήταν αδικαιολόγητη, με την επιφύλαξη ότι η ανάκληση και μόνον των εν λόγω μέτρων ή η διαπίστωση της μη προσβολής δικαιώματος διανοητικής ιδιοκτησίας δεν επαρκούν για να διαπιστωθεί ο αδικαιολόγητος χαρακτήρας της εν λόγω αίτησης.

43.      Βεβαίως, μπορεί κανείς να επιχειρήσει, όπως πράττουν ορισμένοι μετέχοντες στη διαδικασία που υπέβαλαν παρατηρήσεις στην υπό κρίση υπόθεση, να διυλίσει τον κώνωπα και να αναζητήσει κάποιο χαρακτηριστικό ενός συγκεκριμένου καθεστώτος αντικειμενικής ευθύνης, ικανό να καταδείξει ότι είναι σύμφωνο προς το άρθρο 9, παράγραφος 7, της οδηγίας 2004/48 και την απόφαση Bayer Pharma.

44.      Εντούτοις, κατά τη γνώμη μου, η ερμηνεία της ως άνω διάταξης, όπως συνοψίστηκε στο σημείο 41 των παρουσών προτάσεων, απλούστατα αποκλείει το να απορρέει η ευθύνη βάσει της εν λόγω διάταξης από καθεστώς αντικειμενικής ευθύνης. Τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά ενός συγκεκριμένου καθεστώτος ευθύνης δεν μπορούν να μεταβάλουν τη διαπίστωση αυτή.

45.      Τούτο συμβαίνει, ιδίως, όσον αφορά το γεγονός, το οποίο υπογραμμίζει το αιτούν δικαστήριο, ότι, στο φινλανδικό σύστημα, η συμπεριφορά του καθού μπορεί να ληφθεί υπόψη για τον σκοπό του καθορισμού του ύψους της αποζημίωσης. Συγκεκριμένα, με την απόφαση Bayer Pharma, το Δικαστήριο αποφάνθηκε ρητώς ότι τα εθνικά δικαστήρια πρέπει να λαμβάνουν υπόψη τις περιστάσεις κάθε υπόθεσης προκειμένου να εκτιμήσουν αν θα πρέπει να καταβληθεί αποζημίωση. Η μείωση του ύψους της αποζημίωσης, όταν διατηρείται η ίδια η αρχή της ευθύνης, δεν επαρκεί για την εκπλήρωση της συγκεκριμένης απαίτησης.

 Πρόσθετες παρατηρήσεις

46.      Επιθυμώ να επισημάνω επίσης ότι θεωρώ ότι η ερμηνεία του άρθρου 9, παράγραφος 7, της οδηγίας 2004/48 η οποία απορρέει από την απόφαση Bayer Pharma συνάδει πλήρως με το πνεύμα και την εν γένει οικονομία της εν λόγω οδηγίας. Συγκεκριμένα, είναι σημαντικό για την ερμηνεία της συγκεκριμένης διάταξης να λαμβάνονται υπόψη τα διάφορα στοιχεία του πλαισίου στο οποίο εντάσσεται η διάταξη αυτή.

47.      Κατά πρώτον, πρέπει να ληφθεί υπόψη το σύνολο των διατάξεων του άρθρου 9, παράγραφος 7, της οδηγίας 2004/48.

48.      Με την απόφαση Bayer Pharma, το Δικαστήριο παρατήρησε ότι το να θεωρηθεί η ανάκληση των προσωρινών μέτρων καθεαυτήν ως καθοριστικής σημασίας αποδεικτικό στοιχείο του αδικαιολόγητου χαρακτήρα της αίτησης βάσει της οποίας λήφθηκαν τα εν λόγω μέτρα θα μπορούσε να έχει ως αποτέλεσμα να αποθαρρυνθεί ο κάτοχος του επίμαχου στην εν λόγω υπόθεση διπλώματος ευρεσιτεχνίας από το να κάνει χρήση των μέτρων του άρθρου 9 της οδηγίας 2004/48, τούτο δε θα αντέβαινε στον σκοπό της εν λόγω οδηγίας ο οποίος συνίσταται στη διασφάλιση υψηλού επιπέδου προστασίας της διανοητικής ιδιοκτησίας (20). Φρονώ ότι η συγκεκριμένη παρατήρηση χρήζει περαιτέρω διευκρινίσεων.

49.      Το άρθρο 9 της οδηγίας 2004/48 κατοχυρώνει το δικαίωμα των δικαιούχων να ζητούν, για τον σκοπό της προστασίας των δικαιωμάτων τους διανοητικής ιδιοκτησίας, τη λήψη προσωρινών μέτρων έναντι κάθε παραβάτη, ακόμη και δυνητικού, για την αποτροπή επικείμενης προσβολής των εν λόγω δικαιωμάτων. Τούτος είναι ο κύριος σκοπός του εν λόγω άρθρου.

50.      Με αποκλειστικό σκοπό τη στάθμιση των συμφερόντων όλων των ενδιαφερόμενων μερών, το άρθρο 9, παράγραφοι 5 έως 7, της οδηγίας 2004/48 προβλέπει μέτρα προστασίας των συμφερόντων των καθών, διευκρινίζοντας ότι τα προσωρινά μέτρα πρέπει να ανακαλούνται εάν ο αιτών δεν ασκήσει επί της ουσίας αγωγή και ότι ο αιτών οφείλει να αποκαταστήσει την ενδεχόμενη ζημία που υπέστη ο καθού λόγω των προσωρινών μέτρων που διατάχθηκαν άνευ λόγου. Σκοπός των διατάξεων αυτών είναι η αποτροπή καταχρηστικών αιτήσεων λήψης προσωρινών μέτρων.

51.      Εντούτοις, οι εν λόγω διατάξεις θα αντέβαιναν στην πρακτική αποτελεσματικότητα του άρθρου 9 της οδηγίας 2004/48 στο σύνολό του, εάν ερμηνεύονταν και μεταφέρονταν στο εθνικό δίκαιο κατά τρόπο ώστε ο αιτών να φέρει υπέρμετρο κίνδυνο να υποχρεωθεί να αποζημιώσει τον αντίδικό του λόγω των μέτρων που διατάχθηκαν υπέρ του με σκοπό την προστασία των δικαιωμάτων του διανοητικής ιδιοκτησίας. Βάσει της λογικής του εν λόγω άρθρου, ο κίνδυνος δεν κατανέμεται ισομερώς μεταξύ του κατόχου των δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας και του προσώπου που προσβάλλει –πραγματικά ή δυνητικά– τα εν λόγω δικαιώματα. Ο παραβάτης αναλαμβάνει κίνδυνο όταν προσβάλλει, έστω δυνητικώς, δικαίωμα διανοητικής ιδιοκτησίας. Μπορεί να πράξει κάτι τέτοιο σκοπίμως εάν θεωρεί ότι η θέση του δικαιούχου είναι ευάλωτη, για παράδειγμα λόγω του ασθενούς χαρακτήρα του δικαιώματός του. Εντούτοις, αποφασίζει μετά λόγου γνώσεως αν θα αναλάβει ή όχι τον συγκεκριμένο κίνδυνο.

52.      Αντιθέτως, θα αντέβαινε στο πνεύμα και στον σκοπό του άρθρου 9 της οδηγίας 2004/48 να μετατραπεί η προστασία, από τον δικαιούχο, των δικαιωμάτων του διανοητικής ιδιοκτησίας σε δραστηριότητα που ενέχει κίνδυνο. Εφόσον δεν μπορεί να του προσαφθεί οποιαδήποτε παράβαση, ο δικαιούχος θα πρέπει να μπορεί να χρησιμοποιήσει πλήρως τα μέτρα που προβλέπονται από την εν λόγω οδηγία, περιλαμβανομένων των μνημονευόμενων στο άρθρο 9, χωρίς να αποθαρρύνεται από το ενδεχόμενο αρνητικών συνεπειών της χρήσης των εν λόγω μέτρων. Τούτο συμβαίνει, μεταξύ άλλων, όταν το επίμαχο δικαίωμα διανοητικής ιδιοκτησίας απορρέει από απόφαση της δημόσιας αρχής, όπως η χορήγηση διπλώματος ευρεσιτεχνίας ή ΣΠΠ, όπως στην υπό κρίση υπόθεση, η δε ανάκληση των προσωρινών μέτρων είναι αποτέλεσμα της ακύρωσης του συγκεκριμένου δικαιώματος. Ο δικαιούχος θα πρέπει να μπορεί να έχει εμπιστοσύνη σε μια τέτοια απόφαση και να μην φέρει τον κίνδυνο του ενδεχόμενου παράτυπου χαρακτήρα της.

53.      Εξάλλου, τα προσωρινά μέτρα του άρθρου 9 της οδηγίας 2004/48 εξ ορισμού δεν προδικάζουν την έκβαση επί της ουσίας της ένδικης διαφοράς. Εάν όμως προβλεπόταν αυτομάτως ευθύνη του αιτούντος τη λήψη προσωρινών μέτρων κάθε φορά που, για οποιονδήποτε λόγο, η αγωγή του δεν γινόταν δεκτή επί της ουσίας, θα αλλοιωνόταν ο προσωρινός χαρακτήρας των εν λόγω μέτρων, σε αντίθεση και πάλι προς τον σκοπό της εν λόγω διάταξης.

54.      Κατά δεύτερον, πρέπει να ληφθεί υπόψη το σύνολο των διατάξεων της οδηγίας 2004/48 και, ειδικότερα, οι γενικού χαρακτήρα κανόνες της.

55.      Η Φινλανδική Κυβέρνηση εκθέτει με τις παρατηρήσεις της ότι η αντικειμενική ευθύνη του αιτούντος προσωρινά μέτρα συνιστά, στο φινλανδικό δίκαιο, το αντάλλαγμα για τη μεγάλη ευχέρεια λήψης τέτοιων μέτρων, τα οποία διατάσσονται σχεδόν αυτομάτως. Κατά τη Φινλανδική Κυβέρνηση, εάν η αρχή της αντικειμενικής ευθύνης εγκαταλειφθεί, τα δικαστήρια θα υποχρεούνται να ελέγχουν με μεγαλύτερη προσοχή το βάσιμο των αξιώσεων του αιτούντος, στοιχείο το οποίο δεν θα συνιστά ευπρόσδεκτη εξέλιξη.

56.      Δεν συμμερίζομαι την άποψη αυτή. Η θέση της Φινλανδικής Κυβέρνησης υποδηλώνει μια προσέγγιση τύπου «Φαρ Ουέστ» των σχέσεων που καθιερώνονται με το άρθρο 9 της οδηγίας 2004/48: αφενός, υπάρχει ο σερίφης (ο κάτοχος δικαιώματος διανοητικής ιδιοκτησίας), αφετέρου, ο κακοποιός (ο παραβάτης ή δυνητικός παραβάτης), υπερισχύει δε όποιος βγάλει ταχύτερα το όπλο από τη θήκη του (δηλαδή, κατ’ ουσίαν, όποιος έχει τους καλύτερους δικηγόρους). Εντούτοις, δεν θεωρώ ότι η αντίληψη που είχε ο νομοθέτης της Ένωσης για την προστασία των δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας, όταν υιοθέτησε την οδηγία 2004/48, και ιδίως το άρθρο της 9, ήταν αυτή ενός νομικού Πράσινου Βάλτου (21).

57.      Συγκεκριμένα, το άρθρο 3, παράγραφος 2, της οδηγίας 2004/48 επιτάσσει τα μέτρα που προβλέπει να είναι αποτελεσματικά και αποτρεπτικά, αλλά επίσης αναλογικά, και να εφαρμόζονται κατά τρόπον ώστε να αποτρέπεται η δημιουργία εμποδίων στο νόμιμο εμπόριο και να προβλέπονται εγγυήσεις έναντι της κατάχρησής τους. Η εφαρμογή των εν λόγω μέτρων υπάγεται κατά κύριο λόγο στην αρμοδιότητα των εθνικών δικαστηρίων. Επομένως, απόκειται στα εθνικά δικαστήρια να διασφαλίσουν τον εκ πρώτης όψεως δικαιολογημένο χαρακτήρα των μέτρων που ζητούν οι κάτοχοι δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας, και ιδίως των προσωρινών μέτρων. Μόνον η εκ μέρους του δικαστηρίου εκτίμηση του αναλογικού χαρακτήρα της αίτησης μπορεί να διασφαλίσει ότι τα προσωρινά μέτρα που λαμβάνονται είναι σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, δεν δημιουργούν εμπόδια στο νόμιμο εμπόριο και δεν έχουν καταχρηστικό χαρακτήρα (22). Τούτο προβλέπεται εξάλλου ρητώς στο άρθρο 9, παράγραφος 3, της εν λόγω οδηγίας, το οποίο παρέχει στις δικαστικές αρχές την εξουσία να απαιτούν από τον αιτούντα προσωρινά μέτρα την προσκόμιση κάθε στοιχείου που αποδεικνύει τον δικαιολογημένο χαρακτήρα της αίτησής του. Η συγκεκριμένη διάταξη θα καθίστατο άνευ αντικειμένου εάν τα προσωρινά μέτρα λαμβάνονταν αυτομάτως.

58.      Φρονώ, επομένως, ότι η συνεκτίμηση του βασίμου της αίτησης και, γενικότερα, της στάθμισης των συμφερόντων αμφοτέρων των μερών κατά τη λήψη των προσωρινών μέτρων είναι αναγκαία για τους σκοπούς της οδηγίας 2004/48. Συνεπώς, η επιμέλεια των δικαστηρίων που καλούνται να διατάξουν τα προσωρινά μέτρα πρέπει να συνιστά το πρώτο ανάχωμα έναντι της κατάχρησης των εν λόγω μέτρων από τους κατόχους δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας (23).

59.      Όσον αφορά, αντιθέτως, το μέλημα ταχείας διεκπεραίωσης της ως άνω διαδικασίας, υπενθυμίζω ότι το άρθρο 9, παράγραφος 4, της οδηγίας 2004/48 επιτρέπει, σε κατεπείγουσες περιπτώσεις, τη λήψη προσωρινών μέτρων χωρίς καν την ακρόαση του καθού, με την επιφύλαξη επανεξέτασης, κατόπιν αιτήσεως του καθού, η οποία μπορεί να καταλήξει σε τροποποίηση, ανάκληση ή επιβεβαίωση των εν λόγω μέτρων. Εξυπακούεται ότι, προκειμένου να διασφαλίζεται η πρακτική αποτελεσματικότητα της συγκεκριμένης διάταξης, η ενδεχόμενη τροποποίηση ή ανάκληση των εν λόγω μέτρων κατόπιν επανεξέτασης δεν μπορεί να οδηγεί σε αυτόματη διαπίστωση της ευθύνης του αιτούντος.

60.      Επομένως, τα εθνικά δικαστήρια θα πρέπει να επιδεικνύουν κάποια προσοχή όταν διατάσσουν, σύμφωνα με το άρθρο 3, παράγραφος 2, της οδηγίας 2004/48, τα μέτρα που προβλέπονται από την εν λόγω οδηγία, περιλαμβανομένων των προσωρινών μέτρων του άρθρου 9, παράγραφοι 1 και 2, της οδηγίας. Η προσοχή αυτή θα πρέπει, εν συνεχεία, να αντικατοπτρίζεται στο καθεστώς ευθύνης που εφαρμόζεται δυνάμει του άρθρου 9, παράγραφος 7, της οδηγίας 2004/48.

61.      Κατά κανόνα, η αντικειμενική ευθύνη στοιχειοθετείται σε τρία είδη περιπτώσεων: λόγω δραστηριότητας η οποία ενέχει κίνδυνο και συνδέεται, μεταξύ άλλων, με τη χρησιμοποίηση, στο πλαίσιο μιας δραστηριότητας, «δυνάμεων της φύσης» τις οποίες ο χρήστης τους δεν ελέγχει πλήρως· λόγω ενεργειών τρίτων που τελούν υπό την ευθύνη του ενδιαφερομένου, όπως υπαλλήλων ή ανήλικων τέκνων, και τρίτον, λόγω «προβλημάτων γειτονίας», ήτοι ζημιών που σχετίζονται με τη χρήση κτιρίου. Αντιθέτως, δεν συνάδει προς το πνεύμα και την εν γένει οικονομία της οδηγίας 2004/48 οι αιτούντες τα προσωρινά μέτρα που προβλέπονται στο άρθρο 9 της οδηγίας να θεωρούνται αυτομάτως υπεύθυνοι λόγω αποφάσεων που αφορούν τα εν λόγω μέτρα τις οποίες τα εθνικά δικαστήρια έλαβαν κατόπιν διεξοδικής εξέτασης της αίτησης. Η ευθύνη των εν λόγω αιτούντων θα πρέπει μάλλον να περιορίζεται, όπως προκύπτει από την απόφαση Bayer Pharma, στις παραβάσεις που σχετίζονται με τη συμπεριφορά τους, ιδίως κατά την υποβολή της αίτησης λήψης προσωρινών μέτρων.

62.      Τέλος, κατά τρίτον, πρέπει να λαμβάνεται υπόψη το σύνολο των διατάξεων του δικαίου της Ένωσης στον τομέα της διανοητικής ιδιοκτησίας.

63.      Συγκεκριμένα, μολονότι η οδηγία 2004/48 στηρίζεται σε μεγάλο βαθμό στο μέρος III της Συμφωνίας TRIPs (24) και συνιστά την εφαρμογή του στο επίπεδο του δικαίου της Ένωσης, εντούτοις εντάσσεται στο πολύ ευρύτερο έργο της εναρμόνισης των ουσιαστικών διατάξεων που αφορούν τις διάφορες κατηγορίες δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας, και ιδίως των διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας, των σημάτων, των σχεδίων και των υποδειγμάτων, καθώς και των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας και των συγγενικών δικαιωμάτων. Ρόλος της οδηγίας 2004/48 είναι να διασφαλίζει υψηλό, ισοδύναμο και ομοιογενές επίπεδο προστασίας των εν λόγω δικαιωμάτων (25).

64.      Επομένως, το άρθρο 9, παράγραφος 7, της οδηγίας 2004/48 πρέπει να ερμηνεύεται ομοιόμορφα όχι μόνον στο πλαίσιο της αγοράς φαρμακευτικών προϊόντων ή στο πλαίσιο του δικαίου διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας, αλλά επίσης σε διάφορους τομείς του δικαίου διανοητικής ιδιοκτησίας και σε διαφορετικά νομικά συστήματα των κρατών μελών. Όμως, η δυναμική στις σχέσεις των διαδίκων όσον αφορά τα διάφορα αυτά δικαιώματα διανοητικής ιδιοκτησίας ποικίλλει σε μεγάλο βαθμό. Επομένως, κατά τη γνώμη μου, μόνον η συνεκτίμηση όλων των περιστάσεων της συγκεκριμένης υπόθεσης από το δικαστήριο που καλείται να διατάξει την ενδεχόμενη καταβολή αποζημίωσης μπορεί να καταλήξει σε λύση προσαρμοσμένη σε κάθε περίπτωση. Είναι, συνεπώς, απαραίτητο το εσωτερικό δίκαιο κάθε κράτους μέλους να επιτρέπει τη συνεκτίμηση των εν λόγω περιστάσεων.

 Προτεινόμενη απάντηση στο πρώτο προδικαστικό ερώτημα

65.      Φρονώ ότι τόσο οι λύσεις που προέκρινε το Δικαστήριο με την απόφαση Bayer Pharma όσο και η εν γένει οικονομία και οι σκοποί της οδηγίας 2004/48 αποκλείουν το ενδεχόμενο η ευθύνη που προβλέπεται στο άρθρο 9, παράγραφος 7, της εν λόγω οδηγίας να απορρέει από καθεστώς αντικειμενικής ευθύνης, όπως αυτό που εφαρμόζεται στο φινλανδικό δίκαιο. Εντούτοις, στο μέτρο που απόκειται στα κράτη μέλη να καθορίζουν το συγκεκριμένο καθεστώς ευθύνης, η απάντηση στο συγκεκριμένο προδικαστικό ερώτημα πρέπει να διατυπωθεί με τρόπο πιο αφηρημένο, ώστε να μην περιορίζεται αδικαιολόγητα η διακριτική ευχέρεια των κρατών μελών.

66.      Επομένως, προτείνω να δοθεί στο πρώτο προδικαστικό ερώτημα η απάντηση ότι το άρθρο 9, παράγραφος 7, της οδηγίας 2004/48 έχει την έννοια ότι αντιβαίνει σε αυτό εθνική ρύθμιση προβλέπουσα, στις περιπτώσεις που διαλαμβάνονται στην εν λόγω διάταξη, καθεστώς ευθύνης του αιτούντος προσωρινά μέτρα το οποίο δεν επιτρέπει στο δικαστήριο που επιλαμβάνεται αγωγής με αίτημα την αποκατάσταση της ζημίας που προκλήθηκε από τα εν λόγω μέτρα να λάβει υπόψη, πέραν των προϋποθέσεων στοιχειοθέτησης της εν λόγω ευθύνης που απαριθμούνται στην προμνησθείσα διάταξη, άλλες κρίσιμες περιστάσεις της συγκεκριμένης περίπτωσης προκειμένου να εκτιμήσει αν πρέπει να διατάξει την καταβολή αποζημίωσης.

 Επί του δεύτερου, του τρίτου και του τέταρτου προδικαστικού ερωτήματος

67.      Το δεύτερο, το τρίτο και το τέταρτο προδικαστικό ερώτημα υποβλήθηκαν για την περίπτωση στην οποία, από την απάντηση στο πρώτο προδικαστικό ερώτημα, θα προκύπτει ότι αντιβαίνει στο άρθρο 9, παράγραφος 7, της οδηγίας 2004/48 καθεστώς αντικειμενικής ευθύνης για τη ζημία που προκλήθηκε λόγω προσωρινών μέτρων διαταχθέντων άνευ λόγου. Λαμβανομένης υπόψη της απάντησης που προτείνω να δοθεί στο πρώτο προδικαστικό ερώτημα, πρέπει να εξετάσω στη συνέχεια το δεύτερο, το τρίτο και το τέταρτο προδικαστικό ερώτημα.

 Επί του δευτέρου προδικαστικού ερωτήματος

68.      Με το δεύτερο προδικαστικό ερώτημα το αιτούν δικαστήριο ζητεί κατ’ ουσίαν να προσδιοριστεί το είδος καθεστώτος ευθύνης που συνάδει προς το άρθρο 9, παράγραφος 7, της οδηγίας 2004/48.

69.      Όπως προεκτέθηκε, η ως άνω διάταξη δεν επιβάλλει συγκεκριμένο σύστημα ευθύνης και, επομένως, απόκειται στα κράτη μέλη να καθορίσουν και να οργανώσουν το σύστημα αυτό.

70.      Εντούτοις, από την απάντηση που προτείνω να δοθεί στο πρώτο προδικαστικό ερώτημα προκύπτει άμεσα ότι το καθεστώς ευθύνης δυνάμει του άρθρου 9, παράγραφος 7, της οδηγίας 2004/48 πρέπει να επιτρέπει στο δικαστήριο που επιλαμβάνεται αγωγής με αίτημα την αποκατάσταση της ζημίας η οποία προκλήθηκε από τα προσωρινά μέτρα που διατάχθηκαν άνευ λόγου να λάβει υπόψη, πέραν των προϋποθέσεων στοιχειοθέτησης της εν λόγω ευθύνης που απαριθμούνται στην προμνησθείσα διάταξη, άλλες κρίσιμες περιστάσεις της συγκεκριμένης περίπτωσης προκειμένου να εκτιμήσει αν πρέπει να διατάξει την καταβολή αποζημίωσης. Επομένως, εάν το Δικαστήριο ακολουθήσει τη συγκεκριμένη πρόταση απάντησης, δεν θα είναι, κατά τη γνώμη μου, αναγκαίο να δοθεί χωριστή απάντηση στο δεύτερο προδικαστικό ερώτημα.

 Επί του τρίτου και του τέταρτου προδικαστικού ερωτήματος

71.      Με το τρίτο και το τέταρτο προδικαστικό ερώτημα, τα οποία θα εξετάσω από κοινού, το αιτούν δικαστήριο ζητεί κατ’ ουσίαν να διευκρινιστούν οι περιστάσεις τις οποίες το δικαστήριο που επιλαμβάνεται αγωγής με αίτημα την αποκατάσταση ζημίας δυνάμει του άρθρου 9, παράγραφος 7, της οδηγίας 2004/48 πρέπει να λάβει υπόψη προκειμένου να εκτιμήσει αν πρέπει να διατάξει την καταβολή αποζημίωσης.

72.      Όπως ορθώς παρατηρεί η Επιτροπή, δεν είναι δυνατό να απαριθμηθούν εξαντλητικά όλες οι περιστάσεις τις οποίες το δικαστήριο θα μπορούσε να λάβει υπόψη σε τέτοια περίπτωση. Εντούτοις, η απόφαση Bayer Pharma παρέχει επ’ αυτού ορισμένες ενδείξεις γενικού χαρακτήρα.

73.      Από την προμνησθείσα απόφαση προκύπτει ότι η ευθύνη του αιτούντος προσωρινά μέτρα είναι αποτέλεσμα του αδικαιολόγητου χαρακτήρα των μέτρων που ζήτησε. Ο δικαιολογημένος χαρακτήρας των μέτρων εκτιμάται ως προς την ύπαρξη κινδύνου να υποστεί ο αιτών ανεπανόρθωτη ζημία ελλείψει τέτοιων προσωρινών μέτρων. Το γεγονός της ανάκλησης των προσωρινών μέτρων –ή, γενικότερα, της πραγμάτωσης των περιπτώσεων στις οποίες η ευθύνη του αιτούντος προβλέπεται βάσει του άρθρου 9, παράγραφος 7, της οδηγίας 2004/48– δεν συνιστά καθεαυτό απόδειξη του αδικαιολόγητου χαρακτήρα της αίτησης προσωρινών μέτρων (26).

74.      Από τα ανωτέρω προκύπτει, πρώτον, ότι οι περιστάσεις που πρέπει να λάβει υπόψη το δικαστήριο που επιλαμβάνεται αγωγής με αίτημα την καταβολή αποζημίωσης δυνάμει του άρθρου 9, παράγραφος 7, της οδηγίας 2004/48 είναι αυτές που του παρέχουν τη δυνατότητα να εκτιμήσει αν η αίτηση προσωρινών μέτρων ήταν δικαιολογημένη. Κατά τη γνώμη μου, για λόγους πληρότητας, μια τέτοια εκτίμηση πρέπει να αφορά όχι μόνον την αρχική αίτηση προσωρινών μέτρων, αλλά και την εκ των υστέρων συμπεριφορά του αιτούντος όσον αφορά την ενδεχόμενη διατήρηση, παράταση ή ανανέωση των εν λόγω μέτρων. Μάλιστα, ο δικαιολογημένος χαρακτήρας τέτοιας αίτησης μπορεί να μεταβάλλεται ανάλογα με περιστάσεις, όπως η εξέλιξη της ένδικης διαφοράς μεταξύ του αιτούντος και του αντιδίκου του.

75.      Δεύτερον, είναι πρόδηλο ότι το δικαστήριο πρέπει να λαμβάνει υπόψη τις περιστάσεις που είναι μεταγενέστερες της αίτησης, της λήψης και της εκτέλεσης των προσωρινών μέτρων. Πρόκειται, μεταξύ άλλων, για τις περιστάσεις που διαλαμβάνονται στο άρθρο 9, παράγραφος 7, της οδηγίας 2004/48, ήτοι την ανάκληση των προσωρινών μέτρων (και τους λόγους ανάκλησης) και τη διαπίστωση μη προσβολής δικαιώματος διανοητικής ιδιοκτησίας. Εντούτοις, οι εν λόγω περιστάσεις πρέπει να λαμβάνονται υπόψη όχι ως εκ των υστέρων επιβεβαίωση του αδικαιολόγητου χαρακτήρα της αίτησης προσωρινών μέτρων, αλλά με σκοπό την εκτίμηση του δικαιολογημένου χαρακτήρα της αίτησης κατά τον χρόνο υποβολής της (ή κατά τον χρόνο υποβολής επακόλουθων αιτήσεων).

76.      Για παράδειγμα, η ακύρωση του επίμαχου δικαιώματος διανοητικής ιδιοκτησίας μετά τη λήψη προσωρινών μέτρων μπορεί να συνιστά ένδειξη της πλάνης του αιτούντος κατά την εκτίμηση του βασίμου των αξιώσεών του. Εντούτοις, εάν η εν λόγω πλάνη μπορεί να θεωρηθεί συγγνωστή σε συγκεκριμένη περίπτωση, δεν μπορεί να στοιχειοθετεί την ευθύνη του αιτούντος, άλλως αναιρείται η πρακτική αποτελεσματικότητα του άρθρου 9 της οδηγίας 2004/48 στο σύνολό της (27).

77.      Τρίτον, ο δικαιολογημένος χαρακτήρας αίτησης προσωρινών μέτρων εκτιμάται σε σχέση με τον κίνδυνο πρόκλησης ανεπανόρθωτης ζημίας στον αιτούντα, ήτοι, εξ ορισμού, με την πιθανολόγηση τέτοιας ζημίας. Η πιθανότητα αυτή αφορά όχι μόνον την επέλευση γεγονότος ζημιογόνου για τα συμφέροντα του αιτούντος, αλλά επίσης την ίδια τη νομιμότητα των εν λόγω συμφερόντων, και ειδικότερα το κύρος του επίμαχου δικαιώματος διανοητικής ιδιοκτησίας. Επομένως, τυχόν εκ των υστέρων ακύρωση του εν λόγω δικαιώματος δεν σημαίνει ότι, κατά τον χρόνο υποβολής της αίτησης προσωρινών μέτρων, ο κίνδυνος ανεπανόρθωτης ζημίας δεν υφίστατο.

78.      Τέλος, τέταρτον, η ανάκληση των προσωρινών μέτρων ή η διαπίστωση ότι δεν υπήρξε προσβολή ή απειλή προσβολής δικαιώματος διανοητικής ιδιοκτησίας μπορεί να συνιστούν ένδειξη κατάχρησης των εν λόγω μέτρων εκ μέρους του αιτούντος. Κατά τη γνώμη μου, τέτοια κατάχρηση πρέπει να θεωρείται ότι ισοδυναμεί με αδικαιολόγητη αίτηση προσωρινών μέτρων και πρέπει να συνεπάγεται υποχρέωση αποκατάστασης της ζημίας που προκλήθηκε από την εν λόγω αίτηση, όπως άλλωστε έκρινε κατ’ ουσίαν το Δικαστήριο με την απόφαση Bayer Pharma (28).

79.      Επομένως, μολονότι το άρθρο 9, παράγραφος 7, της οδηγίας 2004/48 δεν διευκρινίζει τα συγκεκριμένα αίτια της ευθύνης που προβλέπει, είναι εντούτοις δυνατόν να παρασχεθούν στα αρμόδια δικαστήρια στοιχεία σχετικά με τις περιστάσεις που πρέπει να λαμβάνουν υπόψη κατά την εκτίμησή τους. Κατά συνέπεια, προτείνω να δοθεί στο τρίτο και στο τέταρτο προδικαστικό ερώτημα η απάντηση ότι το δικαστήριο που επιλαμβάνεται αγωγής με αίτημα την αποκατάσταση ζημίας δυνάμει του άρθρου 9, παράγραφος 7, της εν λόγω οδηγίας πρέπει, προκειμένου να εκτιμήσει αν πρέπει να διατάξει την καταβολή αποζημίωσης, να λαμβάνει υπόψη, πέραν των προϋποθέσεων στοιχειοθέτησης της εν λόγω ευθύνης που απαριθμούνται στην προμνησθείσα διάταξη, και άλλες κρίσιμες περιστάσεις της συγκεκριμένης περίπτωσης, τόσο προγενέστερες όσο και μεταγενέστερες της επίμαχης αίτησης προσωρινών μέτρων, οι οποίες του παρέχουν τη δυνατότητα να εκτιμήσει τον δικαιολογημένο χαρακτήρα της εν λόγω αίτησης σε σχέση με τον κίνδυνο να προκληθεί ανεπανόρθωτη ζημία στον αιτούντα ελλείψει των εν λόγω μέτρων.

 Πρόταση

80.      Λαμβανομένου υπόψη του συνόλου των προεκτεθέντων, προτείνω στο Δικαστήριο να απαντήσει στα προδικαστικά ερωτήματα που υπέβαλε το markkinaoikeus (δικαστήριο οικονομικών υποθέσεων, Φινλανδία) ως εξής:

1)      Το άρθρο 9, παράγραφος 7, της οδηγίας 2004/48/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004, σχετικά με την επιβολή των δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας,

έχει την έννοια ότι:

αντιβαίνει σε αυτό εθνική ρύθμιση προβλέπουσα, στις περιπτώσεις που διαλαμβάνονται στην εν λόγω διάταξη, καθεστώς ευθύνης του αιτούντος προσωρινά μέτρα το οποίο δεν επιτρέπει στο δικαστήριο που επιλαμβάνεται αγωγής με αίτημα την αποκατάσταση της ζημίας που προκλήθηκε από τα εν λόγω προσωρινά μέτρα να λάβει υπόψη, πέραν των προϋποθέσεων στοιχειοθέτησης της εν λόγω ευθύνης που απαριθμούνται στην προμνησθείσα διάταξη, άλλες κρίσιμες περιστάσεις της συγκεκριμένης περίπτωσης προκειμένου να εκτιμήσει αν πρέπει να διατάξει την καταβολή αποζημίωσης.

2)      Το δικαστήριο που επιλαμβάνεται αγωγής με αίτημα την αποκατάσταση ζημίας δυνάμει του άρθρου 9, παράγραφος 7, της οδηγίας 2004/48 πρέπει να λαμβάνει υπόψη, προκειμένου να εκτιμήσει αν πρέπει να διατάξει την καταβολή αποζημίωσης, πέραν των προϋποθέσεων στοιχειοθέτησης της εν λόγω ευθύνης που απαριθμούνται στην προμνησθείσα διάταξη, άλλες κρίσιμες περιστάσεις της συγκεκριμένης περίπτωσης, τόσο προγενέστερες όσο και μεταγενέστερες της επίμαχης αίτησης προσωρινών μέτρων, οι οποίες του παρέχουν τη δυνατότητα να εκτιμήσει τον δικαιολογημένο χαρακτήρα της εν λόγω αίτησης σε σχέση με τον κίνδυνο να προκληθεί ανεπανόρθωτη ζημία στον αιτούντα ελλείψει των εν λόγω μέτρων.


1      Γλώσσα του πρωτοτύπου: η γαλλική.


2      Απόφαση της 12ης Σεπτεμβρίου 2019 (C‑688/17, στο εξής: απόφαση Bayer Pharma, EU:C:2019:722).


3      EE 1994, L 336, σ. 1.


4      EE 2009, L 152, σ. 1.


5      ΕΕ 2004, L 157, σ. 45, και διορθωτικό ΕΕ 2004, L 195, σ. 16.


6      Απόφαση C‑121/17, EU:C:2018:585.


7      Προτάσεις του γενικού εισαγγελέα G. Pitruzzella στην υπόθεση Bayer Pharma (C‑688/17, EU:C:2019:3244, σημεία 26 έως 48).


8      Προτάσεις του γενικού εισαγγελέα G. Pitruzzella στην υπόθεση Bayer Pharma (C‑688/17, EU:C:2019:3244, σημεία 49 έως 60).


9      Η συγκεκριμένη ερμηνεία της απόφασης Bayer Pharma απαντά επίσης στη θεωρία. Βλ., μεταξύ άλλων, Dijkman, L., «CJEU rules that repeal of provisional measure does not automatically create liability for wrongful enforcement», Journal of Intellectual Property Law & Practice, αριθ. 12, 2019, σ. 917· de Haan, T., «The CJEU sides with IP right holders: the Bayer Pharma judgment (C‑688/17) and the consequences of the Europeanisation of provisional and precautionary measures relating to IP rights», European Intellectual Property Review, αριθ. 11, 2020, σ. 767· Tilmann, W., «Consequences of the CJEU’s Bayer v Richter decision», Journal of Intellectual Property Law & Practice, αριθ. 6, 2022, σ. 526· καθώς, και επικριτικά, Felthun, R., κ.λπ., «Compensating wrongly restrained defendants in pharmaceutical patent cases: recent developments in the EU, England and Australia», Bio-Science Law Review, αριθ. 6, 2020, σ. 234, και Sztoldman, A., «Compensation for a wrongful enforcement of a preliminary injunction under the Enforcement Directive (2004/48/EC)», European Intellectual Property Review, αριθ. 11, 2020, σ. 721.


10      Απόφαση Bayer Pharma (σκέψεις 47 έως 49).


11      Απόφαση Bayer Pharma (σκέψη 51· η υπογράμμιση δική μου).


12      Απόφαση Bayer Pharma (σκέψεις 51 και 52).


13      Απόφαση Bayer Pharma (σκέψεις 60 έως 62).


14      Απόφαση Bayer Pharma (σκέψη 63).


15      Στη διαφορά της κύριας δίκης στην εν λόγω υπόθεση, τα προσωρινά μέτρα ανακλήθηκαν λόγω διαδικαστικών πλημμελειών, δεν ανανεώθηκαν όμως στη συνέχεια λόγω του όψιμου σταδίου στο οποίο βρισκόταν η διαδικασία ακύρωσης του διπλώματος ευρεσιτεχνίας στο οποίο βασιζόταν η αίτηση λήψης τους και το οποίο τελικώς ακυρώθηκε (βλ. απόφαση Bayer Pharma, σκέψεις 23 έως 26).


16      Απόφαση Bayer Pharma (σκέψεις 64 και 65).


17      Απόφαση Bayer Pharma (σκέψεις 68 έως 70).


18      Βεβαίως, και από την επέλευση ζημίας.


19      Όσον αφορά την αντικειμενική ευθύνη, βλ. ενδεικτικώς, Knetsch, J., «The Role of Liability without Fault», σε Borghetti, J.-S., Whittaker, S. (επιμ.), French Civil Liability in Comparative Perspective, Hart Publishing, Οξφόρδη, 2019, σ. 123 έως 142, και Szpunar, A., «La responsabilité sans faute dans le droit civil polonais», Revue internationale de droit comparé, αριθ. 1, 1959, σ. 19 έως 33.


20      Απόφαση Bayer Pharma (σκέψεις 64 και 65). Παρόμοια παρατήρηση περιέχεται στις προτάσεις του γενικού εισαγγελέα G. Pitruzzella στην υπόθεση Bayer Pharma (C‑688/17, EU:C:2019:324, σημείο 47).


21      Αναφέρομαι, βεβαίως, στη γνωστή ταινία γουέστερν του John Sturges, του 1957, Αίμα στον Πράσινο Βάλτο.


22      Πρβλ. Sikorski, R., «Patent Injunctions in the European Union Law», σε Sikorski, R. (επιμ.), Patent Law Injunctions, Kluwer Law International, 2018, σ. 22.


23      Τούτο υπενθύμισε άλλωστε το Δικαστήριο με την απόφαση Bayer Pharma (σκέψεις 66 έως 70).


24      Το συγκεκριμένο μέρος επιγράφεται «Επιβολή των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας».


25      Βλ., μεταξύ άλλων, αιτιολογικές σκέψεις 3 και 10 της οδηγίας 2004/48.


26      Απόφαση Bayer Pharma (σκέψεις 60, 62 και 64).


27      Βλ. σημεία 48 έως 52 των παρουσών προτάσεων και απόφαση Bayer Pharma (σκέψη 65).


28      Σκέψεις 66 έως 70.