9.8.2021   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 320/46


Προσφυγή της 12ης Ιουνίου 2021 — Mendes de Almeida κατά Συμβουλίου

(Υπόθεση T-334/21)

(2021/C 320/52)

Γλώσσα διαδικασίας: η πορτογαλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Ana Carla Mendes de Almeida (Sobreda, Πορτογαλία) (εκπρόσωποι: R. Leandro Vasconcelos και M. Marques de Carvalho, δικηγόροι)

Καθού: Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Αιτήματα

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:

να ακυρώσει την απόφαση του Συμβουλίου, της 8ης Μαρτίου 2021, επί ενστάσεως και συμπληρωματικής ενστάσεως που υπέβαλε η προσφεύγουσα δυνάμει του άρθρου 90, παράγραφος 2, του κανονισμού υπηρεσιακής καταστάσεως των υπαλλήλων κατά της εκτελεστικής απόφασης (ΕΕ) 2020/1117 του Συμβουλίου, της 27ης Ιουλίου 2020, για τον διορισμό των ευρωπαίων εισαγγελέων της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας, κατά το μέρος που διορίζει στη θέση του ευρωπαίου εισαγγελέα της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας ως έκτακτου υπαλλήλου στον βαθμό AD13, για μη ανανεώσιμη θητεία τριών ετών από τις 29 Ιουλίου 2020, τον José Eduardo Moreira Alves d’Oliveira Guerra, έναν από τους τρεις υποψηφίους που πρότεινε αρχικώς η Πορτογαλία (ΕΕ L 244, 29.7.2020, σ. 18

να ακυρώσει την εκτελεστική απόφαση (ΕΕ) 2020/1117 του Συμβουλίου, της 27ης Ιουλίου 2020, για τον διορισμό των ευρωπαίων εισαγγελέων της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας, κατά το μέρος που διορίζει στη θέση του ευρωπαίου εισαγγελέα της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας ως έκτακτου υπαλλήλου στον βαθμό AD13, για μη ανανεώσιμη θητεία τριών ετών από τις 29 Ιουλίου 2020, τον José Eduardo Moreira Alves d’Oliveira Guerra·

να καταδικάσει το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης στα δικαστικά έξοδα.

Λόγοι ακυρώσεως και κύρια επιχειρήματα

Προς στήριξη της προσφυγής της, η προσφεύγουσα προβάλλει έξι λόγους ακυρώσεως:

1.

Με τον πρώτο λόγο προβάλλεται πρόδηλη πλάνη εκτιμήσεως, καθόσον το Συμβούλιο έκρινε ότι δεν αποτελεί «αρμόδια για τους διορισμούς αρχή» («ΑΔΑ»), κατά τη διατύπωση του άρθρου 1, παράγραφοι 1 και 2, του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης των υπαλλήλων, σε συνδυασμό με το άρθρο 6 του καθεστώτος που εφαρμόζεται επί του λοιπού προσωπικού, όσον αφορά τον διορισμό των ευρωπαίων εισαγγελέων βάσει του άρθρου 96, παράγραφος 1, του κανονισμού 2017/1939.

2.

Με τον δεύτερο λόγο προβάλλεται παράβαση των κανόνων περί διορισμού των ευρωπαίων εισαγγελέων, οι οποίοι εγγυώνται την αρχή της ανεξαρτησίας της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας. Η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι το έγγραφο που απέστειλε η Πορτογαλική Κυβέρνηση στο Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης στις 29 Νοεμβρίου 2019, με το οποίο αμφισβητούσε την κατάταξη εκ μέρους της επιτροπής επιλογής των υποψηφίων που είχε προτείνει η ίδια η Κυβέρνηση, σύμφωνα με το άρθρο 14, παράγραφος 3, του κανονισμού (ΕΕ) 2017/1939, στο οποίο αναφερόταν σε διαφορετικό υποψήφιο της προτίμησής της, καθώς και το γεγονός ότι η υιοθέτηση της άποψης αυτής από το Συμβούλιο, θέτει υπό αμφισβήτηση τη δομή της διαδικασίας διορισμού των ευρωπαίων εισαγγελέων.

3.

Με τον τρίτο λόγο προβάλλεται πρόδηλη πλάνη όσον αφορά την αιτιολογία της απόφασης. Η προσφεύγουσα ισχυρίζεται, μεταξύ άλλων, ότι το έγγραφο της 29ης Νοεμβρίου 2019, το οποίο απέστειλε η Πορτογαλική Κυβέρνηση στο Συμβούλιο, περιείχε δύο σοβαρά σφάλματα, τα οποία εξάλλου αναγνώρισε και η ίδια η Πορτογαλική Κυβέρνηση. Επρόκειτο για την εξάκις αναφορά στον προτιμώμενο από την Πορτογαλική Κυβέρνηση υποψήφιο ως «τον αναπληρωτή γενικό εισαγγελέα José Guerra», και για τη δήλωση ότι ο ίδιος εισαγγελέας είχε αναλάβει τη διερεύνηση της υπόθεσης και την άσκηση ποινικής δίωξης σε σημαντική δίκη που αφορούσε αδικήματα κατά των οικονομικών συμφερόντων της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

4.

Με τον τέταρτο λόγο προβάλλεται κατάχρηση εξουσίας. Η προσφεύγουσα ισχυρίζεται ότι οι σκοποί για τους οποίους απονεμήθηκαν αρμοδιότητες στο Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, στο πλαίσιο της διαδικασίας επιλογής και διορισμού των ευρωπαίων εισαγγελέων, συνίστανται στη διασφάλιση της ανεξαρτησίας του οργάνου και στον διορισμό των εθνικών υποψηφίων που διαθέτουν τα περισσότερα προσόντα και παρέχουν όλα τα εχέγγυα ανεξαρτησίας για την άσκηση των καθηκόντων του ευρωπαίου εισαγγελέα.

5.

Με τον πέμπτο λόγο προβάλλεται προσβολή του δικαιώματος στη χρηστή διοίκηση. Η προσφεύγουσα ισχυρίζεται ότι, στο μέτρο που το Συμβούλιο απέκκλινε από τη γνώμη της επιτροπής επιλογής και, ως εκ τούτου, από τη σειρά προτεραιότητας που στηρίχθηκε στο αποτέλεσμα της αξιολόγησης εκ μέρους της επιτροπής αυτής, η γενική αιτιολογία με τη μορφή μίας και μόνης απλής αναφοράς σε «διαφορετική αξιολόγηση των προσόντων των υποψηφίων που πραγματοποιήθηκε στο πλαίσιο αρμόδιων προπαρασκευαστικών επιτροπών του Συμβουλίου», ισοδυναμεί με πλήρη απουσία αιτιολογίας, καθόσον δεν επιτρέπει στην προσφεύγουσα να γνωρίζει τους λόγους για τους οποίους δεν επελέγη η ίδια.

6.

Με τον έκτο λόγο προβάλλεται παραβίαση της αρχής της ίσης μεταχείρισης και της απαγόρευσης των διακρίσεων. Η προσφεύγουσα ισχυρίζεται ότι το Συμβούλιο, προβαίνοντας σε «διαφορετική αξιολόγηση των προσόντων των υποψηφίων που πραγματοποιήθηκε στο πλαίσιο αρμόδιων προπαρασκευαστικών επιτροπών του Συμβουλίου» καθόσον αφορά την ίδια, παραβίασε την αρχή της ίσης μεταχείρισης και της απαγόρευσης των διακρίσεων.