22.2.2021   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 62/49


Προσφυγή της 10ης Ιανουαρίου 2021 — IFIC Holding κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-8/21)

(2021/C 62/61)

Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: IFIC Holding AG (Ντίσελντορφ, Γερμανία) (εκπρόσωποι: C. Franz και N. Bornemann, δικηγόροι)

Καθής: Ευρωπαϊκή Επιτροπή

Αιτήματα

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:

να ακυρώσει την απόφαση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής C(2020) 2813 τελικό της 28ης Απριλίου 2020·

να καταδικάσει την καθής στα δικαστικά έξοδα.

Λόγοι ακυρώσεως και κύρια επιχειρήματα

Η προσφυγή βάλλει κατά της εκτελεστικής απόφασης C(2020) 2813 τελικό της Επιτροπής, της 28ης Απριλίου 2020, περί χορήγησης άδειας στην Clearstream Banking AG δυνάμει του άρθρου 5, δεύτερο εδάφιο, του κανονισμού (ΕΚ) 2271/96 του Συμβουλίου, της 22ας Νοεμβρίου 1996, για την προστασία από τις συνέπειες της εξωεδαφικής εφαρμογής ορισμένων νόμων που θεσπίστηκαν από μια τρίτη χώρα, και των μέτρων που βασίζονται σ’ αυτούς ή απορρέουν από αυτούς.

Προς στήριξη της προσφυγής της, η προσφεύγουσα προβάλλει τους ακόλουθους λόγους ακυρώσεως.

1.

Πρώτος λόγος: προσβολή του δικαιώματος προηγούμενης ακρόασης το οποίο κατοχυρώνεται στο άρθρο 41, παράγραφος 1 και παράγραφος 2, στοιχείο α', του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (στο εξής: Χάρτης).

Κατά το άρθρο 41, παράγραφος 1 και παράγραφος 2, στοιχείο α', του Χάρτη, κάθε (φυσικό και νομικό) πρόσωπο έχει δικαίωμα σε δίκαιη διοικητική διαδικασία και σε προηγούμενη ακρόαση πριν να ληφθεί ατομικό μέτρο εις βάρος του.

Η Επιτροπή παρέβη τον ουσιώδη αυτό τύπο, καθώς ούτε ενημέρωσε την προσφεύγουσα, ούτε προέβη, σε οποιοδήποτε χρονικό σημείο, σε ακρόασή της εγγράφως ή προφορικώς, ούτε της παρέσχε τη δυνατότητα να διατυπώσει την άποψή της.

2.

Δεύτερος λόγος: παράβαση του πεδίου εφαρμογής του άρθρου 5, δεύτερο εδάφιο, του κανονισμού (ΕΚ) 2271/96 του Συμβουλίου (1), του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2018/1101 της Επιτροπής (2) και του επεξηγηματικού σημειώματος για την εφαρμογή του προαναφερθέντος κανονισμού (3).

Η καθής παρέβη τις διατάξεις και το πεδίο εφαρμογής του άρθρου 5 του κανονισμού 2271/96 καθώς και υπέρτερης ισχύος διατάξεις του δικαίου της Ένωσης, καθόσον χορήγησε στην αιτούσα την επίμαχη άδεια, υπό τη μορφή της προσβαλλόμενης απόφασης, αναδρομικά για παρελθούσα κατάσταση.

Τέτοια αναδρομική ισχύς ή εκ των υστέρων έγκριση αντιβαίνει στο δίκαιο της Ένωσης, ιδίως δε στις αρχές της δικαιοσύνης και της διαδικασίας, οι οποίες εξασφαλίζουν τη διαφάνεια, την ασφάλεια δικαίου και την προστασία της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης.

Ούτε ο κανονισμός [2271/96] ούτε ο βασιζόμενος σ’ αυτόν εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2018/1101 προβλέπουν τέτοια αναδρομική ισχύ. Το δίκαιο της Ένωσης δεν προβλέπει την εκ των υστέρων χορήγηση άδειας με αναδρομική ισχύ.

3.

Τρίτος λόγος: παράβαση της υποχρέωσης αιτιολόγησης και της απαίτησης περί διαφάνειας και ακρίβειας.

Η καθής παρέβη την υποχρέωση αιτιολόγησης που υπέχει καθώς και την απαίτηση περί διαφάνειας και ακρίβειας η οποία απορρέει από τα θεμελιώδη δικαιώματα που αφορούν τη διαδικασία και τη δικαιοσύνη.

Το χρονικό και καθ’ ύλην πεδίο εφαρμογής του άρθρου 1 της εκτελεστικής απόφασης είναι απολύτως αόριστο. Από τη διατύπωσή του προκύπτει ότι μπορεί να εφαρμόζεται αναδρομικά για αόριστο χρονικό διάστημα.

Η διατύπωση του άρθρου 1 είναι αόριστη όσον αφορά, ιδίως, τους «βάσιμους λόγους υπονοιών» και τις «υπηρεσίες». Για το εμπλεκόμενο πρόσωπο, δεν είναι σαφές υπό ποιες προϋποθέσεις η αιτούσα δύναται να προβεί σε ενέργειες εις βάρος του, εντός ποιου χρονικού διαστήματος και ποια είναι η σχέση των εν λόγω ενεργειών με τις «υπηρεσίες». Δεν προσδιορίζεται ποια είναι η έννοια των «υπηρεσιών» ούτε αν αυτές μπορούν να αφορούν και ενέργειες τρίτων.

4.

Τέταρτος λόγος: σφάλμα εκτίμησης ή κατάχρηση εξουσίας που αντιβαίνει σε υπέρτερης ισχύος διατάξεις του δικαίου της Ένωσης, ιδίως δε στις γενικές αρχές της διαδικασίας, της δικαιοσύνης και του δικαίου.

Η καθής υπέπεσε σε σφάλμα κατά την άσκηση της εξουσίας εκτίμησης που διαθέτει, καθόσον ουδόλως έλαβε υπόψη τις συνέπειες της απόφασης για την προσφεύγουσα και τη θέση της τελευταίας.

Η προσφεύγουσα δεν είχε την ευκαιρία να διατυπώσει την άποψή της επί των λόγων υπονοιών και, βάσει του άρθρου 1 της απόφασης, δεν θα τύχει ακρόασης στο μέλλον, με αποτέλεσμα να στερείται της δυνατότητας άμυνας κατά των αποφάσεων της αιτούσας.

Το γεγονός ότι η προσφεύγουσα έκανε χρήση του θεμελιώδους δικονομικού δικαιώματός της να εναγάγει την αιτούσα ενώπιον των εθνικών δικαστηρίων, δικαιώματος το οποίο προστατεύεται από το συνταγματικό δίκαιο και από το δίκαιο της Ένωσης, δεν μπορεί να ληφθεί υπόψη στο πλαίσιο της εξουσίας εκτίμησης. Η καθής υπερέβη, κατ’ αυτόν τον τρόπο, το περιθώριο εκτίμησης που διαθέτει.

Η καθής δεν συμπεριέλαβε στην εκτίμησή της ηπιότερα μέσα και αντισταθμιστικά μέτρα, μολονότι τούτο θα ήταν απολύτως αναγκαίο προκειμένου να γίνει επαρκής στάθμιση και εκτίμηση.


(1)  Κανονισμός (ΕΚ) 2271/96 του Συμβουλίου, της 22ας Νοεμβρίου 1996, για την προστασία από τις συνέπειες της εξωεδαφικής εφαρμογής ορισμένων νόμων που θεσπίστηκαν από μια τρίτη χώρα, και των μέτρων που βασίζονται σ’ αυτούς ή απορρέουν από αυτούς (ΕΕ 1996, L 309, σ. 1).

(2)  Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2018/1101 της Επιτροπής, της 3ης Αυγούστου 2018, για τον καθορισμό των κριτηρίων εφαρμογής του δεύτερου εδαφίου του άρθρου 5 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2271/96 του Συμβουλίου για την προστασία από τις συνέπειες της εξωεδαφικής εφαρμογής ορισμένων νόμων που θεσπίστηκαν από μια τρίτη χώρα, και των μέτρων που βασίζονται σ' αυτούς ή απορρέουν από αυτούς (ΕΕ 2018, L 199 I, σ. 7).

(3)  Επεξηγηματικό σημείωμα — Ερωτήσεις και Απαντήσεις: έγκριση της επικαιροποίησης της νομοθεσίας θωράκισης (2018/C 277 I/03) (ΕΕ 2018, C 277 I, σ. 4).