ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (ένατο τμήμα)

της 13ης Οκτωβρίου 2022 ( *1 )

«Προδικαστική παραπομπή – Διανοητική ιδιοκτησία – Οδηγία 2004/48/ΕΚ – Επιβολή των δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας – Άρθρο 10 – Διορθωτικά μέτρα – Καταστροφή εμπορευμάτων – Έννοια της “προσβολής δικαιώματος διανοητικής ιδιοκτησίας” – Εμπορεύματα που φέρουν σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης»

Στην υπόθεση C‑355/21,

με αντικείμενο αίτηση προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 267 ΣΛΕΕ, που υπέβαλε το Sąd Najwyższy (Ανώτατο Δικαστήριο, Πολωνία) με απόφαση της 29ης Δεκεμβρίου 2020, η οποία περιήλθε στο Δικαστήριο στις 7 Ιουνίου 2021, στο πλαίσιο της δίκης

Perfumesco.pl sp. z o.o. sp.k.

κατά

Procter & Gamble International Operations SA,

παρισταμένου του:

Rzecznik Praw Obywatelskich,

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (ένατο τμήμα),

συγκείμενο από τους J.-C. Bonichot, προεδρεύοντα, S. Rodin και O. Spineanu‑Matei (εισηγήτρια), δικαστές,

γενικός εισαγγελέας: G. Pitruzzella

γραμματέας: Α. Calot Escobar

έχοντας υπόψη την έγγραφη διαδικασία,

λαμβάνοντας υπόψη τις παρατηρήσεις που υπέβαλαν:

η Perfumesco.pl sp. z o.o. sp.k., εκπροσωπούμενη από τον T. Snażyk, radca prawny,

η Procter & Gamble International Operations SA, εκπροσωπούμενη από τους D. Piróg και A. Rytel, adwokaci,

ο Rzecznik Praw Obywatelskich, εκπροσωπούμενος από τον M. Taborowski,

η Πολωνική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τον B. Majczyna,

η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, εκπροσωπούμενη από την K. Herrmann, τον S. L. Kalėda, τον P.‑J. Loewenthal και την J. Samnadda,

κατόπιν της αποφάσεως που έλαβε, αφού άκουσε τον γενικό εισαγγελέα, να εκδικάσει την υπόθεση χωρίς ανάπτυξη προτάσεων,

εκδίδει την ακόλουθη

Απόφαση

1

Η αίτηση προδικαστικής αποφάσεως αφορά την ερμηνεία του άρθρου 10 της οδηγίας 2004/48/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004, σχετικά με την επιβολή των δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας (ΕΕ 2004, L 157, σ. 45, και διορθωτικό ΕΕ 2004, L 195, σ. 16).

2

Η αίτηση αυτή υποβλήθηκε στο πλαίσιο ένδικης διαφοράς μεταξύ της Perfumesco.pl sp. z o.o. sp.k. και της Procter & Gamble International Operations SA (στο εξής: Procter & Gamble) με αντικείμενο αγωγή με αίτημα την καταστροφή εμπορευμάτων λόγω φερόμενης προσβολής δικαιωμάτων που παρέχει σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Το νομικό πλαίσιο

Διεθνές δίκαιο

3

Το τιτλοφορούμενο «Λοιπά μέτρα αποκατάστασης» άρθρο 46 της Συμφωνίας για τα δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας στον τομέα του εμπορίου, που περιλαμβάνεται στο παράρτημα 1 Γ της συμφωνίας του Μαρακές για την ίδρυση του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου, εγκριθείσας με την απόφαση 94/800/ΕΚ του Συμβουλίου, της 22ας Δεκεμβρίου 1994, σχετικά με την εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Κοινότητας σύναψη των συμφωνιών που απέρρευσαν από τις πολυμερείς διαπραγματεύσεις του Γύρου της Ουρουγουάης (1986‑1994), καθ’ όσον αφορά τα θέματα που εμπίπτουν στις αρμοδιότητές της (ΕΕ 1994, L 336, σ. 1) (στο εξής: Συμφωνία TRIPs), ορίζει τα εξής:

«Προκειμένου να υφίστανται αποτελεσματικά μέσα αποτροπής των παραβιάσεων, οι δικαστικές αρχές έχουν την εξουσία να διατάσσουν την απόσυρση από τα δίκτυα εμπορίας των αγαθών που έχει διαπιστωθεί ότι συνδέονται με την παραβίαση κάποιου δικαιώματος, χωρίς να είναι αναγκαία η καταβολή οιασδήποτε αποζημιώσεως, κατά τρόπον ώστε να αποτρέπεται η πρόκληση βλάβης στο δικαιούχο· ακόμη είναι δυνατό, εναλλακτικά, να διατάσσεται η καταστροφή των επίμαχων αγαθών, εκτός αν κάτι τέτοιο έρχεται σε αντίθεση με υφιστάμενες συνταγματικές επιταγές. Οι δικαστικές αρχές έχουν επίσης τ[η]ν εξουσία να διατάσσουν την απόσυρση από τα δίκτυα εμπορίας των υλικών και των εργαλείων που χρησιμοποιούνται κατά κύριο λόγο για την παραγωγή των αγαθών που έχει διαπιστωθεί ότι συνδέονται με την παραβίαση κάποιου δικαιώματος, χωρίς να είναι αναγκαία η καταβολή οιασδήποτε αποζημιώσεως, κατά τρόπον ώστε να ελαχιστοποιείται ο κίνδυνος επανάληψης των παραβιάσεων. Όταν οι αρχές εξετάζουν αιτήσεις με τις οποίες τους ζητείται να διατάξουν κάτι από τα προαναφερθέντα, συνεκτιμούν την ανάγκη να υπάρχει σχέση αναλογικότητας μεταξύ της σοβαρότητας της παραβίασης και των διατασσομένων μέτρων αποκατάστασης, καθώς επίσης τα τυχόν συμφέροντα τρίτων. Όταν πρόκειται για προϊόντα που παρανόμως φέρουν ένα εμπορικό σήμα, η απλή αφαίρεση του εμπορικού σήματος που έχει παρανόμως τεθεί στα προϊόντα δεν αρκεί, εκτός από εξαιρετικές περιπτώσεις, προκειμένου να θεωρηθούν τα προϊόντα κατάλληλα προς διάθεση στα δίκτυα εμπορίας.»

Το δίκαιο της Ένωσης

Η οδηγία 2004/48

4

Οι αιτιολογικές σκέψεις 3 έως 5, 7, 9, 10 και 17 της οδηγίας 2004/48 έχουν ως εξής:

«(3)

[…] χωρίς αποτελεσματικά μέσα επιβολής των δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας, η καινοτομία και η δημιουργικότητα αποθαρρύνονται και οι επενδύσεις μειώνονται. Κατά συνέπεια, είναι αναγκαίο να ληφθεί μέριμνα ώστε το ουσιαστικό δίκαιο της διανοητικής ιδιοκτησίας, το οποίο σήμερα εμπίπτει σε μεγάλο βαθμό στο κοινοτικό κεκτημένο, να εφαρμόζεται αποτελεσματικά εντός της Κοινότητας. Από την άποψη αυτή, τα μέσα επιβολής των δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας αποκτούν κεφαλαιώδη σημασία για την επιτυχία της εσωτερικής αγοράς.

(4)

Σε διεθνές επίπεδο, όλα τα κράτη μέλη, καθώς και η ίδια η Κοινότητα για τα θέματα που εμπίπτουν στην αρμοδιότητά της, δεσμεύονται από τη [Συμφωνία TRIPs].

(5)

Η συμφωνία TRIPS περιέχει, ειδικότερα, διατάξεις σχετικές με τα μέσα επιβολής των δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας, οι οποίες αποτελούν κοινούς κανόνες που ισχύουν σε διεθνές επίπεδο και εφαρμόζονται σε όλα τα κράτη μέλη. Η παρούσα οδηγία δεν θα πρέπει να θίγει τις διεθνείς υποχρεώσεις των κρατών μελών, περιλαμβανομένων των προβλεπομένων στη συμφωνία TRIPS.

[…]

(7)

Από τις διαβουλεύσεις που πραγματοποίησε η [Ευρωπαϊκή] Επιτροπή για το θέμα αυτό προκύπτει ότι, παρά τις διατάξεις της συμφωνίας TRIPS, στα κράτη μέλη εξακολουθούν να υπάρχουν σημαντικές διαφορές όσον αφορά τα μέσα επιβολής των δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας. Για παράδειγμα, οι ρυθμίσεις περί εφαρμογής προσωρινών μέτρων που χρησιμοποιούνται ειδικότερα για τη διασφάλιση των αποδεικτικών στοιχείων, ο υπολογισμός της αποζημίωσης ή οι ρυθμίσεις περί εφαρμογής προσωρινών διαταγών ποικίλλουν σημαντικά από το ένα κράτος μέλος στο άλλο. Σε ορισμένα κράτη μέλη, δεν υπάρχουν μέτρα, διαδικασίες και μέτρα αποκατάστασης, όπως το δικαίωμα ενημέρωσης και η απόσυρση, δαπάναις του παραβάτη, των επίμαχων εμπορευμάτων που έχουν διατεθεί στην αγορά.

[…]

(9)

[…] Η αποτελεσματική τήρηση του ουσιαστικού δικαίου διανοητικής ιδιοκτησίας θα πρέπει να διασφαλιστεί με ειδική δράση σε κοινοτικό επίπεδο. Κατά συνέπεια, η προσέγγιση των σχετικών νομοθεσιών των κρατών μελών είναι ουσιώδης προϋπόθεση για την ορθή λειτουργία της εσωτερικής αγοράς.

(10)

Στόχος της παρούσας οδηγίας είναι η προσέγγιση των νομοθετικών συστημάτων προκειμένου να διασφαλιστεί υψηλό, ισοδύναμο και ομοιογενές επίπεδο προστασίας της διανοητικής ιδιοκτησίας στην εσωτερική αγορά.

[…]

(17)

Τα μέτρα, οι διαδικασίες και τα μέτρα αποκατάστασης που προβλέπει η παρούσα οδηγία θα πρέπει να προσδιορίζονται σε κάθε περίπτωση κατά τρόπον ώστε να λαμβάνονται δεόντως υπόψη τα ειδικά χαρακτηριστικά της συγκεκριμένης περίπτωσης, συμπεριλαμβανομένων των ειδικών χαρακτηριστικών κάθε δικαιώματος διανοητικής ιδιοκτησίας και, κατά περίπτωση, του εσκεμμένου ή μη εσκεμμένου χαρακτήρα της προσβολής.»

5

Το άρθρο 2 της ως άνω οδηγίας, που φέρει τον τίτλο «Πεδίο εφαρμογής», προβλέπει στην παράγραφο 1 τα εξής:

«Με την επιφύλαξη των μέσων που προβλέπονται ή ενδέχεται να προβλεφθούν με την κοινοτική ή την εθνική νομοθεσία, καθόσον τα εν λόγω μέσα μπορεί να είναι ευνοϊκότερα για τους δικαιούχους, τα μέτρα, οι διαδικασίες και τα μέτρα αποκατάστασης που προβλέπονται από την παρούσα οδηγία εφαρμόζονται, σύμφωνα με το άρθρο 3, σε οποιαδήποτε προσβολή των δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας όπως προβλέπεται από την κοινοτική νομοθεσία ή/και την εθνική νομοθεσία του οικείου κράτους μέλους.»

6

Το άρθρο 3 της εν λόγω οδηγίας, το οποίο επιγράφεται «Γενική υποχρέωση», ορίζει στην παράγραφο 2 τα εξής:

«Τα εν λόγω μέτρα, διαδικασίες και μέτρα αποκατάστασης πρέπει επίσης να είναι αποτελεσματικά, αναλογικά και αποτρεπτικά και να εφαρμόζονται κατά τρόπον ώστε να αποτρέπεται η δημιουργία εμποδίων στο νόμιμο εμπόριο και να προβλέπονται εγγυήσεις κατά της κατάχρησής τους.»

7

Το άρθρο 10 της ίδιας οδηγίας, με τίτλο «Διορθωτικά μέτρα», προβλέπει τα εξής:

«1.   Με την επιφύλαξη οποιασδήποτε αποζημίωσης που οφείλεται στον δικαιούχο του προσβαλλόμενου δικαιώματος και χωρίς άλλου είδους αποζημίωση, τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι αρμόδιες δικαστικές αρχές να δύνανται να διατάσσουν, αιτήσει του προσφεύγοντος, τη λήψη των ενδεδειγμένων μέτρων σχετικά με τα εμπορεύματα που κρίθηκε ότι προσβάλλουν δικαίωμα διανοητικής ιδιοκτησίας και, εφόσον απαιτείται, σχετικά με τα υλικά και τα εργαλεία που κυρίως χρησίμευσαν στη δημιουργία ή την κατασκευή των εν λόγω εμπορευμάτων. Τα εν λόγω μέτρα περιλαμβάνουν:

α)

απόσυρση από το εμπόριο·

β)

οριστική απομάκρυνση από το εμπόριο,

ή

γ)

καταστροφή.

2.   Οι δικαστικές αρχές διατάσσουν την εκτέλεση των εν λόγω μέτρων δαπάναις του παραβάτη, εκτός εάν συνηγορούν ειδικοί λόγοι για το αντίθετο.

3.   Κατά την εξέταση αιτήσεως λήψεως διορθωτικών μέτρων λαμβάνονται υπόψη η ανάγκη αναλογίας μεταξύ της σοβαρότητας της προσβολής και των μέτρων αποκατάστασης καθώς και τα συμφέροντα τρίτων.»

Ο κανονισμός (ΕΚ) 207/2009

8

Ο κανονισμός (ΕΚ) 207/2009 του Συμβουλίου, της 26ης Φεβρουαρίου 2009, για το σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ 2009, L 78, σ. 1), όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΕ) 2015/2424 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 2015 (ΕΕ 2015, L 341, σ. 21) (στο εξής: κανονισμός 207/2009), καταργήθηκε και αντικαταστάθηκε, από 1ης Οκτωβρίου 2017, από τον κανονισμό (ΕΕ) 2017/1001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 14ης Ιουνίου 2017, για το σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ 2017, L 154, σ. 1). Ωστόσο, λαμβανομένου υπόψη του χρόνου των πραγματικών περιστατικών της διαφοράς της κύριας δίκης, ο κανονισμός 207/2009 εξακολουθεί να έχει εφαρμογή στην εν λόγω διαφορά.

9

Το τιτλοφορούμενο «Δικαίωμα που παρέχει το σήμα της ΕΕ» άρθρο 9 του κανονισμού 207/2009 όριζε τα εξής:

«1.   Με την καταχώριση σήματος της ΕΕ παρέχονται στον δικαιούχο αποκλειστικά δικαιώματα επ’ αυτού.

2.   Με την επιφύλαξη των δικαιωμάτων των δικαιούχων που έχουν αποκτηθεί πριν από την ημερομηνία κατάθεσης της αίτησης ή την ημερομηνία προτεραιότητας του σήματος της ΕΕ, ο δικαιούχος του εν λόγω σήματος της ΕΕ δικαιούται να απαγορεύει σε κάθε τρίτο που δεν έχει τη συγκατάθεσή του να χρησιμοποιεί στις συναλλαγές για προϊόντα ή υπηρεσίες, οποιοδήποτε σημείο εφόσον:

α)

το σημείο είναι ταυτόσημο με το σήμα της ΕΕ και χρησιμοποιείται για υπηρεσίες ή προϊόντα που ταυτίζονται με τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες για τα οποία έχει καταχωριστεί το σήμα της ΕΕ·

[…]

3.   Τα ακόλουθα, ειδικότερα, είναι δυνατόν να απαγορεύονται δυνάμει της παραγράφου 2:

α)

η επίθεση του σημείου επί των προϊόντων ή της συσκευασίας τους·

β)

η προσφορά των προϊόντων, η εμπορία ή η αποθήκευσή τους προς τους σκοπούς αυτούς ή η προσφορά ή η παροχή υπηρεσιών υπό το σημείο αυτό·

γ)

η εισαγωγή ή εξαγωγή των προϊόντων υπό το σημείο αυτό·

[…]

4.   Με την επιφύλαξη των δικαιωμάτων των δικαιούχων που έχουν αποκτηθεί πριν από την ημερομηνία κατάθεσης της αίτησης ή την ημερομηνία προτεραιότητας του σήματος της ΕΕ, ο δικαιούχος του εν λόγω σήματος της ΕΕ έχει επίσης δικαίωμα να εμποδίζει τρίτους να εισάγουν, στο πλαίσιο των εμπορικών συναλλαγών, προϊόντα στην Ένωση χωρίς να έχουν τεθεί σε ελεύθερη κυκλοφορία εκεί, όταν τα προϊόντα αυτά, συμπεριλαμβανομένης της συσκευασίας, προέρχονται από τρίτες χώρες και φέρουν, χωρίς σχετική άδεια, σήμα το οποίο είναι ταυτόσημο με το καταχωρισμένο σήμα της ΕΕ των εν λόγω προϊόντων ή το οποίο δεν διακρίνεται ως προς τα ουσιώδη χαρακτηριστικά του από το εν λόγω σήμα.

Το δικαίωμα του δικαιούχου σήματος της ΕΕ δυνάμει του πρώτου εδαφίου παύει να υφίσταται εάν κατά τη διάρκεια των διαδικασιών εξακρίβωσης τυχόν παραβίασης του σήματος της ΕΕ, οι οποίες κινούνται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 608/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου[, της 12ης Ιουνίου 2013, σχετικά με την τελωνειακή επιβολή των δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1383/2003 του Συμβουλίου (ΕΕ 2013, L 181, σ. 15)], ο διασαφιστής ή ο κάτοχος των προϊόντων παράσχει στοιχεία που αποδεικνύουν ότι ο δικαιούχος του σήματος της ΕΕ δεν δικαιούται να απαγορεύει τη διάθεση των προϊόντων στην αγορά στη χώρα τελικού προορισμού.»

10

Το τιτλοφορούμενο «Κυρώσεις» άρθρο 102 του ως άνω κανονισμού όριζε τα εξής:

«1.   Όταν ένα δικαστήριο σημάτων της ΕΕ διαπιστώνει ότι ο εναγόμενος έχει παραποιήσει/απομιμηθεί ή έχει απειλήσει να παραποιήσει/απομιμηθεί σήμα της ΕΕ και εφόσον δεν υπάρχουν ειδικοί λόγοι που το αποκλείουν, εκδίδει απόφαση που απαγορεύει στον εναγόμενο να συνεχίσει τις πράξεις της παραποίησης/απομίμησης ή την επαπειλούμενη παραποίηση/απομίμηση. Λαμβάνει επίσης, σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο, τα κατάλληλα μέτρα που εξασφαλίζουν την τήρηση αυτής της απαγόρευσης.

2.   Το δικαστήριο σημάτων της ΕΕ μπορεί επίσης να εφαρμόζει μέτρα ή διαταγές δυνάμει του εφαρμοστέου δικαίου εφόσον τα κρίνει κατάλληλα υπό τις περιστάσεις της υπόθεσης.»

Το πολωνικό δίκαιο

11

Το άρθρο 286 του ustawa – Prawo własności przemysłowej (νόμου περί βιομηχανικής ιδιοκτησίας), της 30ής Ιουνίου 2000 (Dz. U. 2020, θέση 286), όπως ίσχυε κατά τον χρόνο των πραγματικών περιστατικών της διαφοράς της κύριας δίκης (στο εξής: νόμος περί βιομηχανικής ιδιοκτησίας), ορίζει τα εξής:

«Το sąd [(δικαστήριο)] που δικάζει υπόθεση προσβολής δικαιώματος μπορεί να αποφανθεί, αιτήσει του δικαιούχου, επί των ανηκόντων στον παραβάτη προϊόντων που κατασκευάστηκαν ή επισημάνθηκαν παρανόμως, καθώς και επί των εργαλείων και υλικών που χρησιμοποιήθηκαν για την κατασκευή ή την επισήμανση. Μπορεί ιδίως να διατάξει την απόσυρσή τους από το εμπόριο, την παράδοσή τους στον δικαιούχο έναντι επιδικασθέντος σε αυτόν χρηματικού ποσού ή την καταστροφή τους. Στην απόφασή του, το sąd [(δικαστήριο)] λαμβάνει υπόψη τη βαρύτητα της προσβολής και τα συμφέροντα των τρίτων.»

Η διαφορά της κύριας δίκης και το προδικαστικό ερώτημα

12

Η Procter & Gamble παρασκευάζει είδη αρωματοποιίας. Βάσει συμφωνίας για την παραχώρηση άδειας εκμετάλλευσης που είχε συνάψει με την HUGO BOSS Trade Mark Management GmbH & Co. KG (στο εξής: HUGO BOSS TMM), είχε το αποκλειστικό δικαίωμα χρήσης του λεκτικού σήματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης HUGO BOSS (στο εξής: σήμα HUGO BOSS), καθώς και το δικαίωμα να ασκεί ιδίω ονόματι ένδικα βοηθήματα στην περίπτωση προσβολής δικαιωμάτων από το συγκεκριμένο σήμα. Το εν λόγω σήμα είχε καταχωριστεί για τα εξής προϊόντα που εμπίπτουν στην κλάση 3, κατά την έννοια του Διακανονισμού της Νίκαιας για τη διεθνή ταξινόμηση προϊόντων και υπηρεσιών με σκοπό την καταχώριση σημάτων, της 15ης Ιουνίου 1957, όπως έχει αναθεωρηθεί και τροποποιηθεί:

«Αρωματικά σπρέι για προσωπική χρήση· Είδη αρωματοποιίας, αποσμητικά για προσωπική χρήση· Σαπούνια· Προϊόντα για τη φροντίδα του σώματος και καλλυντικά».

13

Προκειμένου οι πελάτες να μπορούν να δοκιμάζουν τα προϊόντα που φέρουν το σήμα HUGO BOSS, η HUGO BOSS TMM θέτει δωρεάν στη διάθεση των εξουσιοδοτημένων από αυτήν πωλητών και διανομέων δείγματα προϊόντων ή «tester», αποκλειστικά προς τον σκοπό της παρουσίασης και προώθησης καλλυντικών προϊόντων, σε φιαλίδια πανομοιότυπα με εκείνα που χρησιμοποιούνται για τη διάθεση στο εμπόριο των προϊόντων αυτών υπό το σήμα HUGO BOSS. Η εξωτερική τους συσκευασία έχει ομοιόμορφο ανοικτό χρώμα και φέρει ευδιάκριτη επισήμανση ότι τα εν λόγω δείγματα δεν προορίζονται για πώληση με τη χρήση, παραδείγματος χάριν, μίας από τις εξής ενδείξεις: «not for sale» (δεν προορίζεται για πώληση), «demonstration» (επίδειξη) ή «tester». Η HUGO BOSS TMM δεν διαθέτει τα εν λόγω δείγματα στην αγορά του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου (ΕΟΧ) ούτε έχει συγκατατεθεί στη διάθεσή τους στην εν λόγω αγορά.

14

Η Perfumesco.pl ασκεί από το 2012 εμπορικές δραστηριότητες χονδρικής πώλησης προϊόντων αρωματοποιίας μέσω ηλεκτρονικού καταστήματος. Αποστέλλει ανά τακτά χρονικά διαστήματα τιμοκαταλόγους σε επιχειρήσεις πώλησης καλλυντικών προϊόντων στο διαδίκτυο και προσφέρει προς πώληση μεταξύ άλλων δείγματα προϊόντων αρωματοποιίας με το σήμα HUGO BOSS και την ένδειξη «Tester», επισημαίνοντας ότι η οσμή των δειγμάτων αυτών δεν διαφέρει από εκείνη του κανονικού προϊόντος. Το αιτούν δικαστήριο διευκρινίζει ότι η Perfumesco.pl δεν αφαιρεί ούτε καλύπτει τους γραμμωτούς κώδικες των εξωτερικών συσκευασιών των προϊόντων που φέρουν το εν λόγω σήμα και ότι, εμπιστευόμενη τους αντισυμβαλλομένους της όσον αφορά τη νόμιμη προέλευση των προϊόντων που αγοράζει, δεν επαληθεύει την προέλευσή τους ούτε ελέγχει αν έχουν αφαιρεθεί οι γραμμωτοί κώδικες.

15

Στις 28 Ιουλίου 2016 κατασχέθηκαν στην Πολωνία από δικαστικό επιμελητή, σε εκτέλεση διάταξης ασφαλιστικών μέτρων, αρώματα, κολόνιες και eaux de parfum των οποίων οι συσκευασίες έφεραν το σήμα HUGO BOSS, και συγκεκριμένα «tester» που δεν προορίζονταν για πώληση, προϊόντα που έφεραν κωδικούς από τους οποίους, κατά δήλωση της Procter & Gamble, προέκυπτε ότι προορίζονταν για διάθεση στο εμπόριο εκτός του ΕΟΧ και προϊόντα στων οποίων τη συσκευασία οι γραμμωτοί κώδικες είχαν αφαιρεθεί ή καλυφθεί.

16

Κατόπιν αγωγής της Procter & Gamble, το Sąd Okręgowy w Warszawie (περιφερειακό δικαστήριο Βαρσοβίας, Πολωνία), με απόφαση της 26ης Ιουνίου 2017, υποχρέωσε την Perfumesco.pl, μεταξύ άλλων, να καταστρέψει τα αρώματα, τις κολώνιες και τα eaux de parfum τα οποία έφεραν στη συσκευασία τους το σήμα HUGO BOSS και ιδίως τα «tester» τα οποία δεν είχαν διατεθεί από τη HUGO BOSS TMM στην αγορά του ΕΟΧ ούτε καλύπτονταν από συγκατάθεσή της για διάθεση στην εν λόγω αγορά.

17

Με απόφαση της 20ής Σεπτεμβρίου 2018, το Sąd Apelacyjny w Warszawie (εφετείο Βαρσοβίας, Πολωνία) απέρριψε την έφεση της Perfumesco.pl. Το δευτεροβάθμιο δικαστήριο έκρινε μεταξύ άλλων ότι, κατά το άρθρο 102, παράγραφος 2, του κανονισμού 207/2009, το δικαστήριο σημάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης μπορεί να λαμβάνει μέτρα δυνάμει του εφαρμοστέου δικαίου, εφόσον τα κρίνει κατάλληλα υπό τις περιστάσεις της υπόθεσης, και ότι η εν λόγω διάταξη επιτρέπει την εφαρμογή του άρθρου 286 του νόμου περί βιομηχανικής ιδιοκτησίας. Εκτίμησε ότι το Sąd Okręgowy w Warszawie (περιφερειακό δικαστήριο Βαρσοβίας) δεν υπέπεσε σε σφάλμα κατά την εφαρμογή του άρθρου αυτού.

18

Το δευτεροβάθμιο δικαστήριο έκρινε κατ’ αρχάς ότι, όπως προκύπτει από το γράμμα του, το άρθρο 286 του νόμου περί βιομηχανικής ιδιοκτησίας είχαν εφαρμογή μόνον εφόσον τα προϊόντα έχουν κατασκευαστεί ή επισημανθεί παρανόμως και ότι η προϋπόθεση αυτή δεν πληρούνταν στην ενώπιόν του διαφορά. Ειδικότερα, η Procter & Gamble δεν αμφισβήτησε ότι τα κατασχεθέντα αρώματα ήταν αυθεντικά, αλλά ισχυρίστηκε ότι η HUGO BOSS TMM δεν είχε συγκατατεθεί στη διάθεσή τους στην αγορά εντός του ΕΟΧ και ότι η Perfumesco.pl δεν είχε αποδείξει την ύπαρξη τέτοιας συγκατάθεσης.

19

Το δευτεροβάθμιο δικαστήριο έκρινε εν συνεχεία ότι το άρθρο 286 έπρεπε να ερμηνευθεί κατά τρόπο σύμφωνο προς το άρθρο 10, παράγραφος 1, της οδηγίας 2004/48, διάταξη την οποία μεταφέρει στην πολωνική έννομη τάξη, και ότι έπρεπε να γίνει δεκτό ότι κάθε εμπόρευμα που προσβάλλει δικαίωμα βιομηχανικής ιδιοκτησίας κατασκευάζεται παρανόμως κατά την έννοια του άρθρου 286.

20

Τέλος, το δευτεροβάθμιο δικαστήριο επισήμανε ότι τα κατασχεθέντα αρώματα έφεραν αυτοκόλλητα που κάλυπταν την ένδειξη σχετικά με την γεωγραφική περιοχή για την οποία προορίζονταν, εμποδίζοντας τον προσδιορισμό της, και ότι στη θέση των αφαιρεθέντων κωδικών ασφαλείας είχαν τεθεί κωδικοί με αυτοκόλλητα. Διευκρίνισε ότι, μολονότι δεν είχε αποδειχθεί ότι η απάλειψη των κωδικών ασφαλείας είχε γίνει από την Perfumesco.pl, αυτή όφειλε να γνωρίζει ως επαγγελματίας του κλάδου της αρωματοποιίας ότι τα προϊόντα είχαν διατεθεί στην αγορά παρά την αμφίβολη προέλευσή τους. Επισήμανε επίσης ότι τα «tester» διατέθηκαν προς πώληση από την Perfumesco.pl, η οποία όφειλε να έχει πλήρη επίγνωση του γεγονότος ότι δεν υπήρχε συγκατάθεση της HUGO BOSS TMM για τη διάθεσή τους στην αγορά εντός του ΕΟΧ.

21

Η Perfumesco.pl άσκησε αναίρεση ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου, ήτοι του Sąd Najwyższy (Ανώτατου Δικαστηρίου, Πολωνία), επικαλούμενη, μεταξύ άλλων, παράβαση του άρθρου 286 του νόμου περί βιομηχανικής ιδιοκτησίας. Ειδικότερα, υποστηρίζει ότι η Procter & Gamble ισχυρίζεται ότι δεν υπάρχει συγκατάθεση της δικαιούχου του σήματος HUGO BOSS για τη διάθεση των κατασχεθέντων εμπορευμάτων στην αγορά του ΕΟΧ, χωρίς όμως να αμφισβητεί ότι αυτά ήταν αυθεντικά.

22

Το αιτούν δικαστήριο παρατηρεί ότι τα δικαστήρια της ουσίας που επιλήφθηκαν της διαφοράς της κύριας δίκης επέστησαν την προσοχή στο γράμμα του άρθρου 10, παράγραφος 1, της οδηγίας 2004/48 και ερμήνευσαν το άρθρο 286 του νόμου περί βιομηχανικής ιδιοκτησίας κατά τρόπο σύμφωνο προς το δίκαιο της Ένωσης. Το αιτούν δικαστήριο διαπιστώνει ότι, κατά την κρίση των δικαστηρίων της ουσίας, το άρθρο 10, παράγραφος 1, της οδηγίας 2004/48 αφορά εμπορεύματα για τα οποία αποδεικνύεται ότι προσβάλλουν δικαίωμα διανοητικής ιδιοκτησίας και ότι, κατά συνέπεια, η καταστροφή εμπορευμάτων μπορεί να διαταχθεί και στην περίπτωση προϊόντων που δεν «κατασκευάστηκαν ή επισημάνθηκαν» παρανόμως, σύμφωνα με το γράμμα της εθνικής νομοθεσίας.

23

Το αιτούν δικαστήριο επισημαίνει ότι, αφενός, πλείονα επιχειρήματα, τα οποία έχουν υποστηριχθεί στη νομική θεωρία, συνηγορούν υπέρ της κατά γράμμα ερμηνείας του άρθρου 286 του νόμου περί βιομηχανικής ιδιοκτησίας και ιδίως το γεγονός ότι η τροποποίηση του άρθρου αυτού το 2007 έγινε στο πλαίσιο της μεταφοράς της οδηγίας 2004/48 στην εσωτερική έννομη τάξη. Αφετέρου, λαμβανομένης υπόψη της υποχρέωσης σύμφωνης με το δίκαιο της Ένωσης ερμηνείας του εθνικού δικαίου, η ερμηνεία του άρθρου 286 του νόμου περί βιομηχανικής ιδιοκτησίας πρέπει να ερείδεται σε εκείνη του άρθρου 10, παράγραφος 1, της οδηγίας.

24

Υπό τις συνθήκες αυτές, το Sąd Najwyższy (Ανώτατο Δικαστήριο) αποφάσισε να αναστείλει την ενώπιόν του διαδικασία και να υποβάλει στο Δικαστήριο το εξής προδικαστικό ερώτημα:

«Έχει το άρθρο 10 της οδηγίας [2004/48] την έννοια ότι αντιτίθεται σε ερμηνεία εθνικής διάταξης σύμφωνα με την οποία το μέτρο προστασίας υπό τη μορφή της καταστροφής εμπορευμάτων αφορά αποκλειστικά εμπορεύματα που κατασκευάστηκαν ή επισημάνθηκαν παρανόμως και όχι εμπορεύματα που διατέθηκαν παρανόμως στην αγορά εντός του [ΕΟΧ], για τα οποία δεν μπορεί να διαπιστωθεί ότι κατασκευάστηκαν ή επισημάνθηκαν παρανόμως;»

Επί του παραδεκτού της αιτήσεως προδικαστικής αποφάσεως

25

Με τις παρατηρήσεις τους, ο Rzecznik Praw Obywatelskich (Συνήγορος του Πολίτη, Πολωνία) και η Επιτροπή θέτουν το ζήτημα αν το αιτούν δικαστήριο, ήτοι το Sąd Najwyższy (Ανώτατο Δικαστήριο), που συνεδρίασε σε τριμελή σύνθεση του πολιτικού τμήματος, είναι, λαμβανομένης υπόψη της διαδικασίας διορισμού των δικαστών της συγκεκριμένης σύνθεσης, «δικαστήριο» κατά την έννοια του άρθρου 267 ΣΛΕΕ.

26

Αφενός, ο Συνήγορος του Πολίτη υποστηρίζει ότι η αίτηση προδικαστικής αποφάσεως είναι απαράδεκτη για τον λόγο ότι προέρχεται από όργανο που δεν έχει συσταθεί νομίμως και το οποίο δεν είναι ανεξάρτητο ούτε αμερόληπτο.

27

Αφετέρου, η Επιτροπή παρατηρεί, χωρίς εντούτοις να υποστηρίζει ρητώς ότι η αίτηση προδικαστικής αποφάσεως είναι απαράδεκτη, ότι η πράξη διορισμού στο Sąd Najwyższy (Ανώτατο Δικαστήριο) ενός εκάστου των τριών δικαστών που μετείχαν στη σύνθεση του αιτούντος δικαστηρίου εκδόθηκε από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας της Πολωνίας κατόπιν διαδικασίας που διεξήχθη υπό τις ίδιες συνθήκες με εκείνες υπό τις οποίες έγινε ο διορισμός του δικαστή που είχε υποβάλει στο Δικαστήριο την αίτηση προδικαστικής αποφάσεως στην υπόθεση επί της οποίας εκδόθηκε η απόφαση της 29ης Μαρτίου 2022, Getin Noble Bank (C‑132/20, EU:C:2022:235).

28

Συναφώς, υπενθυμίζεται ότι, κατά πάγια νομολογία, προκειμένου το Δικαστήριο να εκτιμήσει αν το αιτούν όργανο είναι «δικαστήριο» κατά την έννοια του άρθρου 267 ΣΛΕΕ, ζήτημα που εμπίπτει αποκλειστικά στο δίκαιο της Ένωσης, και, ως εκ τούτου, προκειμένου να εκτιμήσει αν η αίτηση προδικαστικής αποφάσεως είναι παραδεκτή, λαμβάνει υπόψη μια σειρά στοιχείων, όπως είναι η ίδρυση του οργάνου αυτού με νόμο, η μονιμότητά του, ο δεσμευτικός χαρακτήρας της δικαιοδοσίας του, ο κατ’ αντιμωλίαν χαρακτήρας της ενώπιόν του διαδικασίας, η εκ μέρους του οργάνου αυτού εφαρμογή κανόνων δικαίου, καθώς και η ανεξαρτησία του (πρβλ. αποφάσεις της 9ης Ιουλίου 2020, Land Hessen, C‑272/19, EU:C:2020:535, σκέψη 43, και της 29ης Μαρτίου 2022, Getin Noble Bank, C‑132/20, EU:C:2022:235, σκέψη 66).

29

Η ανεξαρτησία των δικαστών των κρατών μελών έχει για διάφορους λόγους θεμελιώδη σημασία για την έννομη τάξη της Ένωσης. Ειδικότερα, η εν λόγω ανεξαρτησία είναι ουσιώδους σημασίας για την ορθή λειτουργία του συστήματος δικαστικής συνεργασίας το οποίο συνιστά ο μηχανισμός προδικαστικής παραπομπής του άρθρου 267 ΣΛΕΕ, καθόσον ο μηχανισμός αυτός δύναται να ενεργοποιηθεί μόνο από επιφορτισμένο με την εφαρμογή του δικαίου της Ένωσης όργανο το οποίο ανταποκρίνεται, μεταξύ άλλων, στο προαναφερθέν κριτήριο της ανεξαρτησίας (πρβλ. απόφαση της 9ης Ιουλίου 2020, Land Hessen, C‑272/19, EU:C:2020:535, σκέψη 45 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία).

30

Οι εγγυήσεις περί ανεξαρτησίας και αμεροληψίας τις οποίες επιτάσσει το δίκαιο της Ένωσης απαιτούν την ύπαρξη κανόνων, ιδίως όσον αφορά τη σύνθεση του οργάνου, τον διορισμό των μελών του, τη διάρκεια της θητείας τους και τους λόγους εξαιρέσεως ή παύσεώς τους, ώστε οι πολίτες να μην έχουν καμία εύλογη αμφιβολία ως προς το ανεπηρέαστο του εν λόγω οργάνου από εξωγενή στοιχεία και ως προς την ουδετερότητά του έναντι των αντιπαρατιθέμενων συμφερόντων (αποφάσεις της 9ης Ιουλίου 2020, Land Hessen, C‑272/19, EU:C:2020:535, σκέψη 52, και της 16ης Νοεμβρίου 2021, Prokuratura Rejonowa w Mińsku Mazowieckim κ.λπ., C‑748/19 έως C‑754/19, EU:C:2021:931, σκέψεις 67 και 71).

31

Εν προκειμένω, δεν χωρεί αμφιβολία ότι το Sąd Najwyższy (Ανώτατο Δικαστήριο) συγκαταλέγεται μεταξύ των πολωνικών τακτικών δικαστηρίων.

32

Εφόσον, όμως, η αίτηση προδικαστικής αποφάσεως προέρχεται από εθνικό δικαστήριο, τεκμαίρεται ότι το συγκεκριμένο δικαστήριο πληροί τις ως άνω απαιτήσεις, οι οποίες υπενθυμίζονται στη σκέψη 28 της παρούσας απόφασης, ανεξαρτήτως της συγκεκριμένης συνθέσεώς του (πρβλ. απόφαση της 29ης Μαρτίου 2022, Getin Noble Bank, C‑132/20, EU:C:2022:235, σκέψη 69).

33

Ωστόσο, το τεκμήριο αυτό ισχύει αποκλειστικώς για την εκτίμηση του παραδεκτού των αιτήσεων προδικαστικής αποφάσεως που υποβάλλονται δυνάμει του άρθρου 267 ΣΛΕΕ. Εξ αυτού δεν μπορεί να συναχθεί ότι οι συνθήκες διορισμού των δικαστών που συγκροτούν το αιτούν δικαστήριο πληρούν κατ’ ανάγκην τα εχέγγυα προσβάσεως σε ανεξάρτητο και αμερόληπτο δικαστήριο το οποίο έχει προηγουμένως συσταθεί νομίμως, κατά την έννοια του άρθρου 19, παράγραφος 1, δεύτερο εδάφιο, ΣΕΕ ή του άρθρου 47 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (πρβλ. απόφαση της 29ης Μαρτίου 2022, Getin Noble Bank, C‑132/20, EU:C:2022:235, σκέψη 74).

34

Επιπλέον, το τεκμήριο αυτό μπορεί να ανατραπεί σε περίπτωση κατά την οποία από αμετάκλητη δικαστική απόφαση, εκδοθείσα από εθνικό ή διεθνές δικαστήριο, προκύπτει ότι ο δικαστής ή οι δικαστές που απαρτίζουν το αιτούν δικαστήριο δεν έχουν την ιδιότητα ανεξάρτητου και αμερόληπτου δικαστηρίου το οποίο έχει προηγουμένως συσταθεί νομίμως, κατά την έννοια του άρθρου 19, παράγραφος 1, δεύτερο εδάφιο, ΣΕΕ, ερμηνευόμενου με γνώμονα το άρθρο 47, δεύτερο εδάφιο, του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων. Το αυτό θα ίσχυε σε περιπτώσεις κατά τις οποίες υπάρχουν, πέραν της προσωπικής καταστάσεως του δικαστή ή των δικαστών που υποβάλλουν επισήμως αίτηση δυνάμει του άρθρου 267 ΣΛΕΕ, άλλα στοιχεία που έχουν αντίκτυπο στη λειτουργία του αιτούντος δικαστηρίου στη σύνθεση του οποίου μετέχουν οι δικαστές αυτοί και συντείνουν, επομένως, στην προσβολή της ανεξαρτησίας και της αμεροληψίας του εν λόγω δικαστηρίου (πρβλ. απόφαση της 29ης Μαρτίου 2022, Getin Noble Bank, C‑132/20, EU:C:2022:235, σκέψεις 72 και 75).

35

Εν προκειμένω, δεν προσκομίζεται κανένα σαφές και συγκεκριμένο στοιχείο ικανό να ανατρέψει, υπό τις προϋποθέσεις που υπενθυμίζονται στην προηγούμενη σκέψη της παρούσας απόφασης, το τεκμήριο ότι η υπό κρίση αίτηση προδικαστικής αποφάσεως προέρχεται από όργανο που πληροί τις απαιτήσεις που υπενθυμίζονται στη σκέψη 28 της παρούσας απόφασης.

36

Κατά συνέπεια, η αίτηση προδικαστικής αποφάσεως είναι παραδεκτή.

Επί του προδικαστικού ερωτήματος

37

Με το προδικαστικό ερώτημα, το αιτούν δικαστήριο ζητεί κατ’ ουσίαν να διευκρινιστεί αν το άρθρο 10, παράγραφος 1, της οδηγίας 2004/48 έχει την έννοια ότι αντιτίθεται σε ερμηνεία εθνικής διάταξης κατά την οποία μέτρο προστασίας που συνίσταται στην καταστροφή εμπορευμάτων δεν μπορεί να εφαρμοστεί στην περίπτωση κατά την οποία τα εμπορεύματα κατασκευάστηκαν και σε αυτά τέθηκε σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης με τη συγκατάθεση του δικαιούχου του σήματος, αλλά διατέθηκαν στην αγορά του ΕΟΧ χωρίς τη συγκατάθεσή του.

38

Συνεπώς, πρέπει να ερμηνευθεί η έννοια της «προσβολής δικαιώματος διανοητικής ιδιοκτησίας» κατά το άρθρο 10, παράγραφος 1.

39

Συναφώς, όσον αφορά την ερμηνεία διατάξεως του δικαίου της Ένωσης, υπενθυμίζεται ότι, κατά πάγια νομολογία, πρέπει να λαμβάνεται υπόψη όχι μόνον το γράμμα της αλλά και το πλαίσιο στο οποίο εντάσσεται και οι σκοποί που επιδιώκονται με την πράξη της οποίας αποτελεί μέρος. Το ιστορικό της θεσπίσεως μιας διατάξεως του δικαίου της Ένωσης μπορεί επίσης να προσφέρει στοιχεία χρήσιμα για την ερμηνεία της (απόφαση της 10ης Ιουνίου 2021, KRONE–Verlag, C‑65/20, EU:C:2021:471, σκέψη 25 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία).

40

Κατά το γράμμα του άρθρου 10, παράγραφος 1, της οδηγίας 2004/48, τα κράτη μέλη μεριμνούν «ώστε οι αρμόδιες δικαστικές αρχές να δύνανται να διατάσσουν, αιτήσει του προσφεύγοντος, τη λήψη των ενδεδειγμένων μέτρων σχετικά με τα εμπορεύματα που κρίθηκε ότι προσβάλλουν δικαίωμα διανοητικής ιδιοκτησίας». Μεταξύ των μέτρων αυτών περιλαμβάνεται και η καταστροφή των εμπορευμάτων, που προβλέπεται στο άρθρο 10, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ.

41

Συνεπώς, όπως προκύπτει από το γράμμα του άρθρου 10, παράγραφος 1, της οδηγίας 2004/48, η διάταξη αυτή δεν περιορίζει την εφαρμογή των διορθωτικών μέτρων που προβλέπει μόνο σε ορισμένα είδη προσβολών δικαιώματος διανοητικής ιδιοκτησίας. Επιπλέον, σύμφωνα με το άρθρο 10, παράγραφος 3, της οδηγίας, σε συνδυασμό με την αιτιολογική της σκέψη 17, κατά την εξέταση αιτήσεως λήψεως διορθωτικών μέτρων οι αρμόδιες δικαστικές αρχές οφείλουν να λαμβάνουν υπόψη την ανάγκη αναλογίας μεταξύ της σοβαρότητας της προσβολής και των διορθωτικών μέτρων, καθώς και τα συμφέροντα των τρίτων. Συνεπώς, εναπόκειται στις αρμόδιες δικαστικές αρχές να αποφασίσουν για το μέτρο που πρέπει να ληφθεί σε κάθε συγκεκριμένη περίπτωση.

42

Η ως άνω ερμηνεία του άρθρου 10 της οδηγίας 2004/48 ενισχύεται τόσο από το πλαίσιο στο οποίο εντάσσεται η διάταξη αυτή όσο και από τους σκοπούς της οδηγίας.

43

Πράγματι, αφενός, όσον αφορά το πλαίσιο στο οποίο εντάσσεται το άρθρο 10, από τις αιτιολογικές σκέψεις 4 και 5 της οδηγίας 2004/48 προκύπτει ότι όλα τα κράτη μέλη, καθώς και η ίδια η Ένωση για τα θέματα που εμπίπτουν στην αρμοδιότητά της, δεσμεύονται διεθνώς από τη Συμφωνία TRIPs, η οποία περιέχει μεταξύ άλλων διατάξεις σχετικά με τα μέσα επιβολής των δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας, οι οποίες αποτελούν κοινούς κανόνες που ισχύουν διεθνώς και εφαρμόζονται σε όλα τα κράτη μέλη.

44

Το άρθρο 10 της οδηγίας μεταφέρει στην έννομη τάξη της Ένωσης το άρθρο 46 της Συμφωνίας TRIPs, κατά το οποίο οι δικαστικές αρχές έχουν την εξουσία «να διατάσσουν την απόσυρση από τα δίκτυα εμπορίας των αγαθών που έχει διαπιστωθεί ότι συνδέονται με την παραβίαση κάποιου δικαιώματος, χωρίς να είναι αναγκαία η καταβολή οιασδήποτε αποζημιώσεως […]». Συνεπώς, το πεδίο εφαρμογής του άρθρου 46 δεν περιορίζεται σε συγκεκριμένη κατηγορία προσβολών δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας. Αντιθέτως, το άρθρο αυτό αφορά, λόγω της πολύ γενικής διατύπωσής του, όλα τα εμπορεύματα για τα οποία διαπιστώνεται ότι προσβάλλουν, καθ’ οιονδήποτε τρόπο, δικαίωμα διανοητικής ιδιοκτησίας. Το γεγονός ότι το άρθρο 46, τελευταία περίοδος, προβλέπει ειδικές υποχρεώσεις όσον αφορά τα «προϊόντα που παρανόμως φέρουν ένα εμπορικό σήμα» επιβεβαιώνει την ανωτέρω ανάλυση.

45

Αφετέρου, ο σκοπός που επιδιώκει η οδηγία 2004/48 συνίσταται, όπως έχει κρίνει το Δικαστήριο, στη διασφάλιση από τα κράτη μέλη της αποτελεσματικής προστασίας της διανοητικής ιδιοκτησίας (πρβλ. αποφάσεις της 12ης Ιουλίου 2011, L’Oréal κ.λπ., C‑324/09, EU:C:2011:474, σκέψη 131, και της 18ης Δεκεμβρίου 2019, IT Development, C‑666/18, EU:C:2019:1099, σκέψη 39), η δε οδηγία, όπως προκύπτει από την αιτιολογική της σκέψη 3, αποσκοπεί στην αποτελεσματική εφαρμογή του ουσιαστικού δικαίου της διανοητικής ιδιοκτησίας στην Ένωση.

46

Ως προς το ζήτημα αυτό, το Δικαστήριο έχει κρίνει ότι οι διατάξεις της οδηγίας δεν σκοπούν να ρυθμίσουν όλα τα ζητήματα σχετικά με τα δικαιώματα διανοητικής ιδιοκτησίας, αλλά μόνον αυτά που είναι συμφυή, αφενός, με την προστασία των δικαιωμάτων αυτών και, αφετέρου, με τις προσβολές που στρέφονται κατ’ αυτών, επιβάλλοντας την ύπαρξη αποτελεσματικών μέσων παροχής ένδικης προστασίας με σκοπό την πρόληψη ή την παύση κάθε προσβολής υφισταμένου δικαιώματος διανοητικής ιδιοκτησίας ή την αποκατάσταση των συνεπειών της προσβολής αυτής (απόφαση της 10ης Απριλίου 2014, ACI Adam κ.λπ., C‑435/12, EU:C:2014:254, σκέψη 61).

47

Το άρθρο 3, παράγραφος 2, της οδηγίας 2004/48 ορίζει, μεταξύ άλλων, ότι τα προβλεπόμενα από τα κράτη μέλη μέτρα, διαδικασίες και μέτρα αποκατάστασης πρέπει να είναι αποτελεσματικά, αναλογικά και αποτρεπτικά. Μολονότι η αιτιολογική σκέψη 10 της οδηγίας αναφέρεται, στο πλαίσιο αυτό, στον σκοπό της διασφαλίσεως ενός υψηλού, ισοδύναμου και «ομοιογενούς» επιπέδου προστασίας της διανοητικής ιδιοκτησίας στην εσωτερική αγορά, εντούτοις η οδηγία εφαρμόζεται, όπως προκύπτει από το άρθρο της 2, παράγραφος 1, υπό την επιφύλαξη των μέσων που προβλέπονται ή ενδέχεται να προβλεφθούν, μεταξύ άλλων, με την εθνική νομοθεσία, καθόσον τα μέσα αυτά μπορεί να είναι ευνοϊκότερα για τους δικαιούχους. Συναφώς, από την αιτιολογική σκέψη 7 της οδηγίας προκύπτει σαφώς ότι ο χρησιμοποιούμενος όρος «μέσο» έχει γενικό χαρακτήρα, ο οποίος εμπερικλείει και τα μέτρα που καθιστούν δυνατή την άρση των προσβολών των δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας (βλ., κατ’ αναλογίαν, απόφαση της 25ης Ιανουαρίου 2017, Stowarzyszenie Oławska Telewizja Kablowa, C‑367/15, EU:C:2017:36, σκέψη 22).

48

Επομένως, όπως έχει κρίνει το Δικαστήριο, η οδηγία 2004/48 καθιερώνει ένα ελάχιστο επίπεδο προστασίας σε ό,τι αφορά την επιβολή των δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας και δεν εμποδίζει τα κράτη μέλη να προβλέψουν περισσότερο προστατευτικά μέτρα (βλ. απόφαση της 9ης Ιουνίου 2016, Hansson, C‑481/14, EU:C:2016:419, σκέψεις 36 και 40). Αντιθέτως, τα κράτη μέλη δεν μπορούν να προβλέπουν λιγότερο προστατευτικά μέτρα, περιορίζοντας την εφαρμογή των προβλεπόμενων από την οδηγία μέτρων σε ορισμένα είδη προσβολών δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας. Πράγματι, η οδηγία, όπως προκύπτει από το άρθρο της 2, παράγραφος 1, εφαρμόζεται «σε οποιαδήποτε προσβολή των δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας όπως προβλέπεται από την κοινοτική νομοθεσία ή/και την εθνική νομοθεσία του οικείου κράτους μέλους».

49

Από τα ανωτέρω προκύπτει ότι το άρθρο 10 της οδηγίας 2004/48 αφορά όλα τα εμπορεύματα για τα οποία έχει διαπιστωθεί ότι προσβάλλουν, καθ’ οιονδήποτε τρόπο, δικαιώματα διανοητικής ιδιοκτησίας, χωρίς να αποκλείεται εκ των προτέρων η εφαρμογή του προβλεπόμενου στο άρθρο 10, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, διορθωτικού μέτρου της καταστροφής σε ορισμένες περιπτώσεις προσβολής τέτοιων δικαιωμάτων.

50

Εξάλλου, όπως προκύπτει από την απόφαση περί παραπομπής, το επίμαχο στην κύρια δίκη δικαίωμα διανοητικής ιδιοκτησίας αφορά τα δικαιώματα που παρέχει σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

51

Μολονότι η οδηγία 2004/48 δεν περιέχει κανέναν ορισμό των δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της, η δήλωση της Επιτροπής σχετικά με το άρθρο 2 της οδηγίας 2004/48 (ΕΕ 2005, L 94, σ. 37) διευκρινίζει ότι, κατά το θεσμικό αυτό όργανο, τα δικαιώματα σημάτων περιλαμβάνονται στα δικαιώματα διανοητικής ιδιοκτησίας. Επίσης, από την απόφαση της 12ης Ιουλίου 2011, L’Oréal κ.λπ. (C‑324/09, EU:C:2011:474), προκύπτει ότι το σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης εμπίπτει στην έννοια της «διανοητικής ιδιοκτησίας» κατά την οδηγία 2004/48.

52

Τα δικαιώματα που παρέχει το σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης στον δικαιούχο του απαριθμούνται στο άρθρο 9 του κανονισμού 207/2009.

53

Ειδικότερα, σύμφωνα με το άρθρο 9, παράγραφος 3, στοιχείο αʹ, του κανονισμού 207/2009, ο δικαιούχος του σήματος μπορεί να απαγορεύει την επίθεση του σήματος επί προϊόντος ή επί της συσκευασίας του, και το άρθρο 9, παράγραφος 3, στοιχεία βʹ και γʹ, του ίδιου κανονισμού τού επιτρέπει να απαγορεύσει, κατ’ ουσίαν, τη διάθεση προϊόντων στο εμπόριο υπό το συγκεκριμένο σήμα.

54

Κατά συνέπεια, δεδομένου ότι, για τους λόγους που εκτέθηκαν στη σκέψη 41 της παρούσας απόφασης, εναπόκειται στις αρμόδιες εθνικές δικαστικές αρχές να καθορίσουν, σε κάθε συγκεκριμένη περίπτωση, εκείνο το μέτρο από τα προβλεπόμενα στο άρθρο 10, παράγραφος 1, της οδηγίας 2004/48 το οποίο μπορεί να επιβληθεί σε περίπτωση προσβολής δικαιώματος διανοητικής ιδιοκτησίας, δεν μπορεί να γίνει δεκτό ότι το προβλεπόμενο στο άρθρο 10, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, διορθωτικό μέτρο που συνίσταται στην καταστροφή εμπορευμάτων μπορεί να εφαρμόζεται μόνο σε περίπτωση προσβολής του δικαιώματος που παρέχεται από το άρθρο 9, παράγραφος 3, στοιχείο αʹ, του κανονισμού 207/2009 και ότι αποκλείεται η εφαρμογή του σε περίπτωση προσβολής των δικαιωμάτων που παρέχονται από το άρθρο 9, παράγραφος 3, στοιχεία βʹ ή γʹ.

55

Λαμβανομένων υπόψη όλων των ανωτέρω εκτιμήσεων, στο υποβληθέν προδικαστικό ερώτημα πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι το άρθρο 10, παράγραφος 1, της οδηγίας 2004/48 έχει την έννοια ότι αντιτίθεται σε ερμηνεία εθνικής διάταξης κατά την οποία μέτρο προστασίας που συνίσταται στην καταστροφή εμπορευμάτων δεν μπορεί να εφαρμοστεί στην περίπτωση κατά την οποία τα εμπορεύματα κατασκευάστηκαν και σε αυτά τέθηκε σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης με τη συγκατάθεση του δικαιούχου του σήματος, αλλά διατέθηκαν στην αγορά του ΕΟΧ χωρίς τη συγκατάθεσή του.

Επί των δικαστικών εξόδων

56

Δεδομένου ότι η διαδικασία έχει ως προς τους διαδίκους της κύριας δίκης τον χαρακτήρα παρεμπίπτοντος που ανέκυψε ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου, σ’ αυτό εναπόκειται να αποφανθεί επί των δικαστικών εξόδων. Τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκαν όσοι υπέβαλαν παρατηρήσεις στο Δικαστήριο, πλην των ως άνω διαδίκων, δεν αποδίδονται.

 

Για τους λόγους αυτούς, το Δικαστήριο (ένατο τμήμα) αποφαίνεται:

 

Το άρθρο 10, παράγραφος 1, της οδηγίας 2004/48/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004, σχετικά με την επιβολή των δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας,

 

έχει την έννοια ότι:

 

αντιτίθεται σε ερμηνεία εθνικής διάταξης κατά την οποία μέτρο προστασίας που συνίσταται στην καταστροφή εμπορευμάτων δεν μπορεί να εφαρμοστεί στην περίπτωση κατά την οποία τα εμπορεύματα κατασκευάστηκαν και σε αυτά τέθηκε σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης με τη συγκατάθεση του δικαιούχου του σήματος, αλλά διατέθηκαν στην αγορά του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου χωρίς τη συγκατάθεσή του.

 

(υπογραφές)


( *1 ) Γλώσσα διαδικασίας: η πολωνική.