ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (δεύτερο τμήμα)

της 22ας Δεκεμβρίου 2022 ( *1 )

«Προδικαστική παραπομπή – Συμφωνία Σύνδεσης ΕΟΚ-Τουρκίας – Άρθρο 9 – Απόφαση 1/80 – Άρθρο 10, παράγραφος 1 – Άρθρο 13 – Ρήτρα standstill – Οικογενειακή επανένωση – Εθνική ρύθμιση που εισάγει νέους, πιο περιοριστικούς όρους για την οικογενειακή επανένωση των συζύγων Τούρκων υπηκόων που κατέχουν μόνιμη άδεια διαμονής στο οικείο κράτος μέλος – Επιβολή σε Τούρκο εργαζόμενο της υποχρέωσης επιτυχούς συμμετοχής του σε εξέταση που πιστοποιεί ορισμένο επίπεδο γνώσης της επίσημης γλώσσας του κράτους μέλους αυτού – Δικαιολόγηση – Σκοπός που συνίσταται στη διασφάλιση επιτυχούς ένταξης»

Στην υπόθεση C‑279/21,

με αντικείμενο αίτηση προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 267 ΣΛΕΕ, που υπέβαλε το Østre Landsret (εφετείο της ανατολικής περιφέρειας, Δανία), με απόφαση της 15ης Μαρτίου 2021, η οποία περιήλθε στο Δικαστήριο στις 28 Απριλίου 2021, στο πλαίσιο της δίκης

X

κατά

Udlændingenævnet

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (δεύτερο τμήμα),

συγκείμενο από τους A. Prechal, πρόεδρο τμήματος, K. Lenaerts, Πρόεδρο του Δικαστηρίου, ασκούντα καθήκοντα δικαστή του δευτέρου τμήματος, F. Biltgen (εισηγητή), N. Wahl και J. Passer, δικαστές,

γενικός εισαγγελέας: G. Pitruzzella

γραμματέας: C. Strömholm, διοικητική υπάλληλος,

έχοντας υπόψη την έγγραφη διαδικασία και κατόπιν της επ’ ακροατηρίου συζητήσεως της 18ης Μαΐου 2022,

λαμβάνοντας υπόψη τις παρατηρήσεις που υπέβαλαν:

η X, εκπροσωπούμενη από τον E. O. R. Khawaja, advokat,

η Δανική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τις V. Pasternak Jørgensen και M. Søndahl Wolff, επικουρούμενες από τον R. Holdgaard, advokat,

η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, εκπροσωπούμενη από την L. Grønfeldt και τον D. Martin,

αφού άκουσε τον γενικό εισαγγελέα, που ανέπτυξε τις προτάσεις του κατά τη συνεδρίαση της 8ης Σεπτεμβρίου 2022,

εκδίδει την ακόλουθη

Απόφαση

1

Η αίτηση εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως αφορά την ερμηνεία του άρθρου 9 της Συμφωνίας Σύνδεσης μεταξύ της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας και της Τουρκίας, η οποία υπογράφηκε στις 12 Σεπτεμβρίου 1963 στην Άγκυρα, από τη Δημοκρατία της Τουρκίας, αφενός, και από τα κράτη μέλη της ΕΟΚ και την Κοινότητα, αφετέρου, και συνήφθη, εγκρίθηκε και επικυρώθηκε εξ ονόματος της Κοινότητας με την απόφαση 64/732/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 23ης Δεκεμβρίου 1963 (ΕΕ ειδ. εκδ. 11/001, σ. 48, στο εξής: Συμφωνία Σύνδεσης), καθώς και του άρθρου 10, παράγραφος 1, και του άρθρου 13 της απόφασης 1/80 του Συμβουλίου Σύνδεσης, το οποίο συστάθηκε με την εν λόγω συμφωνία, της 19ης Σεπτεμβρίου 1980, σχετικά με την ανάπτυξη της σύνδεσης μεταξύ της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας και της Τουρκίας (στο εξής: απόφαση 1/80).

2

Η αίτηση αυτή υποβλήθηκε στο πλαίσιο ένδικης διαφοράς μεταξύ της Χ, υπηκόου Τουρκίας, και της Udlændingenævnet (επιτροπής προσφυγών σε υποθέσεις μετανάστευσης, Δανία), σχετικά με την απόρριψη αίτησης χορήγησης άδειας διαμονής στη Δανία λόγω οικογενειακής επανένωσης.

Το νομικό πλαίσιο

Το δίκαιο της Ένωσης

Η Συμφωνία Σύνδεσης

3

Από το άρθρο 2, παράγραφος 1, της Συμφωνίας Σύνδεσης, προκύπτει ότι έχει ως σκοπό την προαγωγή της συνεχούς και ισόρροπης ενισχύσεως των εμπορικών και οικονομικών σχέσεων μεταξύ των συμβαλλομένων μερών, λαμβανομένων πλήρως υπόψη της ανάγκης εξασφάλισης της ταχύρρυθμης ανάπτυξης της τουρκικής οικονομίας και της βελτίωσης του επιπέδου απασχόλησης και των συνθηκών διαβίωσης του τουρκικού λαού.

4

Το άρθρο 9 της Συμφωνίας Σύνδεσης έχει ως εξής:

«Τα συμβαλλόμενα μέρη αναγνωρίζουν ότι, στο πεδίο εφαρμογής της συμφωνίας και υπό την επιφύλαξη των ειδικών διατάξεων, οι οποίες θα ηδύναντο να θεσπισθούν σύμφωνα με το άρθρο 8, κάθε διάκριση που βασίζεται στην ιθαγένεια απαγορεύεται, σύμφωνα με την αρχή η οποία εκτίθεται στο άρθρο 7 της Συνθήκης περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας.»

Η απόφαση 1/80

5

Όπως προκύπτει από την τρίτη της αιτιολογική σκέψη, η απόφαση 1/80 αποσκοπεί στη βελτίωση, στον κοινωνικό τομέα, του καθεστώτος του οποίου απολαύουν οι Τούρκοι εργαζόμενοι και τα μέλη των οικογενειών τους σε σχέση με το καθεστώς που καθιέρωσε η απόφαση 2/76, της 20ής Δεκεμβρίου 1976, που εξέδωσε το Συμβούλιο Σύνδεσης.

6

Το κεφάλαιο II της απόφασης 1/80 φέρει τον τίτλο «Κοινωνικές διατάξεις» και περιλαμβάνει το τμήμα 1, με τίτλο «Ζητήματα σχετικά με την απασχόληση και την ελεύθερη κυκλοφορία των εργαζομένων», στο οποίο περιλαμβάνονται τα άρθρα 6 έως 16 της εν λόγω απόφασης.

7

Το άρθρο 6 της απόφασης προβλέπει τα εξής:

«1.   Υπό την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 7 περί ελεύθερης προσβάσεως των μελών της οικογενείας του στην απασχόληση, ο Τούρκος εργαζόμενος που είναι ενταγμένος στη νόμιμη αγορά εργασίας κράτους μέλους:

εφόσον έχει απασχοληθεί νομίμως επί ένα έτος, δικαιούται, εντός αυτού του κράτους μέλους, ανανεώσεως της ισχύουσας άδειας εργασίας του στον ίδιο εργοδότη, αν εξακολουθεί να κατέχει θέση εργασίας·

εφόσον έχει απασχοληθεί νομίμως επί τρία έτη και τηρουμένης της προτεραιότητας που πρέπει να χορηγείται στους εργαζομένους των κρατών μελών της Κοινότητας, δικαιούται, εντός αυτού του κράτους μέλους, να αποδεχθεί, κατ’ επιλογήν του άλλη προσφορά εργασίας, στο ίδιο επάγγελμα, που του έχει γίνει υπό συνήθεις συνθήκες και έχει καταγραφεί από τις υπηρεσίες απασχολήσεως του σχετικού κράτους μέλους·

εφόσον έχει απασχοληθεί νομίμως επί τέσσερα έτη, έχει ελεύθερη πρόσβαση σε οποιαδήποτε έμμισθη δραστηριότητα της επιλογής του εντός αυτού του κράτους μέλους.

[…]

3.   Οι λεπτομέρειες εφαρμογής των παραγράφων 1 και 2 καθορίζονται με διατάξεις που εκδίδει κάθε κράτος μέλος.»

8

Το άρθρο 10, παράγραφος 1, της ίδιας απόφασης προβλέπει τα εξής:

«Τα κράτη μέλη παρέχουν στους Τούρκους εργαζομένους που είναι ενταγμένοι στη νόμιμη αγορά εργασίας τους καθεστώς που χαρακτηρίζεται από την απουσία κάθε διακρίσεως λόγω ιθαγενείας σε σχέση με τους εργαζομένους της Ένωσης, όσον αφορά την αμοιβή και τους λοιπούς όρους εργασίας.»

9

Το άρθρο 13 της απόφασης 1/80 ορίζει τα εξής:

«Τα κράτη μέλη της Κοινότητας και η Τουρκία δεν δύνανται να εισαγάγουν νέους περιορισμούς σχετικά με την πρόσβαση στην απασχόληση των εργαζομένων και των μελών της οικογένειάς τους των οποίων η διαμονή και η εργασία είναι νόμιμες στο αντίστοιχο έδαφός τους.»

10

Το άρθρο 14, παράγραφος 1, της εν λόγω αποφάσεως έχει ως εξής:

«Οι διατάξεις του παρόντος τμήματος εφαρμόζονται υπό την επιφύλαξη των περιορισμών που δικαιολογούνται από λόγους δημοσίας τάξεως, δημοσίας ασφάλειας και δημοσίας υγείας.»

11

Σύμφωνα με το άρθρο 16 της απόφασης 1/80, οι διατάξεις του τμήματος Ι του κεφαλαίου ΙΙ αυτής ισχύουν από 1ης Δεκεμβρίου 1980.

Η δανική νομοθεσία

12

Το άρθρο 9 του udlændingeloven (νόμου περί αλλοδαπών), όπως ίσχυε κατά τον χρόνο των πραγματικών περιστατικών της κύριας δίκης (στο εξής: νόμος περί αλλοδαπών), έχει ως εξής:

«1.   Άδεια διαμονής μπορεί να χορηγηθεί, κατόπιν σχετικής αιτήσεως,:

1)

σε αλλοδαπό ηλικίας άνω των 24 ετών που έχει κοινή κατοικία λόγω γάμου ή σταθερής μακροχρόνιας συμβιώσεως με μόνιμο κάτοικο Δανίας ηλικίας άνω των 24 ετών, ο οποίος:

[…]

d)

έχει άδεια διαμονής αορίστου χρόνου στη Δανία επί τρία τουλάχιστον έτη,

[…]

12.   Με την επιφύλαξη της συνδρομής ειδικών λόγων που αφορούν ιδίως την ενότητα της οικογενειακής εστίας, άδεια διαμονής κατ’ εφαρμογή της παραγράφου 1, σημείο 1, στοιχείο d), χορηγείται μόνον εφόσον το πρόσωπο που διαμένει στο έδαφος της Δανίας:

[…]

5)

πέτυχε στη δοκιμασία “Prøve i Dansk 1”, κατά την έννοια του άρθρου 9, παράγραφος 1, του lov om danskuddannelse til voksne udlændinge m.fl [νόμου περί μαθημάτων δανικής γλώσσας που παρέχονται σε ενήλικους αλλοδαπούς], ή σε εξέταση δανικής γλώσσας ισοδύναμου ή ανώτερου επιπέδου και

[…]».

13

Η προβλεπόμενη στο άρθρο 9, παράγραφος 12, σημείο 5, του νόμου περί αλλοδαπών προϋπόθεση επιτυχίας στη δοκιμασία «Prøve i Dansk 1» ή σε εξέταση δανικής γλώσσας ισοδύναμου ή ανώτερου επιπέδου εισήχθη με τον lov nr 572 om ændring af udlændingeloven (νόμο 572 για την τροποποίηση του νόμου περί αλλοδαπών), της 18ης Ιουνίου 2012, ο οποίος τέθηκε σε ισχύ την 1η Ιουλίου 2012.

Τα πραγματικά περιστατικά της κύριας δίκης και τα προδικαστικά ερωτήματα

14

Η Χ εισήλθε στο έδαφος της Δανίας στις 14 Αυγούστου 2015 και υπέβαλε στις 21 Οκτωβρίου 2015 στην Udlændingestyrelsen (υπηρεσία μετανάστευσης, Δανία) αίτηση χορήγησης άδειας διαμονής στη Δανία, λόγω οικογενειακής επανένωσης με τον σύζυγό της, Y, Τούρκο υπήκοο, ο οποίος διαμένει στο εν λόγω κράτος μέλος από τις 27 Σεπτεμβρίου 1979 και έλαβε σχετική άδεια μόνιμης διαμονής το 1985.

15

Στην αίτηση αυτή αναφερόταν, αφενός, ότι ο Υ είχε ολοκληρώσει εκπαίδευση στη δανική γλώσσα, με αντικείμενο, μεταξύ άλλων, τον τεχνικό υπολογισμό, τη σήμανση οδικών έργων, την κατανόηση σχεδίων, την εισαγωγή στον κλάδο εργασίας και τις τεχνικές εργασίας και, αφετέρου, ότι, εν πάση περιπτώσει, ως Τούρκος εργαζόμενος που ασκούσε επαγγελματική δραστηριότητα στη Δανία από το 1980, ήτοι εδώ και περισσότερα από 36 έτη, μεταξύ άλλων ως τεχνικός μηχανικός, υπάλληλος παροχής υπηρεσιών, υπεύθυνος καταστήματος ή υπεύθυνος χώρων αποθήκευσης, δεν ήταν υποχρεωμένος να συμμορφωθεί με την προϋπόθεση επιτυχούς συμμετοχής σε εξέταση δανικής γλώσσας, σύμφωνα με το άρθρο 9, παράγραφος 12, σημείο 5, του νόμου περί αλλοδαπών. Διευκρινιζόταν επίσης ότι τα τέσσερα ενήλικα τέκνα του Υ, η μητέρα του και όλα τα αδέλφια του ζούσαν στη Δανία.

16

Με απόφαση της 1ης Μαρτίου 2016, η υπηρεσία μετανάστευσης απέρριψε την αίτηση χορήγησης άδειας διαμονής βάσει του άρθρου 9, παράγραφος 12, σημείο 5, του νόμου περί αλλοδαπών, με την αιτιολογία ότι, πρώτον, ο Υ δεν απέδειξε ότι τηρεί την προϋπόθεση που προβλέπει η διάταξη και, δεύτερον, ότι δεν συνέτρεχαν ειδικοί λόγοι που να δικαιολογούν σχετική παρέκκλιση. Η υπηρεσία μετανάστευσης διευκρίνισε επιπλέον ότι το συμπέρασμα αυτό δεν αναιρείται από τις ρήτρες standstill, όπως αυτές ερμηνεύθηκαν από το Δικαστήριο με την απόφαση της 10ης Ιουλίου 2014, Dogan (C‑138/13, EU:C:2014:2066).

17

Η X άσκησε διοικητική προσφυγή ενώπιον του Udlændinge-Integrations-og Boligministerium (υπουργείου αλλοδαπών, ένταξης και στέγασης, Δανία), νυν Udlændinge-og Integrationsministeriet (υπουργείου αλλοδαπών και ένταξης, Δανία) κατά του μέρους της απόφασης της 1ης Μαρτίου 2016 το οποίο περιείχε εκτίμηση υπό το πρίσμα της Συμφωνίας Σύνδεσης και των σχετικών νομοθετημάτων, ιδίως των ρητρών standstill. Με το δικόγραφο της προσφυγής της, η X ζήτησε να επανεξεταστεί η συμβατότητα της εν λόγω απόφασης με τις αποφάσεις της 10ης Ιουλίου 2014, Dogan (C‑138/13, EU:C:2014:2066), και της 12ης Απριλίου 2016, Genc (C‑561/14, EU:C:2016:247).

18

Στις 25 Απριλίου 2016, η Styrelsen for International Rekruttering og Integration (υπηρεσία διεθνών προσλήψεων και κοινωνικής ένταξης, Δανία) χορήγησε στην X άδεια διαμονής στη Δανία λόγω άσκησης μισθωτής δραστηριότητας η οποία, μετά από ανανέωση, έληξε στις 13 Σεπτεμβρίου 2021.

19

Στις 27 Αυγούστου 2018, η X άσκησε ενώπιον του Københavns byret (πρωτοδικείου Κοπεγχάγης, Δανία) ένδικη προσφυγή με αίτημα την ακύρωση και την παραπομπή της απόφασης του υπουργείου αλλοδαπών και ένταξης της 6ης Δεκεμβρίου 2017 προς επανεξέταση, στο μέτρο κατά το οποίο η εν λόγω απόφαση επιβεβαίωνε ότι οι ρήτρες standstill δεν απέκλειαν την απόρριψη της αιτήσεως οικογενειακής επανένωσης βάσει του εφαρμοστέου εθνικού δικαίου. Η επιτροπή προσφυγών σε υποθέσεις μετανάστευσης κατέστη καθής της κύριας δίκης, υποκαθιστώντας το υπουργείο αλλοδαπών και ένταξης, κατόπιν μεταβιβάσεως αρμοδιοτήτων.

20

Με διάταξη της 22ας Νοεμβρίου 2019, το Københavns byret (πρωτοδικείο Κοπεγχάγης) παρέπεμψε την υπόθεση ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου, του Østre Landsret (εφετείου της ανατολικής περιφέρειας, Δανία), το οποίο δέχθηκε να την εκδικάσει πρωτοδίκως.

21

Πρώτον, το αιτούν δικαστήριο διερωτάται αν εθνική νομοθεσία όπως η επίμαχη στην κύρια δίκη, η οποία εξαρτά τη χορήγηση άδειας διαμονής για λόγους οικογενειακής επανένωσης σε σύζυγο Τούρκου υπηκόου που διαμένει νομίμως και εργάζεται στο κράτος μέλος υποδοχής από προϋπόθεση επιτυχούς συμμετοχής του σε εξετάσεις γλώσσας, συνιστά «νέο περιορισμό» κατά την έννοια της ρήτρας standstill που περιέχεται στο άρθρο 13 της απόφασης 1/80 και, σε περίπτωση καταφατικής απάντησης, αν ο εν λόγω περιορισμός μπορεί να δικαιολογείται από τον σκοπό διασφάλισης επιτυχούς ένταξης της αλλοδαπής συζύγου στη δανική κοινωνία.

22

Συναφώς, το αιτούν δικαστήριο επισημαίνει την ύπαρξη πλούσιας νομολογίας του Δικαστηρίου σχετικά με το άρθρο 13 της απόφασης 1/80, σύμφωνα με την οποία η ρήτρα standstill που προβλέπεται στην εν λόγω διάταξη εμποδίζει τη θέσπιση, από κράτος μέλος, νέων περιορισμών όσον αφορά τη δυνατότητα επίτευξης της οικογενειακής επανένωσης, εκτός εάν τέτοιος περιορισμός δικαιολογείται από επιτακτικό λόγο γενικού συμφέροντος, είναι κατάλληλος να εξασφαλίσει την επίτευξη του επιδιωκόμενου θεμιτού σκοπού και δεν υπερβαίνει το αναγκαίο για την επίτευξή του μέτρο (απόφαση της 10ης Ιουλίου 2019, A,C‑89/18, EU:C:2019:580).

23

Το Δικαστήριο έχει, βεβαίως, αναγνωρίσει ότι ο σκοπός της διασφαλίσεως επιτυχούς ένταξης είναι δυνατό να συνιστά επιτακτικό λόγο γενικού συμφέροντος (αποφάσεις της 12ης Απριλίου 2016, Genc,C‑561/14, EU:C:2016:247, σκέψεις 55 και 56, και της 10ης Ιουλίου 2019, A,C‑89/18, EU:C:2019:580, σκέψη 34). Εντούτοις, αφενός, δεν έχει ακόμη αποφανθεί επί του ζητήματος αν μπορεί να επιβληθεί προϋπόθεση επιτυχούς συμμετοχής σε γλωσσική εξέταση, όχι στο μέλος της οικογένειας που ζητεί την οικογενειακή επανένωση με τον Τούρκο εργαζόμενο που κατοικεί στο οικείο κράτος μέλος, αλλά στον ίδιο τον εργαζόμενο. Αφετέρου, το Δικαστήριο έχει κρίνει ότι προϋπόθεση που επιβάλλει σε σύζυγο υπηκόου Τουρκίας, διαμένοντος στο οικείο κράτος μέλος, που επιθυμεί να εισέλθει στο έδαφος του κράτους μέλους με σκοπό την οικογενειακή επανένωση, να αποδείξει εκ των προτέρων την απόκτηση στοιχειωδών γλωσσικών γνώσεων της επίσημης γλώσσας του εν λόγω κράτους μέλους, βαίνει πέραν του αναγκαίου για την επίτευξη του επιδιωκόμενου σκοπού μέτρου, καθόσον η μη απόδειξη της απόκτησης επαρκών γλωσσικών γνώσεων συνεπάγεται αυτομάτως την απόρριψη της αίτησης οικογενειακής επανένωσης, χωρίς να λαμβάνονται υπόψη οι ιδιαίτερες περιστάσεις κάθε περίπτωσης (απόφαση της 10ης Ιουλίου 2014, Dogan,C‑138/13, EU:C:2014:2066, σκέψη 38).

24

Το αιτούν δικαστήριο διευκρινίζει, συναφώς, ότι, κατόπιν της έκδοσης της εν λόγω απόφασης, το Justitsministeriet (υπουργείο δικαιοσύνης, Δανία) έκρινε ότι δεν συνέτρεχε λόγος τροποποίησης των προϋποθέσεων οικογενειακής επανένωσης που προβλέπει ο νόμος περί αλλοδαπών, δεδομένου ότι χωρεί παρέκκλιση σε περίπτωση ειδικών λόγων, η ύπαρξη των οποίων εκτιμάται λαμβανομένων υπόψη των ιδιαίτερων περιστάσεων της κάθε περίπτωσης.

25

Δεύτερον, το αιτούν δικαστήριο διερωτάται εάν η αρχή της απαγόρευσης των διακρίσεων λόγω ιθαγένειας, η οποία προβλέπεται στο άρθρο 10, παράγραφος 1, της απόφασης 1/80, αντιτίθεται σε εθνική νομοθεσία, όπως η επίμαχη στην κύρια δίκη, στο μέτρο κατά το οποίο η εθνική νομοθεσία δεν εφαρμόζεται ούτε στους Δανούς υπηκόους ούτε στους υπηκόους των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου (ΕΟΧ). Επισημαίνει, συναφώς, ότι η διάταξη αυτή αφορά, σύμφωνα με το γράμμα της, την αμοιβή και τους λοιπούς όρους εργασίας, τομείς στους οποίους δεν φαίνεται να εμπίπτει η επίμαχη στην κύρια δίκη εθνική νομοθεσία.

26

Τρίτον, σε περίπτωση που το Δικαστήριο αποφανθεί ότι το άρθρο 10, παράγραφος 1, της απόφασης 1/80 δεν έχει εφαρμογή εν προκειμένω, το αιτούν δικαστήριο ζητεί να διευκρινιστεί αν μπορεί να εφαρμοστεί η γενική αρχή της απαγόρευσης των διακρίσεων του άρθρου 9 της Συμφωνίας Σύνδεσης και, σε περίπτωση καταφατικής απάντησης, αν η εν λόγω διάταξη αντιτίθεται σε εθνική νομοθεσία όπως η επίμαχη στην κύρια δίκη.

27

Τέλος, τέταρτον, το αιτούν δικαστήριο ζητεί να διευκρινιστεί αν το άρθρο 9 της Συμφωνίας Σύνδεσης έχει άμεση εφαρμογή και, επομένως, οι ιδιώτες μπορούν να το επικαλεστούν απευθείας ενώπιον των εθνικών δικαστηρίων.

28

Υπό τις συνθήκες αυτές, το Østre Landsret (εφετείο της ανατολικής περιφέρειας) αποφάσισε να αναστείλει την ενώπιόν του διαδικασία και να υποβάλει στο Δικαστήριο τα ακόλουθα προδικαστικά ερωτήματα:

«1.

Αντιβαίνει στη ρήτρα “standstill” του άρθρου 13 της αποφάσεως 1/80 η θέσπιση και εφαρμογή νέας εθνικής ρύθμισης, δυνάμει της οποίας η επανένωση συζύγων εξαρτάται από την προϋπόθεση –εκτός αν συντρέχουν πολύ ειδικοί λόγοι σε μια συγκεκριμένη περίπτωση– ο σύζυγος ή ο συμβιών, ο οποίος, ως Τούρκος εργαζόμενος στο οικείο κράτος μέλος, καλύπτεται από τη Συμφωνία Σύνδεσης και από την απόφαση 1/80, να έχει υποβληθεί επιτυχώς σε εξέταση γνώσης της επίσημης γλώσσας του κράτους μέλους υποδοχής, στο πλαίσιο καταστάσεως όπως η επίμαχη στην υπόθεση της κύριας δίκης, κατά την οποία ο Τούρκος εργαζόμενος έχει αποκτήσει το δικαίωμα μόνιμης κατοικίας στο οικείο κράτος μέλος της Ένωσης υπό το καθεστώς της προϊσχύσασας ρυθμίσεως, η οποία δεν προέβλεπε ως προϋπόθεση για την απόκτηση αυτού του δικαιώματος την επιτυχή συμμετοχή σε εξέταση γνώσης της γλώσσας του κράτους μέλους;

2.

Καλύπτει η ειδική απαγόρευση των διακρίσεων που κατοχυρώνεται στο άρθρο 10, παράγραφος 1, της αποφάσεως 1/80 εθνική ρύθμιση δυνάμει της οποίας η επανένωση συζύγων εξαρτάται από την προϋπόθεση –εκτός αν συντρέχουν πολύ ειδικοί λόγοι σε μια συγκεκριμένη περίπτωση– ο σύζυγος ή ο συμβιών, ο οποίος, ως Τούρκος εργαζόμενος στο οικείο κράτος μέλος, καλύπτεται από τη Συμφωνία Σύνδεσης και από την απόφαση 1/80, να έχει υποβληθεί επιτυχώς σε εξέταση γνώσης της επίσημης γλώσσας του κράτους μέλους υποδοχής, στο πλαίσιο καταστάσεως όπως η επίμαχη στην υπόθεση της κύριας δίκης, κατά την οποία ο Τούρκος εργαζόμενος έχει αποκτήσει το δικαίωμα μόνιμης κατοικίας στο οικείο κράτος μέλος της Ένωσης υπό το καθεστώς της προϊσχύσασας ρυθμίσεως, η οποία δεν προέβλεπε ως προϋπόθεση για την απόκτηση αυτού του δικαιώματος την επιτυχή συμμετοχή σε εξέταση της γλώσσας του κράτους μέλους;

3.

Σε περίπτωση αρνητικής απάντησης στο δεύτερο προδικαστικό ερώτημα, αντιτίθεται η γενική απαγόρευση των διακρίσεων που κατοχυρώνεται στο άρθρο 9 της Συμφωνίας Σύνδεσης σε εθνική ρύθμιση, όπως η επίμαχη, στο πλαίσιο καταστάσεως όπως αυτή στην υπόθεση της κύριας δίκης, κατά την οποία ο Τούρκος εργαζόμενος απέκτησε δικαίωμα μόνιμης διαμονής στο οικείο κράτος μέλος της Ένωσης υπό το καθεστώς της προϊσχύσασας ρυθμίσεως, η οποία δεν προέβλεπε ως προϋπόθεση για την απόκτηση αυτού του δικαιώματος την επιτυχή συμμετοχή σε εξέταση της γλώσσας του κράτους μέλους, ενώ τέτοια προϋπόθεση δεν επιβάλλεται στους υπηκόους του οικείου σκανδιναβικού κράτους μέλους (εν προκειμένω, της Δανίας) και των άλλων σκανδιναβικών χωρών ή σε άλλους υπηκόους χώρας της Ένωσης (και, συνεπώς, δεν επιβάλλεται σε υπηκόους της Ένωσης ή του ΕΟΧ);

4.

Σε περίπτωση καταφατικής απάντησης στο τρίτο προδικαστικό ερώτημα, είναι δυνατή η απευθείας επίκληση της γενικής απαγόρευσης των διακρίσεων που κατοχυρώνεται στο άρθρο 9 της Συμφωνίας Σύνδεσης ενώπιον των εθνικών δικαστηρίων;»

Επί των προδικαστικών ερωτημάτων

Επί του πρώτου προδικαστικού ερωτήματος

29

Με το πρώτο προδικαστικό ερώτημα, το αιτούν δικαστήριο ζητεί, κατ’ ουσίαν, να διευκρινιστεί αν το άρθρο 13 της απόφασης 1/80 έχει την έννοια ότι εθνική νομοθεσία, θεσπισθείσα μετά την έναρξη ισχύος της εν λόγω απόφασης στο οικείο κράτος μέλος, η οποία εξαρτά την οικογενειακή επανένωση Τούρκου εργαζομένου νομίμως διαμένοντος στο κράτος μέλος αυτό με τη σύζυγό του από την προϋπόθεση ότι ο εργαζόμενος θα επιτύχει σε εξέταση η οποία πιστοποιεί ορισμένο επίπεδο γνώσης της επίσημης γλώσσας του εν λόγω κράτους μέλους, συνιστά «νέο περιορισμό», κατά την έννοια του άρθρου αυτού, και, σε περίπτωση καταφατικής απάντησης, αν η προϋπόθεση αυτή μπορεί να δικαιολογηθεί από τον σκοπό της διασφάλισης επιτυχούς ένταξης της συζύγου.

30

Πρέπει να υπομνησθεί ότι η ρήτρα standstill του άρθρου 13 της απόφασης 1/80 απαγορεύει εν γένει τη θέσπιση οποιουδήποτε νέου εσωτερικού μέτρου που θα είχε ως σκοπό ή ως αποτέλεσμα να υπόκειται η εκ μέρους Τούρκου πολίτη άσκηση του δικαιώματος της ελεύθερης κυκλοφορίας των εργαζομένων εντός της επικράτειας του κράτους μέλους σε όρους πιο περιοριστικούς από εκείνους που ίσχυαν συναφώς κατά την έναρξη ισχύος της εν λόγω απόφασης στο κράτος μέλος (απόφαση της 2ας Σεπτεμβρίου 2021, Udlændingenævnet,C‑379/20, EU:C:2021:660, σκέψη 19 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία).

31

Ειδικότερα, το Δικαστήριο έχει επανειλημμένως κρίνει ότι εθνική ρύθμιση η οποία καθιστά αυστηρότερες τις προϋποθέσεις της οικογενειακής επανένωσης στην περίπτωση Τούρκων εργαζομένων οι οποίοι διαμένουν νομίμως στο οικείο κράτος μέλος, σε σχέση με τις προϋποθέσεις που εφαρμόζονταν κατά την έναρξη ισχύος της απόφασης 1/80 στο κράτος μέλος αυτό, συνιστά «νέο περιορισμό», κατά την έννοια του άρθρου 13 της απόφασης 1/80, της εκ μέρους αυτών των Τούρκων εργαζομένων ασκήσεως του δικαιώματος ελεύθερης κυκλοφορίας των εργαζομένων στο εν λόγω κράτος μέλος (πρβλ. απόφαση της 10ης Ιουλίου 2019, A,C‑89/18, EU:C:2019:580, σκέψη 28, και της 2ας Σεπτεμβρίου 2021, Udlændingenævnet,C‑379/20, EU:C:2021:660, σκέψη 20).

32

Τούτο οφείλεται στο γεγονός ότι η απόφαση Τούρκου υπηκόου να εγκατασταθεί σε κράτος μέλος προκειμένου να ασκήσει εκεί μισθωτή δραστηριότητα μπορεί να επηρεαστεί αρνητικά όταν η νομοθεσία αυτού του κράτους μέλους καθιστά δυσχερή ή αδύνατη την οικογενειακή επανένωση, οπότε ο εν λόγω υπήκοος μπορεί, ενδεχομένως, να αναγκαστεί να επιλέξει μεταξύ της δραστηριότητάς του στο συγκεκριμένο κράτος μέλος και της οικογενειακής ζωής του στην Τουρκία (απόφαση της 10ης Ιουλίου 2019, A,C‑89/18, EU:C:2019:580, σκέψη 29 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία).

33

Εν προκειμένω, από την απόφαση περί παραπομπής προκύπτει ότι η επίμαχη στην υπόθεση της κύριας δίκης εθνική νομοθεσία, ήτοι το άρθρο 9, παράγραφος 12, σημείο 5, του νόμου περί αλλοδαπών, το οποίο εξαρτά την οικογενειακή επανένωση Τούρκου εργαζομένου που διαμένει νομίμως στη Δανία με τη σύζυγό του από την προϋπόθεση ότι ο εν λόγω εργαζόμενος θα επιτύχει σε εξέταση η οποία πιστοποιεί ορισμένο επίπεδο γνώσης της επίσημης γλώσσας του εν λόγω κράτους μέλους, εισήχθη μετά την έναρξη ισχύος της απόφασης 1/80 στη Δανία και ότι, όσον αφορά την οικογενειακή επανένωση, η εν λόγω ρύθμιση καθιστά αυστηρότερες τις προϋποθέσεις εισόδου στο έδαφος της Δανίας των συζύγων Τούρκων εργαζομένων που διαμένουν νομίμως στο εν λόγω κράτος μέλος σε σχέση με τις ρυθμίσεις που εφαρμόζονταν πριν από την έναρξη ισχύος της απόφασης 1/80.

34

Υπό τις συνθήκες αυτές, επιβάλλεται η διαπίστωση ότι εθνική νομοθεσία όπως η επίμαχη στην κύρια δίκη συνιστά «νέο περιορισμό», κατά την έννοια του άρθρου 13 της απόφασης 1/80.

35

Όσον αφορά το ζήτημα αν μια τέτοια νομοθεσία μπορεί να δικαιολογηθεί, υπενθυμίζεται ότι ένας «νέος περιορισμός», κατά την έννοια του άρθρου 13 της αποφάσεως 1/80, απαγορεύεται, εκτός εάν περιλαμβάνεται στους περιορισμούς του άρθρου 14 της αποφάσεως αυτής ή δικαιολογείται από επιτακτικό λόγο γενικού συμφέροντος, είναι κατάλληλος να διασφαλίσει την επίτευξη του επιδιωκόμενου σκοπού και δεν υπερβαίνει το αναγκαίο για την επίτευξή του μέτρο (απόφαση της 2ας Σεπτεμβρίου 2021, Udlændingenævnet,C‑379/20, EU:C:2021:660, σκέψη 23 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία).

36

Συναφώς, δεν αμφισβητείται ότι η επίμαχη στην κύρια δίκη εθνική νομοθεσία δεν δικαιολογείται από λόγους δημόσιας τάξης ή δημόσιας ασφάλειας και δημόσιας υγείας κατά την έννοια του άρθρου 14, παράγραφος 1, της απόφασης 1/80.

37

Το αιτούν δικαστήριο επισημαίνει, εντούτοις, ότι ο σκοπός τον οποίο επιδιώκει η νομοθεσία αυτή είναι η διασφάλιση επιτυχούς ένταξης του μέλους της οικογένειας που ζητεί τη χορήγηση δικαιώματος διαμονής στο οικείο κράτος μέλος για λόγους οικογενειακής επανένωσης.

38

Είναι αληθές ότι το Δικαστήριο έχει κρίνει ότι ένας τέτοιος σκοπός μπορεί να συνιστά επιτακτικό λόγο γενικού συμφέροντος, για τους σκοπούς της απόφασης 1/80 (αποφάσεις της 12ης Απριλίου 2016, Genc,C‑561/14, EU:C:2016:247, σκέψη 56, και της 2ας Σεπτεμβρίου 2021, Udlændingenævnet,C‑379/20, EU:C:2021:660, σκέψη 26 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία).

39

Τούτου δοθέντος, πρέπει να εξεταστεί αν εθνική νομοθεσία όπως η επίμαχη στην κύρια δίκη είναι κατάλληλη για την επίτευξη του σκοπού αυτού και δεν υπερβαίνει το αναγκαίο για την επίτευξή του μέτρο.

40

Συναφώς, από την απόφαση περί παραπομπής καθώς και από τα στοιχεία που παρέσχε η Δανική Κυβέρνηση προκύπτει ότι σκοπός της εν λόγω νομοθεσίας είναι να διασφαλίσει την επιτυχή ένταξη του μέλους της οικογένειας Τούρκου εργαζομένου νομίμως διαμένοντος στη Δανία το οποίο έχει υποβάλει αίτηση χορήγησης δικαιώματος διαμονής στο κράτος μέλος για λόγους οικογενειακής επανένωσης, εξασφαλίζοντας ότι ο εργαζόμενος διαθέτει πιστοποίηση ορισμένου επιπέδου γνώσης της δανικής γλώσσας και είναι, ως εκ τούτου, σε θέση να αποδείξει ότι είναι πράγματι ενταγμένος στο εν λόγω κράτος μέλος και να βοηθήσει το ενδιαφερόμενο μέλος της οικογένειάς του να μάθει τη γλώσσα και να ενταχθεί στο κράτος μέλος αυτό.

41

Βεβαίως, το γεγονός ότι ο Τούρκος εργαζόμενος που κατοικεί σε κράτος μέλος, κατέχει επαρκές επίπεδο γνώσης της επίσημης γλώσσας του κράτους μέλους, πιστοποιούμενο από την επιτυχή συμμετοχή του σε εξέταση όπως η προβλεπόμενη από την επίμαχη στην κύρια δίκη εθνική νομοθεσία, μπορεί να του παράσχει τη δυνατότητα να υποστηρίξει το μέλος της οικογένειάς του που ζητεί να του χορηγηθεί δικαίωμα διαμονής λόγω οικογενειακής επανένωσης με τον εργαζόμενο στο εν λόγω κράτος μέλος κατά τη διαδικασία της ένταξής του στο κράτος αυτό.

42

Τούτου λεχθέντος, επισημαίνεται, αφενός, ότι, ενώ ο σκοπός που επιδιώκεται με εθνική νομοθεσία όπως η επίμαχη στην υπόθεση της κύριας δίκης είναι η επιτυχής ένταξη του μέλους της οικογένειας που ζητεί την αναγνώριση του δικαιώματος στην οικογενειακή επανένωση, η νομοθεσία αυτή ουδόλως επιτρέπει να ληφθούν υπόψη οι δυνατότητες του μέλους αυτού να ενσωματωθεί, αλλά στηρίζεται αποκλειστικώς στην παραδοχή ότι η επιτυχής ένταξή του δεν διασφαλίζεται επαρκώς αν ο Τούρκος εργαζόμενος τον οποίο αφορά η εν λόγω αίτηση οικογενειακής επανένωσης δεν πληροί την προϋπόθεση της επιτυχίας σε εξέταση που αφορά τη γνώση της επίσημης γλώσσας του οικείου κράτους μέλους.

43

Η διαπίστωση αυτή επιρρωννύεται από το γεγονός ότι, κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση ενώπιον του Δικαστηρίου, η Δανική Κυβέρνηση παραδέχθηκε ότι, ακόμη και αν αποδειχθεί ότι, εν προκειμένω, η σύζυγος του εργαζομένου είχε πλήρη γνώση της δανικής γλώσσας, η αίτησή της για τη χορήγηση δικαιώματος διαμονής στη Δανία λόγω οικογενειακής επανένωσης θα απορρίπτονταν, παρά ταύτα, καθόσον ο εργαζόμενος δεν πληρούσε την προϋπόθεση επιτυχίας σε εξέταση δανικής γλώσσας.

44

Αφετέρου, επιβάλλεται να υπογραμμισθεί ότι, όπως επισήμανε, κατ’ ουσίαν, ο γενικός εισαγγελέας στα σημεία 34 έως 40 των προτάσεών του, εθνική νομοθεσία όπως η επίμαχη στην υπόθεση της κύριας δίκης δεν επιτρέπει στις αρμόδιες αρχές να λαμβάνουν υπόψη, στο πλαίσιο της εκτίμησης της δυνατότητας παρέκκλισης από την υποχρέωση επιτυχίας στη γλωσσική εξέταση που επιβάλλει η εθνική νομοθεσία, παράγοντες ικανούς να αποδείξουν την πραγματική ένταξη του Τούρκου εργαζομένου τον οποίο αφορά η αίτηση οικογενειακής επανένωσης και, ως εκ τούτου, να λαμβάνουν υπόψη επίσης το γεγονός ότι, παρά την αποτυχία του εργαζομένου στην εξέταση αυτή, ο ίδιος μπορεί, αν κριθεί αναγκαίο, να συμβάλει στην ένταξη του μέλους της οικογένειάς του στο εν λόγω κράτος μέλος.

45

Ειδικότερα, και υπό την επιφύλαξη επαλήθευσης από το αιτούν δικαστήριο, από τη δικογραφία που έχει στη διάθεσή του το Δικαστήριο προκύπτει ότι η δυνατότητα παρέκκλισης από την υποχρέωση επιτυχούς συμμετοχής στην εξέταση της δανικής γλώσσας για ειδικούς λόγους που αφορούν, μεταξύ άλλων, την ενότητα της οικογενειακής εστίας έχει εφαρμογή μόνο σε περιορισμένο αριθμό περιπτώσεων, οι οποίες υπενθυμίζονται στο σημείο 39 των προτάσεων του γενικού εισαγγελέα, δεν επιτρέπεται δε η συνεκτίμηση, στο πλαίσιο ατομικής εκτιμήσεως, των δυνατοτήτων ενσωμάτωσης του ενδιαφερόμενου μέλους της οικογένειας το οποίο ζητεί την αναγνώριση του δικαιώματος σε οικογενειακή επανένωση και της πραγματικής ένταξης του Τούρκου εργαζομένου τον οποίο αφορά η αίτηση.

46

Ως εκ τούτου, επιβάλλεται η διαπίστωση ότι εθνική νομοθεσία όπως η επίμαχη στην κύρια δίκη βαίνει πέραν του αναγκαίου για την επίτευξη του επιδιωκόμενου σκοπού μέτρου.

47

Κατόπιν όλων των ανωτέρω σκέψεων, στο πρώτο προδικαστικό ερώτημα πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι το άρθρο 13 της απόφασης 1/80 έχει την έννοια ότι εθνική νομοθεσία, θεσπισθείσα μετά την έναρξη ισχύος της εν λόγω απόφασης στο οικείο κράτος μέλος, η οποία εξαρτά την οικογενειακή επανένωση Τούρκου εργαζομένου νομίμως διαμένοντος στο κράτος μέλος αυτό με τη σύζυγό του από την προϋπόθεση ότι ο εργαζόμενος θα επιτύχει σε εξέταση η οποία πιστοποιεί ορισμένο επίπεδο γνώσης της επίσημης γλώσσας του εν λόγω κράτους μέλους συνιστά «νέο περιορισμό», κατά την έννοια της εν λόγω διάταξης. Ο περιορισμός αυτός δεν μπορεί να δικαιολογηθεί από τον σκοπό διασφάλισης της επιτυχούς ένταξης της συζύγου, δεδομένου ότι η σχετική εθνική νομοθεσία δεν επιτρέπει στις αρμόδιες αρχές να λαμβάνουν υπόψη ούτε τις δυνατότητες ένταξης της συζύγου ούτε άλλους παράγοντες, πέραν της επιτυχίας σε εξετάσεις όπως οι ανωτέρω, οι οποίοι πιστοποιούν την πραγματική ένταξη του εν λόγω εργαζομένου στο οικείο κράτος μέλος και, ως εκ τούτου, την ικανότητά του να βοηθήσει τη σύζυγό του να ενταχθεί σε αυτό.

Επί του δευτέρου, του τρίτου και του τετάρτου προδικαστικού ερωτήματος

48

Λαμβανομένης υπόψη της απαντήσεως που δόθηκε στο πρώτο προδικαστικό ερώτημα, παρέλκει η απάντηση στο δεύτερο, το τρίτο και το τέταρτο προδικαστικό ερώτημα.

Επί των δικαστικών εξόδων

49

Δεδομένου ότι η παρούσα διαδικασία έχει ως προς τους διαδίκους της κύριας δίκης τον χαρακτήρα παρεμπίπτοντος που ανέκυψε ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου, σ’ αυτό εναπόκειται να αποφανθεί επί των δικαστικών εξόδων. Τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκαν όσοι υπέβαλαν παρατηρήσεις στο Δικαστήριο, πλην των ως άνω διαδίκων, δεν αποδίδονται.

 

Για τους λόγους αυτούς, το Δικαστήριο (δεύτερο τμήμα) αποφαίνεται:

 

Το άρθρο 13 της απόφασης 1/80 του Συμβουλίου Σύνδεσης, της 19ης Σεπτεμβρίου 1980, σχετικά με την ανάπτυξη της σύνδεσης μεταξύ της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας και της Τουρκίας,

 

έχει την έννοια ότι:

 

εθνική νομοθεσία, θεσπισθείσα μετά την έναρξη ισχύος της εν λόγω απόφασης στο οικείο κράτος μέλος, η οποία εξαρτά την οικογενειακή επανένωση Τούρκου εργαζομένου νομίμως διαμένοντος στο κράτος μέλος αυτό με τη σύζυγό του από την προϋπόθεση ότι ο εργαζόμενος θα επιτύχει σε εξέταση η οποία πιστοποιεί ορισμένο επίπεδο γνώσης της επίσημης γλώσσας του εν λόγω κράτους μέλους συνιστά «νέο περιορισμό», κατά την έννοια της εν λόγω διάταξης. Ο περιορισμός αυτός δεν μπορεί να δικαιολογηθεί από τον σκοπό διασφάλισης της επιτυχούς ένταξης της συζύγου, δεδομένου ότι η σχετική εθνική νομοθεσία δεν επιτρέπει στις αρμόδιες αρχές να λαμβάνουν υπόψη ούτε τις δυνατότητες ένταξης της συζύγου ούτε άλλους παράγοντες, πέραν της επιτυχίας σε εξετάσεις όπως οι ανωτέρω, οι οποίοι πιστοποιούν την πραγματική ένταξη του εν λόγω εργαζομένου στο οικείο κράτος μέλος και, ως εκ τούτου, την ικανότητά του να βοηθήσει τη σύζυγό του να ενταχθεί σε αυτό.

 

(υπογραφές)


( *1 ) Γλώσσα διαδικασίας: η δανική.