ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έβδομο τμήμα)

της 28ης Απριλίου 2022 ( *1 )

«Προδικαστική παραπομπή – Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Αγροτικής Ανάπτυξης (ΕΓΤΑΑ) – Κανονισμός (ΕΕ) 1305/2013 – Στήριξη της αγροτικής ανάπτυξης από το ΕΓΤΑΑ – Άρθρο 30 – Ενισχύσεις στο πλαίσιο του δικτύου Natura 2000 – Πεδίο εφαρμογής – Αίτηση ενίσχυσης για μικροβιότοπο που δημιουργήθηκε σε δάσος το οποίο δεν ανήκει στο δίκτυο Natura 2000, με σκοπό να συμβάλει στην προστασία ενός είδους άγριου πτηνού – Κανονισμός (ΕΕ) 702/2014 – Απαλλαγή κατά κατηγορία ορισμένων ενισχύσεων στους τομείς της γεωργίας και της δασοκομίας – Εφαρμογή σε ενισχύσεις που συγχρηματοδοτούνται από πόρους της Ευρωπαϊκής Ένωσης – Μη εφαρμογή σε προβληματικές επιχειρήσεις»

Στην υπόθεση C‑251/21,

με αντικείμενο αίτηση προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 267 ΣΛΕΕ, που υπέβαλε το Augstākā tiesa (Senāts) (Ανώτατο Δικαστήριο, Λεττονία) με απόφαση της 21ης Απριλίου 2021, η οποία περιήλθε στο Δικαστήριο την ίδια ημέρα, στο πλαίσιο της δίκης

«Piltenes meži» SIA

κατά

Lauku atbalsta dienests,

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (έβδομο τμήμα),

συγκείμενο από τους J. Passer (εισηγητή), πρόεδρο τμήματος, F. Biltgen και N. Wahl, δικαστές,

γενικός εισαγγελέας: A. Ράντος

γραμματέας: A. Calot Escobar

έχοντας υπόψη την έγγραφη διαδικασία,

λαμβάνοντας υπόψη τις παρατηρήσεις που υπέβαλαν:

η Λεττονική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τις K. Pommere και J. Davidoviča, καθώς και από τον E. Bārdiņš,

η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, εκπροσωπούμενη από τους V. Bottka, C. Hermes και A. Sauka,

κατόπιν της αποφάσεως που έλαβε, αφού άκουσε τον γενικό εισαγγελέα, να εκδικάσει την υπόθεση χωρίς ανάπτυξη προτάσεων,

εκδίδει την ακόλουθη

Απόφαση

1

Η αίτηση προδικαστικής αποφάσεως αφορά την ερμηνεία, αφενός, του άρθρου 30 του κανονισμού (ΕΕ) 1305/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Δεκεμβρίου 2013, για τη στήριξη της αγροτικής ανάπτυξης από το Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Αγροτικής Ανάπτυξης (ΕΓΤΑΑ) και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1698/2005 του Συμβουλίου (ΕΕ 2013, L 347, σ. 487, και διορθωτικό ΕΕ 2016, L 130, σ. 1), και, αφετέρου, του κανονισμού (ΕΕ) 702/2014 της Επιτροπής, της 25ης Ιουνίου 2014, για την κήρυξη ορισμένων κατηγοριών ενισχύσεων στους τομείς της γεωργίας και δασοκομίας και σε αγροτικές περιοχές συμβιβάσιμων με την εσωτερική αγορά κατ’ εφαρμογή των άρθρων 107 και 108 [ΣΛΕΕ] (ΕΕ 2014, L 193, σ. 1).

2

Η αίτηση αυτή υποβλήθηκε στο πλαίσιο ένδικης διαφοράς μεταξύ της «Piltenes meži» SIA και της Lauku atbalsta dienests (υπηρεσίας στήριξης της αγροτικής οικονομίας, Λεττονία) σχετικά με απόφαση με την οποία η υπηρεσία αρνήθηκε να χορηγήσει στην πρώτη ενίσχυση για την κάλυψη των δαπανών και της απώλειας εσόδων που προέκυψαν από την ύπαρξη, σε δάσος ιδιοκτησίας της, μικροβιότοπου ο οποίος δημιουργήθηκε με σκοπό να συμβάλει στην προστασία ενός είδους άγριου πτηνού.

Το νομικό πλαίσιο

Το δίκαιο της Ένωσης

Η οδηγία 92/43/ΕΟΚ

3

Η οδηγία 92/43/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 21ης Μαΐου 1992, για τη διατήρηση των φυσικών οικοτόπων καθώς και της άγριας πανίδας και χλωρίδας (ΕΕ 1992, L 206, σ. 7), τέθηκε σε ισχύ στις 10 Ιουνίου 1992.

4

Το άρθρο 3, παράγραφοι 1 και 3, της οδηγίας αυτής ορίζει τα εξής:

«1.   Συνίσταται ένα συνεκτικό ευρωπαϊκό οικολογικό δίκτυο ειδικών ζωνών, επονομαζόμενο “Natura 2000”. Το δίκτυο αυτό, που αποτελείται από τους τόπους όπου ευρίσκονται τύποι φυσικών οικοτόπων που εμφαίνονται στο παράρτημα I και τους οικότοπους των ειδών που εμφαίνονται στο παράρτημα II, πρέπει να διασφαλίζει την διατήρηση ή, ενδεχομένως, την αποκατάσταση σε ικανοποιητική κατάσταση διατήρησης, των τύπων φυσικών οικοτόπων και των οικοτόπων των οικείων ειδών στην περιοχή της φυσικής κατανομής των ειδών αυτών.

Το δίκτυο “Natura 2000” περιλαμβάνει και τις ζώνες ειδικής προστασίας που έχουν ταξινομηθεί από τα κράτη μέλη σύμφωνα με τις διατάξεις της οδηγίας 79/409/ΕΟΚ [του Συμβουλίου, της 2ας Απριλίου 1979, περί της διατηρήσεως των αγρίων πτηνών (ΕΕ ειδ. έκδ. 15/001, σ. 202)].

[…]

3.   Τα κράτη μέλη, στις περιπτώσεις που κρίνουν ότι τούτο απαιτείται, καταβάλλουν προσπάθειες να βελτιώσουν την οικολογική συνοχή του Natura 2000 χάρη στη διατήρηση και, ενδεχομένως, στην ανάπτυξη στοιχείων του τοπίου, πρωταρχικής σημασίας για την άγρια πανίδα και χλωρίδα, τα οποία αναφέρει το άρθρο 10.»

5

Το άρθρο 10 της οδηγίας 92/43 προβλέπει τα ακόλουθα:

«Τα κράτη μέλη, όταν το κρίνουν αναγκαίο, στα πλαίσια των εθνικών πολιτικών διευθέτησης και ανάπτυξης του εδάφους, και ειδικότερα για να καταστήσουν το δίκτυο Natura 2000 συνεκτικότερο οικολογικά, αναλαμβάνουν την υποχρέωση να προωθήσουν τη διαχείριση στοιχείων του τοπίου στα οποία αποδίδεται πρωταρχική σημασία για την άγρια πανίδα και χλωρίδα.

Πρόκειται για εκείνα τα στοιχεία τα οποία, λόγω της γραμμικής και συνεχούς δομής τους (όπως είναι τα υδάτινα ρεύματα και οι όχθες τους ή τα παραδοσιακά συστήματα προσδιορισμού των ορίων των αγρών) ή του συνδετικού ρόλου τους (όπως είναι τα τενάγη ή τα άλση), είναι απαραίτητα για τη μετανάστευση, τη γεωγραφική κατανομή και τη γενετική ανταλλαγή αγρίων ειδών.»

Η οδηγία 2009/147/ΕΚ

6

Η οδηγία 2009/147/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 30ής Νοεμβρίου 2009, περί της διατηρήσεως των αγρίων πτηνών (ΕΕ 2010, L 20, σ. 7), η οποία κατήργησε και αντικατέστησε την οδηγία 79/409, τέθηκε σε ισχύ στις 15 Φεβρουαρίου 2010.

7

Το άρθρο 2 της οδηγίας 2009/147 ορίζει ότι «[τ]α κράτη μέλη υιοθετούν όλα τα αναγκαία μέτρα με σκοπό να διατηρηθεί ή να προσαρμοσθεί ο πληθυσμός όλων των ειδών πτηνών [στα οποία εφαρμόζεται η παρούσα οδηγία] σε επίπεδο που να ανταποκρίνεται ιδίως στις οικολογικές, επιστημονικές και μορφωτικές απαιτήσεις, λαμβάνοντας υπόψη τις οικονομικές και ψυχαγωγικές απαιτήσεις».

8

Το άρθρο 3 της εν λόγω οδηγίας προβλέπει τα εξής:

«1.   Λαμβάνοντας υπόψη τις κατά το άρθρο 2 απαιτήσεις, τα κράτη μέλη λαμβάνουν όλα τα αναγκαία μέτρα με σκοπό να διαφυλαχθεί, διατηρηθεί ή αποκατασταθεί για όλα τα [συγκεκριμένα] είδη πτηνών επαρκής ποικιλία και επιφάνεια οικοτόπων.

2.   Η διαφύλαξη, η συντήρηση και η αποκατάσταση των βιοτόπων και των οικοτόπων περιλαμβάνουν προπάντων τα ακόλουθα μέτρα:

α)

δημιουργία ζωνών προστασίας·

β)

συντήρηση και διευθέτηση σύμφωνα με τις οικολογικές απαιτήσεις των οικοτόπων που βρίσκονται στο εσωτερικό και στο εξωτερικό των ζωνών προστασίας·

[…]».

Ο κανονισμός 1305/2013

9

Ο κανονισμός 1305/2013 εφαρμόζεται από την 1η Ιανουαρίου 2014.

10

Οι αιτιολογικές σκέψεις του 24 και 56 έχουν ως εξής:

«(24)

Η στήριξη θα πρέπει να εξακολουθήσει να παρέχεται στους γεωργούς και στους δασοκαλλιεργητές ώστε να βοηθηθούν στην αντιμετώπιση ειδικών μειονεκτημάτων στις σχετικές περιοχές που απορρέουν από την εφαρμογή της [οδηγίας 2009/147] και της [οδηγίας 92/43], ώστε να συμβάλλουν στην αποτελεσματική διαχείριση των περιοχών του δικτύου Natura 2000, ενώ θα πρέπει επίσης να δοθεί στήριξη στους γεωργούς ώστε να βοηθηθούν στην αντιμετώπιση των μειονεκτημάτων σε περιοχές λεκάνης απορροής ποταμού, τα οποία απορρέουν από την εφαρμογή της [οδηγίας 2000/60/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Οκτωβρίου 2000, για τη θέσπιση πλαισίου κοινοτικής δράσης στον τομέα της πολιτικής των υδάτων (ΕΕ 2000, L 327, σ. 1)]. […]

[…]

(56)

Τα άρθρα 107, 108 και 109 ΣΛΕΕ εφαρμόζονται στη στήριξη που αφορά τα μέτρα αγροτικής ανάπτυξης στο πλαίσιο του παρόντος κανονισμού. Ωστόσο, θα πρέπει να προβλεφθεί ότι, δεδομένων των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών του τομέα της γεωργίας, τα άρθρα αυτά δεν θα πρέπει να εφαρμόζονται σε μέτρα αγροτικής ανάπτυξης που αφορούν πράξεις που εμπίπτουν στο άρθρο 42 ΣΛΕΕ, οι οποίες διεξάγονται δυνάμει του παρόντος κανονισμού και σύμφωνα με αυτόν, καθώς και στις ενισχύσεις που καταβάλλονται από τα κράτη μέλη με σκοπό τη χορήγηση πρόσθετης εθνικής χρηματοδότησης στις πράξεις αγροτικής ανάπτυξης στις οποίες παρέχεται στήριξη από την [Ευρωπαϊκή] Ένωση και οι οποίες εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 42 ΣΛΕΕ.»

11

Ο τίτλος I του κανονισμού 1305/2013, ο οποίος επιγράφεται «Στόχοι και στρατηγική», περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, το άρθρο 1, με τίτλο «Πεδίο εφαρμογής», το οποίο ορίζει στην παράγραφο 1 τα εξής:

«Ο παρών κανονισμός θεσπίζει τους γενικούς κανόνες που διέπουν τη στήριξη της Ένωσης για την αγροτική ανάπτυξη που χρηματοδοτείται από το Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Αγροτικής Ανάπτυξης (“το ΕΓΤΑΑ”) […]. Καθορίζει τους στόχους στους οποίους πρέπει να συμβάλλει η πολιτική αγροτικής ανάπτυξης και τις σχετικές προτεραιότητες της Ένωσης για την αγροτική ανάπτυξη. Περιγράφει το στρατηγικό πλαίσιο της πολιτικής αγροτικής ανάπτυξης· ορίζει τα μέτρα που θα ληφθούν για την εκτέλεση της πολιτικής αυτής. Επιπροσθέτως, θεσπίζει κανόνες για τον προγραμματισμό, τη δικτύωση, τη διαχείριση, την παρακολούθηση και την αξιολόγηση με βάση τον καταμερισμό αρμοδιοτήτων μεταξύ κρατών μελών και Επιτροπής και θεσπίζει κανόνες για τον συντονισμό του ΕΓΤΑΑ με άλλα εργαλεία της Ένωσης.»

12

Ο τίτλος II του κανονισμού αυτού, ο οποίος επιγράφεται «Προγραμματισμός», περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, το άρθρο 6, με τίτλο «Προγράμματα αγροτικής ανάπτυξης», το οποίο προβλέπει τα εξής:

«1.   Το ΕΓΤΑΑ ενεργεί στα κράτη μέλη μέσω προγραμμάτων αγροτικής ανάπτυξης. Τα εν λόγω προγράμματα υλοποιούν μια στρατηγική ώστε να επιτευχθούν οι προτεραιότητες της Ένωσης για την αγροτική ανάπτυξη, μέσω δέσμης μέτρων οριζομένων στον τίτλο ΙΙΙ. Για την επίτευξη των στόχων αγροτικής ανάπτυξης δυνάμει των ενωσιακών προτεραιοτήτων, επιδιώκεται η λήψη ενίσχυσης από το ΕΓΤΑΑ.

2.   Κάθε κράτος μέλος μπορεί να υποβάλει είτε ενιαίο πρόγραμμα για ολόκληρη την επικράτειά του είτε δέσμη περιφερειακών προγραμμάτων. Εναλλακτικώς, σε δεόντως αιτιολογημένες περιπτώσεις, μπορεί να υποβάλει εθνικό πρόγραμμα και δέσμη περιφερειακών προγραμμάτων. […]

3.   Τα κράτη μέλη με περιφερειακά προγράμματα μπορούν επίσης […] να υποβάλουν, προς έγκριση, εθνικό πλαίσιο που θα περιλαμβάνει κοινά στοιχεία των εν λόγω προγραμμάτων, χωρίς ξεχωριστή πίστωση στον προϋπολογισμό.

Τα εθνικά πλαίσια των κρατών μελών με περιφερειακά προγράμματα μπορούν επίσης να περιλαμβάνουν πίνακα στον οποίο να συνοψίζονται, ανά περιοχή και έτος, η συνολική συμβολή ΕΓΤΑΑ προς το οικείο κράτος μέλος για όλη την περίοδο προγραμματισμού.»

13

Ο τίτλος III του εν λόγω κανονισμού, ο οποίος επιγράφεται «Στήριξη της αγροτικής ανάπτυξης», απαριθμεί, στο κεφάλαιό του I, ένα σύνολο μέτρων μεταξύ των οποίων περιλαμβάνεται και το άρθρο 30 του ίδιου κανονισμού, το οποίο φέρει τον τίτλο «Ενισχύσεις στο πλαίσιο του Natura 2000 και της [οδηγίας 2000/60]», του οποίου οι παράγραφοι 1, 2 και 6 έχουν ως εξής:

«1.   Η στήριξη βάσει του παρόντος μέτρου παρέχεται ετησίως και ανά εκτάριο γεωργικής έκτασης ή ανά εκτάριο δάσους, προκειμένου να αποζημιωθούν οι δικαιούχοι για τις πρόσθετες δαπάνες και για την απώλεια εισοδήματος που απορρέουν από τα μειονεκτήματα των σχετικών περιοχών, τα οποία σχετίζονται με την εφαρμογή της οδηγίας [92/43], της οδηγίας [2009/147] και της [οδηγίας 2000/60].

[…]

2.   Η στήριξη χορηγείται σε γεωργούς και σε ιδιώτες δασοκαλλιεργητές και σε ενώσεις ιδιωτών δασοκαλλιεργητών. Σε δεόντως αιτιολογημένες περιπτώσεις μπορεί επίσης να χορηγείται και σε άλλους διαχειριστές γης.

[…]

6.   Είναι επιλέξιμες για ενισχύσεις οι ακόλουθες περιοχές:

α)

οι γεωργικές και δασικές περιοχές που υπάγονται στο δίκτυο Natura 2000, σύμφωνα με τις οδηγίες [92/43] και [2009/147]·

β)

άλλες οριοθετημένες περιοχές προστασίας της φύσης με περιβαλλοντικούς περιορισμούς όσον αφορά τη γεωργία ή τα δάση που συμβάλλουν στην εφαρμογή του άρθρου 10 της οδηγίας [92/43]. Οι περιοχές αυτές δεν πρέπει, για κάθε πρόγραμμα αγροτικής ανάπτυξης, να υπερβαίνουν το 5 % των χαρακτηρισμένων περιοχών Natura 2000 οι οποίες καλύπτονται από το εδαφικό πεδίο εφαρμογής του·

[…]».

14

Ο τίτλος VIII του κανονισμού 1305/2013, ο οποίος επιγράφεται «Διατάξεις περί ανταγωνισμού», περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, τα άρθρα 81 και 82.

15

Κατά το άρθρο 81 του κανονισμού αυτού, το οποίο φέρει τον τίτλο «Κρατικές ενισχύσεις»:

«1.   Εκτός αντίθετων διατάξεων του παρόντος Τίτλου, τα άρθρα 107, 108 και 109 ΣΛΕΕ εφαρμόζονται όσον αφορά τη στήριξη της αγροτικής ανάπτυξης από τα κράτη μέλη.

2.   Τα άρθρα 107, 108 και 109 ΣΛΕΕ δεν εφαρμόζονται στις πληρωμές που πραγματοποιούνται από τα κράτη μέλη δυνάμει του παρόντος κανονισμού και σύμφωνα με αυτόν, ή σε πρόσθετη εθνική χρηματοδότηση που αναφέρεται στο άρθρο 82 εντός του πεδίου εφαρμογής του άρθρου 42 ΣΛΕΕ.»

16

Το άρθρο 82 του εν λόγω κανονισμού, το οποίο φέρει τον τίτλο «Συμπληρωματική εθνική χρηματοδότηση», ορίζει τα εξής:

«Οι πληρωμές που πραγματοποιούνται από τα κράτη μέλη σε σχέση με πράξεις που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 42 ΣΛΕΕ και αποσκοπούν στην παροχή πρόσθετης χρηματοδότησης για την αγροτική ανάπτυξη στην οποία παρέχεται στήριξη από την Ένωση ανά πάσα στιγμή κατά την περίοδο προγραμματισμού, συμπεριλαμβάνονται από τα κράτη μέλη στο πρόγραμμα αγροτικής ανάπτυξης […] και, εφόσον συμμορφώνονται με τα κριτήρια δυνάμει του παρόντος κανονισμού, εγκρίνονται από την Επιτροπή.»

Ο κανονισμός 702/2014

17

Ο κανονισμός 702/2014 τέθηκε σε ισχύ την 1η Ιουλίου 2014.

18

Οι αιτιολογικές σκέψεις 16 και 60 του κανονισμού αυτού έχουν ως εξής:

«(16)

Ενισχύσεις χορηγούμενες σε προβληματικές επιχειρήσεις θα πρέπει να εξαιρούνται από το πεδίο εφαρμογής του παρόντος κανονισμού, εφόσον οι εν λόγω ενισχύσεις θα πρέπει να αξιολογούνται βάσει των κατευθυντήριων γραμμών όσον αφορά τις κρατικές ενισχύσεις διάσωσης και αναδιάρθρωσης προβληματικών επιχειρήσεων […], με στόχο να αποτρέπεται η καταστρατήγησή τους, […]

[…]

(60)

Η δασοκομία αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της αγροτικής ανάπτυξης. Η Επιτροπή έχει εφαρμόσει τα άρθρα 107 και 108 [ΣΛΕΕ] σε πολυάριθμες αποφάσεις για επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στον τομέα της δασοκομίας, και ιδίως στο πλαίσιο των κοινοτικών κατευθυντήριων γραμμών για τις κρατικές ενισχύσεις στον τομέα της γεωργίας και δασοκομίας 2007-2013. […] Με βάση τη σημαντική πείρα που έχει αποκτήσει η Επιτροπή κατά την εφαρμογή των κατευθυντήριων γραμμών σε επιχειρήσεις του τομέα της δασοκομίας, είναι επίσης σκόπιμο, για την απλούστευση των διαδικασιών, αλλά και για να εξασφαλιστεί παράλληλα επαρκής εποπτεία και παρακολούθηση από την Επιτροπή, να κάνει χρήση η Επιτροπή των εξουσιών που της ανέθεσε ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 994/98 [του Συμβουλίου, της 7ης Μαΐου 1998, για την εφαρμογή των άρθρων [107 και 108 ΣΛΕΕ] σε ορισμένες κατηγορίες οριζόντιων κρατικών ενισχύσεων (ΕΕ 1998, L 142, σ. 1),] για τις ενισχύσεις στον δασικό τομέα. Σύμφωνα με την εμπειρία της Επιτροπής, ενισχύσεις που χορηγούνται στον τομέα της δασοκομίας για μέτρα που αποτελούν μέρος των εθνικών προγραμμάτων αγροτικής ανάπτυξης και τα οποία είτε συγχρηματοδοτούνται από το ΕΓΤΑΑ είτε χορηγούνται υπό μορφή πρόσθετης εθνικής χρηματοδότησης των εν λόγω συγχρηματοδοτούμενων μέτρων δεν προκαλούν σημαντική στρέβλωση του ανταγωνισμού στην εσωτερική αγορά. […] Ο παρών κανονισμός θα πρέπει να καθορίσει σαφείς προϋποθέσεις συμβατότητας αυτών των μέτρων με την εσωτερική αγορά. Οι εν λόγω προϋποθέσεις θα πρέπει να είναι όσο το δυνατόν περισσότερο συνεπείς με τους κανόνες που θεσπίστηκαν με τον κανονισμό [1305/2013] και τις κατ’ εξουσιοδότηση και τις εκτελεστικές πράξεις που εκδίδονται βάσει του εν λόγω κανονισμού.»

19

Το άρθρο 1 του κανονισμού 702/2014, το οποίο περιλαμβάνεται στο κεφάλαιό του Ι, ορίζει τα εξής:

1.   Ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται στις ακόλουθες κατηγορίες ενισχύσεων:

[…]

ε)

ενισχύσεις υπέρ της δασοκομίας.

[…]

3.   Ο παρών κανονισμός δεν εφαρμόζεται σε ενισχύσεις υπέρ:

α)

της δασοκομίας που δεν συγχρηματοδοτούνται από το ΕΓΤΑΑ ή χορηγούνται ως πρόσθετη εθνική χρηματοδότηση για τέτοια συγχρηματοδοτούμενα μέτρα, […]

[…]

6.   Ο παρών κανονισμός δεν εφαρμόζεται σε ενισχύσεις για προβληματικές επιχειρήσεις, με εξαίρεση:

α)

ενισχύσεις για την αποκατάσταση ζημιών που προκαλούνται από θεομηνίες […], ενισχύσεις για τις δαπάνες εξάλειψης ασθενειών των ζώων […], και ενισχύσεις για την απομάκρυνση και την καταστροφή νεκρών ζώων […]·

β)

ενισχύσεις για τα ακόλουθα συμβάντα υπό τον όρο ότι η επιχείρηση κατέστη προβληματική λόγω ζημιών ή φθορών που προκλήθηκαν από το εν λόγω συμβάν:

i)

ενισχύσεις για την αντιστάθμιση ζημιών που προκλήθηκαν από δυσμενές κλιματικό φαινόμενο το οποίο μπορεί να εξομοιωθεί με θεομηνία […]·

ii)

ενισχύσεις για τις δαπάνες εξάλειψης επιβλαβών για τα φυτά οργανισμών και αποκατάστασης των ζημιών που προκλήθηκαν από ασθένειες των ζώων και επιβλαβείς για τα φυτά οργανισμούς, […]·

iii)

ενισχύσεις για την αποκατάσταση ζημιών στα δάση από πυρκαγιές, θεομηνίες, δυσμενή κλιματικά φαινόμενα τα οποία μπορούν να εξομοιωθούν με θεομηνίες, άλλα δυσμενή κλιματικά φαινόμενα, επιβλαβείς για τα φυτά οργανισμούς, καταστροφικά συμβάντα και συμβάντα που σχετίζονται με την αλλαγή του κλίματος, […]».

20

Το άρθρο 2, σημείο 14, του κανονισμού αυτού, το οποίο επίσης περιλαμβάνεται στο κεφάλαιο I, ορίζει την έννοια της «προβληματικής επιχείρησης» ως εξής:

«“προβληματική επιχείρηση”: η επιχείρηση για την οποία συντρέχει τουλάχιστον μία από τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

στην περίπτωση εταιρείας περιορισμένης ευθύνης (άλλης από [μικρή ή μεσαία επιχείρηση (ΜΜΕ)] που υφίσταται για διάστημα μικρότερο των τριών ετών), όταν έχει απολεσθεί περισσότερο από το ήμισυ του εγγεγραμμένου κεφαλαίου της λόγω συσσωρευμένων ζημιών. Αυτό ισχύει όταν από την αφαίρεση των συσσωρευμένων ζημιών από τα αποθεματικά (και όλα τα άλλα στοιχεία που θεωρούνται εν γένει ως μέρος των ιδίων κεφαλαίων της εταιρείας) προκύπτει αρνητικό σωρευτικό ποσό που υπερβαίνει το ήμισυ του εγγεγραμμένου κεφαλαίου. […]

[…]»

Το λεττονικό δίκαιο

Ο νόμος περί διατηρήσεως των ειδών και των οικοτόπων

21

Ο Sugu un biotopu aizsardzības likums (νόμος περί προστασίας των ειδών και των οικοτόπων), της 16ης Μαρτίου 2000 (Latvijas Vēstnesis, 2000, αριθ. 121/122), περιλαμβάνει το άρθρο 10, με τίτλο «Δικαίωμα αποζημίωσης των κυρίων και χρηστών γης», του οποίου η παράγραφος 2 ορίζει ότι «[ο]ι κύριοι γης μπορούν να αξιώσουν την αποζημίωση που προβλέπεται από τη νομοθεσία λόγω των περιορισμών που επιβάλλονται επί της οικονομικής δραστηριότητας στους μικροβιότοπους».

Ο νόμος για τη γεωργική και αγροτική ανάπτυξη

22

Ο Lauksaimniecības un lauku attīstības likums (νόμος για τη γεωργική και αγροτική ανάπτυξη), της 7ης Απριλίου 2004 (Latvijas Vēstnesis, 2004, αριθ. 64), περιλαμβάνει το άρθρο 5, του οποίου οι παράγραφοι 4, 7 και 8 έχουν ως εξής:

«4.   Οι λεπτομέρειες χορήγησης των κρατικών και [ενωσιακών] ενισχύσεων για τη γεωργία και οι λεπτομέρειες χορήγησης των κρατικών και [ενωσιακών] ενισχύσεων για την αγροτική ανάπτυξη και την αλιεία καθορίζονται από το υπουργικό συμβούλιο. […]

[…]

7.   Το υπουργικό συμβούλιο θεσπίζει τις λεπτομέρειες για τη διαχείριση και τον έλεγχο των ενισχύσεων που χορηγούν το κράτος και η [Ένωση] για τη γεωργία καθώς και τις λεπτομέρειες για τη διαχείριση και τον έλεγχο των ενισχύσεων που χορηγούν το κράτος και η [Ένωση] για την αγροτική ανάπτυξη και την αλιεία.

8.   Το υπουργικό συμβούλιο καθορίζει τις λεπτομέρειες διαχείρισης του Ευρωπαϊκού Γεωργικού Ταμείου Εγγυήσεων, του [ΕΓΤΑΑ] και του Ευρωπαϊκού Ταμείου Αλιείας, καθώς και τις αρμοδιότητες και τα καθήκοντα των αρχών που παρεμβαίνουν στη διαχείριση των ταμείων αυτών.»

Ο νόμος περί αποζημιώσεως για τους περιορισμούς που επιβάλλονται στις οικονομικές δραστηριότητες στις προστατευόμενες περιοχές

23

Ο Likums «Par kompensāciju par saimnieciskās darbības ierobežojumiem aizsargājās teritorijās» (νόμος περί αποζημιώσεως για τους περιορισμούς που επιβάλλονται στις οικονομικές δραστηριότητες στις προστατευόμενες περιοχές), της 4ης Απριλίου 2013 (Latvijas Vēstnesis, 2013, αριθ. 74), ορίζει, στο άρθρο 2, παράγραφος 3, ότι «[μπορεί] να καταβληθεί ετήσια ενίσχυση για τους περιορισμούς που επιβάλλονται στις οικονομικές δραστηριότητες στους μικροβιότοπους, σύμφωνα με τις διαδικασίες που προβλέπονται στη νομοθεσία για τη χορήγηση ενισχύσεων για τη γεωργική ανάπτυξη οι οποίες χρηματοδοτούνται από τα αντίστοιχα κονδύλια της [Ένωσης]».

24

Ο νόμος αυτός προβλέπει επίσης, στο άρθρο 4, παράγραφος 2, ότι «[η] διαχείριση των αποζημιώσεων που καταβάλλονται με χρήση κονδυλίων της [Ένωσης] γίνεται σύμφωνα με τους κανόνες για τη χορήγηση ενισχύσεων από την [Ένωση]».

Το διάταγμα 171/2015

25

Το Ministru kabineta noteikumi Nr. 171 «par valsts un Eiropas Savienības atbalsta piešanu, administration trēšanu un uzraudzību vides, klimata un lauku ainavas uzévišanai 2014.–2020. gada plānošanas periodā» (διάταγμα 171 του υπουργικού συμβουλίου σχετικά με τη χορήγηση, τη διαχείριση και τον έλεγχο των κρατικών ενισχύσεων και των ενισχύσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τη βελτίωση του φυσικού περιβάλλοντος, του κλίματος και του αγροτικού περιβάλλοντος κατά την περίοδο προγραμματισμού 2014‑2020), της 7ης Απριλίου 2015 (Latvijas Vēstnesis, 2015, αριθ. 76, στο εξής: διάταγμα 171/2015), το οποίο εκδόθηκε βάσει του άρθρου 5, παράγραφοι 4 και 7, του νόμου για τη γεωργική και αγροτική ανάπτυξη, προβλέπει, στο σημείο του 1, τα εξής:

«Το παρόν διάταγμα θεσπίζει τους κανόνες χορήγησης, διαχείρισης και ελέγχου των ενισχύσεων από το κράτος και από την [Ένωση] για την αγροτική ανάπτυξη, ιδίως για τη στήριξη των μέτρων βελτίωσης του περιβάλλοντος και του φυσικού χώρου τα οποία τίθενται σε εφαρμογή σύμφωνα:

1.1. [μ]ε τον κανονισμό [1305/2013]·

[…]

1.8. [μ]ε τον κανονισμό [702/2014].

[…]»

26

Το σημείο 2 του διατάγματος 171/2015 ορίζει τα ακόλουθα:

«Η στήριξη της αγροτικής ανάπτυξης για τη βελτίωση του φυσικού περιβάλλοντος, του κλίματος και του αγροτικού περιβάλλοντος χορηγείται για τα ακόλουθα μέτρα […]:

[…]

2.3. “Ενισχύσεις στο πλαίσιο του Natura 2000 και της οδηγίας [2000/60]” για τη δραστηριότητα “Καταβολή αποζημίωσης για τις δασικές περιοχές Natura 2000” […]

[…]

2.6. “Χορήγηση ενίσχυσης στο πλαίσιο της δραστηριότητας ‘Καταβολή αποζημίωσης για τις δασικές περιοχές Natura 2000’”.

[…]»

27

Κατά το σημείο 56 του διατάγματος 171/2015:

«Η επιλέξιμη για ενίσχυση έκταση στο πλαίσιο του μέτρου αυτού είναι η δασική γη (εκτός από τους τυρφώνες) η οποία:

56.1. περιλαμβάνεται στον κατάλογο των περιοχών [Natura 2000] σύμφωνα με το άρθρο 30, παράγραφος 6, στοιχείο αʹ, του κανονισμού 1305/2013 […],

56.2. που βρίσκεται σε προστατευόμενο μικροβιότοπο εκτός των περιοχών που υπάγονται στο Natura 2000, σύμφωνα με το άρθρο 30, παράγραφος 6, στοιχείο βʹ, του κανονισμού 1305/2013 ή –εάν το καθεστώς προστασίας Natura 2000 δεν εγγυάται τη διατήρηση ενός είδους ή ενός βιότοπου– σε περιοχή που υπάγεται στο Natura 2000, εφόσον ο προστατευόμενος μικροβιότοπος έχει καθοριστεί σύμφωνα με τη νομοθεσία για τις λεπτομέρειες δημιουργίας και διαχείρισης των μικροβιότοπων, τη διατήρησή τους και τον καθορισμό των μικροβιότοπων και των ζωνών ασφαλείας.

[…]»

28

Το σημείο 61 του εν λόγω διατάγματος προβλέπει τα εξής:

«Για τη χορήγηση της ενίσχυσης ο αιτών πρέπει να πληροί τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

[…]

61.6. σύμφωνα με το άρθρο 2, σημείο 14, του κανονισμού 702/2014, από την κατάσταση έως τις 15 Ιουνίου του τρέχοντος έτους δεν προέκυψε κανένα από τα χαρακτηριστικά προβληματικής επιχείρησης που προβλέπονται από τη νομοθεσία για τον καθορισμό των λεπτομερών κανόνων διαχείρισης του Ευρωπαϊκού Γεωργικού Ταμείου Εγγυήσεων, του ΕΓΤΑΑ και του Ευρωπαϊκού Ταμείου Θάλασσας και Αλιείας, καθώς και των ενισχύσεων που χορηγήθηκαν από το κράτος και την [Ένωση] για τη γεωργία και την αγροτική ανάπτυξη και την αλιεία κατά την περίοδο προγραμματισμού 2014-2020.»

Το διάταγμα 599, της 30ής Σεπτεμβρίου 2014

29

Το Ministru kabineta noteikumi Nr. 599 «par Eiropas Lauksaimniecības garantiju fonda, Eiropas Lauksaimniecības fonda lauku attīstībai, Eiropas Jūrlietu un zivsaimniecība fonda, kā arī par valsts un Eiropas Savienības atbalsta lauksaimniecībai un lauku un zivsaimniecības attīstībai finansējuma administrēšanu 2014.–2020. gada plānošanas periodā» (διάταγμα 599 του υπουργικού συμβουλίου, σχετικά με τη διαχείριση της χρηματοδότησης από το Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Εγγυήσεων, το Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Αγροτικής Ανάπτυξης, το Ευρωπαϊκό Ταμείο Θάλασσας και Αλιείας, καθώς και με τη διαχείριση της χρηματοδότησης των ενισχύσεων από τα κράτη και την Ευρωπαϊκή Ένωση που προορίζονται για τη γεωργία, την αγροτική ανάπτυξη και την ανάπτυξη της αλιείας κατά την περίοδο προγραμματισμού 2014-2020), της 30ής Σεπτεμβρίου 2014 (Latvijas Vēstnesis, 2014, αριθ. 200), το οποίο εκδόθηκε βάσει του άρθρου 5, παράγραφοι 7 έως 9, του νόμου περί γεωργικής και αγροτικής ανάπτυξης, ορίζει, στο σημείο 53, τα εξής:

«Σύμφωνα με το άρθρο 2, σημείο 14, του κανονισμού 702/2014, η υπηρεσία στήριξης της αγροτικής οικονομίας δεν χορηγεί καμία ενίσχυση εάν, κατά την υποβολή της αίτησης ενίσχυσης για μέτρα που συνεπάγονται την εξέταση του κατά πόσον ο αιτών μπορεί να χαρακτηριστεί ως προβληματική επιχείρηση, στο πρόσωπο του αιτούντος την ενίσχυση συντρέχει τουλάχιστον ένα από τα ακόλουθα χαρακτηριστικά:

53.1. έχει απολεσθεί περισσότερο από το ήμισυ των ιδίων κεφαλαίων εταιρίας περιορισμένης ευθύνης (εκτός από τις μικρές ή μεσαίες επιχειρήσεις που υφίστανται για διάστημα μικρότερο των τριών ετών) λόγω συσσωρευμένων ζημιών, όταν από την αφαίρεση των συσσωρευμένων ζημιών από τα αποθεματικά και όλα τα άλλα στοιχεία που θεωρούνται εν γένει ως μέρος των ιδίων κεφαλαίων της εταιρίας προκύπτει αρνητικό σωρευτικό ποσό που υπερβαίνει το ήμισυ του εγγεγραμμένου κεφαλαίου, συμπεριλαμβανομένων των εκδόσεων μετοχών υπέρ το άρτιο […]

[…]».

Η διαφορά της κύριας δίκης και τα προδικαστικά ερωτήματα

30

Η Piltenes meži έχει στην κυριότητά της δάσος έκτασης περίπου 500 εκταρίων, εντός του οποίου βρίσκεται περιοχή αναγνωρισμένη ως μικροβιότοπος, κατά την έννοια της λεττονικής νομοθεσίας με την οποία μεταφέρθηκε στην εσωτερική έννομη τάξη η οδηγία 2009/147. Ο εν λόγω μικροβιότοπος δημιουργήθηκε από την αρμόδια λεττονική αρχή προκειμένου να συμβάλει στη διασφάλιση της προστασίας του αγριόκουρκου (Tetrao urogallus), το οποίο είναι είδος άγριου πτηνού.

31

Σε μη προσδιοριζόμενη ημερομηνία, η Piltenes meži υπέβαλε αίτηση ενίσχυσης για το 2015 στην υπηρεσία στήριξης της αγροτικής οικονομίας, με την οποία ζήτησε να της καταβληθεί αποζημίωση για τα έξοδα και την απώλεια εσόδων που προέκυψαν από την ύπαρξη του εν λόγω μικροβιότοπου.

32

Με απόφαση της 1ης Ιουνίου 2016, η οποία επικυρώθηκε με απόφαση της 25ης Ιουλίου του ίδιου έτους, η υπηρεσία στήριξης της αγροτικής οικονομίας απέρριψε την εν λόγω αίτηση ενίσχυσης με την αιτιολογία ότι η εφαρμοστέα λεττονική νομοθεσία απέκλειε τη δυνατότητα χορήγησης τέτοιας ενίσχυσης σε προβληματική επιχείρηση και ότι, εν προκειμένω, η Piltenes meži έπρεπε να χαρακτηριστεί ως προβληματική, στο μέτρο που από την εξέταση της ετήσιας έκθεσής της για το έτος 2014 προέκυπτε ότι οι ζημίες της αντιστοιχούσαν σε ποσοστό άνω του 50 % του εταιρικού κεφαλαίου της.

33

Με απόφαση της 24ης Μαρτίου 2017, το administratīvā rajona tiesa (διοικητικό πρωτοδικείο, Λεττονία) δέχθηκε την προσφυγή που άσκησε η Piltenes meži κατά των δύο αυτών αποφάσεων.

34

Με απόφαση της 30ής Νοεμβρίου 2017, το administratīvā apgabaltiesa (περιφερειακό διοικητικό δικαστήριο, Λεττονία), επιληφθέν κατ’ έφεση, απέρριψε την αίτηση ενίσχυσης που είχε υποβάλει η Piltenes meži, στηριζόμενο, κατ’ ουσίαν, στην ακόλουθη συλλογιστική. Κατ’ αρχάς, διαπίστωσε ότι η ζητηθείσα ενίσχυση δεν θα χρηματοδοτούνταν από τον κρατικό προϋπολογισμό ή από οργανισμό τοπικής αυτοδιοίκησης, αλλά από πόρους προερχόμενους από ταμείο της Ένωσης, ήτοι από το ΕΓΤΑΑ. Εν συνεχεία, επισήμανε ότι, σύμφωνα με τη νομοθεσία της Ένωσης για το ΕΓΤΑΑ και με τη λεττονική νομοθεσία που τη θέτει σε εφαρμογή, η διαχείριση και η κατανομή στις επιχειρήσεις των κονδυλίων αυτών πρέπει να γίνεται σύμφωνα με τους κανόνες της Ένωσης για τον έλεγχο των κρατικών ενισχύσεων. Τέλος, παρατήρησε ότι οι κανόνες αυτοί προβλέπουν ότι η χορήγηση ενίσχυσης όπως η επίμαχη εν προκειμένω αποκλείεται στην περίπτωση που ο αιτών είναι προβληματική επιχείρηση.

35

Η Piltenes meži άσκησε αναίρεση κατά της απόφασης αυτής, αμφισβητώντας, μεταξύ άλλων, τις εκτιμήσεις, αφενός, ότι η ενίσχυση της οποίας ζήτησε τη χορήγηση έπρεπε να θεωρηθεί κρατική ενίσχυση και, αφετέρου, ότι μια τέτοια κρατική ενίσχυση δεν μπορούσε να χορηγηθεί σε προβληματική επιχείρηση.

36

Με την απόφασή του περί παραπομπής, το Augstākā tiesa (Senāts) (Ανώτατο Δικαστήριο, Λεττονία) ζητεί, κατ’ ουσίαν, να διευκρινιστεί το πεδίο εφαρμογής και η διάρθρωση των διατάξεων του δικαίου της Ένωσης, την εφαρμογή των οποίων αποσκοπούν να διασφαλίσουν οι διάφορες λεττονικές ρυθμίσεις που ισχύουν στη διαφορά της οποίας έχει επιληφθεί, επισημαίνοντας ότι τα δύο δικαστήρια που επιλήφθηκαν της διαφοράς αυτής πρωτοδίκως και κατ’ έφεση διατύπωσαν αποκλίνουσες απόψεις επί του ζητήματος αυτού.

37

Το αιτούν δικαστήριο ζητεί να διευκρινιστεί ειδικότερα, πρώτον, αν οι ενισχύσεις για την αποζημίωση ή για την αντιστάθμιση των εξόδων και της απώλειας εσόδων λόγω της ύπαρξης, σε δασικές περιοχές που δεν ανήκουν στο δίκτυο Natura 2000, μικροβιότοπων που δημιουργήθηκαν με σκοπό να συμβάλουν στη διασφάλιση της προστασίας των ειδών αγρίων πτηνών τα οποία αφορά η οδηγία 2009/147 μπορούν να θεωρηθούν ως ενισχύσεις που εμπίπτουν στο άρθρο 30 του κανονισμού 1305/2013.

38

Το αιτούν δικαστήριο διευκρινίζει, μεταξύ άλλων, ότι οι ενισχύσεις αυτές θα μπορούσαν να θεωρηθούν ως αποζημίωση ή αντιστάθμιση για τον περιορισμό του δικαιώματος ιδιοκτησίας και του δικαιώματος άσκησης οικονομικής δραστηριότητας των ενδιαφερομένων, με σκοπό τη διασφάλιση της τήρησης της περιβαλλοντικής νομοθεσίας, και όχι ως ενισχύσεις της Ένωσης ή ως κρατικές ενισχύσεις. Εξάλλου, το Latvijas Republikas Satversmes tiesa (Συνταγματικό Δικαστήριο, Λεττονία) έχει αποφανθεί υπέρ της προσέγγισης αυτής με απόφαση της 19ης Μαρτίου 2014.

39

Εάν οι ενισχύσεις αυτές, οι οποίες δεν θα χρηματοδοτηθούν από τον κρατικό προϋπολογισμό, αλλά από πόρους προερχόμενους από ταμείο της Ένωσης, εμπίπτουν στο άρθρο 30 του κανονισμού 1305/2013, το αιτούν δικαστήριο ζητεί να διευκρινιστεί, δεύτερον, αν η χορήγησή τους μπορεί να εξαρτάται από την προϋπόθεση ότι τα πρόσωπα που ζητούν τη χορήγησή τους δεν είναι προβληματικές επιχειρήσεις, όπως επιτάσσει η Επιτροπή στα άρθρα 1 και 2 του κανονισμού 702/2014.

40

Το αιτούν δικαστήριο εκτιμά συναφώς ότι, μολονότι είναι θεμιτό να επιδιώκει η Επιτροπή να διαφυλάξει τους πόρους της Ένωσης και να διασφαλίσει τη βέλτιστη χρήση τους επιβάλλοντας μια τέτοια προϋπόθεση, εντούτοις ο κανονισμός 702/2014 πάσχει από ουσιώδη πλημμέλεια καθόσον το θεσμικό αυτό όργανο δεν στάθμισε ή, τουλάχιστον, δεν διασφάλισε δίκαιη ισορροπία μεταξύ, αφενός, των σκοπών που επιδιώκει η Επιτροπή και, αφετέρου, του δικαιώματος ιδιοκτησίας που κατοχυρώνεται στο άρθρο 17 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (στο εξής: Χάρτης) και των γενικών αρχών της ίσης μεταχείρισης και της αναλογικότητας. Συγκεκριμένα, σε αντίθεση με όλα τα άλλα πρόσωπα στα οποία επιβάλλεται νομική και οικονομική υποχρέωση με περιβαλλοντικό στόχο, οι προβληματικές επιχειρήσεις στερούνται αδικαιολόγητα, για λόγους που αφορούν την οικονομική και χρηματοπιστωτική τους κατάσταση, την αποζημίωση ή την αντιστάθμιση που μπορούν να αξιώσουν.

41

Υπό τις συνθήκες αυτές, το Augstākā tiesa (Senāts) (Ανώτατο Δικαστήριο) αποφάσισε να αναστείλει την ενώπιόν του διαδικασία και να υποβάλει στο Δικαστήριο τα ακόλουθα προδικαστικά ερωτήματα:

«1)

Εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 30, παράγραφος 6, του κανονισμού [1305/2013] οι ενισχύσεις για τους προστατευόμενους μικροβιότοπους που δημιουργούνται σε δασική περιοχή προς επίτευξη των σκοπών της οδηγίας [2009/147];

2)

Υπόκειται η χορήγηση αποζημίωσης για τους προστατευόμενους μικροβιότοπους που δημιουργούνται προς επίτευξη των σκοπών της οδηγίας [2009/147] στους περιορισμούς που προβλέπονται σχετικά με τις ενισχύσεις σε προβληματικές επιχειρήσεις στον κανονισμό [702/2014];»

Επί των προδικαστικών ερωτημάτων

Επί του πρώτου ερωτήματος

42

Με το πρώτο ερώτημά του, το αιτούν δικαστήριο ζητεί, κατ’ ουσίαν, να διευκρινιστεί αν το άρθρο 30 του κανονισμού 1305/2013 έχει την έννοια, λαμβανομένης ιδίως υπόψη της παραγράφου του 6, ότι η ενίσχυση που ζητείται για μικροβιότοπο που δημιουργήθηκε σε δάσος, προς επίτευξη των σκοπών της οδηγίας 2009/147, εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της εν λόγω διάταξης.

43

Συναφώς, το άρθρο 30, παράγραφος 1, του κανονισμού 1305/2013 προβλέπει ότι η στήριξη παρέχεται ετησίως και ανά εκτάριο γεωργικής έκτασης ή ανά εκτάριο δάσους, προκειμένου να αποζημιωθούν οι δικαιούχοι για τις πρόσθετες δαπάνες και για την απώλεια εισοδήματος που υπέστησαν λόγω των μειονεκτημάτων που απορρέουν από την εφαρμογή των οδηγιών 92/43, 2000/60 και 2009/147.

44

Επιπλέον, η παράγραφος 6 του εν λόγω άρθρου 30 ορίζει, αντιστοίχως στα στοιχεία αʹ και βʹ, ότι στις περιοχές που είναι επιλέξιμες για τη χορήγηση μιας τέτοιας ενίσχυσης περιλαμβάνονται, αφενός, οι γεωργικές και δασικές περιοχές που υπάγονται στο δίκτυο Natura 2000 δυνάμει των οδηγιών 92/43 και 2009/147 και, αφετέρου, οι λοιπές οριοθετημένες περιοχές προστασίας της φύσης με περιβαλλοντικούς περιορισμούς όσον αφορά τη γεωργία ή τα δάση, οι οποίες συμβάλλουν στην εφαρμογή του άρθρου 10 της πρώτης από τις δύο αυτές οδηγίες.

45

Εν προκειμένω, από το πρώτο ερώτημα που υπέβαλε το αιτούν δικαστήριο καθώς και από τα εκτιθέμενα στην απόφαση περί παραπομπής, τα οποία συνοψίζονται στις σκέψεις 30, 31 και 37 της παρούσας απόφασης, προκύπτει ότι η περιοχή την οποία αφορά η επίμαχη στην κύρια δίκη αίτηση ενίσχυσης είναι μικροβιότοπος που δημιουργήθηκε με σκοπό να συμβάλει στη διασφάλιση της προστασίας ενός είδους άγριου πτηνού, αλλά σε δάσος που δεν ανήκει στο δίκτυο Natura 2000.

46

Είναι προφανές ότι μια τέτοια περιοχή δεν είναι επιλέξιμη, δυνάμει του άρθρου 30, παράγραφος 6, στοιχείο αʹ, του κανονισμού 1305/2013, για χορήγηση της ενίσχυσης που προβλέπεται στο εν λόγω άρθρο 30. Το άρθρο 30, παράγραφος 6, στοιχείο αʹ, προβλέπει την επιλεξιμότητα μόνο για γεωργικές και δασικές περιοχές, κατά την έννοια του εν λόγω κανονισμού ή, ενδεχομένως, της εθνικής νομοθεσίας που θεσπίζεται κατ’ εφαρμογή του, οι οποίες βρίσκονται σε περιοχές Natura 2000 που έχουν οριοθετηθεί δυνάμει των οδηγιών 92/43 και 2009/147 (πρβλ. απόφαση της 27ης Ιανουαρίου 2022, Sātiņi-S, C‑234/20, EU:C:2022:56, σκέψεις 27, 33, 35 και 37).

47

Επομένως, περιοχή που δεν αποτελεί μέρος του δικτύου Natura 2000, όπως η επίμαχη στην υπόθεση της κύριας δίκης περιοχή, μπορεί, εν πάση περιπτώσει, να είναι επιλέξιμη για μια τέτοια ενίσχυση μόνο δυνάμει του άρθρου 30, παράγραφος 6, στοιχείο βʹ, του κανονισμού 1305/2013.

48

Εντούτοις, το γράμμα της διάταξης αυτής δεν παρέχει, αυτό καθαυτό, τη δυνατότητα να καθοριστεί αν, και, ενδεχομένως, υπό ποιες προϋποθέσεις, μπορεί να συμβαίνει κάτι τέτοιο.

49

Επομένως, κατά πάγια νομολογία του Δικαστηρίου, η εν λόγω διάταξη πρέπει να ερμηνεύεται λαμβανομένων υπόψη, συμπληρωματικώς προς το γράμμα της, του πλαισίου στο οποίο εντάσσεται και των σκοπών που επιδιώκονται με τη ρύθμιση της οποίας αποτελεί μέρος (αποφάσεις της 7ης Ιουνίου 2005, VEMW κ.λπ., C‑17/03, EU:C:2005:362, σκέψη 41, και της 21ης Ιανουαρίου 2021, Γερμανία κατά Esso Raffinage, C‑471/18 P, EU:C:2021:48, σκέψη 81).

50

Συναφώς, πρέπει να υπομνησθεί, πρώτον, ότι οι περιοχές που είναι επιλέξιμες, δυνάμει του άρθρου 30, παράγραφος 6, στοιχείο βʹ, του κανονισμού 1305/2013, για την καταβολή της ενίσχυσης που προβλέπεται στο άρθρο 30 είναι οι οριοθετημένες περιοχές προστασίας της φύσης, πλην εκείνων που αποτελούν μέρος του δικτύου Natura 2000, με περιβαλλοντικούς περιορισμούς όσον αφορά τη γεωργία ή τα δάση, οι οποίες συμβάλλουν στην εφαρμογή του άρθρου 10 της οδηγίας 92/43.

51

Συνεπώς, η επιλεξιμότητα των περιοχών αυτών για ενίσχυση εξαρτάται, αφενός, από την προϋπόθεση ότι η οικεία περιοχή είναι οριοθετημένη περιοχή προστασίας της φύσης με περιβαλλοντικούς περιορισμούς όσον αφορά τη γεωργία ή τα δάση.

52

Εν προκειμένω, από τα διαλαμβανόμενα στην απόφαση περί παραπομπής, όπως εκτίθενται στη σκέψη 45 της παρούσας απόφασης, προκύπτει ότι, υπό την επιφύλαξη των εξακριβώσεων στις οποίες οφείλει να προβεί το αιτούν δικαστήριο, η επίμαχη στην κύρια δίκη περιοχή πληροί την προϋπόθεση αυτή, καθόσον αποτελεί φυσική περιοχή με περιβαλλοντικούς περιορισμούς όσον αφορά τα δάση. Ειδικότερα, από τα στοιχεία αυτά προκύπτει ότι η εν λόγω περιοχή αποτελεί μικροβιότοπο που δημιουργήθηκε από την αρμόδια εθνική αρχή, με σκοπό να συμβάλει στη διασφάλιση της προστασίας ενός είδους άγριου πτηνού, σε δάσος μη ανήκον στο δίκτυο Natura 2000, του οποίου η ύπαρξη συνεπάγεται δαπάνες καθώς και απώλεια εσόδων για το πρόσωπο που είναι ο κύριος του δάσους αυτού.

53

Αφετέρου, από το άρθρο 30, παράγραφος 6, στοιχείο βʹ, του κανονισμού 1305/2013 προκύπτει ότι η περιοχή για την οποία ζητείται ενίσχυση και οι περιβαλλοντικοί περιορισμοί που την συνοδεύουν πρέπει να συμβάλλουν στην εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 10 της οδηγίας 92/43.

54

Εν προκειμένω, το αιτούν δικαστήριο διερωτάται, μεταξύ άλλων στοιχείων, ως προς το περιεχόμενο της προϋπόθεσης αυτής, όπως προκύπτει από τη διατύπωση του πρώτου ερωτήματος που υπέβαλε και από τα διαλαμβανόμενα στην απόφαση περί παραπομπής που συνοψίζονται στη σκέψη 37 της παρούσας απόφασης.

55

Δεύτερον, το άρθρο 10 της οδηγίας 92/43, στο οποίο παραπέμπει το άρθρο 30, παράγραφος 6, στοιχείο βʹ, του κανονισμού 1305/2013, προβλέπει, στο πρώτο εδάφιό του, ότι, προκειμένου, μεταξύ άλλων, να βελτιωθεί η οικολογική συνοχή του δικτύου Natura 2000, τα κράτη μέλη αναλαμβάνουν την υποχρέωση να προωθήσουν τη διαχείριση στοιχείων του τοπίου στα οποία αποδίδεται πρωταρχική σημασία για την άγρια πανίδα και χλωρίδα. Στο δεύτερο εδάφιό του διευκρινίζεται επίσης ότι τα στοιχεία αυτά είναι εκείνα τα οποία, λόγω της γραμμικής και συνεχούς δομής τους ή του συνδετικού ρόλου τους, είναι ουσιώδη για τη μετανάστευση, τη γεωγραφική κατανομή και τη γενετική ανταλλαγή αγρίων ειδών.

56

Το εν λόγω άρθρο 10 εξουσιοδοτεί, επομένως, τα κράτη μέλη να λαμβάνουν μέτρα για τη βελτίωση της οικολογικής συνοχής του δικτύου Natura 2000, όπως ορίζει και το άρθρο 3, παράγραφος 3, της οδηγίας 92/43.

57

Από το ως άνω άρθρο 3, παράγραφος 1, προκύπτει ότι το δίκτυο αυτό προορίζεται να περιλάβει όχι μόνον «ειδικές ζώνες» των φυσικών οικοτόπων και των οικοτόπων ζωικών ή φυτικών ειδών που απαριθμούνται, αντιστοίχως, στο παράρτημα I και στο παράρτημα II της οδηγίας αυτής, αλλά και «ζώνες ειδικής προστασίας» που έχουν ταξινομηθεί από τα κράτη μέλη προκειμένου να συμβάλουν στη διατήρηση ειδών αγρίων πτηνών δυνάμει της οδηγίας 79/409, η οποία έχει πλέον αντικατασταθεί από την οδηγία 2009/147.

58

Επομένως, τα μέτρα τα οποία δύνανται να λαμβάνουν τα κράτη μέλη δυνάμει του άρθρου 10 της οδηγίας 92/43, με σκοπό τη βελτίωση της οικολογικής συνοχής του δικτύου Natura 2000, μπορούν να αφορούν τόσο τους οικοτόπους που εμπίπτουν στην οδηγία 92/43 όσο και τα είδη άγριων πτηνών που εμπίπτουν στην οδηγία 2009/147, με την παρατήρηση ότι, στην τελευταία αυτή περίπτωση, τα μέτρα προορίζονται να συμπληρώσουν εκείνα των άρθρων 2 και 3 της οδηγίας 2009/147.

59

Εν προκειμένω, από τα διαλαμβανόμενα στην απόφαση περί παραπομπής που παρατίθενται στις σκέψεις 45 και 52 της παρούσας απόφασης προκύπτει ότι, με την επιφύλαξη των εξακριβώσεων στις οποίες πρέπει να προβεί το αιτούν δικαστήριο, αυτός είναι ο σκοπός του επίμαχου στην υπόθεση της κύριας δίκης μικροβιότοπου και των περιβαλλοντικών περιορισμών που αφορούν τα δάση οι οποίοι επιβλήθηκαν στον εν λόγω μικροβιότοπο, καθόσον η δημιουργία του εν λόγω μικροβιότοπου και η επιβολή των περιορισμών αποσκοπούν στο να συμβάλουν στη διασφάλιση της προστασίας του αγριόκουρκου (Tetrao urogallus), ενός είδους άγριου πτηνού που προστατεύεται από την οδηγία 2009/147.

60

Τρίτον, το άρθρο 30, παράγραφος 1, του κανονισμού 1305/2013 διευκρινίζει, όπως υπομνήσθηκε στη σκέψη 43 της παρούσας απόφασης, ότι η ενίσχυση στην οποία αναφέρεται η διάταξη αυτή αποσκοπεί στην αποζημίωση του δικαιούχου της, στη συγκεκριμένη περιοχή, για τις πρόσθετες δαπάνες και την απώλεια εσόδων που υπέστη από τα μειονεκτήματα που απορρέουν από την εφαρμογή των οδηγιών 92/43, 2000/60 και 2009/147.

61

Από την εν λόγω διάταξη προκύπτει σαφώς ότι η ενίσχυση μπορεί να χορηγηθεί, μεταξύ άλλων, στην περίπτωση που μια περιοχή επιλέξιμη για ενίσχυση δυνάμει του άρθρου 30, παράγραφος 6, του κανονισμού 1305/2013 παρουσιάζει μειονεκτήματα που απορρέουν από την εφαρμογή της οδηγίας 2009/147, όπως εξέθεσαν τόσο η Λεττονική Κυβέρνηση όσο και η Επιτροπή στις γραπτές παρατηρήσεις τους.

62

Επομένως, η εν λόγω ενίσχυση μπορεί να χορηγηθεί σε μια τέτοια περιοχή τόσο στην περίπτωση που στην περιοχή αυτή παρουσιάστηκαν μειονεκτήματα που προέκυψαν από εθνικό μέτρο προστασίας ενός άγριου είδους πτηνού το οποίο θεσπίστηκε δυνάμει της οδηγίας 2009/147 όσο και στην περίπτωση κατά την οποία το μέτρο αυτό θεσπίστηκε δυνάμει του άρθρου 10 της οδηγίας 92/43, όπως επισημάνθηκε στη σκέψη 58 της παρούσας απόφασης.

63

Τέταρτον, ο γενικός σκοπός της στρατηγικής υποστήριξης της αγροτικής ανάπτυξης τον οποίο επιδιώκει ο κανονισμός 1305/2013, όπως ορίζεται στο άρθρο του 1, παράγραφος 1, συγκεκριμενοποιείται ιδίως, όπως προκύπτει από το άρθρο 6, παράγραφος 1, και από τον τίτλο III του κανονισμού αυτού στον οποίο παραπέμπει η τελευταία αυτή διάταξη, με τη δυνατότητα που παρέχεται στα κράτη μέλη να λάβουν ένα σύνολο μέτρων για την αντιμετώπιση των προτεραιοτήτων της Ένωσης για την αγροτική ανάπτυξη.

64

Μεταξύ των μέτρων αυτών περιλαμβάνεται η προβλεπόμενη στο άρθρο 30 του κανονισμού 1305/2013 ενίσχυση, ο ειδικός σκοπός της οποίας συνίσταται, όπως επισημαίνεται στην αιτιολογική σκέψη 24 του κανονισμού, στην παροχή στήριξης στους γεωργούς και στους δασοκαλλιεργητές ώστε να βοηθηθούν στην αντιμετώπιση, στις σχετικές περιοχές, ειδικών μειονεκτημάτων που απορρέουν από την εφαρμογή των οδηγιών της Ένωσης οι οποίες διασφαλίζουν την προστασία των φυσικών οικοτόπων, των οικοτόπων ζωικών και φυτικών ειδών, των ίδιων των ειδών, καθώς και των υδάτων.

65

Από τον σκοπό αυτόν, ο οποίος διατυπώνεται κατά τρόπο που να μην αποκλείεται a priori κανένα είδος μειονεκτήματος που απορρέει από την εφαρμογή μιας από τις οδηγίες αυτές, προκύπτει σαφώς ότι η προβλεπόμενη στο άρθρο 30 ενίσχυση μπορεί να χορηγηθεί, μεταξύ άλλων, στην περίπτωση που τα μειονεκτήματα απορρέουν από την επιβολή, στην περιοχή για την οποία ζητείται η ενίσχυση, περιβαλλοντικών περιορισμών που αφορούν τη γεωργία ή τα δάση και αποσκοπούν στη διασφάλιση της προστασίας ενός είδους άγριου πτηνού που καλύπτεται από την οδηγία 2009/147, ανεξαρτήτως του αν οι περιορισμοί αυτοί απορρέουν από εθνικό μέτρο που θεσπίστηκε δυνάμει της ίδιας αυτής οδηγίας ή δυνάμει του άρθρου 10 της οδηγίας 92/43.

66

Επομένως, ο εν λόγω σκοπός επιβεβαιώνει την ερμηνεία του άρθρου 30, παράγραφος 6, του κανονισμού 1305/2013, η οποία συνάγεται από διάφορα στοιχεία γραμματικής και συστηματικής φύσης που αναλύθηκαν στις σκέψεις 50 έως 62 της παρούσας απόφασης.

67

Εξάλλου, στο μέτρο που το αιτούν δικαστήριο ζήτησε διευκρινίσεις, όπως προκύπτει από τα εκτιθέμενα συνοπτικά στη σκέψη 38 της παρούσας απόφασης, επί των νομικών συνεπειών που θα μπορούσε να έχει ο αποζημιωτικός ή αντισταθμιστικός χαρακτήρας μιας ενίσχυσης όπως η επίμαχη στην υπόθεση της κύριας δίκης, υπό το πρίσμα των σχετικών με τη χορήγηση κρατικών ενισχύσεων διατάξεων του πρωτογενούς ή του παραγώγου δικαίου της Ένωσης, υπενθυμίζεται, αφενός, ότι σκοπός του άρθρου 30 του κανονισμού 1305/2013, όπως αναφέρεται στις σκέψεις 43 και 60 της παρούσας απόφασης, είναι να καταστεί δυνατή η χορήγηση ενισχύσεων για την αποζημίωση των γεωργών και των δασοκαλλιεργητών για τις δαπάνες και την απώλεια εισοδήματος που υπέστησαν λόγω των μειονεκτημάτων από την εφαρμογή των οδηγιών 92/43, 2000/60 και 2009/147. Ο αντισταθμιστικός ή αποζημιωτικός χαρακτήρας των ενισχύσεων αυτών απορρέει επομένως από τον ίδιο τον σκοπό τους, όπως τον προσδιόρισε ο νομοθέτης της Ένωσης (πρβλ. αποφάσεις της 30ής Μαρτίου 2017, Lingurár, C‑315/16, EU:C:2017:244, σκέψεις 26 και 28, και της 27ης Ιανουαρίου 2022, Sātiņi-S, C‑234/20, EU:C:2022:56, σκέψη 43), και, συνεπώς, δεν μπορεί να τεθεί υπό αμφισβήτηση ο χαρακτηρισμός τους ως ενισχύσεων που μπορούν να χορηγηθούν βάσει της ενωσιακής νομοθεσίας σχετικά με το ΕΓΤΑΑ.

68

Αφετέρου, από τη νομολογία του Δικαστηρίου προκύπτει ότι ο αποζημιωτικός ή αντισταθμιστικός χαρακτήρας ουδόλως αποκλείει, στο μέτρο που χρηματοδοτούνται από κρατικούς πόρους, τον χαρακτηρισμό τέτοιων ενισχύσεων ως «κρατικών ενισχύσεων», κατά την έννοια του άρθρου 107, παράγραφος 1, ΣΛΕΕ, εφόσον πληρούνται οι λοιπές προϋποθέσεις εφαρμογής της διάταξης αυτής (πρβλ. απόφαση της 27ης Ιανουαρίου 2022, Sātiņi-S, C‑238/20, EU:C:2022:57, σκέψεις 40 και 52).

69

Κατόπιν όλων των ανωτέρω σκέψεων, στο πρώτο προδικαστικό ερώτημα πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι το άρθρο 30 του κανονισμού 1305/2013 έχει την έννοια, λαμβανομένης ιδίως υπόψη της παραγράφου του 6, ότι η ενίσχυση που ζητείται για μικροβιότοπο που δημιουργήθηκε σε δάσος προς επίτευξη των σκοπών της οδηγίας 2009/147 εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της εν λόγω διάταξης.

Επί του δευτέρου προδικαστικού ερωτήματος

70

Με το δεύτερο ερώτημά του, το αιτούν δικαστήριο ζητεί, κατ’ ουσίαν, να διευκρινιστεί αν ο κανονισμός 702/2014 έχει την έννοια ότι αποκλείεται να κριθεί συμβατή με την εσωτερική αγορά ενίσχυση η οποία ζητήθηκε βάσει του κανονισμού 1305/2013, για μικροβιότοπο που δημιουργήθηκε σε δάσος προς επίτευξη των σκοπών της οδηγίας 2009/147, από προβληματική επιχείρηση.

71

Συναφώς, υπενθυμίζεται, προκαταρκτικώς, ότι η ενίσχυση για την οποία το αιτούν δικαστήριο ζητεί από το Δικαστήριο διευκρινίσεις ως προς την ερμηνεία του κανονισμού 702/2014 είναι ενίσχυση η οποία ζητήθηκε βάσει του άρθρου 30 του κανονισμού 1305/2013. Επομένως, πρόκειται για ενίσχυση η οποία προβλέπεται από νομοθεσία της Ένωσης, δηλαδή από τη νομοθεσία για το ΕΓΤΑΑ.

72

Ωστόσο, η ενίσχυση αυτή μπορεί να χορηγηθεί σε πρόσωπα τα οποία δεν τη ζητούν απευθείας από την Ένωση, αλλά μέσω των κρατών μελών και βάσει προγραμμάτων αγροτικής ανάπτυξης που υποβάλλονται από τα κράτη μέλη και εγκρίνονται από την Επιτροπή, όπως προκύπτει από το άρθρο 6, παράγραφοι 1 έως 3, του κανονισμού 1305/2013 και όπως έχει επισημάνει το Δικαστήριο τόσο σε σχέση με τον εν λόγω κανονισμό όσο και σε σχέση με τον κανονισμό που αυτός κατήργησε και αντικατέστησε [πρβλ. αποφάσεις της 30ής Μαρτίου 2017, Lingurár, C‑315/16, EU:C:2017:244, σκέψη 21, και της 6ης Οκτωβρίου 2021, Lauku atbalsta dienests (Ενισχύσεις εκκίνησης γεωργικών επιχειρήσεων), C‑119/20, EU:C:2021:817, σκέψεις 54 έως 56].

73

Ο μηχανισμός αυτός αποτελεί έκφραση της κατανομής αρμοδιοτήτων μεταξύ των κρατών μελών και της Επιτροπής, η οποία, σύμφωνα με το άρθρο 1, παράγραφος 1, του κανονισμού 1305/2013, διαρθρώνει τη στήριξη της Ένωσης για την αγροτική ανάπτυξη που χρηματοδοτείται από το ΕΓΤΑΑ [πρβλ. απόφαση της 6ης Οκτωβρίου 2021, Lauku atbalsta dienests (Ενισχύσεις εκκίνησης γεωργικών επιχειρήσεων), C‑119/20, EU:C:2021:817, σκέψη 57], με τη διευκρίνιση ότι η στήριξη αυτή μπορεί να λάβει τη μορφή όχι μόνο χρηματοδότησης από τον προϋπολογισμό της Ένωσης, αλλά και πρόσθετης χρηματοδότησης από κρατικούς πόρους.

74

Όπως προκύπτει από τη σκέψη 68 της παρούσας απόφασης, η πρόσθετη αυτή χρηματοδότηση μπορεί να χαρακτηρισθεί, λαμβανομένης υπόψη της κρατικής προέλευσης των πόρων που διατίθενται σε αυτήν, ως κρατική ενίσχυση κατά την έννοια του άρθρου 107, παράγραφος 1, ΣΛΕΕ, εφόσον πληρούνται οι λοιπές προϋποθέσεις εφαρμογής της διάταξης αυτής. Ο χαρακτηρισμός αυτός συνεπάγεται την εφαρμογή του συνόλου των σχετικών διατάξεων του δικαίου της Ένωσης περί κρατικών ενισχύσεων, εκτός εάν, σε συγκεκριμένη περίπτωση, η εν λόγω χρηματοδότηση αφορά πράξεις που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 42 ΣΛΕΕ, οπότε δεν υπάγεται στις διατάξεις αυτές, σύμφωνα με το άρθρο 81, παράγραφος 2, του κανονισμού 1305/2013.

75

Όσον αφορά τη χρηματοδότηση που προέρχεται από τον προϋπολογισμό της Ένωσης, επισημαίνεται ότι, όπως προκύπτει από το άρθρο 81, παράγραφος 1, του κανονισμού 1305/2013 και από την αιτιολογική σκέψη του 56, υπό το πρίσμα της οποίας πρέπει να ερμηνεύεται η εν λόγω διάταξη, ο νομοθέτης της Ένωσης θέλησε επίσης να υπαγάγει τη χρηματοδότηση αυτή στην εφαρμογή των άρθρων 107 έως 109 ΣΛΕΕ, εκτός αν αφορά πράξεις που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 42 ΣΛΕΕ, όπως ορίζεται στο άρθρο 81, παράγραφος 2, του εν λόγω κανονισμού.

76

Η νομοθετική αυτή επιλογή, η οποία αποσκοπεί, όπως προκύπτει από το άρθρο 1, παράγραφος 1, του ίδιου κανονισμού, στη διασφάλιση του συντονισμού μεταξύ του ΕΓΤΑΑ και των λοιπών θεσμικών οργάνων της Ένωσης, έχει ως συνέπεια την υπαγωγή, στο σύνολό τους, των ενισχύσεων για την αγροτική ανάπτυξη που συγχρηματοδοτούνται μέσω κρατικών πόρων και πόρων προερχόμενων από τον προϋπολογισμό της Ένωσης στο σύνολο των σχετικών διατάξεων του δικαίου της Ένωσης για τις κρατικές ενισχύσεις.

77

Μεταξύ των διατάξεων αυτών περιλαμβάνονται ιδίως εκείνες του κανονισμού 702/2014, την ερμηνεία των οποίων ζητεί το αιτούν δικαστήριο προκειμένου να διευκρινιστεί, κατ’ ουσίαν, αν μια ενίσχυση που ζητήθηκε από προβληματική επιχείρηση βάσει του άρθρου 30 του κανονισμού 1305/2013, για μικροβιότοπο που δημιουργήθηκε σε δάσος προς επίτευξη των σκοπών της οδηγίας 2009/147, εμπίπτει στο καθεστώς απαλλαγής που θεσπίζει ο κανονισμός αυτός.

78

Συναφώς, διαπιστώνεται, πρώτον, ότι σκοπός του κανονισμού 702/2014, όπως προκύπτει από τον τίτλο του, είναι να κηρύξει συμβατές με την εσωτερική αγορά ορισμένες κατηγορίες μεμονωμένων ενισχύσεων που χορηγούνται στους τομείς της γεωργίας και δασοκομίας και σε αγροτικές περιοχές, καθώς και, κατά συνέπεια, να τις απαλλάξει από τη γενική υποχρέωση κοινοποίησης που προβλέπει το άρθρο 108, παράγραφος 3, ΣΛΕΕ, εφόσον οι μεμονωμένες αυτές ενισχύσεις πληρούν το σύνολο των προϋποθέσεων που θέτει ο εν λόγω κανονισμός (πρβλ. απόφαση της 20ής Μαΐου 2021, Azienda Sanitaria Provinciale di Catania, C‑128/19, EU:C:2021:401, σκέψη 47).

79

Ένας τέτοιος κανονισμός απαλλαγής δεν αποκλείει ωστόσο το να κηρυχθεί μια συγκεκριμένη μεμονωμένη ενίσχυση, η οποία εμπίπτει σε μία από τις κατηγορίες που απαριθμούνται σε αυτόν, χωρίς όμως να πληροί τις προϋποθέσεις για να κηρυχθεί συμβατή με την εσωτερική αγορά βάσει του εν λόγω κανονισμού απαλλαγής, συμβατή με την εσωτερική αγορά κατόπιν ειδικής εξέτασης, υπό την προϋπόθεση ότι η ενίσχυση έχει προηγουμένως κοινοποιηθεί στην Επιτροπή (πρβλ. αποφάσεις της 5ης Μαρτίου 2019, Eesti Pagar, C‑349/17, EU:C:2019:172, σκέψεις 57, 59, 86 και 87, και της 20ής Μαΐου 2021, Azienda Sanitaria Provinciale di Catania, C‑128/19, EU:C:2021:401, σκέψη 42).

80

Ωστόσο, εν προκειμένω, από την απόφαση περί παραπομπής δεν προκύπτει ότι έγινε τέτοια προηγούμενη κοινοποίηση.

81

Δεύτερον, όπως προκύπτει από το άρθρο 1, παράγραφος 1, στοιχείο εʹ, του κανονισμού 702/2014, σε συνδυασμό με την παράγραφο 3, στοιχείο αʹ, του εν λόγω άρθρου 1 και όπως αποσαφηνίζεται με την αιτιολογική σκέψη 60 του κανονισμού αυτού, η απαλλαγή που θεσπίζει ο εν λόγω κανονισμός έχει εφαρμογή στις ενισχύσεις υπέρ της δασοκομίας, συμπεριλαμβανομένων των ενισχύσεων που συγχρηματοδοτούνται από το ΕΓΤΑΑ.

82

Επομένως, ο κανονισμός 702/2014 έχει εφαρμογή, μεταξύ άλλων, στις ενισχύσεις που αναφέρονται στο άρθρο 30 του κανονισμού 1305/2013 και, ειδικότερα, στις ενισχύσεις που ζητούνται, δυνάμει της διάταξης αυτής, για μικροβιότοπο που δημιουργήθηκε σε δάσος προς επίτευξη των σκοπών της οδηγίας 2009/147, όπως η επίμαχη στην υπόθεση της κύριας δίκης ενίσχυση.

83

Ως εκ τούτου, για να μπορούν οι ενισχύσεις αυτές να κηρυχθούν συμβατές με την εσωτερική αγορά κατ’ εφαρμογή του κανονισμού 702/2014 και να τύχουν της απαλλαγής που προβλέπεται στον κανονισμό αυτόν, πρέπει να πληρούν το σύνολο των προϋποθέσεων από τις οποίες ο εν λόγω κανονισμός εξαρτά την κήρυξη της συμβατότητας με την εσωτερική αγορά.

84

Στις προϋποθέσεις αυτές περιλαμβάνεται, κατά το άρθρο 1, παράγραφος 6, του εν λόγω κανονισμού, ο όρος ότι ο αιτών την ενίσχυση δεν πρέπει να είναι προβληματική επιχείρηση, υπό την επιφύλαξη διαφόρων εξαιρέσεων εκ των οποίων καμία δεν μνημονεύθηκε, στην απόφαση περί παραπομπής, ως κρίσιμη στο πλαίσιο της διαφοράς της κύριας δίκης, γεγονός το οποίο εναπόκειται πάντως στο αιτούν δικαστήριο να εξακριβώσει.

85

Περαιτέρω, από τον ορισμό της έννοιας της «προβληματικής επιχείρησης» που δίδεται στο άρθρο 2, σημείο 14, του ίδιου κανονισμού προκύπτει ότι η έννοια αυτή περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, τις εταιρίες περιορισμένης ευθύνης όταν έχει απολεσθεί περισσότερο από το ήμισυ του εγγεγραμμένου κεφαλαίου τους λόγω συσσωρευμένων ζημιών, κριτήριο βάσει του οποίου η αρμόδια εθνική αρχή αρνήθηκε να χορηγήσει την επίμαχη στην υπόθεση της κύριας δίκης ενίσχυση, όπως προκύπτει από τα εκτιθέμενα στην απόφαση περί παραπομπής που συνοψίζονται στη σκέψη 32 της παρούσας απόφασης.

86

Επομένως, ο κανονισμός 702/2014 έχει την έννοια ότι ενίσχυση υπέρ της δασοκομίας και, ειδικότερα, ενίσχυση η οποία ζητήθηκε βάσει του άρθρου 30 του κανονισμού 1305/2013, στο πλαίσιο μικροβιότοπου που δημιουργήθηκε σε δάσος προς επίτευξη των σκοπών της οδηγίας 2009/147, από προβληματική επιχείρηση κατά την έννοια του εν λόγω άρθρου 2, σημείο 14, δεν μπορεί να κηρυχθεί συμβατή με την εσωτερική αγορά βάσει του κανονισμού 702/2014.

87

Τέλος, τέταρτον, στο μέτρο που το αιτούν δικαστήριο διατηρεί αμφιβολίες ως προς το κύρος του εν λόγω αποκλεισμού υπό το πρίσμα του δικαιώματος ιδιοκτησίας και των γενικών αρχών της ίσης μεταχείρισης και της αναλογικότητας, όπως προκύπτει από τα εκτιθέμενα συνοπτικά στη σκέψη 40 της παρούσας απόφασης, παρατηρείται, κατ’ αρχάς, ότι από την ανάλυση του κανονισμού 702/2014 προκύπτει ότι ο εν λόγω αποκλεισμός δεν στηρίζεται στον σκοπό της διατήρησης των πόρων της Ένωσης, για τον οποίο διερωτάται το αιτούν δικαστήριο αν ευνοήθηκε αδικαιολόγητα εις βάρος του δικαιώματος ιδιοκτησίας και των δύο γενικών αρχών.

88

Πράγματι, όπως προκύπτει από την αιτιολογική σκέψη 16 του κανονισμού αυτού, η οποία διευκρινίζει τον λόγο ύπαρξης του αποκλεισμού των προβληματικών επιχειρήσεων από την απαλλαγή που θεσπίζει ο εν λόγω κανονισμός, υπό την επιφύλαξη των εξαιρέσεων που μνημονεύονται στη σκέψη 84 της παρούσας απόφασης, σκοπός του αποκλεισμού αυτού είναι να διασφαλιστεί ότι όλες οι ενισχύσεις που ζητούν οι επιχειρήσεις αυτές θα εξετάζονται, κατά τρόπο αποκλειστικό και συνεκτικό, υπό το πρίσμα μιας δέσμης ειδικών διαδικαστικών και ουσιαστικών κανόνων, οι οποίοι θεσπίστηκαν με συγκεκριμένο σκοπό να ληφθεί δεόντως υπόψη η ιδιαίτερη κατάσταση των επιχειρήσεων αυτών. Επομένως, ο εν λόγω αποκλεισμός δεν έχει ως μοναδικό σκοπό και συνέπεια να απαγορεύσει γενικώς σε προβληματικές επιχειρήσεις τη χορήγηση ενισχύσεων υπέρ της δασοκομίας, καθόσον, αντιθέτως, η δυνατότητα αυτή παραμένει ανοικτή για τις επιχειρήσεις, εφόσον τηρούνται οι ως άνω κανόνες, αλλά να αποκλείσει τη δυνατότητα εφαρμογής του κανονισμού 702/2014 στις ενισχύσεις αυτές όταν ζητούνται από προβληματικές επιχειρήσεις.

89

Εν συνεχεία, επισημαίνεται ότι οι εν λόγω κανόνες έχουν ως σκοπό να διασφαλίσουν ότι οι ενισχύσεις που μπορούν να χορηγηθούν σε προβληματικές επιχειρήσεις πληρούν τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες οι ενισχύσεις μπορούν να κηρυχθούν συμβατές με την εσωτερική αγορά, υπενθυμίζεται δε ότι η χορήγηση τέτοιων ενισχύσεων δεν συνιστά δικαίωμα των επιχειρήσεων, καθόσον η χορήγηση κρατικών ενισχύσεων απαγορεύεται, κατ’ αρχήν, από τη Συνθήκη ΛΕΕ, αλλά δυνατότητα που παρέχεται στις δημόσιες αρχές, στις περιπτώσεις κατά τις οποίες οι ενισχύσεις αυτές επιδιώκουν έναν από τους σκοπούς κοινού συμφέροντος του άρθρου 107, παράγραφος 3, ΣΛΕΕ και πληρούνται οι προϋποθέσεις που προβλέπονται από τη Συνθήκη ΛΕΕ. Συνεπώς, ειδικότερα, ενώ τα κράτη μέλη έχουν το δικαίωμα να χορηγούν ενισχύσεις που συγχρηματοδοτούνται από το ΕΓΤΑΑ βάσει του άρθρου 30 του κανονισμού 1305/2013, δεν είναι υποχρεωμένα να το πράξουν, αλλά, αντιθέτως, διαθέτουν προς τούτο περιθώριο διακριτικής ευχέρειας [πρβλ. αποφάσεις της 6ης Οκτωβρίου 2021, Lauku atbalsta dienests (Ενισχύσεις εκκίνησης γεωργικών επιχειρήσεων), C‑119/20, EU:C:2021:817, σκέψη 56, της 27ης Ιανουαρίου 2022, Sātiņi-S, C‑234/20, EU:C:2022:56, σκέψεις 40 και 66, καθώς και της 27ης Ιανουαρίου 2022, Sātiņi-S, C‑238/20, EU:C:2022:57, σκέψη 36].

90

Ωστόσο, η διακριτική αυτή ευχέρεια πρέπει να ασκείται εντός των ορίων των διατάξεων του παρόντος κανονισμού (πρβλ. απόφαση της 30ής Μαρτίου 2017, Lingurár, C‑315/16, EU:C:2017:244, σκέψη 18) σύμφωνα με τις γενικές αρχές του δικαίου της Ένωσης (βλ. κατ’ αναλογίαν, όσον αφορά χρηματοδότηση που μπορεί να χορηγηθεί βάσει άλλου ταμείου της Ένωσης εκτός του ΕΓΤΑΑ, απόφαση της 27ης Ιανουαρίου 2022, Zinātnes parks, C‑347/20, EU:C:2022:59, σκέψη 61).

91

Τέλος, συναφώς, η ειδική μεταχείριση από τον κανονισμό 702/2014 στις προβληματικές επιχειρήσεις δεν μπορεί να θεωρηθεί, αυτή καθεαυτήν, ότι μπορεί να προσβάλει το δικαίωμα ιδιοκτησίας που κατοχυρώνεται στο άρθρο 17 του Χάρτη ή να παραβιάσει τις γενικές αρχές της ίσης μεταχείρισης και της αναλογικότητας.

92

Πράγματι, αφενός, το Δικαστήριο έχει κρίνει ότι, εφόσον το δικαίωμα ιδιοκτησίας δεν συνιστά απόλυτο προνόμιο, η άσκησή του μπορεί, υπό τις προϋποθέσεις του άρθρου 52, παράγραφος 1, του Χάρτη, να υπόκειται σε περιορισμό που δικαιολογείται από σκοπό γενικού συμφέροντος αναγνωριζόμενο από την Ένωση, όπως αυτός που απορρέει από εθνικό μέτρο το οποίο έχει ληφθεί με σκοπό την προστασία της φύσης και του περιβάλλοντος δυνάμει των οδηγιών 92/43 ή 2009/147, χωρίς ωστόσο να απαιτείται να αποζημιωθεί σε κάθε περίπτωση το πρόσωπο του οποίου τα δικαιώματα κυριότητας υπόκεινται σε έναν τέτοιο περιορισμό και, ιδίως, να του χορηγηθεί ενίσχυση βάσει του άρθρου 30 του κανονισμού 1305/2013 (πρβλ. αποφάσεις της27ης Ιανουαρίου 2022, Sātiņi-S, C‑234/20, EU:C:2022:56, σκέψεις 62 έως 66, και της 27ης Ιανουαρίου 2022, Sātiņi‑S, C‑238/20, EU:C:2022:57, σκέψεις 32 έως 36). Ωστόσο, όταν εθνικό μέτρο που θεσπίζεται με σκοπό την προστασία της φύσης και του περιβάλλοντος δυνάμει των οδηγιών 92/43 ή 2009/147 έχει ως αποτέλεσμα την απώλεια της αξίας του συγκεκριμένου ακινήτου, με αποτέλεσμα να ισοδυναμεί με στέρηση κυριότητας, ο κύριος του ακινήτου αυτού έχει, λαμβανομένης υπόψη της ύπαρξης περίπτωσης εφαρμογής του δικαίου της Ένωσης, δικαίωμα αποζημίωσης σύμφωνα με το άρθρο 17 του Χάρτη (πρβλ. απόφαση της 9ης Ιουνίου 2016, Pesce κ.λπ., C‑78/16 και C‑79/16, EU:C:2016:428, σκέψεις 85 και 86).

93

Αφετέρου, το γεγονός ότι οι επιχειρήσεις των οποίων το δικαίωμα κυριότητας περιορίζεται από εθνικό μέτρο που θεσπίστηκε για την προστασία της φύσης και του περιβάλλοντος δυνάμει των οδηγιών 92/43 ή 2009/147 μπορούν να λαμβάνουν ενισχύσεις των οποίων η συμβατότητα με την εσωτερική αγορά εξαρτάται από προϋποθέσεις οι οποίες διαφέρουν αναλόγως του αν είναι ή όχι προβληματικές δικαιολογείται από τη διαφορετική κατάσταση στην οποία βρίσκονται οι δύο αυτές κατηγορίες επιχειρήσεων υπό το πρίσμα του δικαίου της Ένωσης περί κρατικών ενισχύσεων.

94

Πράγματι, λαμβανομένων υπόψη των οικονομικών ή χρηματοπιστωτικών δυσχερειών που αντιμετωπίζουν οι επιχειρήσεις αυτές, είναι δικαιολογημένη η εξάρτηση της εξέτασης της συμβατότητας με την εσωτερική αγορά των ενισχύσεων που μπορούν να τους χορηγηθούν από ειδικές προϋποθέσεις, οι οποίες παρέχουν τη δυνατότητα να συνεκτιμηθούν οι δυσχέρειές τους και οι ενδεχόμενες επιπτώσεις των δυσχερειών (βλ. κατ’ αναλογίαν, όσον αφορά τη μη δυνατότητα εφαρμογής σε προβληματικές επιχειρήσεις άλλου κανονισμού απαλλαγής εκτός από τον κανονισμό 702/2014, απόφαση της 27ης Ιανουαρίου 2022, Zinātnes parks, C‑347/20, EU:C:2022:59, σκέψεις 46 έως 49 και 57).

95

Επιπλέον, η μη εφαρμογή της απαλλαγής που προβλέπει ο κανονισμός 702/2014 στις προβληματικές επιχειρήσεις δεν προκύπτει ότι αντίκειται στη γενική αρχή της αναλογικότητας. Πράγματι, ανεξαρτήτως του πρόσφορου χαρακτήρα της, ο οποίος συνάγεται από την προηγούμενη σκέψη της παρούσας απόφασης, δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι η μη εφαρμογή της απαλλαγής βαίνει πέραν του αναγκαίου μέτρου για την επίτευξη του σκοπού που επιδιώκει, στο μέτρο που, όπως επισημάνθηκε στις σκέψεις 79 και 88 της απόφασης αυτής, δεν εμποδίζει τη χορήγηση στις επιχειρήσεις αυτές ενίσχυσης στη δασοκομία ή ενίσχυσης σε προβληματικές επιχειρήσεις, εφόσον η ενίσχυση αυτή πληροί τις προϋποθέσεις που προβλέπονται από τις διατάξεις του δικαίου περί κρατικών ενισχύσεων που έχουν εφαρμογή στις εν λόγω επιχειρήσεις.

96

Κατόπιν όλων των ανωτέρω σκέψεων, στο δεύτερο προδικαστικό ερώτημα πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι ο κανονισμός 702/2014 έχει την έννοια ότι αποκλείεται να κηρυχθεί συμβατή με την εσωτερική αγορά, δυνάμει του κανονισμού αυτού, ενίσχυση την οποία ζήτησε βάσει του κανονισμού 1305/2013, για μικροβιότοπο που δημιουργήθηκε εντός δάσους προς επίτευξη των σκοπών της οδηγίας 2009/147, μια προβληματική επιχείρηση κατά την έννοια του άρθρου 2, σημείο 14, του κανονισμού 702/2014.

Επί των δικαστικών εξόδων

97

Δεδομένου ότι η παρούσα διαδικασία έχει ως προς τους διαδίκους της κύριας δίκης τον χαρακτήρα παρεμπίπτοντος που ανέκυψε ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου, σ’ αυτό εναπόκειται να αποφανθεί επί των δικαστικών εξόδων. Τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκαν όσοι υπέβαλαν παρατηρήσεις στο Δικαστήριο, πλην των ως άνω διαδίκων, δεν αποδίδονται.

 

Για τους λόγους αυτούς, το Δικαστήριο (έβδομο τμήμα) αποφαίνεται:

 

1)

Το άρθρο 30 του κανονισμού (ΕΕ) 1305/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Δεκεμβρίου 2013, για τη στήριξη της αγροτικής ανάπτυξης από το Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Αγροτικής Ανάπτυξης (ΕΓΤΑΑ) και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1698/2005 του Συμβουλίου, έχει την έννοια, λαμβανομένης ιδίως υπόψη της παραγράφου του 6, ότι η ενίσχυση που ζητείται για μικροβιότοπο που δημιουργήθηκε σε δάσος προς επίτευξη των σκοπών της οδηγίας 2009/147/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 30ής Νοεμβρίου 2009, περί της διατηρήσεως των αγρίων πτηνών, εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της εν λόγω διάταξης.

 

2)

Ο κανονισμός (ΕΕ) 702/2014 της Επιτροπής, της 25ης Ιουνίου 2014, για την κήρυξη ορισμένων κατηγοριών ενισχύσεων στους τομείς της γεωργίας και δασοκομίας και σε αγροτικές περιοχές συμβιβάσιμων με την εσωτερική αγορά κατ’ εφαρμογή των άρθρων 107 και 108 [ΣΛΕΕ], έχει την έννοια ότι αποκλείεται να κηρυχθεί συμβατή με την εσωτερική αγορά, δυνάμει του κανονισμού αυτού, ενίσχυση την οποία ζήτησε βάσει του κανονισμού 1305/2013, για μικροβιότοπο που δημιουργήθηκε εντός δάσους προς επίτευξη των σκοπών της οδηγίας 2009/147, μια προβληματική επιχείρηση κατά την έννοια του άρθρου 2, σημείο 14, του κανονισμού 702/2014.

 

(υπογραφές)


( *1 ) Γλώσσα διαδικασίας: η λεττονική.