12.12.2022   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 472/16


Απόφαση του Δικαστηρίου (δέκατο τμήμα) της 20ής Οκτωβρίου 2022 [αίτηση του Administrativen sad Veliko Tarnovo (Βουλγαρία) για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως] — «Ekofrukt» EOOD κατά Direktor na Direktsia «Obzhalvane i danachno-osiguritelna praktika» — Veliko Tarnovo

(Υπόθεση C-362/21) (1)

(Προδικαστική παραπομπή - Εσωτερική αγορά - Κανονισμός (ΕΕ) 910/2014 - Άρθρο 3, σημείο 12 - Έννοια της «εγκεκριμένης ηλεκτρονικής υπογραφής» - Άρθρο 25, παράγραφος 1 - Άρθρο 26 - Παράρτημα I - Νομική ισχύς των ηλεκτρονικών υπογραφών - Απαιτήσεις που αφορούν την προηγμένη ηλεκτρονική υπογραφή - Διοικητική πράξη εκδοθείσα υπό μορφή ηλεκτρονικού εγγράφου που φέρει ηλεκτρονική υπογραφή η οποία δεν πληροί τις απαιτήσεις «εγκεκριμένης ηλεκτρονικής υπογραφής» - Σωρευτικές απαιτήσεις - Συνέπειες - Άρθρο 3, σημείο 15 - Απουσία «εγκεκριμένου πιστοποιητικού ηλεκτρονικής υπογραφής» - Καταχώριση εγκεκριμένης ηλεκτρονικής υπογραφής στο πιστοποιητικό που εκδίδει ο πάροχος υπηρεσιών εμπιστοσύνης - Ισχύς - Ονοματεπώνυμο του κατόχου της ηλεκτρονικής υπογραφής το οποίο αποτέλεσε αντικείμενο μεταγραμματισμού στο λατινικό αλφάβητο αντί της συνήθους αναγραφής του με κυριλλικούς χαρακτήρες)

(2022/C 472/18)

Γλώσσα διαδικασίας: η βουλγαρική

Αιτούν δικαστήριο

Administrativen sad Veliko Tarnovo

Διάδικοι στην υπόθεση της κύριας δίκης

«Ekofrukt» EOOD

κατά

Direktor na Direktsia «Obzhalvane i danachno-osiguritelna praktika» — Veliko Tarnovo

Διατακτικό

1)

Το άρθρο 25, παράγραφος 1, του κανονισμού (ΕΕ) 910/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Ιουλίου 2014, σχετικά με την ηλεκτρονική ταυτοποίηση και τις υπηρεσίες εμπιστοσύνης για τις ηλεκτρονικές συναλλαγές στην εσωτερική αγορά και την κατάργηση της οδηγίας 1999/93/ΕΚ, έχει την έννοια ότι δεν αντιτίθεται στην ακύρωση διοικητικής πράξης η οποία έχει εκδοθεί υπό μορφή ηλεκτρονικού εγγράφου όταν το έγγραφο αυτό φέρει ηλεκτρονική υπογραφή η οποία δεν πληροί τις απαιτήσεις του ως άνω κανονισμού προκειμένου να θεωρηθεί ως «εγκεκριμένη ηλεκτρονική υπογραφή», κατά την έννοια του άρθρου 3, σημείο 12, του κανονισμού αυτού, υπό την προϋπόθεση ότι η ακύρωση της πράξης αυτής δεν οφείλεται μόνο στο γεγονός ότι το εν λόγω έγγραφο φέρει ηλεκτρονική υπογραφή.

2)

Το άρθρο 3, σημείο 12, του κανονισμού 910/2014 έχει την έννοια ότι το γεγονός ότι δεν υφίσταται «εγκεκριμένο πιστοποιητικό ηλεκτρονικής υπογραφής», κατά την έννοια του άρθρου 3, σημείο 15, του κανονισμού αυτού, αρκεί για να αποδειχθεί ότι μια ηλεκτρονική υπογραφή δεν συνιστά «εγκεκριμένη ηλεκτρονική υπογραφή», κατά την έννοια του εν λόγω άρθρου 3, σημείο 12, ο δε τυχόν χαρακτηρισμός της ως «υπηρεσιακής ηλεκτρονικής υπογραφής» δεν ασκεί συναφώς επιρροή.

3)

Ο κανονισμός 910/2014 έχει την έννοια ότι η καταχώριση ηλεκτρονικής υπογραφής στο πιστοποιητικό που εκδίδει ο πάροχος υπηρεσιών εμπιστοσύνης δεν αρκεί για να πληροί η συγκεκριμένη υπογραφή τις απαιτήσεις που τίθενται από τον κανονισμό αυτόν προκειμένου να θεωρηθεί ως «εγκεκριμένη ηλεκτρονική υπογραφή», κατά την έννοια του άρθρου 3, σημείο 12, του εν λόγω κανονισμού. Όταν ο χαρακτηρισμός αυτός αμφισβητείται στο πλαίσιο ένδικης διαδικασίας, το εθνικό δικαστήριο οφείλει να εξακριβώσει αν πληρούνται όλες οι σωρευτικές προϋποθέσεις του εν λόγω άρθρου 3, σημείο 12, υποχρέωση που του επιβάλλει, μεταξύ άλλων, να εξακριβώσει αν πληρούνται οι προϋποθέσεις του άρθρου 26 και του παραρτήματος I του ίδιου κανονισμού.

4)

Το άρθρο 3, σημείο 12, και το παράρτημα I του κανονισμού 910/2014 έχουν την έννοια ότι, όταν ελέγχεται η συμμόρφωση εγκεκριμένης ηλεκτρονικής υπογραφής προς τις απαιτήσεις του εν λόγω παραρτήματος, το γεγονός ότι το ονοματεπώνυμο του υπογράφοντος, ο οποίος συνήθως χρησιμοποιεί το κυριλλικό αλφάβητο για την αναγραφή του, αποτέλεσε αντικείμενο μεταγραμματισμού στο λατινικό αλφάβητο δεν αποκλείει το να θεωρηθεί η ηλεκτρονική υπογραφή του ως «εγκεκριμένη ηλεκτρονική υπογραφή» κατά την έννοια του εν λόγω άρθρου 3, σημείο 12, υπό την προϋπόθεση ότι η υπογραφή αυτή συνδέεται κατά τρόπο μοναδικό με τον υπογράφοντα και καθιστά δυνατή την ταυτοποίησή του, όπερ εναπόκειται στο εθνικό δικαστήριο να εξακριβώσει.


(1)  ΕΕ C 357 της 6.9.2021.