1.3.2021   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 72/28


Προσφυγή της 17ης Δεκεμβρίου 2020 — Car-Master 2 κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-743/20)

(2021/C 72/40)

Γλώσσα διαδικασίας: η πολωνική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Car-Master 2 sp. z o.o. sp.k. (Κρακοβία, Πολωνία) (εκπρόσωπος: M. Miśkowicz, radca prawny)

Καθής: Ευρωπαϊκή Επιτροπή

Αιτήματα

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:

να ακυρώσει την απόφαση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής C (2020) 7369 τελικό της 22ας Οκτωβρίου 2020 στην υπόθεση AT.40665 — Toyota·

να καταδικάσει την καθής στα δικαστικά έξοδα, περιλαμβανομένων των εξόδων της δικαστικής εκπροσώπησης.

Λόγοι ακυρώσεως και κύρια επιχειρήματα

Προς στήριξη της προσφυγής της, η προσφεύγουσα προβάλλει δύο λόγους.

1.

Με τον πρώτο λόγο προβάλλεται εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του άρθρου 13, παράγραφος 2, του κανονισμού 1/2003 (στο εξής: κανονισμός 1/2003) (1).

Προς στήριξη του λόγου αυτού, η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι η υπόθεση δεν εξετάστηκε από την πολωνική αρχή ανταγωνισμού κατά την έννοια του άρθρου 13, παράγραφος 2, του κανονισμού 1/2003. Η προσφεύγουσα υπέβαλε στον πρόεδρο του Urząd Ochrony Konkurencji i Konsumentów (Γραφείου Ανταγωνισμού και Προστασίας των Καταναλωτών στο εξής: πρόεδρος του UOKiK) καταγγελία σχετικά με υπόνοιες εφαρμογής πρακτικών περιοριστικών του ανταγωνισμού. Παρά ταύτα, η αρχή αυτή αρνήθηκε να προβεί στις νομοθετικά προβλεπόμενες ενέργειες και να εκτιμήσει τις επίμαχες πρακτικές, επικαλούμενη την έλλειψη επαρκών πληροφοριών, και κάλεσε την προσφεύγουσα να παράσχει πληροφορίες. Ταυτοχρόνως, η ίδια αυτή αρχή δεν προέβη σε καμία ενέργεια ώστε να λάβει τις πληροφορίες αυτές, αντιστρέφοντας πλήρως το βάρος της απόδειξης εις βάρος της προσφεύγουσας. Στο πλαίσιο αυτό, οι ενέργειες της αρχής δεν χαρακτηρίζονται ως «εξέταση της υπόθεσης» κατά την έννοια της ανακοίνωσης της Επιτροπής σχετικά με τη συνεργασία στο πλαίσιο του δικτύου των αρχών ανταγωνισμού (2) και της νομολογίας του Γενικού Δικαστηρίου. Ως εκ τούτου, η Επιτροπή κακώς στηρίχθηκε στο άρθρο 13, παράγραφος 2, του κανονισμού 1/2003, για να απορρίψει την καταγγελία. Η προσφεύγουσα προσθέτει ότι, συνεπεία της απόρριψης της καταγγελίας από την Επιτροπή, η υπόθεση δεν θα εξεταστεί από καμία αρχή, πράγμα το οποίο αντιβαίνει, κατ’ ουσίαν, προς την αιτιολογική σκέψη 18 του κανονισμού 1/2003.

2.

Με τον δεύτερο λόγο προβάλλεται προσβολή του δικαιώματος χρηστής διοίκησης το οποίο κατοχυρώνεται στο άρθρο 41 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (στο εξής: Χάρτης).

Προς στήριξη του λόγου αυτού, η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι δεν είναι σε θέση να ασκήσει τα δικαιώματα που αντλεί από το άρθρο 41, παράγραφος 1, του Χάρτη, δεδομένου ότι καμία αρχή δεν εξέτασε την υπόθεσή της. Δεν έχει δυνατότητα ενέργειας, διότι, πρώτον, οι εθνικές διατάξεις δεν προβλέπουν δυνατότητα προσφυγής κατά της άρνησης του προέδρου του UOKiK να αναλάβει νομικές ενέργειες. Δεύτερον, η Επιτροπή παρέλειψε να εξετάσει την υπόθεση, θεωρώντας εσφαλμένως ότι αυτή είχε ήδη εξεταστεί. Κατόπιν τούτου, η προσφεύγουσα παρεμποδίστηκε να ασκήσει τα δικαιώματά της. Η προσφεύγουσα διευκρινίζει ότι η Επιτροπή δεν έλαβε υπόψη όλες τις περιστάσεις της συγκεκριμένης υπόθεσης και δεν επέδειξε επιμέλεια κατά την εξέταση της περίπτωσης της προσφεύγουσας. Κατά την προσφεύγουσα, η Επιτροπή όφειλε να αναλύσει διεξοδικώς αν και με ποιον τρόπο εξετάστηκε η υπόθεση και, επομένως, να ερευνήσει λεπτομερώς τις ενέργειες της εθνικής αρχής ανταγωνισμού. Η Επιτροπή αθέτησε την υποχρέωση αυτή, με αποτέλεσμα να μην επιδείξει τη δέουσα επιμέλεια που απορρέει από το δικαίωμα χρηστής διοίκησης. Η Επιτροπή δεν εκπλήρωσε επίσης την υποχρέωση που υπέχει από το άρθρο 105, παράγραφος 1, της Συνθήκης ΛΕΕ. Συγκεκριμένα, δεν έλαβε υπόψη το γεγονός ότι, σε περίπτωση που απορρίψει την καταγγελία, θα παραμείνει ανεπίλυτη μια υπόθεση ενδεχόμενης παράβασης των κανόνων ανταγωνισμού, λόγω μη εξέτασής της από την εθνική αρχή.


(1)  Κανονισμός (ΕΚ) 1/2003 του Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 2002, για την εφαρμογή των κανόνων ανταγωνισμού που προβλέπονται στα άρθρα [101 και 102 ΣΛΕΕ] (EE 2003, L 1, σ. 1).

(2)  ΕΕ 2004, C 101, σ. 43.