ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πρώτο πενταμελές τμήμα)

της 1ης Μαρτίου 2023 ( *1 )

«Επιδοτήσεις – Εισαγωγές ορισμένων υφασμένων ή ραμμένων υφασμάτων από υαλοΐνες καταγωγής Κίνας και Αιγύπτου – Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2020/776 – Οριστικός αντισταθμιστικός δασμός – Υπολογισμός του ύψους της επιδότησης – Καταλογισμός της επιδότησης – Δικαιώματα άμυνας – Πρόδηλη πλάνη εκτιμήσεως – Σύστημα επιστροφής εισαγωγικών δασμών – Φορολογική μεταχείριση των συναλλαγματικών ζημιών – Υπολογισμός του περιθωρίου υποτιμολόγησης»

Στην υπόθεση T‑480/20,

Hengshi Egypt Fiberglass Fabrics SAE, με έδρα το Ain Sukhna (Αίγυπτος),

Jushi Egypt for Fiberglass Industry SAE, με έδρα το Ain Sukhna,

εκπροσωπούμενες από τους B. Servais και V. Crochet, δικηγόρους,

προσφεύγουσες,

κατά

Ευρωπαϊκής Επιτροπής, εκπροσωπούμενης από τον P. Kienapfel, τον G. Luengo και την P. Němečková,

καθής,

υποστηριζόμενης από την

Tech-Fab Europe eV, με έδρα τη Φρανκφούρτη επί του Μάιν (Γερμανία), εκπροσωπούμενη από τους L. Ruessmann και J. Beck, δικηγόρους,

παρεμβαίνουσα,

ΤΟ ΓΕΝΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (πρώτο πενταμελές τμήμα),

συγκείμενο, κατά τις διασκέψεις, από τους H. Kanninen, πρόεδρο, M. Jaeger, N. Półtorak, O. Porchia και M. Stancu (εισηγήτρια), δικαστές,

γραμματέας: M. Zwozdziak-Carbonne, διοικητική υπάλληλος,

έχοντας υπόψη την έγγραφη διαδικασία,

κατόπιν της επ’ ακροατηρίου συζητήσεως της 22ας Μαρτίου 2022,

εκδίδει την ακόλουθη

Απόφαση ( 1 )

1

Με την προσφυγή τους βάσει του άρθρου 263 ΣΛΕΕ, οι προσφεύγουσες Hengshi Egypt Fiberglass Fabrics SAE (στο εξής: Hengshi) και Jushi Egypt for Fiberglass Industry SAE (στο εξής: Jushi) ζητούν την ακύρωση του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2020/776 της Επιτροπής, της 12ης Ιουνίου 2020, για την επιβολή οριστικών αντισταθμιστικών δασμών στις εισαγωγές ορισμένων υφασμένων και/ή ραμμένων υφασμάτων από υαλοΐνες καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας και Αιγύπτου και για την τροποποίηση του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2020/492 της Επιτροπής για την επιβολή οριστικών δασμών αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές ορισμένων υφασμένων και/ή ραμμένων υφασμάτων από υαλοΐνες καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας και Αιγύπτου (ΕΕ 2020, L 189, σ. 1) (στο εξής: προσβαλλόμενος εκτελεστικός κανονισμός), κατά το μέρος που ο κανονισμός αυτός τις αφορά.

I. Ιστορικό της διαφοράς

2

Οι προσφεύγουσες είναι εταιρίες συσταθείσες σύμφωνα με τη νομοθεσία της Αραβικής Δημοκρατίας της Αιγύπτου, των οποίων οι μέτοχοι είναι κινεζικές οντότητες. Ανήκουν αμφότερες στον όμιλο China National Building Material (CNBM) (στο εξής: όμιλος CNBM). Η δραστηριότητα των προσφευγουσών συνίσταται στην παραγωγή και εξαγωγή ορισμένων υφασμένων ή ραμμένων υφασμάτων από υαλοΐνες (στο εξής: υφάσματα από υαλοΐνες) και φιτιλιών από υαλοΐνες. Τα τελευταία αποτελούν την κύρια πρώτη ύλη που χρησιμοποιείται για την παραγωγή υφασμάτων από υαλοΐνες. Τα προϊόντα αυτά πωλούνται, μεταξύ άλλων, εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Α.   Επί της ζώνης οικονομικής και εμπορικής συνεργασίας Κίνας‑Αιγύπτου στο Σουέζ

3

Οι προσφεύγουσες είναι αμφότερες εγκατεστημένες στη ζώνη οικονομικής και εμπορικής συνεργασίας Κίνας-Αιγύπτου στο Σουέζ (Αίγυπτος) (Suez Economic and Trade Cooperation Zone, στο εξής: ζώνη SETC). Η ζώνη SETC δημιουργήθηκε από κοινού από την Αραβική Δημοκρατία της Αιγύπτου και τη Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας. Η ιστορία της χρονολογείται από τη δεκαετία του 1990. Το 1997 οι Πρωθυπουργοί της Κίνας και της Αιγύπτου υπέγραψαν μνημόνιο συμφωνίας, με το οποίο οι δύο χώρες συμφώνησαν να «συνεργαστούν για την ανάπτυξη της ελεύθερης οικονομικής ζώνης στα βόρεια του κόλπου του Σουέζ».

4

Το 2002 η Αιγυπτιακή Κυβέρνηση χαρακτήρισε μια ευρύτερη περιοχή έκτασης 20 km2, η οποία περιελάμβανε τη ζώνη SETC, ως ειδική οικονομική ζώνη και, ως εκ τούτου, ο αιγυπτιακός νόμος 83/2002 περί ειδικών οικονομικών ζωνών (στο εξής: νόμος 83/2002) κατέστη εφαρμοστέος στη ζώνη SETC.

5

Εν συνεχεία, κινεζικές και αιγυπτιακές κρατικές οντότητες ίδρυσαν την επιχείρηση Egypt TEDA Investment Co. (στο εξής: Egypt TEDA), της οποίας οι μετοχές ανήκουν κατά 80 % στο Κινεζικό Δημόσιο και κατά το υπόλοιπο 20 % στο Αιγυπτιακό Δημόσιο.

6

Το 2012 ο Πρόεδρος της Αιγύπτου, κατά τη διάρκεια επίσκεψής του στην Κίνα, χαρακτήρισε τη ζώνη SETC ως καίριας σημασίας έργο για τη διμερή συνεργασία μεταξύ των δύο χωρών. Εξέφρασε επίσης την ελπίδα ότι όλο και περισσότερες κινεζικές επιχειρήσεις θα επενδύσουν στη ζώνη SETC και, ως εκ τούτου, θα συμμετάσχουν στο πρόγραμμα ανάκαμψης της Αιγύπτου.

7

Το 2013 η ζώνη SETC επεκτάθηκε κατά 6 km2, δυνάμει σύμβασης μεταξύ της Egypt TEDA και των αιγυπτιακών αρχών. Από το ίδιο έτος, η ζώνη SETC αναπτύχθηκε περαιτέρω στο πλαίσιο της κινεζικής πρωτοβουλίας «Μία Ζώνη, Ένας Δρόμος». Η πρωτοβουλία αυτή, κατά τις κατευθυντήριες γνώμες του Κρατικού Συμβουλίου της Κίνας για την προώθηση της διεθνούς παραγωγικής ικανότητας και της συνεργασίας στην κατασκευή εξοπλισμού, της 13ης Μαΐου 2015, περιλαμβάνει τη δυνατότητα των επιχειρήσεων «που δραστηριοποιούνται στο εξωτερικό» να επωφελούνται από ευνοϊκές δημοσιονομικές πολιτικές και πολιτικές φορολογικής στήριξης, δάνεια με ευνοϊκούς όρους, χρηματοδοτική στήριξη μέσω κοινοπρακτικών δανείων, εξαγωγικές πιστώσεις και χρηματοδότηση έργων, επενδύσεις μετοχικού κεφαλαίου και ασφάλιση εξαγωγικών πιστώσεων.

8

Το 2015 η ειδική οικονομική ζώνη η οποία μνημονεύθηκε στη σκέψη 4 ανωτέρω, και στην οποία περιλαμβανόταν η ζώνη SETC, ενσωματώθηκε επίσημα στην ευρύτερη οικονομική ζώνη της διώρυγας του Σουέζ (Suez Canal Economic Zone, στο εξής: SCZone), που περιελάμβανε την περιοχή γύρω από τη διώρυγα του Σουέζ και διεπόταν από τον νόμο 83/2002, στο πλαίσιο του «Σχεδίου ανάπτυξης του διαδρόμου της διώρυγας του Σουέζ» το οποίο έθεσε σε εφαρμογή η Αίγυπτος.

9

Το 2016 οι Πρόεδροι της Κίνας και της Αιγύπτου εγκαινίασαν επίσημα το έργο επέκτασης της ζώνης SETC κατά 6 km2 και στις 21 Ιανουαρίου 2016 υπέγραψαν συμφωνία μεταξύ της Κινεζικής και της Αιγυπτιακής Κυβέρνησης (στο εξής: συμφωνία συνεργασίας του 2016), η οποία αποσαφήνισε τη σημασία και το νομικό καθεστώς της ζώνης SETC.

10

Βάσει της συμφωνίας συνεργασίας του 2016, οι κυβερνήσεις των δύο χωρών αναπτύσσουν από κοινού τη ζώνη SETC. Η ανάπτυξη αυτή πραγματοποιείται σύμφωνα με τις αντίστοιχες εθνικές στρατηγικές τους, ήτοι την πρωτοβουλία «Μία Ζώνη, Ένας Δρόμος» για την Κίνα, αφενός, και το σχέδιο ανάπτυξης του διαδρόμου της διώρυγας του Σουέζ για την Αίγυπτο, αφετέρου. Για τον σκοπό αυτό, η Αιγυπτιακή Κυβέρνηση παρέχει τη γη, το εργατικό δυναμικό και ορισμένες φορολογικές απαλλαγές, ενώ οι κινεζικές επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στη ζώνη διαχειρίζονται τη μονάδα παραγωγής με στοιχεία του ενεργητικού τους και με διευθυντικά στελέχη τους. Σε αντιστάθμιση της έλλειψης αιγυπτιακών κεφαλαίων, η Κινεζική Κυβέρνηση στηρίζει επίσης το έργο αυτό θέτοντας τα αναγκαία χρηματοδοτικά μέσα στη διάθεση της Egypt TEDA και των κινεζικών επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται στη ζώνη SETC.

Β.   Επί της διαδικασίας που οδήγησε στην έκδοση του προσβαλλόμενου εκτελεστικού κανονισμού

11

Κατόπιν καταγγελίας που υποβλήθηκε την 1η Απριλίου 2019, δυνάμει του άρθρου 10 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/1037 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 8ης Ιουνίου 2016, για την άμυνα κατά των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο επιδοτήσεων εκ μέρους χωρών μη μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ 2016, L 176, σ. 55, στο εξής: βασικός κανονισμός κατά των επιδοτήσεων), από την παρεμβαίνουσα, Tech-Fab Europe eV, εξ ονόματος παραγωγών που αντιπροσωπεύουν πάνω από το 25 % της συνολικής ενωσιακής παραγωγής υφασμάτων από υαλοΐνες, η Επιτροπή κίνησε, βάσει του ως άνω άρθρου, έρευνα κατά των επιδοτήσεων όσον αφορά τις εισαγωγές στην Ένωση υφασμάτων από υαλοΐνες καταγωγής Κίνας και Αιγύπτου. Στις 16 Μαΐου 2019 η Επιτροπή δημοσίευσε ανακοίνωση για την έναρξη διαδικασίας στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ 2019, C 167, σ. 11).

12

Ειδικότερα, όπως προκύπτει από την αιτιολογική σκέψη 127 του προσβαλλόμενου εκτελεστικού κανονισμού, τα προϊόντα τα οποία αφορά η έρευνα είναι τα υφάσματα από υφασμένα ή ραμμένα φιτίλια (rovings) ή νήματα από συνεχή νημάτια υαλοϊνών με ή χωρίς άλλα στοιχεία, εξαιρουμένων των προϊόντων που είναι εμποτισμένα ή προεμποτισμένα και εξαιρουμένων των υφασμάτων ανοικτού πλέγματος με μέγεθος κυψελίδας μεγαλύτερο από 1,8 mm, τόσο σε μήκος όσο και σε πλάτος, και βάρος μεγαλύτερο από 35 g/m2, που υπάγονται επί του παρόντος στους κωδικούς ΣΟ ex70193900, ex70194000, ex70195900 και ex70199000 (κωδικοί TARIC 7019390080, 7019400080, 7019590080 και 7019900080).

13

Η έρευνα σχετικά με τις επιδοτήσεις και τη ζημία κάλυψε την περίοδο από την 1η Ιανουαρίου έως τις 31 Δεκεμβρίου 2018. Η εξέταση των συναφών τάσεων για την εκτίμηση της ζημίας και της αιτιώδους συνάφειας κάλυψε την περίοδο από την 1η Ιανουαρίου 2015 έως το τέλος της περιόδου έρευνας.

14

Κατά τη διάρκεια της περιόδου έρευνας, η Jushi παρήγαγε τόσο υφάσματα από υαλοΐνες όσο και φιτίλια από υαλοΐνες. Η Jushi χρησιμοποίησε τα παραχθέντα από την ίδια φιτίλια από υαλοΐνες για να παρασκευάσει υφάσματα από υαλοΐνες, αλλά επίσης πώλησε φιτίλια από υαλοΐνες σε ανεξάρτητους πελάτες, τόσο στην Αίγυπτο όσο και στο εξωτερικό, καθώς και στη Hengshi. Η τελευταία παρασκεύασε υφάσματα από υαλοΐνες χρησιμοποιώντας φιτίλια από υαλοΐνες τα οποία αγόρασε από την Jushi καθώς και από μια άλλη συνδεδεμένη εταιρία και από μια ανεξάρτητη εταιρία, αμφότερες εγκατεστημένες στην Κίνα.

15

Η Jushi πώλησε υφάσματα από υαλοΐνες απευθείας σε ανεξάρτητους πελάτες στην Αίγυπτο και εντός της Ένωσης. Εξήγαγε επίσης υφάσματα από υαλοΐνες σε τρεις συνδεδεμένους πελάτες εντός της Ένωσης, ήτοι στις Jushi Spain SA, Jushi France SAS και Jushi ltalia Srl. Επιπλέον, η Jushi πώλησε υφάσματα από υαλοΐνες εντός της Ένωσης μέσω συνδεδεμένης εταιρίας εγκατεστημένης εκτός της Ένωσης, της Jushi Group (HK) Sinosia Composite Materials Co. Ltd. Οι πωλήσεις υφασμάτων από υαλοΐνες που πραγματοποίησε η Jushi εντός της Ένωσης αντιπροσώπευαν περίπου το [εμπιστευτικό] ( 2 ) % των συνολικών πωλήσεων του προϊόντος αυτού τις οποίες πραγματοποίησαν οι προσφεύγουσες κατά τη διάρκεια της περιόδου έρευνας.

16

Η Hengshi, η οποία παράγει μόνον υφάσματα από υαλοΐνες, δεν πώλησε τέτοια υφάσματα στην αιγυπτιακή αγορά, αλλά εντός της Ένωσης, απευθείας σε ανεξάρτητους πελάτες καθώς και μέσω συνδεδεμένης εταιρίας εγκατεστημένης εκτός της Ένωσης, της Huajin Capital Ltd. Οι πωλήσεις υφασμάτων από υαλοΐνες που πραγματοποίησε η Hengshi εντός της Ένωσης αντιπροσώπευαν περίπου το [εμπιστευτικό] % των συνολικών πωλήσεων του προϊόντος αυτού τις οποίες πραγματοποίησαν οι προσφεύγουσες κατά τη διάρκεια της περιόδου έρευνας.

17

Στις 21 Φεβρουαρίου 2019 η Επιτροπή κίνησε χωριστή έρευνα αντιντάμπινγκ σχετικά με τις εισαγωγές στην Ένωση υφασμάτων από υαλοΐνες καταγωγής Κίνας και Αιγύπτου (στο εξής: παράλληλη έρευνα αντιντάμπινγκ). Στις 7 Ιουνίου 2019 κίνησε επίσης έρευνα κατά των επιδοτήσεων όσον αφορά τις εισαγωγές φιτιλιών από υαλοΐνες καταγωγής Αιγύπτου (στο εξής: παράλληλη έρευνα κατά των επιδοτήσεων σχετικά με τα φιτίλια από υαλοΐνες).

18

Στις 14 Ιουνίου 2019 οι προσφεύγουσες υπέβαλαν παρατηρήσεις επί των επιδοτήσεων, της ζημίας και του συμφέροντος της Ένωσης. Κατέθεσαν την απάντησή τους στο ερωτηματολόγιο της έρευνας κατά των επιδοτήσεων την 1η Ιουλίου 2019. Στις 27 Σεπτεμβρίου 2019 οι προσφεύγουσες διαβίβασαν την απάντησή τους στο αίτημα της Επιτροπής για συμπληρωματικές πληροφορίες. Η Επιτροπή πραγματοποίησε επιτόπιους ελέγχους στις εγκαταστάσεις των προσφευγουσών καθώς και στις εγκαταστάσεις των συνδεδεμένων με τις προσφεύγουσες εταιριών.

19

Στις 26 Ιουλίου 2019 η Αιγυπτιακή Κυβέρνηση κατέθεσε την απάντησή της στο ερωτηματολόγιο της έρευνας κατά των επιδοτήσεων. Στις 15 Οκτωβρίου 2019 διαβίβασε την απάντησή της στο αίτημα της Επιτροπής για συμπληρωματικές πληροφορίες. Στις 23 Δεκεμβρίου 2019 η Επιτροπή ενημέρωσε την Αιγυπτιακή Κυβέρνηση για την πρόθεσή της να εφαρμόσει το άρθρο 28 του βασικού κανονισμού κατά των επιδοτήσεων, λαμβανομένων υπόψη ορισμένων πληροφοριών σχετικών με το νομικό και θεσμικό πλαίσιο και της ύπαρξης διακυβερνητικών συμφωνιών μεταξύ της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας και της Αραβικής Δημοκρατίας της Αιγύπτου σχετικά με τη ζώνη SETC. Στις 3 Ιανουαρίου 2020 η Αιγυπτιακή Κυβέρνηση απάντησε στην Επιτροπή και της διαβίβασε τις ζητηθείσες πληροφορίες.

20

Στις 27 Φεβρουαρίου 2020 η Επιτροπή κοινοποίησε τα τελικά πορίσματα στις προσφεύγουσες, οι οποίες υπέβαλαν τις παρατηρήσεις τους επ’ αυτών στις 20 Μαρτίου 2020. Πραγματοποιήθηκε ακρόαση με την Επιτροπή σχετικά με τα εν λόγω πορίσματα.

21

Στις 17 Απριλίου 2020 η Επιτροπή προέβη σε πρόσθετη κοινοποίηση τελικών πορισμάτων, επί των οποίων οι προσφεύγουσες υπέβαλαν τις παρατηρήσεις τους στις 22 Απριλίου 2020. Πραγματοποιήθηκε ακρόαση με την Επιτροπή σχετικά με τα πορίσματα αυτά.

22

Στις 12 Ιουνίου 2020 η Επιτροπή εξέδωσε τον προσβαλλόμενο εκτελεστικό κανονισμό. Ο εκτελεστικός αυτός κανονισμός δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης στις 15 Ιουνίου 2020 και τέθηκε σε ισχύ την επομένη της δημοσίευσής του.

23

Ο κανονισμός επιβάλλει οριστικό αντισταθμιστικό δασμό ύψους 10,9 % επί των εισαγωγών στην Ένωση των υφασμάτων από υαλοΐνες των προσφευγουσών.

II. Αιτήματα των διαδίκων

24

Οι προσφεύγουσες ζητούν από το Γενικό Δικαστήριο:

να ακυρώσει τον προσβαλλόμενο εκτελεστικό κανονισμό κατά το μέρος που τις αφορά·

να καταδικάσει την Επιτροπή στα δικαστικά έξοδα·

να κρίνει ότι η παρεμβαίνουσα φέρει τα δικαστικά έξοδά της.

25

Η Επιτροπή και η παρεμβαίνουσα ζητούν από το Γενικό Δικαστήριο:

να απορρίψει την προσφυγή ως αβάσιμη·

να καταδικάσει τις προσφεύγουσες στα δικαστικά έξοδα.

III. Σκεπτικό

[παραλειπόμενα]

Α.   Επί του δεύτερου λόγου ακυρώσεως, ο οποίος αφορά παράβαση του άρθρου 2, στοιχεία αʹ και βʹ, του άρθρου 3, σημείο 1, στοιχείο αʹ, καθώς και του άρθρου 4, παράγραφοι 2 και 3, του βασικού κανονισμού κατά των επιδοτήσεων

[παραλειπόμενα]

1. Επί του πρώτου σκέλους του δεύτερου λόγου ακυρώσεως, το οποίο αφορά παράβαση του άρθρου 2, στοιχεία αʹ και βʹ, καθώς και του άρθρου 3, σημείο 1, στοιχείο αʹ, του βασικού κανονισμού κατά των επιδοτήσεων

71

Οι προσφεύγουσες προβάλλουν τρεις κύριες αιτιάσεις προς στήριξη του σκέλους αυτού. Πρώτον, κατά την άποψή τους, η εκ μέρους της Επιτροπής ερμηνεία του άρθρου 3, σημείο 1, στοιχείο αʹ, του βασικού κανονισμού κατά των επιδοτήσεων δεν δικαιολογείται υπό το πρίσμα του δικαίου της Ένωσης. Δεύτερον, η επίκληση του δικαίου του ΠΟΕ από την Επιτροπή για την ερμηνεία του άρθρου 3, σημείο 1, στοιχείο αʹ, του κανονισμού στερείται ερείσματος. Τρίτον, η εκ μέρους της Επιτροπής ερμηνεία του άρθρου 1, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, σημείο 1, της συμφωνίας για τις επιδοτήσεις και τα αντισταθμιστικά μέτρα (στο εξής: συμφωνία ΕΑΜ) δεν συνάδει με τη νομολογία του ΠΟΕ και το δημόσιο διεθνές δίκαιο.

72

Προς στήριξη της πρώτης αιτίασης, οι προσφεύγουσες υποστηρίζουν ότι από τη γραμματική ερμηνεία του άρθρου 3, σημείο 1, στοιχείο αʹ, του βασικού κανονισμού κατά των επιδοτήσεων, του οποίου η διατύπωση είναι σαφής και ακριβής και το οποίο άλλωστε δεν χρειάζεται να ερμηνευθεί υπό το πρίσμα της Σύμβασης της Βιέννης για το δίκαιο των συνθηκών, της 23ης Μαΐου 1969 (στο εξής: Σύμβαση της Βιέννης), και του σχεδίου άρθρων σχετικά με την ευθύνη των κρατών για διεθνώς παράνομες πράξεις, όπως εγκρίθηκε το 2001 από την Επιτροπή Διεθνούς Δικαίου των Ηνωμένων Εθνών (στο εξής: άρθρα της ΕΔΔ), προκύπτει ότι όχι μόνον το Δημόσιο που χορηγεί τη χρηματοδοτική συνεισφορά, αλλά και η ίδια η χρηματοδοτική συνεισφορά πρέπει να προέρχεται από την επικράτεια της χώρας καταγωγής ή εξαγωγής. Η ερμηνεία αυτή ενισχύεται από το γενικό πλαίσιο του βασικού κανονισμού κατά των επιδοτήσεων, ιδίως από το άρθρο 10, παράγραφος 7, και το άρθρο 13, παράγραφος 1, του κανονισμού.

73

Προς στήριξη της δεύτερης αιτίασης, οι προσφεύγουσες ισχυρίζονται ότι η Επιτροπή εσφαλμένως ερμήνευσε το άρθρο 3, σημείο 1, στοιχείο αʹ, του βασικού κανονισμού κατά των επιδοτήσεων υπό το πρίσμα του δικαίου του ΠΟΕ. Επισημαίνουν ότι, μολονότι, κατά τη νομολογία, ο δικαστής της Ένωσης μπορεί να ελέγξει τη νομιμότητα πράξης της Ένωσης υπό το πρίσμα των κανόνων του ΠΟΕ όταν βούληση της Ένωσης είναι να εκπληρώσει συγκεκριμένη υποχρέωση που έχει αναλάβει στο πλαίσιο του ΠΟΕ, εντούτοις εν προκειμένω δεν είναι δυνατόν να ερμηνευθούν υπό το πρίσμα του δικαίου του ΠΟΕ οι διατάξεις του βασικού κανονισμού κατά των επιδοτήσεων, οι οποίες διαφέρουν από εκείνες της συμφωνίας ΕΑΜ. Κατά τις προσφεύγουσες, η διατύπωση της συμφωνίας ΕΑΜ διαφέρει προδήλως από εκείνη που χρησιμοποιείται στον εν λόγω κανονισμό όσον αφορά τον ορισμό της έννοιας της «επιδότησης».

74

Προς στήριξη της τρίτης αιτίασης, οι προσφεύγουσες υποστηρίζουν ότι, ακόμη και αν υποτεθεί ότι πρέπει να ληφθεί υπόψη το δίκαιο του ΠΟΕ για την ερμηνεία του όρου «Δημόσιο» του βασικού κανονισμού κατά των επιδοτήσεων, η εκ μέρους της Επιτροπής ερμηνεία του άρθρου 1, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, σημείο 1, της συμφωνίας ΕΑΜ παραμένει εσφαλμένη, καθόσον δεν συνάδει με το άρθρο 31, παράγραφοι 1 και 3, της Σύμβασης της Βιέννης. Συγκεκριμένα, από το εν λόγω άρθρο της συμφωνίας ΕΑΜ προκύπτει σαφώς ότι οι πράξεις που διενεργεί το Δημόσιο τρίτων χωρών δεν μπορούν να καταλογιστούν στο Δημόσιο της χώρας καταγωγής ή εξαγωγής. Η ερμηνεία αυτή επιβεβαιώνεται και από άλλες διατάξεις της συμφωνίας, όπως το άρθρο 13, παράγραφοι 1, 2 και 4, και το άρθρο 18, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ.

75

Επιπλέον, το άρθρο 11 των άρθρων της ΕΔΔ δεν αποτελεί «σχετικό» κανόνα διεθνούς δικαίου κατά την έννοια του άρθρου 31, παράγραφος 3, στοιχείο γʹ, της Σύμβασης της Βιέννης για τους σκοπούς της ερμηνείας του όρου «Δημόσιο» που μνημονεύεται στο άρθρο 1, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, σημείο 1, της συμφωνίας ΕΑΜ. Το δευτεροβάθμιο δικαιοδοτικό όργανο του ΠΟΕ δεν προέβη, συναφώς, σε διαφορετική κρίση στην υπόθεση «Ηνωμένες Πολιτείες – Οριστικοί δασμοί αντιντάμπινγκ και αντισταθμιστικοί δασμοί για ορισμένα προϊόντα από την Κίνα» (WT/DS 379/AB/R). Με το υπόμνημα απαντήσεως, οι προσφεύγουσες προσθέτουν ότι, εάν το εφαρμοστέο στην έρευνα αυτή δίκαιο ήταν η συμφωνία ΕΑΜ, αντί του βασικού κανονισμού κατά των επιδοτήσεων, η Επιτροπή θα μπορούσε να χαρακτηρίσει ως επιδοτήσεις, κατά την έννοια του άρθρου 1, παράγραφος 1, της συμφωνίας ΕΑΜ, τις χρηματοδοτικές συνεισφορές τις οποίες χορήγησαν κινεζικές οντότητες στις προσφεύγουσες, τούτο δε χωρίς να χρειάζεται να «καταλογίσει» τις χρηματοδοτικές αυτές συνεισφορές στο Αιγυπτιακό Δημόσιο βάσει του άρθρου 11 των άρθρων της ΕΔΔ. Το άρθρο 11 των άρθρων της ΕΔΔ δεν έχει, εν πάση περιπτώσει, εφαρμογή εν προκειμένω, δεδομένου ότι διέπει τη συμπεριφορά ενός κράτους που ενσωματώνεται σε άλλο κράτος μετά την απόκτηση εδάφους, συμπεριφορά η οποία καταλογίζεται στο διάδοχο κράτος, ή ακόμη τη μεταγενέστερη υιοθέτηση, από ένα κράτος, εκδηλωθείσας ή εκδηλούμενης επιλήψιμης συμπεριφοράς ιδιωτών. Συγκεκριμένα, η ευθύνη του κράτους για την πράξη άλλου κράτους διέπεται από τα άρθρα 16 έως 18 των άρθρων της ΕΔΔ και όχι από το άρθρο 11 των άρθρων αυτών.

76

Η Επιτροπή, υποστηριζόμενη από την παρεμβαίνουσα, αντικρούει τα επιχειρήματα αυτά.

77

Όπως προκύπτει από τη σκέψη 72 ανωτέρω, οι προσφεύγουσες διατείνονται ότι η εκ μέρους της Επιτροπής ερμηνεία του άρθρου 3, σημείο 1, στοιχείο αʹ, του βασικού κανονισμού κατά των επιδοτήσεων, ιδίως της έννοιας του «Δημοσίου» της χώρας καταγωγής ή εξαγωγής, δεν δικαιολογείται υπό το πρίσμα του δικαίου της Ένωσης.

78

Προκειμένου να δοθεί απάντηση στο ζήτημα αυτό, πρέπει να υπομνησθεί ότι, κατά τη νομολογία, κάθε διάταξη του δικαίου της Ένωσης πρέπει να εντάσσεται στο πλαίσιό της και να ερμηνεύεται υπό το πρίσμα του συνόλου των διατάξεων του δικαίου αυτού, των σκοπών του καθώς και του σταδίου εξέλιξής του κατά το χρονικό σημείο κατά το οποίο πρόκειται να εφαρμοστεί η οικεία διάταξη (πρβλ. απόφαση της 28ης Ιουλίου 2016, Association France Nature Environnement, C‑379/15, EU:C:2016:603, σκέψη 49 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία).

79

Συναφώς, πρώτον, υπενθυμίζεται ότι, κατά το άρθρο 3 του βασικού κανονισμού κατά των επιδοτήσεων, θεωρείται ότι συντρέχει επιδότηση εφόσον πληρούνται οι προϋποθέσεις των σημείων 1 και 2 του εν λόγω άρθρου, δηλαδή εφόσον υπάρχει «χρηματοδοτική συνεισφορά» του Δημοσίου στη χώρα καταγωγής ή εξαγωγής και εφόσον με τον τρόπο αυτό παρέχεται κάποιο «όφελος».

80

Κατά το άρθρο 2, στοιχείο βʹ, του εν λόγω κανονισμού, ως «Δημόσιο» νοείται κάθε δημόσιος ή κυβερνητικός οργανισμός στην επικράτεια της χώρας καταγωγής ή εξαγωγής.

81

Ο κατά το ανωτέρω άρθρο ορισμός του «Δημοσίου» απλώς ερμηνεύει την έννοια «Δημόσιο» ως περιλαμβάνουσα τους δημόσιους ή κυβερνητικούς οργανισμούς της χώρας καταγωγής ή εξαγωγής. Ωστόσο, η διάταξη αυτή δεν αποκλείει τη δυνατότητα η χρηματοδοτική συνεισφορά να καταλογιστεί στο Δημόσιο της χώρας καταγωγής ή εξαγωγής του οικείου προϊόντος, βάσει των διαθέσιμων συγκεκριμένων αποδεικτικών στοιχείων.

82

Δεύτερον, επισημαίνεται ότι η αιτιολογική σκέψη 5 του κανονισμού αναφέρει ότι «[ε]ίναι ανάγκη, κατά τον προσδιορισμό της ύπαρξης επιδότησης, να αποδεικνύεται ότι έχει παρασχεθεί χρηματοδοτική συνεισφορά από το Δημόσιο ή από κρατικό φορέα, εντός της επικράτειας μιας χώρας, ή ότι έχει παρασχεθεί στήριξη του εισοδήματος ή των τιμών υπό οποιαδήποτε μορφή, κατά την έννοια του άρθρου XVI της ΓΣΔΕ του 1994, και ότι έχει προσποριστεί κάποιο όφελος στην επιχείρηση».

83

Η φράση, όμως, «εντός της επικράτειας μιας χώρας» που περιλαμβάνεται στην εν λόγω αιτιολογική σκέψη δεν σημαίνει ότι η χρηματοδοτική συνεισφορά πρέπει να προέρχεται απευθείας από το Δημόσιο της χώρας καταγωγής ή εξαγωγής. Αντιθέτως, η χρήση της φράσης αυτής, όπως επισημαίνει η Επιτροπή, δεν αποκλείει τη δυνατότητα να κριθεί ότι οι χρηματοδοτικές συνεισφορές μπορούν να καταλογιστούν στο Δημόσιο της χώρας καταγωγής ή εξαγωγής του υπό εξέταση προϊόντος.

84

Επομένως, ο βασικός κανονισμός κατά των επιδοτήσεων δεν αποκλείει το ενδεχόμενο η χρηματοδοτική συνεισφορά να καταλογιστεί στο Δημόσιο της χώρας καταγωγής ή εξαγωγής, ακόμη και αν δεν προέρχεται απευθείας από αυτό.

85

Το ανωτέρω συμπέρασμα έχει ακόμη μεγαλύτερη σημασία στο συγκεκριμένο πλαίσιο της ζώνης SETC, στην οποία είναι εγκατεστημένες οι προσφεύγουσες.

86

Κατά πρώτον, η Επιτροπή έλαβε υπόψη, στην αιτιολογική σκέψη 690 του προσβαλλόμενου εκτελεστικού κανονισμού, δύο δηλώσεις δύο Προέδρων της Αιγύπτου σχετικά με τη ζώνη SETC. Η πρώτη, η οποία χρονολογείται από το 2012, χαρακτήριζε τη ζώνη αυτή ως βασικό έργο της διμερούς συνεργασίας μεταξύ της Αιγύπτου και της Κίνας. Η δεύτερη, η οποία χρονολογείται από το 2014, αφορούσε την πρωτοβουλία «Μία Ζώνη, Ένας Δρόμος» και διευκρίνιζε ιδίως ότι η εν λόγω πρωτοβουλία αποτελούσε σημαντική ευκαιρία για την ανάκαμψη της Αιγύπτου και ότι η αιγυπτιακή πλευρά ήταν έτοιμη για ενεργητική συμμετοχή και παροχή στήριξης. Η αιγυπτιακή πλευρά επιθυμούσε να συνεργαστεί με την Κίνα για την ανάπτυξη, μεταξύ άλλων, των έργων του διαδρόμου στη διώρυγα του Σουέζ και της ζώνης SETC και να παράσχει κίνητρα σε κινεζικές επιχειρήσεις ώστε να επενδύσουν στην Αίγυπτο.

87

Συναφώς, η αιτιολογική σκέψη 691 του προσβαλλόμενου εκτελεστικού κανονισμού αναφέρει ότι τα χαρακτηριστικά της κινεζικής πρωτοβουλίας «Μία Ζώνη, Ένας Δρόμος» είναι δημοσίως γνωστά και ότι, κατά τις κατευθυντήριες γνώμες του Κρατικού Συμβουλίου της Κίνας για την προώθηση της διεθνούς παραγωγικής ικανότητας και της συνεργασίας στην κατασκευή εξοπλισμού, της 13ης Μαΐου 2015, τα μέτρα των οποίων μπορούν να επωφεληθούν οι επιχειρήσεις που «εγκαθίστανται στο εξωτερικό» περιλαμβάνουν ιδίως πολιτικές δημοσιονομικής και φορολογικής στήριξης, δάνεια με ευνοϊκούς όρους, χρηματοδοτική στήριξη μέσω κοινοπρακτικών δανείων, εξαγωγικές πιστώσεις και χρηματοδότηση έργων, επενδύσεις μετοχικού κεφαλαίου και, τέλος, ασφάλιση εξαγωγικών πιστώσεων.

88

Κατά δεύτερον, η Επιτροπή έλαβε υπόψη, στην αιτιολογική σκέψη 693 του προσβαλλόμενου εκτελεστικού κανονισμού, το γεγονός ότι η ζώνη SETC αποτέλεσε αντικείμενο της συμφωνίας συνεργασίας του 2016 μεταξύ της Κινεζικής και της Αιγυπτιακής Κυβέρνησης. Η συμφωνία αυτή προβλέπει μεταξύ άλλων, στο άρθρο 1, ότι η Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας έχει τη δυνατότητα να εφαρμόζει ορισμένους από τους νόμους της εντός της ζώνης SETC. Το άρθρο 4, παράγραφος 1, της εν λόγω συμφωνίας προβλέπει ότι «[η] Κινεζική Κυβέρνηση θεωρεί τη ζώνη [SETC] ως ζώνη οικονομικής και εμπορικής συνεργασίας της Κίνας στο εξωτερικό» και ότι «[η] ζώνη συνεργασίας, κατά την κατασκευή, την προσέλκυση φορέων εκμετάλλευσης και την εκμετάλλευση, δικαιούται την πολιτική στήριξη και τη διευκόλυνση που παρέχει η Κινεζική Κυβέρνηση για τις υπερπόντιες ζώνες οικονομικής και εμπορικής συνεργασίας». Το άρθρο 5, παράγραφος 1, της συμφωνίας ορίζει επίσης ότι η Κινεζική Κυβέρνηση στηρίζει τη ζώνη συνεργασίας «[ε]νθαρρύνοντας τα σχετικά χρηματοπιστωτικά ιδρύματα να παρέχουν χρηματοδοτική διευκόλυνση για […] επενδυτικά έργα που βρίσκονται εντός της ζώνης συνεργασίας, υπό την προϋπόθεση ότι πληρούνται οι όροι δανεισμού και οι απαιτήσεις σχετικά με τη χρήση δανείων».

89

Κατά τρίτον, η αιτιολογική σκέψη 660 του προσβαλλόμενου εκτελεστικού κανονισμού αναφέρει ότι, προκειμένου να εξασφαλιστεί η εφαρμογή της συμφωνίας συνεργασίας του 2016, η Κινεζική και η Αιγυπτιακή Κυβέρνηση καθιέρωσαν μηχανισμό διαβούλευσης τριών επιπέδων, ο οποίος περιλαμβάνει ιδίως συμφωνία συνεργασίας για τη σύσταση επιτροπής διοίκησης της ζώνης SETC, επιτροπή διαχείρισης της ζώνης και, εν συνεχεία, επισήμανση των προβλημάτων και των δυσκολιών από την εταιρία Egypt TEDA και τους Αιγύπτιους αντισυμβαλλομένους της. Εξάλλου, από την αιτιολογική σκέψη 652 του ίδιου κανονισμού προκύπτει ότι η Egypt TEDA ανήκει κατά 80 % στο Κινεζικό Δημόσιο και κατά 20 % στο Αιγυπτιακό Δημόσιο και αποσκοπεί στο να προωθήσει την ανάπτυξη της ζώνης SETC στην Αίγυπτο.

90

Τέλος, από τις αιτιολογικές σκέψεις 726 και 745 του προσβαλλόμενου εκτελεστικού κανονισμού προκύπτει ότι η χρηματοδοτική στήριξη που χορηγήθηκε στις εγκατεστημένες στην Αίγυπτο κινεζικές εταιρίες ήταν ιδιαίτερα σημαντική.

91

Επομένως, η Κινεζική και η Αιγυπτιακή Κυβέρνηση, συνεργαζόμενες στενά, δημιούργησαν τη ζώνη SETC ως ζώνη με νομικές και οικονομικές ιδιαιτερότητες, οι οποίες παρείχαν στις κινεζικές δημόσιες αρχές τη δυνατότητα να χορηγούν απευθείας στις εγκατεστημένες στη ζώνη αυτή κινεζικές επιχειρήσεις όλες τις διευκολύνσεις που ήταν εγγενείς στην κινεζική πρωτοβουλία «Μία Ζώνη, Ένας Δρόμος».

92

Υπό τις συνθήκες αυτές, δεν μπορεί να γίνει δεκτό ότι μια οικονομική και νομική κατασκευή τέτοιας έκτασης όπως αυτή της ζώνης SETC, η οποία σχεδιάστηκε με στενή συνεργασία μεταξύ της Κινεζικής και της Αιγυπτιακής Κυβέρνησης στο υψηλότερο επίπεδο, εκφεύγει του πεδίου του βασικού κανονισμού κατά των επιδοτήσεων, χωρίς τούτο να θίγει την πρακτική αποτελεσματικότητά του ή τον γενικό σκοπό και τους στόχους του.

93

Τρίτον, αντιθέτως προς όσα υποστηρίζουν οι προσφεύγουσες, η εκ μέρους της Επιτροπής ερμηνεία του άρθρου 3, σημείο 1, στοιχείο αʹ, του βασικού κανονισμού κατά των επιδοτήσεων δεν αντιβαίνει ούτε στο άρθρο 10, παράγραφος 7, ούτε στο άρθρο 13, παράγραφος 1, του εν λόγω κανονισμού. Πράγματι, όσον αφορά το άρθρο 10, παράγραφος 7, ο βασικός κανονισμός κατά των επιδοτήσεων ουδόλως αποκλείει τη δυνατότητα διαβουλεύσεων με το Δημόσιο της χώρας καταγωγής ή εξαγωγής σχετικά με τις χρηματοδοτικές συνεισφορές που του καταλογίζονται. Εν προκειμένω, από τη δικογραφία προκύπτει εξάλλου ότι η Επιτροπή κάλεσε το Αιγυπτιακό Δημόσιο να προβεί σε διαβουλεύσεις σχετικά με ζητήματα όπως τα προτιμησιακά δάνεια που χορηγήθηκαν από κινεζικές οντότητες.

94

Όσον αφορά το άρθρο 13, παράγραφος 1, του βασικού κανονισμού, το οποίο επιτρέπει, μεταξύ άλλων, στη χώρα καταγωγής ή εξαγωγής να καταργήσει ή να περιορίσει την επιδότηση ή να λάβει άλλου είδους μέτρα για την αντιμετώπιση των συνεπειών της, η δυνατότητα αυτή εξακολουθεί να ισχύει στις περιπτώσεις στις οποίες η χρηματοδοτική συνεισφορά μπορεί να καταλογιστεί στο Δημόσιο της χώρας καταγωγής ή εξαγωγής. Πράγματι, εν προκειμένω, το Αιγυπτιακό Δημόσιο είχε τη δυνατότητα να θέσει τέρμα στη στενή συνεργασία με το Κινεζικό Δημόσιο όσον αφορά τις χρηματοδοτικές συνεισφορές ή να προτείνει μέτρα για τον περιορισμό των συνεπειών των επίμαχων επιδοτήσεων.

95

Λαμβανομένων υπόψη των προεκτεθέντων, συνάγεται το συμπέρασμα ότι ούτε το άρθρο 3, σημείο 1, στοιχείο αʹ, του βασικού κανονισμού κατά των επιδοτήσεων ούτε η γενική οικονομία του κανονισμού αυτού αποκλείουν τη δυνατότητα μια χρηματοδοτική συνεισφορά χορηγηθείσα από το Δημόσιο τρίτης χώρας να καταλογιστεί στο Δημόσιο της χώρας καταγωγής ή εξαγωγής σε περίπτωση όπως η επίμαχη εν προκειμένω, βάσει των διαθέσιμων συγκεκριμένων αποδεικτικών στοιχείων, όπως αυτά εκτίθενται στις σκέψεις 86 έως 91 ανωτέρω.

96

Επιπλέον, αντιθέτως προς όσα ισχυρίζονται οι προσφεύγουσες, το συμπέρασμα αυτό ενισχύεται από τις διατάξεις του άρθρου 1 της συμφωνίας ΕΑΜ, υπό το πρίσμα της οποίας πρέπει να ερμηνεύεται ο βασικός κανονισμός κατά των επιδοτήσεων. Συναφώς, υπενθυμίζεται ότι, στην περίπτωση κατά την οποία βούληση της Ένωσης είναι να εκπληρώσει συγκεκριμένη υποχρέωση που έχει αναλάβει στο πλαίσιο του ΠΟΕ ή στην περίπτωση κατά την οποία η πράξη της Ένωσης παραπέμπει ρητώς σε συγκεκριμένες διατάξεις των συμφωνιών του ΠΟΕ, απόκειται στον δικαστή της Ένωσης να ελέγξει τη νομιμότητα της σχετικής πράξης της Ένωσης με γνώμονα τους κανόνες του ΠΟΕ (βλ., κατ’ αναλογίαν, απόφαση της 14ης Ιουλίου 2021, Interpipe Niko Tube και Interpipe Nizhnedneprovsky Tube Rolling Plant κατά Επιτροπής, T‑716/19, EU:T:2021:457, σκέψη 95).

97

Εν προκειμένω, από την αιτιολογική σκέψη 3 του βασικού κανονισμού κατά των επιδοτήσεων προκύπτει ότι σκοπός του κανονισμού αυτού είναι ιδίως να «αποτυπωθούν» στο δίκαιο της Ένωσης, «κατά το δυνατόν», οι κανόνες της συμφωνίας ΕΑΜ.

98

Εξάλλου, έχει κριθεί με πάγια νομολογία ότι το άρθρο 3 του βασικού κανονισμού κατά των επιδοτήσεων, το οποίο φέρει τον τίτλο «Ορισμός της επιδότησης», και το άρθρο 1 της συμφωνίας ΕΑΜ είναι σε μεγάλο βαθμό πανομοιότυπα ως προς το γράμμα τους και εξ ολοκλήρου πανομοιότυπα ως προς την ουσία τους (πρβλ. απόφαση της 10ης Απριλίου 2019, Jindal Saw και Jindal Saw Italia κατά Επιτροπής, T‑300/16, EU:T:2019:235, σκέψη 99).

99

Επιπλέον, από τις αιτιολογικές σκέψεις του βασικού κανονισμού κατά των επιδοτήσεων δεν προκύπτει βούληση του νομοθέτη να αποκλίνει από την ουσία του άρθρου 1, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, σημείο 1, της συμφωνίας ΕΑΜ. Αντιθέτως, όπως προκύπτει από την αιτιολογική σκέψη 3 του βασικού κανονισμού, η οποία παρατίθεται στη σκέψη 97 ανωτέρω, ο νομοθέτης θέλησε να εκπληρώσει συγκεκριμένη υποχρέωση αναληφθείσα στο πλαίσιο της συμφωνίας ΕΑΜ κατά την έννοια της νομολογίας που παρατίθεται στη σκέψη 96 ανωτέρω.

100

Επομένως, αντιθέτως προς όσα υποστηρίζουν οι προσφεύγουσες, οι διατάξεις του βασικού κανονισμού κατά των επιδοτήσεων πρέπει να ερμηνεύονται, στο μέτρο του δυνατού, υπό το πρίσμα των αντίστοιχων διατάξεων της συμφωνίας ΕΑΜ (απόφαση της 10ης Απριλίου 2019, Jindal Saw και Jindal Saw Italia κατά Επιτροπής, T‑300/16, EU:T:2019:235, σκέψη 101). Το ίδιο ισχύει για το άρθρο 3 του κανονισμού, το οποίο αποσκοπεί στην εφαρμογή του άρθρου 1 της συμφωνίας ΕΑΜ (απόφαση της 10ης Απριλίου 2019, Jindal Saw και Jindal Saw Italia κατά Επιτροπής, T‑300/16, EU:T:2019:235, σκέψη 102).

101

Όσον αφορά το άρθρο 1, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, σημείο 1, της συμφωνίας ΕΑΜ, επισημαίνεται, κατά πρώτον, ότι η εν λόγω συμφωνία ορίζει ως επιδότηση τη χρηματοδοτική συνεισφορά από το Δημόσιο ή από οποιονδήποτε κρατικό φορέα που λειτουργεί στην επικράτεια «ενός» μέλους του ΠΟΕ. Συνεπώς, η διατύπωση αυτή δεν αποκλείει τη δυνατότητα μια χρηματοδοτική συνεισφορά χορηγηθείσα από τρίτη χώρα να καταλογιστεί στο Δημόσιο της χώρας καταγωγής ή εξαγωγής, δεδομένου ότι αρκεί η χρηματοδοτική συνεισφορά του Δημοσίου ή οποιουδήποτε κρατικού φορέα να εμπίπτει στην επικράτεια «ενός» μέλους του ΠΟΕ.

102

Κατά δεύτερον, τα άρθρα 13 και 18 της συμφωνίας ΕΑΜ, τα οποία αφορούν, αντιστοίχως, τις διαβουλεύσεις και τις αναλήψεις υποχρεώσεων, δεν κλονίζουν τις ανωτέρω εκτιμήσεις. Πράγματι, το γράμμα και ο σκοπός των διατάξεων αυτών δεν αποκλείουν τις περιπτώσεις στις οποίες η χρηματοδοτική συνεισφορά καταλογίζεται σε μέλος του ΠΟΕ, δεδομένου ότι, αφενός, τα μέλη των οποίων τα προϊόντα ενδέχεται να αποτελέσουν αντικείμενο έρευνας μπορούν να συμμετάσχουν σε διαβουλεύσεις σχετικά με χρηματοδοτικές συνεισφορές που τους καταλογίζονται και, αφετέρου, τα μέλη των οποίων τα προϊόντα ενδέχεται να αποτελέσουν αντικείμενο έρευνας μπορούν να επιβάλουν περιορισμούς στις επιδοτήσεις που τους καταλογίζονται.

103

Κατόπιν των προεκτεθέντων, επισημαίνεται ότι, καθόσον η Επιτροπή ορθώς ερμήνευσε τον βασικό κανονισμό κατά των επιδοτήσεων υπό το πρίσμα της συμφωνίας ΕΑΜ, το γεγονός ότι έλαβε ή δεν έλαβε υπόψη το άρθρο 11 των άρθρων της ΕΔΔ είναι άνευ σημασίας. Ως εκ τούτου, πρέπει να απορριφθεί επίσης η τρίτη αιτίαση του υπό κρίση σκέλους και, κατά συνέπεια, το σκέλος αυτό στο σύνολό του.

[παραλειπόμενα]

 

Για τους λόγους αυτούς,

ΤΟ ΓΕΝΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (πρώτο πενταμελές τμήμα)

αποφασίζει:

 

1)

Απορρίπτει την προσφυγή.

 

2)

Οι Hengshi Egypt Fiberglass Fabrics SAE και Jushi Egypt for Fiberglass Fabrics Industry SAE φέρουν τα δικαστικά έξοδά τους καθώς και αυτά στα οποία υποβλήθηκε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή.

 

3)

Η Tech-Fab Europe eV φέρει τα δικαστικά έξοδά της.

 

Kanninen

Jaeger

Półtorak

Porchia

Stancu

Δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση στο Λουξεμβούργο την 1η Μαρτίου 2023.

(υπογραφές)


( *1 ) Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική.

( 1 ) Παρατίθενται μόνον οι σκέψεις της παρούσας αποφάσεως των οποίων η δημοσίευση κρίνεται σκόπιμη από το Γενικό Δικαστήριο.

( 2 ) Μη δημοσιοποιούμενα εμπιστευτικά στοιχεία.