ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα)

της 22ας Ιουνίου 2022 ( *1 )

Περιεχόμενα

 

I. Το νομικό πλαίσιο

 

Α. Το δίκαιο της Ένωσης

 

1. Η οδηγία για τους οικοτόπους

 

2. Η οδηγία για τα πτηνά

 

Β. Το σλοβακικό δίκαιο

 

1. Ο νόμος περί διατήρησης της φύσης

 

2. Ο νόμος περί των δασών

 

II. Η προ της ασκήσεως της προσφυγής διαδικασία

 

III. Επί της προσφυγής

 

Α. Επί της πρώτης αιτιάσεως, που αντλείται από παράβαση του άρθρου 6, παράγραφος 3, της οδηγίας για τους οικοτόπους σε συνδυασμό με το άρθρο 7 της οδηγίας αυτής

 

1. Επιχειρήματα των διαδίκων

 

2. Εκτίμηση του Δικαστηρίου

 

α) Επί του παραδεκτού

 

β) Επί της ουσίας

 

1) Προκαταρκτικές παρατηρήσεις

 

2) Επί του πρώτου σκέλους της πρώτης αιτιάσεως, σχετικά με τα ΠΣΔ

 

3) Επί του δευτέρου σκέλους της πρώτης αιτιάσεως, σχετικά με τις εργασίες επείγουσας υλοτόμησης

 

4) Επί του τρίτου σκέλους της πρώτης αιτιάσεως, σχετικά με τα μέτρα που αποσκοπούν στην πρόληψη των απειλών για τα δάση και στην εξάλειψη των οφειλόμενων σε επιβλαβείς παράγοντες ζημιογόνων αποτελεσμάτων

 

Β. Επί της δεύτερης αιτιάσεως, που αντλείται από παράβαση του άρθρου 6, παράγραφος 2, της οδηγίας για τους οικοτόπους σε συνδυασμό με το άρθρο 7 της οδηγίας αυτής

 

1. Επιχειρήματα των διαδίκων

 

2. Εκτίμηση του Δικαστηρίου

 

α) Επί του παραδεκτού

 

β) Επί της ουσίας

 

Γ. Επί της τρίτης αιτιάσεως, που αντλείται από παράβαση του άρθρου 4, παράγραφος 1, της οδηγίας για τα πτηνά

 

1. Επιχειρήματα των διαδίκων

 

2. Εκτίμηση του Δικαστηρίου

 

α) Επί του παραδεκτού

 

β) Επί της ουσίας

 

IV. Επί των δικαστικών εξόδων

«Παράβαση κράτους μέλους – Οδηγία 92/43/ΕΟΚ – Άρθρο 6, παράγραφοι 2 και 3 – Διατήρηση των φυσικών οικοτόπων καθώς και της άγριας πανίδας και χλωρίδας – Οδηγία 2009/147/ΕΚ – Άρθρο 4, παράγραφος 1 – Διατήρηση των άγριων πτηνών – Αγριόκουρκος (Tetrao urogallus) – Προγράμματα δασικής διαχείρισης – Εργασίες επείγουσας υλοτόμησης – Δέουσα εκτίμηση των επιπτώσεών τους – Περιοχές του δικτύου Natura 2000 – Ειδικές ζώνες προστασίας που έχουν ορισθεί για τη διατήρηση του αγριόκουρκου – Έλλειψη μέτρων για την αποφυγή της υποβάθμισης των οικοτόπων καθώς και μέτρων ειδικής διατήρησης σε ορισμένες ζώνες»

Στην υπόθεση C‑661/20,

με αντικείμενο προσφυγή του άρθρου 258 ΣΛΕΕ λόγω παραβάσεως, που ασκήθηκε στις 5 Δεκεμβρίου 2020,

Ευρωπαϊκή Επιτροπή, εκπροσωπούμενη από τους C. Hermes και R. Lindenthal,

προσφεύγουσα,

κατά

Σλοβακικής Δημοκρατίας, εκπροσωπούμενης από την B. Ricziová,

καθής,

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (έκτο τμήμα),

συγκείμενο από τους I. Ziemele, πρόεδρο τμήματος, A. Arabadjiev (εισηγητή), πρόεδρο του πρώτου τμήματος, και P. G. Xuereb, δικαστή,

γενική εισαγγελέας: J. Kokott

γραμματέας: A. Calot Escobar

έχοντας υπόψη την έγγραφη διαδικασία,

κατόπιν της αποφάσεως που έλαβε, αφού άκουσε τη γενική εισαγγελέα, να εκδικάσει την υπόθεση χωρίς ανάπτυξη προτάσεων,

εκδίδει την ακόλουθη

Απόφαση

1

Με το δικόγραφο της προσφυγής, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ζητεί από το Δικαστήριο να διαπιστώσει ότι η Σλοβακική Δημοκρατία παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει:

από το άρθρο 6, παράγραφος 3, της οδηγίας 92/43/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 21ης Μαΐου 1992, για τη διατήρηση των φυσικών οικοτόπων καθώς και της άγριας πανίδας και χλωρίδας (ΕΕ 1992, L 206, σ. 7) (στο εξής: οδηγία για τους οικοτόπους), σε συνδυασμό με το άρθρο 7 της οδηγίας, προβλέποντας ότι τα προγράμματα συντήρησης των δασών (στο εξής: ΠΣΔ) και οι τροποποιήσεις τους, οι εργασίες επείγουσας υλοτόμησης καθώς και τα μέτρα που αποσκοπούν στην πρόληψη των απειλών για τα δάση και στην εξάλειψη των ζημιογόνων αποτελεσμάτων των φυσικών καταστροφών απαλλάσσονται από την υποχρέωση κατά την οποία, όταν είναι δυνατόν να επηρεάζουν σημαντικά τις περιοχές του δικτύου Natura 2000, εκτιμώνται δεόντως ως προς τις επιπτώσεις τους στην οικεία ζώνη λαμβανομένων υπόψη των στόχων διατήρησης της εν λόγω ζώνης·

από το άρθρο 6, παράγραφος 2, της οδηγίας για τους οικοτόπους σε συνδυασμό με το άρθρο 7 της οδηγίας, παραλείποντας να θεσπίσει τα κατάλληλα μέτρα ώστε να αποφεύγονται η υποβάθμιση των οικοτόπων καθώς και οι ενοχλήσεις οι οποίες συνεπάγονται σημαντικές επιπτώσεις στις ζώνες ειδικής προστασίας (στο εξής: ΖΕΠ) που έχουν ορισθεί για τη διατήρηση του αγριόκουρκου (Tetrao urogallus) (ΖΕΠ Nízke Tatry SKCHVU018, ΖΕΠ Tatry SKCHVU030, ΖΕΠ Veľká Fatra SKCHVU033, ΖΕΠ Muránska planina-Stolica SKCHVU017, ΖΕΠ Chočské vrchy SKCHVU050, ΖΕΠ Horná Orava SKCHVU008, ΖΕΠ Volovské vrchy SKCHVU036, ΖΕΠ Malá Fatra SKCHVU013, ΖΕΠ Poľana SKCHVU022, ΖΕΠ Slovenský Raj SKCHVU053, ΖΕΠ Levočské vrchy SKCHVU051 και ΖΕΠ Strážovské vrchy SKCHVU028)·

από το άρθρο 4, παράγραφος 1, της οδηγίας 2009/147/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 30ής Νοεμβρίου 2009, περί της διατηρήσεως των αγρίων πτηνών (ΕΕ 2010, L 20, σ. 7) (στο εξής: οδηγία για τα πτηνά), παραλείποντας να θεσπίσει τα μέτρα ειδικής διατήρησης που ισχύουν για τον οικότοπο του αγριόκουρκου (Tetrao urogallus) στις ΖΕΠ που έχουν ορισθεί για τη διατήρησή του προκειμένου να εξασφαλισθεί η επιβίωση και η αναπαραγωγή του στη ζώνη εξαπλώσεώς του (ΖΕΠ Nízke Tatry SKCHVU018, ΖΕΠ Tatry SKCHVU030, ΖΕΠ Veľká Fatra SKCHVU033, ΖΕΠ Muránska planina-Stolica SKCHVU017, ΖΕΠ Volovské vrchy SKCHVU036, ΖΕΠ Malá Fatra SKCHVU013 και ΖΕΠ Levočské vrchy SKCHVU051).

I. Το νομικό πλαίσιο

Α. Το δίκαιο της Ένωσης

1.   Η οδηγία για τους οικοτόπους

2

Το άρθρο 2, παράγραφος 2, της οδηγίας για τους οικοτόπους προβλέπει τα ακόλουθα:

«Τα μέτρα τα οποία λαμβάνονται σύμφωνα με την παρούσα οδηγία αποσκοπούν στη διασφάλιση της διατήρησης ή της αποκατάστασης σε ικανοποιητική κατάσταση διατήρησης, των φυσικών οικοτόπων και των άγριων ειδών χλωρίδας και πανίδας κοινοτικού ενδιαφέροντος.»

3

Το άρθρο 6 της οδηγίας έχει ως εξής:

«1.   Για τις ειδικές ζώνες διατήρησης, τα κράτη μέλη καθορίζουν τα αναγκαία μέτρα διατήρησης που ενδεχομένως συνεπάγονται ειδικά ενδεδειγμένα σχέδια διαχείρισης ή ενσωματωμένα σε άλλα σχέδια διευθέτησης και τα δέοντα κανονιστικά, διοικητικά ή συμβατικά μέτρα που ανταποκρίνονται στις οικολογικές απαιτήσεις των τύπων φυσικών οικοτόπων του παραρτήματος I και των ειδών του παραρτήματος II, τα οποία απαντώνται στους τόπους.

2.   Τα κράτη μέλη θεσπίζουν τα κατάλληλα μέτρα ώστε στις ειδικές ζώνες διατήρησης να αποφεύγεται η υποβάθμιση των φυσικών οικοτόπων και των οικοτόπων ειδών, καθώς και οι ενοχλήσεις που έχουν επιπτώσεις στα είδη για τα οποία οι ζώνες έχουν ορισθεί, εφόσον οι ενοχλήσεις αυτές θα μπορούσαν να έχουν επιπτώσεις σημαντικές όσον αφορά τους στόχους της παρούσας οδηγίας.

3.   Κάθε σχέδιο, μη άμεσα συνδεόμενο ή αναγκαίο για τη διαχείριση του τόπου, το οποίο όμως είναι δυνατόν να επηρεάζει σημαντικά τον εν λόγω τόπο, αυτό καθεαυτό ή από κοινού με άλλα σχέδια, εκτιμάται δεόντως ως προς τις επιπτώσεις του στον τόπο, λαμβανομένων υπόψη των στόχων διατήρησής του. Βάσει των συμπερασμάτων της εκτίμησης των επιπτώσεων στον τόπο και εξαιρουμένης της περίπτωσης των διατάξεων της παραγράφου 4, οι αρμόδιες εθνικές αρχές συμφωνούν για το οικείο σχέδιο μόνον αφού βεβαιωθούν ότι δεν θα παραβλάψει την ακεραιότητα του τόπου περί του οποίου πρόκειται και, ενδεχομένως, αφού εκφρασθεί πρώτα η δημόσια γνώμη.

4.   Εάν, παρά τα αρνητικά συμπεράσματα της εκτίμησης των επιπτώσεων και ελλείψει εναλλακτικών λύσεων, ένα σχέδιο πρέπει να πραγματοποιηθεί για άλλους επιτακτικούς λόγους σημαντικού δημοσίου συμφέροντος, περιλαμβανομένων λόγων κοινωνικής ή οικονομικής φύσεως, το κράτος μέλος λαμβάνει κάθε αναγκαίο αντισταθμιστικό μέτρο ώστε να εξασφαλισθεί η προστασία της συνολικής συνοχής του Natura 2000. Το κράτος μέλος ενημερώνει την Επιτροπή σχετικά με τα αντισταθμιστικά μέτρα που έλαβε.

Όταν ο τόπος περί του οποίου πρόκειται είναι τόπος όπου ευρίσκονται ένας τύπος φυσικού οικοτόπου προτεραιότητας ή/και ένα είδος προτεραιότητας, είναι δυνατόν να προβληθούν μόνον επιχειρήματα σχετικά με την υγεία ανθρώπων και τη δημόσια ασφάλεια ή σχετικά με θετικές συνέπειες πρωταρχικής σημασίας για το περιβάλλον, ή, κατόπιν γνωμοδοτήσεως της Επιτροπής, άλλοι επιτακτικοί σημαντικοί λόγοι σημαντικού δημοσίου συμφέροντος.»

4

Κατά το άρθρο 7 της εν λόγω οδηγίας:

«Οι υποχρεώσεις που πηγάζουν από τις παραγράφους 2, 3 και 4 του άρθρου 6 της παρούσας οδηγίας αντικαθιστούν τις υποχρεώσεις που πηγάζουν από την πρώτη πρόταση της παραγράφου 4 του άρθρου 4 της οδηγίας 79/409/ΕΟΚ [του Συμβουλίου, της 2ας Απριλίου 1979, περί της διατηρήσεως των αγρίων πτηνών (ΕΕ ειδ. έκδ. 15/001, σ. 202)], όσον αφορά τις ζώνες που χαρακτηρίστηκαν δυνάμει της παραγράφου 1 του άρθρου 4 ή αναγνωρίστηκαν με ανάλογο τρόπο δυνάμει της παραγράφου 2 του άρθρου 4 της εν λόγω οδηγίας, τούτο δε από την ημερομηνία θέσης σε εφαρμογή της παρούσας οδηγίας ή από την ημερομηνία της ταξινόμησης ή της αναγνώρισης εκ μέρους ενός κράτους μέλους δυνάμει της οδηγίας [79/409], εφόσον αυτή είναι μεταγενέστερη.»

2.   Η οδηγία για τα πτηνά

5

Το άρθρο 4, παράγραφος 1, της οδηγίας για τα πτηνά προβλέπει τα ακόλουθα:

«Για τα είδη που αναφέρονται στο παράρτημα I προβλέπονται μέτρα ειδικής διατηρήσεως, που αφορούν τον οικότοπό τους, για να εξασφαλισθεί η επιβίωση και η αναπαραγωγή των ειδών αυτών στη ζώνη εξαπλώσεώς τους.

Για τον σκοπό αυτό λαμβάνονται υπόψη:

α)

τα είδη που απειλούνται με εξαφάνιση·

β)

τα είδη που είναι ευπαθή σε ορισμένες μεταβολές των οικοτόπων τους·

γ)

τα είδη που θεωρούνται σπάνια διότι οι πληθυσμοί τους είναι μικροί ή η τοπική τους εξάπλωση περιορισμένη·

δ)

άλλα είδη που έχουν ανάγκη ιδιαίτερης προσοχής, λόγω ιδιοτυπίας του οικοτόπου τους.

Για να πραγματοποιηθούν οι εκτιμήσεις θα ληφθούν υπόψη οι τάσεις και οι μεταβολές των επιπέδων του πληθυσμού.

Τα κράτη μέλη κατατάσσουν κυρίως σε ζώνες ειδικής προστασίας τα εδάφη τα πιο κατάλληλα, σε αριθμό και επιφάνεια, για τη διατήρηση των ειδών αυτών στη γεωγραφική θαλάσσια και χερσαία ζώνη στην οποία έχει εφαρμογή η παρούσα οδηγία.»

6

Στα ζωικά είδη για τα οποία προβλέπονται μέτρα ειδικής διατηρήσεως που αφορούν τον οικότοπό τους, προκειμένου να εξασφαλισθεί η επιβίωση και η αναπαραγωγή τους στη ζώνη εξαπλώσεώς τους, κατάλογος των οποίων έχει περιληφθεί στο παράρτημα I της εν λόγω οδηγίας, συγκαταλέγεται, μεταξύ άλλων, ο αγριόκουρκος (Tetrao urogallus).

Β. Το σλοβακικό δίκαιο

1.   Ο νόμος περί διατήρησης της φύσης

7

Ο zákon č. 543/2002 Z. z. o ochrane prírody a krajiny (νόμος 543/2002 περί διατήρησης της φύσης και του τοπίου), όπως ίσχυε στις 24 Μαρτίου 2019 (στο εξής: νόμος περί διατήρησης της φύσης), ορίζει στο άρθρο 4, παράγραφοι 1 και 2, τα εξής:

«1.   Κάθε πρόσωπο που ασκεί δραστηριότητες οι οποίες είναι ικανές να θέσουν σε κίνδυνο, να υποβαθμίσουν ή να καταστρέψουν φυτά, ζώα ή τους οικοτόπους τους υποχρεούται να ενεργεί κατά τρόπον ώστε να αποφεύγεται η άσκοπη θανάτωσή τους, η υποβάθμιση ή η καταστροφή τους.

2.   Σε περίπτωση που μία από τις διαλαμβανόμενες στην παράγραφο 1 δραστηριότητες θέτει σε κίνδυνο την ύπαρξη φυτικών και ζωικών ειδών ή συνεπάγεται τον εκφυλισμό τους, τη διατάραξη της ικανότητας αναπαραγωγής τους ή την εξαφάνιση του πληθυσμού τους, η αρμόδια για τη διατήρηση της φύσης και του τοπίου κρατική υπηρεσία (εφεξής καλούμενη “επιφορτισμένη με τη διατήρηση της φύσης αρχή”) περιορίζει ή απαγορεύει τις δραστηριότητες αυτές, αφού προηγουμένως προβεί σε σχετική προειδοποίηση.»

8

Κατά το άρθρο 26, παράγραφοι 5 και 6, του ως άνω νόμου, όπως τροποποιήθηκε με τον νόμο 356/2019, ο οποίος τέθηκε σε ισχύ την 1η Ιανουαρίου 2020:

«5.   Εντός ζώνης προστασίας των πτηνών απαγορεύονται οι δραστηριότητες οι οποίες θα μπορούσαν να συνεπάγονται αρνητικές επιπτώσεις για τα είδη για τα οποία προβλέπονται μέτρα διατήρησης της ζώνης. Οι διατάξεις του άρθρου 14, παράγραφοι 6 και 7, εφαρμόζονται mutatis mutandis στην εκτέλεση εργασιών επείγουσας υλοτόμησης και στην εφαρμογή μέτρων προστασίας του δάσους σε όλες τις ζώνες προστασίας των πτηνών που κατατάσσονται σε άλλο επίπεδο διατήρησης πλην του πέμπτου επιπέδου.

6.   Με κυβερνητικό διάταγμα κατατάσσονται σε ζώνες προστασίας των πτηνών οι οικότοποι των ειδών πτηνών κοινοτικού ενδιαφέροντος και οι οικότοποι των ειδών αποδημητικών πτηνών που περιλαμβάνονται στον εγκεκριμένο κατάλογο ορνιθολογικών ζωνών, οριοθετούνται οι ζώνες προστασίας των πτηνών και καταρτίζεται ο κατάλογος των διαλαμβανόμενων στην παράγραφο 5 δραστηριοτήτων, συμπεριλαμβανομένων των εδαφικών και χρονικών περιορισμών που διέπουν την άσκησή τους.»

9

Το άρθρο 28, παράγραφοι 4 έως 9, του νόμου περί διατήρησης της φύσης έχει ως εξής:

«4.   Η περιφερειακή αρχή του κεντρικού τομέα της περιφέρειας εκδίδει γνωμοδότηση εμπειρογνωμόνων επί του προβλεπόμενου στην παράγραφο 3 σχεδίου ή έργου σχετικά με το ενδεχόμενο να συνεπάγεται σημαντικές επιπτώσεις στη ζώνη του δικτύου προστατευόμενων ζωνών. Εάν το σχέδιο ή το έργο πρέπει να πραγματοποιηθεί σε περισσότερες περιφέρειες, η γνωμοδότηση εκδίδεται από την περιφερειακή αρχή στην έδρα της περιφέρειας στην οποία πρέπει να πραγματοποιηθεί το μεγαλύτερο μέρος του σχεδίου ή του έργου. Το υπουργείο ή το περιφερειακό γραφείο στην έδρα της περιφέρειας μπορεί επίσης, με δική του πρωτοβουλία, να εκδώσει γνωμοδότηση εμπειρογνωμόνων, εφόσον η πρωτοβουλία για την έκδοσή της ανακύψει κατά τη διάρκεια της διαδικασίας χορηγήσεως εξαιρέσεως, συγκαταθέσεως ή δηλώσεως βάσει του παρόντος νόμου. Αν, σύμφωνα με τη γνωμοδότηση, ένα σχέδιο ή έργο δύναται, είτε αυτό καθεαυτό είτε από κοινού με άλλα έργα ή σχέδια, να επηρεάσει σημαντικά το έδαφος αυτό, υπόκειται σε εκτίμηση περιβαλλοντικών επιπτώσεων σύμφωνα με την ειδική νομοθεσία.

5.   Σχέδιο ή έργο μπορεί να εγκριθεί ή να αδειοδοτηθεί μόνον εφόσον αποδεικνύεται, βάσει των αποτελεσμάτων της εκτιμήσεως περιβαλλοντικών επιπτώσεων που διενεργείται σύμφωνα με την ειδική νομοθεσία, ότι δεν θα παραβλάψει την ακεραιότητα της ζώνης του δικτύου προστατευόμενων ζωνών υπό το πρίσμα των στόχων διατήρησης της εν λόγω ζώνης (στο εξής: διατάραξη της ακεραιότητας της ζώνης).

6.   Σχέδιο ή έργο που είναι δυνατόν να παραβλάψει την ακεραιότητα του εδάφους μπορεί να εγκριθεί ή να αδειοδοτηθεί μόνον εφόσον αποδεικνύεται ότι δεν υπάρχουν άλλες εναλλακτικές λύσεις και πρέπει να διεκπεραιωθεί για επιτακτικούς λόγους σημαντικού δημοσίου συμφέροντος, περιλαμβανομένων λόγων κοινωνικής ή οικονομικής φύσεως. Στην περίπτωση αυτή, λαμβάνονται αντισταθμιστικά μέτρα ώστε να εξασφαλισθεί η προστασία της συνολικής συνοχής του ευρωπαϊκού δικτύου προστατευόμενων ζωνών.

7.   Όταν στο δίκτυο προστατευόμενων ζωνών ευρίσκονται οικότοποι προτεραιότητας ή είδη προτεραιότητας, σχέδιο ή έργο που είναι δυνατόν να παραβλάψει την ακεραιότητα του τόπου μπορεί να εγκριθεί ή να αδειοδοτηθεί μόνο για επιτακτικούς λόγους σημαντικού δημοσίου συμφέροντος συνδεόμενους με τη δημόσια υγεία και τη δημόσια ασφάλεια ή με θετικές συνέπειες μείζονος σημασίας για το περιβάλλον και για άλλους επιτακτικούς λόγους σημαντικού δημοσίου συμφέροντος, οι οποίοι βασίζονται στη γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.

8.   Το ζήτημα του κατά πόσον η έγκριση σχεδίου ή η αδειοδότηση έργου που παραβλάπτει την ακεραιότητα του εδάφους συνιστά υπέρτερο δημόσιο συμφέρον κρίνεται από την κυβέρνηση βάσει προτάσεως υποβληθείσας από το υπουργείο κατόπιν αιτήσεως της κεντρικής κυβερνητικής αρχής στην οποία υπάγεται το εγκεκριμένο σχέδιο ή έργο. Η αίτηση περιέχει πληροφορίες σχετικά με την έκταση, την τοποθεσία των προτεινόμενων αντισταθμιστικών μέτρων και το ύψος της χρηματοδότησης που απαιτείται για την εφαρμογή τους, καθώς και τη γνωμοδότηση του υπουργείου σχετικά με την έκταση και την τοποθεσία των προτεινόμενων μέτρων που αναφέρονται στις πληροφορίες. Οι πληροφορίες συντάσσονται από τον κύριο του έργου και η γνωμοδότηση εκδίδεται από το υπουργείο κατόπιν αιτήσεως του κυρίου του έργου.

9.   Η πρόταση αντισταθμιστικών μέτρων εκπονείται, δαπάναις του κυρίου του έργου, από οργανισμό για τη διατήρηση της φύσης ή άλλον αρμόδιο επαγγελματία [άρθρο 55] σε συνεργασία με οργανισμό για τη διατήρηση της φύσης. Όσον αφορά πρόταση αντισταθμιστικών μέτρων, ο κύριος του έργου υποχρεούται, προτού προχωρήσει στην έγκριση ή στην αδειοδότηση ενός σχεδίου ή έργου, να ζητήσει την έγκριση του υπουργείου.»

10

Το άρθρο 85, παράγραφοι 3 και 4, του νόμου διευκρινίζει τα εξής:

«3.   Σε περίπτωση κινήσεως διαδικασίας με αντικείμενο την τήρηση των υποχρεώσεων που προβλέπονται δυνάμει ειδικού νόμου, η επιφορτισμένη με τη διατήρηση της φύσης αρχή εκδίδει απόφαση το αργότερο κατά την ημερομηνία της σχεδιαζόμενης δραστηριότητας, εάν η αίτηση έχει υποβληθεί σύμφωνα με το άρθρο 82, παράγραφος 1, τουλάχιστον 30 ημέρες πριν από τη σχεδιαζόμενη δραστηριότητα.

4.   Εάν η επιφορτισμένη με τη διατήρηση της φύσης αρχή δεν λάβει απόφαση σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στην παράγραφο 3, τεκμαίρεται ότι έχει λάβει απόφαση με την οποία κάνει δεκτή την αίτηση.»

11

Το άρθρο 104g, παράγραφοι 4 και 11, του νόμου περί διατήρησης της φύσης, όπως τροποποιήθηκε με τον νόμο 356/2019, ο οποίος τέθηκε σε ισχύ την 1η Ιανουαρίου 2020, ορίζει τα εξής:

«4.   Οι προβλεπόμενες στο άρθρο 13, παράγραφος 1, στοιχείο c, και στο άρθρο 14, παράγραφος 1, στοιχείο l, απαγορεύσεις δεν εφαρμόζονται στις δραστηριότητες που εκτελούνται στο πλαίσιο προγραμμάτων συντήρησης των δασών για τα οποία έχει συνταχθεί πρωτόκολλο, σύμφωνα με ειδική ρύθμιση, πριν από τις 31 Δεκεμβρίου 2019.

[…]

11.   Ο οργανισμός για τη διατήρηση της φύσης [(άρθρο 65a)] προβαίνει, το αργότερο μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 2020, σε εκτίμηση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων των εργασιών υλοτόμησης τις οποίες προβλέπουν τα προγράμματα συντήρησης των δασών που έχουν εγκριθεί σύμφωνα με την παράγραφο 10 στις ζώνες του ευρωπαϊκού δικτύου ζωνών διατήρησης και ζητεί, εντός της προθεσμίας αυτής, από την επιφορτισμένη με τη διατήρηση της φύσης αρχή να εκδώσει απόφαση σύμφωνα με το άρθρο 14, παράγραφοι 6 και 7, εφόσον η διενέργεια των εν λόγω εργασιών υλοτόμησης είναι δυνατόν να επηρεάσει αρνητικά τα είδη για τα οποία προβλέπονται μέτρα διατήρησης της ζώνης, ή προτείνει στην επιφορτισμένη με τη διατήρηση της φύσης αρχή να υποβάλει αίτηση τροποποίησης του προγράμματος συντήρησης των δασών προκειμένου να συμπεριληφθούν μέτρα που αποσκοπούν στην αποτροπή του ενδεχομένου να επέλθουν αρνητικές επιπτώσεις αυτού του είδους.»

2.   Ο νόμος περί των δασών

12

Κατά το άρθρο 14 του zákon č. 326/2005 Z. z. o lesoch (νόμου 326/2005 περί των δασών), όπως ίσχυε στις 24 Μαρτίου 2019 (στο εξής: νόμος περί των δασών):

«1.   Τα δάση ειδικού προορισμού είναι δάση που έχουν δηλωθεί ως τοιαύτα και έχουν ως στόχο να ανταποκριθούν στις ειδικές ανάγκες της κοινωνίας, των νομικών προσώπων ή των φυσικών προσώπων, για τα οποία τα συστήματα διαχείρισης αλλάζουν σημαντικά σε σχέση με τη συνήθη διαχείριση (στο εξής: ειδικό καθεστώς διαχείρισης).

2.   Ως δάση ειδικού προορισμού μπορούν να χαρακτηρίζονται:

a)

τα δάση στις ζώνες προστασίας των φάσεων I και II, όπου, κατά την άντληση επιφανειακών ή υπόγειων υδάτων, η αφθονία και η ποιότητα της πηγής ύδατος μπορούν να διασφαλιστούν μόνο με ειδικό τρόπο διαχείρισης·

b)

τα δάση στις ζώνες προστασίας φυσικών ορυκτών πόρων και στην εσωτερική ζώνη περιοχής με ιαματικά λουτρά·

c)

τα περιαστικά και λοιπά δάση που επιτελούν σημαντική υγειονομική, πολιτιστική ή ψυχαγωγική λειτουργία·

d)

τα δάση στα εκτροφεία φασιανών και στις μάντρες όπου εκτρέφονται αρτιοδάκτυλα

e)

τα δάση στις προστατευόμενες περιοχές και στις δασικές εκτάσεις στις οποίες ευρίσκονται οικότοποι κοινοτικού ενδιαφέροντος ή προστατευόμενα είδη·

f)

οι καταρτισθείσες βάσεις γενετικής παρακολούθησης των δασών·

g)

τα δάση που προορίζονται για την έρευνα και τη δασοπονία·

h)

τα δάση τα οποία είναι απαραίτητα για τις ανάγκες της κρατικής άμυνας δυνάμει ειδικών κανονιστικών ρυθμίσεων (στο εξής: στρατιωτικά δάση).

3.   Όταν δάση τα οποία εξυπηρετούν έναν ειδικό σκοπό κατά την έννοια της παραγράφου 2, στοιχείο e, δηλώνονται ως του δημοσίου συμφέροντος, εκπονείται πρόταση περί υπαγωγής στο ειδικό καθεστώς διαχείρισης στο πλαίσιο συνολικής μελέτης για την κατάσταση των δασών [άρθρο 38, παράγραφος 2, στοιχείο b)], η οποία διεξάγεται από κοινού με τον αιτούντα ή την εγκεκριμένη οργάνωσή του.»

13

Το άρθρο 23, παράγραφοι 6 έως 10, του νόμου προβλέπει τα εξής:

«6.   Αν η τυχαία συγκομιδή υπερβαίνει το 1/20 του συνολικού όγκου υλοτομημένης ξυλείας που προβλέπεται όσον αφορά την υλοτομία στο πλαίσιο προγράμματος δασικής διαχείρισης για την οικεία δασική μονάδα ή τον ενδιαφερόμενο ιδιοκτήτη ή δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί από τον δασοκόμο εντός προθεσμίας έξι μηνών, ο τελευταίος καταρτίζει χρονοδιάγραμμα για την εφαρμογή της και το υποβάλλει προς έγκριση στην εθνική υπηρεσία δασών. Η εθνική υπηρεσία δασών ενημερώνει την εθνική αρχή προστασίας της φύσης και του τοπίου για την κίνηση της διαδικασίας. Τυχόν ασκηθείσα προσφυγή κατά της αποφάσεως περί εγκρίσεως του προγράμματος πρόσθετων εργασιών υλοτόμησης δεν έχει ανασταλτικό αποτέλεσμα.

7.   Ο όγκος της ξυλείας που υλοτομείται σε λιβάδι άνω των 50 ετών δεν μπορεί να υπερβαίνει κατά ποσοστό μεγαλύτερο του 15 % την ποσότητα που συνιστάται με το πρόγραμμα δασικής διαχείρισης. Αν ο όγκος της υλοτομημένης ξυλείας, συμπεριλαμβανομένου του όγκου των νεκρών και διατηρηθέντων δένδρων, έχει φθάσει τον όγκο της συγκομιδής που συνιστάται με το πρόγραμμα δασικής διαχείρισης, αυξημένο κατά 15 %, ο δασοκόμος μπορεί να εξακολουθήσει να προβαίνει σε τυχαίες συγκομιδές ή πρόσθετες εργασίες υλοτόμησης.

8.   Η συγκομιδή δεν μπορεί να υπερβαίνει τον συνολικό όγκο υλοτομημένης ξυλείας που προβλέπεται όσον αφορά την υλοτομία στο πλαίσιο του προγράμματος δασικής διαχείρισης για τη δασική μονάδα [άρθρο 39, παράγραφος 3]. Όταν σε δασική μονάδα απασχολούνται περισσότεροι του ενός δασοκόμοι, κανένας εξ αυτών δεν μπορεί να υπερβεί τον συνολικό όγκο υλοτομημένης ξυλείας που προβλέπεται όσον αφορά την υλοτομία στην ιδιοκτησιακή μονάδα.

9.   Σε περίπτωση υπέρβασης της συνολικής ποσότητας ξυλείας που αναφέρεται στην παράγραφο 8, ο δασοκόμος, προβαίνοντας σε τυχαίες συγκομιδές ή έκτακτες εργασίες υλοτόμησης, μπορεί να πραγματοποιεί:

a)

την επείγουσα υλοτόμηση [άρθρο 22, παράγραφος 3, στοιχείο a] κατόπιν τροποποιήσεως του προγράμματος δασικής διαχείρισης [άρθρο 43, παράγραφοι 2 και 3]·

b)

την τυχαία υλοτόμηση·

c)

την κατ’ εξαίρεση παραγωγή· ή

d)

τα καθήκοντα του σχεδίου οικονομικών μέτρων [άρθρο 40, παράγραφος 2, στοιχείο c] βάσει επικαιροποιήσεως του προγράμματος δασικής διαχείρισης [άρθρο 43, παράγραφος 4].

10.   Η προμελετημένη υλοτόμηση δεν μειώνει την υποκατάσταση της δασικής κάλυψης σε λιγότερο από τα 7/10 πλήρους υποκατάστασης· η παρούσα διάταξη δεν εφαρμόζεται εάν:

a)

σκοπός είναι η μείωση της υποκατάστασης από την αναγεννητική εξόρυξη ορυκτών·

b)

το δάσος αναδημιουργείται· ή

c)

τούτο είναι αποτέλεσμα του λειτουργικού προσανατολισμού των προστατευόμενων δασών ή ενός ειδικού καθεστώτος διαχείρισης.»

14

Το άρθρο 28, παράγραφοι 1 και 2, του νόμου έχει ως εξής:

«1.   Ο δασοκόμος οφείλει να εφαρμόζει προληπτικά μέτρα προκειμένου να προλαμβάνει τις ζημίες που προκαλούνται στα δάση και μέτρα προστασίας και άμυνας κατά των οφειλόμενων σε επιβλαβείς παράγοντες ζημιογόνων αποτελεσμάτων, ιδίως:

a)

να μεριμνά για τον εντοπισμό και την καταχώριση της εμφάνισης και της ανάπτυξης επιβλαβών παραγόντων και δασικών ζημιών που οφείλονται σε αυτούς· σε περίπτωση ακραίας εμφάνισης, να ενημερώνει αμελλητί την κρατική δασική υπηρεσία και τον κρατικό επαγγελματικό οργανισμό ελέγχου της προστασίας των δασών [άρθρο 29]·

b)

να εφαρμόζει προληπτικά μέτρα ώστε να αποφεύγεται η υπερβολική εξάπλωση βιοτικών ενοχλήσεων και να διασφαλίζεται η σταθερότητα και η ανθεκτικότητα των δασοσυστάδων·

c)

να απομακρύνει κατά προτεραιότητα τα μολυσμένα δέντρα και τα δέντρα που έχουν υποστεί ζημία στις δασοσυστάδες, τα οποία ενδέχεται να αποτελούν πηγή αυξημένων βιοτικών ενοχλήσεων, πλην των ζωνών που κατατάσσονται στον πέμπτο βαθμό προστασίας·

d)

να προωθεί υγιείς πρακτικές και υγιή προϊόντα στον τομέα της προστασίας των δασών, δίνοντας ιδιαίτερη έμφαση στις βιολογικές και βιοτεχνικές πρακτικές στον τομέα της προστασίας από τα οφειλόμενα σε βιοτικούς παράγοντες ζημιογόνα αποτελέσματα·

e)

να διαχειρίζεται τα δάση που βρίσκονται υπό την επίδραση εκπομπών σύμφωνα με τα οικονομικά μέτρα που εξειδικεύονται στα προγράμματα δασικής διαχείρισης προκειμένου να μετριαστούν οι αρνητικές επιπτώσεις τους·

f)

να εφαρμόζει μέτρα για την πρόληψη ζημιών που προκαλούνται από θηράματα·

g)

να εφαρμόζει προληπτικά μέτρα κατά των δασικών πυρκαγιών·

h)

να διαχειρίζεται το δάσος κατά τρόπον ώστε να μη θέτει σε κίνδυνο τα δάση άλλων ιδιοκτητών·

i)

να τηρεί τα λοιπά μέτρα προστασίας των δασών που επιβάλλονται από την εθνική δασική υπηρεσία ή τον κρατικό επαγγελματικό οργανισμό ελέγχου της προστασίας των δασών [άρθρο 29].

2.   Σε περίπτωση απειλής για τα δάση ή ζημιογόνων αποτελεσμάτων που οφείλονται σε επιβλαβείς παράγοντες, ο δασοκόμος οφείλει να λαμβάνει, ιδίαις δαπάναις, επείγοντα μέτρα ώστε να αποτρέψει τις απειλές για τα δάση και να αποκαταστήσει τις επιπτώσεις των ζημιών· όσον αφορά τους προστατευόμενους τόπους που κατατάσσονται στον πέμπτο βαθμό προστασίας, η υποχρέωση αυτή επιβάλλεται μόνο μετά την έναρξη ισχύος της αποφάσεως της εθνικής αρχής για τη διατήρηση της φύσης και του τοπίου με την οποία χορηγείται εξαίρεση.»

15

Κατά το άρθρο 41, παράγραφος 13, του ιδίου νόμου, όπως τροποποιήθηκε με τον νόμο 355/2019, ο οποίος τέθηκε σε ισχύ την 1η Ιανουαρίου 2020:

«Η πρόταση προγράμματος συντήρησης εγκρίνεται από την επιφορτισμένη με τη διοίκηση των δασών αρχή με απόφαση που επαναλαμβάνει σε παράρτημα το πρόγραμμα συντήρησης μετά τη χορήγηση από τον διαχειριστή του συστήματος πληροφοριών της δασικής διοίκησης [άρθρο 45] πιστοποιητικού με το οποίο βεβαιώνεται η ακρίβεια και η συμμόρφωση των συνδέσεων μεταξύ των ψηφιακών και των γραφικών δεδομένων της πρότασης προγράμματος συντήρησης και μετά τη δεσμευτική γνώμη των οικείων υπηρεσιών για τον έλεγχο της τήρησης των παρατηρήσεων και των απαιτήσεων που διατυπώνονται σύμφωνα με την παράγραφο 8· εάν πρόκειται για ζώνες του ευρωπαϊκού δικτύου ζωνών διατήρησης, η επιφορτισμένη με τη διοίκηση των δασών αρχή εκδίδει επίσης την απόφασή της βάσει εκτιμήσεως πραγματοποιηθείσας σύμφωνα με ειδική κανονιστική ρύθμιση [σημείωση 57 aa, η οποία παραπέμπει στο άρθρο 28 του νόμου περί διατήρησης της φύσης, όπως τροποποιήθηκε], που περιλαμβάνει πρόταση μέτρων με σκοπό να διασφαλιστεί ότι η θέση σε εφαρμογή του προγράμματος συντήρησης δεν θα έχει αρνητικές επιπτώσεις στις ζώνες αυτές. […]»

II. Η προ της ασκήσεως της προσφυγής διαδικασία

16

Κατά το έτος 2017, η Επιτροπή έγινε αποδέκτης πλειόνων καταγγελιών περί υπερεκμετάλλευσης των δασών στις δώδεκα ΖΕΠ που είχαν ορισθεί για τη διατήρηση του αγριόκουρκου (Tetrao urogallus) στη Σλοβακία, η οποία φέρεται να αλλοίωσε την κατάσταση διατήρησης του εν λόγω προστατευόμενου είδους.

17

Κατά τις συναντήσεις που έλαβαν χώρα τον Οκτώβριο του 2017, τον Φεβρουάριο του 2018, καθώς και μεταξύ 31ης Μαΐου και 1ης Ιουνίου 2018, η Επιτροπή κάλεσε επανειλημμένως τη Σλοβακική Δημοκρατία να συμμορφωθεί προς το άρθρο 6, παράγραφος 3, της οδηγίας για τους οικοτόπους.

18

Στις 19 Ιουλίου 2018, η Επιτροπή απηύθυνε στο εν λόγω κράτος μέλος, σύμφωνα με το άρθρο 258 ΣΛΕΕ, προειδοποιητική επιστολή, κατά την οποία εκτιμούσε ότι το εν λόγω κράτος μέλος είχε παραβεί τις υποχρεώσεις που υπέχει από τις οδηγίες για τους οικοτόπους και για τα πτηνά, καθόσον τα ΠΣΔ, οι εργασίες επείγουσας υλοτόμησης καθώς και τα μέτρα που αποσκοπούν στην πρόληψη των απειλών για τα δάση και στην εξάλειψη των ζημιογόνων αποτελεσμάτων των φυσικών καταστροφών που αφορούν επιβλαβείς παράγοντες, δεν είχαν εκτιμηθεί δεόντως ως προς τις επιπτώσεις τους λαμβανομένων υπόψη των στόχων διατήρησης των οικείων ΖΕΠ.

19

Απαντώντας στην προειδοποιητική επιστολή, στις 12 Σεπτεμβρίου 2018, οι σλοβακικές αρχές παραδέχθηκαν ότι η κατάσταση και οι πληθυσμιακές τάσεις του αγριόκουρκου (Tetrao urogallus), όπως είχαν διαμορφωθεί, ήταν δυσμενείς για τη διατήρηση του προστατευόμενου αυτού είδους και ότι ήταν αναγκαίο να ληφθούν μέτρα προς βελτίωση της κατάστασης, συμπεριλαμβανομένης της τροποποίησης της ισχύουσας σχετικής νομοθεσίας, ήτοι του νόμου περί διατήρησης της φύσης και του νόμου περί των δασών.

20

Με την από 24 Ιανουαρίου 2019 επιστολή, η Επιτροπή απηύθυνε αιτιολογημένη γνώμη στη Σλοβακική Δημοκρατία, προσάπτοντάς της ότι μετέφερε πλημμελώς στο εσωτερικό της δίκαιο το άρθρο 6, παράγραφος 3, της οδηγίας για τους οικοτόπους σε συνδυασμό με το άρθρο 7 της οδηγίας αυτής, καθώς και ότι παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από το άρθρο 6, παράγραφος 2, της οδηγίας για τους οικοτόπους σε συνδυασμό με το άρθρο 7, και το άρθρο 4, παράγραφος 1, της οδηγίας για τα πτηνά. Η Επιτροπή κάλεσε το εν λόγω κράτος μέλος να συμμορφωθεί προς την αιτιολογημένη γνώμη εντός προθεσμίας δύο μηνών.

21

Με επιστολές της 21ης Μαρτίου 2019, της 21ης Ιουνίου 2019, της 20ής Δεκεμβρίου 2019 και της 2ας Ιουλίου 2020, η Σλοβακική Δημοκρατία απάντησε στην αιτιολογημένη γνώμη, προβάλλοντας τον ισχυρισμό ότι οι παραβάσεις τής προσάπτονταν αβασίμως.

22

Τον Σεπτέμβριο του 2019 τροποποιήθηκαν ο νόμος περί διατήρησης της φύσης και ο νόμος περί των δασών, με ισχύ από 1ης Ιανουαρίου 2020, οπότε η Σλοβακική Δημοκρατία θεωρούσε ότι η συμβατότητα της εθνικής νομοθεσίας προς το δίκαιο της Ένωσης διασφαλιζόταν πλήρως από την ημερομηνία αυτή και εφεξής.

23

Κατά τους μήνες Νοέμβριο του 2019, Ιούνιο του 2020 και Οκτώβριο του 2020, η Επιτροπή έλαβε επικαιροποιημένες πληροφορίες από τους καταγγέλλοντες, με τις οποίες επιβεβαιώνονταν η καταστροφή οικοτόπων του αγριόκουρκου (Tetrao urogallus), η μείωση του πληθυσμού του είδους αυτού μεταξύ των ετών 2015 και 2018 και το γεγονός ότι κατά τη διάρκεια του 2019 είχαν πραγματοποιηθεί εργασίες υλοτόμησης σε ΖΕΠ που είχαν ορισθεί για τη διατήρηση του εν λόγω είδους.

24

Μεταξύ Μαΐου και Ιουλίου 2020 η Επιτροπή έλαβε πληροφορίες σχετικά με την εκτίμηση των εργασιών επείγουσας υλοτόμησης, εκτίμηση η οποία είχε διενεργηθεί σύμφωνα με τις τροποποιηθείσες νομοθετικές διατάξεις που τέθηκαν σε ισχύ την 1η Ιανουαρίου 2020 στη σλοβακική έννομη τάξη.

25

Εκτιμώντας ότι τα μέτρα που κοινοποίησε η Σλοβακική Δημοκρατία ήταν ανεπαρκή για να παύσει η προβαλλόμενη κατάσταση παραβάσεως, η Επιτροπή αποφάσισε, στις 5 Δεκεμβρίου 2020, να ασκήσει την υπό κρίση προσφυγή.

III. Επί της προσφυγής

26

Προς στήριξη της προσφυγής της, η Επιτροπή προβάλλει τρεις αιτιάσεις, οι οποίες αντλούνται από παράβαση, πρώτον, του άρθρου 6, παράγραφος 3, της οδηγίας για τους οικοτόπους, δεύτερον, του άρθρου 6, παράγραφος 2, της ίδιας οδηγίας και, τρίτον, του άρθρου 4, παράγραφος 1, της οδηγίας για τα πτηνά.

Α. Επί της πρώτης αιτιάσεως, που αντλείται από παράβαση του άρθρου 6, παράγραφος 3, της οδηγίας για τους οικοτόπους σε συνδυασμό με το άρθρο 7 της οδηγίας αυτής

1.   Επιχειρήματα των διαδίκων

27

Η Επιτροπή θεωρεί ότι η Σλοβακική Δημοκρατία παρέβη το άρθρο 6, παράγραφος 3, της οδηγίας για τους οικοτόπους, σε συνδυασμό με το άρθρο 7 της οδηγίας αυτής, προβλέποντας ότι τα ΠΣΔ και οι τροποποιήσεις τους, οι εργασίες επείγουσας υλοτόμησης καθώς και τα μέτρα που αποσκοπούν στην πρόληψη των απειλών για τα δάση και στην εξάλειψη των ζημιογόνων αποτελεσμάτων των φυσικών καταστροφών απαλλάσσονται από την υποχρέωση κατά την οποία, όταν είναι δυνατόν να επηρεάζουν σημαντικά τις ζώνες του δικτύου Natura 2000, εκτιμώνται δεόντως ως προς τις επιπτώσεις τους στην οικεία ζώνη, λαμβανομένων υπόψη των στόχων διατήρησης της εν λόγω ζώνης.

28

Συναφώς, κατά πρώτον, όσον αφορά τα ΠΣΔ, η Επιτροπή εκτιμά ότι αυτά πρέπει να θεωρηθούν ως σχέδια ή έργα που δεν συνδέονται άμεσα, ούτε είναι αναγκαία για τη διαχείριση του τόπου, στο μέτρο που δεν καθορίζουν κανέναν στόχο ή μέτρο διατήρησης.

29

Κατά το εν λόγω θεσμικό όργανο, τα ΠΣΔ είναι δυνατόν να διακυβεύουν τους στόχους διατήρησης των περιοχών του δικτύου Natura 2000, δεδομένου ότι η εκτέλεσή τους μπορεί, μεταξύ άλλων, να οδηγήσει σε υλοτομία ή δασική οδοποιία στις εν λόγω περιοχές, ή να τις επηρεάσει. Επομένως, σύμφωνα με το άρθρο 6, παράγραφος 3, της οδηγίας για τους οικοτόπους, οι σλοβακικές αρχές υποχρεούνται να εκτιμήσουν δεόντως τα ΠΣΔ ως προς τις επιπτώσεις τους και να τα εγκρίνουν μόνον υπό τον όρο ότι δεν θα παραβλάψουν την ακεραιότητα των τόπων περί των οποίων πρόκειται.

30

Εν προκειμένω, η Επιτροπή επισημαίνει ότι, κατά την εκπνοή της ταχθείσας με την αιτιολογημένη γνώμη προθεσμίας, ήτοι στις 24 Μαρτίου 2019, η σλοβακική νομοθεσία δεν ήταν συμβατή με τη διάταξη αυτή, καθόσον, αφενός, θεωρούμενα ως έγγραφα που εξυπηρετούν τη διατήρηση της φύσης, τα ΠΣΔ δεν υποβάλλονταν σε δέουσα εκτίμηση ως προς τις επιπτώσεις τους στους θιγόμενους τόπους, και καθόσον, αφετέρου, από 1ης Ιανουαρίου 2015, καταργήθηκε η προϋπάρχουσα υποχρέωση να περιλαμβάνεται στη γνωμοδότηση της επιφορτισμένης με τη διατήρηση της φύσης αρχής γνωμάτευση σχετικά με τη δέουσα εκτίμηση των επιπτώσεων. Ειδικότερα, από την προβλεπόμενη στο άρθρο 41, παράγραφος 13, του νόμου περί των δασών διαδικασία προκύπτει ότι ζητείτο η γνώμη της επιφορτισμένης με τη διατήρηση της φύσης αρχής επί της προτάσεως σχεδίου και όχι επί της τελικής μορφής του, ενώ η τελευταία μπορούσε να διαφέρει από εκείνη επί της οποίας είχε γνωμοδοτήσει η εν λόγω αρχή και ότι, αν η αρχή δεν απαντούσε εντός δεκαπενθήμερης προθεσμίας, δεν πραγματοποιείτο δέουσα εκτίμηση των επιπτώσεων.

31

Επιπλέον, η Επιτροπή εκθέτει τα πραγματικά περιστατικά ως είχαν κατά τον χρόνο ασκήσεως της υπό κρίση προσφυγής, λαμβάνοντας υπόψη τις νομοθετικές τροποποιήσεις που τέθηκαν σε ισχύ την 1η Ιανουαρίου 2020, όπως μνημονεύθηκαν στη σκέψη 22 της παρούσας αποφάσεως. Συναφώς, η Επιτροπή διαπιστώνει, αφενός, ότι με τις εν λόγω τροποποιήσεις διασφαλίζεται ότι τα ΠΣΔ εκτιμώνται δεόντως ως προς τις επιπτώσεις τους, αν δεν είναι δυνατόν να αποκλεισθεί ότι θα μπορούσαν να επηρεάζουν σημαντικά τις περιοχές του δικτύου Natura 2000 και, επομένως, δεν τίθεται πλέον ζήτημα ασυμβατότητας προς το άρθρο 6, παράγραφος 3, της οδηγίας για τους οικοτόπους όσον αφορά τα ΠΣΔ που καταρτίσθηκαν και εγκρίθηκαν μετά την έναρξη ισχύος των εν λόγω νομοθετικών τροποποιήσεων. Αντιθέτως, τα υφιστάμενα και ήδη εγκριθέντα ΠΣΔ απαλλάσσονται από την υποχρέωση να διενεργηθεί δέουσα εκτίμηση των επιπτώσεών τους.

32

Αφετέρου, η Επιτροπή εκτιμά ότι οι προβλεπόμενες στις εν λόγω νομοθετικές τροποποιήσεις μεταβατικές διατάξεις δεν επαρκούν για τη διασφάλιση της συμβατότητας της εθνικής νομοθεσίας προς το άρθρο 6, παράγραφος 3, της οδηγίας για τους οικοτόπους. Πρώτον, από τις διατάξεις αυτές δεν προκύπτει σαφώς επί ποιας βάσεως ο οργανισμός για τη διατήρηση της φύσης υποχρεούται να κινήσει τη διαδικασία τροποποίησης ενός ΠΣΔ το οποίο έχει εγκριθεί. Δεύτερον, δεν προβλέπεται ρητή υποχρέωση περί εκτίμησης του κατά πόσον ένα τέτοιο ΠΣΔ είναι δυνατόν να επηρεάσει σημαντικά τον οικείο τόπο, ούτε ρητή υποχρέωση περί δέουσας εκτίμησής του ως προς τις επιπτώσεις του. Τρίτον, δεν διασφαλίζεται ότι θα δοθεί συνέχεια σε περίπτωση που ο οργανισμός για τη διατήρηση της φύσης υποβάλει αίτηση για την τροποποίηση ενός ΠΣΔ το οποίο έχει ήδη εγκριθεί. Τέταρτον, προβλέπεται εκτίμηση μόνον των επιπτώσεων των προβλεπόμενων στα ΠΣΔ εργασιών υλοτόμησης και όχι των επιπτώσεων του ΠΣΔ στο σύνολό του. Πέμπτον, δεν διευκρινίζεται ότι τα εγκριθέντα ΠΣΔ μπορούν να τεθούν σε εφαρμογή μόνον εφόσον δεν θα παραβλάψουν την ακεραιότητα των περιοχών του δικτύου Natura 2000.

33

Κατά δεύτερον, όσον αφορά τις εργασίες επείγουσας υλοτόμησης, η Επιτροπή παρατηρεί, κατ’ αρχάς, ότι αυτές πρέπει να θεωρηθούν ως σχέδια ή έργα που δεν είναι αναγκαία για τις περιοχές του δικτύου Natura 2000, δεδομένου ότι δεν επιδιώκουν τον στόχο διατήρησης των οικοτόπων ή των ειδών ο οποίος δικαιολογεί τον χαρακτηρισμό ενός τόπου ως «προστατευόμενης περιοχής του δικτύου Natura 2000».

34

Εν συνεχεία, η Επιτροπή επισημαίνει ότι, κατά την εκπνοή της ταχθείσας με την αιτιολογημένη γνώμη προθεσμίας, το άρθρο 23, παράγραφος 9, του νόμου περί των δασών προέβλεπε τη δυνατότητα εκτελέσεως εργασιών επείγουσας υλοτόμησης πέραν του πλαισίου που είχε καθορισθεί με το ΠΣΔ, χωρίς να απαιτείται η χορήγηση άδειας από την επιφορτισμένη με τη διατήρηση της φύσης αρχή.

35

Περαιτέρω, το εν λόγω θεσμικό όργανο διευκρινίζει ότι, σύμφωνα με τις εφαρμοστέες εθνικές διατάξεις, υποχρέωση ενημέρωσης της επιφορτισμένης με τη διατήρηση της φύσης αρχή υφίστατο μόνον αν ο όγκος της υλοτομημένης ξυλείας υπερέβαινε το 20 % του δασικού αποθέματος στην καλυπτόμενη από το ΠΣΔ ζώνη ή αν αφορούσε συνεχόμενη έκταση μεγαλύτερη των 0,5 εκταρίων. Εξάλλου, αν η εν λόγω αρχή δεν εξέδιδε γνώμη εντός 30 ημερών, τεκμαιρόταν η συγκατάθεσή της.

36

Κατά τη διάρκεια της προ της ασκήσεως της προσφυγής διαδικασίας οι σλοβακικές αρχές παραδέχθηκαν επίσης, συναφώς, ότι η σχετική νομοθεσία δεν ήταν συμβατή με το άρθρο 6, παράγραφος 3, της οδηγίας για τους οικοτόπους και γνωστοποίησαν τις νομοθετικές τροποποιήσεις που τέθηκαν σε ισχύ την 1η Ιανουαρίου 2020, με τις οποίες εισάγονται νέοι κανόνες διέποντες τις εργασίες επείγουσας υλοτόμησης για κάθε επίπεδο προστασίας, αλλά οι οποίες, κατά την άποψη της Επιτροπής, εξακολουθούν να είναι ανεπαρκείς.

37

Ειδικότερα, σύμφωνα με τα διαλαμβανόμενα στο άρθρο 23, παράγραφος 14, του νόμου περί των δασών, οι δασοκόμοι εξακολουθούν, κατά την Επιτροπή, να έχουν τη δυνατότητα να προβαίνουν σε εργασίες επείγουσας υλοτόμησης πέραν του συνολικού όγκου υλοτομημένης ξυλείας που καθορίζεται με το ΠΣΔ. Όσον αφορά δε τους υπαγόμενους στο δεύτερο, στο τρίτο και στο τέταρτο επίπεδο προστασίας τόπους, όπου ευρίσκονται οι περισσότερες περιοχές του δικτύου Natura 2000, μολονότι η επιφορτισμένη με τη διατήρηση της φύσης αρχή μπορεί, υπό ορισμένες προϋποθέσεις, να απαγορεύσει ή να περιορίσει μια επείγουσα υλοτόμηση, ουδόλως προβλέπεται ότι η τελευταία εκτιμάται δεόντως ως προς τις επιπτώσεις της. Επιπλέον, οι σλοβακικές αρχές επιβεβαίωσαν ότι, ακόμη και για το πέμπτο επίπεδο προστασίας, ήταν δυνατή μέχρι την 1η Ιανουαρίου 2020 η εξαίρεση από την απαγόρευση των μέτρων αυτών με την τεκμαιρόμενη συγκατάθεση της επιφορτισμένης με τη διατήρηση της φύσης αρχής.

38

Τέλος, η Επιτροπή παρατηρεί ότι οι εργασίες επείγουσας υλοτόμησης αντιπροσώπευαν κατά προσέγγιση το 52 % του συνολικού όγκου των εργασιών υλοτόμησης που πραγματοποιήθηκαν στη Σλοβακία κατά το 2017. Μεταξύ των ετών 2014 και 2017, το μερίδιό τους στον συνολικό όγκο των εργασιών υλοτόμησης που πραγματοποιήθηκαν στη Σλοβακία ανερχόταν κατά μέσο όρο σε ποσοστό μεγαλύτερο του 55 % σε σχέση με τις προβλεπόμενες στα ΠΣΔ εργασίες υλοτόμησης και, κατά την τελευταία δεκαετία, οι εργασίες επείγουσας υλοτόμησης αντιπροσώπευαν ποσοστό μεταξύ 40 % και 65 % της απόληψης ξυλείας στο εν λόγω κράτος μέλος.

39

Κατά τρίτον, όσον αφορά τα μέτρα που αποσκοπούν στην πρόληψη των απειλών για τα δάση και στην εξάλειψη των οφειλόμενων σε επιβλαβείς παράγοντες ζημιογόνων αποτελεσμάτων, τα οποία, για τους ίδιους λόγους με τους εκτιθέμενους στη σκέψη 33 της παρούσας αποφάσεως, δεν συνδέονται άμεσα με τη διαχείριση των τόπων, η Επιτροπή επισημαίνει ότι, όπως ίσχυε και για τις εργασίες επείγουσας υλοτόμησης, δεν απαιτείτο η απόφαση της επιφορτισμένης με τη διατήρηση της φύσης αρχής παρά μόνο στο πέμπτο επίπεδο προστασίας και, ακόμη και στην περίπτωση αυτή, ελλείψει εκδόσεως σχετικής αποφάσεως από την εν λόγω αρχή εντός 30 ημερών, τεκμαιρόταν η συγκατάθεσή της, με αποτέλεσμα τα μέτρα αυτά να μην εκτιμώνται δεόντως ως προς τις επιπτώσεις τους.

40

Η Σλοβακική Δημοκρατία αντικρούει τον ισχυρισμό της Επιτροπής περί απαλλαγής των ΠΣΔ από την υποχρέωση διενέργειας δέουσας εκτίμησης των επιπτώσεών τους. Στο πλαίσιο αυτό, το εν λόγω κράτος μέλος εκφράζει την ικανοποίησή του για το γεγονός ότι η αιτίαση της Επιτροπής δεν αφορά πλέον τα ΠΣΔ που καταρτίσθηκαν και εγκρίθηκαν μετά την 1η Ιανουαρίου 2020 και παραδέχεται, με το υπόμνημά του ανταπαντήσεως, ότι τα ΠΣΔ που εκδόθηκαν πριν από την 1η Ιανουαρίου 2020 δεν εκτιμήθηκαν δεόντως ως προς τις επιπτώσεις τους μεταξύ της 1ης Ιανουαρίου 2015 και της 31ης Δεκεμβρίου 2019 λόγω υφιστάμενων κενών κατά την εφαρμογή στην πράξη της ισχύουσας κατά την περίοδο αυτή κανονιστικής ρυθμίσεως.

41

Εντούτοις, οι σλοβακικές αρχές επισημαίνουν ότι, αφενός, τα εν λόγω ΠΣΔ δεν απαλλάσσονταν, παρ’ όλα αυτά, από την προβλεπόμενη στο άρθρο 6, παράγραφος 3, της οδηγίας για τους οικοτόπους υποχρέωση περί δέουσας εκτίμησής τους, καθόσον το άρθρο 28 του νόμου περί διατήρησης της φύσης, το οποίο μεταφέρει τη διάταξη αυτή στη σλοβακική έννομη τάξη, είχε εφαρμογή επ’ αυτών. Αφετέρου, σύμφωνα με το άρθρο 104g, παράγραφος 11, του νόμου περί διατήρησης της φύσης, ο οποίος τέθηκε σε ισχύ την 1η Ιανουαρίου 2020, ο οργανισμός για τη διατήρηση της φύσης υπείχε την υποχρέωση να προβεί, πριν από τις 31 Δεκεμβρίου 2020, σε εκτίμηση μιας προμελετημένης στο πλαίσιο των παλαιών ΠΣΔ υλοτόμησης ως προς τις επιπτώσεις της στις περιοχές του δικτύου Natura 2000.

42

Επιπλέον, όσον αφορά τις εργασίες επείγουσας υλοτόμησης και τα λοιπά μέτρα προστασίας του δάσους, η Σλοβακική Δημοκρατία επισημαίνει ότι, από 1ης Ιανουαρίου 2020, έπαυσε να ισχύει το τεκμήριο περί συγκατάθεσης της επιφορτισμένης με τη διατήρηση της φύσης αρχής, περί του οποίου έγινε λόγος στη σκέψη 35 της παρούσας αποφάσεως.

43

Τέλος, η Σλοβακική Δημοκρατία αμφισβητεί το παραδεκτό του ισχυρισμού που προέβαλε η Επιτροπή κατά το στάδιο του υπομνήματος απαντήσεως, κατά τον οποίο ο εκ μέρους της επιφορτισμένης με τη διατήρηση της φύσης αρχής προέλεγχος σχετικά με το ενδεχόμενο σημαντικών επιπτώσεων στον τόπο δεν καταλήγει στην έκδοση αποφάσεως με την οποία διαπιστώνεται αν οι εργασίες επείγουσας υλοτόμησης είναι δυνατόν να επηρεάζουν σημαντικά τις περιοχές του δικτύου Natura 2000, καθόσον ο ισχυρισμός αυτός κείται εκτός του πλαισίου των προβαλλομένων παραβάσεων και είναι, κατά συνέπεια, απαράδεκτος.

2.   Εκτίμηση του Δικαστηρίου

α)   Επί του παραδεκτού

44

Προκειμένου να προσδιορισθεί το εύρος της υπό κρίση αιτιάσεως, επισημαίνεται ότι η ύπαρξη παραβάσεως πρέπει να εκτιμάται σε συνάρτηση με την κατάσταση του κράτους μέλους ως είχε κατά την εκπνοή της ταχθείσας με την αιτιολογημένη γνώμη προθεσμίας, ενώ ενδεχόμενες μεταγενέστερες μεταβολές δεν λαμβάνονται υπόψη από το Δικαστήριο [απόφαση της 27ης Φεβρουαρίου 2020, Επιτροπή κατά Βελγίου (Λογιστές), C‑384/18, EU:C:2020:124, σκέψη 18 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία]. Συνακόλουθα, το αντικείμενο προσφυγής λόγω παραβάσεως που ασκείται κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 258 ΣΛΕΕ οριοθετείται από την αιτιολογημένη γνώμη της Επιτροπής, οπότε η προσφυγή πρέπει να στηρίζεται στους ίδιους με την αιτιολογημένη γνώμη λόγους και ισχυρισμούς [απόφαση της 24ης Ιουνίου 2021, Επιτροπή κατά Ισπανίας (Υποβάθμιση της φυσικής περιοχής Doñana), C‑559/19, EU:C:2021:512, σκέψη 160 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία].

45

Σε περίπτωση μεταγενέστερης τροποποίησης της εθνικής νομοθετικής ρύθμισης που βάλλεται στο πλαίσιο της διαδικασίας λόγω παραβάσεως, το αντικείμενο της προσφυγής δεν μεταβάλλεται αν η Επιτροπή επαναλάβει κατά της ρύθμισης που προέκυψε από την τροποποίηση τις αιτιάσεις που διατύπωσε σε σχέση με την προϊσχύσασα ρύθμιση, υπό την προϋπόθεση ότι οι δύο εθνικές ρυθμίσεις έχουν πανομοιότυπο περιεχόμενο [απόφαση της 27ης Φεβρουαρίου 2020, Επιτροπή κατά Βελγίου (Λογιστές), C‑384/18, EU:C:2020:124, σκέψη 19 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία].

46

Αντιθέτως, το αντικείμενο της διαφοράς δεν μπορεί να διευρυνθεί ώστε να καλύπτει υποχρεώσεις που απορρέουν από νέες διατάξεις των οποίων αντίστοιχες δεν υπήρχαν στο αρχικό κείμενο της επίμαχης πράξης, διότι τούτο θα συνιστούσε παράβαση ουσιώδους τύπου της διαδικασίας για τη διαπίστωση παραβάσεως [απόφαση της 27ης Φεβρουαρίου 2020, Επιτροπή κατά Βελγίου (Λογιστές), C‑384/18, EU:C:2020:124, σκέψη 20 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία].

47

Εν προκειμένω, στο μέτρο που η Επιτροπή επανέλαβε, με το δικόγραφο της προσφυγής της και με το υπόμνημά της απαντήσεως, την πρώτη αιτίαση που προέβαλε αρχικώς με την αιτιολογημένη γνώμη της και κατά των νομοθετικών τροποποιήσεων που μνημονεύονται στη σκέψη 22 της παρούσας αποφάσεως, πρέπει να εξεταστεί αν η επανάληψη αυτή συνεπάγεται, αυτή καθεαυτήν, μεταβολή του περιεχομένου της εν λόγω αιτιάσεως.

48

Πρώτον, όσον αφορά το πρώτο σκέλος της πρώτης αιτιάσεως, σχετικά με την έλλειψη δέουσας εκτίμησης των ΠΣΔ ως προς τις επιπτώσεις τους, επισημαίνεται ότι το άρθρο 41, παράγραφος 13, του νόμου περί των δασών, όπως διαμορφώθηκε μετά τις τροποποιήσεις που τέθηκαν σε ισχύ την 1η Ιανουαρίου 2020, περιλαμβάνει εφεξής ρητή υποχρέωση περί υποβολής των ΠΣΔ σε δέουσα εκτίμηση, η οποία όμως δεν ασκεί επιρροή επί των υφιστάμενων και εγκριθέντων πριν από την ημερομηνία αυτή ΠΣΔ, τα οποία εξακολουθούν να απαλλάσσονται από την υποχρέωση να υποβληθούν σε τέτοιου είδους εκτίμηση. Επομένως, σε σχέση με τη διάταξη αυτή δεν υφίσταται αντίστοιχη διάταξη στην προϊσχύσασα νομοθεσία.

49

Δεύτερον, ως προς το δεύτερο σκέλος της πρώτης αιτιάσεως, το οποίο αφορά την έλλειψη δέουσας εκτίμησης των εργασιών επείγουσας υλοτόμησης, η ίδια η Επιτροπή παραδέχεται ότι με την τροποποίηση του νόμου περί διατήρησης της φύσης εισήχθησαν νέοι κανόνες διέποντες τις εν λόγω εργασίες επείγουσας υλοτόμησης για κάθε επίπεδο προστασίας, για τους οποίους, ως εκ τούτου, δεν υφίσταται αντίστοιχη διάταξη στην προϊσχύσασα νομοθεσία.

50

Τρίτον, όσον αφορά το τρίτο σκέλος της πρώτης αιτιάσεως, το οποίο αφορά την έλλειψη δέουσας εκτίμησης των μέτρων που αποσκοπούν στην πρόληψη των απειλών για τα δάση και στην εξάλειψη των οφειλόμενων σε επιβλαβείς παράγοντες ζημιογόνων αποτελεσμάτων, από το γράμμα του άρθρου 26, παράγραφος 5, του νόμου περί διατήρησης της φύσης, όπως διαμορφώθηκε μετά τις τροποποιήσεις που τέθηκαν σε ισχύ την 1η Ιανουαρίου 2020, προκύπτει ότι η διάταξη αυτή θεσπίζει νέο κανόνα, ήτοι την εφαρμογή των κανόνων σχετικά με το τρίτο επίπεδο προστασίας στις προστατευόμενες ζώνες για τα πτηνά.

51

Συνακόλουθα, στο μέτρο που με τις τροποποιήσεις του νόμου περί διατήρησης της φύσης και του νόμου περί των δασών, όπως οι τροποποιήσεις αυτές τέθηκαν σε ισχύ την 1η Ιανουαρίου 2020, μετεβλήθη σημαντικά το νομοθετικό πλαίσιο προστασίας των δασών στη σλοβακική επικράτεια, το περιεχόμενό τους δεν μπορεί να θεωρηθεί πανομοιότυπο με εκείνο της προϊσχύσασας νομοθεσίας.

52

Επομένως, στο μέτρο που η πρώτη αιτίαση αφορά και τις εν λόγω νομοθετικές τροποποιήσεις, αυτές τροποποιούν το περιεχόμενο της αιτιάσεως, οπότε πρέπει να εξεταστεί η αιτίαση χωρίς να ληφθεί υπόψη η διεύρυνση στην οποία προέβη η Επιτροπή με το δικόγραφο της προσφυγής και με το υπόμνημα απαντήσεως και, συνεπώς, να ληφθεί υπόψη το περιεχόμενο της εν λόγω αιτιάσεως όπως αυτό προσδιορίσθηκε με την αιτιολογημένη γνώμη.

53

Υπό τις συνθήκες αυτές, το Δικαστήριο πρέπει να απορρίψει ως απαράδεκτη την πρώτη αιτίαση κατά το μέρος που αφορά τις τροποποιήσεις του νόμου περί διατήρησης της φύσης και του νόμου περί των δασών, όπως αυτές τέθηκαν σε ισχύ την 1η Ιανουαρίου 2020, και να περιοριστεί μόνο στην εξέταση του κατά πόσον η εθνική νομοθεσία, όπως ίσχυε κατά την εκπνοή της ταχθείσας με την αιτιολογημένη γνώμη προθεσμίας, είναι συμβατή με το άρθρο 6, παράγραφος 3, της οδηγίας για τους οικοτόπους.

54

Τέταρτον και τελευταίον, ως προς την προβληθείσα από τη Σλοβακική Δημοκρατία ένσταση απαραδέκτου όσον αφορά τον ισχυρισμό που ανέπτυξε η Επιτροπή με το υπόμνημά της απαντήσεως σχετικά με τη διαδικασία προελέγχου, επισημαίνεται ότι το γεγονός ότι το θεσμικό αυτό όργανο εξέθεσε λεπτομερώς, στο υπόμνημα αυτό, το πρώτο σκέλος της πρώτης αιτιάσεως την οποία είχε ήδη διατυπώσει κατά τρόπο γενικό στο δικόγραφο της προσφυγής προς απάντηση στα επιχειρήματα που ανέπτυξαν οι σλοβακικές αρχές με το υπόμνημά τους αντικρούσεως δεν μετέβαλε το αντικείμενο της προβαλλόμενης παραβάσεως ούτε, συνεπώς, επηρέασε με οποιονδήποτε τρόπο το περιεχόμενο της διαφοράς [πρβλ. απόφαση της 10ης Νοεμβρίου 2020, Επιτροπή κατά Ιταλίας (Οριακές τιμές – ΑΣ10), C‑644/18, EU:C:2020:895, σκέψη 68 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία].

55

Επομένως, ο ισχυρισμός αυτός είναι παραδεκτός.

β)   Επί της ουσίας

1) Προκαταρκτικές παρατηρήσεις

56

Πρέπει να υπομνησθεί ότι το άρθρο 6 της οδηγίας για τους οικοτόπους επιβάλλει στα κράτη μέλη σειρά ειδικών υποχρεώσεων και διαδικασιών με σκοπό τη διασφάλιση, όπως προκύπτει από το άρθρο 2, παράγραφος 2, της οδηγίας αυτής, της διατηρήσεως ή, ενδεχομένως, της αποκαταστάσεως σε ικανοποιητική κατάσταση διατηρήσεως των φυσικών οικοτόπων και των άγριων ειδών χλωρίδας και πανίδας ενωσιακού ενδιαφέροντος, ώστε να επιτευχθεί ο γενικότερος σκοπός της οδηγίας που συνίσταται στη διασφάλιση υψηλού επιπέδου προστασίας του περιβάλλοντος όσον αφορά τους τόπους που προστατεύονται δυνάμει αυτής (απόφαση της 7ης Νοεμβρίου 2018, Holohan κ.λπ., C‑461/17, EU:C:2018:883, σκέψη 30 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία).

57

Συνακόλουθα, σκοπός των διατάξεων της οδηγίας για τους οικοτόπους είναι να λάβουν τα κράτη μέλη τα κατάλληλα μέτρα προστασίας, προκειμένου να διατηρούνται τα οικολογικά χαρακτηριστικά των τόπων που περιέχουν τύπους φυσικών οικοτόπων [απόφαση της 17ης Απριλίου 2018, Επιτροπή κατά Πολωνίας (Δάσος της Białowieża), C‑441/17, EU:C:2018:255, σκέψη 107 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία].

58

Προς τούτο, το άρθρο 6, παράγραφος 3, της οδηγίας για τους οικοτόπους προβλέπει μια διαδικασία εκτιμήσεως που αποσκοπεί στο να εξασφαλίζεται, χάρη στη διεξαγωγή προηγούμενου ελέγχου, ότι ένα σχέδιο ή προγραμματιζόμενο έργο μη άμεσα συνδεόμενο με τη διαχείριση του οικείου τόπου ή μη αναγκαίο για τη διαχείρισή του, το οποίο όμως είναι ικανό να επηρεάσει σημαντικά τον εν λόγω τόπο, θα εγκρίνεται μόνον εφόσον δεν παραβλάπτει την ακεραιότητα του τόπου αυτού [απόφαση της 17ης Απριλίου 2018, Επιτροπή κατά Πολωνίας (Δάσος της Białowieża), C‑441/17, EU:C:2018:255, σκέψη 108 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία].

59

Ειδικότερα, λαμβανομένης υπόψη της αρχής της προφυλάξεως, αν σχέδιο ή προγραμματιζόμενο έργο μη άμεσα συνδεόμενο με τη διαχείριση ενός τόπου ή μη αναγκαίο για τη διαχείρισή του ενδέχεται να θέσει σε κίνδυνο την επίτευξη των στόχων διατηρήσεως του τόπου αυτού, πρέπει να θεωρείται ως δυνάμενο να επηρεάσει σημαντικά τον τόπο αυτό. Η εκτίμηση του κινδύνου αυτού πρέπει, μεταξύ άλλων, να γίνεται υπό το πρίσμα των ειδικών περιβαλλοντικών χαρακτηριστικών και συνθηκών του τόπου τον οποίο αφορά το σχέδιο ή το έργο [απόφαση της 17ης Απριλίου 2018, Επιτροπή κατά Πολωνίας (Δάσος της Białowieża), C‑441/17, EU:C:2018:255, σκέψη 112 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία].

60

Η δέουσα εκτίμηση των επιπτώσεων του σχεδίου ή του έργου στον οικείο τόπο, η οποία πρέπει να πραγματοποιείται βάσει του άρθρου 6, παράγραφος 3, πρώτη περίοδος, της οδηγίας περί οικοτόπων, προϋποθέτει ότι πρέπει να προσδιορίζονται, λαμβανομένων υπόψη των βέλτιστων επιστημονικών γνώσεων επί του θέματος, όλες οι πτυχές του σχεδίου ή του έργου που θα μπορούσαν, αυτές καθεαυτές ή σε συνδυασμό με άλλα σχέδια ή έργα, να επηρεάσουν τους στόχους διατηρήσεως του τόπου αυτού [απόφαση της 17ης Απριλίου 2018, Επιτροπή κατά Πολωνίας (Δάσος της Białowieża), C‑441/17, EU:C:2018:255, σκέψη 113].

61

Υπό το πρίσμα των αρχών αυτών πρέπει να εξεταστεί αν, όπως υποστηρίζει η Επιτροπή με την πρώτη αιτίασή της, η Σλοβακική Δημοκρατία παρέβη το άρθρο 6, παράγραφος 3, της οδηγίας για τους οικοτόπους.

2) Επί του πρώτου σκέλους της πρώτης αιτιάσεως, σχετικά με τα ΠΣΔ

62

Επισημαίνεται ευθύς εξαρχής ότι η Σλοβακική Δημοκρατία δεν αμφισβητεί ότι τα ΠΣΔ αποτελούν σχέδια που δεν συνδέονται άμεσα ούτε είναι αναγκαία για τη διαχείριση των δώδεκα ΖΕΠ που έχουν ορισθεί για τη διατήρηση του αγριόκουρκου (Tetrao urogallus) στην επικράτειά της και πρέπει, ως τέτοια, να εκτιμώνται δεόντως ως προς τις επιπτώσεις τους.

63

Πλην όμως επισημαίνεται ότι, σύμφωνα με τις ίδιες τις διαβεβαιώσεις του εν λόγω κράτους μέλους, από 1ης Ιανουαρίου 2015 τα ΠΣΔ δεν υπέκειντο σε δέουσα εκτίμηση ως προς τις επιπτώσεις τους, λόγω του ότι δεν προβλέπονταν αρκούντως πλήρεις και εναρμονισμένες διαδικασίες και μέθοδοι.

64

Ειδικότερα, από τα στοιχεία της δικογραφίας προκύπτει ότι από την ημερομηνία αυτή καταργήθηκε η προϋπάρχουσα υποχρέωση, την οποία προέβλεπε το άρθρο 28, παράγραφος 4, του νόμου περί διατήρησης της φύσης, σύμφωνα με την οποία στη γνωμοδότηση της επιφορτισμένης με τη διατήρηση της φύσης αρχής έπρεπε να περιλαμβάνεται επιστημονική γνωμάτευση σχετικά με τον ενδεχόμενο κίνδυνο ένα ΠΣΔ να επηρεάσει σημαντικά περιοχή του δικτύου Natura 2000.

65

Επομένως, το πρώτο σκέλος της πρώτης αιτιάσεως πρέπει να γίνει δεκτό.

3) Επί του δευτέρου σκέλους της πρώτης αιτιάσεως, σχετικά με τις εργασίες επείγουσας υλοτόμησης

66

Πρώτον, επισημαίνεται ότι δεν αμφισβητείται ότι οι εργασίες επείγουσας υλοτόμησης αποτελούν σχέδια που δεν συνδέονται άμεσα ούτε είναι αναγκαία για τη διαχείριση των δώδεκα ΖΕΠ που έχουν ορισθεί για τη διατήρηση του αγριόκουρκου (Tetrao urogallus) στη Σλοβακία, κατά την έννοια του άρθρου 6, παράγραφος 3, της οδηγίας για τους οικοτόπους, και πρέπει, ως εκ τούτου, να εκτιμώνται δεόντως ως προς τις επιπτώσεις τους.

67

Δεύτερον, υπογραμμίζεται, αφενός, ότι το άρθρο 23, παράγραφος 9, του νόμου περί των δασών, σε συνδυασμό με την παράγραφο 8 της εν λόγω διατάξεως, επιτρέπει τις εργασίες υλοτόμησης που υπερβαίνουν τη συνολική ποσότητα ξυλείας που έχει καθορισθεί για την υλοτομία στο πλαίσιο του ΠΣΔ, χωρίς να γίνεται καθ’ οιονδήποτε τρόπο μνεία σε προηγούμενη εκτίμηση των εργασιών αυτών ως προς τις επιπτώσεις τους και χωρίς να απαιτείται η χορήγηση άδειας εκ μέρους του οργανισμού για τη διατήρηση της φύσης. Αφετέρου, μολονότι το πέμπτο επίπεδο προστασίας, το οποίο συνοδεύεται από καθεστώς μη παρέμβασης, δεν εμπίπτει στις προαναφερθείσες διατάξεις, επιβάλλεται η διαπίστωση ότι, σύμφωνα με το άρθρο 85, παράγραφος 4, του νόμου περί διατήρησης της φύσης, η συγκατάθεση εκ μέρους της επιφορτισμένης με τη διατήρηση της φύσης αρχής σχετικά με επείγουσα υλοτόμηση σε τόπο που κατατάσσεται στο εν λόγω επίπεδο προστασίας τεκμαιρόταν όταν η εν λόγω αρχή δεν είχε εκδώσει απόφαση τουλάχιστον 30 ημέρες πριν από τη σχεδιαζόμενη δραστηριότητα.

68

Η Σλοβακική Δημοκρατία επισημαίνει στο υπόμνημά της αντικρούσεως ότι αυτή η τεκμαιρόμενη συγκατάθεση εκ μέρους της επιφορτισμένης με τη διατήρηση της φύσης αρχής καταργήθηκε το πρώτον από 1ης Ιανουαρίου 2020.

69

Συναφώς, υπενθυμίζεται ότι η δυνατότητα γενικής απαλλαγής ορισμένων δραστηριοτήτων, σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία, από την υποχρεωτική εκτίμηση των επιπτώσεών τους στον οικείο τόπο δεν είναι δυνατόν να διασφαλίσει ότι οι δραστηριότητες αυτές δεν θα βλάψουν την ακεραιότητα του προστατευόμενου τόπου. Στο πλαίσιο αυτό, το άρθρο 6, παράγραφος 3, της οδηγίας για τους οικοτόπους δεν επιτρέπει σε κράτος μέλος να θεσπίζει εθνικούς κανόνες βάσει των οποίων ορισμένα είδη σχεδίων ή έργων απαλλάσσονται γενικώς από την υποχρέωση εκτίμησης των επιπτώσεων στον τόπο (απόφαση της 7ης Νοεμβρίου 2018, Coöperatie Mobilisation for the Environment κ.λπ., C‑293/17 και C‑294/17, EU:C:2018:882, σκέψη 114 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία).

70

Από τα προεκτεθέντα προκύπτει ότι η Σλοβακική Δημοκρατία, απαλλάσσοντας γενικώς τις εργασίες επείγουσας υλοτόμησης από την εκτίμηση των επιπτώσεών τους στις ΖΕΠ που έχουν ορισθεί για τη διατήρηση του αγριόκουρκου (Tetrao urogallus), παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από το άρθρο 6, παράγραφος 3, της οδηγίας για τους οικοτόπους.

71

Επομένως, το δεύτερο σκέλος της πρώτης αιτιάσεως πρέπει να γίνει δεκτό.

4) Επί του τρίτου σκέλους της πρώτης αιτιάσεως, σχετικά με τα μέτρα που αποσκοπούν στην πρόληψη των απειλών για τα δάση και στην εξάλειψη των οφειλόμενων σε επιβλαβείς παράγοντες ζημιογόνων αποτελεσμάτων

72

Επισημαίνεται εκ προοιμίου ότι οι σλοβακικές αρχές ανέπτυξαν συναφώς την επιχειρηματολογία τους μόνον υπό το πρίσμα της καταστάσεως όπως διαμορφώθηκε κατόπιν των νομοθετικών τροποποιήσεων που επήλθαν από 1ης Ιανουαρίου 2020, οπότε, για τους εκτιθέμενους στις σκέψεις 52 και 53 της παρούσας αποφάσεως λόγους, η επιχειρηματολογία αυτή δεν μπορεί να ληφθεί υπόψη στο πλαίσιο της εκτιμήσεως του τρίτου σκέλους της πρώτης αιτιάσεως.

73

Εν πάση περιπτώσει, διαπιστώνεται ότι η Σλοβακική Δημοκρατία δεν αμφισβητεί τον χαρακτηρισμό των μέτρων που αποσκοπούν στην πρόληψη των απειλών για τα δάση και στην εξάλειψη των οφειλόμενων σε επιβλαβείς παράγοντες ζημιογόνων αποτελεσμάτων ως σχεδίου ή έργου το οποίο δεν συνδέεται άμεσα ούτε είναι αναγκαίο για τη διαχείριση των περιοχών του δικτύου Natura 2000.

74

Εν προκειμένω, όπως επισημαίνει η Επιτροπή, η έκδοση αποφάσεως από την επιφορτισμένη με τη διατήρηση της φύσης αρχή απαιτείτο μόνο για το πέμπτο επίπεδο προστασίας, το οποίο συνοδεύεται από καθεστώς μη παρέμβασης, ούτως ώστε τα μέτρα που αποσκοπούν στην πρόληψη των απειλών για τα δάση και στην εξάλειψη των οφειλόμενων σε επιβλαβείς παράγοντες ζημιογόνων αποτελεσμάτων στα τέσσερα πρώτα επίπεδα προστασίας δεν υπέκειντο σε καμία άδεια και, επομένως, δεν εκτιμώνταν δεόντως ως προς τις επιπτώσεις τους στις ΖΕΠ που είχαν ορισθεί για τη διατήρηση του αγριόκουρκου (Tetrao urogallus).

75

Επιπλέον, για τους λόγους που εκτέθηκαν στις σκέψεις 67 και 68 της παρούσας αποφάσεως, πρέπει να γίνει δεκτό ότι, κατά την ημερομηνία εκπνοής της ταχθείσας με την αιτιολογημένη γνώμη προθεσμίας, ούτε το συνδεόμενο με το πέμπτο επίπεδο προστασίας καθεστώς μη παρέμβασης διασφάλιζε τη συμβατότητα της εθνικής νομοθεσίας προς το άρθρο 6, παράγραφος 3, της οδηγίας για τους οικοτόπους.

76

Επομένως, το τρίτο σκέλος της πρώτης αιτιάσεως πρέπει να γίνει δεκτό.

77

Από τις ανωτέρω σκέψεις προκύπτει ότι η Σλοβακική Δημοκρατία, προβλέποντας ότι τα ΠΣΔ και οι τροποποιήσεις τους, οι εργασίες επείγουσας υλοτόμησης καθώς και τα μέτρα που αποσκοπούν στην πρόληψη των απειλών για τα δάση και στην εξάλειψη των ζημιογόνων αποτελεσμάτων των φυσικών καταστροφών, απαλλάσσονται από την υποχρέωση κατά την οποία, όταν είναι δυνατόν να επηρεάζουν τις ζώνες ειδικής προστασίας που έχουν οριστεί για τη διατήρηση του αγριόκουρκου (Tetrao urogallus), εκτιμώνται δεόντως ως προς τις επιπτώσεις τους στην οικεία ζώνη, λαμβανομένων υπόψη των στόχων διατήρησης της εν λόγω ζώνης, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από το άρθρο 6, παράγραφος 3, της οδηγίας για τους οικοτόπους σε συνδυασμό με το άρθρο 7 της οδηγίας αυτής.

Β. Επί της δεύτερης αιτιάσεως, που αντλείται από παράβαση του άρθρου 6, παράγραφος 2, της οδηγίας για τους οικοτόπους σε συνδυασμό με το άρθρο 7 της οδηγίας αυτής

1.   Επιχειρήματα των διαδίκων

78

Με τη δεύτερη αιτίασή της, η Επιτροπή προσάπτει στη Σλοβακική Δημοκρατία ότι παρέβη το άρθρο 6, παράγραφος 2, της οδηγίας για τους οικοτόπους, παραλείποντας να θεσπίσει τα κατάλληλα μέτρα ώστε να αποφεύγονται η υποβάθμιση των οικοτόπων καθώς και οι ενοχλήσεις οι οποίες συνεπάγονται σημαντικές επιπτώσεις στις ΖΕΠ που έχουν ορισθεί για τη διατήρηση του αγριόκουρκου (Tetrao urogallus).

79

Συναφώς, κατά πρώτον, το εν λόγω θεσμικό όργανο υποστηρίζει ότι η εκτεταμένη εκμετάλλευση των δασών, η αποψιλωτική υλοτομία σε μεγάλες εκτάσεις με φυτεία μερικής μονοκαλλιέργειας και η χρήση φυτοφαρμάκων έβλαψαν τον οικότοπο του αγριόκουρκου (Tetrao urogallus) στις οικείες δώδεκα ΖΕΠ, προκαλώντας μείωση της έκτασης του οικοτόπου αυτού και αλλοίωση της ειδικής δομής του και των λειτουργιών του, με αποτέλεσμα τη σημαντική μείωση του πληθυσμού του συγκεκριμένου είδους στις εν λόγω ΖΕΠ.

80

Η Επιτροπή παρατηρεί, επιπλέον, ότι η μεγαλύτερη μείωση του οικοτόπου του αγριόκουρκου (Tetrao urogallus) διαπιστώθηκε σε μία από τις πέντε κύριες ΖΕΠ, εν προκειμένω στη ΖΕΠ Nízke Tatry, στην οποία υλοτομήθηκαν μεγάλες ποσότητες ξυλείας προς επίλυση του προβλήματος της ύπαρξης εντόμων κάτω από τον φλοιό τους.

81

Το εν λόγω θεσμικό όργανο υπογραμμίζει ότι η ίδια η Σλοβακική Δημοκρατία παραδέχθηκε την υποβάθμιση των οικοτόπων του αγριόκουρκου (Tetrao urogallus) στο πλαίσιο του Προγράμματος διατήρησης του αγριόκουρκου 2018/2022, το οποίο εγκρίθηκε από το Υπουργείο Περιβάλλοντος τον Απρίλιο του 2018 (στο εξής: Πρόγραμμα διατήρησης).

82

Κατά δεύτερον, η Επιτροπή παρατηρεί ότι, ακόμη και αν, όπως υποστήριξε η Σλοβακική Δημοκρατία κατά το προ της ασκήσεως της προσφυγής στάδιο, οι επιφορτισμένες με τη διατήρηση της φύσης αρχές εξέδωσαν, μεταξύ των ετών 2015 και 2018, επί 33 αιτήσεων, επτά αποφάσεις οι οποίες κατέτειναν στον περιορισμό ή στην απαγόρευση της δασικής εκμετάλλευσης και διεξήγαγαν δέκα επιθεωρήσεις, κατόπιν σχετικής προειδοποίησης προερχόμενης από μη κυβερνητική οργάνωση (ΜΚΟ), οι οποίες οδήγησαν στη διακοπή των εργασιών υλοτόμησης σε πέντε ΖΕΠ, οι εν λόγω αποφάσεις και ατομικοί έλεγχοι ούτε επαρκείς αλλά ούτε και κατάλληλοι είναι για τη διατήρηση του αγριόκουρκου (Tetrao urogallus), καθόσον περιορίζονται σε μεμονωμένες περιπτώσεις και έλαβαν χώρα μόνον ως απάντηση σε αιτήσεις τις οποίες υπέβαλαν είτε ιδιώτες είτε ΜΚΟ. Ενώ το άρθρο 6, παράγραφος 2, της οδηγίας για τους οικοτόπους επιβάλλει συνεκτικό, ειδικό και πλήρες νομικό καθεστώς προστασίας, η Σλοβακική Δημοκρατία δεν θέσπισε διαρθρωτικό σύστημα που να επιτρέπει την εκτέλεση εργασιών υλοτόμησης μόνον εφόσον αυτές δεν επηρεάζουν σημαντικά τις περιοχές του δικτύου Natura 2000.

83

Κατά τρίτον, η Επιτροπή παρατηρεί ότι η κατάσταση αυτή εξακολουθούσε να υφίσταται και κατά τον χρόνο ασκήσεως της υπό κρίση προσφυγής. Πρώτον, μολονότι οι σλοβακικές αρχές υπογράμμισαν ότι είχαν γνωμοδοτήσει επί 1599 εργασιών επείγουσας υλοτόμησης, διατυπώνοντας αρνητική γνώμη σχεδόν σε 150 περιπτώσεις, εντούτοις, στις 1000 περιπτώσεις στις οποίες φέρεται να είχαν καθορισθεί αυστηρές και ειδικές προϋποθέσεις, ούτε εξετάστηκε το ενδεχόμενο να επηρεαστούν σημαντικά οι οικείοι τόποι ούτε διενεργήθηκε δέουσα εκτίμηση ως προς τις επιπτώσεις των εργασιών. Επιπλέον, σε περίπου 450 περιπτώσεις δεν επιβλήθηκε κανένας περιορισμός και, επομένως, ήταν δυνατή η εκτέλεση εργασιών επείγουσας υλοτομίας χωρίς να εξεταστεί κατά πόσον οι εργασίες αυτές θα μπορούσαν να επηρεάσουν σημαντικά τους τόπους και χωρίς να πραγματοποιηθεί δέουσα εκτίμηση των επιπτώσεών τους.

84

Δεύτερον, η Επιτροπή προβάλλει ότι τα πλέον σημαντικά μέτρα του Προγράμματος διατήρησης, όπως οι τροποποιήσεις των διαταγμάτων που ορίζουν τις ΖΕΠ προκειμένου να απαγορευθούν οι επιβλαβείς δραστηριότητες, η υιοθέτηση προγραμμάτων συντήρησης των ΖΕΠ, η κατάτμηση των μεγαλύτερων προστατευόμενων ζωνών και η θέσπιση καθεστώτος μη παρέμβασης συνδεόμενου με το πέμπτο επίπεδο προστασίας, δεν έχουν ακόμη θεσπισθεί από τη Σλοβακική Δημοκρατία.

85

Τρίτον, ενώ η Σλοβακική Δημοκρατία εξήγησε ότι θα ήταν δυνατή η ευνοϊκή για τον αγριόκουρκο (Tetrao urogallus) δασική διαχείριση αν τα οικεία δάση χαρακτηρίζονταν ως «δάση ειδικού προορισμού», δυνάμει του άρθρου 14, παράγραφος 2, στοιχείο e, του νόμου περί των δασών, η Επιτροπή διαπιστώνει ότι δεν έχει ακόμη τεθεί σε κίνηση η διαδικασία χαρακτηρισμού την οποία προβλέπει η διάταξη αυτή.

86

Τέταρτον, το εν λόγω θεσμικό όργανο επισημαίνει ότι η λήψη προσωρινών μέτρων, βάσει του νέου άρθρου 104g, παράγραφος 4, του νόμου περί διατήρησης της φύσης, εν αναμονή της ολοκληρώσεως της διαδικασίας τροποποιήσεως της νομοθεσίας, δεν είναι συμβατή με το άρθρο 6, παράγραφος 2, της οδηγίας για τους οικοτόπους, το οποίο επιβάλλει υποχρεώσεις που πρέπει να ισχύουν επί μονίμου βάσεως στις ειδικές ζώνες διατήρησης.

87

Η Σλοβακική Δημοκρατία απαντά, κατά πρώτον, ότι, προς αποφυγή της υποβάθμισης των οικοτόπων του αγριόκουρκου (Tetrao urogallus) καθώς και των ενοχλήσεων οι οποίες συνεπάγονται σημαντικές επιπτώσεις στις ΖΕΠ που έχουν ορισθεί για τη διατήρηση του συγκεκριμένου είδους, οι επιφορτισμένες με τη διατήρηση της φύσης αρχές εξέδωσαν αποφάσεις βάσει του άρθρου 4, παράγραφος 2, του νόμου περί διατήρησης της φύσης ακόμη και πριν από την έναρξη ισχύος της νέας ρυθμίσεως.

88

Το εν λόγω κράτος μέλος υπογραμμίζει, κατά δεύτερον, ότι παρεμβαίνει διαρκώς προκειμένου να εκτιμήσει και να εγκρίνει τα σχέδια και τα προγραμματιζόμενα έργα των οποίων η πραγματοποίηση θα μπορούσε να επηρεάσει αρνητικά τους οικοτόπους του αγριόκουρκου (Tetrao urogallus), όπως μαρτυρούν, αφενός, η διακοπή των κατασκευαστικών εργασιών στο πλαίσιο του έργου της εταιρίας STIV Čertovica, s.r.o. στον τόπο της ΖΕΠ Nízke Tatry σχετικά με την επέκταση πίστας σκι και με τις λοιπές σχετικές κατασκευές και, αφετέρου, η εν εξελίξει εκτίμηση των επιπτώσεων του έργου «Βελτιστοποίηση των υποδομών μεταφορών στο βουνό και των μεταφορών στο Štrbské Pleso».

89

Κατά τρίτον, η Σλοβακική Δημοκρατία αναφέρει σειρά μέτρων τα οποία ελήφθησαν μεταξύ των ετών 2018 και 2020 και καταδεικνύουν, κατά την άποψή της, την πρόοδο που σημειώθηκε στη διαδικασία προετοιμασίας, προκαταρκτικής διαπραγματεύσεως και εγκρίσεως των προγραμμάτων συντήρησης των ΖΕΠ. Στο πλαίσιο αυτό μνημονεύονται, μεταξύ άλλων, τα εξής:

η έγκριση του ΠΣΔ για τη ΖΕΠ Horná Orava, για την οποία προτείνεται ο χαρακτηρισμός της ως «δάσους ειδικού προορισμού», κατά την έννοια του άρθρου 14, παράγραφοι 1 και 2, στοιχείο e, του νόμου περί των δασών·

ο σχεδιασμός, το έτος 2019, του έργου ΠΣΔ για τη ΖΕΠ Muránska planina-Stolica από τον οργανισμό για τη διατήρηση της φύσης·

η κατάρτιση, μεταξύ Σεπτεμβρίου 2020 και Ιανουαρίου 2021, επιστημονικών προτάσεων ΠΣΔ για έξι ΖΕΠ (Nízke Tatry, Tatry, Veľká Fatra, Malá Fatra, Volovské vrchy και Levočské vrchy) από τον οργανισμό για τη διατήρηση της φύσης·

η οριστικοποίηση, τον Αύγουστο του 2020, της διαδικασίας προετοιμασίας και επιστημονικών διαβουλεύσεων σχετικά με το έργο φυσικού πάρκου Pralesy Slovenska (Πρωτογενή δάση στη Σλοβακία) που θα καθιστούσε δυνατή την υπαγωγή του φυσικού αυτού πάρκου στο πέμπτο επίπεδο προστασίας·

η προετοιμασία, τον Οκτώβριο του 2020, έργου προστασίας για τη δημιουργία του φυσικού πάρκου του Hluchánia, σκοπός του οποίου είναι η προστασία των δασοσυστάδων που έχουν απομείνει στον εν λόγω αρχικό οικότοπο του αγριόκουρκου (Tetrao urogallus).

90

Περαιτέρω, η Σλοβακική Δημοκρατία επισημαίνει ότι, όπως προκύπτει από την ανάλυση που διενήργησε τον Ιούλιο του 2020 ο οργανισμός για τη διατήρηση της φύσης, η οποία αφορούσε συνολική έκταση 54346,17 εκταρίων, οι οικότοποι του αγριόκουρκου (Tetrao urogallus) απολαύουν, ως προς έκταση 23952,19 εκταρίων, του καθεστώτος μη παρέμβασης. Ωστόσο, ένα τέτοιο καθεστώς, το οποίο εξάλλου δεν απαιτείται από το άρθρο 6, παράγραφος 2, της οδηγίας για τους οικοτόπους, θα μπορούσε να αποδειχθεί προδήλως ακατάλληλο για το συγκεκριμένο είδος, ανάλογα με τις συγκεκριμένες συνθήκες που επικρατούν στον επίμαχο οικότοπο, ιδίως αν πρόκειται για δάσος που είναι πλέον γηραιό και υπερβολικά ομοιόμορφο.

91

Κατά τέταρτον και τελευταίον, κατά το κράτος μέλος αυτό, η καταλληλότητα και η αναλογικότητα των μέτρων που θεσπίσθηκαν στις ΖΕΠ που έχουν ορισθεί για τη διατήρηση του αγριόκουρκου (Tetrao urogallus) είναι ήδη εν μέρει ορατές. Συγκεκριμένα, κατά τη διάρκεια των δύο τελευταίων ετών θα μπορούσε να παρατηρηθεί μια τάση σταθεροποιήσεως του πληθυσμού των ατόμων του συγκεκριμένου είδους, έστω και αν ο πληθυσμός εξακολουθεί να μειώνεται ελαφρώς.

2.   Εκτίμηση του Δικαστηρίου

α)   Επί του παραδεκτού

92

Επισημαίνεται εκ προοιμίου ότι η Επιτροπή, στο πλαίσιο της υπό κρίση αιτιάσεως, αναφέρεται τόσο σε προγενέστερα όσο και σε μεταγενέστερα της αιτιολογημένης γνώμης πραγματικά περιστατικά.

93

Κατά πάγια νομολογία, όπως υπομνήσθηκε στη σκέψη 44 της παρούσας αποφάσεως, η ύπαρξη παραβάσεως πρέπει να εκτιμάται σε συνάρτηση με την κατάσταση του κράτους μέλους ως είχε κατά την εκπνοή της ταχθείσας με την αιτιολογημένη γνώμη προθεσμίας.

94

Από πάγια νομολογία προκύπτει επίσης ότι, στον βαθμό που με προσφυγή επικρίνεται μια συστηματική και διαρκής παράβαση του άρθρου 6, παράγραφος 2, της οδηγίας για τους οικοτόπους, δεν μπορεί να αποκλειστεί κατ’ αρχήν η προσκόμιση συμπληρωματικών στοιχείων αποσκοπούντων, στο στάδιο της ενώπιον του Δικαστηρίου διαδικασίας, στην απόδειξη του γενικού και διαρκούς χαρακτήρα της προβαλλομένης με τον τρόπο αυτό παραβάσεως (πρβλ. απόφαση της 5ης Απριλίου 2017, Επιτροπή κατά Βουλγαρίας, C‑488/15, EU:C:2017:267, σκέψη 42 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία).

95

Ειδικότερα, το Δικαστήριο είχε κατά το παρελθόν την ευκαιρία να διευκρινίσει ότι το αντικείμενο προσφυγής λόγω παραβάσεως μπορεί να καλύψει πραγματικά περιστατικά μεταγενέστερα της αιτιολογημένης γνώμης εφόσον είναι της ίδιας φύσεως και συνιστούν την ίδια συμπεριφορά με τα περιστατικά στα οποία αναφέρεται η εν λόγω γνώμη (απόφαση της 5ης Απριλίου 2017, Επιτροπή κατά Βουλγαρίας, C‑488/15, EU:C:2017:267, σκέψη 43 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία).

96

Εν προκειμένω, επισημαίνεται ότι, ενώ ως ημερομηνία εκπνοής της προθεσμίας που τάχθηκε με την αιτιολογημένη γνώμη η οποία απευθύνθηκε στη Σλοβακική Δημοκρατία ορίσθηκε η 24η Μαρτίου 2019, το σύνολο των πραγματικών περιστατικών που επικαλείται η Επιτροπή με το δικόγραφο της προσφυγής της, τα οποία αφορούν αποκλειστικά την έλλειψη ή την ανεπάρκεια μέτρων κατάλληλων για την προστασία των οικοτόπων του αγριόκουρκου (Tetrao urogallus) στις ΖΕΠ που έχουν ορισθεί για τη διατήρησή του, είναι μεταγενέστερα της ημερομηνίας αυτής.

97

Καίτοι όμως δεν προβλήθηκαν κατά την προ της ασκήσεως της προσφυγής διαδικασία, τα περιστατικά αυτά, τα οποία περιήλθαν σε γνώση της Επιτροπής μετά την έκδοση της αιτιολογημένης γνώμης, παραδεκτώς μνημονεύθηκαν από το εν λόγω θεσμικό όργανο προς στήριξη της προσφυγής του, ως παραδείγματα της παραβάσεως γενικού χαρακτήρα την οποία καταγγέλλει.

β)   Επί της ουσίας

98

Προκαταρκτικώς, υπενθυμίζεται ότι μια δραστηριότητα είναι σύμφωνη με το άρθρο 6, παράγραφος 2, της οδηγίας για τους οικοτόπους μόνον εφόσον διασφαλίζεται ότι δεν συνεπάγεται διαταράξεις ικανές να θίξουν σημαντικά τους σκοπούς της εν λόγω οδηγίας, ιδίως δε τους στόχους διατηρήσεως που αυτή επιδιώκει (απόφαση της 24ης Νοεμβρίου 2011, Επιτροπή κατά Ισπανίας, C‑404/09, EU:C:2011:768, σκέψη 126 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία).

99

Δυνάμει της διατάξεως αυτής, το νομικό καθεστώς προστασίας των ΖΕΠ πρέπει επίσης να διασφαλίζει ότι θα αποφεύγονται, όσον αφορά τις τελευταίες, η υποβάθμιση των φυσικών οικοτόπων και των οικοτόπων ειδών, καθώς και οι σημαντικές ενοχλήσεις που έχουν επιπτώσεις στα είδη για τα οποία έχουν οριστεί οι εν λόγω ζώνες (απόφαση της 11ης Δεκεμβρίου 2008, Επιτροπή κατά Ελλάδας, C‑293/07, μη δημοσιευθείσα, EU:C:2008:706, σκέψη 24 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία).

100

Από νομολογία του Δικαστηρίου προκύπτει ότι, αφενός, η προστασία των ΖΕΠ δεν πρέπει να περιορίζεται σε μέτρα αποτροπής των προσβολών και των εξωτερικών οχλήσεων που προκαλούνται από τον άνθρωπο, αλλά πρέπει, ανάλογα με την κατάσταση, να περιλαμβάνει και θετικά μέτρα για τη διατήρηση και τη βελτίωση της καταστάσεως του τόπου (απόφαση της 24ης Νοεμβρίου 2011, Επιτροπή κατά Ισπανίας, C‑404/09, EU:C:2011:768, σκέψη 135).

101

Αφετέρου, η Επιτροπή δεν είναι υποχρεωμένη, προκειμένου να διαπιστωθεί παράβαση του άρθρου 6, παράγραφος 2, της οδηγίας για τους οικοτόπους, να αποδείξει την ύπαρξη σχέσεως αιτίου και αποτελέσματος μεταξύ των δραστηριοτήτων δασικής διαχείρισης και των σημαντικών διαταράξεων για τον αγριόκουρκο (Tetrao urogallus). Δεδομένου ότι σκοπός της παραγράφου 2 του άρθρου 6 της οδηγίας για τους οικοτόπους και της παραγράφου 3 του ίδιου άρθρου είναι να διασφαλιστεί το ίδιο επίπεδο προστασίας, αρκεί η Επιτροπή να αποδείξει την ύπαρξη πιθανότητας ή κινδύνου να προκαλέσει η δραστηριότητα αυτή σημαντικές διαταράξεις για το συγκεκριμένο είδος (απόφαση της 24ης Νοεμβρίου 2011, Επιτροπή κατά Ισπανίας, C‑404/09, EU:C:2011:768, σκέψη 142).

102

Λαμβανομένων υπόψη των ανωτέρω στοιχείων, πρέπει να γίνει δεκτό ότι, εν προκειμένω, η δεύτερη αιτίαση είναι βάσιμη μόνον εφόσον η Επιτροπή αποδείξει επαρκώς κατά νόμον ότι η Σλοβακική Δημοκρατία δεν έλαβε τα κατάλληλα μέτρα προστασίας, τα οποία συνίστανται στο να αποφεύγεται η πρόκληση, λόγω των δραστηριοτήτων δασικής διαχείρισης, υποβάθμισης των οικοτόπων του αγριόκουρκου (Tetrao urogallus), καθώς και διαταράξεων ικανών να θίξουν σημαντικά τον επιδιωκόμενο από την οδηγία για τους οικοτόπους στόχο ο οποίος συνίσταται στη διασφάλιση της διατήρησης του συγκεκριμένου είδους.

103

Συναφώς, πρώτον, από την ενώπιον του Δικαστηρίου δικογραφία και, ιδίως, από το Πρόγραμμα διατήρησης προκύπτει ότι οι εκτεταμένες εργασίες υλοτόμησης σε μεγάλες εκτάσεις και η χρήση φυτοφαρμάκων για την καταπολέμηση των εντόμων που ζουν κάτω από τον φλοιό των δέντρων, οι οποίες ελάμβαναν χώρα και κατά την περίοδο αναπαραγωγής του αγριόκουρκου (Tetrao urogallus), συνέβαλαν σε σημαντική μείωση του πληθυσμού του συγκεκριμένου είδους στις δώδεκα ΖΕΠ που έχουν ορισθεί για τη διατήρησή του, ήτοι κατά ποσοστό 49,4 % μεταξύ των ετών 2004 και 2019.

104

Ειδικότερα, όσον αφορά τη ΖΕΠ Nízke Tatry, όπου διαπιστώθηκε η μεγαλύτερη απώλεια οικοτόπου του αγριόκουρκου (Tetrao urogallus) κατόπιν εργασιών επείγουσας υλοτόμησης, ο πληθυσμός του συγκεκριμένου είδους μειώθηκε κατά ποσοστό 42,5 % μεταξύ των ετών 2004 και 2015.

105

Επιβάλλεται η διαπίστωση ότι η Σλοβακική Δημοκρατία δεν απέδειξε ότι έλαβε τα κατάλληλα μέτρα προκειμένου να αποτρέψει το ενδεχόμενο δραστηριότητες δασικής διαχείρισης αυτού του είδους να προκαλέσουν σημαντικές διαταράξεις για τον αγριόκουρκο (Tetrao urogallus).

106

Βεβαίως, το εν λόγω κράτος μέλος, με την έγκριση του Προγράμματος διατήρησης, απέδειξε ότι έχει επίγνωση της υποβάθμισης του οικοτόπου και της μείωσης του πληθυσμού του είδους αυτού και ότι προτίθεται να αντιμετωπίσει την κατάσταση αυτή, όπως μαρτυρούν οι αποφάσεις που έλαβαν οι επιφορτισμένες με την προστασία της φύσης αρχές μέχρι τις 20 Ιουνίου 2020 προκειμένου να περιοριστεί ή να απαγορευθεί η δασική εκμετάλλευση στις ζώνες οικοτόπου του αγριόκουρκου (Tetrao urogallus) και οι επιθεωρήσεις που διεξήχθησαν σε ορισμένες ΖΕΠ.

107

Εντούτοις, τα μέτρα αυτά αποδεικνύονται ελλιπή, καθόσον δεν περιλαμβάνουν μέτρα διατήρησης εφαρμοστέα σε συστηματική βάση, ανάλογα με τις οικολογικές απαιτήσεις του συγκεκριμένου είδους και του εκάστοτε τύπου οικοτόπου που απαντά σε καθεμιά από τις δώδεκα ΖΕΠ που έχουν ορισθεί για τη διατήρησή του. Πράγματι, όπως επισημαίνει η Επιτροπή, τα εν λόγω μέτρα περιορίζονται σε μεμονωμένες περιπτώσεις και θεσπίσθηκαν, στην πλειονότητά τους, μόνον κατόπιν καταγγελιών ιδιωτών ή ΜΚΟ, με αποτέλεσμα να έχουν αποσπασματικό χαρακτήρα και να καταδεικνύουν την έλλειψη διαρθρωτικού συστήματος το οποίο, θέτοντας τέρμα στην υποβάθμιση του οικοτόπου του αγριόκουρκου (Tetrao urogallus), να αποσκοπεί στη διατήρηση του συγκεκριμένου είδους.

108

Δεύτερον, υπογραμμίζεται ότι η Σλοβακική Δημοκρατία αναφέρει, στο υπόμνημα αντικρούσεως, ένα σύνολο μέτρων τα οποία, κατ’ αυτήν, είναι κατάλληλα για την αποφυγή της υποβάθμισης των οικοτόπων του αγριόκουρκου (Tetrao urogallus) καθώς και των ενοχλήσεων οι οποίες συνεπάγονται σημαντικές επιπτώσεις για το είδος αυτό, ήτοι το έργο «Βελτιστοποίηση των υποδομών μεταφορών στο βουνό και των μεταφορών στο Štrbské Pleso», την πρόταση επαναχαρακτηρισμού της ΖΕΠ Horná Orava ως «δάσους ειδικού προορισμού», το έργο διαίρεσης σε ζώνες του φυσικού πάρκου για τη ΖΕΠ Muránska planina-Stolica, τις επιστημονικές προτάσεις ΠΣΔ για έξι ΖΕΠ, τα έργα φυσικού πάρκου Pralesy Slovenska (Πρωτογενή δάση στη Σλοβακία) και Hluchánia και το ολοκληρωμένο έργο Natura 2000 SVK.

109

Όπως, όμως, υπογραμμίζει η Επιτροπή, με εξαίρεση το έργο Natura 2000 SVK, η υλοποίηση του οποίου άρχισε τον Ιανουάριο του 2021, όλα τα υπόλοιπα μέτρα που μνημονεύονται στην προηγούμενη σκέψη βρίσκονται ακόμη σε στάδιο σχεδιασμού και, κατά συνέπεια, δεν είχαν τεθεί σε εφαρμογή ούτε κατά την εκπνοή της ταχθείσας με την αιτιολογημένη γνώμη προθεσμίας ούτε και κατά την ημερομηνία ασκήσεως της υπό κρίση προσφυγής. Συνακόλουθα, καθόσον προβλέπουν υποχρεώσεις που ισχύουν μόνο για το μέλλον, τα μέτρα αυτά δεν μπορούν να χαρακτηρισθούν ως «κατάλληλα μέτρα», κατά την έννοια του άρθρου 6, παράγραφος 2, της οδηγίας για τους οικοτόπους.

110

Συνεπώς, η Επιτροπή απέδειξε, κατά τρόπο επαρκώς τεκμηριωμένο και εμπεριστατωμένο, την πάγια και σχεδόν γενικευμένη έλλειψη μέτρων κατάλληλης προστασίας, συνιστάμενης στην αποφυγή του ενδεχομένου οι δραστηριότητες δασικής διαχείρισης να προκαλέσουν υποβάθμιση των οικοτόπων του αγριόκουρκου (Tetrao urogallus) καθώς και ενοχλήσεις του είδους αυτού που θα μπορούσαν να έχουν σημαντικές επιπτώσεις όσον αφορά τον στόχο διατήρησης του συγκεκριμένου είδους.

111

Από τις ανωτέρω σκέψεις προκύπτει ότι η Σλοβακική Δημοκρατία, παραλείποντας να θεσπίσει τα κατάλληλα μέτρα ώστε να αποφεύγεται η υποβάθμιση των οικοτόπων καθώς και οι ενοχλήσεις οι οποίες συνεπάγονται σημαντικές επιπτώσεις στις ΖΕΠ που έχουν ορισθεί για τη διατήρηση του αγριόκουρκου (Tetrao urogallus), παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από το άρθρο 6, παράγραφος 2, της οδηγίας για τους οικοτόπους, σε συνδυασμό με το άρθρο 7 της οδηγίας αυτής.

Γ. Επί της τρίτης αιτιάσεως, που αντλείται από παράβαση του άρθρου 4, παράγραφος 1, της οδηγίας για τα πτηνά

1.   Επιχειρήματα των διαδίκων

112

Με την τρίτη αιτίασή της, η Επιτροπή προσάπτει στη Σλοβακική Δημοκρατία ότι, παραλείποντας να θεσπίσει τα μέτρα ειδικής διατήρησης που ισχύουν για τον οικότοπο του αγριόκουρκου (Tetrao urogallus) στις ΖΕΠ που έχουν ορισθεί για τη διατήρησή του προκειμένου να εξασφαλισθεί η επιβίωση και η αναπαραγωγή του στη ζώνη εξαπλώσεώς του, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από το άρθρο 4, παράγραφος 1, της οδηγίας για τα πτηνά.

113

Ειδικότερα, η Επιτροπή υπογραμμίζει ότι η διάταξη αυτή θεσπίζει τρόπο διαχείρισης των ΖΕΠ παραπλήσιο με αυτόν του άρθρου 6, παράγραφος 1, της οδηγίας για τους οικοτόπους, οπότε οι ΖΕΠ υπόκεινται σε καθεστώς προστασίας παρεμφερές με εκείνο των ειδικών ζωνών διατήρησης τις οποίες αφορά η τελευταία αυτή διάταξη. Κατά συνέπεια, η υποχρέωση θεσπίσεως μέτρων ειδικής διατήρησης την οποία προβλέπει το άρθρο 4, παράγραφος 1, της οδηγίας για τα πτηνά περιλαμβάνει την υποχρέωση καθορισμού στόχων διατήρησης και ειδικών μέτρων για τον οικείο τόπο, τα οποία πρέπει να εφαρμόζονται στην πράξη.

114

Εν προκειμένω, η Επιτροπή παρατηρεί ότι κατά την ημερομηνία εκπνοής της ταχθείσας με την αιτιολογημένη γνώμη προθεσμίας η Σλοβακική Δημοκρατία δεν είχε θεσπίσει μέτρα ειδικής διατήρησης σχετικά με τον οικότοπο του αγριόκουρκου (Tetrao urogallus) σε έντεκα από τις δώδεκα ΖΕΠ που έχουν ορισθεί για τη διατήρησή του. Επιπλέον, το εν λόγω θεσμικό όργανο σημειώνει ότι, κατά την ημερομηνία ασκήσεως της υπό κρίση προσφυγής, σε επτά από τις ΖΕΠ που έχουν ορισθεί για τη διατήρηση του συγκεκριμένου είδους, περιλαμβανομένου του σημαντικότερου για το είδος αυτό τόπου, ήτοι της ΖΕΠ Nizke Tatry, δεν είχαν υιοθετηθεί προγράμματα συντήρησης των ζωνών διατήρησης.

115

Ειδικότερα, η Επιτροπή επισημαίνει ότι, μολονότι το άρθρο 26, παράγραφος 6, του νόμου περί διατήρησης της φύσης επιτρέπει τη θέσπιση με κυβερνητικό διάταγμα της απαγορεύσεως των δραστηριοτήτων οι οποίες συνεπάγονται αρνητικές επιπτώσεις για τη διατήρηση του αγριόκουρκου (Tetrao urogallus), το εν λόγω κράτος μέλος δεν έχει εφαρμόσει τέτοιες απαγορεύσεις. Την παράλειψη αυτή παραδέχθηκαν οι ίδιες οι σλοβακικές αρχές, καθόσον, σύμφωνα με το Πρόγραμμα διατήρησης, επιβάλλεται να τροποποιηθούν τα διατάγματα περί ορισμού των ΖΕΠ προκειμένου να θεσπισθούν απαγορεύσεις για τις δραστηριότητες οι οποίες συνεπάγονται αρνητικές επιπτώσεις για το συγκεκριμένο είδος, όπερ εξακολουθεί να μην έχει γίνει κατά την ημερομηνία ασκήσεως της υπό κρίση προσφυγής.

116

Εκ προοιμίου, όσον αφορά το παραδεκτό, η Σλοβακική Δημοκρατία υποστηρίζει ότι, αντιθέτως προς ό,τι προκύπτει από το δικόγραφο της προσφυγής της Επιτροπής, η τρίτη αιτίαση την οποία προβάλλει το εν λόγω θεσμικό όργανο αφορά, στην πραγματικότητα, μόνον επτά ΖΕΠ και όχι έντεκα ή δώδεκα ΖΕΠ.

117

Εξάλλου, το εν λόγω κράτος μέλος υποστηρίζει, με το υπόμνημά του ανταπαντήσεως, ότι η εκ μέρους της Επιτροπής επίκληση, κατά το στάδιο του υπομνήματος απαντήσεως, της μνημονευόμενης στη σκέψη 100 της παρούσας αποφάσεως νομολογίας, κατά την οποία τα μέτρα ειδικής διατήρησης δεν πρέπει να περιορίζονται σε μέτρα αποτροπής των προσβολών και των εξωτερικών οχλήσεων που προκαλούνται από τον άνθρωπο, αλλά πρέπει, ανάλογα με την κατάσταση, να περιλαμβάνουν και θετικά μέτρα για τη διατήρηση και τη βελτίωση της καταστάσεως του τόπου, είναι απαράδεκτη, καθόσον συνιστά νέα αιτίαση.

118

Επί της ουσίας, η Σλοβακική Δημοκρατία αντιτάσσει, πρώτον, ότι ο οργανισμός για τη διατήρηση της φύσης συνέταξε πρόταση μόνιμων εποπτευόμενων τόπων για την παρακολούθηση του αγριόκουρκου (Tetrao urogallus) στο πλαίσιο του έργου του PO QE με τίτλο «Παρακολούθηση των ειδών και των οικοτόπων κοινοτικού ενδιαφέροντος κατά την έννοια της οδηγίας για τους οικοτόπους και της οδηγίας για τα πτηνά». Συνολικά, 54 τόποι του είδους αυτού προτάθηκαν για την παρακολούθηση, τόσο εντός των ΖΕΠ και όσο και εκτός αυτών, με αποτέλεσμα, κατά το εν λόγω κράτος μέλος, η παρακολούθηση να περιλαμβάνει αντιπροσωπευτικό δείγμα του πληθυσμού. Η Σλοβακική Δημοκρατία διευκρινίζει ότι η παρακολούθηση αυτή διασφαλίζεται μέσω προμηθευτή ο οποίος επιλέγεται στο πλαίσιο διαδικασίας υποβολής προσφορών που δεν έχει ακόμη ολοκληρωθεί.

119

Δεύτερον, η Σλοβακική Δημοκρατία υπογραμμίζει αφενός ότι η εφαρμογή των εγκριθέντων προγραμμάτων συντήρησης αξιολογείται σε τακτική βάση και ότι αφετέρου, στις 10 Μαρτίου 2021, από τα 72 μέτρα που προτάθηκαν για την επίτευξη των στόχων προστασίας του αγριόκουρκου (Tetrao urogallus) στις ΖΕΠ που έχουν ορισθεί για τη διατήρησή του 68 μέτρα είναι επί του παρόντος στο στάδιο της εκτελέσεως.

120

Τρίτον, το εν λόγω κράτος μέλος προβάλλει ότι η προετοιμασία των επιστημονικών έργων προγραμμάτων συντήρησης σε έξι ΖΕΠ περατώθηκε μεταξύ Σεπτεμβρίου 2020 και Ιανουαρίου 2021. Ως προς την εναπομείνασα ΖΕΠ, τη ΖΕΠ Muránska planina-Stolica, ανακοινώθηκε, στις 24 Ιανουαρίου 2020, έργο δημιουργίας εθνικού πάρκου, το οποίο θα απολάμβανε προσωρινής διετούς προστασίας. Η προστασία αυτή ισχύει και για τους 76 τόπους τους οποίους αφορά το έργο του φυσικού πάρκου «Pralesy Slovenska» από της ανακοινώσεως, μεταξύ Σεπτεμβρίου και Νοεμβρίου 2020, των δημοσίων γνωμοδοτήσεων που τους αφορούν.

121

Η Σλοβακική Δημοκρατία συνάγει εξ αυτού ότι η προσωρινή έλλειψη προγραμμάτων συντήρησης δεν σημαίνει ωστόσο ότι, εν αναμονή της εγκρίσεώς τους, τα μέτρα διατήρησης για την προστασία του αγριόκουρκου (Tetrao urogallus) δεν τέθηκαν σε εφαρμογή στους οικείους τόπους.

2.   Εκτίμηση του Δικαστηρίου

α)   Επί του παραδεκτού

122

Πρώτον, όσον αφορά το αντικείμενο της τρίτης αιτιάσεως, διαπιστώνεται ότι με την υπό κρίση αιτίαση προβάλλεται συστηματική και διαρκής παράβαση εκ μέρους της Σλοβακικής Δημοκρατίας του άρθρου 4, παράγραφος 1, της οδηγίας για τα πτηνά. Λαμβανομένης υπόψη της νομολογίας που υπομνήσθηκε στις σκέψεις 94 και 95 της παρούσας αποφάσεως, πρέπει να γίνει δεκτό ότι τα πραγματικά περιστατικά των οποίων έλαβε γνώση η Επιτροπή μετά την έκδοση της αιτιολογημένης γνώμης της παραδεκτώς προβλήθηκαν από το εν λόγω θεσμικό όργανο προς στήριξη του δικογράφου της προσφυγής του.

123

Επιπλέον, χρήζει αναφοράς, όπως επισήμανε και η Σλοβακική Δημοκρατία, ότι, μολονότι η Επιτροπή ανέπτυξε, με το δικόγραφο της προσφυγής, επιχειρήματα σχετικά με την έλλειψη μέτρων ειδικής διατήρησης όσον αφορά τον οικότοπο του αγριόκουρκου (Tetrao urogallus) σε έντεκα από τις δώδεκα ΖΕΠ που έχουν ορισθεί για τη διατήρησή του, εντούτοις στο αιτητικό του δικογράφου της προσφυγής καθώς και στα επιμέρους αιτήματά της μνημονεύονται όχι οι έντεκα αυτές ΖΕΠ, αλλά μόνον επτά από αυτές, ήτοι η ΖΕΠ Nízke Tatry SKCHVU018, η ΖΕΠ Tatry SKCHVU030, η ΖΕΠ Veľká Fatra SKCHVU033, η ΖΕΠ Muránska planina-Stolica SKCHVU017, η ΖΕΠ Volovské vrchy SKCHVU036, η ΖΕΠ Malá Fatra SKCHVU013 και η ΖΕΠ Levočské vrchy SKCHVU051.

124

Επομένως, στο πλαίσιο της εξετάσεως της τρίτης αιτιάσεως πρέπει να ληφθούν υπόψη μόνον τα επιχειρήματα που προέβαλε η Επιτροπή ως προς τις εν λόγω επτά ΖΕΠ.

125

Δεύτερον, όσον αφορά την προβληθείσα από τη Σλοβακική Δημοκρατία ένσταση απαραδέκτου, αρκεί η διαπίστωση ότι η Επιτροπή περιορίσθηκε, με το υπόμνημά της απαντήσεως, στο να επαναλάβει ένα απόσπασμα από τη νομολογία με το οποίο το εν λόγω θεσμικό όργανο απλώς αναπτύσσει λεπτομερώς ένα επιχείρημα που είχε ήδη προβάλει κατά τρόπο γενικότερο στο δικόγραφο της προσφυγής και το οποίο συνίσταται στο ότι τα προβλεπόμενα στο άρθρο 4, παράγραφος 1, της οδηγίας για τα πτηνά ειδικά μέτρα στις ΖΕΠ πρέπει να εφαρμόζονται κατά τρόπο αποτελεσματικό, με πλήρη, σαφή και ακριβή μέτρα.

126

Επομένως, η εν λόγω παράθεση νομολογίας δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι μεταβάλλει το αντικείμενο της προβαλλόμενης παράβασης ούτε ότι επηρεάζει με οποιονδήποτε τρόπο το περιεχόμενο της διαφοράς [πρβλ. απόφαση της 10ης Νοεμβρίου 2020, Επιτροπή κατά Ιταλίας (Οριακές τιμές – ΑΣ10), C‑644/18, EU:C:2020:895, σκέψη 68 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία], και, ως εκ τούτου, η προβληθείσα από τη Σλοβακική Δημοκρατία ένσταση απαραδέκτου πρέπει να απορριφθεί.

β)   Επί της ουσίας

127

Ευθύς εξαρχής υπενθυμίζεται ότι, κατά το άρθρο 4, παράγραφος 1, της οδηγίας για τα πτηνά, ο χαρακτηρισμός περιοχής ως ΖΕΠ για τη διατήρηση ενός είδους συνεπάγεται την αειφόρο συντήρηση των δομικών χαρακτηριστικών της ζώνης αυτής, με στόχο την επιβίωση και την αναπαραγωγή του αντίστοιχου είδους, όπερ δικαιολόγησε τον χαρακτηρισμό της ζώνης (απόφαση της 25ης Ιουλίου 2018, Grace και Sweetman, C‑164/17, EU:C:2018:593, σκέψη 35).

128

Ειδικότερα, η διάταξη αυτή επιτάσσει όχι μόνον τη θέσπιση των μέτρων διατηρήσεως που είναι αναγκαία για την παραμονή σε ικανοποιητική κατάσταση διατηρήσεως των προστατευόμενων οικοτόπων και ειδών εντός της οικείας περιοχής, αλλά επίσης, και προ πάντων, την ουσιαστική εφαρμογή των μέτρων αυτών, ώστε να μην καταστεί η διάταξη άνευ πρακτικής αποτελεσματικότητας [πρβλ. απόφαση της 17ης Απριλίου 2018, Επιτροπή κατά Πολωνίας (Δάσος της Białowieża), C‑441/17, EU:C:2018:255, σκέψη 213].

129

Λαμβανομένων υπόψη των ανωτέρω προκαταρκτικών διευκρινίσεων, πρέπει να εξεταστεί αν, όπως υποστηρίζει η Επιτροπή, οι σλοβακικές αρχές παρέβησαν την υποχρέωση που υπέχουν να θεσπίσουν μέτρα ειδικής διατήρησης όσον αφορά τον οικότοπο του αγριόκουρκου (Tetrao urogallus).

130

Συναφώς, πρώτον, επισημαίνεται ότι η Σλοβακική Δημοκρατία παραδέχεται, με το υπόμνημα αντικρούσεως, ότι οι επτά ΖΕΠ τις οποίες αφορά η τρίτη αιτίαση ταυτίζονται ακριβώς με εκείνες για τις οποίες δεν έχουν ακόμη θεσπισθεί τα προγράμματα συντήρησης.

131

Αντιθέτως, το εν λόγω κράτος μέλος προβάλλει ότι έχει επίγνωση της ανάγκης και του κατεπείγοντος να διασφαλιστεί επαρκής προστασία του αγριόκουρκου (Tetrao urogallus) και ότι, συνακόλουθα, αξιοποίησε κατά τρόπο αποτελεσματικό το σύνολο των νομικών εργαλείων που θέτει στη διάθεσή του ο νόμος περί διατήρησης της φύσης.

132

Ωστόσο, ο ισχυρισμός αυτός δεν τεκμηριώνεται με καμία παραπομπή σε πρόγραμμα συντήρησης το οποίο πράγματι να θεσπίσθηκε και να εφαρμόσθηκε εντός των επτά οικείων ΖΕΠ. Καίτοι είναι αληθές, όπως προκύπτει από το υπόμνημα αντικρούσεως της Σλοβακικής Δημοκρατίας καθώς και από τα συνημμένα σε αυτό έγγραφα, ότι το εν λόγω κράτος μέλος κατάρτισε και προετοίμασε σειρά έργων με σκοπό τη διασφάλιση της διατήρησης των οικοτόπων του αγριόκουρκου (Tetrao urogallus) στις ΖΕΠ που έχουν ορισθεί προς τούτο, όπως, ειδικότερα, τη διαίρεση σε ζώνες του εθνικού πάρκου «Muránska planina-Stolica» καθώς και τη δημιουργία του φυσικού πάρκου «Pralesy Slovenska», γεγονός παραμένει ότι πρόκειται αποκλειστικά για έργα τα οποία ούτε είχαν οριστικοποιηθεί ούτε, πολύ περισσότερο, είχαν τεθεί σε εφαρμογή τόσο κατά την ημερομηνία εκπνοής της ταχθείσας με την αιτιολογημένη γνώμη προθεσμίας όσο και κατά την ημερομηνία ασκήσεως της υπό κρίση προσφυγής.

133

Δεύτερον, όσον αφορά τα μέτρα ειδικής διατήρησης που θεσπίζονται κατόπιν αποφάσεων των επιφορτισμένων με την προστασία της φύσης αρχών, οι οποίες λαμβάνονται βάσει του άρθρου 4, παράγραφος 2, του νόμου περί διατήρησης της φύσης, από τα στοιχεία της δικογραφίας που υποβλήθηκε στο Δικαστήριο προκύπτει ότι τα μέτρα αυτά έχουν προσωρινό χαρακτήρα και πρέπει να παρατείνονται με τη λήψη μεταγενέστερων αποφάσεων, οπότε η προστασία την οποία διασφαλίζει η διάταξη αυτή δεν μπορεί να παρέχει τη διαρκή εγγύηση της διατήρησης σε ικανοποιητική κατάσταση των οικοτόπων και του είδους του αγριόκουρκου (Tetrao urogallus) στις οικείες ΖΕΠ.

134

Επομένως, η Επιτροπή απέδειξε επαρκώς κατά νόμον ότι η Σλοβακική Δημοκρατία δεν συμμορφώθηκε προς τις απαιτήσεις του άρθρου 4, παράγραφος 1, της οδηγίας για τα πτηνά. Κατά συνέπεια, η τρίτη αιτίαση, που αντλείται από παράβαση της διατάξεως αυτής, είναι βάσιμη.

135

Από τις ανωτέρω σκέψεις προκύπτει ότι η Σλοβακική Δημοκρατία, παραλείποντας να θεσπίσει τα μέτρα ειδικής διατήρησης που ισχύουν για τον οικότοπο του αγριόκουρκου (Tetrao urogallus) στις ΖΕΠ που έχουν ορισθεί για τη διατήρησή του προκειμένου να εξασφαλισθεί η επιβίωση και η αναπαραγωγή του στη ζώνη εξαπλώσεώς του (ΖΕΠ Nízke Tatry SKCHVU018, ΖΕΠ Tatry SKCHVU030, ΖΕΠ Veľká Fatra SKCHVU033, ΖΕΠ Muránska planina-Stolica SKCHVU017, ΖΕΠ Volovské vrchy SKCHVU036, ΖΕΠ Malá Fatra SKCHVU013 και ΖΕΠ Levočské vrchy SKCHVU051), παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από το άρθρο 4, παράγραφος 1, της οδηγίας για τα πτηνά.

136

Επομένως, η προσφυγή της Επιτροπής πρέπει να γίνει δεκτή στο σύνολό της.

137

Βάσει του συνόλου των ανωτέρω σκέψεων, διαπιστώνεται ότι η Σλοβακική Δημοκρατία:

προβλέποντας ότι τα ΠΣΔ και οι τροποποιήσεις τους, οι εργασίες επείγουσας υλοτόμησης καθώς και τα μέτρα που αποσκοπούν στην πρόληψη των απειλών για τα δάση και στην εξάλειψη των ζημιογόνων αποτελεσμάτων των φυσικών καταστροφών απαλλάσσονται από την υποχρέωση κατά την οποία, όταν είναι δυνατόν να επηρεάζουν σημαντικά τις ζώνες του δικτύου Natura 2000, εκτιμώνται δεόντως ως προς τις επιπτώσεις τους στην οικεία ζώνη, λαμβανομένων υπόψη των στόχων διατήρησης της εν λόγω ζώνης·

παραλείποντας να θεσπίσει τα κατάλληλα μέτρα ώστε να αποφεύγονται η υποβάθμιση των οικοτόπων καθώς και οι ενοχλήσεις οι οποίες συνεπάγονται σημαντικές επιπτώσεις στις ΖΕΠ που έχουν ορισθεί για τη διατήρηση του αγριόκουρκου (Tetrao urogallus) (ΖΕΠ Nízke Tatry SKCHVU018, ΖΕΠ Tatry SKCHVU030, ΖΕΠ Veľká Fatra SKCHVU033, ΖΕΠ Muránska planina-Stolica SKCHVU017, ΖΕΠ Chočské vrchy SKCHVU050, ΖΕΠ Horná Orava SKCHVU008, ΖΕΠ Volovské vrchy SKCHVU036, ΖΕΠ Malá Fatra SKCHVU013, ΖΕΠ Poľana SKCHVU022, ΖΕΠ Slovenský Raj SKCHVU053, ΖΕΠ Levočské vrchy SKCHVU051 και ΖΕΠ Strážovské vrchy SKCHVU028)·

παραλείποντας να θεσπίσει τα μέτρα ειδικής διατήρησης που ισχύουν για τον οικότοπο του αγριόκουρκου (Tetrao urogallus) στις ΖΕΠ που έχουν ορισθεί για τη διατήρησή του προκειμένου να εξασφαλισθεί η επιβίωση και η αναπαραγωγή του στη ζώνη εξαπλώσεώς του (ΖΕΠ Nízke Tatry SKCHVU018, ΖΕΠ Tatry SKCHVU030, ΖΕΠ Veľká Fatra SKCHVU033, ΖΕΠ Muránska planina-Stolica SKCHVU017, ΖΕΠ Volovské vrchy SKCHVU036, ΖΕΠ Malá Fatra SKCHVU013 και ΖΕΠ Levočské vrchy SKCHVU051),

παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει αντιστοίχως από το άρθρο 6, παράγραφος 3, της οδηγίας για τους οικοτόπους, σε συνδυασμό με το άρθρο 7 της οδηγίας αυτής, από το άρθρο 6, παράγραφος 2, της οδηγίας για τους οικοτόπους, σε συνδυασμό με το άρθρο 7 της οδηγίας αυτής, καθώς και από το άρθρο 4, παράγραφος 1, της οδηγίας για τα πτηνά.

IV. Επί των δικαστικών εξόδων

138

Κατά το άρθρο 138, παράγραφος 1, του Κανονισμού Διαδικασίας του Δικαστηρίου, ο ηττηθείς διάδικος καταδικάζεται στα δικαστικά έξοδα εφόσον υπάρχει σχετικό αίτημα του νικήσαντος διαδίκου. Δεδομένου ότι η Σλοβακική Δημοκρατία ηττήθηκε, πρέπει να καταδικαστεί στα δικαστικά έξοδα, σύμφωνα με το σχετικό αίτημα της Επιτροπής.

 

Για τους λόγους αυτούς, το Δικαστήριο (έκτο τμήμα) αποφασίζει:

 

1)

Διαπιστώνεται ότι η Σλοβακική Δημοκρατία:

προβλέποντας ότι τα προγράμματα συντήρησης των δασών και οι τροποποιήσεις τους, οι εργασίες επείγουσας υλοτόμησης καθώς και τα μέτρα που αποσκοπούν στην πρόληψη των απειλών για τα δάση και στην εξάλειψη των ζημιογόνων αποτελεσμάτων των φυσικών καταστροφών απαλλάσσονται από την υποχρέωση κατά την οποία, όταν είναι δυνατόν να επηρεάζουν σημαντικά τις ζώνες του δικτύου Natura 2000, εκτιμώνται δεόντως ως προς τις επιπτώσεις τους στην οικεία ζώνη, λαμβανομένων υπόψη των στόχων διατήρησης της εν λόγω ζώνης·

παραλείποντας να θεσπίσει τα κατάλληλα μέτρα ώστε να αποφεύγονται η υποβάθμιση των οικοτόπων καθώς και οι ενοχλήσεις οι οποίες συνεπάγονται σημαντικές επιπτώσεις στις ζώνες ειδικής προστασίας (ΖΕΠ) που έχουν ορισθεί για τη διατήρηση του αγριόκουρκου (Tetrao urogallus) (ΖΕΠ Nízke Tatry SKCHVU018, ΖΕΠ Tatry SKCHVU030, ΖΕΠ Veľká Fatra SKCHVU033, ΖΕΠ Muránska planina-Stolica SKCHVU017, ΖΕΠ Chočské vrchy SKCHVU050, ΖΕΠ Horná Orava SKCHVU008, ΖΕΠ Volovské vrchy SKCHVU036, ΖΕΠ Malá Fatra SKCHVU013, ΖΕΠ Poľana SKCHVU022, ΖΕΠ Slovenský Raj SKCHVU053, ΖΕΠ Levočské vrchy SKCHVU051 και ΖΕΠ Strážovské vrchy SKCHVU028)·

παραλείποντας να θεσπίσει τα μέτρα ειδικής διατήρησης που ισχύουν για τον οικότοπο του αγριόκουρκου (Tetrao urogallus) στις ΖΕΠ που έχουν ορισθεί για τη διατήρησή του προκειμένου να εξασφαλισθεί η επιβίωση και η αναπαραγωγή του στη ζώνη εξαπλώσεώς του (ΖΕΠ Nízke Tatry SKCHVU018, ΖΕΠ Tatry SKCHVU030, ΖΕΠ Veľká Fatra SKCHVU033, ΖΕΠ Muránska planina-Stolica SKCHVU017, ΖΕΠ Volovské vrchy SKCHVU036, ΖΕΠ Malá Fatra SKCHVU013 και ΖΕΠ Levočské vrchy SKCHVU051),

παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει αντιστοίχως από το άρθρο 6, παράγραφος 3, της οδηγίας 92/43/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 21ης Μαΐου 1992, για τη διατήρηση των φυσικών οικοτόπων καθώς και της άγριας πανίδας και χλωρίδας, σε συνδυασμό με το άρθρο 7 της οδηγίας αυτής, από το άρθρο 6, παράγραφος 2, της οδηγίας 92/43 σε συνδυασμό με το άρθρο 7 της οδηγίας αυτής, καθώς και από το άρθρο 4, παράγραφος 1, της οδηγίας 2009/147/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 30ής Νοεμβρίου 2009, περί της διατηρήσεως των αγρίων πτηνών.

 

2)

Καταδικάζει τη Σλοβακική Δημοκρατία στα δικαστικά έξοδα.

 

(υπογραφές)


( *1 ) Γλώσσα διαδικασίας: η σλοβακική.