ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (έκτο τμήμα)

της 10ης Δεκεμβρίου 2020 ( *1 )

«Προδικαστική παραπομπή – Δικαστική συνεργασία σε αστικές υποθέσεις – Κανονισμός (ΕΚ) 44/2001 – Άρθρο 15, παράγραφος 1 – Διεθνής δικαιοδοσία σε συμβάσεις καταναλωτών – Έννοια του όρου “καταναλωτής” – Σύμβαση συμμετοχής σε παιχνίδι πόκερ η οποία συνάπτεται μέσω διαδικτύου μεταξύ ενός φυσικού προσώπου και ενός διοργανωτή τυχηρών παιγνίων – Φυσικό πρόσωπο το οποίο βιοπορίζεται συμμετέχοντας σε διαδικτυακό παιχνίδι πόκερ – Γνώσεις τις οποίες κατέχει το πρόσωπο αυτό – Τακτικότητα της δραστηριότητας»

Στην υπόθεση C‑774/19,

με αντικείμενο αίτηση προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 267 ΣΛΕΕ, που υπέβαλε το Vrhovno sodišče (Ανώτατο Δικαστήριο, Σλοβενία) με απόφαση της 5ης Σεπτεμβρίου 2019, η οποία περιήλθε στο Δικαστήριο στις 22 Οκτωβρίου 2019, στο πλαίσιο της δίκης

A. B.,

Β. Β.

κατά

Personal Exchange International Limited,

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (έκτο τμήμα),

συγκείμενο από τους L. Bay Larsen, πρόεδρο τμήματος, M. Safjan (εισηγητή) και N. Jääskinen, δικαστές,

γενικός εισαγγελέας: M. Campos Sánchez-Bordona

γραμματέας: Α. Calot Escobar

έχοντας υπόψη την έγγραφη διαδικασία,

λαμβάνοντας υπόψη τις παρατηρήσεις που υπέβαλαν:

οι A. B. και B. B., εκπροσωπούμενοι από τον R. Kokalj, odvetnik,

η Σλοβενική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από την J. Morela,

η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, εκπροσωπούμενη από τις M. Heller και B. Rous Demiri,

κατόπιν της αποφάσεως που έλαβε, αφού άκουσε τον γενικό εισαγγελέα, να εκδικάσει την υπόθεση χωρίς ανάπτυξη προτάσεων,

εκδίδει την ακόλουθη

Απόφαση

1

Η αίτηση προδικαστικής αποφάσεως αφορά την ερμηνεία του άρθρου 15, παράγραφος 1, του κανονισμού (ΕΚ) 44/2001 του Συμβουλίου, της 22ας Δεκεμβρίου 2000, για τη διεθνή δικαιοδοσία, την αναγνώριση και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις (ΕΕ 2001, L 12, σ. 1).

2

Η αίτηση αυτή υποβλήθηκε στο πλαίσιο ένδικης διαφοράς μεταξύ των A. B. και B. B., δύο φυσικών προσώπων που κατοικούν στη Σλοβενία, και της Personal Exchange International Limited (στο εξής: PEI), εμπορικής εταιρίας με έδρα τη Μάλτα, σχετικά με ποσό το οποίο η PEI παρακράτησε στο πλαίσιο συμβάσεως συμμετοχής σε παιχνίδι πόκερ συναφθείσας μέσω διαδικτύου.

Το νομικό πλαίσιο

3

Ο κανονισμός 44/2001 καταργήθηκε από τον κανονισμό (ΕΕ) 1215/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Δεκεμβρίου 2012, για τη διεθνή δικαιοδοσία, την αναγνώριση και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις (ΕΕ 2012, L 351, σ. 1). Εντούτοις, με εξαίρεση ορισμένες από τις διατάξεις του, ο τελευταίος αυτός κανονισμός εφαρμόζεται, δυνάμει του άρθρου 81, από τις 10 Ιανουαρίου 2015. Συνεπώς, δεδομένης της ημερομηνίας των πραγματικών περιστατικών της διαφοράς της κύριας δίκης, η διαφορά αυτή εξακολουθεί να διέπεται από τον κανονισμό 44/2001.

4

Οι αιτιολογικές σκέψεις 11, 12 και 13 του κανονισμού 44/2001 είχαν ως εξής:

«(11)

Οι κανόνες δικαιοδοσίας πρέπει να παρουσιάζουν υψηλό βαθμό προβλεψιμότητας και να βασίζονται στην αρχή της γενικής δωσιδικίας της κατοικίας του εναγομένου και η δωσιδικία αυτή πρέπει να ισχύει πάντοτε, εκτός από μερικές συγκεκριμένες περιπτώσεις όπου το επίδικο αντικείμενο ή η αυτονομία των μερών δικαιολογεί άλλο συνδετικό παράγοντα. Η κατοικία των νομικών προσώπων πρέπει να καθορίζεται αυτοτελώς ώστε να αυξάνεται η διαφάνεια των κοινών κανόνων και να αποφεύγονται οι συγκρούσεις δικαιοδοσίας.

(12)

Η δωσιδικία της κατοικίας του εναγομένου πρέπει να συμπληρωθεί από εναλλακτικές δωσιδικίες που θα ισχύουν λόγω του στενού συνδέσμου μεταξύ του δικαστηρίου και της διαφοράς ή για τη διευκόλυνση του έργου της δικαιοσύνης.

(13)

Στις συμβάσεις ασφάλισης, καταναλωτών και [εργασίας] είναι σκόπιμο να προστατεύεται ο αδύναμος διάδικος με ευνοϊκότερους για τα συμφέροντά του κανόνες δικαιοδοσίας.»

5

Κατά το άρθρο 2, παράγραφος 1, του ως άνω κανονισμού, το οποίο περιλαμβάνεται στο επιγραφόμενο «Γενικές διατάξεις» τμήμα 1 του κεφαλαίου ΙΙ:

«Με την επιφύλαξη των διατάξεων του παρόντος κανονισμού, τα πρόσωπα που έχουν την κατοικία τους στο έδαφος κράτους μέλους ενάγονται ενώπιον των δικαστηρίων αυτού του κράτους μέλους, ανεξάρτητα από την ιθαγένειά τους.»

6

Το άρθρο 3, παράγραφος 1, του εν λόγω κανονισμού, το οποίο περιλαμβάνεται στο ως άνω τμήμα 1, προέβλεπε τα εξής:

«Τα πρόσωπα που έχουν την κατοικία τους στο έδαφος κράτους μέλους μπορούν να εναχθούν ενώπιον των δικαστηρίων άλλου κράτους μέλους μόνο σύμφωνα με τους κανόνες που περιλαμβάνονται στα τμήματα 2 έως 7 του παρόντος κεφαλαίου.»

7

Κατά το άρθρο 5, σημείο 1, στοιχείο αʹ, του ίδιου κανονισμού, το οποίο περιλαμβάνεται στο τμήμα 2, με τίτλο «Ειδικές δικαιοδοσίες», του κεφαλαίου II:

«Πρόσωπο που έχει την κατοικία του στο έδαφος κράτους μέλους μπορεί να εναχθεί σε άλλο κράτος μέλος:

1)

α)

ως προς διαφορές εκ συμβάσεως, ενώπιον του δικαστηρίου του τόπου όπου εκπληρώθηκε ή οφείλει να εκπληρωθεί η παροχή·».

8

Το άρθρο 15 του κανονισμού 44/2001, το οποίο περιλαμβάνεται στο τμήμα 4, με τίτλο «Διεθνής δικαιοδοσία σε συμβάσεις καταναλωτών», του κεφαλαίου II, όριζε τα εξής:

«1.   Σε συμβάσεις που ο σκοπός τους μπορεί να θεωρηθεί ξένος προς την επαγγελματική δραστηριότητα του προσώπου που τις καταρτίζει, του καταναλωτή, η διεθνής δικαιοδοσία καθορίζεται από τις διατάξεις του παρόντος τμήματος, με την επιφύλαξη των άρθρων 4 και 5, σημείο 5:

α)

όταν πρόκειται για πώληση ενσωμάτων κινητών με τμηματική καταβολή του τιμήματος ή·

β)

όταν πρόκειται για δάνειο με σταδιακή εξόφληση ή για άλλη πιστωτική συναλλαγή συνδεόμενη με τη χρηματοδότηση αγοράς ενσωμάτων κινητών ή·

γ)

σε όλες τις άλλες περιπτώσεις, όταν η σύμβαση καταρτίσθηκε με πρόσωπο, το οποίο ασκεί εμπορικές ή επαγγελματικές δραστηριότητες στο έδαφος του κράτους μέλους κατοικίας του καταναλωτή ή το οποίο κατευθύνει με οποιοδήποτε μέσον τέτοιου είδους δραστηριότητες σ’ αυτό το κράτος μέλος ή σε διάφορα κράτη, συμπεριλαμβανομένου του εν λόγω κράτους μέλους και η σύμβαση εμπίπτει στο πεδίο των εν λόγω δραστηριοτήτων.

[…]»

9

Το άρθρο 16, παράγραφος 1, του κανονισμού αυτού, το οποίο περιλαμβάνεται επίσης στο τμήμα 4, είχε ως εξής:

«Η αγωγή καταναλωτή κατά του αντισυμβαλλόμενου μπορεί να ασκηθεί είτε ενώπιον των δικαστηρίων του κράτους μέλους στο έδαφος του οποίου έχει την κατοικία του ο αντισυμβαλλόμενος είτε ενώπιον των δικαστηρίων του τόπου κατοικίας του καταναλωτή.»

10

Κατά το άρθρο 17 του εν λόγω κανονισμού, το οποίο περιλαμβάνεται επίσης στο τμήμα 4:

«Παρέκκλιση από τις διατάξεις του παρόντος τμήματος είναι δυνατή μόνο με συμφωνίες:

1)

μεταγενέστερες από τη γένεση της διαφοράς, ή

2)

που επιτρέπουν στον καταναλωτή να προσφύγει και σε άλλα δικαστήρια εκτός από αυτά που προβλέπονται στο παρόν τμήμα ή

3)

που, έχοντας καταρτισθεί ανάμεσα σε καταναλωτή και αντισυμβαλλόμενο με κατοικία ή συνήθη διαμονή, κατά το χρόνο σύναψης της σύμβασης, στο ίδιο κράτος μέλος, απονέμουν διεθνή δικαιοδοσία στα δικαστήρια αυτού του κράτους μέλους, εκτός αν το δίκαιο αυτού του κράτους μέλους απαγορεύει τέτοιες συμφωνίες.»

Η διαφορά της κύριας δίκης και το προδικαστικό ερώτημα

11

Η PEI, η οποία προσφέρει υπηρεσίες διαδικτυακών τυχηρών παιγνίων μέσω του ιστοτόπου www.mybet.com, κατευθύνει την εμπορική της δραστηριότητα μεταξύ άλλων στη Σλοβενία.

12

Ο B. B. άνοιξε λογαριασμό χρήστη στον ιστότοπο αυτόν και αποδέχθηκε, όπως του ζητήθηκε, τους γενικούς όρους που είχε καθορίσει μονομερώς η PEI, χωρίς να μπορεί να επηρεάσει τη σύνταξη ή ενδεχομένως να τροποποιήσει εκ των υστέρων τους εν λόγω όρους, οι οποίοι όριζαν, μεταξύ άλλων, ότι τα δικαστήρια της Δημοκρατίας της Μάλτας ήταν αρμόδια για την επίλυση τυχόν διαφορών από τις συμβατικές σχέσεις.

13

Από την απόφαση περί παραπομπής προκύπτει ότι, κατά το διάστημα από τις 31 Μαρτίου 2010 έως τις 10 Μαΐου 2011, ο B. B. κέρδισε περίπου 227000 ευρώ παίζοντας πόκερ στον εν λόγω ιστότοπο. Στις 10 Μαΐου 2011, ο λογαριασμός του B. B. δεσμεύθηκε από την PEI και το ποσό αυτό παρακρατήθηκε από αυτήν με την αιτιολογία ότι ο B. B. είχε παραβεί τον κανονισμό του παιγνίου που είχε καταρτίσει η PEI, δημιουργώντας έναν πρόσθετο λογαριασμό χρήστη για τον οποίο είχε χρησιμοποιήσει το όνομα και τα στοιχεία του A. B.

14

Κατά τη διάρκεια του Μαΐου 2013, ο B. B. άσκησε, πρωτοδίκως, ενώπιον των σλοβενικών δικαστηρίων αγωγή κατά της PEI με αίτημα την απόδοση του εν λόγω ποσού από την τελευταία.

15

Ο B. B. υποστήριξε ότι τα σλοβενικά δικαστήρια έχουν διεθνή δικαιοδοσία λόγω της ιδιότητάς του ως καταναλωτή, η οποία του παρέχει τη δυνατότητα να προσφύγει στο δικαστήριο του τόπου κατοικίας του, σύμφωνα με το άρθρο 16, παράγραφος 1, του κανονισμού 44/2001.

16

Η PEI ζήτησε να απορριφθεί η εν λόγω αγωγή ως απαράδεκτη, υποστηρίζοντας ότι τα σλοβενικά δικαστήρια δεν ήταν αρμόδια να αποφανθούν επί της διαφοράς της κύριας δίκης. Δεδομένου ότι ο B. B. είναι επαγγελματίας παίκτης πόκερ, γεγονός το οποίο του στερεί, ως εκ τούτου, την προστασία που παρέχεται στους καταναλωτές, μόνον τα δικαστήρια της Δημοκρατίας της Μάλτας, στο έδαφος της οποίας έχει την έδρα της η PEI, έχουν διεθνή δικαιοδοσία για την εκδίκαση της διαφοράς της κύριας δίκης.

17

Το πρωτοβάθμιο σλοβενικό δικαστήριο, αφενός, αναγνώρισε τη διεθνή δικαιοδοσία των σλοβενικών δικαστηρίων, λαμβανομένου υπόψη του τόπου κατοικίας του Β. Β., κρίνοντας ότι αυτός είχε ενεργήσει ως καταναλωτής όταν άνοιξε δικό του λογαριασμό χρήστη στον ιστότοπο της PEI και, αφετέρου, δέχθηκε την αγωγή του B. B.

18

Η PEI άσκησε έφεση κατά της αποφάσεως του πρωτοβάθμιου σλοβενικού δικαστηρίου ενώπιον του σλοβενικού εφετείου, το οποίο επικύρωσε την εκκαλουμένη απόφαση. Κατόπιν αυτού, η PEI άσκησε αναίρεση ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου, του Vrhovno sodišče (Ανωτάτου Δικαστηρίου, Σλοβενία). Η διαδικασία ενώπιον του δικαστηρίου αυτού αφορά μόνον τον B. B., δεδομένου ότι η δίκη που αφορά τον A. B. έχει περατωθεί οριστικώς.

19

Διερωτώμενο αν η διεθνής δικαιοδοσία για την επίλυση της διαφοράς της κύριας δίκης ανήκει στα σλοβενικά δικαστήρια, λαμβανομένης υπόψη της κατοικίας του B. B., ή στα δικαστήρια της Μάλτας, λαμβανομένης υπόψη της έδρας της PEI, το αιτούν δικαστήριο εκτιμά ότι η απάντηση στο ερώτημα αυτό εξαρτάται από το αν μπορεί να θεωρηθεί ότι ο B. B. συνήψε με την PEI σύμβαση ως «καταναλωτής για σκοπό που μπορεί να θεωρηθεί ξένος προς την επαγγελματική του δραστηριότητα», κατά την έννοια του άρθρου 15, παράγραφος 1, του κανονισμού 44/2001.

20

Συναφώς, το αιτούν δικαστήριο επισημαίνει, αφενός, ότι ο B. B. ήταν υποχρεωμένος να αποδεχθεί τους γενικούς όρους που είχε καθορίσει μονομερώς η PEI, οπότε ήταν οικονομικώς ασθενέστερος και νομικώς λιγότερο έμπειρος από τον αντισυμβαλλόμενό του, ότι δεν είχε δηλώσει ως επαγγελματική τη δραστηριότητά του ως παίκτη του πόκερ, ότι δεν την παρείχε σε τρίτους έναντι αμοιβής και ότι δεν είχε χορηγούς. Αφετέρου, από το 2008 ζούσε από τα κέρδη που του απέφεραν οι παρτίδες πόκερ και έπαιζε πόκερ κατά μέσον όρο εννέα ώρες ανά εργάσιμη ημέρα.

21

Εξάλλου, η γραμματική ερμηνεία του άρθρου 15, παράγραφος 1, του κανονισμού 44/2001 είναι αμφίσημη, στο μέτρο που σε ορισμένες από τις γλωσσικές αποδόσεις της διατάξεως αυτής περιέχονται πρόσθετα στοιχεία όσον αφορά την έννοια της «επαγγελματικής δραστηριότητας», τα οποία θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε αποκλίνουσες ερμηνείες, όπως είναι ο αγγλικός όρος «trade» που αναφέρεται στην ανταλλαγή αγαθών ή υπηρεσιών ή ο σλοβενικός όρος «pridobitna dejavnost» που παραπέμπει στην τεχνική και οικονομική πτυχή της εισπράξεως χρημάτων, υπό την έννοια του κέρδους από υλικά αγαθά.

22

Υπό τις συνθήκες αυτές, το Vrhovno sodišče (Ανώτατο Δικαστήριο) αποφάσισε να αναστείλει την ενώπιόν του διαδικασία και να υποβάλει στο Δικαστήριο τα ακόλουθα προδικαστικά ερωτήματα:

«Πρέπει το άρθρο 15, παράγραφος 1, του κανονισμού 44/2001 να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι μπορεί να χαρακτηρισθεί ως σύμβαση που καταρτίζεται από καταναλωτή, για σκοπό που μπορεί να θεωρηθεί ξένος προς την επαγγελματική δραστηριότητά του, σύμβαση συμμετοχής σε παιχνίδι πόκερ στο διαδίκτυο η οποία καταρτίζεται εξ αποστάσεως μέσω διαδικτύου από ιδιώτη με αλλοδαπό φορέα εκμεταλλεύσεως παιχνιδιών στο διαδίκτυο και υπόκειται στους γενικούς όρους και προϋποθέσεις του εν λόγω φορέα εκμεταλλεύσεως, όταν ο εν λόγω ιδιώτης συντηρείται επί έτη από τα εισοδήματα που λαμβάνει κατ' αυτόν τον τρόπο ή από τα κέρδη του παιχνιδιού πόκερ, μολονότι δεν έχει καταχωρίσει επισήμως αυτού του είδους τη δραστηριότητα και, εν πάση περιπτώσει, δεν παρέχει την εν λόγω δραστηριότητα σε τρίτους στην αγορά ως υπηρεσία έναντι πληρωμής;»

Επί του προδικαστικού ερωτήματος

23

Με το προδικαστικό ερώτημα, το αιτούν δικαστήριο ζητεί, κατ’ ουσίαν, να διευκρινισθεί αν το άρθρο 15, παράγραφος 1, του κανονισμού 44/2001 έχει την έννοια ότι φυσικό πρόσωπο που έχει την κατοικία του σε κράτος μέλος το οποίο, αφενός, συνήψε με εταιρία εγκατεστημένη σε άλλο κράτος μέλος σύμβαση συμμετοχής σε παιχνίδι πόκερ μέσω διαδικτύου, η οποία περιέχει γενικούς όρους τους οποίους καθορίζει η εν λόγω εταιρία και, αφετέρου, δεν έχει δηλώσει επισήμως τη δραστηριότητα αυτή ούτε την παρέχει σε τρίτους ως υπηρεσία επί πληρωμή, χάνει την ιδιότητα του «καταναλωτή», υπό την έννοια της ως άνω διατάξεως, όταν αφιερώνει στο παιχνίδι αυτό πολλές ώρες ημερησίως κερδίζοντας σημαντικά ποσά.

24

Κατ’ αρχάς, πρέπει να υπομνησθεί ότι το άρθρο 15, παράγραφος 1, του κανονισμού 44/2001 συνιστά παρέκκλιση τόσο από τον γενικό κανόνα δικαιοδοσίας του άρθρου 2, παράγραφος 1, του εν λόγω κανονισμού, βάσει του οποίου διεθνή δικαιοδοσία έχουν τα δικαστήρια του κράτους μέλους στο έδαφος του οποίου έχει την κατοικία του ο εναγόμενος, όσο και από τον κανόνα ειδικής δικαιοδοσίας επί διαφορών εκ συμβάσεως, τον οποίο θέτει το άρθρο 5, σημείο 1, του ίδιου κανονισμού, βάσει του οποίου διεθνή δικαιοδοσία έχει το δικαστήριο του τόπου όπου εκπληρώθηκε ή οφείλει να εκπληρωθεί η παροχή. Ως εκ τούτου, το εν λόγω άρθρο 15, παράγραφος 1, πρέπει κατ’ ανάγκην να ερμηνεύεται αυστηρά, υπό την έννοια ότι δεν χωρεί ερμηνεία βαίνουσα πέραν των περιπτώσεων οι οποίες ρητώς προβλέπονται από τον εν λόγω κανονισμό (αποφάσεις της 14ης Μαρτίου 2013, Česká spořitelna, C‑419/11, EU:C:2013:165, σκέψη 26, και της 25ης Ιανουαρίου 2018, Schrems, C‑498/16, EU:C:2018:37, σκέψη 27).

25

Εν συνεχεία, επισημαίνεται ότι το άρθρο 15, παράγραφος 1, του κανονισμού 44/2001 έχει εφαρμογή εφόσον πληρούνται τρεις προϋποθέσεις, ήτοι, πρώτον, ένας συμβαλλόμενος έχει την ιδιότητα του καταναλωτή ο οποίος ενεργεί εντός πλαισίου δυνάμενου να θεωρηθεί ξένο προς την επαγγελματική του δραστηριότητα, δεύτερον, η σύμβαση μεταξύ ενός τέτοιου καταναλωτή και ενός επαγγελματία έχει όντως καταρτισθεί και, τρίτον, η σύμβαση αυτή εμπίπτει σε μία από τις κατηγορίες της παραγράφου 1, στοιχεία αʹ έως γʹ, του εν λόγω άρθρου 15. Οι προϋποθέσεις αυτές πρέπει να πληρούνται σωρευτικώς, με αποτέλεσμα, εάν λείπει έστω και μία από τις τρεις προϋποθέσεις, η διεθνής δικαιοδοσία να μην μπορεί να καθορισθεί σύμφωνα με τους κανόνες που διέπουν τις συμβάσεις καταναλωτών (απόφαση της 23ης Δεκεμβρίου 2015, Hobohm, C‑297/14, EU:C:2015:844, σκέψη 24 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία).

26

Εν προκειμένω, όπως προκύπτει από την απόφαση περί παραπομπής, το υποβληθέν προδικαστικό ερώτημα άπτεται της πρώτης από τις τρεις αυτές προϋποθέσεις, καθόσον αφορά το αν ο B. B. έχει την ιδιότητα «καταναλωτή» ο οποίος ενεργεί εντός πλαισίου δυναμένου να θεωρηθεί ξένο προς την επαγγελματική δραστηριότητά του.

27

Όσον αφορά τις διαφορές οι οποίες, κατά το αιτούν δικαστήριο, υφίστανται σε ορισμένες από τις γλωσσικές αποδόσεις του άρθρου 15, παράγραφος 1, του κανονισμού 44/2001 λόγω της προσθήκης συμπληρωματικών στοιχείων, ιδίως στη σλοβενική απόδοση, στην έννοια της «επαγγελματικής δραστηριότητας», πρέπει να υπομνησθεί ότι, κατά πάγια νομολογία, η διατύπωση που χρησιμοποιείται σε μία από τις γλωσσικές αποδόσεις διατάξεως του δικαίου της Ένωσης δεν μπορεί να αποτελέσει τη μοναδική βάση για την ερμηνεία της διατάξεως αυτής, ούτε μπορεί να της δίδεται προτεραιότητα σε σχέση με την απόδοση στις άλλες γλώσσες. Πράγματι, η ανάγκη ομοιόμορφης εφαρμογής και, ως εκ τούτου, ομοιόμορφης ερμηνείας μιας πράξεως της Ένωσης δεν επιτρέπει να λαμβάνεται υπόψη αυτή μεμονωμένα, όπως έχει αποδοθεί σε μία γλώσσα, αλλά επιτάσσει να ερμηνεύεται με γνώμονα την όλη οικονομία και τον σκοπό της κανονιστικής ρυθμίσεως της οποίας αποτελεί στοιχείο (απόφαση της 8ης Ιουνίου 2017, Sharda Europe, C‑293/16, EU:C:2017:430, σκέψη 21 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία).

28

Στο πλαίσιο αυτό, το Δικαστήριο έχει διευκρινίσει ότι ο όρος «καταναλωτής», κατά τα άρθρα 15 έως 17 του κανονισμού 44/2001, πρέπει να ερμηνεύεται αυτοτελώς, με γνώμονα ιδίως την οικονομία και τους σκοπούς του εν λόγω κανονισμού, χάριν της διασφαλίσεως της ομοιόμορφης εφαρμογής του εντός όλων των κρατών μελών (απόφαση της 6ης Σεπτεμβρίου 2012, Mühlleitner, C‑190/11, EU:C:2012:542, σκέψη 28 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία).

29

Περαιτέρω, δεδομένου ότι οι κανόνες διεθνούς δικαιοδοσίας οι οποίοι προβλέπονται στα άρθρα 15 έως 17 εισάγουν εξαίρεση, η έννοια αυτή πρέπει να ερμηνεύεται στενώς, λαμβανομένης υπόψη της θέσεως του οικείου προσώπου σε συγκεκριμένη σύμβαση, σε σχέση με τη φύση και τον σκοπό της συμβάσεως αυτής, και όχι της υποκειμενικής καταστάσεως του ίδιου αυτού προσώπου, δεδομένου ότι ένα και το αυτό πρόσωπο μπορεί να θεωρηθεί ως καταναλωτής στο πλαίσιο ορισμένων πράξεων και ως επιχειρηματίας στο πλαίσιο άλλων πράξεων (απόφαση της 25ης Ιανουαρίου 2018, Schrems, C‑498/16, EU:C:2018:37, σκέψεις 27 και 29 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία).

30

Το Δικαστήριο συνήγαγε εντεύθεν ότι μόνον οι συμβάσεις που συνάπτονται εκτός και ανεξαρτήτως οποιασδήποτε επαγγελματικής δραστηριότητας, με μοναδικό σκοπό την ικανοποίηση ιδίων καταναλωτικών αναγκών ενός ατόμου, εμπίπτουν στο ειδικό καθεστώς που καθιέρωσε ο κανονισμός αυτός για την προστασία του καταναλωτή ως εκείνου ο οποίος θεωρείται ασθενέστερος, ενώ η προστασία αυτή δεν δικαιολογείται όταν πρόκειται για σύμβαση η οποία έχει ως σκοπό μια επαγγελματική δραστηριότητα (απόφαση της 25ης Ιανουαρίου 2018, Schrems, C‑498/16, EU:C:2018:37, σκέψη 30 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία).

31

Επομένως, οι ειδικοί κανόνες περί διεθνούς δικαιοδοσίας που περιέχονται στα άρθρα 15 έως 17 του κανονισμού 44/2001 έχουν, κατ’ αρχήν, εφαρμογή μόνο στην περίπτωση που η σύμβαση που συνήφθη μεταξύ των μερών έχει ως αντικείμενο μη επαγγελματική χρήση του σχετικού αγαθού ή της σχετικής υπηρεσίας (απόφαση της 25ης Ιανουαρίου 2018, Schrems, C‑498/16, EU:C:2018:37, σκέψη 31 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία).

32

Υπό το πρίσμα αυτών ακριβώς των σκέψεων πρέπει να εξετασθεί αν μπορεί να μην αναγνωρισθεί σε φυσικό πρόσωπο η ιδιότητα του «καταναλωτή», κατά την έννοια του άρθρου 15, παράγραφος 1, του κανονισμού 44/2001, λόγω παραγόντων όπως το ύψος των ποσών που κερδίζει από παρτίδες πόκερ, τα οποία παρέχουν τη δυνατότητα στο συγκεκριμένο πρόσωπο να ζήσει από τα κέρδη αυτά, καθώς και οι γνώσεις που κατέχει το εν λόγω πρόσωπο και η τακτικότητα της δραστηριότητας.

33

Πρώτον, όσον αφορά την περίσταση στην οποία αναφέρεται το αιτούν δικαστήριο ότι τα κέρδη που προέρχονται από παρτίδες πόκερ παρέχουν, εν προκειμένω, στον B. Β. από το 2008 τη δυνατότητα να βιοπορίζεται, επισημαίνεται ότι το πεδίο εφαρμογής των άρθρων 15 έως 17 του κανονισμού αυτού δεν περιορίζεται σε συγκεκριμένα ποσά (πρβλ. απόφαση της 3ης Οκτωβρίου 2019, Petruchová, C‑208/18, EU:C:2019:825, σκέψη 50 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία).

34

Επομένως, το γεγονός ότι ο B. B. κέρδισε σημαντικά ποσά από παρτίδες πόκερ κατόπιν της συνάψεως της συμβάσεως με την PEI δεν αποτελεί, αυτό καθεαυτό, καθοριστικό στοιχείο για τον χαρακτηρισμό του ή μη ως «καταναλωτή», κατά την έννοια του κανονισμού 44/2001.

35

Πράγματι, αν τα άρθρα 15 έως 17 του κανονισμού 44/2001 είχαν την έννοια ότι δεν έχουν εφαρμογή στις συμβάσεις υπηρεσιών από τις οποίες προκύπτουν σημαντικά κέρδη, ο ιδιώτης δεν θα ήταν σε θέση, δεδομένου ότι ο κανονισμός αυτός δεν καθορίζει κατώτατο όριο πέραν του οποίου θεωρείται σημαντικό το ποσό που συνδέεται με σύμβαση παροχής υπηρεσιών, να γνωρίζει αν θα τύχει της προστασίας που παρέχουν οι διατάξεις αυτές, όπερ θα αντέβαινε στη βούληση του νομοθέτη της Ένωσης, η οποία εκφράζεται στην αιτιολογική σκέψη 11 του εν λόγω κανονισμού και κατά την οποία οι κανόνες δικαιοδοσίας πρέπει να παρουσιάζουν υψηλό βαθμό προβλεψιμότητας (βλ., κατ’ αναλογίαν, απόφαση της 3ης Οκτωβρίου 2019, Petruchová, C‑208/18, EU:C:2019:825, σκέψη 51).

36

Η ανάγκη εξασφαλίσεως της προβλεψιμότητας των κανόνων διεθνούς δικαιοδοσίας έχει ιδιαίτερη σημασία στην περίπτωση του πόκερ ως τυχηρού παιγνίου που ενέχει τόσο τον κίνδυνο απώλειας των επενδυθέντων ποσών όσο και την πιθανότητα σημαντικών κερδών. Επομένως, ο καθορισμός της διεθνούς δικαιοδοσίας σε συνάρτηση με το ποσό που έχει κερδηθεί ή χαθεί δεν θα ήταν συμβατός με τον σκοπό αυτόν, τον οποίο επιδιώκει ο κανονισμός 44/2001.

37

Δεύτερον, η PEI υποστήριξε ότι, εν μέρει, οι γνώσεις του B. B. ήσαν αυτές που του επέτρεψαν να κερδίσει σημαντικά ποσά από τις παρτίδες πόκερ.

38

Συναφώς, το Δικαστήριο έχει διευκρινίσει ότι η έννοια του «καταναλωτή», κατά το άρθρο 15, παράγραφος 1, του κανονισμού 44/2001, η οποία ορίζεται κατ’ αντιδιαστολήν προς την έννοια του «επιχειρηματία», έχει αντικειμενικό χαρακτήρα και δεν εξαρτάται από τις γνώσεις και τις πληροφορίες που πράγματι διαθέτει το οικείο πρόσωπο (πρβλ. απόφαση της 25ης Ιανουαρίου 2018, Schrems, C‑498/16, EU:C:2018:37, σκέψη 39 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία).

39

Αν όμως η ιδιότητα του καταναλωτή εξαρτιόταν από τις γνώσεις και τις πληροφορίες που διαθέτει ένας συμβαλλόμενος σε συγκεκριμένο τομέα, και όχι από το κατά πόσον η σύμβαση που συνήψε έχει ως σκοπό την ικανοποίηση των προσωπικών του αναγκών, τούτο θα κατέληγε στο να λαμβάνεται υπόψη η υποκειμενική κατάσταση του εν λόγω προσώπου. Εντούτοις, κατά τη νομολογία που παρατίθεται στη σκέψη 29 της παρούσας αποφάσεως, το κατά πόσον κάποιο πρόσωπο έχει την ιδιότητα του «καταναλωτή» πρέπει να εξετάζεται αποκλειστικά και μόνο βάσει της θέσεώς του σε μια δεδομένη σύμβαση, υπό το πρίσμα της φύσεως και του σκοπού της συμβάσεως αυτής (πρβλ. απόφαση της 3ης Οκτωβρίου 2019, Petruchová, C‑208/18, EU:C:2019:825, σκέψη 56).

40

Κατά συνέπεια, οι γνώσεις ενός ιδιώτη στον τομέα στον οποίο εμπίπτει η καταρτισθείσα σύμβαση δεν του στερούν την ιδιότητα του «καταναλωτή», κατά την έννοια του άρθρου 15, παράγραφος 1, του κανονισμού 44/2001 (πρβλ. απόφαση της 25ης Ιανουαρίου 2018, Schrems, C‑498/16, EU:C:2018:37, σκέψη 39).

41

Τρίτον, όσον αφορά την εξέλιξη της συμβατικής σχέσεως μεταξύ του B. B. και της PEI, από τη νομολογία του Δικαστηρίου προκύπτει, όπως επισημάνθηκε στη σκέψη 29 της παρούσας αποφάσεως, ότι προς απόδειξη της ιδιότητας του «καταναλωτή» πρέπει να λαμβάνεται υπόψη η θέση του προσώπου αυτού σε μια δεδομένη σύμβαση, υπό το πρίσμα της φύσεως και του σκοπού της.

42

Συναφώς, στο αιτούν δικαστήριο εναπόκειται να λάβει υπόψη ενδεχόμενη μεταγενέστερη εξέλιξη της επί μακρόν γενομένης χρήσεως των υπηρεσιών που παρέχει η PEI. Πράγματι, ο χρήστης τέτοιων υπηρεσιών θα μπορούσε να επικαλεσθεί την ιδιότητα του «καταναλωτή» μόνον εάν η κατ’ ουσίαν μη επαγγελματική χρήση των υπηρεσιών αυτών, για την οποία συνήψε αρχικώς τη σύμβαση, δεν απέκτησε, εν συνεχεία, ουσιαστικά επαγγελματικό χαρακτήρα (πρβλ. απόφαση της 25ης Ιανουαρίου 2018, Schrems, C‑498/16, EU:C:2018:37, σκέψεις 37 και 38).

43

Τέταρτον, όσον αφορά την τακτικότητα με την οποία ο B. B. έπαιζε πόκερ μέσω διαδικτύου, από την απόφαση περί παραπομπής προκύπτει ότι αυτός αφιέρωνε στο παιχνίδι κατά μέσον όρο εννέα ώρες ανά εργάσιμη ημέρα.

44

Μολονότι οι έννοιες που χρησιμοποιούνται στον κανονισμό 44/2001, και ιδίως αυτές που περιλαμβάνονται στο άρθρο 15, παράγραφος 1, του εν λόγω κανονισμού, πρέπει να ερμηνεύονται αυτοτελώς, με γνώμονα ιδίως την οικονομία και τους σκοπούς του εν λόγω κανονισμού, χάριν της διασφαλίσεως της ομοιόμορφης εφαρμογής του εντός όλων των κρατών μελών, όπως υπομνήσθηκε στη σκέψη 28 της παρούσας αποφάσεως, εντούτοις πρέπει, προκειμένου να διασφαλίζεται η συμμόρφωση προς τους σκοπούς του νομοθέτη της Ένωσης στον τομέα των συμβάσεων που συνάπτουν οι καταναλωτές καθώς και η συνοχή του δικαίου της Ένωσης, να λαμβάνεται υπόψη και η έννοια του «καταναλωτή» σε άλλα νομοθετήματα του δικαίου της Ένωσης (απόφαση της 25ης Ιανουαρίου 2018, Schrems, C‑498/16, EU:C:2018:37, σκέψη 28).

45

Συναφώς, στο πλαίσιο της ερμηνείας της οδηγίας 2005/29/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Μαΐου 2005, για τις αθέμιτες εμπορικές πρακτικές των επιχειρήσεων προς τους καταναλωτές στην εσωτερική αγορά και για την τροποποίηση της οδηγίας 84/450/ΕΟΚ του Συμβουλίου, των οδηγιών 97/7/ΕΚ, 98/27/ΕΚ, 2002/65/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2006/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου («οδηγία για τις αθέμιτες εμπορικές πρακτικές») (ΕΕ 2005, L 149, σ. 22), και της οδηγίας 2011/83/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Οκτωβρίου 2011, σχετικά με τα δικαιώματα των καταναλωτών, για την τροποποίηση της οδηγίας 93/13/ΕΟΚ του Συμβουλίου και της οδηγίας 1999/44/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και για την κατάργηση της οδηγίας 85/577/ΕΟΚ του Συμβουλίου και της οδηγίας 97/7/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ 2011, L 304, σ. 64), το Δικαστήριο έχει κρίνει ότι η τακτικότητα μιας δραστηριότητας αποτελεί στοιχείο το οποίο πρέπει να λαμβάνεται υπόψη για τον χαρακτηρισμό ενός προσώπου ως «εμπορευόμενου/εμπόρου», κατ’ αντιδιαστολήν προς την έννοια του «καταναλωτή» (πρβλ. απόφαση της 4ης Οκτωβρίου 2018, Kamenova, C‑105/17, EU:C:2018:808, σκέψεις 37 και 38).

46

Εντούτοις, αφενός, η τακτικότητα μιας δραστηριότητας αποτελεί ένα στοιχείο μεταξύ άλλων τα οποία πρέπει να λαμβάνονται υπόψη και δεν καθορίζει, αυτό και μόνο, τον χαρακτηρισμό που πρέπει να δοθεί σε ένα φυσικό πρόσωπο όσον αφορά την έννοια του «εμπορευόμενου/εμπόρου» (πρβλ. απόφαση της 4ης Οκτωβρίου 2018, Kamenova, C‑105/17, EU:C:2018:808, σκέψη 39).

47

Αφετέρου, και κυρίως, η επίμαχη δραστηριότητα στο πλαίσιο της διαφοράς της κύριας δίκης διαφέρει από την επίμαχη δραστηριότητα στην υπόθεση επί της οποίας εκδόθηκε η απόφαση της 4ης Οκτωβρίου 2018, Kamenova (C‑105/17, EU:C:2018:808), κατά το μέρος που η τελευταία αφορούσε την πώληση αγαθών.

48

Πράγματι, μολονότι η υπόθεση της κύριας δίκης αφορά δραστηριότητα δυνάμενη να χαρακτηρισθεί ως τακτική, εντούτοις η δραστηριότητα αυτή δεν οδηγεί στην πώληση αγαθών, ούτε σε παροχή υπηρεσιών, όπως επισημαίνει το αιτούν δικαστήριο. Συγκεκριμένα, από τα στοιχεία που παρέσχε το ως άνω δικαστήριο προκύπτει ότι ο B. B. δεν προσφέρει σε τρίτους υπηρεσίες συνδεόμενες με τη δραστηριότητα παιχνιδιού πόκερ και δεν έχει επισήμως δηλώσει τη δραστηριότητα αυτή.

49

Στο πλαίσιο αυτό, εναπόκειται, κατά συνέπεια, στο αιτούν δικαστήριο να εξακριβώσει αν, υπό το πρίσμα του συνόλου των πραγματικών περιστατικών της υποθέσεως της κύριας δίκης, ο Β. B. ενήργησε πράγματι εκτός και ανεξαρτήτως οποιασδήποτε επαγγελματικής δραστηριότητας, και να συναγάγει τις εντεύθεν συνέπειες όσον αφορά τον χαρακτηρισμό του ως «καταναλωτή», κατά την έννοια του άρθρου 15, παράγραφος 1, του κανονισμού 44/2001. Για τους σκοπούς του χαρακτηρισμού αυτού, στοιχεία όπως το ύψος των κερδών από παρτίδες πόκερ, οι ενδεχόμενες γνώσεις ή η ενδεχόμενη εξειδίκευση καθώς και η τακτική άσκηση της δραστηριότητας του παίκτη πόκερ δεν έχουν, αυτά καθεαυτά, ως αποτέλεσμα την απώλεια της ιδιότητας του «καταναλωτή», κατά την έννοια της διατάξεως αυτής.

50

Λαμβανομένου υπόψη του συνόλου των προεκτεθέντων, στο υποβληθέν προδικαστικό ερώτημα προσήκει η απάντηση ότι το άρθρο 15, παράγραφος 1, του κανονισμού 44/2001 έχει την έννοια ότι φυσικό πρόσωπο που έχει την κατοικία του σε κράτος μέλος και το οποίο, αφενός, συνήψε με εταιρία εγκατεστημένη σε άλλο κράτος μέλος σύμβαση συμμετοχής σε παιχνίδι πόκερ μέσω διαδικτύου, η οποία περιέχει γενικούς όρους τους οποίους έχει καθορίσει η εν λόγω εταιρία και, αφετέρου, δεν έχει δηλώσει επισήμως τη δραστηριότητα αυτή, ούτε την προσφέρει σε τρίτους ως υπηρεσία έναντι πληρωμής, δεν χάνει την ιδιότητα του «καταναλωτή» κατά την έννοια της ως άνω διατάξεως, ακόμη και αν αφιερώνει πολλές ώρες ημερησίως στο παιχνίδι αυτό, διαθέτει ευρύτατες γνώσεις και κερδίζει σημαντικά ποσά.

Επί των δικαστικών εξόδων

51

Δεδομένου ότι η παρούσα διαδικασία έχει ως προς τους διαδίκους της κύριας δίκης τον χαρακτήρα παρεμπίπτοντος που ανέκυψε ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου, σ’ αυτό εναπόκειται να αποφανθεί επί των δικαστικών εξόδων. Τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκαν όσοι υπέβαλαν παρατηρήσεις στο Δικαστήριο, πλην των ως άνω διαδίκων, δεν αποδίδονται.

 

Για τους λόγους αυτούς, το Δικαστήριο (έκτο τμήμα) αποφαίνεται:

 

Το άρθρο 15, παράγραφος 1, του κανονισμού (ΕΚ) 44/2001 του Συμβουλίου, της 22ας Δεκεμβρίου 2000, για τη διεθνή δικαιοδοσία, την αναγνώριση και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις, έχει την έννοια ότι φυσικό πρόσωπο που έχει την κατοικία του σε κράτος μέλος και το οποίο, αφενός, συνήψε με εταιρία εγκατεστημένη σε άλλο κράτος μέλος σύμβαση συμμετοχής σε παιχνίδι πόκερ μέσω διαδικτύου, η οποία περιέχει γενικούς όρους τους οποίους έχει καθορίσει η εν λόγω εταιρία και, αφετέρου, δεν έχει δηλώσει επισήμως τη δραστηριότητα αυτή, ούτε την προσφέρει σε τρίτους ως υπηρεσία έναντι πληρωμής, δεν χάνει την ιδιότητα του «καταναλωτή», κατά την έννοια της ως άνω διατάξεως, ακόμη και αν αφιερώνει πολλές ώρες ημερησίως στο παιχνίδι αυτό, διαθέτει ευρύτατες γνώσεις και κερδίζει σημαντικά ποσά.

 

(υπογραφές)


( *1 ) Γλώσσα διαδικασίας: η σλοβενική.