ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (δέκατο τμήμα)

της 3ης Δεκεμβρίου 2020 ( *1 )

«Παράβαση κράτους μέλους – Οδηγίες 2009/72/ΕΚ και 2009/73/ΕΚ – Εσωτερική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου – Αποτελεσματικός διαχωρισμός μεταξύ της διαχειρίσεως των συστημάτων μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου, αφενός, και των δραστηριοτήτων προμήθειας και παραγωγής, αφετέρου – Σύσταση και λειτουργία ανεξάρτητων εθνικών ρυθμιστικών αρχών»

Στην υπόθεση C‑767/19,

με αντικείμενο προσφυγή του άρθρου 258 ΣΛΕΕ λόγω παραβάσεως, η οποία ασκήθηκε στις 17 Οκτωβρίου 2019,

Ευρωπαϊκή Επιτροπή, εκπροσωπούμενη από τις O. Beynet και Y. G. Marinova,

προσφεύγουσα,

κατά

Βασιλείου του Βελγίου, εκπροσωπούμενου από τις L. Van den Broeck, M. Jacobs και C. Pochet, επικουρούμενες από τον G. Block, avocat,

καθού,

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (δέκατο τμήμα),

συγκείμενο από τους E. Juhász, προεδρεύοντα, Κ. Λυκούργο (εισηγητή) και I. Jarukaitis, δικαστές,

γενικός εισαγγελέας: G. Pitruzzella

γραμματέας: A. Calot Escobar

έχοντας υπόψη την έγγραφη διαδικασία,

κατόπιν της αποφάσεως που έλαβε, αφού άκουσε τον γενικό εισαγγελέα, να εκδικάσει την υπόθεση χωρίς ανάπτυξη προτάσεων,

εκδίδει την ακόλουθη

Απόφαση

1

Με το δικόγραφο της προσφυγής, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ζητεί από το Δικαστήριο να διαπιστώσει ότι το Βασίλειο του Βελγίου παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από την οδηγία 2009/72/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Ιουλίου 2009, σχετικά με τους κοινούς κανόνες για την εσωτερική αγορά ηλεκτρικής ενεργείας και για την κατάργηση της οδηγίας 2003/54/ΕΚ (ΕΕ 2009, L 211, σ. 55), και από την οδηγία 2009/73/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Ιουλίου 2009, σχετικά με τους κοινούς κανόνες για την εσωτερική αγορά φυσικού αερίου και την κατάργηση της οδηγίας 2003/55/ΕΚ (ΕΕ 2009, L 211, σ. 94), καθόσον παρέλειψε να μεταφέρει προσηκόντως στην εσωτερική έννομη τάξη:

το άρθρο 9, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, της οδηγίας 2009/72 και της οδηγίας 2009/73·

το άρθρο 37, παράγραφος 4, στοιχεία αʹ και βʹ, της οδηγίας 2009/72 και το άρθρο 41, παράγραφος 4, στοιχεία αʹ και βʹ, της οδηγίας 2009/73·

το άρθρο 37, παράγραφος 6, στοιχεία αʹ έως γʹ, και παράγραφος 9, της οδηγίας 2009/72 και το άρθρο 41, παράγραφος 6, στοιχεία αʹ έως γʹ, και παράγραφος 9, της οδηγίας 2009/73, και

το άρθρο 37, παράγραφος 10, της οδηγίας 2009/72 και το άρθρο 41, παράγραφος 10, της οδηγίας 2009/73.

Το νομικό πλαίσιο

Το δίκαιο της Ένωσης

2

Οι αιτιολογικές σκέψεις 9, 11, 34, 37 και 61 της οδηγίας 2009/72 έχουν ως εξής:

«(9)

Χωρίς τον αποτελεσματικό διαχωρισμό των δικτύων από τις δραστηριότητες παραγωγής και προμήθειας (“αποτελεσματικός διαχωρισμός”), υφίσταται ο κίνδυνος διακρίσεων στην εκμετάλλευση των δικτύων, αλλά και στην παροχή κινήτρων στις κάθετα ολοκληρωμένες επιχειρήσεις για την πραγματοποίηση των ενδεδειγμένων επενδύσεων στα δίκτυά τους.

[…]

(11)

Ο αποτελεσματικός διαχωρισμός μπορεί να γίνει μόνο με την άρση του κινήτρου για τις κάθετα ολοκληρωμένες επιχειρήσεις να κάνουν διακρίσεις κατά των ανταγωνιστών τους όσον αφορά την πρόσβαση στο δίκτυο και τις επενδύσεις. Ο διαχωρισμός της ιδιοκτησίας, πράγμα που προϋποθέτει ότι ο ιδιοκτήτης δικτύου ορίζεται ως ο διαχειριστής του δικτύου και είναι ανεξάρτητος από συμφέροντα προμήθειας και παραγωγής, είναι σαφώς αποτελεσματικός και σταθερός τρόπος για την επίλυση της εγγενούς σύγκρουσης συμφερόντων και την εγγύηση της ασφάλειας του εφοδιασμού. Για τον λόγο αυτό, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, στο ψήφισμά του της 10ης Ιουλίου 2007 σχετικά με τις προοπτικές για την εσωτερική αγορά αερίου και ηλεκτρικής ενεργείας [(2007/2089(INI) (ΕΕ 2008, C 175 E, σ. 206)], αναφέρει τον διαχωρισμό της μεταφοράς από την ιδιοκτησία ως το πιο αποτελεσματικό μέσο για την προώθηση των επενδύσεων σε υποδομή χωρίς διακρίσεις, τη δίκαιη πρόσβαση των νεοεισερχομένων στο δίκτυο και τη διαφάνεια της αγοράς. Στο πλαίσιο του διαχωρισμού της ιδιοκτησίας, κατά συνέπεια, θα πρέπει να απαιτείται από τα κράτη μέλη να εξασφαλίζουν ότι το αυτό πρόσωπο ή πρόσωπα δεν δικαιούνται να ασκούν έλεγχο επί επιχείρησης παραγωγής ή προμήθειας και, ταυτοχρόνως, να ασκούν έλεγχο ή δικαιώματα σε διαχειριστή συστήματος μεταφοράς ή σε σύστημα μεταφοράς. Αντιστρόφως, θα πρέπει να αποκλείεται η δυνατότητα να ασκεί έλεγχο ή δικαιώματα σε επιχείρηση παραγωγής ή προμήθειας όποιος ελέγχει σύστημα μεταφοράς ή διαχειριστή συστήματος μεταφοράς. Εντός των εν λόγω ορίων, επιχείρηση παραγωγής ή προμήθειας θα πρέπει να μπορεί να έχει μετοχές μειοψηφίας σε διαχειριστή συστήματος μεταφοράς ή σε σύστημα μεταφοράς.

[…]

(34)

Οι ρυθμιστικοί φορείς ενεργείας θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να λαμβάνουν αποφάσεις σε κάθε συναφές ρυθμιστικό θέμα προκειμένου να λειτουργεί ορθώς η εσωτερική αγορά ηλεκτρικής ενεργείας και να είναι πλήρως ανεξάρτητες από οποιοδήποτε άλλο δημόσιο ή ιδιωτικό συμφέρον. […]

[…]

(37)

Οι ρυθμιστικοί φορείς ενεργείας θα πρέπει να έχουν εξουσία να εκδίδουν δεσμευτικές αποφάσεις για τις επιχειρήσεις ηλεκτρικής ενεργείας και να επιβάλλουν αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές κυρώσεις σε επιχειρήσεις ηλεκτρικής ενεργείας που αθετούν τις υποχρεώσεις τους ή να προτείνουν στο αρμόδιο δικαστήριο να τους επιβάλει τέτοιες κυρώσεις. Θα πρέπει επίσης να ανατεθεί στους ρυθμιστικούς φορείς ενεργείας η εξουσία να αποφασίζουν, ανεξάρτητα από την εφαρμογή των κανόνων ανταγωνισμού, τη λήψη κατάλληλων μέτρων ώστε να εξασφαλίζονται οφέλη για τους καταναλωτές μέσα από την προώθηση του αποτελεσματικού ανταγωνισμού που είναι αναγκαίος για την εύρυθμη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς ηλεκτρικής ενεργείας. Η εγκαθίδρυση εικονικών εγκαταστάσεων ηλεκτροπαραγωγής –νοουμένων ως πρόγραμμα απελευθέρωσης ηλεκτρικής ενεργείας με το οποίο μια επιχείρηση παραγωγής ηλεκτρικής ενεργείας είναι υποχρεωμένη είτε να πωλήσει είτε να καταστήσει διαθέσιμη μια ορισμένη ποσότητα ηλεκτρικής ενεργείας ή να χορηγήσει πρόσβαση σε μέρος του παραγωγικού δυναμικού της στους ενδιαφερόμενους προμηθευτές για ορισμένο χρονικό διάστημα– είναι ένα από τα πιθανά μέτρα για την προώθηση του αποτελεσματικού ανταγωνισμού και την εξασφάλιση της εύρυθμης λειτουργίας της αγοράς. Οι ρυθμιστικοί φορείς ενεργείας θα πρέπει επίσης να διαθέτουν την εξουσία να συμβάλλουν στην εξασφάλιση υψηλών προτύπων καθολικής και δημόσιας υπηρεσίας σε συμμόρφωση προς το άνοιγμα της αγοράς, την προστασία των ευάλωτων καταναλωτών και την πλήρη αποτελεσματικότητα των μέτρων προστασίας των καταναλωτών. Οι διατάξεις αυτές θα πρέπει να ισχύουν χωρίς να θίγονται ούτε οι εξουσίες της Επιτροπής σχετικά με την εφαρμογή των κανόνων ανταγωνισμού, συμπεριλαμβανομένης της εξέτασης των συγχωνεύσεων που έχουν κοινοτική διάσταση, αλλά ούτε και οι κανόνες για την εσωτερική αγορά, όπως, λόγου χάρη, για την ελεύθερη κυκλοφορία των κεφαλαίων. Ο ανεξάρτητος φορέας στον οποίο δικαιούται να προσφύγει ένα μέρος που θίγεται από την απόφαση του εθνικού ρυθμιστικού φορέα θα μπορούσε να είναι ένα δικαστήριο ή δικαστική αρχή με εξουσία διεξαγωγής δικαστικής επανεξέτασης.

[…]

(61)

[…] Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές θα πρέπει να αναφέρουν στις αρχές ανταγωνισμού και στην Επιτροπή εκείνα τα κράτη μέλη στα οποία οι τιμές παρακωλύουν τον ανταγωνισμό και την ορθή λειτουργία της αγοράς.»

3

Το άρθρο 5 της οδηγίας αυτής προβλέπει τα εξής:

«Οι ρυθμιστικές αρχές, όπου τα κράτη μέλη έχουν προβλέψει σχετικά, ή τα κράτη μέλη, εξασφαλίζουν τον καθορισμό κριτηρίων τεχνικής ασφάλειας και την εκπόνηση και δημοσιοποίηση τεχνικών κανόνων που ορίζουν τις ελάχιστες τεχνικές προδιαγραφές σχεδιασμού και λειτουργίας όσον αφορά τη σύνδεση με το σύστημα εγκαταστάσεων παραγωγής, τα συστήματα διανομής, τον εξοπλισμό καταναλωτών με άμεση σύνδεση, τα κυκλώματα διασυνδέσεων και τις απευθείας γραμμές. Οι τεχνικοί αυτοί κανόνες εξασφαλίζουν τη διαλειτουργικότητα των συστημάτων, είναι αντικειμενικοί και δεν εισάγουν διακρίσεις. Ο Οργανισμός δύναται να διατυπώνει τις κατάλληλες συστάσεις προς επίτευξη συμβατότητας των εν λόγω κανόνων, όπου χρειάζεται. Κοινοποιούνται στην Επιτροπή, σύμφωνα με το άρθρο 8 της οδηγίας 98/34/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 22ας Ιουνίου 1998, για την καθιέρωση μιας διαδικασίας πληροφόρησης στον τομέα των τεχνικών προτύπων και προδιαγραφών και των κανόνων σχετικά με τις υπηρεσίες της κοινωνίας των πληροφοριών [ΕΕ 1998, L 204, σ. 37].»

4

Το άρθρο 9, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, και παράγραφος 8, της οδηγίας 2009/72 ορίζει τα ακόλουθα:

«1.   Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι από την 3η Μαρτίου 2012:

α)

κάθε επιχείρηση που έχει στην ιδιοκτησία της σύστημα μεταφοράς ενεργεί ως διαχειριστής συστήματος μεταφοράς· […]

[…]

8.   Εφόσον στις 3 Σεπτεμβρίου 2009, το σύστημα μεταφοράς ανήκει σε κάθετα ολοκληρωμένη επιχείρηση, τα κράτη μέλη δύνανται να αποφασίσουν να μην εφαρμόσουν την παράγραφο 1.

Στην περίπτωση αυτή, τα οικεία κράτη μέλη είτε:

α)

ορίζουν ανεξάρτητο διαχειριστή συστήματος σύμφωνα με το άρθρο 13, είτε

β)

συμμορφώνονται προς τις διατάξεις του κεφαλαίου V.»

5

Το άρθρο 10, παράγραφος 2, της οδηγίας αυτής προβλέπει τα εξής:

«Επιχειρήσεις οι οποίες έχουν στην ιδιοκτησία τους σύστημα μεταφοράς και έχουν πιστοποιηθεί από την εθνική ρυθμιστική αρχή ως πληρούσες τις απαιτήσεις του άρθρου 9, σύμφωνα με την κατωτέρω διαδικασία πιστοποίησης, εγκρίνονται και διορίζονται ως διαχειριστές συστημάτων μεταφοράς από τα κράτη μέλη. […]»

6

Κατά το άρθρο 17, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, της εν λόγω οδηγίας, το οποίο περιλαμβάνεται στο κεφάλαιό της V, με τίτλο «Ανεξάρτητος διαχειριστής μεταφοράς»:

«Οι διαχειριστές συστημάτων μεταφοράς εξοπλίζονται με όλους τους ανθρώπινους, τεχνικούς, υλικούς και οικονομικούς, πόρους που είναι απαραίτητοι για την εκπλήρωση των υποχρεώσεών τους στο πλαίσιο της παρούσας οδηγίας και την άσκηση της δραστηριότητας μεταφοράς ηλεκτρικής ενεργείας, ειδικότερα:

α)

τα πάγια στοιχεία που είναι απαραίτητα για την άσκηση της δραστηριότητας της μεταφοράς ηλεκτρικής ενεργείας, συμπεριλαμβανομένου του δικτύου μεταφοράς, είναι ιδιοκτησία του διαχειριστή συστήματος μεταφοράς».

7

Το άρθρο 35, παράγραφοι 4 και 5, της ίδιας οδηγίας ορίζει τα ακόλουθα:

«4.   Τα κράτη μέλη εγγυώνται την ανεξαρτησία της ρυθμιστικής αρχής και διασφαλίζουν ότι ασκεί τις εξουσίες της με αμεροληψία και διαφάνεια. […]

[…]

5.   Για να προστατεύσουν την ανεξαρτησία της ρυθμιστικής αρχής, τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ιδίως ότι:

α)

η ρυθμιστική αρχή μπορεί να λαμβάνει αυτόνομες αποφάσεις, ανεξάρτητα από κάθε πολιτικό οργανισμό· […]

[…]».

8

Το άρθρο 37, παράγραφος 1, στοιχεία θʹ και ιʹ, παράγραφος 4, στοιχεία αʹ και βʹ, παράγραφος 6, στοιχεία αʹ έως γʹ, και παράγραφος 9, της οδηγίας 2009/72 προβλέπει τα εξής:

«1.   Στη ρυθμιστική αρχή ανατίθενται τα εξής καθήκοντα:

[…]

θ)

να παρακολουθεί το επίπεδο διαφάνειας, συμπεριλαμβανομένων των τιμών χονδρικής, και να διασφαλίζει τη συμμόρφωση των επιχειρήσεων ηλεκτρικής ενεργείας προς τις υποχρεώσεις περί διαφάνειας·

ι)

να παρακολουθεί τον βαθμό και την αποτελεσματικότητα της αγοράς και του ανταγωνισμού σε επίπεδο χονδρικής και λιανικής, συμπεριλαμβανομένων των χρηματιστηρίων ηλεκτρικής ενεργείας, τις τιμές τους για τους οικιακούς καταναλωτές, συμπεριλαμβανομένων συστημάτων προπληρωμής, ποσοστό αλλαγής προμηθευτή, το ποσοστό διακοπής της παροχής, παροχή υπηρεσιών συντήρησης και σχετικά τέλη, και τα παράπονα των οικιακών πελατών, καθώς και οποιαδήποτε στρέβλωση ή περιορισμό του ανταγωνισμού, συμπεριλαμβανομένης της παροχής τυχόν συναφών πληροφοριών, και να φέρει ενώπιον των οικείων αρχών ανταγωνισμού τυχόν σχετικές υποθέσεις·

[…]

4.   Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι ανατίθενται στις ρυθμιστικές αρχές οι αρμοδιότητες που τους παρέχουν τη δυνατότητα να εκτελούν ταχέως και αποτελεσματικά τα καθήκοντα που αναφέρονται στις παραγράφους 1, 3 και 6. Για τον σκοπό αυτό, οι ρυθμιστικές αρχές διαθέτουν τουλάχιστον τις ακόλουθες αρμοδιότητες:

α)

να εκδίδουν δεσμευτικές αποφάσεις για τις επιχειρήσεις ηλεκτρικής ενεργείας·

β)

να ερευνούν τη λειτουργία των αγορών ηλεκτρικής ενεργείας και να αποφασίζουν και να επιβάλλουν τα κατάλληλα, αναγκαία και αναλογικά μέτρα για την προώθηση του αποτελεσματικού ανταγωνισμού και την εξασφάλιση της εύρυθμης λειτουργίας της αγοράς. Εφόσον απαιτείται, οι ρυθμιστικές αρχές δύνανται επίσης να συνεργάζονται με την εθνική αρχή ανταγωνισμού και τις ρυθμιστικές αρχές της χρηματοπιστωτικής αγοράς ή την Επιτροπή στη διεξαγωγή έρευνας σχετικά με το νόμο περί ανταγωνισμού·

[…]

6.   Οι ρυθμιστικές αρχές είναι υπεύθυνες για τον καθορισμό ή την έγκριση αρκετά πριν από την έναρξη ισχύος τους, τουλάχιστον των μεθοδολογιών οι οποίες χρησιμοποιούνται για τον υπολογισμό ή τον καθορισμό των όρων και των προϋποθέσεων για:

α)

τη σύνδεση και την πρόσβαση στα εθνικά δίκτυα, συμπεριλαμβανομένων των τιμολογίων μεταφοράς και διανομής ή των μεθοδολογιών τους. Τα εν λόγω τιμολόγια ή μεθοδολογίες καθιστούν δυνατή την πραγματοποίηση των αναγκαίων επενδύσεων στα δίκτυα, κατά τρόπο ώστε οι επενδύσεις αυτές να διασφαλίζουν τη βιωσιμότητα των δικτύων·

β)

την παροχή των υπηρεσιών εξισορρόπησης οι οποίες θα εκτελούνται κατά τον πλέον οικονομικό τρόπο και θα παρέχουν τα κατάλληλα κίνητρα στους χρήστες του δικτύου ώστε να εξισορροπούν τις εισροές και εκροές τους. Οι υπηρεσίες εξισορρόπησης παρέχονται ισότιμα και χωρίς διακρίσεις και βασίζονται σε αντικειμενικά κριτήρια· και

γ)

την πρόσβαση στις διασυνοριακές υποδομές, περιλαμβανομένων των διαδικασιών για την κατανομή δυναμικότητας και τη διαχείριση συμφορήσεων.

[…]

9.   Οι ρυθμιστικές αρχές παρακολουθούν τη διαχείριση συμφόρησης των εθνικών συστημάτων ηλεκτρικής ενεργείας, συμπεριλαμβανομένων των διασυνδέσεων, και την υλοποίηση των κανόνων διαχείρισης συμφόρησης. Προς τούτο, οι διαχειριστές συστημάτων μεταφοράς υποβάλλουν τους κανόνες διαχείρισης συμφόρησης, συμπεριλαμβανομένης της κατανομής δυναμικότητας, στις εθνικές ρυθμιστικές αρχές. Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές μπορούν να ζητούν τροποποιήσεις αυτών των κανόνων.»

9

Οι αιτιολογικές σκέψεις 6, 8, 30, 33 και 59 της οδηγίας 2009/73 έχουν διατύπωση ανάλογη εκείνης των αιτιολογικών σκέψεων 9, 11, 34, 37 και 61, αντιστοίχως, της οδηγίας 2009/72. Η μνεία της οδηγίας 2003/54/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 2003, σχετικά με τους κοινούς κανόνες για την εσωτερική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας και την κατάργηση της οδηγίας 96/92/ΕΚ (ΕΕ 2003, L 176, σ. 37), στην αιτιολογική σκέψη 33 της οδηγίας 2009/72, αντικαθίσταται από τη μνεία της οδηγίας 2003/55/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 2003, σχετικά με τους κοινούς κανόνες για την εσωτερική αγορά φυσικού αερίου και την κατάργηση της οδηγίας 98/30/ΕΚ (ΕΕ 2003, L 176, σ. 57), στην αιτιολογική σκέψη 29 της οδηγίας 2009/73. Η μνεία των αγορών ηλεκτρικής ενέργειας αντικαθίσταται από τη μνεία των αγορών φυσικού αερίου.

10

Το άρθρο 9, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, και παράγραφος 8, το άρθρο 10, παράγραφος 2, το άρθρο 17, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, και το άρθρο 41, παράγραφος 1, στοιχεία θʹ και ιʹ, παράγραφος 4, στοιχεία αʹ και βʹ, παράγραφος 6, στοιχεία αʹ έως γʹ, και παράγραφος 9, της οδηγίας 2009/73 έχουν διατύπωση ανάλογη εκείνης του άρθρου 9, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, και παράγραφος 8, του άρθρου 10, παράγραφος 2, του άρθρου 17, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, και του άρθρου 37, παράγραφος 1, στοιχεία θʹ και ιʹ, παράγραφος 4, στοιχεία αʹ και βʹ, παράγραφος 6, στοιχεία αʹ και βʹ, και παράγραφος 9, της οδηγίας 2009/72 αντιστοίχως.

Το βελγικό δίκαιο

Ο νόμος περί ηλεκτρικής ενέργειας

11

Το άρθρο 9 bis, παράγραφος 1, του Loi du 29 avril 1999, relative à l’organisation du marché de l‘électricité (νόμου της 29ης Απριλίου 1999, περί οργανώσεως της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας) (Moniteur belge της 11ης Μαΐου 1999, σ. 16264), όπως τροποποιήθηκε με τον νόμο της 28ης Ιουνίου 2015 (Moniteur belge της 6ης Ιουλίου 2015, σ. 44424) (στο εξής: νόμος περί ηλεκτρικής ενέργειας), το οποίο προστέθηκε με τον νόμο της 14ης Ιανουαρίου 2003 (Moniteur belge της 28ης Φεβρουαρίου 2003, σ. 9944), ορίζει τα εξής:

«Ο διαχειριστής του συστήματος οφείλει, με εξαίρεση δύο τίτλους, να κατέχει, άμεσα ή έμμεσα, το σύνολο του κεφαλαίου και των δικαιωμάτων ψήφου που συνδέονται με τους τίτλους τους οποίους εκδίδουν:

1° κάθε θυγατρική εταιρία η οποία ασκεί, εν όλω ή εν μέρει, κατόπιν αιτήσεως του διαχειριστή του συστήματος, τη διαχείριση του συστήματος μεταφοράς που μνημονεύεται στο άρθρο 8·

2° κάθε θυγατρική εταιρία στην οποία ανήκει η υποδομή και ο εξοπλισμός που αποτελεί μέρος του συστήματος μεταφοράς.»

12

Το άρθρο 10, παράγραφος 1, του νόμου περί ηλεκτρικής ενέργειας προβλέπει τα εξής:

«Κατόπιν γνωμοδοτήσεως της [Commission de régulation de l’électricité et du gaz (Ρυθμιστικής Επιτροπής Ηλεκτρικής Ενέργειας και Φυσικού Αερίου) (CREG)] και κατόπιν διαβουλεύσεως στο Υπουργικό Συμβούλιο, ο [ομοσπονδιακός Υπουργός Ενέργειας] ορίζει τον διαχειριστή του συστήματος κατόπιν προτάσεως ενός ή περισσοτέρων ιδιοκτητών του συστήματος (περιλαμβανομένου, κατά περίπτωση, του αποχωρούντος διαχειριστή συστήματος) οι οποίοι, μόνοι ή από κοινού, κατέχουν μέρος του συστήματος μεταφοράς το οποίο καλύπτει τουλάχιστον το 75 [%] της εθνικής επικράτειας και τουλάχιστον τα δύο τρίτα του εδάφους κάθε περιφέρειας.

[…]»

13

Το άρθρο 11 του νόμου αυτού προβλέπει τα ακόλουθα:

«Κατόπιν γνωμοδοτήσεως της [CREG] και συνεννοήσεως με τον διαχειριστή του συστήματος, ο Βασιλεύς θεσπίζει τεχνικό κανονισμό για τη διαχείριση του συστήματος μεταφοράς και την πρόσβαση σε αυτό.

Ο τεχνικός κανονισμός ορίζει, μεταξύ άλλων, τα εξής:

1° τις ελάχιστες τεχνικές προδιαγραφές για τη σύνδεση με το σύστημα μεταφοράς εγκαταστάσεων παραγωγής, τα συστήματα διανομής, τον εξοπλισμό καταναλωτών με άμεση σύνδεση, τα κυκλώματα διασυνδέσεων και τις απευθείας γραμμές, τις προθεσμίες συνδέσεως, καθώς και τους τεχνικούς όρους που καθιστούν δυνατό στον διαχειριστή του συστήματος να έχει πρόσβαση στις εγκαταστάσεις των χρηστών και να λαμβάνει ή να μεριμνά για τη λήψη σχετικών μέτρων οσάκις το επιβάλλει η ασφάλεια ή η τεχνική αξιοπιστία του συστήματος, όπως επίσης και οι προθεσμίες συνδέσεως·

2° τους κανόνες λειτουργίας στους οποίους υπόκειται ο διαχειριστής συστήματος κατά την τεχνική διαχείριση των ροών ηλεκτρικής ενέργειας και στο πλαίσιο των δράσεων που πρέπει να αναλάβει για την αντιμετώπιση των προβλημάτων συμφόρησης, των τεχνικών διαταράξεων και της δυσλειτουργίας παραγωγικών μονάδων·

3° κατά περίπτωση, την προτεραιότητα που πρέπει να δοθεί, στο μέτρο του δυνατού, λαμβανομένης υπόψη της ασφάλειας του αναγκαίου εφοδιασμού, στις εγκαταστάσεις παραγωγής που χρησιμοποιούν ανανεώσιμες πηγές ενέργειας ή στις μονάδες συμπαραγωγής·

4° τις επικουρικές υπηρεσίες που πρέπει να παρέχει ο διαχειριστής του συστήματος·

5° τις πληροφορίες που πρέπει να παρέχουν οι χρήστες του συστήματος στον διαχειριστή του, περιλαμβανομένων των στοιχείων που αφορούν το σχέδιο αναπτύξεως·

6° τις πληροφορίες που πρέπει να παρέχει ο διαχειριστής του συστήματος στους διαχειριστές άλλων συστημάτων ηλεκτρικής ενέργειας με τα οποία διασυνδέεται το σύστημα μεταφοράς, προκειμένου να επιτυγχάνεται ασφαλής και αποτελεσματική εκμετάλλευση, συντονισμένη ανάπτυξη και διαλειτουργικότητα του διασυνδεδεμένου συστήματος·

7° τις διατάξεις σχετικά με την ενημέρωση ή την προηγούμενη έγκριση από την [CREG] κανόνων περί λειτουργίας, γενικών όρων, τυποποιημένων συμβάσεων, εντύπων ή διαδικασιών που ισχύουν για τον διαχειριστή του συστήματος και, ενδεχομένως, για τους χρήστες.

Σύμφωνα με τον τεχνικό κανονισμό, με τις συμβάσεις του διαχειριστή του συστήματος σχετικά με την πρόσβαση σε αυτό καθορίζονται ειδικότερα οι όροι εφαρμογής του για τους χρήστες του συστήματος, τους διανομείς ή τους μεσάζοντες κατά τρόπο μη ενέχοντα διακρίσεις.»

14

Το άρθρο 18, παράγραφος 1, του ίδιου νόμου ορίζει τα εξής:

«Με την επιφύλαξη της εφαρμογής του νόμου της 6ης Απριλίου 1995 σχετικά με το καθεστώς των επιχειρήσεων επενδύσεων και τον έλεγχό τους, τους χρηματοπιστωτικούς διαμεσολαβητές και συμβούλους επενδύσεων [(Moniteur belge της 3ης Ιουνίου 1995, σ. 15876)], ο Βασιλεύς δύναται, κατόπιν γνωμοδοτήσεως της [CREG]:

[…]

2° να θεσπίζει κανόνες συμπεριφοράς που ισχύουν για τους μεσάζοντες και τους προμηθευτές, ιδίως όσον αφορά τις συναλλαγές και την εξισορρόπηση·

[…]».

15

Το άρθρο 23, παράγραφοι 1 και 2, του νόμου περί ηλεκτρικής ενέργειας προβλέπει τα ακόλουθα:

«1.   Ιδρύεται [CREG]. Η [CREG] είναι αυτόνομος οργανισμός που έχει νομική προσωπικότητα και εδρεύει στη διοικητική περιφέρεια Βρυξελλών-Πρωτευούσης [(Βέλγιο)].

Η [CREG] λαμβάνει όλα τα εύλογα μέτρα προς επίτευξη των κατωτέρω σκοπών εντός του πλαισίου των καθηκόντων της τα οποία μνημονεύονται στο άρθρο 23, [παράγραφος] 2, διαβουλευόμενη στενά, κατά περίπτωση, με τις λοιπές οικείες ομοσπονδιακές αρχές, περιλαμβανομένης της Βελγικής Αρχής Ανταγωνισμού, και με την επιφύλαξη των αρμοδιοτήτων τους:

[…]

2.   Στην [CREG] ανατίθενται καθήκοντα παροχής συμβουλών προς τις δημόσιες αρχές όσον αφορά την οργάνωση και τη λειτουργία της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας, αφενός, και γενικά καθήκοντα εποπτείας και ελέγχου της εφαρμογής των σχετικών νόμων και κανονιστικών αποφάσεων, αφετέρου.

Για τον σκοπό αυτό, η [CREG]:

[…]

3° ασκεί εποπτεία επί ζητημάτων διαφάνειας και ανταγωνισμού στην αγορά ηλεκτρικής ενέργειας σύμφωνα με το άρθρο 23 bis·

3°bis εκτιμά τον αντικειμενικώς δικαιολογημένο χαρακτήρα της κατά το άρθρο 23 ter σχέσεως μεταξύ τιμών και δαπανών επιχειρήσεως·

4° ασκεί εποπτεία και ελέγχει τις εμπορικές συναλλαγές στον τομέα των ενεργειακών προϊόντων χονδρικής σύμφωνα με τον [κ]ανονισμό (ΕΕ) 1227/2011 [του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Οκτωβρίου 2011, για την ακεραιότητα και τη διαφάνεια στη χονδρική αγορά ενέργειας (ΕΕ 2011, L 326, σ. 1)], τηρουμένων των αντίστοιχων αρμοδιοτήτων της Βελγικής Αρχής Ανταγωνισμού και της [Αρχής για τις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες και αγορές (FSMA)]·

[…]

8° ελέγχει την εκ μέρους του διαχειριστή συστήματος και των επιχειρήσεων ηλεκτρικής ενέργειας τήρηση των υποχρεώσεων που υπέχουν από τον παρόντα νόμο και τις εκτελεστικές του αποφάσεις, καθώς και από άλλες νομοθετικές και κανονιστικές διατάξεις που ισχύουν στην αγορά ηλεκτρικής ενέργειας, ιδίως όσον αφορά τα διασυνοριακά ζητήματα και τα θέματα που ρυθμίζει ο [κ]ανονισμός (ΕΚ) 714/2009 [του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Ιουλίου 2009, σχετικά με τους όρους πρόσβασης στο δίκτυο για τις διασυνοριακές ανταλλαγές ηλεκτρικής ενεργείας και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) 1228/2003 (ΕΕ 2009, L 211, σ. 15)]·

9° ελέγχει την εφαρμογή του τεχνικού κανονισμού, εγκρίνει τα έγγραφα που αφορά ο κανονισμός αυτός, ιδίως όσον αφορά τις προϋποθέσεις συνδέσεως και προσβάσεως στο σύστημα μεταφοράς, καθώς και τις προϋποθέσεις για την ευθύνη εξισορροπήσεως στην περιοχή ελέγχου ζώνης, και αξιολογεί τις παρελθούσες επιδόσεις των κανόνων του τεχνικού κανονισμού που διέπουν την ασφάλεια και την αξιοπιστία του συστήματος μεταφοράς·

[…]».

16

Το άρθρο 23 bis του νόμου αυτού ορίζει τα εξής:

«Η [CREG] μεριμνά ώστε κάθε επιχείρηση ηλεκτρικής ενέργειας, η οποία προμηθεύει ηλεκτρική ενέργεια σε πελάτες εγκατεστημένους στο Βέλγιο να απέχει, χωριστά ή σε συνεννόηση με μία ή περισσότερες επιχειρήσεις ηλεκτρικής ενέργειας, από κάθε αντίθετη προς τον ανταγωνισμό συμπεριφορά ή από αθέμιτες εμπορικές πρακτικές που επηρεάζουν ή ενδέχεται να επηρεάσουν την αποδοτική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας στο Βέλγιο.

Εφόσον η [CREG] διαπιστώσει, κατά την άσκηση των καθηκόντων της εποπτείας και ελέγχου, αθέμιτες εμπορικές πρακτικές ή συμπεριφορά αντίθετη προς τους κανόνες του ανταγωνισμού, υποβάλλει αυτεπαγγέλτως στον [ομοσπονδιακό Υπουργό Ενέργειας] έκθεση στην οποία παραθέτει τις διαπιστώσεις της και, ενδεχομένως, κάθε μέτρο που κρίνει αναγκαίο να ληφθεί από την ίδια ή από οποιαδήποτε άλλη αρμόδια αρχή, για την αντιμετώπιση αθέμιτων εμπορικών πρακτικών ή συμπεριφοράς αντίθετης προς τους κανόνες του ανταγωνισμού, η οποία επηρεάζει ή ενδέχεται να επηρεάσει την αποδοτική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας στο Βέλγιο.

Η [CREG] καταγγέλλει τις προβαλλόμενες παραβάσεις στη Βελγική Αρχή Ανταγωνισμού, της διαβιβάζει την έκθεση που απηύθυνε στον [ομοσπονδιακό Υπουργό Ενέργειας] και της παρέχει τις αναγκαίες εμπιστευτικές πληροφορίες.

Όσον αφορά τις αθέμιτες εμπορικές πρακτικές, ο Βασιλεύς δύναται, κατόπιν προτάσεως της [CREG], με διάταγμα που εκδίδεται κατόπιν διαβουλεύσεως στο Υπουργικό Συμβούλιο, να διευκρινίζει τα επείγοντα μέτρα που επιτρέπεται να λαμβάνει η [CREG].

Η [CREG] δύναται να καταρτίζει γνωμοδοτήσεις και να προτείνει κάθε μέτρο το οποίο ευνοεί την εύρυθμη λειτουργία και τη διαφάνεια στην αγορά και το οποίο ισχύει για όλες τις επιχειρήσεις ηλεκτρικής ενέργειας που δραστηριοποιούνται στο Βέλγιο.»

17

Κατά το άρθρο 23 ter του εν λόγω νόμου:

«1.   Οι τιμές που προσφέρει επιχείρηση ηλεκτρικής ενέργειας πρέπει να δικαιολογούνται αντικειμενικώς σε σχέση με τις δαπάνες της επιχειρήσεως. Η [CREG] εκτιμά τη σχέση αυτή συγκρίνοντας, μεταξύ άλλων, τις δαπάνες και τις τιμές της εν λόγω επιχειρήσεως με τις δαπάνες και τις τιμές των παρεμφερών επιχειρήσεων, ει δυνατόν και σε διεθνές επίπεδο.

2.   Αν επιχείρηση ηλεκτρικής ενέργειας αποτελεί συνδεδεμένη επιχείρηση, η κατάχρηση δεσπόζουσας θέσεως τεκμαίρεται σε περίπτωση κατά την οποία αυτή προσφέρει τιμές και/ή όρους που εισάγουν διακρίσεις εις βάρος των μη συνδεδεμένων επιχειρήσεων.

3.   Εάν η [CREG] διαπιστώσει ότι δεν υφίσταται αντικειμενικώς δικαιολογημένη σχέση, όπως μνημονεύεται στην [παράγραφο 1], υποβάλλει με δική της πρωτοβουλία στον [ομοσπονδιακό Υπουργό Ενέργειας] έκθεση στην οποία εκθέτει τις διαπιστώσεις της και τα μέτρα που προτείνει.

Η [CREG] καταγγέλλει τις προβαλλόμενες παραβάσεις στη Βελγική Αρχή Ανταγωνισμού, της διαβιβάζει την έκθεση που υπέβαλε στον [ομοσπονδιακό Υπουργό Ενέργειας] και της παρέχει τις αναγκαίες εμπιστευτικές πληροφορίες.

Όσον αφορά τις τιμές και/ή τους όρους που εισάγουν διακρίσεις, ο Βασιλεύς δύναται, κατόπιν προτάσεως της [CREG], με διάταγμα που εκδίδεται κατόπιν διαβουλεύσεως στο Υπουργικό Συμβούλιο, να διευκρινίζει τα επείγοντα μέτρα που επιτρέπεται να λαμβάνει η [CREG].

Όσον αφορά τις τιμές, η [CREG] δύναται να καταρτίζει γνωμοδοτήσεις και να προτείνει κάθε μέτρο το οποίο θα ισχύει για όλες τις επιχειρήσεις ηλεκτρικής ενέργειας που δραστηριοποιούνται στο Βέλγιο.»

18

Το άρθρο 26, παράγραφος 1, του ίδιου νόμου ορίζει τα ακόλουθα:

«Κατά την άσκηση των καθηκόντων που της έχουν ανατεθεί, η [CREG] δύναται να απαιτεί από τον διαχειριστή του συστήματος και από τους διαχειριστές συστημάτων διανομής, από κάθε συνδεδεμένη ή συγγενή επιχείρηση, καθώς και από κάθε επιχείρηση που διαχειρίζεται ή εκμεταλλεύεται πολυμερή εμπορική πλατφόρμα στην οποία διαπραγματεύεται φορτία ενέργειας ή σχετικά χρηματοπιστωτικά μέσα, και συνδέεται άμεσα με τη βελγική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας ή έχει άμεσο αντίκτυπο σε αυτήν, να της παρέχει όλες τις αναγκαίες πληροφορίες, περιλαμβανομένης της δικαιολογήσεως οποιασδήποτε αρνήσεως παροχής προσβάσεως σε τρίτον, καθώς και κάθε πληροφορία σχετικά με τα αναγκαία μέτρα για την ενίσχυση του συστήματος, υπό την προϋπόθεση ότι θα αιτιολογεί το αίτημά της. Η [CREG] δύναται να προβεί σε επιτόπιο έλεγχο των λογιστικών στοιχείων των ως άνω επιχειρήσεων.

Από την 1η Ιανουαρίου 2003, η [CREG] δύναται επίσης να ζητεί από τους ανωτέρω και από την Επιτροπή Ελέγχου Ηλεκτρικής Ενέργειας και Φυσικού Αερίου, με την επιφύλαξη των καθηκόντων που έχουν ανατεθεί στην τελευταία, τις πληροφορίες που είναι χρήσιμες για την κατάρτιση της τιμολογιακής πολιτικής της στο πλαίσιο εφαρμογής των καθηκόντων που της ανατίθενται βάσει του άρθρου 23, σημεία 14° bis, 15° και 16°.»

19

Το άρθρο 26, παράγραφος 1 bis, του νόμου περί ηλεκτρικής ενέργειας προβλέπει τα εξής:

«Κατά την εκπλήρωση των καθηκόντων που της ανατίθενται βάσει των άρθρων 23 bis και 23 ter, η [CREG] διαθέτει επιπλέον τις ακόλουθες εξουσίες και δικαιώματα:

1° να λαμβάνει από επιχειρήσεις ηλεκτρικής ενέργειας κάθε είδους πληροφορία σχετικά με τα θέματα που εμπίπτουν στην αρμοδιότητα και στα καθήκοντά της, εντός τριάντα ημερών από την υποβολή της αιτήσεώς της·

2° να ζητεί και να λαμβάνει από τις επιχειρήσεις αυτές εκθέσεις σχετικά με τις δραστηριότητες ή ορισμένες πτυχές των δραστηριοτήτων αυτών·

3° να καθορίζει τα στοιχεία που πρέπει να της διαβιβάζουν ανά τακτά διαστήματα οι επιχειρήσεις ηλεκτρικής ενέργειας και τη συχνότητα με την οποία πρέπει να της διαβιβάζονται τα στοιχεία αυτά·

4° σε περίπτωση αρνήσεως διαβιβάσεως των ζητούμενων στοιχείων εντός τριάντα ημερών, να προβαίνει σε επιτόπια επίσκεψη κατά τη διάρκεια της οποίας μπορεί να λάβει γνώση όλων των ανωτέρω πληροφοριών και εγγράφων που είναι απαραίτητα για την εκπλήρωση των καθηκόντων που της έχουν ανατεθεί και, ενδεχομένως, να προβαίνει στη λήψη αντιγράφων των στοιχείων αυτών.

Οι πληροφορίες που συλλέγονται από την [CREG] στο πλαίσιο της παρούσας παραγράφου μπορούν να χρησιμοποιηθούν μόνο για τις εκθέσεις, τις γνωμοδοτήσεις και τις συστάσεις που διαλαμβάνονται στα άρθρα 23 bis και 23 ter. Ο Βασιλεύς δύναται, με βασιλικό διάταγμα που εκδίδεται κατόπιν προτάσεως του Υπουργικού Συμβουλίου, να διευρύνει το πεδίο εφαρμογής του παρόντος άρθρου ώστε να καταλαμβάνει τις δεσμευτικές αποφάσεις τις οποίες ενδέχεται να αφορούν τα άρθρα 23 bis και 23 ter.»

20

Το άρθρο 30 bis, παράγραφος 3, του νόμου αυτού ορίζει τα ακόλουθα:

«[…]

Τα μέλη [της CREG] είναι αρμόδια να διερευνούν και να διαπιστώνουν, με διαπιστωτικές πράξεις έχουσες ισχύ μέχρι αποδείξεως του εναντίου, τις παραβάσεις […]. Προς τούτο, δύνανται:

1° να έχουν πρόσβαση στα κτίρια, στα εργαστήρια και τους βοηθητικούς τους χώρους κατά τις ώρες λειτουργίας ή εργασίας, εφόσον αυτό είναι αναγκαίο για την εκπλήρωση των καθηκόντων τους·

2° να προβαίνουν σε όλες τις αναγκαίες διαπιστώσεις, να ζητούν την προσκόμιση ή να προβαίνουν στην κατάσχεση παντός εγγράφου, στοιχείου, βιβλίου και αντικειμένου που κρίνεται αναγκαίο για την έρευνα και τη διαπίστωση των παραβάσεων·

3° να συλλέγουν κάθε πληροφορία, να λαμβάνουν οποιαδήποτε κατάθεση ή να δέχονται κάθε γραπτή ή προφορική μαρτυρία·

4° να συνδράμουν στο πλαίσιο της εκτελέσεως των αποφάσεων της Επιτροπής.

[…]»

21

Κατά το άρθρο 31 του εν λόγω νόμου, «[μ]ε την επιφύλαξη των λοιπών μέτρων που προβλέπει ο παρών νόμος, η [CREG] δύναται να υποχρεώσει κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο εγκατεστημένο στο Βέλγιο να συμμορφωθεί προς συγκεκριμένες διατάξεις του παρόντος νόμου, των εκτελεστικών του αποφάσεων, συνακόλουθων νόμων σχετικών με τα τιμολόγια ή με την εισφορά που διαλαμβάνεται στο άρθρο 21 bis, ή προς κάθε άλλη διάταξη της οποίας την εφαρμογή εποπτεύει δυνάμει του άρθρου 23, [παράγραφος] 2, [δεύτερο εδάφιο], σημεία 4° και 8°, εντός της προθεσμίας που τάσσει η [CREG]».

22

Το άρθρο 31/1 του ίδιου νόμου ορίζει τα εξής:

«1.   […] κατόπιν προηγούμενης αδείας ανακριτή, τα πρόσωπα που διαλαμβάνονται στο άρθρο 30 bis, [παράγραφος] 3, [πρώτο εδάφιο], δύνανται, με αιτιολογημένη απόφαση, να διατάξουν, εκτός αν πρόκειται για αντικείμενα ευρισκόμενα σε ιδιωτική κατοικία, την κατάσχεση περιουσιακών στοιχείων του προσώπου που αποτελεί το αντικείμενο έρευνας εκ μέρους της [CREG], τα οποία είτε αποτελούν το αντικείμενο της υπό διερεύνηση παραβάσεως, είτε προορίζονταν ή χρησιμοποιήθηκαν για τη διάπραξη της επίμαχης παραβάσεως, είτε συνιστούν περιουσιακό όφελος αντλούμενο απευθείας από την παράβαση ή το αντίστοιχο αυτού.

Τα πρόσωπα που διαλαμβάνονται στο άρθρο 30 bis, [παράγραφος] 3, [πρώτο εδάφιο], μνημονεύουν στην απόφασή τους τα πραγματικά περιστατικά που δικαιολογούν το ληφθέν μέτρο και λαμβάνουν υπόψη, προς αιτιολόγηση της αποφάσεώς τους, τις αρχές της αναλογικότητας και της επικουρικότητας.

Για την εκτέλεση της αποφάσεως αυτής, τα πρόσωπα που διαλαμβάνονται στο άρθρο 30 bis, [παράγραφος] 3, [πρώτο εδάφιο], δύνανται, εφόσον παρίσταται ανάγκη, να ζητήσουν τη συνδρομή των δημοσίων αρχών.

[…]»

Ο νόμος περί φυσικού αερίου

23

Το άρθρο 8, παράγραφος 2, δεύτερο εδάφιο, του Loi du 12 avril 1965, relative au transport de produits gazeux et autres par canalisation (νόμου της 12ης Απριλίου 1965, περί μεταφοράς αερίων και λοιπών προϊόντων μέσω αγωγών) (Moniteur belge της 7ης Μαΐου 1965, σ. 5260), όπως τροποποιήθηκε με τον νόμο της 8ης Ιουλίου 2015 (Moniteur belge της 16ης Ιουλίου 2015, σ. 46239) (στο εξής: νόμος περί φυσικού αερίου), ορίζει τα εξής:

«Ο κάτοχος αδείας μεταφοράς φυσικού αερίου, ο οποίος είναι υποψήφιος για τη διαχείριση του συστήματος μεταφοράς φυσικού αερίου, πρέπει να κατέχει μόνος ή από κοινού με άλλους κατόχους αδείας μεταφοράς φυσικού αερίου μέρος του υπό εξέταση συστήματος το οποίο καλύπτει τουλάχιστον το 75 % της εθνικής επικράτειας.»

24

Το άρθρο 15/5 undecies του νόμου αυτού ορίζει τα ακόλουθα:

«1.   Κατόπιν προτάσεως της [CREG], ο Βασιλεύς θεσπίζει κώδικα χρηστής συμπεριφοράς όσον αφορά την πρόσβαση στο σύστημα μεταφοράς φυσικού αερίου, στην εγκατάσταση αποθηκεύσεως φυσικού αερίου και στην εγκατάσταση [υγροποιημένου φυσικού αερίου (ΥΦΑ)].

Ο κώδικας χρηστής συμπεριφοράς ορίζει:

1° τις διαδικασίες και τους όρους υποβολής αιτήσεως για την παροχή προσβάσεως στο σύστημα·

2° τις πληροφορίες που πρέπει να παρέχουν οι χρήστες του συστήματος μεταφοράς φυσικού αερίου, της εγκαταστάσεως αποθηκεύσεως φυσικού αερίου και της εγκαταστάσεως ΥΦΑ στον διαχειριστή του συστήματος μεταφοράς φυσικού αερίου, στον διαχειριστή εγκαταστάσεως αποθηκεύσεως φυσικού αερίου και στον διαχειριστή εγκαταστάσεως ΥΦΑ·

3° τις προφυλάξεις που πρέπει να λαμβάνουν ο διαχειριστής του συστήματος μεταφοράς φυσικού αερίου, ο διαχειριστής εγκαταστάσεως αποθηκεύσεως φυσικού αερίου και ο διαχειριστής εγκαταστάσεως ΥΦΑ, με σκοπό τη διαφύλαξη του απορρήτου των εμπορικών δεδομένων που αφορούν τους χρήστες του συστήματος μεταφοράς φυσικού αερίου, της εγκαταστάσεως αποθηκεύσεως φυσικού αερίου [ή] της εγκαταστάσεως ΥΦΑ·

4° τις προθεσμίες εντός των οποίων ο διαχειριστής του συστήματος μεταφοράς φυσικού αερίου, ο διαχειριστής εγκαταστάσεως αποθηκεύσεως φυσικού αερίου και ο διαχειριστής εγκαταστάσεως ΥΦΑ πρέπει να ικανοποιούν τα αιτήματα προσβάσεως στο σύστημά τους και στην εγκατάστασή τους·

5° τα μέτρα για την αποτροπή οποιασδήποτε διακρίσεως μεταξύ χρηστών ή κατηγοριών χρηστών του συστήματος μεταφοράς φυσικού αερίου, της εγκαταστάσεως αποθηκεύσεως φυσικού αερίου ή της εγκαταστάσεως ΥΦΑ·

6° τις ελάχιστες απαιτήσεις σχετικά με τον νομικό και λειτουργικό διαχωρισμό των λειτουργιών μεταφοράς φυσικού αερίου και προμήθειας φυσικού αερίου μεταξύ των διαχειριστών συστημάτων μεταφοράς φυσικού αερίου, αποθηκεύσεως φυσικού αερίου ή ολοκληρωμένων ΥΦΑ·

7° τις βασικές αρχές σχετικά με τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις, αφενός, του διαχειριστή του συστήματος μεταφοράς φυσικού αερίου, του διαχειριστή εγκαταστάσεως αποθηκεύσεως φυσικού αερίου και του διαχειριστή εγκαταστάσεως ΥΦΑ και, αφετέρου, των χρηστών του συστήματος μεταφοράς φυσικού αερίου, της εγκαταστάσεως αποθηκεύσεως φυσικού αερίου ή της εγκαταστάσεως ΥΦΑ, όσον αφορά την πρόσβαση στο σύστημα και τις εγκαταστάσεις αυτές·

8° τις βασικές αρχές περί τιμολογήσεως·

9° τις βασικές αρχές σχετικά με τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις, αφενός, του διαχειριστή του συστήματος μεταφοράς φυσικού αερίου, του διαχειριστή εγκαταστάσεως αποθηκεύσεως φυσικού αερίου και του διαχειριστή εγκαταστάσεως ΥΦΑ και, αφετέρου, των χρηστών του συστήματος μεταφοράς φυσικού αερίου, της εγκαταστάσεως αποθηκεύσεως φυσικού αερίου ή της εγκαταστάσεως ΥΦΑ, όσον αφορά τη χρήση τους, ιδίως δε τη διαπραγμάτευση για την πρόσβαση σε δυναμικότητα μεταφορών, τη διαχείριση συμφορήσεων και τη δημοσίευση πληροφοριών·

10° τα μέτρα που πρέπει να περιλαμβάνονται στο πρόγραμμα αναλήψεως δεσμεύσεων με σκοπό την αποτροπή κάθε ενέχουσας διακρίσεις πρακτικής και τη διασφάλιση του προσήκοντος ελέγχου για την τήρηση του προγράμματος. Στο πρόγραμμα μνημονεύονται οι συγκεκριμένες υποχρεώσεις που επιβάλλονται στους εργαζομένους προκειμένου να επιτευχθεί ο εν λόγω σκοπός. Το πρόσωπο ή ο οργανισμός στον οποίο ανατίθεται η παρακολούθηση του προγράμματος αναλήψεως δεσμεύσεων υποβάλλει κάθε χρόνο στην [CREG] έκθεση όπου περιγράφονται τα μέτρα που έχουν ληφθεί. Η έκθεση αυτή δημοσιεύεται·

11° τις απαιτήσεις σχετικά με την ανεξαρτησία του προσωπικού των διαχειριστών από τους παραγωγούς, διανομείς, προμηθευτές και μεσάζοντες[·]

12° τους κανόνες και την οργάνωση της δευτερογενούς αγοράς του άρθρου 15/1, [παράγραφος 1], 9° bis·

13° τις βασικές αρχές σχετικά με την οργάνωση της προσβάσεως σε κόμβους.

Η χορήγηση και η διατήρηση σε ισχύ κάθε άδειας μεταφοράς ή προμήθειας εξαρτάται από την τήρηση του κώδικα χρηστής συμπεριφοράς.

[…]»

25

Το άρθρο 15/14, παράγραφος 2, πρώτο και δεύτερο εδάφιο, του εν λόγω νόμου ορίζει τα ακόλουθα:

«Στην [CREG] ανατίθενται καθήκοντα παροχής συμβουλών προς τις δημόσιες αρχές όσον αφορά την οργάνωση και τη λειτουργία της αγοράς φυσικού αερίου, αφενός, και εποπτείας ελέγχου της εφαρμογής των σχετικών νόμων και κανονιστικών αποφάσεων, αφετέρου.

Για τον σκοπό αυτό, η [CREG]:

[…]

6° εγκρίνει τις κύριες προϋποθέσεις για την πρόσβαση στα συστήματα μεταφοράς, με εξαίρεση τα τιμολόγια που διαλαμβάνονται στα άρθρα 15/5 έως 15/5 quinquies, και ελέγχει την εφαρμογή τους από τις επιχειρήσεις μεταφοράς όσον αφορά τα αντίστοιχα συστήματά τους·

[…]

9° ελέγχει τη λογιστική των επιχειρήσεων του τομέα του φυσικού αερίου, προκειμένου ιδίως να διακριβώνει την τήρηση των διατάξεων του άρθρου 15/12 και την απουσία σταυροειδών επιδοτήσεων·

[…]

16° παρακολουθεί το επίπεδο διαφάνειας, συμπεριλαμβανομένων των τιμών χονδρικής, και διασφαλίζει τη συμμόρφωση των επιχειρήσεων φυσικού αερίου προς τις υποχρεώσεις περί διαφάνειας·

17° παρακολουθεί το επίπεδο και την αποτελεσματικότητα του ανοίγματος της αγοράς και του ανταγωνισμού στις αγορές χονδρικής και λιανικής, συμπεριλαμβανομένων των χρηματιστηρίων φυσικού αερίου, και παρακολουθεί τις ενδεχόμενες στρεβλώσεις ή περιορισμούς του ανταγωνισμού, ανακοινώνοντας όλες τις χρήσιμες πληροφορίες και παραπέμποντας τις υποθέσεις που το δικαιολογούν στη Βελγική Αρχή Ανταγωνισμού·

[…]

29° εγκρίνει, κατόπιν προτάσεως του διαχειριστή του συστήματος μεταφοράς φυσικού αερίου, τις μεθόδους που χρησιμοποιούνται για την παροχή προσβάσεως στις διασυνοριακές υποδομές, περιλαμβανομένων των διαδικασιών κατανομής δυναμικότητας και διαχειρίσεως συμφορήσεως. Οι μέθοδοι αυτές είναι διαφανείς και δεν ενέχουν διακρίσεις. Η [CREG] δημοσιεύει στον ιστότοπό της τις εγκεκριμένες μεθόδους·

30° παρακολουθεί τη διαχείριση της συμφορήσεως του δικτύου μεταφοράς φυσικού αερίου, περιλαμβανομένων των γραμμών διασυνδέσεως, και την εφαρμογή των κανόνων διαχειρίσεως της συμφορήσεως, σύμφωνα με το άρθρο 15/1, [παράγραφος] 3, σημείο 7°. Η [CREG] ενημερώνει σχετικώς τη Γενική Διεύθυνση Ενέργειας [της ομοσπονδιακής δημόσιας υπηρεσίας “Οικονομία, Μικρές και Μεσαίες Επιχειρήσεις, Μεσαίες Τάξεις και Ενέργεια”]».

26

Το άρθρο 15/14 bis του ιδίου νόμου προβλέπει τα εξής:

«Η [CREG] μεριμνά ώστε κάθε επιχείρηση φυσικού αερίου, η οποία προμηθεύει φυσικό αέριο σε πελάτες εγκατεστημένους στο Βέλγιο, να απέχει, χωριστά ή σε συνεννόηση με μία ή περισσότερες επιχειρήσεις φυσικού αερίου, από κάθε αντίθετη προς τον ανταγωνισμό συμπεριφορά ή από αθέμιτες εμπορικές πρακτικές που επηρεάζουν ή ενδέχεται να επηρεάσουν την αποδοτική αγορά φυσικού αερίου στο Βέλγιο.

Εφόσον η [CREG] διαπιστώσει, κατά την άσκηση των καθηκόντων της εποπτείας και ελέγχου, αθέμιτες εμπορικές πρακτικές ή συμπεριφορά αντίθετη προς τους κανόνες του ανταγωνισμού, υποβάλλει αυτεπαγγέλτως στον [ομοσπονδιακό Υπουργό Ενέργειας] έκθεση στην οποία παραθέτει τις διαπιστώσεις της και, ενδεχομένως, κάθε μέτρο που κρίνει αναγκαίο να ληφθεί από την ίδια ή από οποιαδήποτε άλλη αρμόδια αρχή, για την αντιμετώπιση αθέμιτων εμπορικών πρακτικών ή συμπεριφοράς αντίθετης προς τους κανόνες του ανταγωνισμού, η οποία επηρεάζει ή ενδέχεται να επηρεάσει την αποδοτική αγορά φυσικού αερίου στο Βέλγιο.

Η [CREG] καταγγέλλει τις προβαλλόμενες παραβάσεις στη Βελγική Αρχή Ανταγωνισμού, της διαβιβάζει την έκθεση που απηύθυνε στον [ομοσπονδιακό Υπουργό Ενέργειας] και της παρέχει τις αναγκαίες εμπιστευτικές πληροφορίες.

Όσον αφορά τις αθέμιτες εμπορικές πρακτικές, ο Βασιλεύς δύναται, κατόπιν προτάσεως της [CREG], με διάταγμα που εκδίδεται κατόπιν διαβουλεύσεως στο Υπουργικό Συμβούλιο, να διευκρινίζει τα επείγοντα μέτρα που επιτρέπεται να λαμβάνει η [CREG].

Η [CREG] δύναται να καταρτίζει γνωμοδοτήσεις και να προτείνει κάθε μέτρο που ευνοεί την εύρυθμη λειτουργία και τη διαφάνεια στην αγορά και το οποίο ισχύει για όλες τις επιχειρήσεις φυσικού αερίου που δραστηριοποιούνται στο Βέλγιο.»

27

Το άρθρο 15/14 ter του νόμου περί φυσικού αερίου ορίζει τα ακόλουθα:

«1.   Οι τιμές που προσφέρει επιχείρηση φυσικού αερίου πρέπει να δικαιολογούνται αντικειμενικώς σε σχέση με τις δαπάνες της επιχειρήσεως. Η [CREG] εκτιμά τη σχέση αυτή συγκρίνοντας, μεταξύ άλλων, τις δαπάνες και τις τιμές της εν λόγω επιχειρήσεως με τις δαπάνες και τις τιμές των παρεμφερών επιχειρήσεων, ει δυνατόν και σε διεθνές επίπεδο.

2.   Αν επιχείρηση φυσικού αερίου είναι συνδεδεμένη επιχείρηση, η κατάχρηση δεσπόζουσας θέσεως τεκμαίρεται σε περίπτωση κατά την οποία αυτή προσφέρει τιμές και/ή όρους που εισάγουν διακρίσεις εις βάρος των μη συνδεδεμένων επιχειρήσεων.

3.   Εάν η [CREG] διαπιστώσει ότι δεν υφίσταται αντικειμενικώς δικαιολογημένη σχέση, όπως αναφέρεται στην [παράγραφο 1], υποβάλλει αυτεπαγγέλτως στον [ομοσπονδιακό Υπουργό Ενέργειας] έκθεση στην οποία εκθέτει τις διαπιστώσεις της και τα μέτρα που προτείνει.

Η [CREG] καταγγέλλει τις προβαλλόμενες παραβάσεις στη Βελγική Αρχή Ανταγωνισμού, της διαβιβάζει την έκθεση που υπέβαλε στον [ομοσπονδιακό Υπουργό Ενέργειας] και της παρέχει τις αναγκαίες εμπιστευτικές πληροφορίες.

Όσον αφορά τις τιμές και/ή τους όρους που εισάγουν διακρίσεις, ο Βασιλεύς δύναται, κατόπιν προτάσεως της [CREG], με απόφαση που εκδίδεται κατόπιν προτάσεως του Υπουργικού Συμβουλίου, να διευκρινίζει τα επείγοντα μέτρα που επιτρέπεται να λαμβάνει η [CREG].

Όσον αφορά τις τιμές, η [CREG] δύναται να καταρτίζει γνωμοδοτήσεις και να προτείνει κάθε μέτρο το οποίο θα ισχύει για όλες τις επιχειρήσεις φυσικού αερίου που δραστηριοποιούνται στο Βέλγιο.»

28

Κατά το άρθρο 15/16, παράγραφος 1 bis, του νόμου:

«Κατά την άσκηση των καθηκόντων που της ανατίθενται βάσει των άρθρων 15/14 bis και 15/14 ter, η [CREG] διαθέτει επιπλέον τις ακόλουθες εξουσίες και δικαιώματα:

1° να λαμβάνει από επιχειρήσεις φυσικού αερίου κάθε είδους πληροφορία σχετικά με τα θέματα που εμπίπτουν στην αρμοδιότητά της και στα καθήκοντά της, εντός τριάντα ημερών από την υποβολή της αιτήσεώς της·

2° να ζητεί και να λαμβάνει από τις επιχειρήσεις αυτές εκθέσεις σχετικά με τις δραστηριότητες ή ορισμένες πτυχές των δραστηριοτήτων αυτών·

3° να καθορίζει τα στοιχεία που πρέπει να της διαβιβάζουν ανά τακτά διαστήματα οι επιχειρήσεις φυσικού αερίου και τη συχνότητα με την οποία πρέπει να της διαβιβάζονται οι πληροφορίες αυτές·

4° σε περίπτωση αρνήσεως διαβιβάσεως των ζητούμενων στοιχείων εντός τριάντα ημερών, να προβαίνει σε επιτόπια επίσκεψη κατά τη διάρκεια της οποίας μπορεί να λάβει γνώση όλων των ανωτέρω πληροφοριών και εγγράφων που είναι απαραίτητα για την εκπλήρωση των αποστολών που της έχουν ανατεθεί και, ενδεχομένως, να προβαίνει στη λήψη αντιγράφων των στοιχείων αυτών.

Οι πληροφορίες που συλλέγονται από την [CREG] στο πλαίσιο της παρούσας παραγράφου μπορούν να χρησιμοποιηθούν μόνο για τις εκθέσεις, τις γνωμοδοτήσεις και τις συστάσεις που διαλαμβάνονται στα άρθρα 15/14 bis και 15/14 ter. Ο Βασιλεύς δύναται, με βασιλικό διάταγμα που εκδίδεται κατόπιν προτάσεως του Υπουργικού Συμβουλίου, να διευρύνει το πεδίο εφαρμογής του παρόντος άρθρου ώστε να καταλαμβάνει και τις δεσμευτικές αποφάσεις τις οποίες ενδέχεται να αφορούν τα άρθρα 15/14 bis και 15/14 ter.»

29

Το άρθρο 18, παράγραφος 3, του νόμου περί φυσικού αερίου ορίζει τα εξής:

«[…]

Τα μέλη [της CREG] είναι αρμόδια να διερευνούν και να διαπιστώνουν, με διαπιστωτικές πράξεις έχουσες ισχύ μέχρι αποδείξεως του εναντίου, τις παραβάσεις […]. Προς τούτο, δύνανται:

1° να έχουν πρόσβαση στα κτίρια, στα εργαστήρια και τους βοηθητικούς τους χώρους κατά τις ώρες λειτουργίας ή εργασίας, εφόσον αυτό είναι αναγκαίο για την εκπλήρωση των καθηκόντων τους·

2° να προβαίνουν σε όλες τις αναγκαίες διαπιστώσεις, να ζητούν την προσκόμιση ή να προβαίνουν στην κατάσχεση παντός εγγράφου, στοιχείου, βιβλίου και αντικειμένου που κρίνεται αναγκαίο για την έρευνα και τη διαπίστωση των παραβάσεων·

3° να συλλέγουν κάθε πληροφορία, να λαμβάνουν οποιαδήποτε κατάθεση ή να δέχονται κάθε γραπτή ή προφορική μαρτυρία·

4° να συνδράμουν στο πλαίσιο της εκτελέσεως των αποφάσεων της Επιτροπής.

[…]»

30

Βάσει του άρθρου 20/2 του ως άνω νόμου, «[μ]ε την επιφύλαξη των λοιπών μέτρων που προβλέπει ο παρών νόμος, η [CREG] δύναται να υποχρεώσει κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο εγκατεστημένο στο Βέλγιο να συμμορφωθεί προς συγκεκριμένες διατάξεις του παρόντος νόμου, των εκτελεστικών του αποφάσεων, συνακόλουθων νόμων σχετικών με τα τιμολόγια ή με την εισφορά που διαλαμβάνεται στο άρθρο 15/11, ή προς κάθε άλλη διάταξη της οποίας την εφαρμογή εποπτεύει δυνάμει του άρθρου 15/14, παράγραφος 2, [δεύτερο εδάφιο], σημεία 5° και 5°bis, εντός της προθεσμίας που τάσσει η [CREG]».

Η προ της ασκήσεως της προσφυγής διαδικασία και η διαδικασία ενώπιον του Δικαστηρίου

31

Η Επιτροπή εξέτασε αυτεπαγγέλτως τη μεταφορά των οδηγιών 2009/72 και 2009/73 στη βελγική έννομη τάξη, προκειμένου να διακριβώσει την ύπαρξη στοιχείων ενδεχομένως μη συμβατών με το δίκαιο της Ένωσης. Η έρευνα αφορούσε τον διαχωρισμό των συστημάτων μεταφοράς, την ανεξαρτησία και τις αρμοδιότητες των εθνικών ρυθμιστικών αρχών, καθώς και την προστασία των καταναλωτών.

32

Στις 6 Μαΐου 2013 η Επιτροπή απέστειλε στο Βασίλειο του Βελγίου έγγραφο, στο πλαίσιο της διαδικασίας «EU Pilot», καλώντας το να απαντήσει σε διάφορες ερωτήσεις σχετικά με τη μεταφορά αυτή στην εσωτερική έννομη τάξη. Στις 10 Φεβρουαρίου 2014 απηύθυνε στο εν λόγω κράτος μέλος πρόσθετες ερωτήσεις.

33

Το εν λόγω κράτος μέλος απάντησε στο ως άνω έγγραφο και τις άνω πρόσθετες ερωτήσεις στις 12 Σεπτεμβρίου 2013, στις 24 και 28 Φεβρουαρίου 2014, καθώς και στις 3, 18 και 19 Μαρτίου 2014.

34

Στις 17 Οκτωβρίου 2014 η Επιτροπή απηύθυνε στο Βασίλειο του Βελγίου έγγραφο οχλήσεως, εκτιμώντας ότι τα στοιχεία που της παρασχέθηκαν δεν είχαν άρει τις αμφιβολίες της ως προς τον προσήκοντα χαρακτήρα της μεταφοράς των οδηγιών 2009/72 και 2009/73 στη βελγική έννομη τάξη. Το εν λόγω κράτος μέλος απάντησε σχετικώς στις 18 Ιανουαρίου 2015.

35

Στις 26 Φεβρουαρίου 2016 η Επιτροπή απηύθυνε στο Βασίλειο του Βελγίου αιτιολογημένη γνώμη με την οποία κάλεσε το εν λόγω κράτος μέλος να θεσπίσει τα αναγκαία μέτρα προκειμένου να συμμορφωθεί προς τη γνώμη αυτή εντός προθεσμίας δύο μηνών από τη λήψη της.

36

Το Βασίλειο του Βελγίου απάντησε στις 19 Ιουλίου 2016 και, εν συνεχεία, κοινοποίησε στην Επιτροπή νομοθετικά μέτρα στις 15 Σεπτεμβρίου 2016, καθώς και στις 9, 10 και 30 Ιανουαρίου 2017. Στις 2 Οκτωβρίου 2018 έγινε τηλεφωνική διάσκεψη μεταξύ των βελγικών αρχών και των υπηρεσιών της Επιτροπής.

37

Εκτιμώντας ότι ορισμένες διατάξεις του βελγικού δικαίου εξακολουθούσαν να μην είναι σύμφωνες με τις οδηγίες 2009/72 και 2009/73, η Επιτροπή αποφάσισε να ασκήσει την υπό κρίση προσφυγή.

Επί της προσφυγής

Επί της πρώτης αιτιάσεως, με την οποία προβάλλεται παράβαση των διατάξεων του άρθρου 9, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, αμφοτέρων των οδηγιών 2009/72 και 2009/73

Επιχειρήματα των διαδίκων

38

Η Επιτροπή υποστηρίζει ότι το άρθρο 9, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, αμφοτέρων των οδηγιών 2009/72 και 2009/73 δεν μεταφέρθηκε προσηκόντως στη βελγική έννομη τάξη. Συναφώς, κατά την προσφεύγουσα, το άρθρο 10, παράγραφος 1, του νόμου περί ηλεκτρικής ενέργειας και το άρθρο 8, παράγραφος 2, δεύτερο εδάφιο, του νόμου περί φυσικού αερίου δεν απαιτούν από τον διαχειριστή του συστήματος μεταφοράς να είναι ιδιοκτήτης του, αλλά, κατά τον νόμο περί ηλεκτρικής ενέργειας, απαιτείται οι ιδιοκτήτες συστήματος που προτείνουν στον ομοσπονδιακό Υπουργό Ενέργειας τον διορισμό διαχειριστή να κατέχουν από κοινού μέρος του συστήματος μεταφοράς το οποίο καλύπτει τουλάχιστον το 75 % της εθνικής επικράτειας και, κατά τον νόμο περί φυσικού αερίου, απαιτείται ο διαχειριστής του συστήματος να κατέχει από κοινού με άλλα πρόσωπα μέρος του συστήματος το οποίο καλύπτει τουλάχιστον το 75 % της εθνικής επικράτειας.

39

Κατά την προσφεύγουσα, μια πραγματική κατάσταση ή μια διοικητική πρακτική σύμφωνη με το δίκαιο της Ένωσης δεν μπορεί να θεραπεύσει την πλημμελή μεταφορά των οδηγιών αυτών στην εσωτερική έννομη τάξη. Επιπλέον, στερείται σημασίας το ότι η Επιτροπή δεν αντιτάχθηκε στην πιστοποίηση στο Βέλγιο των Elia System Operator SA και Fluxys Belgium SA, διαχειριστών συστήματος μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου, αντιστοίχως.

40

Εξάλλου, κατά την Επιτροπή, η προσθήκη, το 2003, του άρθρου 9 bis στον νόμο περί ηλεκτρικής ενέργειας δεν θέτει τέρμα στην παράβαση, δεδομένου ότι η εν λόγω διάταξη προβλέπει απλώς ότι ο έλεγχος του διαχειριστή συστήματος επι του συστήματος αυτού μπορεί να διασφαλίζεται μέσω θυγατρικής κατά 100 %.

41

Το Βασίλειο του Βελγίου υποστηρίζει ότι οι Elia System Operator και Fluxys Belgium είναι ιδιοκτήτες του συστήματος, κατά την έννοια των οδηγιών 2009/72 και 2009/73, και ότι η Επιτροπή δεν διατύπωσε παρατηρήσεις ως προς την ερμηνεία του άρθρου 9, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, των οδηγιών αυτών στις γνώμες που εξέδωσε κατά την πιστοποίηση των εν λόγω διαχειριστών.

42

Κατά το Βασίλειο του Βελγίου, υφίσταται σύγχυση μεταξύ, αφενός, των προσώπων που δύνανται να προτείνουν τον διορισμό διαχειριστή συστήματος μεταφοράς και να κατέχουν τουλάχιστον το 75 % του συστήματος κατά τον χρόνο του διορισμού του διαχειριστή αυτού και, αφετέρου, του ποσοστού κυριότητας του συστήματος εκ μέρους του διοριζομένου διαχειριστή. Το άρθρο 10, παράγραφος 1, του νόμου περί ηλεκτρικής ενέργειας αφορά αποκλειστικώς το πρώτο στοιχείο, αλλά όχι την κυριότητα του συστήματος που κατέχει ο διορισθείς διαχειριστής συστήματος. Εξάλλου, το άρθρο 9 bis του νόμου αυτού, το οποίο προστέθηκε το 2003, καθιερώνει την επιλογή της μεταβιβάσεως της κυριότητας, καθόσον επιβάλλει ο διαχειριστής του συστήματος, μέσω θυγατρικής εταιρίας, να είναι ιδιοκτήτης του συστήματος μεταφοράς.

43

Το Βασίλειο του Βελγίου υποστηρίζει ότι τα επιχειρήματα της Επιτροπής κατά τα οποία, βάσει του άρθρου 10, παράγραφος 1, του νόμου περί ηλεκτρικής ενέργειας, οι ιδιοκτήτες δικτύου μπορούν επίσης να είναι ιδιοκτήτες επιχειρήσεως που ασκεί δραστηριότητα παραγωγής ή προμήθειας στηρίζονται σε θεωρητικές υποθέσεις και ισχυρισμούς, χωρίς η Επιτροπή να αποδεικνύει παράβαση, μολονότι φέρει το βάρος αποδείξεως.

Εκτίμηση του Δικαστηρίου

44

Το άρθρο 9, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, αμφοτέρων των οδηγιών 2009/72 και 2009/73 προβλέπει ότι τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι, από τις 3 Μαρτίου 2012, κάθε επιχείρηση που έχει στην ιδιοκτησία της σύστημα μεταφοράς ενεργεί ως διαχειριστής συστήματος μεταφοράς.

45

Κατά το άρθρο 10, παράγραφος 2, αμφοτέρων των ως άνω οδηγιών, οι επιχειρήσεις οι οποίες έχουν στην ιδιοκτησία τους σύστημα μεταφοράς και οι οποίες έχουν πιστοποιηθεί από την εθνική ρυθμιστική αρχή ως πληρούσες τις απαιτήσεις του άρθρου 9 είναι αυτές που εγκρίνονται και διορίζονται ως διαχειριστές συστημάτων μεταφοράς από τα κράτη μέλη.

46

Κατά την αιτιολογική σκέψη 9 της οδηγίας 2009/72 και την αιτιολογική σκέψη 6 της οδηγίας 2009/73, χωρίς τον αποτελεσματικό διαχωρισμό των δικτύων από τις δραστηριότητες παραγωγής και προμήθειας («αποτελεσματικός διαχωρισμός»), υφίσταται ο κίνδυνος διακρίσεων στην εκμετάλλευση των πρώτων, αλλά και στην παροχή κινήτρων στις κάθετα ολοκληρωμένες επιχειρήσεις για την πραγματοποίηση των ενδεδειγμένων επενδύσεων στα δίκτυά τους.

47

Όπως προκύπτει από την αιτιολογική σκέψη 11 της οδηγίας 2009/72 και από την αιτιολογική σκέψη 8 της οδηγίας 2009/73, ο διαχωρισμός της ιδιοκτησίας προϋποθέτει ότι ο ιδιοκτήτης του συστήματος ορίζεται ως διαχειριστής του και ότι είναι ανεξάρτητος από τις δομές προμήθειας και παραγωγής (πρβλ. απόφαση της 26ης Οκτωβρίου 2017, Balgarska energiyna borsa, C‑347/16, EU:C:2017:816, σκέψη 46).

48

Εξάλλου, το άρθρο 9, παράγραφος 8, αμφοτέρων των οδηγιών 2009/72 και 2009/73 προβλέπει ότι, εφόσον στις 3 Σεπτεμβρίου 2009 το σύστημα μεταφοράς ανήκει σε κάθετα ολοκληρωμένη επιχείρηση, ένα κράτος μέλος δύναται να αποφασίσει να μην εφαρμόσει την παράγραφο 1 του άρθρου αυτού και ότι, στην περίπτωση αυτή, τα οικεία κράτη μέλη είτε ορίζουν ανεξάρτητο διαχειριστή συστήματος σύμφωνα με το άρθρο 13 της οδηγίας 2009/72 και το άρθρο 14 της οδηγίας 2009/73, αντιστοίχως, είτε συμμορφώνονται προς τις διατάξεις του κεφαλαίου V της οδηγίας 2009/72 και του κεφαλαίου IV της οδηγίας 2009/73, αντιστοίχως.

49

Όσον αφορά τους ανεξάρτητους διαχειριστές συστήματος μεταφοράς, επισημαίνεται ότι το άρθρο 17, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, της οδηγίας 2009/72 απαιτεί ρητώς οι διαχειριστές αυτοί να είναι κύριοι των πάγιων στοιχείων ενεργητικού που είναι απαραίτητα για την άσκηση της δραστηριότητας μεταφοράς ηλεκτρικής ενεργείας, ειδικότερα δε του συστήματος μεταφοράς, και τούτο μάλιστα, μεταξύ άλλων, προς διασφάλιση, όπως προκύπτει από τις αιτιολογικές σκέψεις 16, 17 και 19 της εν λόγω οδηγίας, πλήρους και αποτελεσματικής ανεξαρτησίας των συγκεκριμένων διαχειριστών σε σχέση με τις δραστηριότητες προμήθειας και παραγωγής (απόφαση της 17ης Οκτωβρίου 2019, Elektrorazpredelenie Yug, C‑31/18, EU:C:2019:868, σκέψη 64 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία).

50

Όπως, όμως, ορθώς υποστηρίζει η Επιτροπή, ουδόλως δικαιολογείται η ύπαρξη διαφοροποιήσεως όσον αφορά την έκταση της κυριότητας του συστήματος μεταξύ της παραγράφου 1 και της παραγράφου 8 του άρθρου 9 αμφοτέρων των οδηγιών 2009/72 και 2009/73. Η εν λόγω παράγραφος 1 αφορά την περίπτωση «επιχε[ιρήσεως] που έχει στην ιδιοκτησία της σύστημα μεταφοράς», χωρίς ουδόλως να μνημονεύει την περίπτωση επιχειρήσεως που έχει στην ιδιοκτησία της μέρος τέτοιου συστήματος, στοιχείο το οποίο τείνει να καταδείξει ότι η οικεία επιχείρηση, η οποία δύναται να ορισθεί διαχειριστής συστήματος μεταφοράς, πρέπει να έχει στην ιδιοκτησία της το σύνολο του συστήματος αυτού. Η ερμηνεία αυτή επιρρωννύεται από το άνευ αμφισημίας κείμενο του άρθρου 17, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, αμφοτέρων των εν λόγω οδηγιών, το οποίο παραπέμπει στην περίπτωση που διαλαμβάνεται στο ως άνω άρθρο 9, παράγραφος 8, και επιτάσσει το σύστημα μεταφοράς να ανήκει στην κυριότητα του διαχειριστή του συστήματος μεταφοράς.

51

Από την κατά τα ανωτέρω ανάλυση του γράμματος και του πλαισίου στο οποίο εντάσσεται το άρθρο 9, παράγραφος 1, αμφοτέρων των οδηγιών 2009/72 και 2009/73 προκύπτει ότι ιδιοκτήτης του συστήματος μεταφοράς πρέπει να είναι ο ιδιοκτήτης του συνόλου του συστήματος.

52

Η κρίση αυτή είναι, επίσης, σύμφωνη με τον σκοπό της εν λόγω διατάξεως. Πράγματι, όπως ορθώς επίσης υποστηρίζει η Επιτροπή, ως ιδιοκτήτης του συνόλου του συστήματος, ο διαχειριστής παρακινείται να προβεί στις επενδύσεις και τις τεχνικές τροποποιήσεις που θα του παράσχουν τη δυνατότητα να εκμεταλλευθεί και να αναπτύξει βέλτιστα το σύστημα αυτό.

53

Εν προκειμένω, η βελγική νομοθεσία δεν απαιτεί από τον διαχειριστή του συστήματος μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας ή φυσικού αερίου να είναι ο ιδιοκτήτης του.

54

Συγκεκριμένα, το άρθρο 10, παράγραφος 1, του νόμου περί ηλεκτρικής ενέργειας προβλέπει απλώς ότι οι ιδιοκτήτες του συστήματος που προτείνουν στον ομοσπονδιακό Υπουργό Ενέργειας να ορίσει διαχειριστή κατέχουν από κοινού μέρος του συστήματος μεταφοράς το οποίο καλύπτει τουλάχιστον το 75 % της εθνικής επικράτειας. Το άρθρο 8, παράγραφος 2, δεύτερο εδάφιο, του νόμου περί φυσικού αερίου απαιτεί ο υποψήφιος για τη διαχείριση του συστήματος μεταφοράς να κατέχει από κοινού με άλλα πρόσωπα μέρος του συστήματος το οποίο καλύπτει τουλάχιστον το 75 % της εθνικής επικράτειας.

55

Επισημαίνεται ότι το άρθρο 9 bis του νόμου περί ηλεκτρικής ενέργειας, το οποίο προστέθηκε το 2003 και το οποίο επικαλείται το Βασίλειο του Βελγίου, προβλέπει ότι ο διαχειριστής του συστήματος οφείλει, με εξαίρεση δύο τίτλους, να κατέχει, άμεσα ή έμμεσα, το «σύνολο του κεφαλαίου και των δικαιωμάτων ψήφου» που συνδέονται με τους τίτλους τους οποίους εκδίδει κάθε θυγατρική εταιρία που ασκεί, εν όλω ή εν μέρει, κατόπιν αιτήσεως του διαχειριστή του συστήματος, τη διαχείριση του μνημονευομένου στο άρθρο 8 του νόμου αυτού συστήματος μεταφοράς ή κάθε θυγατρική εταιρία στην οποία ανήκει η υποδομή και ο εξοπλισμός που αποτελεί μέρος του συστήματος μεταφοράς. Μολονότι, όμως, η διάταξη αυτή προβλέπει ότι ο έλεγχος του διαχειριστή επί του συστήματος μπορεί να ασκείται μέσω θυγατρικής που ανήκει σχεδόν κατά 100 % στον εν λόγω διαχειριστή, ουδόλως απαιτεί, αντιθέτως, να κατέχει κάθε διαχειριστής δικτύου μια τέτοια θυγατρική ή, οσάκις υφίσταται τέτοια θυγατρική, να αφορά ο έλεγχος που αυτή ασκεί το σύνολο του οικείου συστήματος μεταφοράς.

56

Εξάλλου, εάν γίνει δεκτό, όπως διατείνεται το Βασίλειο του Βελγίου, ότι το άρθρο 10, παράγραφος 1, του νόμου περί ηλεκτρικής ενέργειας αφορά μόνον τα πρόσωπα που μπορούν να προτείνουν τον διορισμό του διαχειριστή συστήματος μεταφοράς και, ως εκ τούτου, ο τελευταίος δεν οφείλει να πληροί ο ίδιος τις απαιτήσεις της διατάξεως αυτής, τούτο δεν οδηγεί στο συμπέρασμα ότι η βελγική νομοθεσία είναι σύμφωνη με την οδηγία 2009/72, αλλά στο ότι η νομοθεσία αυτή δεν απαιτεί να έχει ο διαχειριστής την κυριότητα του συστήματος, δεδομένου ότι η απαίτηση να ανήκει σε αυτόν «μέρος του συστήματος μεταφοράς» δεν έχει εφαρμογή στην περίπτωσή του. Εάν γίνουν δεκτά τα επιχειρήματα του Βασιλείου του Βελγίου, ένας ή περισσότεροι ιδιοκτήτες μέρους του συστήματος θα μπορούσαν να προτείνουν ως διαχειριστή πρόσωπο το οποίο δεν κατέχει καν μέρος του συστήματος.

57

Το Βασίλειο του Βελγίου επικαλείται, τέλος, τη διασφάλιση της πρακτικής αποτελεσματικότητας των οδηγιών 2009/72 και 2009/73. Τα επιχειρήματά του στηρίζονται κυρίως στο ότι, βάσει των αποφάσεων περί πιστοποιήσεως που έλαβε η CREG, κατ’ εφαρμογήν του κανονισμού 714/2009 και του κανονισμού (ΕΚ) 715/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Ιουλίου 2009, σχετικά με τους όρους πρόσβασης στα δίκτυα μεταφοράς φυσικού αερίου και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) 1775/2005 (ΕΕ 2009, L 211, σ. 36), οι Elia System Operator και Fluxys Belgium, διαχειριστές των συστημάτων μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου, αντιστοίχως, είναι ιδιοκτήτες συστήματος, κατά την έννοια των οδηγιών 2009/72 και 2009/73. Ανεξαρτήτως, όμως, της δεσμευτικής ισχύος των αποφάσεων της CREG, κατά πάγια νομολογία, η σύμφωνη με το δίκαιο της Ένωσης εκτέλεση των διατάξεων οδηγίας εκ μέρους των διοικητικών αρχών κράτους μέλους δεν δύναται, αφ’ εαυτής, να έχει την απαιτούμενη σαφήνεια και ακρίβεια προκειμένου να πληρούται η απαίτηση περί ασφάλειας δικαίου, ενώ δεν μπορεί να γίνει δεκτό ότι απλώς διοικητικές πρακτικές, οι οποίες είναι ως εκ της φύσεώς τους τροποποιήσιμες κατά τη βούληση της διοικήσεως, συνιστούν εκτέλεση των υποχρεώσεων που υπέχουν τα κράτη μέλη στο πλαίσιο της μεταφοράς οδηγίας στην εθνική έννομη τάξη (απόφαση της 15ης Μαρτίου 2012, Επιτροπή κατά Πολωνίας, C‑46/11, μη δημοσιευθείσα, EU:C:2012:146, σκέψη 28 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία).

58

Επιπλέον, το γεγονός ότι η Επιτροπή, με τις γνώμες που εξέδωσε για τη διαδικασία πιστοποιήσεως των εν λόγω διαχειριστών συστήματος, δεν αντιτάχθηκε στην πιστοποίησή τους δεν μπορεί να προδικάσει την προσήκουσα μεταφορά των οδηγιών 2009/72 και 2009/73 στη βελγική έννομη τάξη, δεδομένου ότι με τις γνώμες αυτές η Επιτροπή δεν έχει ως σκοπό να αποφανθεί επί της εν λόγω μεταφοράς.

59

Κατά συνέπεια, διαπιστώνεται ότι το Βασίλειο του Βελγίου, παραλείποντας να μεταφέρει προσηκόντως στην εσωτερική έννομη τάξη το άρθρο 9, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, αμφοτέρων των προμνημονευθεισών οδηγιών, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από τις οδηγίες αυτές.

Επί της δεύτερης αιτιάσεως, με την οποία προβάλλεται παράβαση πλειόνων διατάξεων του άρθρου 37 της οδηγίας 2009/72 και του άρθρου 41 της οδηγίας 2009/73

60

Όσον αφορά τη δεύτερη αιτίαση, η οποία αποτελείται, στο δικόγραφο της προσφυγής, από τρία σκέλη, η Επιτροπή επισήμανε με το υπόμνημα απαντήσεως ότι παραιτείται από το τρίτο σκέλος, με το οποίο προβάλλεται παράβαση του άρθρου 37, παράγραφος 10, της οδηγίας 2009/72 και του άρθρου 41, παράγραφος 10, της οδηγίας 2009/73.

Επί του πρώτου σκέλους της δεύτερης αιτιάσεως, με το οποίο προβάλλεται παράβαση του άρθρου 37, παράγραφος 4, στοιχεία αʹ και βʹ, της οδηγίας 2009/72 και του άρθρου 41, παράγραφος 4, στοιχεία αʹ και βʹ, της οδηγίας 2009/73

– Επιχειρήματα των διαδίκων

61

Η Επιτροπή υποστηρίζει ότι το άρθρο 37, παράγραφος 4, στοιχεία αʹ και βʹ, της οδηγίας 2009/72 και το άρθρο 41, παράγραφος 4, στοιχεία αʹ και βʹ, της οδηγίας 2009/73 δεν μεταφέρθηκαν προσηκόντως στη βελγική έννομη τάξη. Πλείονες διατάξεις του νόμου περί ηλεκτρικής ενέργειας και του νόμου περί φυσικού αερίου δεν παρέχουν στη ρυθμιστική αρχή, εν προκειμένω την CREG, τη δυνατότητα να λαμβάνει δεσμευτικές αποφάσεις όσον αφορά τη διαφάνεια και τον ελεύθερο ανταγωνισμό στην αγορά, να επιβάλλει αναλογικά και αναγκαία μέτρα για την προώθηση αποτελεσματικού ανταγωνισμού και να διασφαλίζει την εύρυθμη λειτουργία της αγοράς έναντι των επιχειρήσεων ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου.

62

Δεδομένου ότι η ρυθμιστική αρχή πρέπει να έχει, δυνάμει των ως άνω διατάξεων των οδηγιών 2009/72 και 2009/73, την εξουσία να επιβάλλει μέτρα προκειμένου να κατισχύσει ο αποτελεσματικός ανταγωνισμός, πρέπει να απορριφθούν τα επιχειρήματα του Βασιλείου του Βελγίου περί του ότι, κατά το βελγικό δίκαιο, μόνον ο Βασιλεύς, ως πολιτική αρχή, μπορεί να παράσχει στην CREG τη δυνατότητα, κατόπιν προτάσεως της τελευταίας, να λαμβάνει δεσμευτικές αποφάσεις ή να διαβιβάζει σε άλλες αρχές τις πληροφορίες που συνέλεξε προκειμένου οι αρχές αυτές να λαμβάνουν, ενδεχομένως, δεσμευτικά μέτρα. Το ίδιο ισχύει και για τα επιχειρήματα περί προβαλλόμενης αποκλειστικής αρμοδιότητας των αρχών ανταγωνισμού.

63

Όσον αφορά τα επιχειρήματα του Βασιλείου του Βελγίου ότι με το άρθρο 31 του νόμου περί ηλεκτρικής ενέργειας και το άρθρο 20/2 του νόμου περί φυσικού αερίου ανατίθεται στην CREG η γενική αρμοδιότητα να λαμβάνει δεσμευτικές αποφάσεις έναντι φυσικών ή νομικών προσώπων, η Επιτροπή υποστηρίζει ότι οι διατάξεις αυτές παρέχουν απλώς τη δυνατότητα να υποχρεώνονται τα εν λόγω πρόσωπα σε συμμόρφωση προς υποχρεώσεις που ήδη υπέχουν, ενώ το άρθρο 37, παράγραφος 4, στοιχεία αʹ και βʹ, της οδηγίας 2009/72 και το άρθρο 41, παράγραφος 4, στοιχεία αʹ και βʹ, της οδηγίας 2009/73 έχουν ως σκοπό να ανατίθεται στη ρυθμιστική αρχή αυτοτελής εξουσία λήψεως αποφάσεων.

64

Το Βασίλειο του Βελγίου υποστηρίζει ότι οι εθνικές διατάξεις κατά των οποίων βάλλει η Επιτροπή αφορούν αποκλειστικώς το δίκαιο του ανταγωνισμού και μεταφέρουν στην εθνική έννομη τάξη το άρθρο 37, παράγραφος 1, στοιχείο ιʹ, «τελευταίο μέρος», και παράγραφος 13, της οδηγίας 2009/72 και το άρθρο 41, παράγραφος 1, στοιχείο ιʹ, «τελευταίο μέρος», και παράγραφος 13, της οδηγίας 2009/73. Στον τομέα αυτό, οι αρχές ανταγωνισμού είναι, κατά το καθού, αποκλειστικώς αρμόδιες, όπως προκύπτει, μεταξύ άλλων, από τις αιτιολογικές σκέψεις 37 και 61 της οδηγίας 2009/72.

65

Οι εθνικές διατάξεις κατά των οποίων βάλλει η Επιτροπή επιβεβαιώνουν, κατά το καθού, την κατανομή των αρμοδιοτήτων μεταξύ των αρχών ανταγωνισμού και μιας τομεακής αρχής, όπως η CREG, η οποία έχει την αρμοδιότητα να συλλέγει πληροφορίες και να τις διαβιβάζει στις αρχές ανταγωνισμού, που μπορούν, βάσει των πληροφοριών αυτών, να λαμβάνουν μέτρα ή αποφάσεις. Η CREG ενεργεί στο πλαίσιο τακτικής συνεργασίας με τη Βελγική Αρχή Ανταγωνισμού.

66

Επιπλέον, οι αρμοδιότητες που απαριθμούνται στην παράγραφο 4 του άρθρου 37 της οδηγίας 2009/72 και στην παράγραφο 4 του άρθρου 41 της οδηγίας 2009/73 δεν μπορούν, κατά το Βασίλειο του Βελγίου, να καλύπτουν όλα τα καθήκοντα που ανατίθενται στη ρυθμιστική αρχή βάσει της παραγράφου 1 αμφοτέρων των άρθρων, με κίνδυνο να δημιουργηθούν συγκρούσεις αρμοδιοτήτων μεταξύ της αρχής ανταγωνισμού και της CREG, στον τομέα του δικαίου του ανταγωνισμού. Οι εν λόγω παράγραφοι 4 μνημονεύουν μόνον τον πραγματικό ανταγωνισμό και την αποδοτική λειτουργία της αγοράς και όχι τις έννοιες της διαφάνειας και του ελεύθερου ανταγωνισμού στην αγορά. Κατά τα λοιπά, η CREG έχει ήδη τις αρμοδιότητες που απαριθμούνται στις εν λόγω παραγράφους 4, βάσει του άρθρου 23, παράγραφος 2, του νόμου περί ηλεκτρικής ενέργειας, του άρθρου 7, παράγραφος 1 bis, και του άρθρου 29 bis, σημείο 7°, του νόμου περί ηλεκτρικής ενέργειας, καθώς και του άρθρου 15/14, παράγραφος 2, σημείο 8° bis, του νόμου περί φυσικού αερίου.

67

Εξάλλου, κατ’ εφαρμογήν των ίδιων παραγράφων 4, η ρυθμιστική αρχή πρέπει να διαθέτει μόνον τις αναγκαίες εξουσίες για την εκπλήρωση των καθηκόντων που προβλέπονται στις παραγράφους 1, 3 και 6 των εν λόγω άρθρων 37 και 41, όπως συμβαίνει στην περίπτωση του βελγικού δικαίου βάσει του άρθρου 36, σημείο 2°, του Loi du 8 janvier 2012, portant modifications de la loi du 29 avril 1999 relative à l’organisation du marché de l’électricité et de la loi du 12 avril 1965 relative au transport de produits gazeux et autres par canalisations (νόμου της 8ης Ιανουαρίου 2012, περί τροποποιήσεως του νόμου της 29ης Απριλίου 1999 για την οργάνωση της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας και του νόμου της 12ης Απριλίου 1965, περί μεταφοράς αερίων και λοιπών προϊόντων μέσω αγωγών) (Moniteur belge της 11ης Ιανουαρίου 2012, σ. 909), καθώς και του άρθρου 23, παράγραφος 1, δεύτερο εδάφιο, του νόμου περί ηλεκτρικής ενέργειας, με το οποίο μεταφέρθηκε στην εσωτερική έννομη τάξη το άρθρο 37, παράγραφοι 1, 4, 6 και 9, της οδηγίας 2009/72, σχετικά με τις αρμοδιότητες των ρυθμιστικών αρχών.

68

Το Βασίλειο του Βελγίου υποστηρίζει ότι το άρθρο 37, παράγραφος 1, στοιχείο θʹ, της οδηγίας 2009/72 και το άρθρο 41, παράγραφος 1, στοιχείο θʹ, της οδηγίας 2009/73 προβλέπουν απλώς καθήκοντα σχετικά με τη μέριμνα για την τήρηση των υποχρεώσεων διαφάνειας εκ μέρους των επιχειρήσεων ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου. Η ρυθμιστική αρχή μπορεί, κατά το Βασίλειο του Βελγίου, να επιβάλει κύρωση μόνο σε περίπτωση μη τηρήσεως υποχρεώσεως διαφάνειας. Κρίσιμα είναι εν προκειμένω, κατά το καθού, μόνον το «τελευταίο μέρος» του άρθρου 37, παράγραφος 1, στοιχείο ιʹ, της οδηγίας 2009/72 και το αντίστοιχο του άρθρου 41, παράγραφος 1, στοιχείο ιʹ, της οδηγίας 2009/73, τα οποία προβλέπουν την παρακολούθηση των τιμών που χρεώνονται στους οικιακούς καταναλωτές, συμπεριλαμβανομένων των συστημάτων προπληρωμής, των ποσοστών αλλαγής παρόχου, των ποσοστών διακοπής της παροχής, των τελών για την παροχή υπηρεσιών συντηρήσεως και των καταγγελιών των οικιακών καταναλωτών.

69

Εν πάση περιπτώσει, κατά το καθού, το άρθρο 31 του νόμου περί ηλεκτρικής ενέργειας και το άρθρο 20/2 του νόμου περί φυσικού αερίου προβλέπουν γενικώς αρμοδιότητα λήψεως αποφάσεων έναντι των επιχειρήσεων, οι δε ρυθμιστικές αρχές αποτελούν διοικητικές αρχές με αρμοδιότητα εκδόσεως διοικητικών πράξεων οι οποίες έχουν χαρακτήρα αποφάσεως. Η CREG δύναται να εποπτεύει τον βαθμό διαφάνειας που επιδεικνύεται εκ μέρους των επιχειρήσεων, καθώς και το επίπεδο και την αποτελεσματικότητα που επιτυγχάνονται ως προς το άνοιγμα της αγοράς και του ανταγωνισμού στις αγορές χονδρικής και λιανικής. Διαθέτει εξουσίες για την έκδοση διαταγών, εξουσίες επιτόπιου ελέγχου βάσει στοιχείων, εξουσίες διερευνήσεως, οι οποίες προβλέπονται στο άρθρο 30 bis, παράγραφος 3, και στο άρθρο 31/1 του νόμου περί ηλεκτρικής ενέργειας, καθώς και στο άρθρο 18, παράγραφος 3, και το άρθρο 15/16 του νόμου περί φυσικού αερίου, όπως επίσης και εξουσίες λήψεως και επιβολής μέτρων για την προώθηση του ανταγωνισμού βάσει του άρθρου 31 του νόμου περί ηλεκτρικής ενέργειας και του άρθρου 20/2 του νόμου περί φυσικού αερίου. Κατά το Βασίλειο του Βελγίου, η CREG δύναται να επιβάλλει διοικητικά πρόστιμα και εγγυάται την τήρηση του κανονισμού 1227/2011.

– Εκτίμηση του Δικαστηρίου

70

Βάσει του άρθρου 37, παράγραφος 1, της οδηγίας 2009/72 και του άρθρου 41, παράγραφος 1, της οδηγίας 2009/73, ανατίθενται στη ρυθμιστική αρχή ποικίλα καθήκοντα, μεταξύ των οποίων, στα στοιχεία θʹ και ιʹ των εν λόγω παραγράφων 1, καθήκοντα εποπτείας του βαθμού διαφάνειας, περιλαμβανομένων των τιμών χονδρικής, μέριμνας για την τήρηση των υποχρεώσεων διαφάνειας από τις επιχειρήσεις ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου, εποπτείας του επιπέδου και της αποτελεσματικότητας που επιτυγχάνονται όσον αφορά το άνοιγμα των αγορών και του ανταγωνισμού ως προς τις αγορές χονδρικής και λιανικής, τις τιμές που χρεώνονται στους οικιακούς καταναλωτές και τις καταγγελίες των καταναλωτών αυτών, ιδίως όσον αφορά ενδεχόμενες στρεβλώσεις ή περιορισμούς του ανταγωνισμού, προβλεπομένης επιπλέον δυνατότητας κοινοποιήσεως όλων των συναφών πληροφοριών και παραπομπής των υποθέσεων που δικαιολογούν κάτι τέτοιο ενώπιον των αρμοδίων αρχών ανταγωνισμού.

71

Το άρθρο 37, παράγραφος 4, στοιχεία αʹ και βʹ, της οδηγίας 2009/72 και το άρθρο 41, παράγραφος 4, στοιχεία αʹ και βʹ, της οδηγίας 2009/73 προβλέπουν ότι τα κράτη μέλη μεριμνούν προκειμένου να ανατίθενται στις ρυθμιστικές αρχές οι αρμοδιότητες που τους παρέχουν τη δυνατότητα να εκτελούν ταχέως και αποτελεσματικά τα καθήκοντα που μνημονεύονται στις παραγράφους 1, 3 και 6 των άρθρων αυτών και ότι, για τον σκοπό αυτό, οι ρυθμιστικές αρχές διαθέτουν τουλάχιστον την αρμοδιότητα να λαμβάνουν αποφάσεις δεσμευτικές για τις επιχειρήσεις ηλεκτρικής ενεργείας ή φυσικού αερίου, να διενεργούν έρευνες και να αποφασίζουν και να επιβάλλουν τα αναγκαία και αναλογικά μέτρα για την προώθηση του αποτελεσματικού ανταγωνισμού και τη διασφάλιση της εύρυθμης λειτουργίας της αγοράς. Εφόσον απαιτείται, η ρυθμιστική αρχή δύναται επίσης να συνεργάζεται με την εθνική αρχή ανταγωνισμού όσον αφορά τη διεξαγωγή έρευνας σχετικής με το δίκαιο περί ανταγωνισμού.

72

Επομένως, αντιθέτως προς όσα υποστηρίζει το Βασίλειο του Βελγίου, η εξουσία λήψεως μέτρων για την προώθηση αποτελεσματικού ανταγωνισμού στις αγορές ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου δεν πρέπει να ανήκει αποκλειστικώς στις εθνικές αρχές ανταγωνισμού. Κατά την αιτιολογική σκέψη 37 της οδηγίας 2009/72 και την αιτιολογική σκέψη 33 της οδηγίας 2009/73, η ρυθμιστική αρχή πρέπει να έχει εξουσία να αποφασίζει, ανεξαρτήτως της εφαρμογής των κανόνων περί ανταγωνισμού, τη λήψη κατάλληλων μέτρων ώστε να διασφαλίζονται οφέλη υπέρ των καταναλωτών διά της προωθήσεως του αποτελεσματικού ανταγωνισμού που είναι αναγκαίος για την εύρυθμη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου. Όπως συνάγεται από τη χρήση του όρου «επιβάλλει» στο άρθρο 37, παράγραφος 4, στοιχείο βʹ, της οδηγίας 2009/72 και στο άρθρο 41, παράγραφος 4, στοιχείο βʹ, της οδηγίας 2009/73, η εξουσία αυτή πρέπει να καθιστά δυνατή τη λήψη δεσμευτικών μέτρων.

73

Επομένως, από τις διατάξεις των οδηγιών 2009/72 και 2009/73 προκύπτει ότι τα κράτη μέλη πρέπει να αναθέτουν στις ρυθμιστικές αρχές την εξουσία να θεσπίζουν δεσμευτικά μέτρα, προκειμένου, μεταξύ άλλων, να προάγουν τον αποτελεσματικό ανταγωνισμό στις αγορές ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου. Μολονότι οι ρυθμιστικές αρχές πρέπει να μπορούν να συνεργάζονται με τις εθνικές αρχές ανταγωνισμού, κοινοποιώντας τους ιδίως όλες τις χρήσιμες πληροφορίες και παραπέμποντας σε αυτές τις υποθέσεις που το δικαιολογούν, εντούτοις πρέπει να μπορούν να ασκούν τις αρμοδιότητές τους και τις εξουσίες τους ανεξάρτητα από εκείνες που ασκούν οι εν λόγω αρχές ανταγωνισμού.

74

Το πρώτο σκέλος της δεύτερης αιτιάσεως της Επιτροπής πρέπει να εξεταστεί στο ανωτέρω πλαίσιο. Συναφώς, επισημαίνεται ότι τα άρθρα 23 bis και 23 ter και το άρθρο 26, παράγραφος 1 bis, του νόμου περί ηλεκτρικής ενέργειας, καθώς και τα άρθρα 15/14 bis, 15/14 ter και 15/16 του νόμου περί φυσικού αερίου, κατά των οποίων βάλλει η Επιτροπή στο πλαίσιο του πρώτου αυτού σκέλους, εμπίπτουν πράγματι στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 37, παράγραφος 1, στοιχεία θʹ και ιʹ, της οδηγίας 2009/72 και του άρθρου 41 παράγραφος 1, στοιχεία θʹ και ιʹ, της οδηγίας 2009/73, δεδομένου ότι οι εθνικές αυτές διατάξεις έχουν ως σκοπό, όπως και οι προμνημονευθείσες διατάξεις του δικαίου της Ένωσης, την ανάθεση στην CREG της αποστολής να εποπτεύει και να ελέγχει τις αντίθετες προς τους κανόνες του ανταγωνισμού πρακτικές και συμπεριφορές, καθώς και τις τιμές που επιβάλλουν οι επιχειρήσεις ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου.

75

Όπως ορθώς, όμως, υποστηρίζει η Επιτροπή, οι εν λόγω εθνικές διατάξεις δεν παρέχουν στη ρυθμιστική αρχή τη δυνατότητα να λαμβάνει δεσμευτικές αποφάσεις όσον αφορά τη διαφάνεια και τον ελεύθερο ανταγωνισμό στην αγορά και, κατά συνέπεια, να επιβάλλει τα αναλογικού χαρακτήρα αναγκαία μέτρα για την προώθηση του αποτελεσματικού ανταγωνισμού και για τη διασφάλιση της εύρυθμης λειτουργίας της αγοράς έναντι των επιχειρήσεων ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου.

76

Πράγματι, μολονότι οι εξουσίες που απορρέουν από τα άρθρα 23 bis και 23 ter, καθώς και από το άρθρο 30 bis, παράγραφος 3, του νόμου περί ηλεκτρικής ενέργειας, και από τα άρθρα 15/14 bis, 15/14 ter, 15/16, καθώς και από το άρθρο 18, παράγραφος 3, του νόμου περί φυσικού αερίου, ενδέχεται να παρέχουν στην CREG τη δυνατότητα να ελέγχει και να εποπτεύει τις αντίθετες προς τον ανταγωνισμό συμπεριφορές ή τις αθέμιτες εμπορικές πρακτικές των επιχειρήσεων που παρέχουν ηλεκτρική ενέργεια ή φυσικό αέριο, οι οποίες έχουν ή ενδέχεται να έχουν ως αποτέλεσμα επιπτώσεις στην αγορά ηλεκτρικής ενέργειας ή φυσικού αερίου, καθώς και να ελέγχει και να εποπτεύει τις τιμές τις οποίες προτείνουν οι επιχειρήσεις αυτές και οι οποίες πρέπει να δικαιολογούνται αντικειμενικώς σε σχέση με τις δαπάνες των συγκεκριμένων επιχειρήσεων, εντούτοις επισημαίνεται ότι, κατά τα άρθρα 23 bis και 23 ter του νόμου περί ηλεκτρικής ενέργειας, καθώς και κατά τα άρθρα 15/14 bis και 15/14 ter του νόμου περί φυσικού αερίου, οι διαπιστώσεις στις οποίες προβαίνει η CREG κατά την άσκηση των καθηκόντων της εποπτείας και ελέγχου τής παρέχουν, καταρχήν, μόνον τη δυνατότητα να καταρτίζει εκθέσεις προς τον ομοσπονδιακό Υπουργό Ενέργειας, να συντάσσει γνωμοδοτήσεις και να υποβάλλει συστάσεις, καθώς και να καταγγέλλει τις προβαλλόμενες παραβάσεις στη Βελγική Αρχή Ανταγωνισμού. Βεβαίως, οι διατάξεις αυτές προβλέπουν επίσης, όσον αφορά τις αθέμιτες εμπορικές πρακτικές, καθώς και τις τιμές και/ή τους όρους που ενέχουν διακρίσεις, ότι ο Βασιλεύς δύναται, με διάταγμα που εκδίδει κατόπιν διαβουλεύσεως στο πλαίσιο του Υπουργικού Συμβουλίου και κατόπιν προτάσεως της CREG, να διευκρινίζει τα μέτρα που επιτρέπεται να λαμβάνει η CREG, στοιχείο που φαίνεται να περιλαμβάνει και δεσμευτικά μέτρα. Εντούτοις, τα μέτρα αυτά τα οποία μπορεί να επιτραπεί στην CREG να λάβει περιορίζονται σε «επείγοντα μέτρα». Εν πάση περιπτώσει, το Βασίλειο του Βελγίου δεν επικαλέσθηκε καμία απόφαση καθορίζουσα δεσμευτικά μέτρα των οποίων θα επιτρεπόταν η λήψη εκ μέρους της CREG.

77

Όσον αφορά το άρθρο 26, παράγραφος 1 bis, του νόμου περί ηλεκτρικής ενέργειας και το άρθρο 15/16 του νόμου περί φυσικού αερίου, επισημαίνεται ότι οι εν λόγω διατάξεις απλώς αναθέτουν στην CREG εξουσίες συλλογής πληροφοριών δυνάμενων να χρησιμοποιηθούν μόνο για την υποβολή εκθέσεων, γνωμοδοτήσεων και συστάσεων και, ενδεχομένως, τη λήψη επειγόντων μέτρων, όπως διαλαμβάνεται στα άρθρα 23 bis και 23 ter του νόμου περί ηλεκτρικής ενέργειας και στα άρθρα 15/14 bis και 15/14 ter του νόμου περί φυσικού αερίου. Επομένως, οι εξουσίες αυτές δεν δύνανται να καλύψουν τα κενά εξουσιών της CREG που απορρέουν από τα άρθρα 23 bis και 23 ter του νόμου περί ηλεκτρικής ενέργειας, καθώς και από τα άρθρα 15/14 bis και 15/14 ter του νόμου περί φυσικού αερίου.

78

Ομοίως, βάσει του άρθρου 31/1 του νόμου περί ηλεκτρικής ενέργειας, το οποίο επικαλείται το Βασίλειο του Βελγίου, επιτρέπεται απλώς στο προσωπικό της CREG, κατόπιν προηγούμενης αδείας ανακριτή, να διατάσσει με αιτιολογημένη απόφαση, εκτός αν πρόκειται για αντικείμενα ευρισκόμενα σε ιδιωτική κατοικία, την κατάσχεση περιουσιακών στοιχείων του προσώπου που αποτελεί το αντικείμενο έρευνας εκ μέρους της CREG, τα οποία είτε αποτελούν το αντικείμενο της υπό διερεύνηση παραβάσεως, είτε προορίζονταν ή χρησιμοποιήθηκαν για τη διάπραξη της επίμαχης παραβάσεως, είτε συνιστούν περιουσιακό όφελος αντλούμενο απευθείας από την παράβαση ή το αντίστοιχο αυτού.

79

Τέλος, επισημαίνεται επίσης ότι ούτε βάσει των διατάξεων του άρθρου 31 του νόμου περί ηλεκτρικής ενέργειας και του άρθρου 20/2 του νόμου περί φυσικού αερίου μπορεί να γίνει δεκτό ότι η CREG διαθέτει τις εξουσίες που διαλαμβάνονται στο άρθρο 37, παράγραφος 4, στοιχείο βʹ, της οδηγίας 2009/72 και στο άρθρο 41, παράγραφος 4, στοιχείο βʹ, της οδηγίας 2009/73. Πράγματι, όπως ορθώς υποστηρίζει η Επιτροπή, τα άρθρα αυτά του νόμου περί ηλεκτρικής ενέργειας και του νόμου περί φυσικού αερίου δεν παρέχουν στην CREG τη δυνατότητα να διατάξει τα εμπλεκόμενα πρόσωπα να συμμορφωθούν προς τις υποχρεώσεις οι οποίες τους έχουν ήδη επιβληθεί με ακρίβεια βάσει των διατάξεων των συγκεκριμένων νόμων. Τα εν λόγω άρθρα δεν παρέχουν στην αρχή αυτή ευρύτερη εξουσία να λαμβάνει δεσμευτικές αποφάσεις και να επιβάλλει αυτοτελώς τα μέτρα που κρίνει αναγκαία, ιδίως για την προαγωγή του αποτελεσματικού ανταγωνισμού και τη διασφάλιση της εύρυθμης λειτουργίας της αγοράς.

80

Όσον αφορά την ερμηνεία των ίδιων άρθρων την οποία υποστηρίζει το Βασίλειο του Βελγίου, καθόσον αυτά παρέχουν στην CREG τη δυνατότητα να λαμβάνει δεσμευτικές αποφάσεις και να επιβάλλει τα μέτρα που επιτάσσουν το άρθρο 37, παράγραφος 4, στοιχεία αʹ και βʹ, της οδηγίας 2009/72 και το άρθρο 41, παράγραφος 4, στοιχεία αʹ και βʹ, της οδηγίας 2009/73, επισημαίνεται ότι μια τέτοια ερμηνεία θα ήταν αντίθετη προς τα άρθρα 23 bis και 23 ter του νόμου περί ηλεκτρικής ενέργειας, καθώς και προς τα άρθρα 15/14 bis και 15/14 ter του νόμου περί φυσικού αερίου, τα οποία, πέραν της δυνατότητας της CREG να λαμβάνει έκτακτα μέτρα που πρέπει προηγουμένως να έχουν διευκρινισθεί με βασιλικό διάταγμα, προβλέπουν μόνον τη δυνατότητα της αρχής αυτής να συντάσσει εκθέσεις και να διατυπώνει γνωμοδοτήσεις και συστάσεις, καθώς και να καταγγέλλει τις προβαλλόμενες παραβάσεις στη Βελγική Αρχή Ανταγωνισμού. Το άρθρο 31, όμως, του νόμου περί ηλεκτρικής ενέργειας και το άρθρο 20/2 του νόμου περί φυσικού αερίου πρέπει να ερμηνεύονται, όπως προβλέπουν ρητώς, «με την επιφύλαξη των λοιπών μέτρων που προβλέπ[ουν]» οι νόμοι αυτοί.

81

Υπό τις συνθήκες αυτές, ακόμη και αν το Δικαστήριο δεχθεί ότι η προκρινόμενη από το Βασίλειο του Βελγίου ερμηνεία του άρθρου 31 του νόμου περί ηλεκτρικής ενέργειας και του άρθρου 20/2 του νόμου περί φυσικού αερίου είναι δυνατή, δεν μπορεί να γίνει δεκτό ότι οι εν λόγω διατάξεις του εθνικού δικαίου θέτουν σε εφαρμογή με ακρίβεια και σαφήνεια τις διατάξεις του άρθρου 37, παράγραφος 4, στοιχεία αʹ και βʹ, της οδηγίας 2009/72 και του άρθρου 41, παράγραφος 4, στοιχεία αʹ και βʹ, της οδηγίας 2009/73.

82

Κατά πάγια νομολογία του Δικαστηρίου, οι διατάξεις μιας οδηγίας πρέπει να τίθενται σε εφαρμογή κατά τρόπο αναμφισβήτητα δεσμευτικό, με την εξειδίκευση, την ακρίβεια και τη σαφήνεια που απαιτούνται προκειμένου να πληρούται η απαίτηση περί ασφάλειας δικαίου η οποία επιτάσσει, στην περίπτωση κατά την οποία οδηγία έχει ως σκοπό την παροχή δικαιωμάτων στους ιδιώτες, να έχουν οι δικαιούχοι τη δυνατότητα να λαμβάνουν πλήρως γνώση των δικαιωμάτων τους (αποφάσεις της 8ης Ιουλίου 1999, Επιτροπή κατά Γαλλίας, C‑354/98, EU:C:1999:386, σκέψη 11, της 14ης Μαρτίου 2006, Επιτροπή κατά Γαλλίας, C‑177/04, EU:C:2006:173, σκέψη 48, και της 4ης Οκτωβρίου 2018, Επιτροπή κατά Ισπανίας, C‑599/17, μη δημοσιευθείσα, EU:C:2018:813, σκέψη 19 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία).

83

Κατά συνέπεια, διαπιστώνεται ότι το Βασίλειο του Βελγίου, παραλείποντας να μεταφέρει προσηκόντως στην εσωτερική έννομη τάξη το άρθρο 37, παράγραφος 4, στοιχεία αʹ και βʹ, της οδηγίας 2009/72 και το άρθρο 41, παράγραφος 4, στοιχεία αʹ και βʹ, της οδηγίας 2009/73, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από τις οδηγίες 2009/72 και 2009/73.

Επί του δευτέρου σκέλους της δεύτερης αιτιάσεως, με το οποίο προβάλλεται παράβαση του άρθρου 37, παράγραφος 6, στοιχεία αʹ έως γʹ, και παράγραφος 9, της οδηγίας 2009/72 και του άρθρου 41, παράγραφος 6, στοιχεία αʹ έως γʹ, και παράγραφος 9, της οδηγίας 2009/73

– Επιχειρήματα των διαδίκων

84

Η Επιτροπή υποστηρίζει ότι το άρθρο 37, παράγραφος 6, στοιχεία αʹ έως γʹ, και παράγραφος 9, της οδηγίας 2009/72 και το άρθρο 41, παράγραφος 6, στοιχεία αʹ έως γʹ, και παράγραφος 9, της οδηγίας 2009/73 δεν μεταφέρθηκαν προσηκόντως στη βελγική έννομη τάξη. Κατά την προσφεύγουσα, πλείονες διατάξεις του συγκεκριμένου εθνικού δικαίου δεν παρέχουν στη ρυθμιστική αρχή, εν προκειμένω στην CREG, την αποκλειστική εξουσία να καθορίζει ή να εγκρίνει τις μεθόδους για τον υπολογισμό ή τον καθορισμό των προϋποθέσεων συνδέσεως και προσβάσεως στα εθνικά δίκτυα, καθώς και τις προϋποθέσεις για την παροχή υπηρεσιών εξισορροπήσεως ή προσαρμογής.

85

Κατά την Επιτροπή, ζητήματα που θα έπρεπε να εμπίπτουν στην αποκλειστική αρμοδιότητα της ρυθμιστικής αρχής περιλαμβάνονται στον «τεχνικό κανονισμό», κατά την έννοια του άρθρου 11 του νόμου περί ηλεκτρικής ενέργειας, και στον «κώδικα χρηστής συμπεριφοράς», κατά την έννοια του άρθρου 15/5 undecies του νόμου περί φυσικού αερίου, που πρέπει να θεσπίζονται από τον Βασιλέα. Η αρμοδιότητα της CREG περιορίζεται αποκλειστικώς στον έλεγχο της εφαρμογής αυτού του τεχνικού κανονισμού και του εν λόγω κώδικα χρηστής συμπεριφοράς. Ομοίως, η CREG είναι επιφορτισμένη με την έγκριση εγγράφων τα οποία πρέπει να καταρτίζονται βάσει των προϋποθέσεων προσβάσεως που καθορίζονται με βασιλικό διάταγμα.

86

Η Επιτροπή υποστηρίζει ότι ο εν λόγω τεχνικός κανονισμός και ο εν λόγω κώδικας χρηστής συμπεριφοράς πρέπει να είναι σύμφωνοι με τις διατάξεις της «[τ]ρίτης [δ]έσμης μέτρων για την ενέργεια», περιλαμβανομένων των σχετικών με τις αρμοδιότητες και την ανεξαρτησία της ρυθμιστικής αρχής. Η αρχή αυτή πρέπει, κατά την προσφεύγουσα, να είναι αρμόδια για τη θέσπιση των διατάξεων που περιλαμβάνονται στον εν λόγω τεχνικό κανονισμό και τον εν λόγω κώδικα χρηστής συμπεριφοράς.

87

Τέλος, απαντώντας σε ερώτηση του Δικαστηρίου, η Επιτροπή δήλωσε ότι παραιτείται από τα επιχειρήματά της σχετικά με το άρθρο 18, παράγραφος 1, σημείο 2°, του νόμου περί ηλεκτρικής ενέργειας.

88

Το Βασίλειο του Βελγίου υποστηρίζει ότι μετέφερε στην εσωτερική έννομη τάξη το άρθρο 37, παράγραφοι 6 και 9, της οδηγίας 2009/72 με διάφορες διατάξεις του Arrêté royal du 22 avril 2019, établissant un règlement technique pour la gestion du réseau de transport de l’électricité et l’accès á celui-ci (νόμου περί ηλεκτρικής ενέργειας και του βασιλικού διατάγματος της 22ας Απριλίου 2019, περί θεσπίσεως τεχνικού κανονισμού για τη διαχείριση του συστήματος μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας και την πρόσβαση σε αυτό) (Moniteur belge της 29ης Απριλίου 2019, σ. 41040) (στο εξής: τεχνικός κανονισμός), καθώς και μέσω των αρμοδιοτήτων εγκρίσεως οι οποίες ανατέθηκαν στην CREG και οι οποίες διαλαμβάνονται στα μέρη 4, 5 και 6 του τίτλου 4 του εν λόγω τεχνικού κανονισμού. Εξάλλου, θεωρεί ότι μετέφερε στην εσωτερική έννομη τάξη το άρθρο 41, παράγραφοι 6 και 9, της οδηγίας 2009/73 με διάφορες διατάξεις του νόμου περί φυσικού αερίου καθώς και με το Arrêté royal du 23 décembre 2010, relatif au code de bonne conduite en matière d’accès aux réseaux de transport de gaz naturel, à l’installation de stockage de gaz naturel et à l’installation de GNL et portant modification de l’arrêté royal du 12 juin 2001 relatif aux conditions générales de fourniture de gaz naturel et aux conditions d’octroi des autorisations de fourniture de gaz naturel (βασιλικό διάταγμα της 23ης Δεκεμβρίου 2010, περί κώδικα χρηστής συμπεριφοράς όσον αφορά την πρόσβαση στα δίκτυα μεταφοράς φυσικού αερίου, στις εγκαταστάσεις αποθηκεύσεως φυσικού αερίου και στην εγκατάσταση ΥΦΑ και περί τροποποιήσεως του βασιλικού διατάγματος της 12ης Ιουνίου 2001 περί γενικών όρων προμήθειας φυσικού αερίου και περί προϋποθέσεων χορηγήσεως αδειών για την προμήθεια φυσικού αερίου) (Moniteur belge της 5ης Ιανουαρίου 2011, σ. 181) (στο εξής: κώδικας χρηστής συμπεριφοράς).

89

Όσον αφορά, πρώτον, τις διατάξεις των νόμων περί ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου, αφενός, το Βασίλειο του Βελγίου υποστηρίζει, σχετικά με την αγορά ηλεκτρικής ενέργειας, ότι, μολονότι το άρθρο 23, παράγραφος 2, δεύτερο εδάφιο, σημείο 9°, του νόμου περί ηλεκτρικής ενέργειας φαίνεται να παρέχει στη ρυθμιστική αρχή μόνον την εξουσία να εγκρίνει τα έγγραφα που αφορούν τις συνδέσεις, την πρόσβαση και την προϋπόθεση περί εξισορροπήσεως, η διάταξη αυτή τέθηκε σε εφαρμογή με το άρθρο 4 του τεχνικού κανονισμού, βάσει του οποίου η CREG είναι αποκλειστικώς αρμόδια για την έγκριση των τυποποιημένων συμβάσεων συνδέσεως και παροχής προσβάσεως, υπευθύνου εξισορροπήσεως και παροχής υπηρεσιών εξισορροπήσεως.

90

Αφετέρου, κατά το καθού, όσον αφορά την αγορά φυσικού αερίου, το άρθρο 15/14, παράγραφος 2, δεύτερο εδάφιο, σημεία 6° και 6° bis, του νόμου περί φυσικού αερίου προβλέπει ότι η CREG εγκρίνει τις κύριες προϋποθέσεις προσβάσεως στα συστήματα μεταφοράς και εγκρίνει τη σύμβαση μεταφοράς για την πρόσβαση σε γραμμές διασυνδέσεως. Επιπλέον, το άρθρο 15/1, παράγραφος 3, σημείο 7°, του νόμου αυτού ορίζει ότι η CREG εγκρίνει το σχέδιο κανόνων διαχειρίσεως της συμφορήσεως και δύναται ιδίως να ζητήσει, αιτιολογώντας το συγκεκριμένο αίτημα, από τον διαχειριστή συστήματος να τροποποιήσει τους κανόνες αυτούς. Οι διατάξεις αυτές τέθηκαν σε εφαρμογή με το άρθρο 2, παράγραφος 2, σημεία 2° και 3°, το άρθρο 29, παράγραφος 1, το άρθρο 77, παράγραφος 1, και το άρθρο 96, παράγραφος 1, του κώδικα χρηστής συμπεριφοράς. Επομένως, κατά το Βασίλειο του Βελγίου, η CREG είναι αποκλειστικώς αρμόδια να εγκρίνει τις κύριες προϋποθέσεις για την πρόσβαση στο σύστημα μεταφοράς και στις υπηρεσίες μεταφοράς, όπως προβλέπεται στο άρθρο 2, παράγραφος 1, σημείο 2°, υπό 2, του εν λόγω κώδικα, την κανονιστική απόφαση περί προσβάσεως στη δραστηριότητα μεταφοράς φυσικού αερίου, όπως προβλέπεται στο άρθρο 29, παράγραφος 1, του ιδίου κώδικα, την τυποποιημένη σύμβαση για τις δραστηριότητες μεταφοράς φυσικού αερίου, όπως προβλέπεται στο άρθρο 77, παράγραφος 1, του κώδικα αυτού, καθώς και την τυποποιημένη σύμβαση συνδέσεως και τις τροποποιήσεις της, όπως προβλέπεται στο άρθρο 96, παράγραφος 1, του κώδικα χρηστής συμπεριφοράς.

91

Όσον αφορά το άρθρο 29, παράγραφος 2, δεύτερο εδάφιο, σημείο 9°, του νόμου περί ηλεκτρικής ενέργειας και το άρθρο 15/14, παράγραφος 2, δεύτερο εδάφιο, σημείο 15°, του νόμου περί φυσικού αερίου, το καθού υποστηρίζει ότι οι διατάξεις αυτές παρέχουν στην CREG εξουσία ελέγχου της εφαρμογής του τεχνικού κανονισμού και του κώδικα χρηστής συμπεριφοράς. Κατά το Βασίλειο του Βελγίου, η αποκλειστική εξουσία εγκρίσεως, η οποία έχει, συνεπώς, ανατεθεί στην CREG της παρέχει τη δυνατότητα να καθορίζει το νομικό καθεστώς όσον αφορά τις προϋποθέσεις συνδέσεως και προσβάσεως στα εθνικά δίκτυα, τους όρους για την παροχή υπηρεσιών προσαρμογής ή εξισορροπήσεως και τους όρους για την παροχή προσβάσεως στις διασυνοριακές υποδομές, περιλαμβανομένων των διαδικασιών κατανομής δυναμικότητας και διαχειρίσεως της συμφορήσεως. Οι εξουσίες της CREG δεν περιορίζονται στον έλεγχο της εφαρμογής των προϋποθέσεων που είχαν προηγουμένως καθορισθεί από τον Βασιλέα με τον τεχνικό κανονισμό. Το γεγονός ότι οι εξουσίες αυτές συνάγονται βάσει συνδυασμένης ερμηνείας των άρθρων του νόμου και των εκτελεστικού χαρακτήρα βασιλικών διαταγμάτων δεν συνεπάγεται περιορισμό τους.

92

Το καθού υποστηρίζει ότι, σύμφωνα με τις διατάξεις των οδηγιών 2009/72 και 2009/73, η CREG εγκρίνει τα υποδείγματα συμβάσεων που προβλέπουν τις μεθόδους οι οποίες χρησιμοποιούνται για τον υπολογισμό ή τον καθορισμό των προϋποθέσεων συνδέσεως και προσβάσεως στα εθνικά δίκτυα, καθώς και τους όρους παροχής υπηρεσιών εξισορροπήσεως ή προσαρμογής. Πρόκειται, κατά το Βασίλειο του Βελγίου, για έγκριση, από τη ρυθμιστική αρχή, υποδειγμάτων που ισχύουν για όλους και όχι για λήψη ατομικών αποφάσεων. Το άρθρο 31 του νόμου περί ηλεκτρικής ενέργειας και το άρθρο 20/2 του νόμου περί φυσικού αερίου προβλέπουν ότι η CREG διαθέτει κατάλληλες εξουσίες ελέγχου και επιβολής κυρώσεων, πέραν των αρμοδιοτήτων εγκρίσεως που απαιτούν οι οδηγίες 2009/72 και 2009/73.

93

Όσον αφορά, δεύτερον, τη θέσπιση του τεχνικού κανονισμού και του κώδικα χρηστής συμπεριφοράς, το Βασίλειο του Βελγίου διατείνεται ότι η αρμοδιότητα του Βασιλέως να εκδίδει, με βασιλικό διάταγμα, τεχνικό κανονισμό και κώδικα χρηστής συμπεριφοράς, κατόπιν γνωμοδοτήσεως ή προτάσεως, αντιστοίχως, της CREG, είναι συμβατή με τις διατάξεις των οδηγιών 2009/72 και 2009/73. Η έλλειψη δυνατότητας της ρυθμιστικής αρχής να τροποποιεί νομοθέτημα για τη θέσπιση του οποίου δεν είναι αρμόδια δεν είναι, όπως υποστηρίζει το καθού, μη συμβατή με τις διατάξεις αυτές.

94

Όσον αφορά, τρίτον, τις διατάξεις του τεχνικού κανονισμού και του κώδικα χρηστής συμπεριφοράς, το Βασίλειο του Βελγίου αμφισβητεί ότι μπορούν να θίξουν την αποκλειστική αρμοδιότητα της CREG. Καταρχάς, η Επιτροπή δεν προσδιόρισε επακριβώς τα άρθρα του κανονισμού και του κώδικα αυτού, μολονότι φέρει σχετικώς το βάρος αποδείξεως. Η αιτίαση πρέπει να κριθεί απαράδεκτη.

95

Εν συνεχεία, από την ερμηνεία του άρθρου 11 και του άρθρου 23, παράγραφος 2, δεύτερο εδάφιο, σημείο 9°, του νόμου περί ηλεκτρικής ενέργειας, καθώς και του άρθρου 15/5 undecies και του άρθρου 15/14, παράγραφος 2, δεύτερο εδάφιο, σημεία 6° και 15°, του νόμου περί φυσικού αερίου δεν μπορεί, κατά το Βασίλειο του Βελγίου, να συναχθεί ότι οι διατάξεις του τεχνικού κανονισμού και του κώδικα χρηστής συμπεριφοράς, οι οποίες θεσπίζονται από τον Βασιλέα, κατόπιν γνωμοδοτήσεως ή προτάσεως της CREG, του αναθέτουν αποκλειστική αρμοδιότητα η οποία θα έπρεπε να ανήκει στην CREG.

96

Τέλος, οι οδηγίες 2009/72 και 2009/73 εντάσσονται στο ευρύτερο πλαίσιο των κανονισμών 714/2009 και 715/2009, οι οποίοι προβλέπουν τη θέσπιση κωδίκων δικτύου εφαρμοστέων στο σύνολο των κρατών μελών. Όσον αφορά τη σύνδεση στον τομέα της ηλεκτρικής ενέργειας, η Επιτροπή θέσπισε τρεις κώδικες. Η αιτιολογική σκέψη 2 καθενός από τους κώδικες αυτούς υπενθυμίζει τη διάκριση που πρέπει να γίνει μεταξύ του πεδίου εφαρμογής του άρθρου 5 της οδηγίας 2009/72 και του πεδίου εφαρμογής του άρθρου 37, παράγραφος 6, της ίδιας οδηγίας. Το άρθρο 7, παράγραφος 1, του κανονισμού (ΕΕ) 2016/631 της Επιτροπής, της 14ης Απριλίου 2016, για τη θέσπιση κώδικα δικτύου όσον αφορά τις απαιτήσεις για τη σύνδεση ηλεκτροπαραγωγών με το δίκτυο (ΕΕ 2016, L 112, σ. 1), το άρθρο 6, παράγραφος 1, του κανονισμού (ΕΕ) 2016/1388 της Επιτροπής, της 17ης Αυγούστου 2016, για τη θέσπιση κώδικα δικτύου όσον αφορά τη σύνδεση ζήτησης (ΕΕ 2016, L 223, σ. 10), και το άρθρο 5, παράγραφος 1, του κανονισμού (ΕΕ) 2016/1447 της Επιτροπής, της 26ης Αυγούστου 2016, για τη θέσπιση κώδικα δικτύου όσον αφορά τις απαιτήσεις για τη σύνδεση με το δίκτυο των συστημάτων συνεχούς ρεύματος υψηλής τάσης και των συνδεόμενων σε συνεχές ρεύμα μονάδων πάρκων ισχύος (ΕΕ 2016, L 241, σ. 1), επιτρέπουν στα κράτη μέλη, όπως υποστηρίζει το καθού, να αναθέτουν την αρμοδιότητα για την έγκριση των απαιτήσεων γενικής εφαρμογής τις οποίες πρέπει να καθορίσουν οι αρμόδιοι διαχειριστές δικτύου σε αρχή διαφορετική της ρυθμιστικής.

97

Κατά το Βασίλειο του Βελγίου, ο τεχνικός κανονισμός εκδόθηκε για τον ως άνω λόγο, έχει δε ως αποτέλεσμα την έγκριση, σύμφωνα με τους κώδικες δικτύου της Ένωσης, των εν λόγω απαιτήσεων εφαρμογής. Οι διατάξεις του τεχνικού κανονισμού μεταφέρουν το άρθρο 5 της οδηγίας 2009/72 στο εσωτερικό δίκαιο και δεν συνιστούν εκ μέρους του Βασιλέως νόσφιση αρμοδιότητας της CREG ούτε έχουν ως αποτέλεσμα τον περιορισμό της αρμοδιότητας της αρχής αυτής να εγκρίνει τις μεθόδους και τους κανόνες του άρθρου 37, παράγραφοι 6 και 9, της οδηγίας 2009/72.

– Εκτίμηση του Δικαστηρίου

98

Όσον αφορά, πρώτον, την ένσταση απαραδέκτου που προβάλλει το Βασίλειο του Βελγίου, αυτή δεν μπορεί να γίνει δεκτή, δεδομένου ότι η Επιτροπή μνημόνευσε επαρκώς, στο πλαίσιο της αιτιάσεώς της, πλείονες διατάξεις των νόμων περί ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου τις οποίες θεωρεί αντίθετες προς το άρθρο 37, παράγραφοι 6 και 9, της οδηγίας 2009/72 και το άρθρο 41, παράγραφοι 6 και 9, της οδηγίας 2009/73, και επομένως η αιτίαση έγινε κατανοητή. Εξάλλου, το εν λόγω κράτος μέλος ήταν σε θέση να κατανοήσει και να επιχειρήσει να αντικρούσει την αιτίαση αυτήν.

99

Όσον αφορά, δεύτερον, την ουσία, το άρθρο 37, παράγραφος 6, στοιχεία αʹ έως γʹ, και παράγραφος 9, της οδηγίας 2009/72 και το άρθρο 41, παράγραφος 6, στοιχεία αʹ έως γʹ, και παράγραφος 9, της οδηγίας 2009/73 προβλέπουν ότι απόκειται στη ρυθμιστική αρχή να καθορίζει ή να εγκρίνει τουλάχιστον τις μεθόδους οι οποίες χρησιμοποιούνται για τον υπολογισμό ή τον καθορισμό των όρων και των προϋποθέσεων για τη σύνδεση και την πρόσβαση στα εθνικά δίκτυα, για την παροχή των υπηρεσιών εξισορροπήσεως και για την πρόσβαση στις διασυνοριακές υποδομές, περιλαμβανομένων των διαδικασιών για την κατανομή δυναμικότητας και τη διαχείριση συμφορήσεων, καθώς και να ζητούν την εκ μέρους των διαχειριστών συστήματος μεταφοράς ή των δραστηριοποιούμενων στην αγορά επιχειρήσεων τροποποίηση των κανόνων τους περί διαχειρίσεως συμφορήσεως, περιλαμβανομένων των σχετικών με την κατανομή δυναμικότητας, κανόνες τους οποίους οι εν λόγω διαχειριστές και επιχειρήσεις οφείλουν να υποβάλλουν προς έγκριση στην εν λόγω αρχή.

100

Όπως προκύπτει από την αιτιολογική σκέψη 34 της οδηγίας 2009/72 και την αιτιολογική σκέψη 33 της οδηγίας 2009/73, προκειμένου να διασφαλίζεται η εύρυθμη λειτουργία της αγοράς, οι ρυθμιστικοί φορείς ενεργείας πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να λαμβάνουν αποφάσεις για κάθε συναφές ρυθμιστικό θέμα προκειμένου να λειτουργεί ορθώς η εσωτερική αγορά ηλεκτρικής ενεργείας και να απολαύουν πλήρους ανεξαρτησίας από οποιοδήποτε άλλο δημόσιο ή ιδιωτικό συμφέρον.

101

Εν προκειμένω, όμως, βάσει του άρθρου 11 του νόμου περί ηλεκτρικής ενέργειας και του άρθρου 15/5 undecies του νόμου περί φυσικού αερίου, παρέχεται στον Βασιλέα η εξουσία να θεσπίσει αντιστοίχως τον τεχνικό κανονισμό για τη διαχείριση του συστήματος μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας και την πρόσβαση σε αυτό, καθώς και τον κώδικα χρηστής συμπεριφοράς όσον αφορά την πρόσβαση στο σύστημα μεταφοράς φυσικού αερίου, την εγκατάσταση αποθηκεύσεως φυσικού αερίου και την εγκατάσταση ΥΦΑ.

102

Κατά τις διατάξεις αυτές, θεσπίζοντας τον ως άνω τεχνικό κανονισμό και τον ως άνω κώδικα χρηστής συμπεριφοράς, ο Βασιλεύς δύναται να καθορίσει ορισμένες απαιτήσεις και κανόνες λειτουργίας, καθώς και πλείονες λεπτομερείς όρους, προϋποθέσεις και πληροφορίες που θα έπρεπε, βάσει του άρθρου 37, παράγραφος 6, στοιχεία αʹ έως γʹ, και παράγραφος 9, της οδηγίας 2009/72 και του άρθρου 41, παράγραφος 6, στοιχεία αʹ έως γʹ, και παράγραφος 9, της οδηγίας 2009/73, να εμπίπτουν στην αρμοδιότητα της ρυθμιστικής αρχής.

103

Κατ’ αυτόν τον τρόπο, μεταξύ άλλων, το άρθρο 11, δεύτερο εδάφιο, σημεία 1° και 5°, του νόμου περί ηλεκτρικής ενέργειας προβλέπει ότι ο τεχνικός κανονισμός καθορίζει τις προθεσμίες συνδέσεως και τις πληροφορίες που πρέπει να παρέχουν οι χρήστες του συστήματος στον διαχειριστή του. Επίσης, το άρθρο 15/5 undecies του νόμου περί φυσικού αερίου προβλέπει, στο δεύτερο εδάφιο, σημεία 1°, 2°, 4° και 7°, ότι με τον κώδικα χρηστής συμπεριφοράς καθορίζονται οι διαδικασίες και οι όροι υποβολής αιτήσεως για την παροχή προσβάσεως στο σύστημα, οι πληροφορίες που πρέπει να παρέχουν οι χρήστες του συστήματος στον διαχειριστή του, οι προθεσμίες εντός των οποίων ο διαχειριστής του συστήματος πρέπει να ικανοποιεί τα αιτήματα προσβάσεως στο σύστημα και τις εγκαταστάσεις του, καθώς και οι βασικές αρχές σχετικά με τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις, αφενός, του διαχειριστή του συστήματος μεταφοράς φυσικού αερίου και, αφετέρου, των χρηστών του συστήματος μεταφοράς φυσικού αερίου όσον αφορά την πρόσβαση σε αυτό.

104

Κατ’ αυτόν τον τρόπο, προβλέπεται ότι με τον τεχνικό κανονισμό και τον κώδικα χρηστής συμπεριφοράς καθορίζονται οι κανόνες, οι πληροφορίες και οι αρχές σχετικά με τους όρους συνδέσεως και προσβάσεως στα εθνικά συστήματα, κατά την έννοια του άρθρου 37, παράγραφος 6, στοιχείο αʹ, της οδηγίας 2009/72 και του άρθρου 41, παράγραφος 6, στοιχείο αʹ, της οδηγίας 2009/73. Κατά τις διατάξεις αυτές, όμως, του δικαίου της Ένωσης, η ρυθμιστική αρχή θα έπρεπε να είναι επιφορτισμένη με τον καθορισμό ή την έγκριση των συγκεκριμένων όρων ή, τουλάχιστον, των μεθόδων που χρησιμοποιούνται για τον καθορισμό τους.

105

Ομοίως, το άρθρο 11, δεύτερο εδάφιο, σημεία 2° και 7°, του νόμου περί ηλεκτρικής ενέργειας προβλέπει ότι με τον τεχνικό κανονισμό καθορίζονται οι κανόνες λειτουργίας στους οποίους υπόκειται ο διαχειριστής του συστήματος κατά την τεχνική διαχείριση των ροών ηλεκτρικής ενέργειας και ότι με τις συμβάσεις που συνάπτει ο διαχειριστής του συστήματος σχετικά με την πρόσβαση σε αυτό καθορίζονται επακριβώς οι όροι εφαρμογής του για τους χρήστες του συστήματος κατά τρόπο μη ενέχοντα διακρίσεις σύμφωνα με τον εν λόγω τεχνικό κανονισμό. Εξάλλου, το άρθρο 15/5 undecies, δεύτερο εδάφιο, σημεία 5° και 9°, του νόμου περί φυσικού αερίου προβλέπει ότι με τον κώδικα χρηστής συμπεριφοράς καθορίζονται τα μέτρα που αποσκοπούν στην αποτροπή κάθε διακρίσεως μεταξύ χρηστών ή κατηγοριών χρηστών του συστήματος μεταφοράς φυσικού αερίου, καθώς και οι βασικές αρχές σχετικά με τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις, αφενός, του διαχειριστή του συστήματος μεταφοράς φυσικού αερίου και, αφετέρου, των χρηστών του δικτύου μεταφοράς φυσικού αερίου όσον αφορά τη χρήση του.

106

Ως εκ τούτου, οι κανόνες, τα μέτρα και οι αρχές που καθορίζονται με τον τεχνικό κανονισμό και με τον κώδικα χρηστής συμπεριφοράς δύνανται να καταλαμβάνουν τους όρους παροχής υπηρεσιών, αντιστοίχως, προσαρμογής και εξισορροπήσεως, οι οποίοι πρέπει να είναι δίκαιοι και να μην εισάγουν διακρίσεις. Υπενθυμίζεται όμως ότι, κατά το άρθρο 37, παράγραφος 6, στοιχείο βʹ, της οδηγίας 2009/72 και το άρθρο 41, παράγραφος 6, στοιχείο βʹ, της οδηγίας 2009/73, η ρυθμιστική αρχή πρέπει να είναι αρμόδια να καθορίζει ή να εγκρίνει τους όρους αυτούς ή, τουλάχιστον, τις μεθόδους που χρησιμοποιούνται για τον καθορισμό τους.

107

Επιπλέον, το άρθρο 11, δεύτερο εδάφιο, σημεία 2° και 6°, του νόμου περί ηλεκτρικής ενέργειας προβλέπει ότι με τον τεχνικό κανονισμό καθορίζονται οι κανόνες λειτουργίας στους οποίους υπόκειται ο διαχειριστής του συστήματος ως προς τις δράσεις που πρέπει να αναλάβει για την αντιμετώπιση των προβλημάτων συμφορήσεως, καθώς και οι πληροφορίες που πρέπει να παρέχει ο διαχειριστής του συστήματος στους διαχειριστές άλλων συστημάτων ηλεκτρικής ενέργειας με τα οποία διασυνδέεται το σύστημα μεταφοράς, προκειμένου να επιτυγχάνεται ασφαλής και αποτελεσματική εκμετάλλευση, συντονισμένη ανάπτυξη και διαλειτουργικότητα του διασυνδεδεμένου συστήματος. Εξάλλου, το άρθρο 15/5 undecies, δεύτερο εδάφιο, σημείο 9°, του νόμου περί φυσικού αερίου προβλέπει ότι με τον κώδικα χρηστής συμπεριφοράς καθορίζονται οι βασικές αρχές σχετικά με τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις, αφενός, του διαχειριστή του συστήματος μεταφοράς φυσικού αερίου και, αφετέρου, των χρηστών του συστήματος μεταφοράς φυσικού αερίου, όσον αφορά τη διαπραγμάτευση για την πρόσβαση σε δυναμικότητα μεταφοράς και για τη διαχείριση των συμφορήσεων.

108

Κατ’ αυτόν τον τρόπο, οι κανόνες, οι πληροφορίες και οι αρχές που καθορίζονται με τον τεχνικό κανονισμό και με τον κώδικα χρηστής συμπεριφοράς δύνανται να καταλαμβάνουν την πρόσβαση στις διασυνοριακές υποδομές, περιλαμβανομένων των διαδικασιών κατανομής δυναμικότητας και διαχειρίσεως της συμφορήσεως. Κατά το άρθρο 37, παράγραφος 6, στοιχείο γʹ, της οδηγίας 2009/72 και το άρθρο 41, παράγραφος 6, στοιχείο γʹ, της οδηγίας 2009/73, η ρυθμιστική αρχή πρέπει να είναι αρμόδια να καθορίζει ή να εγκρίνει την πρόσβαση αυτή και τις διαδικασίες αυτές ή, τουλάχιστον, τις μεθόδους που χρησιμοποιούνται για τον καθορισμό τους, η δε εν λόγω αρχή είναι, κατά τα λοιπά, επιφορτισμένη με τον έλεγχο της διαχειρίσεως της συμφορήσεως, βάσει της παραγράφου 9 αμφοτέρων των εν λόγω άρθρων.

109

Στο πλαίσιο αυτό, η βασιλική παρέμβαση κατά τον καθορισμό πλειόνων όρων οι οποίοι, κατά τις οδηγίες 2009/72 και 2009/73, πρέπει να καθορίζονται ή να εγκρίνονται από την ίδια την CREG αφαιρεί από την τελευταία τις ρυθμιστικές αρμοδιότητες που θα έπρεπε να της ανήκουν (βλ., κατ’ αναλογία, απόφαση της 29ης Οκτωβρίου 2009, Επιτροπή κατά Βελγίου, C‑474/08, μη δημοσιευθείσα, EU:C:2009:681, σκέψη 29).

110

Επισημαίνεται ότι η CREG, ως ρυθμιστική αρχή, πρέπει να μπορεί να εκδίδει τις αποφάσεις της αυτόνομα, αποκλειστικώς βάσει του δημοσίου συμφέροντος, προκειμένου να διασφαλίζει την τήρηση των σκοπών που επιδιώκονται με την εν λόγω οδηγία, χωρίς να υπόκειται σε εξωτερικές οδηγίες προερχόμενες από άλλα θεσμικά όργανα, όπως είναι ο Βασιλεύς (βλ., κατ’ αναλογία, απόφαση της 11ης Ιουνίου 2020, Prezident Slovenskej republiky, C‑378/19, EU:C:2020:462, σκέψη 54).

111

Πρέπει να επισημανθεί επίσης ότι τα επιχειρήματα που προβάλλει το Βασίλειο του Βελγίου δεν δύνανται να κλονίσουν το δεύτερο σκέλος της δεύτερης αιτιάσεως.

112

Συναφώς, τα επιχειρήματα τα οποία στηρίζονται στους κανονισμούς 714/2009 και 715/2009 δεν είναι λυσιτελή, δεδομένου ότι οι κανονισμοί αυτοί αφορούν τις προϋποθέσεις προσβάσεως στο δίκτυο για τις διασυνοριακές ανταλλαγές και δεν αποσκοπούν στην τροποποίηση των διατάξεων των οδηγιών 2009/72 και 2009/73 τις οποίες αφορά η υπό κρίση προσφυγή και οι οποίες έχουν ως αντικείμενο την αρμοδιότητα της ρυθμιστικής αρχής να καθορίζει ή να εγκρίνει τουλάχιστον τις μεθόδους που χρησιμοποιούνται για τον υπολογισμό ή τον καθορισμό, μεταξύ άλλων, των προϋποθέσεων για τη σύνδεση και την πρόσβαση στα εθνικά δίκτυα.

113

Όσον αφορά τα επιχειρήματα σχετικά με τους κανονισμούς 2016/631, 2016/1388 και 2016/1447, την κατάργηση του άρθρου 5 της οδηγίας 2009/72 και την έκδοση του τεχνικού κανονισμού, πρέπει να υπομνησθεί ότι, κατά πάγια νομολογία, η ύπαρξη παραβάσεως πρέπει να εκτιμάται σε συνάρτηση με την κατάσταση του κράτους μέλους όπως αυτή είχε κατά τη λήξη της ταχθείσας με την αιτιολογημένη γνώμη προθεσμίας και ότι τυχόν μεταβολές που επήλθαν στη συνέχεια δεν μπορούν να ληφθούν υπόψη από το Δικαστήριο (απόφαση της 15ης Μαρτίου 2017, Επιτροπή κατά Ισπανίας, C‑563/15, μη δημοσιευθείσα, EU:C:2017:21016, σκέψη 25 και εκεί μνημονευόμενη νομολογία). Κατά συνέπεια, οι κανονισμοί αυτοί, καθώς και η κατάργηση του άρθρου 5 της οδηγίας 2009/72 και η έκδοση του τεχνικού κανονισμού δεν μπορούν να ληφθούν υπόψη στο πλαίσιο της εξετάσεως της υπό κρίση προσφυγής, διότι εκδόθηκαν μετά τη λήξη της ταχθείσας με την αιτιολογημένη γνώμη προθεσμίας.

114

Εν πάση περιπτώσει, μολονότι οι κανονισμοί 2016/631, 2016/1388 και 2016/1447 έχουν ως αντικείμενο τη θέσπιση εναρμονισμένων κανόνων για τη σύνδεση των δικτύων, εντούτοις δεν αποσκοπούν στην τροποποίηση των κανόνων περί αρμοδιοτήτων που προβλέπονται στο άρθρο 37, παράγραφος 6, στοιχεία αʹ έως γʹ, και παράγραφος 9, της οδηγίας 2009/72 και στο άρθρο 41 παράγραφος 6, στοιχεία αʹ έως γʹ, και παράγραφος 9, της οδηγίας 2009/73, ούτε στην απαλλαγή των κρατών μελών από την υποχρέωση μεταφοράς των διατάξεων αυτών στην εσωτερική έννομη τάξη.

115

Κατά συνέπεια, διαπιστώνεται ότι το Βασίλειο του Βελγίου, παραλείποντας να μεταφέρει προσηκόντως στην εσωτερική έννομη τάξη το άρθρο 37, παράγραφος 6, στοιχεία αʹ έως γʹ, και παράγραφος 9, της οδηγίας 2009/72 και το άρθρο 41, παράγραφος 6, στοιχεία αʹ έως γʹ, και παράγραφος 9, της οδηγίας 2009/73, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από τις οδηγίες 2009/72 και 2009/73.

Επί των δικαστικών εξόδων

116

Κατά το άρθρο 138, παράγραφος 1, του Κανονισμού Διαδικασίας του Δικαστηρίου, ο ηττηθείς διάδικος καταδικάζεται στα δικαστικά έξοδα εφόσον υπάρχει σχετικό αίτημα του νικήσαντος διαδίκου.

117

Δεδομένου ότι η Επιτροπή προέβαλε τέτοιο αίτημα και το Βασίλειο του Βελγίου ηττήθηκε, το δεύτερο πρέπει να καταδικασθεί στα δικαστικά έξοδα.

 

Για τους λόγους αυτούς, το Δικαστήριο (δέκατο τμήμα) αποφασίζει:

 

1)

Το Βασίλειο του Βελγίου παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από την οδηγία 2009/72/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Ιουλίου 2009, σχετικά με τους κοινούς κανόνες για την εσωτερική αγορά ηλεκτρικής ενεργείας και για την κατάργηση της οδηγίας 2003/54/ΕΚ, και από την οδηγία 2009/73/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Ιουλίου 2009, σχετικά με τους κοινούς κανόνες για την εσωτερική αγορά φυσικού αερίου και την κατάργηση της οδηγίας 2003/55/ΕΚ, καθόσον παρέλειψε να μεταφέρει προσηκόντως στην εσωτερική έννομη τάξη:

το άρθρο 9, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, και παράγραφος 2, αμφοτέρων των οδηγιών 2009/72 και 2009/73·

το άρθρο 37, παράγραφος 4, στοιχεία αʹ και βʹ, της οδηγίας 2009/72 και το άρθρο 41, παράγραφος 4, στοιχεία αʹ και βʹ, της οδηγίας 2009/73·

το άρθρο 37, παράγραφος 6, στοιχεία αʹ έως γʹ, και παράγραφος 9, της οδηγίας 2009/72 και το άρθρο 41, παράγραφος 6, στοιχεία αʹ έως γʹ, και παράγραφος 9, της οδηγίας 2009/73.

 

2)

Καταδικάζει το Βασίλειο του Βελγίου στα δικαστικά έξοδα.

 

(υπογραφές)


( *1 ) Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική.