201806010421917352018/C 211/121392018CJC21120180618EL01ELINFO_JUDICIAL2018022191021Υπόθεση C-139/18 P: Αναίρεση που άσκησε στις 21 Φεβρουαρίου 2018 ο CJ κατά της αποφάσεως που εξέδωσε το Γενικό Δικαστήριο (πρώτο τμήμα) στις 13 Δεκεμβρίου 2017 στην υπόθεση T-602/16, CJ κατά Ευρωπαϊκού Κέντρου Πρόληψης και Ελέγχου των Νόσων (ECDC)
C2112018EL910120180221EL001291102Αναίρεση που άσκησε στις 21 Φεβρουαρίου 2018 ο CJ κατά της αποφάσεως που εξέδωσε το Γενικό Δικαστήριο (πρώτο τμήμα) στις 13 Δεκεμβρίου 2017 στην υπόθεση T-602/16, CJ κατά Ευρωπαϊκού Κέντρου Πρόληψης και Ελέγχου των Νόσων (ECDC)
(Υπόθεση C-139/18 P)
2018/C 211/12Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική
Διάδικοι
Αναιρεσείων: CJ (εκπρόσωπος: Β. Κόλιας, δικηγόρος)
Αντίδικος κατ’ αναίρεση: Ευρωπαϊκό Κέντρο Πρόληψης και Ελέγχου των Νόσων (ECDC)
Αιτήματα
Ο αναιρεσείων ζητεί από το Δικαστήριο:
—
|
να αναιρέσει στο σύνολό της την απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 13ης Δεκεμβρίου 2017 στην υπόθεση T-602/16, CJ κατά ECDC (EU:T:2017:893)·
|
—
|
εφσόσον κρίνει βάσιμη την αίτηση αναιρέσεως, να ακυρώσει την έκθεση αξιολόγησης της 21ης Σεπτεμβρίου 2015·
|
—
|
να καταδικάσει το ECDC στα δικαστικά έξοδα και των δύο βαθμών.
|
Λόγοι αναιρέσεως και κύρια επιχειρήματα
Προς στήριξη της αναιρέσεως ο αναιρεσείων προβάλλει τέσσερις λόγους:
1.
|
Με τον πρώτο λόγο αναιρέσεως υποστηρίζει ότι το Γενικό Δικαστήριο:
—
|
ερμήνευσε εσφαλμένα το άρθρο 3, παράγραφος 1, σε συνδυασμό με το άρθρο 3, παράγραφος 3, του εκτελεστικού κανόνα 20 του ECDC, κρίνοντας ότι σε περιπτώσεις όπως η υπό κρίση περίπτωση δεν χρειαζόταν ο δευτεροβάθμιος αξιολογητής να είναι ο πρόεδρος του διοικητικού συμβουλίου του ECDC,
|
—
|
υπέπεσε σε νομικό σφάλμα κατά τον χαρακτηρισμό των πραγματικών περιστατικών, κρίνοντας ότι ο πρόεδρος του διοικητικού συμβουλίου δεν ήταν πιθανό να λάβει απόφαση υπέρ του αναιρεσείοντος,
|
—
|
ερμήνευσε εσφαλμένα το επιχείρημα ότι δεν είναι δυνατόν δευτεροβάθμιος αξιολογητής να είναι υφιστάμενος του αξιολογητή, καθώς δεν μπορεί να έχει την αναγκαία ανεξαρτησία έναντι του αξιολογητή.
|
|
2.
|
Με τον δεύτερο λόγο αναιρέσεως υποστηρίζει ότι το Γενικό Δικαστήριο:
—
|
ερμήνευσε εσφαλμένα τα άρθρα 7, παράγραφος 1, και 8, παράγραφοι 3 και 4 του εκτελεστικού κανόνα 20 του ECDC, κρίνοντας ότι ο βαθμολογητής μπορεί να αγνοήσει τους δείκτες απόδοσης και στόχων που τέθηκαν για τον υπάλληλο κατά την προηγούμενη περίοδο αξιολόγησης,
|
—
|
επικουρικώς, υπέπεσε σε νομικό σφάλμα κατά τον νομικό χαρακτηρισμό των πραγματικών περιστατικών, κρίνοντας ότι ο αξιολογητής έλαβε δεόντως υπόψη τους δείκτες απόδοσης και στόχων.
|
|
3.
|
Με τον τρίτο λόγο αναιρέσεως υποστηρίζει ότι το Γενικό Δικαστήριο:
—
|
ερμήνευσε εσφαλμένα την έννοια του «διαλόγου» του άρθρου 8, παράγραφος 9, των εκτελεστικών κανόνων του ECDC,
|
—
|
επικουρικώς, υπέπεσε σε νομικό σφάλμα χαρακτηρίζοντας ως «διάλογο» αξιολόγησης μια διαδικασία που περιορίστηκε, από πλευράς ECDC, στην υποβολή, εκ μέρους του δεύτερου αξιολογητή, αιτήματος προσκόμισης ενός εγγράφου το οποίο διέθετε ήδη και στην τηλεφωνική υποβολή του ερωτήματος «ποια τμήματα της αξιολόγησης της επίδοσής σας θεωρείται ότι δεν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα;», χωρίς να υποβληθεί κανένα άλλο ερώτημα μετά την απάντηση του υπαλλήλου επί της ουσίας και τη δήλωσή του ότι μπορεί να παράσχει κάθε ειδικότερη πληροφορία που θα χρειαζόταν ο δεύτερος αξιολογητής.
|
|
4.
|
Με τον τέταρτο λόγο αναιρέσεως υποστηρίζει ότι το Γενικό Δικαστήριο:
—
|
ερμήνευσε εσφαλμένα το άρθρο 22α του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης κρίνοντας, κατ’ ουσίαν, ότι ακόμη και όταν ο υπάλληλος καταγγέλλει σε ανύποπτο χρόνο οικονομική κακοδιαχείριση, παρέχει αρχή απόδειξης και οι ισχυρισμοί του είναι αληθείς, επιτρέπεται η ετήσια αξιολόγησή του από τον οργανισμό να γίνει από τα πρόσωπα τα οποία αφορούν οι ισχυρισμοί του,
|
—
|
επικουρικώς, υπέπεσε σε νομική πλάνη, θεωρώντας ότι οι ισχυρισμοί του αναιρεσείοντος δεν είχαν διατυπωθεί σε ανύποπτο χρόνο, ότι δεν ήταν αληθείς και δεν στηρίζονταν σε σχετικές αποδείξεις, καθώς και ότι οι υπάλληλοι τους οποίους αφορούσαν οι ισχυρισμοί αυτοί μπορούσαν παρά ταύτα να αξιολογήσουν με ουδετερότητα την επίδοση του αναιρεσείοντος.
|
|