Υπόθεση C-371/18

Sky plc κ.λπ.

κατά

SkyKick UK Ltd
και
SkyKick Inc

[αίτηση του High Court of Justice (Αγγλία και Ουαλία), Chancery Division,
για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως]

Απόφαση του Δικαστηρίου (τέταρτο τμήμα)
της 29ης Ιανουαρίου 2020

«Προδικαστική παραπομπή – Προσέγγιση των νομοθεσιών – Κοινοτικό σήμα – Κανονισμός (EK) 40/94 – Άρθρα 7 και 51 – Πρώτη οδηγία 89/104/ΕΟΚ – Άρθρα 3 και 13 – Προσδιορισμός των προϊόντων ή των υπηρεσιών που αφορά η καταχώριση – Μη τήρηση των απαιτήσεων περί σαφήνειας και ακρίβειας – Κακή πίστη του αιτούντος – Απουσία πρόθεσης χρήσης του σήματος για τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες που αφορά η καταχώριση – Ολική ή μερική ακυρότητα του σήματος – Εθνική νομοθεσία που υποχρεώνει τον αιτούντα να δηλώσει την πρόθεσή του να κάνει χρήση του σήματος του οποίου ζητείται η καταχώριση»

  1. Προσέγγιση των νομοθεσιών – Σήματα – Ερμηνεία του κανονισμού 40/94 και της οδηγίας 89/104 – Παραίτηση, έκπτωση και ακυρότητα – Απόλυτοι λόγοι ακυρότητας – Προσδιορισμός των προϊόντων ή των υπηρεσιών που αφορά το σήμα – Μη τήρηση των απαιτήσεων περί σαφήνειας και ακρίβειας – Δεν εμπίπτει

    (Κανονισμός 40/94 του Συμβουλίου, άρθρα 7 και 51· οδηγία 89/104 του Συμβουλίου, άρθρο 3)

    (βλ. σκέψεις 56-60, 71, διατακτ. 1)

  2. Προσέγγιση των νομοθεσιών – Σήματα – Ερμηνεία του κανονισμού 40/94 και της οδηγίας 89/104 – Προσδιορισμός των προϊόντων ή των υπηρεσιών που αφορά το σήμα – Χρήση των γενικών ενδείξεων των τίτλων κλάσεων της ταξινόμησης της Νίκαιας – Έκταση της εντεύθεν απορρέουσας προστασίας – Υποχρέωση του αιτούντος την καταχώριση να προσδιορίσει επακριβώς τα προϊόντα ή της υπηρεσίες που αφορά η αίτησή του – Υποχρέωση προβλεπόμενη από απόφαση του Δικαστηρίου – Αποτελέσματα – Χρονικός περιορισμός

    (Κανονισμός 40/94 του Συμβουλίου· οδηγία 89/104 του Συμβουλίου)

    (βλ. σκέψη 61)

  3. Προσέγγιση των νομοθεσιών – Σήματα – Ερμηνεία του κανονισμού 40/94 και της οδηγίας 89/104 – Σημεία που μπορούν να συνιστούν σήμα – Αρκούντως σαφής και ακριβής γραφική παράσταση – Έννοια – Προσδιορισμός των προϊόντων ή των υπηρεσιών που αφορά το σήμα – Απαιτήσεις περί σαφήνειας και ακρίβειας – Δεν ισχύουν

    (Κανονισμός 40/94 του Συμβουλίου, άρθρα 4 και 7 § 1, στοιχείο αʹ· οδηγία 89/104 του Συμβουλίου, άρθρο 3 § 1, στοιχείο αʹ)

    (βλ. σκέψη 64)

  4. Προσέγγιση των νομοθεσιών – Σήματα – Ερμηνεία του κανονισμού 40/94 και της οδηγίας 89/104 – Παραίτηση, έκπτωση και ακυρότητα – Απόλυτοι λόγοι ακυρότητας – Σήματα αντίθετα προς τη δημόσια τάξη ή τα χρηστά ήθη – Δημόσια τάξη – Έννοια – Προσδιορισμός των προϊόντων ή των υπηρεσιών που αφορά το σήμα – Μη τήρηση των απαιτήσεων περί σαφήνειας και ακρίβειας – Δεν εμπίπτει

    (Κανονισμός 40/94 του Συμβουλίου, άρθρο 7 § 1, στοιχείο στʹ· οδηγία 89/104 του Συμβουλίου, άρθρο 3 § 1, στοιχείο στʹ)

    (βλ. σκέψεις 66, 67)

  5. Προσέγγιση των νομοθεσιών – Σήματα – Ερμηνεία του κανονισμού 40/94 και της οδηγίας 89/104 – Παραίτηση, έκπτωση και ακυρότητα – Απόλυτοι λόγοι ακυρότητας – Αιτών την καταχώριση ο οποίος είναι κακόπιστος κατά την κατάθεση της αίτησης καταχώρισης του σήματος – Έννοια της κακής πίστης – Περιεχόμενο – Απουσία πρόθεσης χρήσης του σήματος για τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες που αφορά η καταχώριση – Εμπίπτει – Αποτελέσματα – Ακυρότητα περιοριζόμενη στα προϊόντα και τις υπηρεσίες που αφορά η απουσία πρόθεσης χρήσης

    (Κανονισμός 40/94 του Συμβουλίου, άρθρα 51 § 1, στοιχείο βʹ, και §3· οδηγία 89/104 του Συμβουλίου, άρθρα 3 § 1, στοιχείο δʹ, και 13)

    (βλ. σκέψεις 73-78, 81, διατακτ. 2)

  6. Προσέγγιση των νομοθεσιών – Σήματα – Οδηγία 89/104 – Εθνική νομοθεσία που υποχρεώνει τον αιτούντα να δηλώσει την πρόθεσή του να χρησιμοποιήσει το σήμα του οποίου ζητείται η καταχώριση – Επιτρέπεται – Όρια – Υποχρέωση που συνιστά λόγο ακυρότητας

    (Οδηγία 89/104 του Συμβουλίου)

    (βλ. σκέψη 87, διατακτ. 3)

Σύνοψη

Με την απόφαση Sky κ.λπ. (C-371/18), η οποία εκδόθηκε στις 29 Ιανουαρίου 2020, το Δικαστήριο έκρινε κατ’ αρχάς ότι ένα κοινοτικό ή εθνικό σήμα το οποίο εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του κανονισμού 40/94 ( 1 ) ή της πρώτης οδηγίας 89/104 ( 2 ) δεν μπορεί να κηρυχθεί άκυρο για τον λόγο ότι οι όροι που χρησιμοποιήθηκαν για τον προσδιορισμό των προϊόντων και των υπηρεσιών για τα οποία καταχωρίστηκε στερούνται σαφήνειας και ακρίβειας. Στη συνέχεια, διευκρίνισε σε ποιες περιπτώσεις συνιστά κακόπιστη πράξη η υποβολή αίτησης καταχώρισης σήματος χωρίς καμία πρόθεση χρήσης για τα προϊόντα και τις υπηρεσίες που αφορά η καταχώριση. Τέλος, έκρινε ότι η πρώτη οδηγία 89/104 δεν αντιτίθεται σε διάταξη του εθνικού δικαίου σύμφωνα με την οποία ο αιτών την καταχώριση σήματος οφείλει να δηλώσει ότι προτίθεται να το χρησιμοποιήσει για τα προϊόντα και τις υπηρεσίες τα οποία αφορά η αίτηση καταχώρισης.

Στην επίδικη υπόθεση, οι εταιρίες Sky, δικαιούχοι περισσότερων κοινοτικών σημάτων και ενός εθνικού σήματος του Ηνωμένου Βασιλείου, τα οποία περιέχουν τη λέξη «Sky», άσκησαν αγωγή κατά των εταιριών SkyKick λόγω προσβολής των σημάτων αυτών. Στο πλαίσιο της διαδικασίας αυτής, οι εταιρίες Skykick άσκησαν ανταγωγή με αίτημα την κήρυξη της ακυρότητας των επίμαχων στην κύρια δίκη σημάτων. Προς στήριξη της ανταγωγής, υποστήριξαν ότι τα σήματα αυτά έχουν καταχωριστεί για προϊόντα και υπηρεσίες που δεν εξειδικεύονται με επαρκή σαφήνεια και ακρίβεια. Το επιληφθέν της υπόθεσης δικαστήριο, High Court of Justice (England and Wales) [ανώτερο δικαστήριο (Αγγλία και Ουαλία), τμήμα εμπορικών και λοιπών ιδιωτικών διαφορών] υπέβαλε στο Δικαστήριο το ερώτημα αν μια τέτοια έλλειψη σαφήνειας και ακρίβειας αποτελεί λόγο για την κήρυξη της ακυρότητας καταχωρισμένου σήματος. Επιπλέον, οι εταιρίες SkyKick υποστήριξαν ότι τα επίμαχα σήματα είχαν καταχωριστεί κακή τη πίστει, καθόσον οι οι εταιρίες Sky δεν είχαν την πρόθεση να τα χρησιμοποιήσουν για όλα τα προϊόντα και τις υπηρεσίες που αφορούσε η καταχώριση. Ως εκ τούτου, το αιτούν δικαστήριο υπέβαλε στο Δικαστήριο ερώτημα σχετικό με το περιεχόμενο της έννοιας της «κακής πίστης». Ζήτησε επίσης να μάθει αν η επιβαλλόμενη στον δικαιούχο υποχρέωση να δηλώσει την πρόθεσή του να χρησιμοποιήσει το σήμα του οποίου ζητείται η καταχώριση, όπως προβλέπεται από το δίκαιο του Ηνωμένου Βασιλείου ( 3 ), είναι σύμφωνη με το δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Κατά πρώτον, αφού διαπίστωσε ότι τα επίδικα σήματα ενέπιπταν ratione temporis στο πεδίο εφαρμογής του κανονισμού 40/94 και της πρώτης οδηγίας 89/104, το Δικαστήριο παρατήρησε ότι τα άρθρα 7, παράγραφος 1, και 51, παράγραφος 1, του εν λόγω κανονισμού, καθώς και το άρθρο 3 της εν λόγω οδηγίας απαριθμούν εξαντλητικά τους απόλυτους λόγους ακυρότητας ενός κοινοτικού και ενός εθνικού σήματος. Η έλλειψη σαφήνειας και ακρίβειας των όρων που χρησιμοποιούνται για τον προσδιορισμό των προϊόντων ή των υπηρεσιών που καλύπτονται από την καταχώριση του σήματος δεν περιλαμβάνεται στους λόγους αυτούς. Κατά συνέπεια, το Δικαστήριο έκρινε ότι μια τέτοια έλλειψη δεν μπορεί να θεωρηθεί ως λόγος για την κήρυξη της ολικής ή μερικής ακυρότητας ενός σήματος, κατά την έννοια των ως άνω διατάξεων. Εν πάση περιπτώσει, το Δικαστήριο πρόσθεσε ότι η απόφαση της 19ης Ιουνίου 2012, Chartered Institute of Patent Attorneys (C-307/10, EU:C:2012:361) δεν μπορεί να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι αναγνωρίζει έναν πρόσθετο λόγο ακυρότητας, ο οποίος δεν μνημονεύεται από τον κανονισμό 40/94 και την πρώτη οδηγία 89/104. Ειδικότερα, με τις αποφάσεις που εκδόθηκαν μεταγενέστερα ( 4 ), το Δικαστήριο επισήμανε ότι η προμνημονευθείσα απόφαση Chartered Institute of Patent Attorneys δεν είχε εφαρμογή στα σήματα που είχαν ήδη καταχωρισθεί κατά την ημερομηνία δημοσίευσης της απόφασης, αλλά παρείχε διευκρινίσεις μόνον ως προς τις απαιτήσεις που αφορούν τις νέες αιτήσεις καταχώρισης σήματος της Ένωσης.

Εξάλλου, το Δικαστήριο έκρινε ότι η έλλειψη σαφήνειας και ακρίβειας των όρων που χρησιμοποιούνται για τον προσδιορισμό των προϊόντων ή των υπηρεσιών που καλύπτονται από την καταχώριση του σήματος δεν μπορεί να θεωρηθεί αντίθετη προς τη δημόσια τάξη ( 5 ). Ειδικότερα, η έννοια της «δημόσιας τάξης» δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι αφορά χαρακτηριστικά της ίδιας της αίτησης καταχώρισης, ανεξαρτήτως των χαρακτηριστικών του σημείου του οποίου ζητείται η καταχώριση ως σήματος.

Κατά δεύτερον, το Δικαστήριο αποφάνθηκε επί του αν συνιστά κακόπιστη πράξη η υποβολή αίτησης καταχώρισης σήματος χωρίς πρόθεση χρήσης του για τα προϊόντα και τις υπηρεσίες τα οποία αφορά η καταχώριση ( 6 ). Έκρινε, δε, συναφώς ότι η υποβολή μιας τέτοιας αίτησης συνιστά κακόπιστη πράξη αν ο αιτών την καταχώριση του σήματος αυτού είχε την πρόθεση είτε να θίξει τα συμφέροντα τρίτων κατά τρόπο αντίθετο προς τα χρηστά συναλλακτικά ήθη είτε να αποκτήσει, χωρίς καν να στρέφεται κατά συγκεκριμένου τρίτου, αποκλειστικό δικαίωμα για σκοπούς διαφορετικούς από εκείνους που εμπίπτουν στις λειτουργίες του σήματος. Επιπλέον, το Δικαστήριο διευκρίνισε ότι, όταν η έλλειψη πρόθεσης για χρήση του σήματος σύμφωνα με τις βασικές λειτουργίες ενός σήματος αφορά μόνον ορισμένα από τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες για τις οποίες υποβλήθηκε η αίτηση καταχώρισης σήματος, η αίτηση αυτή συνιστά κακόπιστη πράξη μόνο στο μέτρο που αφορά τα εν λόγω προϊόντα ή υπηρεσίες. Ωστόσο, το Δικαστήριο υπογράμμισε ότι μια τέτοια κακή πίστη δεν μπορεί να τεκμαίρεται και ότι μπορεί να είναι κατάφωρη μόνον εφόσον υφίστανται αντικειμενικές κρίσιμες και συγκλίνουσες προς αυτή την κατεύθυνση ενδείξεις.

Κατά τρίτον, το Δικαστήριο κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η πρώτη οδηγία 89/104 έχει την έννοια ότι δεν αντιτίθεται σε διάταξη του εθνικού δικαίου σύμφωνα με την οποία ο αιτών την καταχώριση σήματος οφείλει να δηλώσει ότι το σήμα αυτό χρησιμοποιείται για τα προϊόντα και τις υπηρεσίες τα οποία αφορά η αίτηση καταχώρισης ή ότι ο ίδιος προτίθεται καλόπιστα να το χρησιμοποιήσει κατ’ αυτόν τον τρόπο, υπό την προϋπόθεση ότι η παράβαση μιας τέτοιας υποχρέωσης δεν συνιστά αυτή καθεαυτήν λόγο ακυρότητας ήδη καταχωρισμένου σήματος.


( 1 ) Κανονισμός (ΕΚ) 40/94 του Συμβουλίου, της 20ής Δεκεμβρίου 1993, για το κοινοτικό σήμα (ΕΕ 1994, L 11, σ. 1), όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) 1891/2006 του Συμβουλίου, της 18ης Δεκεμβρίου 2006 (ΕΕ 2006, L 386, σ. 14), καταργήθηκε και αντικαταστάθηκε από τον κανονισμό (ΕΚ) 207/2009 του Συμβουλίου, της 26ης Φεβρουαρίου 2009, για το σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ 2009, L 78, σ. 1), και, στη συνέχεια, από τον κανονισμό (ΕΕ) 2017/1001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 14ης Ιουνίου 2017, για το σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ 2017, L 154, σ. 1).

( 2 ) Πρώτη οδηγία 89/104/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 21ης Δεκεμβρίου 1988, για την προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών περί σημάτων (ΕΕ 1989, L 40, σ. 1), η οποία καταργήθηκε και αντικαταστάθηκε από την οδηγία 2008/95/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 22ας Οκτωβρίου 2008, για την προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών περί σημάτων (ΕΕ 2008, L 299, σ. 25), και, στη συνέχεια, από την οδηγία (ΕΕ) 2015/2436 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 2015, για την προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών περί σημάτων (ΕΕ 2015, L 336, σ. 1).

( 3 ) Άρθρο 32, παράγραφος 3, του νόμου του 1994 περί σημάτων [δίκαιο του Ηνωμένου Βασιλείου].

( 4 ) Αποφάσεις της 16ης Φεβρουαρίου 2017, Brandconcern κατά EUIPO και Scooters India (C-577/14 P, EU:C:2017:122, σκέψεις 29 και 30), και της 11ης Οκτωβρίου 2017, EUIPO κατά Cactus (C-501/15 P, EU:C:2017:750, σκέψη 38).

( 5 ) Κατά την έννοια του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο στʹ, του κανονισμού 40/94 και του άρθρου 3, παράγραφος 1, στοιχείο στʹ, της πρώτης οδηγίας 89/104.

( 6 ) Κατά την έννοια του άρθρου 51, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, του κανονισμού 40/94 και του άρθρου 3, παράγραφος 2, στοιχείο δʹ, της πρώτης οδηγίας 89/104.