ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (όγδοο τμήμα)

της 29ης Ιουλίου 2019 ( *1 )

«Προδικαστική παραπομπή – Κανονισμός (ΕΚ) 261/2004 – Αεροπορικές μεταφορές – Άρνηση επιβίβασης – Έννοιες “αποζημίωσης” και “περαιτέρω αποζημίωσης” – Είδος ζημίας για την οποία γεννάται υποχρέωση αποζημίωσης – Υλική ζημία ή ηθική βλάβη – Έκπτωση – Περαιτέρω αποζημίωση – Παροχή βοήθειας – Πληροφορίες που παρέχονται στους επιβάτες»

Στην υπόθεση C‑354/18,

με αντικείμενο αίτηση προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 267 ΣΛΕΕ, που υπέβαλε το Tribunalul Bacău (πρωτοδικείο Μπακάου, Ρουμανία) με απόφαση της 26ης Απριλίου 2018, η οποία περιήλθε στο Δικαστήριο στις 30 Μαΐου 2018, στο πλαίσιο της δίκης

Radu-Lucian Rusu,

Oana-Maria Rusu

κατά

SC Blue Air – Airline Management Solutions SRL,

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (όγδοο τμήμα),

συγκείμενο από τους F. Biltgen, πρόεδρο τμήματος, J. Malenovský (εισηγητή) και C. G. Fernlund, δικαστές,

γενική εισαγγελέας: E. Sharpston

γραμματέας: A. Calot Escobar

έχοντας υπόψη την έγγραφη διαδικασία,

λαμβάνοντας υπόψη τις παρατηρήσεις που υπέβαλαν:

η SC Blue Air – Airline Management Solutions SRL, εκπροσωπούμενη από την M. Popa, avocat,

η Ρουμανική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τον C.-R. Canţăr, καθώς και από τις L. Liţu και A. Wellman,

η Γερμανική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη αρχικώς από τους T. Henze, M. Hellmann και E. Lankenau, καθώς και από την A. Berg, στη συνέχεια από τους τρεις τελευταίους,

η Πολωνική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τον B. Majczyna,

η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, εκπροσωπούμενη από τις L. Nicolae και N. Yerrell,

κατόπιν της αποφάσεως που έλαβε, αφού άκουσε τη γενική εισαγγελέα, να εκδικάσει την υπόθεση χωρίς ανάπτυξη προτάσεων,

εκδίδει την ακόλουθη

Απόφαση

1

Η αίτηση προδικαστικής αποφάσεως αφορά την ερμηνεία των άρθρων 4, 7, 8 και 12 του κανονισμού (ΕΚ) 261/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Φεβρουαρίου 2004, για τη θέσπιση κοινών κανόνων αποζημίωσης των επιβατών αεροπορικών μεταφορών και παροχής βοήθειας σε αυτούς σε περίπτωση άρνησης επιβίβασης και ματαίωσης ή μεγάλης καθυστέρησης της πτήσης και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 295/91 (ΕΕ 2004, L 46, σ. 1).

2

Η αίτηση αυτή υποβλήθηκε στο πλαίσιο ένδικης διαφοράς μεταξύ του Radu-Lucian Rusu και της Oana-Maria Rusu, αφενός, και της SC Blue Air – Airline Management Solutions SRL (στο εξής: Blue Air), αφετέρου, σχετικά με την καταβολή αποζημίωσης και χρηματικής ικανοποίησης, αντιστοίχως, για την υλική ζημία και την ηθική βλάβη που υπέστησαν λόγω άρνησης επιβίβασης.

Το νομικό πλαίσιο

Το διεθνές δίκαιο

3

Το άρθρο 29 της Σύμβασης για την ενοποίηση ορισμένων κανόνων στις διεθνείς αεροπορικές μεταφορές, που υπογράφηκε στο Μόντρεαλ στις 28 Μαΐου 1999 και εγκρίθηκε εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης με την απόφαση 2001/539/ΕΚ του Συμβουλίου, της 5ης Απριλίου 2001 (ΕΕ 2001, L 194, σ. 38), προβλέπει τα εξής:

«Όσον αφορά τη μεταφορά επιβατών, αποσκευών και φορτίου, κάθε αγωγή αποζημίωσης, για οποιοδήποτε λόγο, στα πλαίσια της παρούσας σύμβασης, λόγω σύμβασης ή παρανόμου πράξεως ή κάθε άλλης αιτίας, μπορεί να ασκείται μόνον υπό τους όρους και με τα όρια αποζημίωσης που προβλέπονται στην παρούσα σύμβαση, με την επιφύλαξη του καθορισμού των προσώπων που έχουν το δικαίωμα να ασκήσουν αγωγή και των αντίστοιχων δικαιωμάτων τους. Σε οιαδήποτε αγωγή αυτού του είδους, αντίποινα, παραδειγματικές ή άλλες μη αντισταθμιστικές αποζημιώσεις δεν είναι δυνατόν να αναζητηθούν.»

Το δίκαιο της Ένωσης

4

Οι αιτιολογικές σκέψεις 1, 10 και 20 του κανονισμού 261/2004 έχουν ως εξής:

«(1)

Η ανάληψη δράσης από την Κοινότητα στο πεδίο των αερομεταφορών θα πρέπει να αποβλέπει, μεταξύ άλλων, στην εξασφάλιση υψηλού επιπέδου προστασίας του επιβατικού κοινού. Θα πρέπει εξάλλου να ληφθούν πλήρως υπόψη οι απαιτήσεις προστασίας των καταναλωτών.

[…]

(10)

Οι επιβάτες στους οποίους επιβάλλεται παρά τη θέλησή τους άρνηση επιβίβασης θα πρέπει να είναι σε θέση είτε να ματαιώνουν την πτήση τους, με επιστροφή του αντιτίμου του εισιτηρίου τους, είτε να την συνεχίζουν υπό ικανοποιητικές συνθήκες, θα πρέπει δε να απολαύουν κατάλληλης φροντίδας κατά την αναμονή τους για επόμενη πτήση.

[…]

(20)

Οι επιβάτες θα πρέπει να ενημερώνονται πλήρως για τα δικαιώματά τους σε περίπτωση άρνησης επιβίβασης και ματαίωσης ή μεγάλης καθυστέρησης, ώστε να μπορούν να τα ασκούν πραγματικά.»

5

Το άρθρο 1, παράγραφος 1, του ως άνω κανονισμού ορίζει τα εξής:

«Ο παρών κανονισμός θεσπίζει, υπό τους ακόλουθους προσδιοριζόμενους όρους, τα ελάχιστα δικαιώματα των επιβατών σε περίπτωση:

α)

άρνησης επιβίβασης παρά τη θέλησή τους·

β)

ματαίωσης της πτήσης τους·

γ)

καθυστέρησης της πτήσης τους.»

6

Το άρθρο 4, παράγραφος 3, του εν λόγω κανονισμού προβλέπει τα εξής:

«Εάν υπάρξει άρνηση επιβίβασης επιβατών παρά τη θέλησή τους, ο πραγματικός αερομεταφορέας τούς αποζημιώνει αμέσως σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 7 και τους παρέχει βοήθεια σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 8 και 9.»

7

Το άρθρο 7, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, του ως άνω κανονισμού έχει ως εξής:

«Όταν γίνεται παραπομπή στο παρόν άρθρο, ο επιβάτης λαμβάνει αποζημίωση ύψους:

[…]

β)

400 ευρώ για όλες τις ενδοκοινοτικές πτήσεις άνω των 1500 χιλιομέτρων και όλες τις άλλες πτήσεις μεταξύ 1500 και 3500 χιλιομέτρων·

[…]».

8

Το άρθρο 8, παράγραφος 1, του κανονισμού 261/2004 ορίζει τα εξής:

«Όταν γίνεται παραπομπή στο παρόν άρθρο, παρέχεται στον επιβάτη η δυνατότητα να επιλέξει:

α)

την εντός επτά ημερών επιστροφή, με τους τρόπους που αναφέρονται στο άρθρο 7 παράγραφος 3, του πλήρους αντιτίμου του εισιτηρίου του, στην τιμή που το αγόρασε, για το μέρος ή τα μέρη του ταξιδιού που δεν πραγματοποιήθηκαν και για το μέρος ή τα μέρη του ταξιδιού που ήδη πραγματοποιήθηκαν, εφόσον η πτήση δεν εξυπηρετεί πλέον κανένα σκοπό σε σχέση με το αρχικό ταξιδιωτικό του σχέδιο, καθώς επίσης, αν συντρέχει η περίπτωση:

πτήση επιστροφής στο αρχικό σημείο αναχώρησής του το νωρίτερο δυνατόν·

β)

τη μεταφορά του με άλλη πτήση ή άλλο μεταφορικό μέσο, υπό συγκρίσιμες συνθήκες μεταφοράς, στον τελικό του προορισμό, το νωρίτερο δυνατόν, ή

γ)

τη μεταφορά του με άλλη πτήση ή άλλο μεταφορικό μέσο, υπό συγκρίσιμες συνθήκες μεταφοράς, στον τελικό του προορισμό άλλη ημέρα που τον εξυπηρετεί, εφόσον υπάρχει διαθεσιμότητα θέσεων.»

9

Το άρθρο 12, παράγραφος 1, του ως άνω κανονισμού προβλέπει τα εξής:

«Ο παρών κανονισμός δεν θίγει τα δικαιώματα του επιβάτη για περαιτέρω αποζημίωση. Η χορηγούμενη δυνάμει του παρόντος κανονισμού αποζημίωση μπορεί να εκπίπτει από την τυχόν περαιτέρω αποζημίωση.»

Το ρουμανικό δίκαιο

10

Το άρθρο 1350 του codul civil (Αστικού Κώδικα) έχει ως εξής:

«(1) Κάθε πρόσωπο πρέπει να εκπληρώνει τις συμβατικές του υποχρεώσεις.

(2) Αν, χωρίς βάσιμο λόγο, δεν εκπληρώνει τις υποχρεώσεις του, ευθύνεται για τη ζημία που προκαλείται στον αντισυμβαλλόμενο και οφείλει να τον αποζημιώσει σύμφωνα με το νόμο.

(3) Αν στον νόμο δεν ορίζεται διαφορετικά, κανένα από τα μέρη δεν μπορεί να μην εφαρμόσει τις διατάξεις περί ενδοσυμβατικής ευθύνης και να επιλέξει άλλες ευνοϊκότερες διατάξεις.»

11

Το άρθρο 1530 του Αστικού Κώδικα προβλέπει τα εξής:

«Ο δανειστής δικαιούται αποζημίωση για τη ζημία που του προκάλεσε ο οφειλέτης και η οποία αποτελεί την άμεση και αναγκαία συνέπεια της μη εκπλήρωσης της υποχρέωσης, όταν η ως άνω μη εκπλήρωση είναι αδικαιολόγητη ή οφείλεται σε πταίσμα.»

12

Το άρθρο 1531 του Αστικού Κώδικα ορίζει τα εξής:

«(1) Ο δανειστής δικαιούται πλήρη αποζημίωση για τη ζημία που υπέστη εξαιτίας της μη εκπλήρωσης.

(2) Η ζημία περιλαμβάνει την περιουσιακή απώλεια την οποία πράγματι υπέστη ο δανειστής και το διαφυγόν κέρδος του. Για να καθοριστεί η έκταση της ζημίας λαμβάνονται επίσης υπόψη τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκε ο δανειστής, εντός ενός ευλόγου ορίου, για να αποφύγει ή να περιορίσει τη ζημία.

(3) Ο δανειστής δικαιούται αποκατάσταση και της μη περιουσιακής ζημίας.»

13

Το άρθρο 1533 του Αστικού Κώδικα προβλέπει τα εξής:

«Ο οφειλέτης ευθύνεται μόνο για τη ζημία την οποία προέβλεψε ή μπορούσε να προβλέψει κατά τη στιγμή της σύναψης της σύμβασης και η οποία αποτελεί τη συνέπεια της μη εκπλήρωσης εκτός εάν η μη εκπλήρωση είναι ηθελημένη ή οφείλεται σε δική του βαριά αμέλεια. Ακόμη και στην τελευταία αυτή περίπτωση, η αποζημίωση περιλαμβάνει μόνον ό,τι αποτελεί άμεση και αναγκαία συνέπεια της μη εκπλήρωσης της υποχρέωσης.»

14

Το άρθρο 1534 του Αστικού Κώδικα ορίζει τα εξής:

«(1) Εάν ο δανειστής, λόγω υπαίτιας πράξης ή παράλειψής του, συντέλεσε στην πρόκληση της ζημίας, η αποζημίωση την οποία είναι υπόχρεος να καταβάλει ο οφειλέτης μειώνεται αντιστοίχως. Η διάταξη αυτή εφαρμόζεται επίσης στην περίπτωση που η ζημία προκαλείται εν μέρει από γεγονός τον κίνδυνο επέλευσης του οποίου ανέλαβε ο δανειστής.

(2) Ο οφειλέτης δεν υποχρεούται σε αποζημίωση για τις ζημίες τις οποίες ο δανειστής θα μπορούσε να έχει αποτρέψει επιδεικνύοντας στοιχειώδη επιμέλεια.»

Η διαφορά της κύριας δίκης και τα προδικαστικά ερωτήματα

15

Οι ενάγοντες της κύριας δίκης πραγματοποίησαν στην Blue Air κράτηση δύο αεροπορικών εισιτηρίων προκειμένου να μεταβούν, στις 6 Σεπτεμβρίου 2016, από το Μπακάου (Ρουμανία) στο Λονδίνο (Ηνωμένο Βασίλειο), τόπο στον οποίο είναι εγκατεστημένοι και στον οποίο εργάζονται.

16

Κατά τη στιγμή της επιβίβασης, οι ενάγοντες της κύριας δίκης ενημερώθηκαν ότι η πτήση θα εκτελούνταν με σκάφος άλλο από εκείνο που είχε προβλεφθεί αρχικώς και ότι, εξαιτίας της μειωμένης δυναμικότητας θέσεων στο δεύτερο αυτό αεροσκάφος, δεν ήταν πλέον δυνατόν να επιβιβαστούν.

17

Κατά συνέπεια, η μεταφορά των εναγόντων της κύριας δίκης προγραμματίστηκε για άλλη πτήση της Blue Air, αυτοί δε αφίχθησαν στο Λονδίνο στις 11 Σεπτεμβρίου 2016.

18

Κατόπιν των γεγονότων αυτών, η Blue Air προσέφερε σε καθέναν από τους ενάγοντες της κύριας δίκης ένα δωρεάν αεροπορικό εισιτήριο το οποίο μπορούσε να χρησιμοποιηθεί έως τις 24 Μαρτίου 2017, προσφορά την οποία αυτοί απέκρουσαν για τον λόγο ότι η ζημία την οποία είχαν υποστεί υπερέβαινε την αξία ενός αεροπορικού εισιτηρίου.

19

Εν συνεχεία, η Blue Air προσέφερε στους ενάγοντες της κύριας δίκης, επί τη βάσει του κανονισμού 261/2004, αντισταθμιστική παροχή ύψους 400 ευρώ κατ’ άτομο. Συναφώς, οι ενάγοντες της κύριας δίκης θεώρησαν ότι η ως άνω αντισταθμιστική παροχή αποσκοπούσε μόνο στην ικανοποίηση της προκληθείσας ηθικής βλάβης και όχι στην αποκατάσταση της υλικής ζημίας, η οποία εμπίπτει στην έννοια της «περαιτέρω αποζημίωσης».

20

Οι ενάγοντες της κύριας δίκης άσκησαν ως εκ τούτου αγωγή ενώπιον του Judecătoria Bacău (μονομελούς πρωτοδικείου Μπακάου, Ρουμανία). Ενώπιον του δικαστηρίου αυτού ζήτησαν να υποχρεωθεί η Blue Air να τους καταβάλει, αντιστοίχως, 437 ευρώ και 386 ευρώ προς αποκατάσταση υλικής ζημίας συνιστάμενης σε παρακράτηση μισθού. Εν συνεχεία, οι ενάγοντες της κύριας δίκης παρέσχον διευκρινίσεις σχετικά με το πραγματικό ύψος των απολεσθέντων μισθών τους. Επιπλέον, οι ενάγοντες της κύριας δίκης ζήτησαν έκαστος το ποσό των 1500 ευρώ λόγω ηθικής βλάβης. Υποστήριξαν εξάλλου ότι κατά του R.-L. Rusu είχε κινηθεί διαδικασία απόλυσης αλλά ότι τελικώς του επιβλήθηκε μόνον η ποινή της επίπληξης.

21

Η Blue Air υποστήριξε ότι οι ενάγοντες της κύριας δίκης δεν εδικαιούντο αποζημίωση πέραν των 400 ευρώ που προβλέπει το άρθρο 7, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, του κανονισμού 261/2004 για τον λόγο ότι δεν είχαν ρητώς ζητήσει να μεταφερθούν ταχύτερα, με άλλη αεροπορική εταιρία και με άλλο δρομολόγιο, και είχαν δεχθεί την πτήση της 11ης Σεπτεμβρίου 2016. Εξάλλου, η Blue Air υποστήριξε ότι, αν οι ενάγοντες της κύριας δίκης είχαν ζητήσει εναλλακτική πτήση, θα είχε αναζητήσει μια πτήση που να τους επιτρέψει να φθάσουν στον προορισμό τους.

22

Το Judecătoria Bacău (μονομελές πρωτοδικείο Μπακάου) δέχθηκε εν μέρει την αγωγή, υποχρεώνοντας την Blue Air να καταβάλει σε καθέναν από τους ενάγοντες της κύριας δίκης 400 ευρώ προς ικανοποίηση της ηθικής βλάβης τους και απορρίπτοντας τα λοιπά αιτήματά τους.

23

Τόσο οι ενάγοντες της κύριας δίκης όσο και η Blue Air άσκησαν έφεση κατά της αποφάσεως του Judecătoria Bacău (μονομελούς πρωτοδικείου Μπακάου) ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου, το οποίο κρίνει αναγκαίο να διευκρινιστούν ορισμένες πτυχές της ερμηνείας των άρθρων 4, 7, 8 και 12 του κανονισμού 261/2004.

24

Υπό τις συνθήκες αυτές, το Tribunalul Bacău (πρωτοδικείο Μπακάου, Ρουμανία) αποφάσισε να αναστείλει την ενώπιόν του διαδικασία και να υποβάλει στο Δικαστήριο τα ακόλουθα προδικαστικά ερωτήματα:

«1)

Έχει το ποσό των 400 ευρώ, που προβλέπεται στο άρθρο 7, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, του κανονισμού 261/2004, ως σκοπό να αποκαταστήσει πρωτίστως την περιουσιακή ζημία, ενώ η ηθική βλάβη πρέπει να αξιολογηθεί βάσει του άρθρου 12 του ίδιου κανονισμού, ή μήπως το ως άνω άρθρο 7, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, καλύπτει πρωτίστως την ηθική βλάβη, ενώ η περιουσιακή ζημία διέπεται από τις διατάξεις του ως άνω άρθρου 12;

2)

Εμπίπτει το ποσό που αντιστοιχεί σε απώλεια μισθού και υπερβαίνει το ποσό των 400 ευρώ που προβλέπεται στο άρθρο 7, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, του κανονισμού 261/2004 στην έννοια της “περαιτέρω αποζημίωσης” που προβλέπεται στο άρθρο 12 του εν λόγω κανονισμού;

3)

Δυνάμει του άρθρου 12, [παράγραφος 1,] δεύτερη περίοδος, του κανονισμού 261/2004, “[η] χορηγούμενη δυνάμει του παρόντος κανονισμού αποζημίωση μπορεί να εκπίπτει από την τυχόν περαιτέρω αποζημίωση”. Πρέπει το άρθρο αυτό να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι αφήνει στη διακριτική εξουσία του εθνικού δικαστή την έκπτωση του ποσού που προβλέπεται στο άρθρο 7, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, του κανονισμού 261/2004 από την περαιτέρω αποζημίωση, ή μήπως είναι υποχρεωτική η έκπτωση αυτή;

4)

Στην περίπτωση κατά την οποία η έκπτωση του ποσού δεν είναι υποχρεωτική, ποια είναι τα στοιχεία βάσει των οποίων ο εθνικός δικαστής αποφασίζει αν θα εκπέσει το ποσό που προβλέπεται στο άρθρο 7, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, του κανονισμού 261/2004 από την περαιτέρω αποζημίωση;

5)

Πρέπει η ζημία που προκλήθηκε από την απώλεια μισθού, εξαιτίας του γεγονότος ότι ο εργαζόμενος δεν κατάφερε να εμφανιστεί στην εργασία του λόγω της καθυστερημένης άφιξης στον προορισμό του κατόπιν μεταφοράς με άλλη πτήση ή άλλο μεταφορικό μέσο, να αξιολογηθεί υπό το πρίσμα της εκπλήρωσης των υποχρεώσεων που προβλέπονται στο άρθρο 8 του κανονισμού 261/2004 ή των υποχρεώσεων που προβλέπονται στο άρθρο 12 σε συνδυασμό με το άρθρο 4 του ως άνω κανονισμού;

6)

Περιλαμβάνει η υποχρέωση του αερομεταφορέα για την παροχή βοήθειας δυνάμει του άρθρου 4, παράγραφος 3, και του άρθρου 8 του κανονισμού 261/2004 την παροχή πλήρους πληροφόρησης στον επιβάτη για όλες τις επιλογές [μεταφοράς με άλλη πτήση ή άλλο μεταφορικό μέσο], όπως προβλέπονται στο άρθρο 8, παράγραφος 1, στοιχεία αʹ, βʹ και γʹ, του κανονισμού 261/2004;

7)

Ποιος φέρει, για τους σκοπούς του άρθρου 8 του κανονισμού 261/2004, το βάρος να αποδείξει ότι η μεταφορά με άλλη πτήση ή άλλο μεταφορικό μέσο πραγματοποιήθηκε το συντομότερο δυνατό;

8)

Υποχρεώνει ο κανονισμός 261/2004 τους επιβάτες να αναζητήσουν άλλες πτήσεις για τον προορισμό τους και να ζητήσουν από την αεροπορική εταιρία να βρει διαθέσιμες θέσεις στις πτήσεις αυτές ή οφείλει η αεροπορική εταιρία να αναζητήσει αυτεπαγγέλτως την πιο συμφέρουσα για τον επιβάτη επιλογή για να τον μεταφέρει στον προορισμό του;

9)

Ασκεί ουσιώδη επιρροή στον προσδιορισμό των ζημιών που υπέστησαν οι επιβάτες το γεγονός ότι αυτοί αποδέχθηκαν την πρόταση της αεροπορικής εταιρίας να τους παράσχει μια πτήση για την 11η Σεπτεμβρίου 2016, καίτοι μπορούσαν να υποθέσουν ότι δεν θα τους καταβάλλονταν αποδοχές για το χρονικό διάστημα απουσίας από την εργασία τους;»

Επί των προδικαστικών ερωτημάτων

Επί του πρώτου, του δευτέρου, του πέμπτου και του ενάτου ερωτήματος

25

Με το πρώτο, το δεύτερο, το πέμπτο και το ένατο προδικαστικό ερώτημα, τα οποία πρέπει να συνεξεταστούν, το αιτούν δικαστήριο ζητεί, κατ’ ουσίαν, να διευκρινιστεί αν το άρθρο 7, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, του κανονισμού 261/2004 πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι το προβλεπόμενο στη διάταξη αυτή ποσό αποσκοπεί στην αποκατάσταση ζημίας όπως η απώλεια μισθού ή αν μια τέτοια ζημία μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο της περαιτέρω αποζημίωσης του άρθρου 12, παράγραφος 1, του ως άνω κανονισμού. Ζητεί, εξάλλου, να διευκρινιστεί πώς πρέπει να προσδιοριστεί η ζημία αυτή βάσει του εν λόγω κανονισμού.

26

Επισημαίνεται προεισαγωγικώς ότι ο κανονισμός 261/2004 αποβλέπει στην εξασφάλιση υψηλού επιπέδου προστασίας των επιβατών αεροπορικών μεταφορών, ανεξαρτήτως του εάν αντιμετωπίζουν άρνηση επιβιβάσεως, ματαίωση πτήσεως ή μεγάλη καθυστέρηση, καθότι όλοι υφίστανται παρόμοια σοβαρή αναστάτωση και ταλαιπωρία που συνδέεται με τις αερομεταφορές (απόφαση της 19ης Νοεμβρίου 2009, Sturgeon κ.λπ., C-402/07, EU:C:2009:716, σκέψη 44).

27

Στο πλαίσιο αυτό, πρώτον, το άρθρο 7, παράγραφος 1, του κανονισμού 261/2004 προβλέπει αποζημίωση των επιβατών, το ύψος της οποίας ποικίλλει, ιδίως, ανάλογα με την απόσταση της πτήσεως. Ειδικότερα, το ως άνω άρθρο 7, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, προβλέπει αποζημίωση ύψους 400 ευρώ για όλες τις ενδοκοινοτικές πτήσεις άνω των 1500 χιλιομέτρων και για όλες τις άλλες πτήσεις μεταξύ 1500 και 3500 χιλιομέτρων.

28

Όσον αφορά τα ποσά τα οποία καθορίζει το άρθρο 7, παράγραφος 1, του κανονισμού 261/2004, τα ποσά αυτά αποσκοπούν στην αποκατάσταση, με τυποποιημένο και άμεσο τρόπο, των ζημιών που συνίστανται στην ταλαιπωρία την οποία προκαλεί, μεταξύ άλλων, όπως συμβαίνει στην υπόθεση της κύριας δίκης, η άρνηση επιβίβασης κατά την αεροπορική μεταφορά επιβατών, χωρίς αυτοί να είναι αναγκασμένοι να υποστούν την επιβάρυνση που εκ φύσεως συνεπάγεται η άσκηση αγωγής αποζημίωσης ενώπιον των αρμοδίων δικαστηρίων (βλ., κατ’ αναλογίαν, απόφαση της 10ης Ιανουαρίου 2006, IATA και ELFAA, C-344/04, EU:C:2006:10, σκέψη 45).

29

Ειδικότερα, από αυτό καθαυτό το γράμμα του άρθρου 4, παράγραφος 3, του κανονισμού 261/2004, το οποίο παραπέμπει στο άρθρο 7 του ίδιου κανονισμού, προκύπτει υποχρέωση του οικείου αερομεταφορέα να αποζημιώσει αμέσως τους επιβάτες στους οποίους αρνήθηκε την επιβίβαση παρά τη θέλησή τους.

30

Τα ως άνω κατ’ αποκοπήν ποσά έχουν σκοπό την αποκατάσταση μόνο των ζημιών που είναι σχεδόν πανομοιότυπες για όλους τους ενδιαφερόμενους επιβάτες (βλ., κατ’ αναλογίαν, αποφάσεις της 10ης Ιανουαρίου 2006, IATA και ELFAA, C-344/04, EU:C:2006:10, σκέψη 43, καθώς και της 23ης Οκτωβρίου 2012, Nelson κ.λπ., C-581/10 και C‑629/10, EU:C:2012:657, σκέψη 52).

31

Αντιθέτως, ούτε το άρθρο 7, παράγραφος 1, του κανονισμού 261/2004 ούτε ο κανονισμός αυτός στο σύνολό του προβλέπουν την αποκατάσταση των ατομικών ζημιών που είναι σύμφυτες προς τον λόγο της μετακινήσεως των ενδιαφερόμενων επιβατών, των οποίων η αποκατάσταση προϋποθέτει την κατά περίπτωση εκτίμηση της εκτάσεως της προκληθείσας βλάβης και για τις οποίες, επομένως, η αποζημίωση μπορεί να υπολογιστεί μόνον εκ των υστέρων και κατά τρόπο εξατομικευμένο (πρβλ. απόφαση της 10ης Ιανουαρίου 2006, IATA και ELFAA, C-344/04, EU:C:2006:10, σκέψη 43).

32

Στην υπόθεση της κύριας δίκης, οι ενάγοντες της κύριας δίκης υπέστησαν, κατόπιν άρνησης επιβίβασης, απώλεια μισθού οφειλόμενη στην αδυναμία τους να παρουσιαστούν στη θέση εργασίας τους λόγω καθυστερημένης άφιξης στον προορισμό τους.

33

Πλην όμως μια τέτοια απώλεια μισθού πρέπει να θεωρηθεί ατομική ζημία η οποία είναι σύμφυτη προς την ιδιαίτερη κατάσταση των ενδιαφερόμενων επιβατών, επιβάλλει δε την κατά περίπτωση εκτίμηση της εκτάσεως της κατ’ αυτόν τον τρόπο προκληθείσας βλάβης.

34

Κατά συνέπεια, μια τέτοια ζημία δεν εμπίπτει στην κατ’ αποκοπήν αποζημίωση του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, του κανονισμού 261/2004.

35

Δεύτερον, επισημαίνεται ότι, κατά το άρθρο 12, παράγραφος 1, πρώτη περίοδος, του κανονισμού 261/2004, o κανονισμός αυτός δεν θίγει τα δικαιώματα του επιβάτη για περαιτέρω αποζημίωση.

36

Από το ως άνω γράμμα προκύπτει ότι ο κανονισμός 261/2004 δεν αποκλείει τη δυνατότητα του θιγέντος επιβάτη να αποζημιωθεί για ζημία που αφορά ειδικώς τον ίδιο και η οποία εκτιμάται ατομικά και εκ των υστέρων, στο μέτρο που το εθνικό ή το διεθνές δίκαιο τού παρέχουν δικαίωμα τέτοιας αποζημίωσης, υπό την προϋπόθεση ότι πρόκειται για περαιτέρω αποζημίωση σε σχέση με την κατ’ αποκοπήν αποζημίωση την οποία προβλέπει ο ως άνω κανονισμός.

37

Πλην όμως η αποζημίωση πρέπει να θεωρείται περαιτέρω αποζημίωση, κατά την έννοια του άρθρου 12, παράγραφος 1, του κανονισμού 261/2004, όταν το δικαίωμα αποζημίωσης απορρέει από μια από τις περιπτώσεις τις οποίες προβλέπει το άρθρο 1, παράγραφος 1, του ως άνω κανονισμού και στις οποίες οφείλεται η ταλαιπωρία για την οποία καταβάλλεται άμεση και τυποποιημένη αποζημίωση βάσει του εν λόγω κανονισμού.

38

Εν προκειμένω, δεν αμφισβητείται ότι η απώλεια μισθού, αφενός, αφορά ειδικώς τους ενάγοντες της κύριας δίκης, πρέπει δε να εκτιμηθεί ατομικά και εκ των υστέρων και, αφετέρου, οφείλεται σε άρνηση επιβίβασης παρά τη θέληση των εν λόγω προσώπων, η οποία προκάλεσε ταλαιπωρία που επάγεται την άμεση και τυποποιημένη αποζημίωσή τους βάσει του κανονισμού 261/2004.

39

Υπό τις συνθήκες αυτές, μια τέτοια απώλεια μισθού πρέπει να θεωρείται ζημία για την οποία μπορεί να καταβληθεί η περαιτέρω αποζημίωση του άρθρου 12, παράγραφος 1, του κανονισμού 261/2004.

40

Τρίτον, όπως προκύπτει από τη σκέψη 31 της παρούσας αποφάσεως, δεδομένου ότι ο κανονισμός 261/2004 δεν προβλέπει την αποκατάσταση των εξατομικευμένων ζημιών όπως η απώλεια μισθού, στο αιτούν δικαστήριο εναπόκειται να καθορίσει και να εκτιμήσει τα διάφορα συστατικά στοιχεία της ζημίας αυτής, περιλαμβανομένης, ενδεχομένως, της συμπεριφοράς των θιγέντων επιβατών, καθώς και την έκταση της αποζημίωσης για την εν λόγω ζημία, στηριζόμενο στην κατάλληλη νομική βάση.

41

Λαμβανομένων υπόψη των ανωτέρω, στο πρώτο, το δεύτερο, το πέμπτο και το ένατο προδικαστικό ερώτημα πρέπει να δοθεί η απάντηση, πρώτον, ότι το άρθρο 7, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, του κανονισμού 261/2004 πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι το προβλεπόμενο στη διάταξη αυτή ποσό δεν αποσκοπεί στην αποκατάσταση ζημίας όπως η απώλεια μισθού, δεύτερον, ότι για τη ζημία αυτή μπορεί να καταβληθεί η περαιτέρω αποζημίωση του άρθρου 12, παράγραφος 1, του ως άνω κανονισμού και, τρίτον, ότι στο αιτούν δικαστήριο εναπόκειται να καθορίσει και να εκτιμήσει τα διάφορα συστατικά στοιχεία της εν λόγω ζημίας, καθώς και την έκταση της αποζημίωσης για τη ζημία αυτή, στηριζόμενο στην κατάλληλη νομική βάση.

Επί του τρίτου και του τετάρτου ερωτήματος

42

Με το τρίτο και το τέταρτο προδικαστικό ερώτημα, τα οποία πρέπει να συνεξεταστούν, το αιτούν δικαστήριο ζητεί, κατ’ ουσίαν, να διευκρινιστεί αν ο κανονισμός 261/2004 και ιδίως το άρθρο 12, παράγραφος 1, δεύτερη περίοδος, του κανονισμού αυτού πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι επιτρέπει στο αρμόδιο εθνικό δικαστήριο να εκπέσει τη χορηγούμενη δυνάμει του άνω κανονισμού αποζημίωση από την περαιτέρω αποζημίωση αλλά δεν το υποχρεώνει να προβεί στην έκπτωση αυτή. Εξάλλου, το αιτούν δικαστήριο διερωτάται ποιες είναι οι προϋποθέσεις βάσει των οποίων το αρμόδιο εθνικό δικαστήριο μπορεί να προβεί στην ως άνω έκπτωση.

43

Συναφώς, το άρθρο 12, παράγραφος 1, δεύτερη περίοδος, του κανονισμού 261/2004 προβλέπει ότι η χορηγούμενη δυνάμει του ως άνω κανονισμού αποζημίωση μπορεί να εκπίπτει από την περαιτέρω αποζημίωση.

44

Επομένως, από το σαφές αυτό γράμμα προκύπτει ότι το άρθρο 12, παράγραφος 1, δεύτερη περίοδος, του κανονισμού 261/2004 δεν επιβάλλει την έκπτωση αυτή, ενώ παράλληλα δεν αντιτίθεται στην τυχόν πραγματοποίησή της.

45

Ειδικότερα, όπως αναφέρθηκε στις σκέψεις 35 και 36 της παρούσας αποφάσεως, το εθνικό ή το διεθνές δίκαιο μπορούν να παρέχουν στον ενδιαφερόμενο επιβάτη δικαίωμα περαιτέρω αποζημίωσης, ενώ ο κανονισμός 261/2004, όπως προκύπτει από το άρθρο του 12, παράγραφος 1, πρώτη περίοδος, δεν θίγει το δικαίωμα αυτό.

46

Εξάλλου, από τον συνδυασμό των δύο περιόδων του άρθρου 12, παράγραφος 1, του κανονισμού 261/2004 προκύπτει ότι ο κανονισμός αυτός δεν μπορεί να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι τάσσει οιεσδήποτε προϋποθέσεις που μπορούν να περιορίσουν την εξουσία του αρμόδιου εθνικού δικαστηρίου να προβεί σε τυχόν έκπτωση της αποζημίωσης την οποία χορηγεί ο κανονισμός αυτός από περαιτέρω αποζημίωση. Επομένως, η ύπαρξη τέτοιων προϋποθέσεων είναι ασυμβίβαστη προς το άρθρο 12, παράγραφος 1, δεύτερη περίοδος, του εν λόγω κανονισμού.

47

Λαμβανομένων υπόψη των ανωτέρω, στο τρίτο και στο τέταρτο ερώτημα πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι ο κανονισμός 261/2004, και ιδίως το άρθρο 12, παράγραφος 1, δεύτερη περίοδος, του κανονισμού αυτού, πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι επιτρέπει στο αρμόδιο εθνικό δικαστήριο να εκπέσει τη χορηγούμενη δυνάμει του ως άνω κανονισμού αποζημίωση από την περαιτέρω αποζημίωση αλλά δεν το υποχρεώνει να προβεί στην έκπτωση αυτή, ο δε κανονισμός αυτός δεν τάσσει στο αρμόδιο εθνικό δικαστήριο προϋποθέσεις βάσει των οποίων μπορεί να προβεί στην ως άνω έκπτωση.

Επί του έκτου και του ογδόου ερωτήματος

48

Με το έκτο και το όγδοο ερώτημα, τα οποία πρέπει να συνεξεταστούν, το αιτούν δικαστήριο ζητεί, κατ’ ουσίαν, να διευκρινιστεί αν το άρθρο 4, παράγραφος 3, του κανονισμού 261/2004, σε συνδυασμό με το άρθρο 8, παράγραφος 1, του ως άνω κανονισμού, πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι υποχρεώνει τον πραγματικό αερομεταφορέα να παράσχει στους ενδιαφερόμενους επιβάτες πλήρη στοιχεία ως προς όλες τις δυνατότητες που προβλέπει η δεύτερη από τις διατάξεις αυτές ή αν η διάταξη αυτή υποχρεώνει επίσης τους ενδιαφερόμενους επιβάτες να συμβάλουν ενεργά στην αναζήτηση των σχετικών πληροφοριών.

49

Συναφώς, καταρχάς, το άρθρο 4, παράγραφος 3, του κανονισμού 261/2004 προβλέπει μεταξύ άλλων ότι, αν ο πραγματικός αερομεταφορέας αρνείται σε επιβάτες την επιβίβαση παρά τη θέλησή τους, πρέπει να τους παρέχει βοήθεια σύμφωνα με το άρθρο 8 του ως άνω κανονισμού.

50

Εν συνεχεία, το άρθρο 8 του κανονισμού 261/2004, που φέρει τον τίτλο «Δικαίωμα επιστροφής χρημάτων ή μεταφοράς με άλλη πτήση ή άλλο μεταφορικό μέσο», ορίζει, στην παράγραφο 1, ότι παρέχεται στον επιβάτη η δυνατότητα να επιλέξει μεταξύ τριών δυνατοτήτων που καθορίζονται ειδικότερα στη διάταξη αυτή, ήτοι, κατ’ ουσίαν, πρώτον, της επιστροφής του αντιτίμου του εισιτηρίου και, ενδεχομένως, πτήσης επιστροφής στο αρχικό σημείο αναχώρησής του το νωρίτερο δυνατόν, δεύτερον, της μεταφοράς του με άλλη πτήση ή άλλο μεταφορικό μέσο, υπό συγκρίσιμες συνθήκες μεταφοράς, στον τελικό του προορισμό, το νωρίτερο δυνατόν, και, τρίτον, της μεταφοράς του με άλλη πτήση ή άλλο μεταφορικό μέσο, υπό συγκρίσιμες συνθήκες μεταφοράς, στον προορισμό αυτόν άλλη ημέρα που τον εξυπηρετεί, εφόσον υπάρχει διαθεσιμότητα θέσεων.

51

Εξάλλου, η αιτιολογική σκέψη 10 του κανονισμού 261/2004 συνοψίζει κατά το ουσιώδες μέρος της την εν λόγω δυνατότητα επιλογής, επισημαίνοντας ότι οι επιβάτες στους οποίους επιβάλλεται παρά τη θέλησή τους άρνηση επιβίβασης θα πρέπει να είναι σε θέση είτε να ματαιώνουν την πτήση τους, με επιστροφή του αντιτίμου του εισιτηρίου τους, είτε να τη συνεχίζουν υπό ικανοποιητικές συνθήκες.

52

Τέλος, από την αιτιολογική σκέψη 20 του κανονισμού 261/2004 προκύπτει, μεταξύ άλλων, ότι οι επιβάτες στους οποίους έχει αντιταχθεί άρνηση επιβίβασης θα πρέπει να ενημερώνονται πλήρως για τα δικαιώματά τους ώστε να μπορούν να τα ασκούν πραγματικά.

53

Από τον συνδυασμό του συνόλου των διατάξεων αυτών και των αιτιολογικών σκέψεων του κανονισμού 261/2004 προκύπτει, πρώτον, ότι ο αερομεταφορέας ο οποίος αρνήθηκε σε επιβάτες την επιβίβαση οφείλει να τους παράσχει βοήθεια, ιδίως προσφέροντάς τους δυνατότητα επιλογής, όπως προβλέπει το άρθρο 8, παράγραφος 1, του ως άνω κανονισμού στα στοιχεία αʹ, βʹ και γʹ.

54

Από τον ως άνω συνδυασμό προκύπτει, δεύτερον, ότι στο πλαίσιο μιας τέτοιας προσφοράς πρέπει να παρέχονται στους επιβάτες στους οποίους αντιτάχθηκε άρνηση επιβίβασης οι αναγκαίες πληροφορίες ώστε να έχουν τη δυνατότητα να προβούν σε αποτελεσματική επιλογή, προκειμένου είτε να ματαιώσουν την πτήση τους με επιστροφή του αντιτίμου του εισιτηρίου τους είτε να συνεχίσουν τη μεταφορά τους προς τον τελικό προορισμό τους υπό συγκρίσιμες συνθήκες μεταφοράς, το νωρίτερο δυνατόν ή άλλη ημέρα.

55

Εξ αυτού συνάγεται, τρίτον, ότι, καθόσον ο επιβάτης στον οποίο αντιτάχθηκε άρνηση επιβίβασης δικαιούται βοήθεια εκ μέρους του οικείου αερομεταφορέα, περιλαμβανομένου του δικαιώματος να του παρασχεθούν τα αναγκαία στοιχεία ώστε να μπορέσει να προβεί σε αποτελεσματική και ενημερωμένη επιλογή, το δικαίωμα αυτό δεν μπορεί να συνεπάγεται οποιαδήποτε υποχρέωση του εν λόγω επιβάτη να συμβάλει ενεργά στην αναζήτηση των δεδομένων που πρέπει να περιλαμβάνει η προσφορά του μεταφορέα αυτού.

56

Λαμβανομένων υπόψη των ανωτέρω, στο έκτο και στο όγδοο ερώτημα πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι το άρθρο 4, παράγραφος 3, του κανονισμού 261/2004, σε συνδυασμό με το άρθρο 8, παράγραφος 1, του ως άνω κανονισμού, πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι υποχρεώνει τον πραγματικό αερομεταφορέα να παράσχει στους ενδιαφερόμενους επιβάτες πλήρη στοιχεία ως προς όλες τις δυνατότητες που προβλέπει η δεύτερη από τις διατάξεις αυτές, οι δε ενδιαφερόμενοι επιβάτες δεν έχουν καμία υποχρέωση να συμβάλουν ενεργά στην αναζήτηση των σχετικών πληροφοριών.

Επί του εβδόμου ερωτήματος

57

Με το έβδομο προδικαστικό ερώτημα, το αιτούν δικαστήριο ζητεί, κατ’ ουσίαν, να διευκρινιστεί αν το άρθρο 8, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, του κανονισμού 261/2004 πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι, για τους σκοπούς της διατάξεως αυτής, ο πραγματικός αερομεταφορέας φέρει το βάρος να αποδείξει ότι η μεταφορά με άλλη πτήση ή άλλο μεταφορικό μέσο πραγματοποιήθηκε το νωρίτερο δυνατόν ή αν η διάταξη αυτή πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι το βάρος αυτό φέρουν οι ενδιαφερόμενοι επιβάτες.

58

Όπως προκύπτει από τις σκέψεις 53 και 54 της παρούσας αποφάσεως, ο αερομεταφορέας ο οποίος αρνήθηκε σε επιβάτες την επιβίβαση υποχρεούται να τους παράσχει βοήθεια ώστε να είναι σε θέση να προβούν σε αποτελεσματική και ενημερωμένη επιλογή μεταξύ των διαφόρων δυνατοτήτων που το άρθρο 8, παράγραφος 1, του ως άνω κανονισμού καθορίζει ειδικότερα υπό τα στοιχεία αʹ, βʹ και γʹ.

59

Συνεπώς, ο πραγματικός αερομεταφορέας οφείλει να προσφέρει στους ενδιαφερόμενους επιβάτες και την εναλλακτική επιλογή της μεταφοράς με άλλη πτήση ή άλλο μεταφορικό μέσο στον τελικό προορισμό τους, υπό συγκρίσιμες συνθήκες μεταφοράς και το νωρίτερο δυνατόν, σύμφωνα με το άρθρο 8, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, του κανονισμού 261/2004.

60

Προβαίνοντας σε συγκεκριμένη προσφορά, ο πραγματικός αερομεταφορέας πρέπει να λάβει υπόψη και να συνδυάσει περισσότερα κρίσιμα στοιχεία τα οποία καθορίζουν την προσφορά αυτή, ιδίως την ώρα άφιξης στον τελικό προορισμό κατά το πέρας της σχεδιαζόμενης μεταφοράς με άλλη πτήση ή άλλο μεταφορικό μέσο, τις συνθήκες υπό τις οποίες μπορεί να πραγματοποιηθεί η σχεδιαζόμενη μεταφορά με άλλη πτήση ή άλλο μεταφορικό μέσο καθώς και το αν η επίμαχη μεταφορά με άλλη πτήση ή άλλο μεταφορικό μέσο μπορεί να πραγματοποιηθεί από τον ίδιο ή απαιτεί τη βοήθεια άλλου αερομεταφορέα, ενδεχομένως ανάλογα με τα διαθέσιμα μέσα του τελευταίου αυτού αερομεταφορέα.

61

Η δε ευθύνη που βαρύνει τον οικείο αερομεταφορέα να προσφέρει και να διοργανώσει μεταφορά με άλλη πτήση ή άλλο μεταφορικό μέσο κατά το άρθρο 8, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, του κανονισμού 261/2004 συνεπάγεται και το βάρος να αποδείξει ότι η κατ’ αυτόν τον τρόπο διοργανωθείσα μεταφορά με άλλη πτήση ή άλλο μεταφορικό μέσο πραγματοποιήθηκε το νωρίτερο δυνατόν.

62

Λαμβανομένων υπόψη των ανωτέρω, στο έβδομο ερώτημα πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι το άρθρο 8, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, του κανονισμού 261/2004 πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι, για τους σκοπούς της διατάξεως αυτής, ο πραγματικός αερομεταφορέας φέρει το βάρος να αποδείξει ότι η μεταφορά με άλλη πτήση ή άλλο μεταφορικό μέσο πραγματοποιήθηκε το νωρίτερο δυνατόν.

Επί των δικαστικών εξόδων

63

Δεδομένου ότι η παρούσα διαδικασία έχει ως προς τους διαδίκους της κύριας δίκης τον χαρακτήρα παρεμπίπτοντος που ανέκυψε ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου, σ’ αυτό εναπόκειται να αποφανθεί επί των δικαστικών εξόδων. Τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκαν όσοι υπέβαλαν παρατηρήσεις στο Δικαστήριο, πλην των ως άνω διαδίκων, δεν αποδίδονται.

 

Για τους λόγους αυτούς, το Δικαστήριο (όγδοο τμήμα) αποφαίνεται:

 

1)

Πρώτον, το άρθρο 7, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, του κανονισμού (ΕΚ) 261/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Φεβρουαρίου 2004, για τη θέσπιση κοινών κανόνων αποζημίωσης των επιβατών αεροπορικών μεταφορών και παροχής βοήθειας σε αυτούς σε περίπτωση άρνησης επιβίβασης και ματαίωσης ή μεγάλης καθυστέρησης της πτήσης και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 295/91, πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι το προβλεπόμενο στη διάταξη αυτή ποσό δεν αποσκοπεί στην αποκατάσταση ζημίας όπως η απώλεια μισθού, δεύτερον, ότι για τη ζημία αυτή μπορεί να καταβληθεί η περαιτέρω αποζημίωση του άρθρου 12, παράγραφος 1, του κανονισμού 261/2004 και, τρίτον, ότι στο αιτούν δικαστήριο εναπόκειται να καθορίσει και να εκτιμήσει τα διάφορα συστατικά στοιχεία της εν λόγω ζημίας, καθώς και την έκταση της αποζημίωσης για τη ζημία αυτή, στηριζόμενο στην κατάλληλη νομική βάση.

 

2)

Ο κανονισμός 261/2004, και ιδίως το άρθρο 12, παράγραφος 1, δεύτερη περίοδος, του κανονισμού αυτού, πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι επιτρέπει στο αρμόδιο εθνικό δικαστήριο να εκπέσει τη χορηγούμενη δυνάμει του ως άνω κανονισμού αποζημίωση από την περαιτέρω αποζημίωση αλλά δεν το υποχρεώνει να προβεί στην έκπτωση αυτή, ο δε κανονισμός αυτός δεν τάσσει στο αρμόδιο εθνικό δικαστήριο προϋποθέσεις βάσει των οποίων μπορεί να προβεί στην ως άνω έκπτωση.

 

3)

Το άρθρο 4, παράγραφος 3, του κανονισμού 261/2004, σε συνδυασμό με το άρθρο 8, παράγραφος 1, του ως άνω κανονισμού, πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι υποχρεώνει τον πραγματικό αερομεταφορέα να παράσχει στους ενδιαφερόμενους επιβάτες πλήρη στοιχεία ως προς όλες τις δυνατότητες που προβλέπει η δεύτερη από τις διατάξεις αυτές, οι δε ενδιαφερόμενοι επιβάτες δεν έχουν καμία υποχρέωση να συμβάλουν ενεργά στην αναζήτηση των σχετικών πληροφοριών.

 

4)

Το άρθρο 8, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, του κανονισμού 261/2004 πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι, για τους σκοπούς της διατάξεως αυτής, ο πραγματικός αερομεταφορέας φέρει το βάρος να αποδείξει ότι η μεταφορά με άλλη πτήση ή άλλο μεταφορικό μέσο πραγματοποιήθηκε το νωρίτερο δυνατόν.

 

(υπογραφές)


( *1 ) Γλώσσα διαδικασίας: η ρουμανική.