ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ

HENRIK SAUGMANDSGAARD ØE

της 28ης Μαρτίου 2019 ( 1 )

Υπόθεση C‑163/18

HQ,

IP, νομίμως εκπροσωπούμενος από τον HQ,

JO

κατά

Aegean Airlines SA

[αίτηση του rechtbank Noord‑Nederland
(πρωτοδικείου Noord‑Nederland, Κάτω Χώρες)
για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως]

«Προδικαστική παραπομπή – Αεροπορικές μεταφορές – Κανονισμός (ΕΚ) 261/2004 – Κοινοί κανόνες αποζημιώσεως των επιβατών και παροχής βοήθειας σε αυτούς σε περίπτωση αρνήσεως επιβιβάσεως και ματαιώσεως ή μεγάλης καθυστερήσεως της πτήσεως – Άρθρο 8, παράγραφος 2 – Δικαίωμα επιστροφής χρημάτων – Οδηγία 90/314/ΕΟΚ – Οργανωμένο ταξίδι – Ματαίωση της πτήσεως – Πτώχευση του διοργανωτή ταξιδίων – Δικαίωμα επιστροφής του αντιτίμου του αεροπορικού εισιτηρίου από τον αερομεταφορέα»

I. Εισαγωγή

1.

Η αίτηση προδικαστικής αποφάσεως που υπέβαλε το rechtbank Noord‑Nederland (πρωτοδικείο Noord‑Nederland, Κάτω Χώρες) αφορά την ερμηνεία του άρθρου 8, παράγραφος 2, του κανονισμού (ΕΚ) 261/2004 ( 2 ), ο οποίος αναγνωρίζει εναρμονισμένα δικαιώματα στους επιβάτες σε περίπτωση ματαιώσεως της πτήσεώς τους, σε συνδυασμό με τις διατάξεις της οδηγίας 90/314/ΕΟΚ ( 3 ), η οποία αφορά τα δικαιώματα των καταναλωτών που αγόρασαν οργανωμένο ταξίδι.

2.

Η αίτηση αυτή υποβλήθηκε στο πλαίσιο διαφοράς μεταξύ περισσοτέρων επιβατών και ενός αερομεταφορέα, σχετικά με την επιστροφή του αντιτίμου αεροπορικών εισιτηρίων την οποία ζήτησαν οι ενδιαφερόμενοι κατόπιν ματαιώσεως πτήσεως που αποτελούσε μέρος του οργανωμένου ταξιδίου το οποίο είχαν αγοράσει από άλλη εταιρία. Δεδομένου ότι δεν μπόρεσαν να επιτύχουν την επιστροφή του αντιτίμου από τον ως άνω διοργανωτή του ταξιδίου, λόγω πτωχεύσεώς του, οι ενάγοντες της κύριας δίκης υποστηρίζουν ότι ο υπεύθυνος για τη ματαιωθείσα πτήση αερομεταφορέας οφείλει, στην περίπτωση αυτή, να τους αποζημιώσει.

3.

Για τους λόγους που εκθέτω στις παρούσες προτάσεις, εκτιμώ ότι το άρθρο 8, παράγραφος 2, του κανονισμού 261/2004 έχει την έννοια ότι επιβάτης ο οποίος έχει δικαίωμα επιστροφής του αντιτίμου αεροπορικού εισιτηρίου έναντι του διοργανωτή του οργανωμένου ταξιδίου του, βάσει των εθνικών διατάξεων που μετέφεραν στο εσωτερικό δίκαιο την οδηγία 90/314, δεν έχει τη δυνατότητα να αξιώσει την επιστροφή αυτή από τον πραγματικό αερομεταφορέα, βάσει του ως άνω κανονισμού, έστω και αν ο εν λόγω διοργανωτής δεν είναι από οικονομικής απόψεως σε θέση να επιστρέψει το αντίτιμο του εισιτηρίου και παρέβη την υποχρέωσή του να συστήσει τις προβλεπόμενες από την οδηγία αυτή εγγυήσεις ώστε να διασφαλίσει την εν λόγω επιστροφή χρημάτων.

II. Το νομικό πλαίσιο

Α.   Η οδηγία 90/314

4.

Κατά το άρθρο 1 της οδηγίας 90/314, σκοπός της «είναι η προσέγγιση των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων των κρατών μελών σχετικά με τα οργανωμένα ταξίδια και τις οργανωμένες διακοπές και περιηγήσεις που πωλούνται ή προσφέρονται προς πώληση στο έδαφος της Κοινότητας».

5.

Το άρθρο 4, παράγραφος 6, στοιχείο βʹ, της οδηγίας αυτής προβλέπει ότι, «[σ]ε περίπτωση που […], για οιονδήποτε λόγο, άνευ υπαιτιότητας του καταναλωτή, ο διοργανωτής ματαιώσει το οργανωμένο ταξίδι πριν από τη συμφωνηθείσα ημερομηνία αναχώρησης, ο καταναλωτής δικαιούται […] να ζητήσει την επιστροφή το συντομότερο δυνατό των καταβληθέντων από αυτόν ποσών βάσει της σύμβασης».

6.

Δυνάμει του άρθρου 5, παράγραφος 1, της εν λόγω οδηγίας, «[τ]α κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα ώστε ο διοργανωτής ή/και ο πωλητής, που είναι συμβαλλόμενα μέρη στη σύμβαση, να φέρουν ευθύνη έναντι του καταναλωτή για την καλή εκπλήρωση των υποχρεώσεων που απορρέουν από την εν λόγω σύμβαση, ασχέτως του αν οι υποχρεώσεις αυτές πρόκειται να εκτελεσθούν από τους ίδιους ή από άλλους παρέχοντες υπηρεσίες, και με την επιφύλαξη του δικαιώματος του διοργανωτή ή/και του πωλητή να στραφεί κατ’ αυτών των παρεχόντων υπηρεσίες».

7.

Κατά το άρθρο 7 της ίδιας οδηγίας, «[ο] διοργανωτής ή/και ο πωλητής, που είναι συμβαλλόμενα μέρη στη σύμβαση, αποδεικνύουν ότι διαθέτουν επαρκείς εγγυήσεις κατάλληλες να εξασφαλίσουν, σε περίπτωση αφερεγγυότητας ή πτώχευσης, την επιστροφή των καταβληθέντων και τον επαναπατρισμό του καταναλωτή».

8.

Η οδηγία 90/314 καταργήθηκε την 1η Ιουλίου 2018 από την οδηγία (ΕΕ) 2015/2302 ( 4 ), σύμφωνα με το άρθρο 29 της δεύτερης αυτής οδηγίας. Πάντως, λαμβανομένης υπόψη της ημερομηνίας των πραγματικών περιστατικών της διαφοράς της κύριας δίκης, εφαρμοστέα εν προκειμένω είναι η οδηγία 90/314.

Β.   Ο κανονισμός 261/2004

9.

Οι αιτιολογικές σκέψεις 1, 2 και 16 του κανονισμού 261/2004 έχουν ως εξής:

«1)

Η ανάληψη δράσης από την Κοινότητα στο πεδίο των αερομεταφορών θα πρέπει να αποβλέπει, μεταξύ άλλων, στην εξασφάλιση υψηλού επιπέδου προστασίας του επιβατικού κοινού. Θα πρέπει εξάλλου να ληφθούν πλήρως υπόψη οι απαιτήσεις προστασίας των καταναλωτών.

2)

Η άρνηση επιβίβασης και οι ματαιώσεις πτήσεων ή οι μεγάλες καθυστερήσεις προκαλούν σοβαρή αναστάτωση και ταλαιπωρία στους επιβάτες.

[…]

16)

Ο παρών κανονισμός δεν θα πρέπει να έχει εφαρμογή στις περιπτώσεις όπου ένα οργανωμένο ταξίδι ματαιώνεται για λόγους άλλους από τη ματαίωση της πτήσης.»

10.

Το άρθρο 1 του κανονισμού αυτού, με τίτλο «Αντικείμενο», ορίζει, στην παράγραφο 1, στοιχείο βʹ, ότι ο κανονισμός «θεσπίζει, υπό τους ακόλουθους προσδιοριζόμενους όρους, τα ελάχιστα δικαιώματα των επιβατών [μεταξύ άλλων] σε περίπτωση […] ματαίωσης της πτήσης τους».

11.

Το άρθρο 3 του εν λόγω κανονισμού, το οποίο επιγράφεται «Πεδίο εφαρμογής», προβλέπει, στην παράγραφο 6, ότι ο κανονισμός «δεν θίγει τα βάσει της οδηγίας 90/314/ΕΟΚ δικαιώματα των επιβατών» και ότι «δεν εφαρμόζεται όταν οργανωμένο ταξίδι ματαιώνεται για λόγους άλλους από τη ματαίωση της πτήσης».

12.

Το άρθρο 5 του ίδιου κανονισμού, με τίτλο «Ματαίωση», ορίζει στην παράγραφο 1, στοιχείο αʹ, ότι, «[σ]ε περίπτωση ματαίωσης μιας πτήσης, οι επιβάτες δικαιούνται […] βοήθεια από τον πραγματικό αερομεταφορέα σύμφωνα με το άρθρο 8».

13.

Το άρθρο 8 του κανονισμού 261/2004, με τίτλο «Δικαίωμα επιστροφής χρημάτων ή μεταφοράς με άλλη πτήση», προβλέπει, στις παραγράφους 1 και 2, τα ακόλουθα:

«1.   Όταν γίνεται παραπομπή στο παρόν άρθρο, παρέχεται στον επιβάτη η δυνατότητα να επιλέξει:

α)

την εντός επτά ημερών επιστροφή, με τους τρόπους που αναφέρονται στο άρθρο 7, παράγραφος 3, του πλήρους αντιτίμου εισιτηρίου του, στην τιμή που το αγόρασε, για το μέρος ή τα μέρη του ταξιδιού που δεν πραγματοποιήθηκαν και για το μέρος ή τα μέρη του ταξιδιού που ήδη πραγματοποιήθηκαν, εφόσον η πτήση δεν εξυπηρετεί πλέον κανένα σκοπό σε σχέση με το αρχικό ταξιδιωτικό του σχέδιο, καθώς επίσης, αν συντρέχει η περίπτωση:

πτήση επιστροφής στο αρχικό σημείο αναχώρησής του το νωρίτερο δυνατόν·

β)

τη μεταφορά του με την ενωρίτερη δυνατή πτήση […] στον τελικό του προορισμό, ή

γ)

τη μεταφορά του […] στον τελικό του προορισμό άλλη ημέρα που τον εξυπηρετεί […].

2.   Η παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, εφαρμόζεται και στους επιβάτες η πτήση των οποίων αποτελεί μέρος οργανωμένου ταξιδιού, εκτός καθ’ όσον αφορά το δικαίωμα επιστροφής χρημάτων, όταν γεννάται δυνάμει της οδηγίας 90/314.»

14.

Το άρθρο 13 του κανονισμού αυτού, με τίτλο «Δικαίωμα αποζημίωσης», προβλέπει ότι, «[σ]ε περίπτωση που ένας πραγματικός αερομεταφορέας καταβάλει την αποζημίωση ή εκπληρώσει τις υπόλοιπες υποχρεώσεις του βάσει του παρόντος κανονισμού, καμία διάταξη του παρόντος κανονισμού δεν μπορεί να ερμηνευθεί ως περιορίζουσα το δικαίωμά του να απαιτήσει αποζημίωση από οποιοδήποτε πρόσωπο, συμπεριλαμβανομένων των τρίτων, σύμφωνα με το ισχύον δίκαιο. Ειδικότερα, ο παρών κανονισμός ουδόλως περιορίζει το δικαίωμα του πραγματικού αερομεταφορέα να διεκδικήσει αποζημίωση από ταξιδιωτικό πράκτορα ή άλλο πρόσωπο με το οποίο έχει σύμβαση. Παρομοίως, καμία διάταξη του παρόντος κανονισμού δεν μπορεί να ερμηνευθεί ως περιορίζουσα το δικαίωμα ταξιδιωτικού πράκτορα ή τρίτου προσώπου, διάφορου από επιβάτη, με τον οποίον συμβάλλεται ο πραγματικός αερομεταφορέας, να απαιτήσει επιστροφή ή αποζημίωση από τον εν λόγω πραγματικό αερομεταφορέα βάσει των εφαρμοστέων διατάξεων της οικείας νομοθεσίας».

III. Η διαφορά της κύριας δίκης, τα προδικαστικά ερωτήματα και η διαδικασία ενώπιον του Δικαστηρίου

15.

Η Aegean Airlines SA, αεροπορική εταιρία εγκαταστημένη στην Ελλάδα, συνήψε σύμβαση ναύλωσης αεροσκάφους με την G.S. Charter Aviation Services Ltd (στο εξής: G.S. Charter), εταιρία εγκαταστημένη στην Κύπρο, δυνάμει της οποίας θα έθετε στη διάθεση της δεύτερης, έναντι ναύλου, ορισμένο αριθμό θέσεων. Εν συνεχεία, η G.S. Charter μεταπώλησε θέσεις, μεταξύ άλλων, στην Hellas Travel BV (στο εξής: Hellas), ταξιδιωτικό πράκτορα εγκαταστημένο στις Κάτω Χώρες.

16.

Η G.S. Charter και η Hellas συνήψαν συμφωνία δυνάμει της οποίας, από την 1η Μαΐου έως τις 24 Σεπτεμβρίου 2015, θα εκτελούνταν κάθε Παρασκευή πτήση μετ’ επιστροφής μεταξύ Κέρκυρας (Ελλάδα) και Eelde (Κάτω Χώρες) και θα καταβαλλόταν προκαταβολή στην Aegean Airlines, το δε αντίτιμο της πτήσεως επιστροφής που προβλεπόταν για την επόμενη Παρασκευή έπρεπε να εξοφλείται κάθε Δευτέρα.

17.

Στις 19 Μαρτίου 2015, οι HQ, IP –νομίμως εκπροσωπούμενος από την HQ–, και JO (στο εξής: HQ κ.λπ.) πραγματοποίησαν κράτηση στην Hellas για πτήσεις μετ’ επιστροφής μεταξύ Eelde και Κέρκυρας. Οι πτήσεις αυτές αποτελούσαν μέρος οργανωμένου ταξιδίου, κατά την έννοια της οδηγίας 90/314, το αντίτιμο του οποίου καταβλήθηκε στην Hellas.

18.

Οι HQ κ.λπ. έλαβαν ηλεκτρονικά εισιτήρια με τον λογότυπο της Aegean Airlines για τις πτήσεις αυτές, οι οποίες είχαν προγραμματιστεί για τις 17 και τις 24 Ιουλίου 2015, καθώς και έγγραφα τα οποία μνημόνευαν την Hellas ως ναυλωτή.

19.

Στις 13 Ιουλίου 2015, η Hellas απέστειλε στους HQ κ.λπ. επιστολή με την οποία τους ενημέρωσε ότι οι εν λόγω πτήσεις, καθώς και όλες οι πτήσεις από και προς την Κέρκυρα, ματαιώνονταν, λόγω τόσο του μη επαρκούς αριθμού κρατήσεων όσο και ακυρώσεων συνεπεία της «αβεβαιότητας σχετικά με την κατάσταση της Ελλάδας» κατά την εποχή εκείνη. Επιπλέον, η Hellas επισήμανε στην επιστολή της ότι, παρά τις εντατικές διαπραγματεύσεις με την Aegean Airlines, δεν μπόρεσε να εξευρεθεί λύση για τους επιβάτες/πελάτες της Hellas.

20.

Σε μη φέρουσα ημερομηνία ηλεκτρονική επιστολή, η Hellas διευκρίνισε στους HQ κ.λπ. ότι, δεδομένου ότι δεν ήταν πλέον σε θέση να καταβάλει το τίμημα που είχε συμφωνήσει με την Aegean Airlines, η τελευταία είχε αποφασίσει να παύσει να εκτελεί τις πτήσεις από τις 17 Ιουλίου 2015.

21.

Στις 3 Αυγούστου 2016, η Hellas κηρύχθηκε σε πτώχευση. Δεν επέστρεψε στους HQ κ.λπ. το αντίτιμο των αεροπορικών εισιτηρίων τους.

22.

Οι HQ κ.λπ. άσκησαν αγωγή ενώπιον ολλανδικού δικαστηρίου με αίτημα να υποχρεωθεί η Aegean Airlines να τους καταβάλει αποζημίωση για τη ματαίωση της πτήσεως της 17ης Ιουλίου 2015, καθώς και να επιστρέψει το αντίτιμο των σχετικών αεροπορικών εισιτηρίων, δυνάμει, αντιστοίχως, αφενός τόσο του άρθρου 5, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, όσο και του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, του κανονισμού 261/2004 και, αφετέρου, του άρθρου 8, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, του κανονισμού αυτού.

23.

Η Aegean Airlines αντέκρουσε τα αιτήματα αυτά, υποστηρίζοντας ότι ο κανονισμός 261/2004 δεν έχει εφαρμογή σε τέτοιες περιπτώσεις, λαμβανομένου υπόψη ιδίως του άρθρου του 3, παράγραφος 6.

24.

Εντούτοις, με παρεμπίπτουσα απόφαση της 14ης Νοεμβρίου 2017, το επιληφθέν δικαστήριο απέρριψε το ως άνω μέσο άμυνας με το σκεπτικό ότι η εφαρμογή του κανονισμού 261/2004 υπέρ των επιβατών που είναι δικαιούχοι οργανωμένου ταξιδίου αποκλείεται, δυνάμει της εν λόγω διατάξεως, μόνο εάν η ματαίωση είναι ανεξάρτητη από τη βούληση του αερομεταφορέα να εκτελέσει ή όχι την πτήση ή τις πτήσεις που αποτελούν μέρος του ταξιδίου αυτού, πράγμα το οποίο δεν ίσχυε εν προκειμένω ( 5 ).

25.

Ως εκ τούτου, κατ’ εφαρμογήν του κανονισμού αυτού, το ως άνω δικαστήριο επιδίκασε στους HQ κ.λπ. την κατ’ αποκοπήν αποζημίωση που ζητούσαν λόγω της ματαιώσεως της επίμαχης πτήσεως ( 6 ). Αντιθέτως, δεν αποφάνθηκε σχετικά με το αίτημα επιστροφής του αντιτίμου των αεροπορικών εισιτηρίων.

26.

Ως προς το ζήτημα αυτό, η Aegean Airlines είχε υποστηρίξει στο πλαίσιο της άμυνάς της ότι, έστω και αν ο κανονισμός 261/2004 είχε εφαρμογή εν προκειμένω, πάντως επρόκειτο για οργανωμένο ταξίδι και, ως εκ τούτου, δυνάμει του άρθρου 8, παράγραφος 2, του κανονισμού αυτού, δεν υποχρεούτο να επιστρέψει στους HQ κ.λπ. το ποσό που είχαν καταβάλει στην Hellas, διοργανωτή του εν λόγω ταξιδίου, για την αγορά των αεροπορικών εισιτηρίων τους.

27.

Στο πλαίσιο αυτό, με απόφαση της 21ης Φεβρουαρίου 2018, η οποία περιήλθε στο Δικαστήριο την 1η Μαρτίου 2018, το rechtbank Noord‑Nederland (πρωτοδικείο Noord‑Nederland) αποφάσισε να αναστείλει την ενώπιόν του διαδικασία και να υποβάλει στο Δικαστήριο τα ακόλουθα προδικαστικά ερωτήματα:

«1)

Πρέπει το άρθρο 8, παράγραφος 2, του κανονισμού 261/2004 να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι επιβάτης ο οποίος δυνάμει της (μεταφερθείσας στο εσωτερικό δίκαιο) οδηγίας 90/314 για τα οργανωμένα ταξίδια έχει δικαίωμα να αξιώσει από τον διοργανωτή του ταξιδίου του την επιστροφή του αντιτίμου του εισιτηρίου του δεν δύναται να αξιώσει την επιστροφή επίσης από τον αερομεταφορέα;

2)

Αν η απάντηση στο πρώτο ερώτημα είναι καταφατική, δύναται παρά ταύτα ο επιβάτης να αξιώσει από τον αερομεταφορέα την επιστροφή του αντιτίμου του εισιτηρίου του όταν πρέπει να γίνει δεκτό ότι ο διοργανωτής του ταξιδίου του, σε περίπτωση που θεωρηθεί υπεύθυνος, δεν είναι από οικονομικής απόψεως σε θέση να επιστρέψει το αντίτιμο του εισιτηρίου και ότι ο εν λόγω διοργανωτής δεν έλαβε μέτρα εγγυήσεως ώστε να διασφαλίσει την εν λόγω επιστροφή;»

28.

Γραπτές παρατηρήσεις κατέθεσαν ενώπιον του Δικαστηρίου οι HQ κ.λπ., η Aegean Airlines, η Τσεχική και η Γερμανική Κυβέρνηση, καθώς και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση της 16ης Ιανουαρίου 2019 ανέπτυξαν τις απόψεις τους οι διάδικοι της κύριας δίκης, η Γερμανική Κυβέρνηση και η Επιτροπή.

IV. Ανάλυση

Α.   Επί του αντικειμένου των προδικαστικών ερωτημάτων

29.

Με τα δύο προδικαστικά ερωτήματα, τα οποία πρέπει κατά την άποψή μου να εξεταστούν από κοινού λαμβανομένων υπόψη των στενών δεσμών που υπάρχουν μεταξύ τους ( 7 ), το αιτούν δικαστήριο ζητεί, κατ’ ουσίαν, να διευκρινιστεί η διασύνδεση που πρέπει να γίνει μεταξύ του κανονισμού 261/2004, ο οποίος θεσπίζει ορισμένα ελάχιστα δικαιώματα για τους επιβάτες ειδικά σε περίπτωση ματαιώσεως πτήσεως ( 8 ), και της οδηγίας 90/314, η οποία προσεγγίζει μεταξύ τους τις διατάξεις των κρατών μελών που εφαρμόζονται όσον αφορά τους καταναλωτές που αγόρασαν οργανωμένο ταξίδι ( 9 ).

30.

Ειδικότερα, το αιτούν δικαστήριο ζητεί από το Δικαστήριο, θέτοντας για πρώτη φορά το ζήτημα αυτό, να ερμηνεύσει το άρθρο 8, παράγραφος 2, του εν λόγω κανονισμού, το οποίο προβλέπει ότι ο κανόνας που διατυπώνεται στην παράγραφο 1, στοιχείο αʹ, του άρθρου αυτού –κατά τον οποίο επιβάτης του οποίου η πτήση ματαιώθηκε πρέπει να μπορεί να εξασφαλίσει από τον πραγματικό αερομεταφορέα ( 10 ) τόσο την επιστροφή του πλήρους αντιτίμου του αεροπορικού εισιτηρίου του ( 11 ) όσο και, εφόσον απαιτείται, πτήση επιστροφής στο αρχικό σημείο αναχωρήσεώς του– «εφαρμόζεται και στους επιβάτες των οποίων η πτήση αποτελεί μέρος οργανωμένου ταξιδίου, εκτός καθόσον αφορά το δικαίωμα επιστροφής χρημάτων, [ ( 12 )] όταν γεννάται δυνάμει της οδηγίας 90/314» (η υπογράμμιση δική μου).

31.

Το Δικαστήριο καλείται να καθορίσει, καταρχάς, αν η διάταξη αυτή έχει την έννοια ότι επιβάτης ο οποίος πραγματοποίησε κράτηση σε πτήση που αποτελεί μέρος ματαιωθέντος οργανωμένου ταξιδίου και ο οποίος έχει, επομένως, δικαίωμα να απαιτήσει από τον διοργανωτή του ταξιδίου του ( 13 ) να του επιστρέψει το πλήρες αντίτιμο, δυνάμει της οδηγίας 90/314 ( 14 ) όπως μεταφέρθηκε στο εθνικό δίκαιο ( 15 ), δεν έχει, για τον λόγο αυτό, τη δυνατότητα να απαιτήσει την επιστροφή του αντιτίμου του αεροπορικού εισιτηρίου του από τον αερομεταφορέα, βάσει του κανονισμού 261/2004.

32.

Εάν προκρίνει την ερμηνεία αυτή, το Δικαστήριο θα πρέπει επίσης να διευκρινίσει, απαντώντας στο δεύτερο προδικαστικό ερώτημα, σε ποιο μέτρο τούτο δεν ισχύει εντούτοις υπό περιστάσεις όπως οι επίμαχες στην υπόθεση της κύριας δίκης, ήτοι στην ειδική περίπτωση στην οποία ο οικείος διοργανωτής ταξιδίων δεν είναι, στην πράξη, από οικονομικής απόψεως σε θέση ( 16 ) να επιστρέψει το αντίτιμο του εισιτηρίου ( 17 ) και δεν έλαβε μέτρα για να εγγυηθεί την επιστροφή αυτή του αντιτίμου.

33.

Λαμβανομένων υπόψη των παρατηρήσεων που κατατέθηκαν στην υπό κρίση υπόθεση, διαμορφώνονται συναφώς δύο αντίθετες απόψεις. Κατά την πρώτη άποψη, την οποία υποστηρίζουν οι HQ κ.λπ. και η Επιτροπή, επιβάτης ο οποίος αγόρασε πτήση που αποτελεί μέρος ματαιωθέντος οργανωμένου ταξιδίου έχει τη δυνατότητα να απαιτήσει την επιστροφή του αντιτίμου του αεροπορικού εισιτηρίου του από τον πραγματικό αερομεταφορέα, βάσει του κανονισμού 261/2004, εφόσον δεν μπόρεσε να εξασφαλίσει πράγματι την εν λόγω επιστροφή του αντιτίμου από τον διοργανωτή του ταξιδίου του, βάσει της εθνικής νομοθεσίας περί μεταφοράς της οδηγίας 90/314.

34.

Αντιθέτως, κατά τη δεύτερη άποψη, την οποία προβάλλουν η Aegean Airlines καθώς και η Τσεχική και η Γερμανική Κυβέρνηση, ο επιβάτης αυτός στερείται της εν λόγω δυνατότητας αφ’ ης στιγμής έχει, έναντι του διοργανωτή του ταξιδίου του, δικαίωμα επιστροφής του αντιτίμου, το οποίο αντλεί από την οδηγία 90/314, ακόμη και όταν η άσκηση του δικαιώματος αυτού δεν έχει συγκεκριμένα αποτελέσματα λόγω της οικονομικής αδυναμίας του διοργανωτή του ταξιδίου. Συντάσσομαι με τη δεύτερη αυτή άποψη για τους λόγους που θα εκθέσω εν συνεχεία.

Β.   Επί της συνιστώμενης ερμηνείας του άρθρου 8, παράγραφος 2, του κανονισμού 261/2004

35.

Η ερμηνεία του άρθρου 8, παράγραφος 2, του κανονισμού 261/2004 που προτείνω στο Δικαστήριο, η οποία θα οδηγούσε σε καταφατική απάντηση στο πρώτο προδικαστικό ερώτημα και αρνητική απάντηση στο δεύτερο προδικαστικό ερώτημα, συνάδει, κατά την άποψή μου, προς το σύνολο των κριτηρίων εκτιμήσεως που εφαρμόζει συνήθως το Δικαστήριο ( 18 ) και τα οποία θα εφαρμοστούν εν συνεχεία.

1. Επί του γράμματος των οικείων διατάξεων

36.

Κατά την άποψή μου, από το γράμμα της εν λόγω παραγράφου 2 προκύπτει ότι η ύπαρξη και μόνο«δικαιώματος επιστροφής χρημάτων [το οποίο] γεννάται δυνάμει της οδηγίας 90/314»αρκεί αφ’ εαυτού ώστε ο επιβάτης οργανωμένου ταξιδίου το οποίο ματαιώθηκε λόγω ματαιώσεως πτήσεως ( 19 ) να μην έχει τη δυνατότητα να απαιτήσει την επιστροφή του αντιτίμου του αεροπορικού εισιτηρίου του από τον πραγματικό αερομεταφορέα κατ’ εφαρμογήν του κανονισμού αυτού.

37.

Συγκεκριμένα, λαμβανομένων υπόψη των διάφορων γλωσσικών αποδόσεων του κανονισμού 261/2004 επιπλέον της γαλλικής ( 20 ), φρονώ ότι είναι αρκούντως σαφές ότι η προμνησθείσα φράση έχει την έννοια ότι αρκεί να είναι ο ενδιαφερόμενος δικαιούχος του επίμαχου δικαιώματος δυνάμει της οδηγίας 90/314, όπως μεταφέρθηκε στην έννομη τάξη των κρατών μελών, και ότι δεν είναι καθοριστικό το αν η άσκηση του δικαιώματος αυτού καταλήγει συγκεκριμένα στην εξασφάλιση της επιθυμητής επιστροφής χρημάτων ( 21 ). Εκτιμώ ότι, εάν ο νομοθέτης της Ένωσης είχε την πρόθεση να δώσει άλλη έννοια στην παράγραφο 2, θα ήταν αναμφισβήτητα σαφέστερος, διευκρινίζοντας ότι ο κανονισμός 261/2004 πρέπει να παράγει τα αποτελέσματά του όταν το δικαίωμα επιστροφής χρημάτων που απορρέει από τις διατάξεις της οδηγίας 90/314 δεν υλοποιείται στην πράξη. Αντί όμως να απαιτεί να μην μπορεί να εξασφαλισθεί η εν λόγω επιστροφή χρημάτων δυνάμει της οδηγίας αυτής, ο νομοθέτης περιορίστηκε, αντιθέτως, να μνημονεύσει την ύπαρξη δικαιώματος επιστροφής χρημάτων το οποίο απορρέει ενδεχομένως από την ως άνω οδηγία, εάν πληρούνται όλες οι προβλεπόμενες σε αυτήν προϋποθέσεις.

38.

Επιπλέον, κανένα στοιχείο του γράμματος του άρθρου 8, παράγραφος 2, του κανονισμού 261/2004, ούτε εξάλλου του γράμματος άλλων διατάξεων του κανονισμού αυτού ( 22 ), δεν υποδεικνύει ότι οι συντάκτες του θέλησαν να προβλέψουν επιφύλαξη για περιστάσεις όπως οι εκτιθέμενες στο δεύτερο προδικαστικό ερώτημα ( 23 ), με αποτέλεσμα η επιστροφή του αντιτίμου του εισιτηρίου να μπορεί να απαιτηθεί από τον αερομεταφορέα στην περίπτωση που ο διοργανωτής του ταξιδίου δεν είναι από οικονομικής απόψεως σε θέση να προβεί στην επιστροφή αυτή του αντιτίμου δυνάμει της οδηγίας 90/314 και δεν έχει λάβει μέτρα εγγυήσεως ( 24 ). Το δε Δικαστήριο δεν μπορεί, χωρίς να προβεί σε υπερβολικά διασταλτική ή ακόμη και contra legem ερμηνεία, να προσθέσει σε διάταξη του δικαίου της Ένωσης νομικά κριτήρια τα οποία δεν θέσπισε και ούτε καν εξέτασε ( 25 ) ο νομοθέτης της Ένωσης.

39.

Όπως επισήμαναν η Aegean Airlines και η Γερμανική Κυβέρνηση κατά τις αγορεύσεις τους, καίτοι το Δικαστήριο έχει προκρίνει ερμηνεία άλλων διατάξεων του κανονισμού 261/2004 ευρύτερη από εκείνη που υποδήλωνε εκ πρώτης όψεως το κυριολεκτικό νόημά τους ( 26 ), η διασταλτική ερμηνεία που προτείνουν οι HQ κ.λπ. και η Επιτροπή στην υπό κρίση υπόθεση θα αντέβαινε πάντως στο γράμμα του άρθρου 8, παράγραφος 2, του κανονισμού αυτού, το οποίο, κατ’ εμέ, δεν στερείται σαφήνειας. Επιπλέον, τέτοια ερμηνεία δεν θα είχε επίσης το, δυνητικώς ευκταίο, αποτέλεσμα να καλύψει τυχόν κενό του εν λόγω κανονισμού, θεωρούμενου σε συνδυασμό με την οδηγία 90/314, λαμβανομένων υπόψη των παρατηρήσεων που ακολουθούν.

2. Επί του ιστορικού θεσπίσεως των οικείων διατάξεων

40.

Κατά την άποψή μου, η ερμηνεία την οποία προτείνω στο Δικαστήριο να υιοθετήσει επιβεβαιώνεται από διδάγματα που αντλούνται από το ιστορικό θεσπίσεως του κανονισμού 261/2004.

41.

Καταρχάς, υπενθυμίζω ότι ο κανονισμός αυτός αντικατέστησε τον κανονισμό (ΕΟΚ) 295/91 ( 27 ), ο οποίος αφορούσε μόνο την άρνηση επιβιβάσεως και ο οποίος περιείχε ήδη διατάξεις για τη διασύνδεση με την οδηγία 90/314 –που είχε εκδοθεί λίγο νωρίτερα–, κατά τις οποίες, σε περίπτωση αρνήσεως επιβιβάσεως, ο διοργανωτής του οργανωμένου ταξιδίου όφειλε να αποζημιώσει τους πελάτες του για τη μη εκτέλεση της συμβάσεώς τους, δυνάμει της οδηγίας αυτής, με αντίστοιχη όμως υποχρέωση του αερομεταφορέα να του καταβάλει ενδεχομένως αντισταθμιστική παροχή ( 28 ).

42.

Εν συνεχεία, υπογραμμίζω ότι η εξέλιξη των προπαρασκευαστικών εργασιών του κανονισμού 261/2004 είναι, κατά την άποψή μου, ενδεικτική της προθέσεως του νομοθέτη όσον αφορά το περιεχόμενο του άρθρου 8, παράγραφος 2, του κανονισμού αυτού.

43.

Συγκεκριμένα, όπως επισημαίνει η Aegean Airlines, η πρώτη πρόταση κανονισμού την οποία υπέβαλε η Επιτροπή προέβλεπε πλήρη εφαρμογή του κανονισμού αυτού στους επιβάτες των οποίων η πτήση αποτελεί μέρος οργανωμένου ταξιδίου ( 29 ). Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο αντιτάχθηκε στην υπαγωγή των επιβατών αυτών στο πεδίο του μελλοντικού κανονισμού, με την αιτιολογία ότι διέθεταν ήδη κατάλληλη προστασία δυνάμει της οδηγίας 90/314, η οποία καθιστά τους διοργανωτές ταξιδίων υπεύθυνους για την ορθή εκτέλεση του οργανωμένου ταξιδίου ( 30 ), περιλαμβανομένης της αεροπορικής μεταφοράς ( 31 ). Στην τροποποιημένη πρότασή της, η Επιτροπή διατήρησε εντούτοις την αρχική θέση της, υποστηρίζοντας ότι η παρεχόμενη από την οδηγία αυτή προστασία δεν ήταν ισοδύναμη, καθόσον αυτή δεν αναγνώριζε στους επιβάτες δικαιώματα τα οποία χαρακτηρίζονται ως «αυτόματα» ( 32 ). Το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης προέκρινε μέση λύση μεταξύ των προτεινόμενων από την Επιτροπή και το Κοινοβούλιο ( 33 ), τα δε θεσμικά αυτά όργανα δέχθηκαν να συνταχθούν με τη συμβιβαστική αυτή λύση, εκτιμώντας ότι αυτή καθιστούσε εφικτή την επίτευξη των σκοπών που επιδίωκαν οι αντίστοιχες προτάσεις τους ( 34 ).

44.

Από τα στοιχεία αυτά προκύπτει, κατά την άποψή μου, ότι οι συντάκτες της τελευταίας εκδοχής του κανονισμού 261/2004 θέλησαν να μην αποκλείσουν εντελώς από το πεδίο εφαρμογής του τους επιβάτες οργανωμένων ταξιδίων, διατηρώντας παράλληλα έναντι αυτών τα αποτελέσματα του αρκούντως προστατευτικού συστήματος που είχε θεσπιστεί προηγουμένως με την οδηγία 90/314. Συναφώς, συντάσσομαι με την άποψη της Aegean Airlines ότι οι αντιρρήσεις που προβλήθηκαν στην τροποποιημένη πρόταση της Επιτροπής ( 35 ) δεν ήταν βάσιμες. Συγκεκριμένα, η οδηγία αυτή, όπως και ο κανονισμός 261/2004, θεσπίζει δικαιώματα τα οποία πρέπει να εφαρμόζονται χωρίς να απαιτείται προσφυγή στη δικαιοσύνη προκειμένου να γίνουν σεβαστά, εκτός εάν ο οφειλέτης αρνείται να συμμορφωθεί προς αυτά.

45.

Ειδικότερα, όσον αφορά τη ματαίωση οργανωμένου ταξιδίου λόγω ματαιώσεως πτήσεως και το δικαίωμα επιστροφής του αντιτίμου του αεροπορικού εισιτηρίου που μπορεί να προκύπτει από τη ματαίωση αυτή, το τελικό γράμμα της διατάξεως κινείται, κατά την άποψή μου, προς την κατεύθυνση που πρότεινε το Κοινοβούλιο, καθόσον ο νομοθέτης εκτίμησε ότι τα συμφέροντα των επιβατών που αγόρασαν τέτοιο ταξίδι διαφυλάσσονταν επαρκώς από την οδηγία 90/314, από τη στιγμή που οι προβλεπόμενη από αυτήν μηχανισμοί προστασίας θεωρούνται ότι λειτουργούν ορθώς στα κράτη μέλη ( 36 ). Επομένως, εκτιμώ ότι από το άρθρο 8, παράγραφος 2, του εν λόγω κανονισμού προκύπτει ότι η παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, του άρθρου αυτού εφαρμόζεται σε τέτοιους επιβάτες στο μέτρο που τους παρέχει τη δυνατότητα να εξασφαλίσουν, αφενός, πτήση η οποία θα τους μεταφέρει, εφόσον είναι αναγκαίο, στο αρχικό σημείο αναχωρήσεώς τους και, αφετέρου, την επιστροφή του αντιτίμου του αεροπορικού εισιτηρίου τους, υπό την προϋπόθεση όμως το δικαίωμα στην επιστροφή χρημάτων δεν προκύπτει ήδη από την οδηγία 90/314 και, επομένως, μόνο στις περιπτώσεις στις οποίες δεν πληρούνται οι προβλεπόμενες σε αυτήν προϋποθέσεις για τη γένεση του δικαιώματος αυτού.

46.

Εξάλλου, εκτιμώ ότι η προσέγγιση την οποία προτείνω δεν αντιβαίνει στην αρχή της ίσης μεταχειρίσεως ( 37 ), στην οποία παρέπεμψε, βεβαίως, το Δικαστήριο σε αποφάσεις σχετικές με την ερμηνεία άλλων διατάξεων του κανονισμού 261/2004 ( 38 ), λαμβανομένων υπόψη των επιλογών στις οποίες θεμιτώς προέβη ο νομοθέτης της Ένωσης όσον αφορά τη διασύνδεση του κανονισμού αυτού με την οδηγία 90/314. Ο νομοθέτης της Ένωσης αποφάσισε ότι οι δικαιούχοι ενός οργανωμένου ταξιδιού έπρεπε, καταρχήν, να εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του εν λόγω κανονισμού, αλλά να αποτελούν πάντως αντικείμενο ειδικών ρυθμίσεων ( 39 ). Εξάλλου, κατά την άποψή μου, εν προκειμένω δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις εφαρμογής της αρχής της ίσης μεταχειρίσεως, δεδομένου ότι οι επιβάτες που αγόρασαν πτήση στο πλαίσιο οργανωμένου ταξιδίου δεν ευρίσκονται αντικειμενικώς σε κατάσταση παρόμοια με εκείνη των επιβατών που αγόρασαν την ίδια πτήση αλλά εκτός τέτοιου οργανωμένου ταξιδίου, το οποίο εξ ορισμού συνδυάζει διάφορες υπηρεσίες.

47.

Τέλος, επισημαίνω ότι, κατά τις εν λόγω προπαρασκευαστικές εργασίες, ουδόλως εξετάστηκε το ενδεχόμενο προβλέψεως επιφυλάξεως, στον υπό εξέταση κανονισμό, όσον αφορά τις περιπτώσεις –οι οποίες μνημονεύονται στο δεύτερο προδικαστικό ερώτημα– στις οποίες ο διοργανωτής του ταξιδίου δεν είναι από οικονομικής απόψεως σε θέση να επιστρέψει χρήματα στον πελάτη του και δεν έλαβε μέτρα εγγυήσεως για τον σκοπό αυτό.

3. Επί του πλαισίου στο οποίο εντάσσονται οι οικείες διατάξεις

48.

Το άρθρο 8, παράγραφος 2, του κανονισμού 261/2004 εντάσσεται σε ιδιαίτερο πλαίσιο, τόσο εντός του κανονισμού αυτού όσο και σε σχέση με τους κανόνες που περιβάλλουν τον εν λόγω κανονισμό, το οποίο επιβεβαιώνει την ερμηνεία την οποία προτείνω.

49.

Κατά πρώτον, η Επιτροπή υποστηρίζει ότι το άρθρο 8, παράγραφος 2, παρεκκλίνει από την αρχή κατά την οποία ο αερομεταφορέας υποχρεούται να αποζημιώνει τους επιβάτες και να τους παρέχει βοήθεια υπό τις προϋποθέσεις που καθορίζονται στον κανονισμό 261/2004 και, επομένως, πρέπει να ερμηνεύεται συσταλτικά, όπως έκρινε το Δικαστήριο σε σχέση με άλλες διατάξεις του κανονισμού αυτού ( 40 ).

50.

Εντούτοις, επιβάλλεται η διαπίστωση ότι ο ίδιος ο νομοθέτης της Ένωσης διατύπωσε τη διάταξη αυτή με τέτοιο τρόπο ώστε το περιεχόμενό της να είναι ήδη στενά οριοθετημένο, δεδομένου ότι η εξαίρεση που μνημονεύεται σε αυτήν περιορίζεται στο δικαίωμα επιστροφής χρημάτων το οποίο προβλέπεται στην παράγραφο 1, στοιχείο αʹ, πρώτη περίπτωση, του άρθρου αυτού ( 41 ). Επιπλέον, το εν λόγω άρθρο 8, παράγραφος 2, έχει ιδιαίτερο αντικείμενο, το οποίο το διαφοροποιεί, κατά την άποψή μου, από άλλες διατάξεις του κανονισμού 261/2004 τις οποίες έχει ήδη ερμηνεύσει το Δικαστήριο, δεδομένου ότι στόχος του είναι να διασφαλίσει κατάλληλη διασύνδεση του κανονισμού αυτού με την οδηγία 90/314 και, πιο συγκεκριμένα, να αναθέσει την ευθύνη της επιστροφής αυτής χρημάτων είτε στον αερομεταφορέα είτε στον διοργανωτή ταξιδίων, αναλόγως της περιπτώσεως. Τέλος, η στενή ερμηνεία διατάξεως δεν σημαίνει να διαβλέπονται σε αυτήν προϋποθέσεις τις οποίες η ίδια δεν μνημονεύει.

51.

Επομένως, κατά την άποψή μου, δεν μπορεί να συναχθεί από τον χαρακτήρα παρεκκλίσεως τον οποίο έχει η ως άνω παράγραφος 2 ότι ο αερομεταφορέας θα πρέπει να αποζημιώσει τον επιβάτη οργανωμένου ταξιδίου στις περιπτώσεις στις οποίες ο διοργανωτής του ταξιδίου αυτού δεν το έπραξε δυνάμει της οδηγίας 90/314. Αντιθέτως, εάν βούληση του νομοθέτη ήταν να επιβάλει τέτοια υποχρέωση εγγυήσεως στον αερομεταφορέα, επιπλέον των υποχρεώσεων που ήδη επιβάλλονται από την οδηγία αυτή στον διοργανωτή του ταξιδίου, θα το είχε αναμφίβολα αναφέρει ρητώς στον εν λόγω κανονισμό.

52.

Εκτιμώ ότι η άποψη αυτή ενισχύεται από το γράμμα της άλλης διατάξεως του κανονισμού 261/2004 που αφορά τον συνδυασμό του κανονισμού αυτού με την οδηγία 90/314, ήτοι του άρθρου 3, παράγραφος 6, του εν λόγω κανονισμού ( 42 ). Συγκεκριμένα, κατά τη διάταξη αυτή, αφενός, ο κανονισμός 261/2004 δεν θίγει τα δικαιώματα που αντλούν από την εν λόγω οδηγία οι επιβάτες που αγόρασαν οργανωμένο ταξίδι και, αφετέρου, δεν πρέπει να εφαρμόζεται όταν οργανωμένο ταξίδι ματαιώνεται για λόγους άλλους από τη ματαίωση της οικείας πτήσεως ( 43 ). Φρονώ ότι ο νομοθέτης της Ένωσης θέλησε να δώσει κάποια προτεραιότητα στην οδηγία 90/314, έστω και αν ο κανονισμός 261/2004 εφαρμόζεται παραλλήλως όσον αφορά τέτοιους επιβάτες, εντός των κατ’ αυτόν τον τρόπο καθοριζόμενων ορίων.

53.

Κατά δεύτερον, λαμβανομένου υπόψη του προμνησθέντος ιδιαίτερου αντικειμένου του, το άρθρο 8, παράγραφος 2, του κανονισμού 261/2004 πρέπει, κατ’ εμέ, να ερμηνεύεται, από την άποψη του πλαισίου στο οποίο εντάσσεται, όχι με εξέταση μόνον των λοιπών διατάξεων του κανονισμού αυτού αλλά συνεκτιμώντας το περιεχόμενο του άλλου νομοθετήματος που μνημονεύεται στη διάταξη αυτή, ήτοι λαμβάνοντας δεόντως υπόψη το περιεχόμενο της οδηγίας 90/314.

54.

Η οδηγία αυτή προβλέπει, όμως, στο άρθρο 4, παράγραφος 6, στοιχείο βʹ, το δικό της σύστημα στο πλαίσιο του οποίου, όταν ο διοργανωτής οργανωμένου ταξιδίου ματαιώσει, για οποιονδήποτε λόγο, το οργανωμένο ταξίδι πριν από τη συμφωνηθείσα ημερομηνία αναχωρήσεως, ο καταναλωτής ο οποίος αγόρασε το οικείο ταξίδι δικαιούται «επιστροφή το συντομότερο δυνατό των καταβληθέντων από αυτόν ποσών βάσει της σύμβασης» που συνήψε με τον επαγγελματία αυτόν ( 44 ). Η ως άνω επιστροφή καταβληθέντων ποσών περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, το αντίτιμο αεροπορικών εισιτηρίων.

55.

Εξάλλου και κυρίως, η οδηγία 90/314 περιέχει ήδη, στο άρθρο της 7, ειδικές απαιτήσεις ώστε να παρέχεται η εγγύηση ότι η προβλεπόμενη από την οδηγία αυτή επιστροφή των καταβληθέντων ποσών θα εξασφαλίζεται ακόμη και στην περίπτωση αφερεγγυότητας ή πτωχεύσεως του διοργανωτή ταξιδίων ( 45 ). Εάν αυτός παραβεί τις υποχρεώσεις που του επιβάλλονται δυνάμει του εν λόγω άρθρου 7, κανένα στοιχείο δεν δικαιολογεί να επιβαρύνουν οι προβλεπόμενες κατ’ αυτόν τον τρόπο εγγυήσεις de facto τον αερομεταφορέα, επιβάλλοντας σε αυτόν την υποχρέωση να επιστρέψει το αντίτιμο των αεροπορικών εισιτηρίων τους στους πελάτες του οικείου διοργανωτή ταξιδίων. Υπογραμμίζω ότι, εάν τεθεί ορθώς σε εφαρμογή στα κράτη μέλη, το σύστημα εγγυήσεων που προβλέπεται κατ’ αυτόν τον τρόπο παρέχει ιδιαιτέρως επαρκή προστασία στους ταξιδιώτες ( 46 ). Οι διατάξεις αυτές είναι αναγκαστικού δικαίου, έστω και αν δεν συνοδεύονται από κυρώσεις και, κατά την άποψή μου, πρέπει να τηρούνται, από τον διοργανωτή ταξιδίων και υπό την εποπτεία των αρμόδιων εθνικών αρχών ( 47 ). Εάν αποδειχθεί ότι οι αρχές κράτους μέλους δεν έλαβαν όλα τα απαιτούμενα από την οδηγία αυτή μέτρα προκειμένου το δικαίωμα επιστροφής χρημάτων να καταστεί πραγματικότητα ( 48 ) δεν μπορεί να αποκλειστεί ο καταλογισμός ευθύνης στο συγκεκριμένο κράτος ( 49 ).

56.

Επομένως, υπό το πρίσμα της οδηγίας 90/314, φρονώ ότι το ζήτημα της ενδεχόμενης αφερεγγυότητας ή πτωχεύσεως του διοργανωτή ταξιδίων εμπίπτει αποκλειστικώς και μόνον στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας αυτής και όχι σε εκείνο του κανονισμού 261/2004, όπως επιβεβαιώνεται, άλλωστε, ρητώς, από τη νέα οδηγία σχετικά με τα οργανωμένα ταξίδια ( 50 ). Συνεπώς, οι περιστάσεις οι οποίες μνημονεύονται στο δεύτερο προδικαστικό ερώτημα δεν μπορούν να δικαιολογήσουν, στην ιδιαίτερη περίπτωση που εκθέτει το αιτούν δικαστήριο, την υποχρέωση του αερομεταφορέα να επιστρέψει το αντίτιμο του αεροπορικού εισιτηρίου σε επιβάτη οργανωμένου ταξιδίου ο οποίος δεν εξασφάλισε την ως άνω επιστροφή χρημάτων από τον διοργανωτή του ταξιδίου αυτού.

4. Επί των σκοπών τους οποίους επιδιώκουν οι οικείες διατάξεις

57.

Παρά τις σχετικές αιτιάσεις των HQ κ.λπ. και της Επιτροπής, εκτιμώ ότι η ερμηνεία που προτείνω δεν έρχεται σε αντίθεση προς τους σκοπούς τους οποίους επιδιώκουν οι οικείες διατάξεις, λαμβανομένων υπόψη τόσο των γενικών σκοπών του κανονισμού 261/2004 όσο και των ειδικών σκοπών του άρθρου 8, παράγραφος 2 του εν λόγω κανονισμού.

58.

Ασφαλώς, όπως επισημαίνεται στο προοίμιό του ( 51 ), γενικός σκοπός του κανονισμού αυτού είναι να εξασφαλίσει υψηλού επιπέδου προστασία των επιβατών στους οποίους εφαρμόζεται, αντιμετωπίζοντας τη σοβαρή αναστάτωση που υφίστανται τα πρόσωπα αυτά, μεταξύ άλλων, κατόπιν ματαιώσεως πτήσεως. Το Δικαστήριο στηρίχθηκε επανειλημμένως στον σκοπό αυτό, ειδικότερα για να δικαιολογήσει ευρεία ερμηνεία δικαιωμάτων που αναγνωρίζονται στους εν λόγω επιβάτες ( 52 ).

59.

Εντούτοις, όπως έχει ήδη κρίνει το Δικαστήριο, ο κανονισμός 261/2004 ανταποκρίνεται και σε έναν άλλο σκοπό, ο οποίος πρέπει επίσης να ληφθεί δεόντως υπόψη, ήτοι στην επίτευξη ισορροπίας μεταξύ των συμφερόντων των προστατευόμενων επιβατών και των συμφερόντων των αερομεταφορέων ( 53 ). Έστω δε και αν ο νομοθέτης της Ένωσης επέλεξε να αποδώσει κεντρικό ρόλο στον πραγματικό αερομεταφορέα όσον αφορά την αποζημίωση και την παροχή βοήθειας τις οποίες δικαιούνται οι επιβάτες, μεταξύ άλλων σε περίπτωση ματαιώσεως πτήσεως ( 54 ), αυτό δεν σημαίνει ότι ο αερομεταφορέας αυτός πρέπει να επωμιστεί μόνος τη σχετική οικονομική επιβάρυνση σε οποιαδήποτε περίπτωση.

60.

Ειδικότερα, όσον αφορά τη ματαίωση πτήσεως που αποτελεί μέρος οργανωμένου ταξιδίου, εκτιμώ ότι η εγγενής σε αυτήν ευθύνη και τα σχετικά έξοδα πρέπει να επιμερίζονται μεταξύ του διοργανωτή του ταξιδίου και του αερομεταφορέα, ανάλογα με τις αντίστοιχες υποχρεώσεις τους, όπως αυτές προκύπτουν όχι μόνο από τις εφαρμοστέες διατάξεις της οδηγίας 90/314 ή του κανονισμού 261/2004 αλλά επίσης από τις δεσμεύσεις που αναλαμβάνονται στις συμβάσεις οι οποίες συνάπτονται αφενός μεταξύ του διοργανωτή του ταξιδίου και του πελάτη του και, αφετέρου, μεταξύ του διοργανωτή του ταξιδίου και του αερομεταφορέα ( 55 ).

61.

Εν πάση περιπτώσει, κατά την άποψή μου, δεν υπάρχει καμία νομική βάση και ούτε καν αντικειμενικός λόγος για να επιβαρυνθεί, στην πράξη, ο αερομεταφορέας με την εγγύηση έναντι της πτωχεύσεως του εν λόγω διοργανωτή ταξιδίων, μέσω επιβολής υποχρεώσεως στον αερομεταφορέα να επιστρέψει χρήματα στον επιβάτη οργανωμένου ταξιδίου σε τέτοια περίπτωση, πολλώ δε μάλλον καθόσον, όπως ήδη επισήμανα, η οδηγία 90/314 περιέχει διατάξεις οι οποίες παρέχουν ακριβώς τη δυνατότητα επιλύσεως του συγκεκριμένου είδους προβλημάτων εάν γίνονται σεβαστές ( 56 ).

62.

Επιπλέον, η συνεκτίμηση του προβλεπόμενου από τον κανονισμό 261/2004 γενικού σκοπού προστασίας των επιβατών δεν μπορεί να οδηγήσει το Δικαστήριο να προκρίνει ερμηνεία του εν λόγω άρθρου 8, παράγραφος 2, η οποία δεν θα συνάδει προς το γράμμα και τον ειδικό σκοπό της διατάξεως αυτής.

63.

Επ’ αυτού, εκτιμώ ότι ιδιαίτερος σκοπός του εν λόγω άρθρου 8, παράγραφος 2, είναι να οργανώσει κατάλληλη διασύνδεση μεταξύ του κανονισμού 261/2004 και της οδηγίας 90/314 διαφυλάσσοντας το πεδίο εφαρμογής καθενός από τα προστατευτικά αυτά νομοθετήματα, εμποδίζοντας παράλληλα να τύχουν οι οικείοι καταναλωτές προνομίων τα οποία, λόγω ενδεχόμενης συρροής κανόνων, θα μπορούσαν να έχουν υπερβολικό χαρακτήρα.

64.

Η μέριμνα να αποφευχθεί η υπέρ το δέον προστασία ζημιωθέντος επιβάτη, μέσω σωρευτικής εφαρμογής των δικαιωμάτων που παρέχουν ο κανονισμός αυτός και η εν λόγω οδηγία, προκύπτει επίσης από ανακοίνωση της Επιτροπής, στην οποία επισημαίνεται, μεταξύ άλλων, ο κατάλληλος τρόπος συνδυασμού του εν λόγω κανονισμού με τη νέα οδηγία για τα οργανωμένα ταξίδια ( 57 ), με τη διευκρίνιση ότι η οδηγία αυτή αποκλείει ρητώς κάθε «υπέρ το δέον αποζημίωση» επιβάτη ( 58 ).

65.

Στο ίδιο πνεύμα, εκτιμώ ότι ο επιβάτης δεν θα πρέπει σε καμία περίπτωση να μπορεί να εξασφαλίσει διπλή επιστροφή του αντιτίμου του αεροπορικού εισιτηρίου του, σε περίπτωση ματαιώσεως του οργανωμένου ταξιδίου του, έχοντας τη δυνατότητα να στηριχθεί, κατ’ επιλογήν του, στην οδηγία 90/314 ή/και στον κανονισμό 261/2004. Ως εκ τούτου, εάν ο ενδιαφερόμενος πληροί τις αναγκαίες προϋποθέσεις για να δικαιούται επιστροφή χρημάτων δυνάμει της οδηγίας αυτής, δεν μπορεί, κατ’ εμέ, να τη διεκδικήσει επίσης δυνάμει του ως άνω κανονισμού, έστω και αν η άσκηση του δικαιώματος αυτού δεν έχει συγκεκριμένο αποτέλεσμα, όπως εν προκειμένω, λόγω αδυναμίας του μοναδικού οφειλέτη ο οποίος είναι ο διοργανωτής του ταξιδίου, με την επισήμανση ότι ένας τέτοιος οικονομικός κίνδυνος παραμένει πάντοτε δυνατός ( 59 ) και με την υπενθύμιση ότι το άρθρο 7 της εν λόγω οδηγίας έχει ήδη ως αντικείμενο να αποφευχθεί το ενδεχόμενο να μη λάβει ο καταναλωτής καμία επιστροφή χρημάτων στις προβλεπόμενες σε αυτό περιπτώσεις.

66.

Τέλος, επαλλήλως, επισημαίνω ότι η προτεινόμενη εν προκειμένω ερμηνεία λαμβάνει υπόψη πρακτικές πτυχές του ζητήματος, οι οποίες δεν μπορούν να αγνοηθούν πλήρως. Όπως υποστήριξαν η Aegean Airlines και η Γερμανική Κυβέρνηση, εάν κρινόταν ότι ο πραγματικός αερομεταφορέας πρέπει να επιστρέψει το αντίτιμο του αεροπορικού εισιτηρίου σε επιβάτη ο οποίος το αγόρασε από τρίτον στο πλαίσιο οργανωμένου ταξιδίου, θα ήταν γενικά πολύ δύσκολο, ακόμη και αδύνατο, να προσδιοριστεί το ποσό που πρέπει να του καταβληθεί. Συγκεκριμένα, δεδομένου ότι το τίμημα της πτήσεως περιλαμβάνεται σε τιμή η οποία ενσωματώνει ουσιαστικά το τίμημα περισσότερων υπηρεσιών, τις συνιστώσες των οποίων γνωρίζει κατά κανόνα μόνο ο διοργανωτής ταξιδίων, ούτε ο αερομεταφορέας ( 60 ) ούτε καν ο αγοραστής γνωρίζουν το μέρος της τιμής αυτής το οποίο αντιστοιχεί στην οικεία πτήση. Με άλλα λόγια, εκτιμώ ότι δεν είναι ρεαλιστικό να θεωρηθεί ότι ο αερομεταφορέας θα μπορούσε σε κάθε περίπτωση να υπολογίσει το ακριβές ποσό της επιστροφής χρημάτων ( 61 ) το οποίο θα οφείλεται στον επιβάτη αυτό υπό τέτοιες περιστάσεις.

67.

Λαμβανομένων υπόψη όλων των στοιχείων αυτών, το άρθρο 8, παράγραφος 2, του κανονισμού 261/2004 έχει, κατά την άποψή μου, την έννοια ότι επιβάτης ο οποίος έχει, δυνάμει της οδηγίας 90/314, η οποία μεταφέρθηκε στο εθνικό δίκαιο, το δικαίωμα να απευθυνθεί στον διοργανωτή του οργανωμένου ταξιδίου του σε περίπτωση ματαιώσεως του ταξιδίου αυτού, προκειμένου να απαιτήσει να του επιστραφούν όλα τα ποσά τα οποία κατέβαλε σε αυτόν δυνάμει της συμβάσεώς τους, δεν έχει τη δυνατότητα να απαιτήσει την επιστροφή του αντιτίμου του αεροπορικού εισιτηρίου του από τον πραγματικό αερομεταφορέα, βάσει του κανονισμού αυτού, ακόμη και όταν ο εν λόγω διοργανωτής ταξιδίων δεν είναι από οικονομικής απόψεως σε θέση να επιστρέψει το αντίτιμο του εισιτηρίου και δεν έλαβε τα μέτρα εγγυήσεως που απαιτούνται ώστε να διασφαλίσει την εν λόγω επιστροφή χρημάτων.

V. Πρόταση

68.

Λαμβανομένων υπόψη των προεκτεθέντων, προτείνω στο Δικαστήριο να απαντήσει στα προδικαστικά ερωτήματα που υπέβαλε το rechtbank Noord‑Nederland (πρωτοδικείο Noord‑Nederland, Κάτω Χώρες) ως εξής:

Το άρθρο 8, παράγραφος 2, του κανονισμού (ΕΚ) 261/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Φεβρουαρίου 2004, για τη θέσπιση κοινών κανόνων αποζημίωσης των επιβατών αεροπορικών μεταφορών και παροχής βοήθειας σε αυτούς σε περίπτωση άρνησης επιβίβασης και ματαίωσης ή μεγάλης καθυστέρησης της πτήσης και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 295/91, έχει την έννοια ότι επιβάτης ο οποίος έχει, δυνάμει της οδηγίας 90/314/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 13ης Ιουνίου 1990, για τα οργανωμένα ταξίδια και τις οργανωμένες διακοπές και περιηγήσεις, η οποία μεταφέρθηκε στο εθνικό δίκαιο, το δικαίωμα να απευθυνθεί στον διοργανωτή του οργανωμένου ταξιδίου του σε περίπτωση ματαιώσεως του ταξιδίου αυτού, προκειμένου να απαιτήσει να του επιστραφούν όλα τα ποσά τα οποία κατέβαλε σε αυτόν δυνάμει της συμβάσεώς τους, δεν έχει τη δυνατότητα να απαιτήσει την επιστροφή του αντιτίμου του αεροπορικού εισιτηρίου του από τον πραγματικό αερομεταφορέα, βάσει του κανονισμού αυτού, ακόμη και όταν ο εν λόγω διοργανωτής ταξιδίων δεν είναι από οικονομικής απόψεως σε θέση να επιστρέψει το αντίτιμο του εισιτηρίου και δεν έλαβε τα μέτρα εγγυήσεως που απαιτούνται ώστε να διασφαλίσει την εν λόγω επιστροφή χρημάτων.


( 1 ) Γλώσσα του πρωτοτύπου: η γαλλική.

( 2 ) Κανονισμός του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Φεβρουαρίου 2004, για τη θέσπιση κοινών κανόνων αποζημίωσης των επιβατών αεροπορικών μεταφορών και παροχής βοήθειας σε αυτούς σε περίπτωση άρνησης επιβίβασης και ματαίωσης ή μεγάλης καθυστέρησης της πτήσης και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΟΚ) 295/91 (ΕΕ 2004, L 46, σ. 1).

( 3 ) Οδηγία του Συμβουλίου, της 13ης Ιουνίου 1990, για τα οργανωμένα ταξίδια και τις οργανωμένες διακοπές και περιηγήσεις (ΕΕ 1990, L 158, σ. 59).

( 4 ) Οδηγία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Νοεμβρίου 2015, σχετικά με τα οργανωμένα ταξίδια και τους συνδεδεμένους ταξιδιωτικούς διακανονισμούς, η οποία τροποποιεί τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2006/2004 και την οδηγία 2011/83/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και καταργεί την οδηγία 90/314/ΕΟΚ του Συμβουλίου (ΕΕ 2015, L 326, σ. 1).

( 5 ) Συναφώς, το δικαστήριο αυτό έκρινε, αφενός, ότι την πρωτοβουλία ματαιώσεως της πτήσεως είχε λάβει η Aegean Airlines, η οποία προδήλως ήταν διατεθειμένη να εκτελέσει την πτήση μόνον εάν η Hellas της κατέβαλλε προηγουμένως το καθορισθέν τίμημα και, αφετέρου, ότι ούτε υποστηρίχθηκε ούτε αποδείχθηκε ότι η Hellas είχε ανακοινώσει τη ματαίωση του οργανωμένου ταξιδίου για λόγους διαφορετικούς από την απόφαση αυτή της Aegean Airlines. Υπογραμμίζω ότι, δεδομένου ότι πρόκειται για εκτίμηση πραγματικών περιστατικών, θα δεχθώ την παραδοχή του αιτούντος δικαστηρίου ότι ο κανονισμός 261/2004 όντως έχει εφαρμογή στην υπόθεση της κύριας δίκης.

( 6 ) Διευκρινίζω ότι, βάσει συνδυασμένης εφαρμογής του άρθρου 5, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, και του άρθρου 7, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, σε περίπτωση ματαιώσεως πτήσεως, οι ενδιαφερόμενοι επιβάτες, εκτός εάν ενημερώθηκαν για την ματαίωση υπό τις προβλεπόμενες στο στοιχείο γʹ προϋποθέσεις, πρέπει να λάβουν από τον πραγματικό αερομεταφορέα κατ’ αποκοπήν αποζημίωση το ποσό της οποίας καθορίζεται σε 400 ευρώ για όλες τις ενδοκοινοτικές πτήσεις άνω των 1500 χιλιομέτρων.

( 7 ) Η Τσεχική Κυβέρνηση και η Επιτροπή, στις γραπτές παρατηρήσεις τους, καθώς και η Aegean Airlines, κατά την αγόρευσή της, πρότειναν επίσης να δοθεί κοινή απάντηση στα προδικαστικά ερωτήματα.

( 8 ) Υπογραμμίζω ότι τα εν λόγω ερωτήματα αφορούν μόνο τα σχετικά με την επιστροφή του αντιτίμου των αεροπορικών εισιτηρίων αιτήματα, δεδομένου ότι, στο πλαίσιο της διαφοράς της κύριας δίκης, έγιναν ήδη δεκτά τα σχετικά με την κατ’ αποκοπήν αποζημίωση αιτήματα, τα οποία βασίζονταν στο άρθρο 5, παράγραφος 1, στοιχείο γʹ, και στο άρθρο 7, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, του κανονισμού 261/2004, διατάξεις οι οποίες κατά την κρίση του επιληφθέντος δικαστηρίου όντως είχαν εφαρμογή στην υπό κρίση υπόθεση (βλ. σημεία 22 έως 25 των παρουσών προτάσεων).

( 9 ) Σκοποί οι οποίοι προκύπτουν αντιστοίχως, ειδικότερα, από το άρθρο 1 του καθενός από τα δύο αυτά νομοθετήματα.

( 10 ) Έννοια του «πραγματικού αερομεταφορέα», όπως ορίζεται στο άρθρο 2, στοιχείο βʹ, του κανονισμού αυτού. Βλ., επίσης, απόφαση της 4ης Ιουλίου 2018, Wirth κ.λπ. (C‑532/17, EU:C:2018:527, σκέψεις 17 επ.).

( 11 ) Επιστροφή του αντιτίμου η οποία πραγματοποιείται υπό τις προϋποθέσεις που προβλέπονται στο εν λόγω σημείο αʹ και στο άρθρο 7, παράγραφος 3, του κανονισμού αυτού.

( 12 ) Δεδομένης της τελευταίας αυτής φράσεως, φρονώ ότι είναι πρόδηλο ότι, εν αντιθέσει προς το «δικαίωμα επιστροφής του αντιτίμου» του εισιτηρίου (το οποίο είναι το μόνο που αμφισβητείται εν προκειμένω), το δικαίωμα «πτήσεως επιστροφής στο αρχικό σημείο αναχωρήσεως [του επιβάτη]», το οποίο προβλέπεται, συμπληρωματικώς, στη δεύτερη περίπτωση του άρθρου 8, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, δεν θίγεται από την εξαίρεση που προβλέπεται στο τέλος της παραγράφου 2 του άρθρου αυτού. Το ίδιο ισχύει για τα δικαιώματα «μεταφοράς στον τελικό προορισμό», τα οποία προβλέπονται, εναλλακτικώς, στα σημεία βʹ και γʹ της εν λόγω παραγράφου 1.

( 13 ) Έννοιες του «οργανωμένου ταξιδίου» και του «διοργανωτή» όπως ορίζονται στο άρθρο 2, σημεία 1 και 2, της οδηγίας 90/314, στο οποίο παραπέμπει το άρθρο 2, στοιχεία δʹ και εʹ, του κανονισμού 261/2004.

( 14 ) Δυνάμει του άρθρου 4, παράγραφος 6, στοιχείο βʹ, της οδηγίας αυτής.

( 15 ) Η οδηγία 90/314 μεταφέρθηκε στο ολλανδικό δίκαιο με τον τίτλο 7A, ο οποίος επιγράφεται «Σύμβαση ταξιδίου», του βιβλίου 7 του Burgerlijk Wetboek (Αστικού Κώδικα). Το άρθρο 7:504, παράγραφος 3, του ολλανδικού Αστικού Κώδικα παρέχει τη δυνατότητα σε επιβάτη, σε περίπτωση υπαναχώρησης του διοργανωτή ταξιδίων από τη σύμβαση ταξιδίου, να απαιτήσει από αυτόν, μεταξύ άλλων, την επιστροφή του αντιτίμου των αεροπορικών εισιτηρίων.

( 16 ) Συγκεκριμένα, εν προκειμένω, λόγω της πτωχεύσεως του διοργανωτή ταξιδίων.

( 17 ) Μολονότι ο εν λόγω διοργανωτής «θεωρείται υπεύθυνος» βάσει της παραδοχής στην οποία βασίζεται το αιτούν δικαστήριο στο δεύτερο προδικαστικό ερώτημα.

( 18 ) Κατά πάγια νομολογία, διάταξη του δικαίου της Ένωσης πρέπει να ερμηνεύεται κατά τρόπο αυτοτελή και ενιαίο σε ολόκληρη την Ένωση, λαμβανομένων υπόψη του γράμματος της διατάξεως αυτής, του πλαισίου στο οποίο εντάσσεται, των σκοπών που επιδιώκονται με τη ρύθμιση της οποίας αποτελεί μέρος, καθώς και του ιστορικού θεσπίσεως της ρυθμίσεως αυτής (βλ., μεταξύ άλλων, αποφάσεις της 15ης Νοεμβρίου 2018, Verbraucherzentrale Baden‑Württemberg, C‑330/17, EU:C:2018:916, σκέψη 23, καθώς και της 17ης Ιανουαρίου 2019, Brisch,C‑102/18, EU:C:2019:34, σκέψη 22).

( 19 ) Δεδομένου ότι, όπως επισημαίνεται τόσο στην αιτιολογική σκέψη 16 όσο και στο άρθρο 3, παράγραφος 6, του κανονισμού 261/2004, αυτός ουδόλως εφαρμόζεται όταν το οικείο οργανωμένο ταξίδι ματαιώθηκε «για λόγους άλλους από τη ματαίωση της πτήσης».

( 20 ) Ειδικότερα, των αποδόσεων στην ισπανική γλώσσα («cuando ese derecho se derive de la Directiva 90/314»), στη δανική γλώσσα («medmindre retten til refusion følger af direktiv 90/314»), στη γερμανική γλώσσα («sofern dieser [Anspruch auf Erstattung] sich aus der Richtlinie 90/314 ergibt»), στην αγγλική γλώσσα («where such right arises under Directive 90/314»), στην ιταλική γλώσσα («ad esclusione del diritto al rimborso qualora tale diritto sussista a norma della direttiva 90/314»), στην ολλανδική γλώσσα («indien dit recht bestaat krachtens Richtlijn 90/314»), στην πορτογαλική γλώσσα («salvo quanto ao direito a reembolso quando este se constitua ao abrigo da Directiva 90/314») και στη σουηδική γλώσσα («om denna rättighet regleras i direktiv 90/314»).

( 21 ) Η Aegean Airlines και η Γερμανική Κυβέρνηση επίσης εκτιμούν ότι το γράμμα του άρθρου 8, παράγραφος 2, του εν λόγω κανονισμού αφήνει ελάχιστο περιθώριο για άλλη ερμηνεία. Κατά την Επιτροπή, «[γ]ραμματική ερμηνεία της [εν λόγω] παραγράφου 2 θα οδηγούσε σε διαπίστωση ότι η ύπαρξη και μόνο του δικαιώματος επιστροφής του αντιτίμου του εισιτηρίου δυνάμει της οδηγίας 90/314 αρκεί για την κατάργηση του δικαιώματος επιστροφής του αντιτίμου του εισιτηρίου δυνάμει του κανονισμού 261/2004» αλλά τελολογική προσέγγιση θα πρέπει πάντως να οδηγήσει σε αποδοχή του αντίθετου συμπεράσματος.

( 22 ) Δεδομένου ότι καμία διάταξη του εν λόγω κανονισμού δεν μνημονεύει την ενδεχόμενη οικονομική αδυναμία των μερών με τα οποία συναλλάσσεται ο επιβάτης, ήτοι του αερομεταφορέα και του διοργανωτή ταξιδίων. Σχετικά με το πλαίσιο στο οποίο εντάσσεται το εν λόγω άρθρο 8, παράγραφος 2, βλ. σημεία 48 επ. των παρουσών προτάσεων.

( 23 ) Επισημαίνεται ότι οι HQ κ.λπ. καθώς και η Επιτροπή υποστηρίζουν, εσφαλμένως κατ’ εμέ, ότι ο επιβάτης δεν θα πρέπει να μένει «με άδεια χέρια», ενώ (βεβαίως) δεν του προσάπτεται τίποτε στην παρούσα περίπτωση και ότι «σε εξαιρετικές περιστάσεις όπως αυτές της υπό κρίση υποθέσεως δεν μπορεί να μη λαμβάνει τελικώς τίποτε ο επιβάτης».

( 24 ) Επισημαίνω ότι οι συντάκτες της οδηγίας 90/314 προέβλεψαν, αντιθέτως, ρητώς τις περιπτώσεις στις οποίες ο διοργανωτής ταξιδίων έχει πτωχεύσει (επ’ αυτού, βλ. σημείο 55 των παρουσών προτάσεων).

( 25 ) Επ’ αυτού, βλ. σημείο 47 των παρουσών προτάσεων.

( 26 ) Μεταξύ άλλων στην απόφαση της 19ης Νοεμβρίου 2009, Sturgeon κ.λπ. (C‑402/07 και C‑432/07, EU:C:2009:716, σκέψεις 40 έως 69), της οποίας το περιεχόμενο έχει αμφισβητηθεί από ορισμένους σχολιαστές. Επί της αποφάσεως αυτής και της μετέπειτα νομολογίας, βλ., μεταξύ άλλων, Cachard, O., Le transport international aérien des passagers, Académie de droit international de La Haye, Adi-Poche, Χάγη, 2015, σημεία 283 επ., καθώς και Malenovský, J., «Regulation 261: Three Major Issues in the Case Law of the Court of Justice of the EU», Air Passenger Rights – Ten Years On, επιμ. Bobek, M., και Prassl, J., Hart Publishing, Οξφόρδη, 2016, σ. 27 επ.

( 27 ) Κανονισμός του Συμβουλίου, της 4ης Φεβρουαρίου 1991, για τη θέσπιση κοινών κανόνων σχετικών με ένα σύστημα αντισταθμιστικών παροχών σε περίπτωση άρνησης επιβίβασης κατά τις τακτικές αεροπορικές μεταφορές (ΕΕ 1991, L 36, σ. 5).

( 28 ) Η παράγραφος 1 του άρθρου 5 του κανονισμού 295/91 προέβλεπε ότι, «[σ]ε περίπτωση άρνησης επιβίβασης σε πτήση πωληθείσα στα πλαίσια οργανωμένου ταξιδιού, ο αερομεταφορέας είναι υποχρεωμένος να καταβάλει αντισταθμιστική παροχή στον επιχειρηματία [που οργάνωσε το ταξίδι] που συναλλάχθηκε με τον επιβάτη και ο οποίος είναι υπεύθυνος έναντι του επιβάτη για την καλή εκτέλεση της σύμβασης αυτού του οργανωμένου ταξιδιού, δυνάμει της οδηγίας 90/314» και η παράγραφος 2 του ίδιου άρθρου προέβλεπε ότι, «[μ]ε την επιφύλαξη των δικαιωμάτων και υποχρεώσεων που απορρέουν από την [οδηγία αυτή], ο επιχειρηματίας υποχρεούται να μεταβιβάσει στον επιβάτη τα ποσά που εισπράχθηκαν δυνάμει της παραγράφου 1».

( 29 ) Βλ. πρόταση της 21ης Δεκεμβρίου 2001, COM(2001) 784 τελικό, σημείο 19 της αιτιολογικής εκθέσεως, αιτιολογικές σκέψεις 10 και 11 (κατά το οποίο, «[κ]αθόσον οι ταξιδιωτικοί πράκτορες ευθύνονται εν γένει για τις αποφάσεις εμπορικού χαρακτήρα σχετικά με τα οργανωμένα ταξίδια […], πρέπει να ευθύνονται για την αποζημίωση […] στους επιβάτες των πτήσεων οργανωμένων ταξιδίων […] σε περίπτωση […] ακύρωσης […]»), καθώς και άρθρο 3, παράγραφος 1.

( 30 ) Διευκρινίζω ότι, δυνάμει του άρθρου 5, παράγραφος 1, της οδηγίας 90/314, οι διοργανωτές ταξιδίων μπορούν, εντούτοις, να στραφούν δικαστικώς κατά των άλλων παρεχόντων υπηρεσίες οι οποίοι είναι επιφορτισμένοι με την εκτέλεση της συμβάσεως. Βλ., επίσης, αιτιολογική σκέψη 36 in fine και άρθρο 22 της οδηγίας 2015/2302.

( 31 ) Βλ., ειδικά, τροπολογίες 2, 3 και 15 καθώς και τις αιτιολογήσεις τους στην έκθεση της 12ης Σεπτεμβρίου 2002 σχετικά με την προμνησθείσα πρόταση (A5‑0298/2002), τις οποίες ενέκρινε το Κοινοβούλιο στις 24 Οκτωβρίου 2002 (θέση σε πρώτη ανάγνωση, ΕΕ 2003, C 300, σ. 557).

( 32 ) Πρόταση της 4ης Δεκεμβρίου 2002, COM(2002) 717 τελικό, αιτιολογική έκθεση, σημείο 2, κατά το οποίο «ο προτεινόμενος κανονισμός θα δίδει στους επιβάτες ακριβή “αυτόματα” δικαιώματα, τα οποία θα απολαμβάνουν αμέσως και χωρίς να προσφεύγουν στα δικαστήρια. Δεν δικαιολογείται να προστατεύονται διαφορετικά επιβάτες που αντιμετωπίζουν τα ίδια προβλήματα».

( 33 ) Βλ. κοινή θέση καθορισθείσα στις 18 Μαρτίου 2003 και αιτιολογική έκθεση (ΕΕ 2003, C 125 E, σ. 63).

( 34 ) Βλ. ανακοίνωση της Επιτροπής της 25ης Μαρτίου 2003, SEC(2003) 361 τελικό, σ. 3, 6 και 7, καθώς και την από 3ης Ιουλίου 2003 θέση του Κοινοβουλίου σε δεύτερη ανάγνωση (ΕΕ 2004, C 74 E, σ. 807), το οποίο δεν υιοθέτησε την εξαίρεση των επιβατών οργανωμένων ταξιδίων την οποία είχε εκ νέου προτείνει ο εισηγητής του στις 13 Ιουνίου 2003 (έκθεση A5‑0221/2003, τροπολογίες 1 και 9).

( 35 ) Βλ. υποσημείωση 32 των παρουσών προτάσεων.

( 36 ) Όσον αφορά το δικαίωμα επιστροφής του αντιτίμου οργανωμένου ταξιδίου και το σχετικό σύστημα εγγυήσεων που θεσπίστηκαν με την οδηγία αυτή, βλ. σημεία 54 επ. των παρουσών προτάσεων.

( 37 ) Αρχή η οποία μνημονεύθηκε εμμέσως στην προμνησθείσα τροποποιημένη πρόταση της Επιτροπής (υποσημείωση 32) και ρητώς από τους HQ κ.λπ. ενώπιον τόσο του αιτούντος δικαστηρίου όσο και του Δικαστηρίου και κατά την οποία παρόμοιες καταστάσεις δεν πρέπει να αντιμετωπίζονται κατά διαφορετικό τρόπο και διαφορετικές καταστάσεις δεν πρέπει να αντιμετωπίζονται κατά τον ίδιο τρόπο, εκτός εάν η αντιμετώπιση αυτή δικαιολογείται αντικειμενικώς.

( 38 ) Βλ. αποφάσεις της 19ης Νοεμβρίου 2009, Sturgeon κ.λπ. (C‑402/07 και C‑432/07, EU:C:2009:716, σκέψεις 58 επ.), της 23ης Οκτωβρίου 2012, Nelson κ.λπ. (C‑581/10 και C‑629/10, EU:C:2012:657, σκέψεις 33 επ.), καθώς και της 7ης Σεπτεμβρίου 2017, Bossen κ.λπ. (C‑559/16, EU:C:2017:644, σκέψεις 19 επ.), και διάταξη της 5ης Οκτωβρίου 2016, Wunderlich (C‑32/16, EU:C:2016:753, σκέψεις 21 επ.).

( 39 ) Επ’ αυτού, βλ. σημείο 52 των παρουσών προτάσεων.

( 40 ) Βλ. απόφαση της 22ας Δεκεμβρίου 2008, Wallentin‑Hermann (C‑549/07, EU:C:2008:771, σκέψη 20), την οποία επικαλείται η Επιτροπή, καθώς και διάταξη της 14ης Νοεμβρίου 2014, Siewert (C‑394/14, EU:C:2014:2377, σκέψη 17), και απόφαση της 17ης Σεπτεμβρίου 2015, van der Lans (C‑257/14, EU:C:2015:618, σκέψεις 35 και 45), οι οποίες αφορούν όλες την ερμηνεία του άρθρου 5, παράγραφος 3, του κανονισμού 261/2004.

( 41 ) Βλ., επίσης, υποσημείωση 12 των παρουσών προτάσεων.

( 42 ) Επισημαίνω ότι οι HQ κ.λπ. αντλούν εξάλλου επιχείρημα από το άρθρο 13 του κανονισμού 261/2004, το οποίο προβλέπει ότι, σε περίπτωση που αερομεταφορέας καταβάλει αποζημίωση (όπως την οφειλόμενη βάσει του άρθρου 7 του εν λόγω κανονισμού κατ’ αποκοπήν αποζημίωση) ή εκπληρώσει τις υπόλοιπες υποχρεώσεις του βάσει του κανονισμού αυτού, μπορεί εν συνεχεία να διεκδικήσει αποζημίωση, μεταξύ άλλων, από τον διοργανωτή ταξιδίων με τον οποίο συνήψε σύμβαση. Εντούτοις, εκτιμώ ότι η διάταξη αυτή δεν επηρεάζει τη διασύνδεση του εν λόγω κανονισμού με την οδηγία 90/314.

( 43 ) Υπενθυμίζω ότι ο δεύτερος αυτός κανόνας μνημονεύεται επίσης στην αιτιολογική σκέψη 16 του εν λόγω κανονισμού.

( 44 ) Εκτός εάν η ματαίωση οφείλεται σε υπαιτιότητα του καταναλωτή.

( 45 ) Η εικοστή πρώτη αιτιολογική σκέψη και το άρθρο 7 της οδηγίας αυτής προβλέπουν ότι ο διοργανωτής του ταξιδιού πρέπει να αποδεικνύει ότι διαθέτει επαρκείς εγγυήσεις κατάλληλες να εξασφαλίσουν, σε περίπτωση αφερεγγυότητας ή πτωχεύσεως, την επιστροφή των καταβληθέντων ποσών. Ομοίως, το άρθρο 7:512, παράγραφος 1, του ολλανδικού Αστικού Κώδικα προβλέπει την υποχρέωση των διοργανωτών ταξιδίων να λαμβάνουν εκ των προτέρων τα μέτρα που είναι αναγκαία ώστε να διασφαλίζουν ότι, εάν λόγω αφερεγγυότητας αδυνατούν πλέον να εκπληρώσουν τις υποχρεώσεις τους έναντι του ταξιδιώτη, οι υποχρεώσεις αυτές αναλαμβάνονται από τρίτον ή επιστρέφεται το αντίτιμο του ταξιδίου.

( 46 ) Δεδομένου ότι το σύστημα αυτό δεν έχει αντίστοιχο σε άλλους τομείς του δικαίου καταναλωτών.

( 47 ) Υπογραμμίζω ότι η κατάσταση την οποία αντιμετώπισαν, εν προκειμένω, οι καταναλωτές οφείλεται όχι σε κενό του συστήματος που θέσπισε η οδηγία 90/314, το οποίο θα πρέπει να καλυφθεί μέσω του κανονισμού 261/2004, αλλά στο γεγονός ότι ο διοργανωτής ταξιδίων παρέβη τις νόμιμες υποχρεώσεις του, για τη διασφάλιση της τήρησης των οποίων οφείλουν να μεριμνούν τα κράτη μέλη.

( 48 ) Υπενθυμίζω ότι το Δικαστήριο αποφάνθηκε ότι το άρθρο 7 της οδηγίας 90/314 έχει την έννοια ότι αντιβαίνει σε αυτό εθνική ρύθμιση της οποίας οι λεπτομέρειες δεν έχουν ως αποτέλεσμα να εγγυώνται όντως στον καταναλωτή την επιστροφή όλων των χρηματικών ποσών που κατέβαλε, σε περίπτωση αφερεγγυότητας ή πτωχεύσεως του διοργανωτή ταξιδίων (βλ., μεταξύ άλλων, απόφαση της 15ης Ιουνίου 1999, Rechberger κ.λπ.,C‑140/97, EU:C:1999:306, σκέψεις 64 έως 66 και 74 έως 77, καθώς και διάταξη της 16ης Ιανουαρίου 2014, Baradics κ.λπ.,C‑430/13, EU:C:2014:32, σκέψεις 32 έως 38).

( 49 ) Σχετικά με τις αγωγές λόγω ευθύνης κράτους μέλους τις οποίες μπορούν να ασκήσουν ιδιώτες, βλ., μεταξύ άλλων, αποφάσεις της 14ης Μαρτίου 2013, Leth (C‑420/11, EU:C:2013:166, σκέψεις 41 επ.), της 3ης Σεπτεμβρίου 2014, X (C‑318/13, EU:C:2014:2133, σκέψεις 42 επ.), καθώς και της 4ης Οκτωβρίου 2018, Kantarev (C‑571/16, EU:C:2018:807, σκέψεις 92 επ.).

( 50 ) Βλ. αιτιολογικές σκέψεις 1 και 38 έως 44, καθώς και άρθρα 17 και 18 της οδηγίας 2015/2302, των οποίων το περιεχόμενο είναι διαφωτιστικό, έστω και αν η οδηγία αυτή δεν έχει εφαρμογή εν προκειμένω.

( 51 ) Βλ. αιτιολογικές σκέψεις 1 έως 6 του κανονισμού 261/2004.

( 52 ) Βλ., μεταξύ άλλων, αποφάσεις της 4ης Οκτωβρίου 2012, Finnair (C‑22/11, EU:C:2012:604, σκέψεις 23 και 34), της 4ης Οκτωβρίου 2012, Rodríguez Cachafeiro και Martínez‑Reboredo Varela‑Villamor (C‑321/11, EU:C:2012:609, σκέψεις 25 και 33), της 23ης Οκτωβρίου 2012, Nelson κ.λπ. (C‑581/10 και C‑629/10, EU:C:2012:657, σκέψεις 37 και 38, καθώς και 74 επ.), της 31ης Ιανουαρίου 2013, McDonagh (C‑12/11, EU:C:2013:43, σκέψεις 47 επ.), καθώς και της 22ας Ιουνίου 2016, Mennens (C‑255/15, EU:C:2016:472, σκέψεις 26 επ.).

( 53 ) Βλ., μεταξύ άλλων, αποφάσεις της 19ης Νοεμβρίου 2009, Sturgeon κ.λπ. (C‑402/07 και C‑432/07, EU:C:2009:716, σκέψη 67), της 23ης Οκτωβρίου 2012, Nelson κ.λπ. (C‑581/10 και C‑629/10, EU:C:2012:657, σκέψη 39), καθώς και της 12ης Σεπτεμβρίου 2018, Harms (C‑601/17, EU:C:2018:702, σκέψη 15).

( 54 ) Σύμφωνα με τα άρθρα 5 και 8 του κανονισμού 261/2004. Στην προμνησθείσα ανακοίνωση (υποσημείωση 34), σ. 3, η Επιτροπή επισήμανε ότι «[η] λύση αυτή είναι πρακτική, επειδή ο εκμεταλλευόμενος αερομεταφορέας είναι συνήθως ο πλέον ενδεδειγμένος για να εξασφαλίζει ότι οι πτήσεις διενεργούνται σύμφωνα με το πρόγραμμα και διαθέτει προσωπικό ή πράκτορες στους αερολιμένες για να βοηθήσουν τους επιβάτες. Είναι επίσης σαφής και απλή, και κατά συνέπεια εύκολα κατανοητή από τους επιβάτες».

( 55 ) Βλ., κατ’ αναλογίαν, απόφαση της 11ης Μαΐου 2017, Krijgsman (C‑302/16, EU:C:2017:359, σκέψεις 25 επ.), στην οποία το Δικαστήριο αποφάνθηκε ότι ο πραγματικός αερομεταφορέας οφείλει να αποζημιώσει επιβάτη που αγόρασε πτήση μέσω πρακτορείου ταξιδίων, έστω και αν ο αερομεταφορέας ενημέρωσε εγκαίρως το εν λόγω πρακτορείο για την αλλαγή της ώρας της πτήσεως και αυτό ενημέρωσε σχετικά τον επιβάτη εκπρόθεσμα, αλλά στην οποία υπενθυμίζεται επίσης ότι, δυνάμει του άρθρου 13 του κανονισμού 261/2004, ο αερομεταφορέας μπορεί να απαιτήσει αποζημίωση από κάθε πρόσωπο με το οποίο συνήψε σύμβαση.

( 56 ) Βλ. σημείο 55 των παρουσών προτάσεων. Κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση, η Aegean Airlines υπογράμμισε ορθώς ότι η προτεινόμενη από τους HQ κ.λπ. και την Επιτροπή ερμηνεία θα μπορούσε ακόμη και να είναι αντίθετη προς το συμφέρον των καταναλωτών, δεδομένου ότι οι διοργανωτές ταξιδίων δεν παρακινούνται πλέον να λάβουν τις εγγυήσεις που απαιτούνται από την οδηγία 90/314 εάν γνωρίζουν ότι οι αερομεταφορείς θα υποχρεωθούν να καλύψουν την παράλειψή τους βάσει του κανονισμού 261/2004.

( 57 ) Βλ. ερμηνευτικές κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με τον κανονισμό 261/2004 (ΕΕ 2016, C 214, σ. 5), ενότητα 2.2.6, με τίτλο «Πεδίο εφαρμογής του κανονισμού σε συσχετισμό με την οδηγία για τα οργανωμένα ταξίδια». Το μη δεσμευτικό αυτό έγγραφο μνημονεύεται επίσης από το αιτούν δικαστήριο, το οποίο επισημαίνει ορθώς ότι η ενότητά του 4.2 πραγματεύεται το δικαίωμα επιστροφής χρημάτων σε περίπτωση ματαιώσεως της πτήσεως αλλά χωρίς μνεία στο περιεχόμενο του άρθρου 8, παράγραφος 2, του εν λόγω κανονισμού.

( 58 ) Συγκεκριμένα, στην αιτιολογική σκέψη 36 και στο άρθρο 14, παράγραφος 5, της οδηγίας 2015/2302 διευκρινίζεται ότι η αποζημίωση που χορηγείται δυνάμει της οδηγίας αυτής, σε περίπτωση πλημμελούς εκτελέσεως των ταξιδιωτικών υπηρεσιών, και αυτή που χορηγείται δυνάμει άλλων μνημονευόμενων πράξεων του δικαίου της Ένωσης, περιλαμβανομένου του κανονισμού 261/2004, πρέπει να «συμψηφίζονται προκειμένου να αποφεύγεται η υπέρ το δέον αποζημίωση». Καίτοι η οδηγία αυτή, η οποία αντικατέστησε την οδηγία 90/314, δεν έχει εφαρμογή εν προκειμένω (βλ. σημείο 8 των παρουσών προτάσεων), η διευκρίνιση αυτή από τον νομοθέτη της Ένωσης δεν είναι, εντούτοις, άνευ σημασίας, κατά την άποψή μου, στην υπό κρίση υπόθεση.

( 59 ) Δυστυχώς, δεν είναι ασυνήθιστο να βρεθεί καταναλωτής αντιμέτωπος με την αφερεγγυότητα ή την πτώχευση του επαγγελματία με τον οποίο συνήψε σύμβαση, χωρίς να μπορέσει ποτέ να εξασφαλίσει επανόρθωση ή αντιστάθμιση για τη μη εκτέλεση της συμβάσεως.

( 60 ) Κατά την άποψή μου, δεν μπορεί να τεκμαίρεται ότι το τίμημα που πρέπει να επιστραφεί σε τέτοιους επιβάτες θα είναι ίδιο με το τίμημα που συμφωνήθηκε μεταξύ του οργανωτή ταξιδίων και του αερομεταφορέα για την αγορά αεροπορικών θέσεων, δεδομένου ότι ο διοργανωτής ταξιδίων μπορεί να εφάρμοσε διαφορετική τιμή κατά την πώληση εισιτηρίων στους πελάτες του.

( 61 ) Υπενθυμίζω ότι το άρθρο 8, παράγραφος 1, στοιχείο αʹ, του κανονισμού 261/2004 προβλέπει «την επιστροφή [στον επιβάτη] […] του πλήρους αντιτίμου του εισιτηρίου του, στην τιμή που το αγόρασε», και όχι σε παραπλήσια τιμή.