29.1.2018   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 32/35


Προσφυγή της 15ης Νοεμβρίου 2017 — UPF κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-747/17)

(2018/C 032/49)

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Union des Ports de France — UPF (Παρίσι, Γαλλία) (εκπρόσωποι: C. Vannini και E. Moraïtou, δικηγόροι)

Καθής: Ευρωπαϊκή Επιτροπή

Αιτήματα

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:

να ακυρώσει την προσβαλλόμενη απόφαση·

να καταδικάσει την Επιτροπή στο σύνολο των δικαστικών εξόδων.

Λόγοι και κύρια επιχειρήματα

Προς στήριξη της προσφυγής κατά της αποφάσεως C(2017) 5176 τελικό της Ευρωπαϊκής Επιτροπής της 27ης Ιουλίου 2017, σχετικά με το καθεστώς κρατικών ενισχύσεων SA.38398 (2016/C, πρώην 2015/E), το οποίο έθεσε σε εφαρμογή η Γαλλία (στο εξής: προσβαλλόμενη απόφαση), η προσφεύγουσα προβάλλει πέντε λόγους ακυρώσεως.

1.

Ο πρώτος λόγος αντλείται από πλάνη περί το δίκαιο στην οποία υπέπεσε η Επιτροπή χαρακτηρίζοντας το φορολογικό μέτρο στο σύνολό του ως κρατική ενίσχυση, καθόσον δεν έλαβε υπόψη το κριτήριο που αφορά τον οικονομικό χαρακτήρα της δραστηριότητας των γαλλικών λιμένων. Συναφώς, η προσφεύγουσα θεωρεί ότι η Επιτροπή, συμπεραίνοντας ότι η φορολογική απαλλαγή υπέρ των γαλλικών λιμένων συνιστά κρατική ενίσχυση κατά την έννοια του άρθρου 107, παράγραφος 1, ΣΛΕΕ, χωρίς να διευκρινίζει ότι ο χαρακτηρισμός της ως ενισχύσεως περιορίζεται μόνο στις οικονομικές δραστηριότητες των λιμένων, εξέδωσε απόφαση η οποία πάσχει, κατ’αρχήν, από πλάνη περί το δίκαιο.

2.

Ο δεύτερος λόγος αντλείται από πλάνη περί το δίκαιο στην οποία υπέπεσε η Επιτροπή όσον αφορά την εκτίμηση του οικονομικού χαρακτήρα των δραστηριοτήτων που ασκούν οι γαλλικοί λιμένες. Η προσφεύγουσα εκτιμά ότι η Επιτροπή υπέπεσε επίσης σε πλάνη περί το δίκαιο κατά την ανάλυση του οικονομικού χαρακτήρα των δραστηριοτήτων που ασκούν οι γαλλικοί λιμένες, για δύο λόγους:

πρώτον, διότι παρέλειψε εντελώς να εξετάσει στην προσβαλλόμενη απόφαση ορισμένες από τις δραστηριότητες που ασκούν οι γαλλικοί λιμένες,

δεύτερον, διότι για πολλές άλλες δραστηριότητες των γαλλικών λιμένων περιορίστηκε να επαναλάβει τις γενικές αρχές που διαμορφώθηκαν από τη νομολογία του Δικαστηρίου της ΕΕ σε θέματα δημόσιας χρηματοδότησης λιμενικών υποδομών χωρίς να εξαγάγει συμπεράσματα ως προς την οικονομική ή μη φύση τους, ενώ πρόκειται πράγματι για το κριτήριο εφαρμογής των κανόνων σε θέματα κρατικών ενισχύσεων.

3.

Ο τρίτος λόγος αντλείται από πλάνη περί το δίκαιο και από ανεπαρκή αιτιολογία όσον αφορά τις προϋποθέσεις της στρεβλώσεως του ανταγωνισμού και της επιδράσεως στο μεταξύ των κρατών μελών εμπόριο, στον βαθμό που κακώς η Επιτροπή έκρινε ότι η επίμαχη φορολογική απαλλαγή μπορούσε να προκαλέσει στρεβλώσεις του ανταγωνισμού και να έχει αντίκτυπο στο μεταξύ των κρατών μελών εμπόριο, όσον αφορά τους γαλλικούς λιμένες γενικώς και τους λιμένες της ηπειρωτικής ακτογραμμής και τους υπερπόντιους λιμένες ειδικότερα. Κατά την προσφεύγουσα, η προσβαλλόμενη απόφαση πάσχει από ανεπαρκή αιτιολογία στον βαθμό που η Επιτροπή θεώρησε, χωρίς να το αποδείξει, ότι οι πληρούνταν εν προκειμένω οι προϋποθέσεις αυτές.

4.

Ο τέταρτος λόγος αντλείται από πλάνη περί το δίκαιο κατά τη διεξαγωγή της διαδικασίας ελέγχου των υφιστάμενων ενισχύσεων και της παραβάσεως του άρθρου 108, παράγραφοι 1 και 2, ΣΛΕΕ, σε συνδυασμό με την αρχή της αναλογικότητας, στον βαθμό που η Επιτροπή, αφενός, απαιτώντας από τις γαλλικές αρχές να αποδείξουν τη συμβατότητα με την εσωτερική αγορά του συστήματος απαλλαγής από τον φόρο εταιριών των γαλλικών λιμένων, αντέστρεψε το βάρος αποδείξεως και ενήργησε ως εάν είχε επιληφθεί αιτήσεως εγκρίσεως καθεστώτος νέων ενισχύσεων. Αφετέρου, η Επιτροπή, επιβάλλοντας στις γαλλικές αρχές να καταργήσουν πλήρως το εν λόγω σύστημα απαλλαγής χωρίς να τεκμηριώσει ότι τυχόν τροποποίηση του μέτρου αυτού δεν θα μπορούσε να το καταστήσει συμβατό με τους κανόνες της Ένωσης για τις κρατικές ενισχύσεις, παρέβη το άρθρο 108, παράγραφοι 1 και 2, ΣΛΕΕ, το άρθρο 2 του κανονισμού 2015/1589 και παραβίασε την αρχή της αναλογικότητας.

5.

Ο πέμπτος λόγος αντλείται από παραβίαση της αρχής της χρηστής διοικήσεως, καθόσον το γεγονός ότι η Επιτροπή απαίτησε την κατάργηση του καθεστώτος απαλλαγής ενώ επέτρεψε την ύπαρξη καθεστώτων ενισχύσεως σε λιμένες άλλων κρατών μελών δεν παρέχει τη δυνατότητα να διασφαλιστούν ισότιμοι όροι ανταγωνισμού μεταξύ των διαφόρων ευρωπαϊκών λιμένων, αλλά οδηγεί, αντιθέτως, σε νέες στρεβλώσεις του ανταγωνισμού, σε άμεση καταστρατήγηση του ρόλου της Επιτροπής ως εγγυήτριας της καλής λειτουργίας της εσωτερικής αγοράς. Επομένως, η Επιτροπή παραβίασε την αρχή της αμεροληψίας η οποία συνιστά το αναγκαίο παρακολούθημα της αρχής της χρηστής διοικήσεως.