23.4.2018   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 142/20


Αναίρεση που άσκησε στις 10 Δεκεμβρίου 2017 η BMB sp. z o.o. κατά της αποφάσεως που εξέδωσε το Γενικό Δικαστήριο (πρώτο τμήμα) στις 3 Οκτωβρίου 2017 στην υπόθεση T-695/15, BMB sp. z o.o. κατά Γραφείου Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης

(Υπόθεση C-693/17 P)

(2018/C 142/27)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Διάδικοι

Αναιρεσείουσα: BMB sp. z o.o. (εκπρόσωπος: K. Czubkowski, radca prawny)

Λοιποί διάδικοι στην αναιρετική διαδικασία: Γραφείο Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης, Ferrero SpA

Αιτήματα

Η αναιρεσείουσα ζητεί από το Δικαστήριο:

να αναιρέσει την απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου (πρώτο τμήμα) της 3ης Σεπτεμβρίου 2017 στην υπόθεση T-695/15 που επιδόθηκε στην αναιρεσείουσα στις 11 Οκτωβρίου 2017· και

να ακυρώσει την απόφαση του τρίτου τμήματος προσφυγών του EUIPO της 8ης Σεπτεμβρίου 2015 στην υπόθεση R 1150/2012-3·

Επικουρικώς, ζητεί από το Δικαστήριο να αναιρέσει την απόφαση και να αναπέμψει την υπόθεση στο Γενικό Δικαστήριο, εφόσον η διαφορά δεν είναι ώριμη προς εκδίκαση από το Δικαστήριο.

Σύμφωνα με το άρθρο 138, παράγραφος 1, του Κανονισμού Διαδικασίας, ζητεί επίσης από το Δικαστήριο:

να καταδικάσει τη Ferrero SpΑ και το EUIPO στα δικαστικά έξοδα της παρούσας αναιρετικής διαδικασίας· και

να καταδικάσει τη Ferrero SpΑ και το EUIPO στα δικαστικά έξοδα στα οποία υποβλήθηκε η αναιρεσείουσα ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου· και

να καταδικάσει τη Ferrero SpΑ στα δικαστικά έξοδα της διαδικασίας ενώπιον του EUIPO σχετικά με την απόφαση του τμήματος προσφυγών.

Λόγοι αναιρέσεως και κύρια επιχειρήματα

Προς στήριξη της αιτήσεως αναιρέσεως, η αναιρεσείουσα προβάλλει δύο λόγους.

Με τον πρώτο λόγο αναιρέσεως, προβάλλεται παράβαση του άρθρου 25, παράγραφος l, στοιχείο ε', του κανονισμού (ΕΚ) 6/2002 του Συμβουλίου, της 12ης Δεκεμβρίου 2001, για τα κοινοτικά σχέδια και υποδείγματα (1) εξαιτίας πλάνης περί το δίκαιο και πρόδηλης πλάνης εκτιμήσεως στις οποίες υπέπεσε το Γενικό Δικαστήριο, κρίνοντας:

i.

ότι η γραφική παράσταση του προγενέστερου σήματος περιλαμβάνεται στο επίμαχο σχέδιο·

ii.

ότι το προγενέστερο σήμα και το επίμαχο σχέδιο παρουσιάζουν έντονη ομοιότητα· και

iii.

ότι το τμήμα προσφυγών δεν υπέπεσε σε πλάνη κρίνοντας ότι υπάρχει κίνδυνος συγχύσεως μεταξύ του προγενέστερου σήματος και του επίμαχου σχεδίου.

Με τον δεύτερο λόγο αναιρέσεως, προβάλλεται παράβαση του άρθρου 25, παράγραφος 1, στοιχείο ε', του κανονισμού (ΕΚ) 6/2002 του Συμβουλίου, της 12ης Δεκεμβρίου 2001, για τα κοινοτικά σχέδια και υποδείγματα σε σχέση με τις γενικές αρχές της χρηστής διοικήσεως και της προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης, εξαιτίας πλάνης περί το δίκαιο και πρόδηλης πλάνης εκτιμήσεως στις οποίες υπέπεσε το Γενικό Δικαστήριο, κρίνοντας ότι η αναφορά του τμήματος προσφυγών στο άρθρο 8, παράγραφος 1, στοιχείο β', του κανονισμού 207/2009 (2) στη σκέψη 33 της αποφάσεώς του συνιστά καθαρά τυπικό ελάττωμα το οποίο δεν άσκησε καθοριστική επιρροή στην επίλυση της διαφοράς, και ότι δεν είναι αναγκαίο να ληφθεί υπόψη εθνική νομολογία περί της διεθνούς καταχωρήσεως για την εκτίμηση του κινδύνου συγχύσεως.


(1)  ΕΕ 2002, L 3, σ. 1.

(2)  Κανονισμός (ΕΚ) 207/2009 του Συμβουλίου, της 26ης Φεβρουαρίου 2009, για το σήμα της ΕΕ (EE 2009, L 78, σ. 1).