5)
|
5.1
|
Δύναται να θεωρηθεί μη καταχρηστική, ήτοι, ότι είναι σαφής και κατανοητή, λαμβανομένων υπόψη των οικονομικών συνεπειών, συμβατική ρήτρα που μεταθέτει τον συναλλαγματικό κίνδυνο στον καταναλωτή, συνταχθείσα (από τον επαγγελματία συμβαλλόμενο ως γενικός όρος συναλλαγών χωρίς να αποτελέσει αντικείμενο ατομικής διαπραγματεύσεως) σε συμμόρφωση προς την εκ του νόμου προβλεπομένη υποχρέωση πληροφορήσεως, κατ’ ανάγκην γενικού χαρακτήρα, η οποία, όμως, δεν αναφέρει ρητώς ότι το ποσό των δόσεων αποπληρωμής οι οποίες πρέπει να καταβάλλονται σύμφωνα με τη σύμβαση δανείου μπορεί να είναι ανώτερο από το ποσό των εισοδημάτων του καταναλωτή, όπως αυτά έχουν υπολογιστεί κατόπιν εξετάσεως του αξιόχρεου του από τον επαγγελματία συμβαλλόμενο, λαμβανομένου επίσης υπόψη ότι ο κρίσιμος εθνικός κανόνας επιτάσσει τον προσδιορισμό του κινδύνου γραπτώς, και δεν αρκεί, επομένως, απλή δήλωση περί της υπάρξεως κινδύνου και της κατανομής του, και, επιπλέον, ότι το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης έκρινε, με την εκδοθείσα στην υπόθεση C-26/13 απόφασή του, σκέψη 74, ότι ο επαγγελματίας συμβαλλόμενος οφείλει όχι μόνο να ενημερώσει τον καταναλωτή για τον κίνδυνο, αλλά είναι επίσης αναγκαίο, χάρη στην πληροφόρηση αυτή, ο καταναλωτής να μπορεί να αξιολογήσει τις οικονομικές συνέπειες, εν δυνάμει σημαντικές, που θα συνεπαγόταν γι’ αυτόν η ανάληψη του συναλλαγματικού κινδύνου και, ως εκ τούτου, το συνολικό ύψος του δανείου του;
|
5.2
|
Δύναται να θεωρηθεί μη καταχρηστική, ήτοι, ότι είναι σαφής και κατανοητή, λαμβανομένων υπόψη των οικονομικών συνεπειών, συμβατική ρήτρα που μεταθέτει τον συναλλαγματικό κίνδυνο στον καταναλωτή, συνταχθείσα (από τον επαγγελματία συμβαλλόμενο ως γενικός όρος συναλλαγών χωρίς να αποτελέσει αντικείμενο ατομικής διαπραγματεύσεως) σε συμμόρφωση προς την εκ του νόμου προβλεπομένη υποχρέωση πληροφορήσεως, κατ’ ανάγκην γενικού χαρακτήρα, η οποία, όμως, δεν αναφέρει ρητώς ότι το ποσό του εναπομένοντος κάθε στιγμή οφειλόμενου κεφαλαίου μπορεί να είναι ανώτερο από την αξία της περιουσίας του καταναλωτή, όπως αυτή έχει υπολογιστεί κατόπιν εξετάσεως του αξιόχρεου του από τον επαγγελματία συμβαλλόμενο, λαμβανομένου επίσης υπόψη ότι η κρίσιμη εθνική νομοθεσία επιτάσσει τον προσδιορισμό του κινδύνου γραπτώς, και δεν αρκεί, επομένως, απλή δήλωση περί της υπάρξεως κινδύνου και της κατανομής του, και, επιπλέον, ότι το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης έκρινε, με την εκδοθείσα στην υπόθεση C-26/13 απόφασή του, σκέψη 74, ότι ο επαγγελματίας συμβαλλόμενος οφείλει όχι μόνο να ενημερώσει τον καταναλωτή για τον κίνδυνο, αλλά είναι επίσης αναγκαίο, χάρη στην πληροφόρηση αυτή, ο καταναλωτής να μπορεί να αξιολογήσει τις οικονομικές συνέπειες, εν δυνάμει σημαντικές, που θα συνεπαγόταν γι’ αυτόν η ανάληψη του συναλλαγματικού κινδύνου και, ως εκ τούτου, το συνολικό ύψος του δανείου του;
|
5.3
|
Δύναται να θεωρηθεί μη καταχρηστική, ήτοι, ότι είναι σαφής και κατανοητή, λαμβανομένων υπόψη των οικονομικών συνεπειών, συμβατική ρήτρα που μεταθέτει τον συναλλαγματικό κίνδυνο στον καταναλωτή, συνταχθείσα (από τον επαγγελματία συμβαλλόμενο ως γενικός όρος συναλλαγών χωρίς να αποτελέσει αντικείμενο ατομικής διαπραγματεύσεως) σε συμμόρφωση προς την εκ του νόμου προβλεπομένη υποχρέωση πληροφορήσεως, κατ’ ανάγκην γενικού χαρακτήρα, η οποία, όμως, δεν αναφέρει ρητώς ότι 1) οι διακυμάνσεις στη συναλλαγματική ισοτιμία δεν έχουν ανώτατο όριο, 2) η πιθανότητα μεταβολής της συναλλαγματικής ισοτιμίας είναι πραγματική, ήτοι, μπορεί να συμβεί κατά τη διάρκεια ισχύος της συμβάσεως δανείου, 3) για τον λόγο αυτόν, το ποσό των δόσεων αποπληρωμής μπορεί να αυξάνεται απεριόριστα, 4) συνεπεία των διακυμάνσεων στη συναλλαγματική ισοτιμία, όχι μόνον το ποσό των δόσεων αποπληρωμής, αλλά και το ποσό του οφειλόμενου κεφαλαίου μπορεί να αυξάνεται απεριόριστα, 5) οι πιθανές απώλειες μπορεί να είναι ανεξέλεγκτες, 6) τα αναγκαία μέτρα ασφάλειας έχουν περιορισμένο εύρος και χρήζουν συνεχούς προσοχής, 7) ο επαγγελματίας συμβαλλόμενος δεν δεσμεύεται να επιδεικνύει την ίδια προσοχή, λαμβανομένου επίσης υπόψη ότι η κρίσιμη εθνική νομοθεσία επιτάσσει τον προσδιορισμό του κινδύνου γραπτώς, και δεν αρκεί, επομένως, απλή δήλωση περί της υπάρξεως κινδύνου και της κατανομής του, και, επιπλέον, ότι το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης έκρινε, με την εκδοθείσα στην υπόθεση C-26/13 απόφασή του, σκέψη 74, ότι ο επαγγελματίας συμβαλλόμενος οφείλει όχι μόνο να ενημερώσει τον καταναλωτή για τον κίνδυνο, αλλά είναι επίσης αναγκαίο, χάρη στην πληροφόρηση αυτή, ο καταναλωτής να μπορεί να αξιολογήσει τις οικονομικές συνέπειες, εν δυνάμει σημαντικές, που θα συνεπαγόταν γι’ αυτόν η ανάληψη του συναλλαγματικού κινδύνου και, ως εκ τούτου, το συνολικό ύψος του δανείου του;
|
5.4
|
Λαμβανομένου ιδίως υπόψη ότι είναι πιθανόν, ή ενδεχομένως έχει ήδη συμβεί, να γίνεται δεκτό κατά την εθνική νομολογία ή νομοθεσία ότι, στην περίπτωση των δανείων σε αλλοδαπό νόμισμα, ο καταναλωτής συνήψε σύμβαση δανείου σε αλλοδαπό νόμισμα λόγω του ευνοϊκότερου κατά την οικεία περίοδο εφαρμοστέου επιτοκίου εν σχέσει προς τις συμβάσεις δανείου σε φιορίνια και, σε αντάλλαγμα, ανέλαβε αποκλειστικώς τα αποτελέσματα των διακυμάνσεων στη συναλλαγματική ισοτιμία· ότι είναι επίσης πιθανόν, ή ενδεχομένως έχει ήδη συμβεί, να γίνεται δεκτό κατά την εθνική νομολογία ή νομοθεσία ότι η μετάθεση των συμβατικών βαρών σε ένα από τα μέρη μετά τη σύναψη της συμβάσεως δανείου —μη προβλεπόμενη εκ των προτέρων— δεν μπορεί να εκτιμάται σύμφωνα με τα κριτήρια περί καταχρηστικότητας, δεδομένου ότι οι λόγοι ακυρότητας πρέπει να συντρέχουν κατά τον χρόνο συνάψεως της συμβάσεως· λαμβανομένου επίσης υπόψη ότι η κρίσιμη εθνική νομοθεσία επιτάσσει τον προσδιορισμό του κινδύνου γραπτώς, και δεν αρκεί, επομένως, απλή δήλωση περί της υπάρξεως κινδύνου και της κατανομής του, και, επιπλέον, ότι το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης έκρινε, με την εκδοθείσα στην υπόθεση C-26/13 απόφασή του, σκέψη 74, ότι ο επαγγελματίας συμβαλλόμενος οφείλει όχι μόνο να ενημερώσει τον καταναλωτή για τον κίνδυνο, αλλά είναι επίσης αναγκαίο, χάρη στην πληροφόρηση αυτή, ο καταναλωτής να μπορεί να αξιολογήσει τον κίνδυνο, δύναται να θεωρηθεί μη καταχρηστική, ήτοι, ότι είναι σαφής και κατανοητή, λαμβανομένων υπόψη των οικονομικών συνεπειών, συμβατική ρήτρα που μεταθέτει τον συναλλαγματικό κίνδυνο στον καταναλωτή, συνταχθείσα (από τον επαγγελματία συμβαλλόμενο ως γενικός όρος συναλλαγών χωρίς να αποτελέσει αντικείμενο ατομικής διαπραγματεύσεως) σε συμμόρφωση προς την εκ του νόμου προβλεπομένη υποχρέωση πληροφορήσεως, κατ’ ανάγκην γενικού χαρακτήρα, η οποία, όμως, δεν αναφέρει ρητώς την αναμενόμενη πορεία των διακυμάνσεων στη συναλλαγματική ισοτιμία κατά τη διάρκεια ισχύος της συμβάσεως (τουλάχιστον, κατά το αρχικό διάστημά της) ούτε τα κατώτατα και/ή ανώτατα επίπεδά της (παραδείγματος χάρη, βάσει της μεθόδου υπολογισμού της συναλλαγματικής ισοτιμίας forward ή/και της αρχής της ισοδυναμίας επιτοκίων, κατά την οποία, για τους σκοπούς των δανείων σε αλλοδαπό νόμισμα, είναι δυνατόν να προβλεφθεί με μεγάλη βεβαιότητα ότι ένα πλεονέκτημα από απόψεως επιτοκίου, ήτοι, το γεγονός ότι το επιτόκιο LIBOR [London Interbank Offered Rate] ή EURIBOR [Euro Interbank Offered Rate] είναι χαμηλότερο από το επιτόκιο BUBOR [Budapest Interbank Offered Rate] θα επιφέρει απώλειες στον καταναλωτή από απόψεως συναλλαγματικής ισοτιμίας, ήτοι, ότι το νόμισμα αποπληρωμής θα υποχωρήσει έναντι του νομίσματος πιστώσεως);
|
5.5
|
Δύναται να θεωρηθεί μη καταχρηστική, ήτοι, ότι είναι σαφής και κατανοητή, λαμβανομένων υπόψη των οικονομικών συνεπειών, συμβατική ρήτρα που μεταθέτει τον συναλλαγματικό κίνδυνο στον καταναλωτή, συνταχθείσα (από τον επαγγελματία συμβαλλόμενο ως γενικός όρος συναλλαγών χωρίς να αποτελέσει αντικείμενο ατομικής διαπραγματεύσεως) σε συμμόρφωση προς την εκ του νόμου προβλεπομένη υποχρέωση πληροφορήσεως, κατ’ ανάγκην γενικού χαρακτήρα, η οποία, όμως, δεν αναφέρει ρητώς κατά τρόπο συγκεκριμένο (παραδείγματος χάρη, προσδιορίζοντας ποσοτικώς βάσει σειράς στοιχείων ή μέσω διαγράμματος την εξέλιξη κατά το παρελθόν της συναλλαγματικής ισοτιμίας μεταξύ του νομίσματος αποπληρωμής και του νομίσματος πιστώσεως για ορισμένο χρονικό διάστημα ίσο τουλάχιστον με αυτό για το οποίο ο καταναλωτής έχει αναλάβει δέσμευση) τον πραγματικό κίνδυνο για τον οφειλέτη που αναμένεται να προκύψει από την μετάθεση του συναλλαγματικού κινδύνου στον καταναλωτή, λαμβανομένου επίσης υπόψη ότι η κρίσιμη εθνική νομοθεσία επιτάσσει τον προσδιορισμό του κινδύνου γραπτώς, και δεν αρκεί, επομένως, απλή δήλωση περί της υπάρξεως κινδύνου και της κατανομής του, και, επιπλέον, ότι το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης έκρινε, με την εκδοθείσα στην υπόθεση C-26/13 απόφασή του, σκέψη 74, ότι ο επαγγελματίας συμβαλλόμενος οφείλει όχι μόνο να ενημερώσει τον καταναλωτή για τον κίνδυνο, αλλά είναι επίσης αναγκαίο, χάρη στην πληροφόρηση αυτή, ο καταναλωτής να μπορεί να αξιολογήσει τις οικονομικές συνέπειες, εν δυνάμει σημαντικές, που θα συνεπαγόταν γι’ αυτόν η ανάληψη του συναλλαγματικού κινδύνου και, ως εκ τούτου, το συνολικό ύψος του δανείου του;
|
5.6
|
Λαμβανομένου ιδίως υπόψη ότι είναι πιθανόν, ή ενδεχομένως έχει ήδη συμβεί, να γίνεται δεκτό κατά την εθνική νομολογία ή νομοθεσία ότι, στην περίπτωση των δανείων σε αλλοδαπό νόμισμα, ο καταναλωτής συνήψε σύμβαση δανείου σε αλλοδαπό νόμισμα λόγω του ευνοϊκότερου κατά την οικεία περίοδο εφαρμοστέου επιτοκίου εν σχέσει προς τις συμβάσεις δανείου σε φιορίνια και, σε αντάλλαγμα, ανέλαβε αποκλειστικώς τα αποτελέσματα των διακυμάνσεων στη συναλλαγματική ισοτιμία· λαμβανομένου επίσης υπόψη ότι η κρίσιμη εθνική νομοθεσία επιτάσσει τον προσδιορισμό του κινδύνου γραπτώς, και δεν αρκεί, επομένως, απλή δήλωση περί της υπάρξεως κινδύνου και της κατανομής του, και, επιπλέον, ότι το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης έκρινε, με την εκδοθείσα στην υπόθεση C-26/13 απόφασή του, σκέψη 74, ότι ο επαγγελματίας συμβαλλόμενος οφείλει όχι μόνο να ενημερώσει τον καταναλωτή για τον κίνδυνο, αλλά είναι επίσης αναγκαίο, χάρη στην πληροφόρηση αυτή, ο καταναλωτής να μπορεί να αξιολογήσει τον κίνδυνο, δύναται να θεωρηθεί μη καταχρηστική, ήτοι, ότι είναι σαφής και κατανοητή, λαμβανομένων υπόψη των οικονομικών συνεπειών, συμβατική ρήτρα που μεταθέτει τον συναλλαγματικό κίνδυνο στον καταναλωτή, συνταχθείσα (από τον επαγγελματία συμβαλλόμενο ως γενικός όρος συναλλαγών χωρίς να αποτελέσει αντικείμενο ατομικής διαπραγματεύσεως) σε συμμόρφωση προς την εκ του νόμου προβλεπομένη υποχρέωση πληροφορήσεως, κατ’ ανάγκην γενικού χαρακτήρα, η οποία, όμως, δεν αναφέρει ρητώς κατά τρόπο συγκεκριμένο (παραδείγματος χάρη, κατά τρόπο ρητό και ποσοτικώς προσδιορισμένο βάσει παλαιότερων στοιχείων που αφορούν χρονικό διάστημα ίσο τουλάχιστον με αυτό για το οποίο ο καταναλωτής έχει αναλάβει δέσμευση) το ποσό των αναμενόμενων κερδών από απόψεως τόκων κατ’ εφαρμογήν του BUBOR στην περίπτωση των δανείων σε φιορίνια και του LIBOR ή του EURIBOR στην περίπτωση των δανείων σε αλλοδαπό νόμισμα;
|
|