15.5.2017   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 151/15


Αναίρεση που άσκησε στις 23 Ιανουαρίου 2017 η Apcoa Parking Holdings GmbH κατά της διατάξεως που εξέδωσε το Γενικό Δικαστήριο (έβδομο τμήμα) στις 8 Νοεμβρίου 2016 στις συνεκδικασθείσες υποθέσεις T-268/15 και T-272/15, Apcoa Parking Holdings GmbH κατά Γραφείου Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (EUIPO)

(Υπόθεση C-32/17 P)

(2017/C 151/21)

Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική

Διάδικοι

Αναιρεσείουσα: Apcoa Parking Holdings GmbH (εκπρόσωπος: Dr. A. Lohmann, δικηγόρος)

Αντίδικος κατ’ αναίρεση: Γραφείο Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (EUIPO)

Αιτήματα

Η αναιρεσείουσα ζητεί από το Δικαστήριο:

1.

να αναιρέσει τη διάταξη του Γενικού Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης (έβδομο τμήμα) της 8ης Νοεμβρίου 2016 στις συνεκδικασθείσες υποθέσεις T-268/15 και T-272/15.

2.

να ακυρώσει τις αποφάσεις του τέταρτου τμήματος προσφυγών του EUIPO (πρώην ΓΕΕΑ) της 25ης Μαρτίου 2015 στην υπόθεση R 2062/2014-4 και στην υπόθεση R 2063/2014-4.

3.

να καταδικάσει το EUIPO στα έξοδα της διαδικασίας.

Λόγοι αναιρέσεως και κύρια επιχειρήματα

Κατά την άποψη της αναιρεσείουσας, η διάταξη πάσχει διαδικαστική πλημμέλεια (πρώτος λόγος αναιρέσεως). Επιπλέον, η διάταξη αντιβαίνει στο δίκαιο της Ένωσης. Το Γενικό Δικαστήριο δεν έλαβε υπόψη ουσιώδη πραγματικά στοιχεία (δεύτερος λόγος αναιρέσεως). Επίσης, το Γενικό Δικαστήριο παραμόρφωσε κάποια πραγματικά περιστατικά (τρίτος λόγος αναιρέσεως). Η διάταξη παραβιάζει την αρχή του ενιαίου χαρακτήρα του σήματος της Ένωσης (τέταρτος λόγος αναιρέσεως).

Πρώτος λόγος αναιρέσεως: το Γενικό Δικαστήριο απεφάνθη επί των προσφυγών χωρίς να προηγηθεί επ’ ακροατηρίου συζήτηση. Ωστόσο, η αναιρεσείουσα είχε ζητήσει ρητώς τη διεξαγωγή επ’ ακροατηρίου συζητήσεως.

Η επ’ ακροατηρίου συζήτηση δεν ήταν περιττή, διότι η προσφυγή δεν ήταν ούτε προδήλως απαράδεκτη ούτε στερούνταν προδήλως νομικής βάσης. Επομένως, η διάταξη πάσχει διαδικαστική πλημμέλεια .

Δεύτερος λόγος αναιρέσεως: η διάταξη του Γενικού Δικαστηρίου αντιβαίνει στο δίκαιο της Ένωσης. Αντιθέτως προς την κρίση του Γενικού Δικαστηρίου, κανένας από τους απόλυτους λόγους απαραδέκτου που περιέχονται στο άρθρο 7, παράγραφος 1, στοιχείο γ', του κανονισμού 207/2009 (1) δεν δύναται να στηρίξει τον αποκλεισμό της προστασίας των επίδικων σημάτων. Τα εν λόγω σήματα δεν συνίστανται σε περιγραφικές ενδείξεις.

Το Γενικό Δικαστήριο δεν έλαβε υπόψη κρίσιμα πραγματικά στοιχεία. Δέχθηκε ότι για το ενδιαφερόμενο κοινό στο Ηνωμένο Βασίλειο η αγγλική ονομασία «Parkway» υποδηλώνει χώρο στάθμευσης σε σιδηροδρομικό σταθμό. Συναφώς, το Γενικό Δικαστήριο δεν συνεκτίμησε ότι το εν λόγω ζήτημα είχε απασχολήσει ρητώς, στο πλαίσιο ακροάσεως, το Γραφείο Σημάτων στη Μεγάλη Βρετανία το οποίο, κατόπιν διεξοδικής εξετάσεως, δεν διαπίστωσε την ύπαρξη περιγραφικής ενδείξεως. Όταν ο όρος αυτός χρησιμοποιείται απομονωμένος, όπως στο επίμαχο σήμα, δεν έχει τη σημασία που του προσέδωσε το Γενικό Δικαστήριο. Πανομοιότυπα σήματα «Parkway» έχουν κριθεί ως δεκτικά προστασίας και έχουν καταχωρισθεί σε αρκετά κράτη μέλη (μεταξύ των οποίων και η Ιρλανδία) βάσει της επεκτάσεως της προστασίας διεθνούς σήματος και κατόπιν καταθέσεως εθνικών αιτήσεων στο Ηνωμένο Βασίλειο.

Το Γενικό Δικαστήριο αγνόησε όλα τα ανωτέρω και επισήμανε μόνον ότι δεν δεσμεύεται εν γένει από εθνικές αποφάσεις. Δεν έλαβε υπόψη, συναφώς, ότι η απουσία τέτοιας δεσμεύσεως δεν απαλλάσσει το Γενικό Δικαστήριο από την υποχρέωση να συνεκτιμά τουλάχιστον όλα τα κρίσιμα στοιχεία. Οι εθνικές καταχωρίσεις πανομοιότυπων σημάτων σε κράτη μέλη, από τη γλώσσα των οποίων προέρχεται η επίδικη ονομασία, συνιστούν οπωσδήποτε κρίσιμα πραγματικά στοιχεία. Η πλήρης αγνόησή τους αποτελεί πλάνη περί το δίκαιο.

Τρίτος λόγος αναιρέσεως: το Γενικό Δικαστήριο στήριξε τη σημασία του κρίσιμου όρου «Parkway» σε δύο λεξικογραφικές πηγές. Αυτές όμως δεν τις παρέθεσε σε πλήρη μορφή και παραμόρφωσε το περιεχόμενό τους. Το Γενικό Δικαστήριο δεν έλαβε υπόψη ότι οι εν λόγω πηγές δεν περιλαμβάνουν καμία γενική σημασία του όρου «Parkway» απομονωμένου, όπως τον χρησιμοποιεί το Γενικό Δικαστήριο για να θεμελιώσει την κρίση του. Τούτο, μάλιστα, μπορούσε να προκύψει επίσης, λεπτομερώς, από την απόφαση του Γραφείου Σημάτων του Ηνωμένου Βασιλείου σχετικά με τη δυνατότητα προστασίας του σήματος. Στην απόφαση αυτή είχαν χρησιμοποιηθεί οι ίδιες πηγές. Ωστόσο, σε εκείνη την περίπτωση, το Γραφείο Σημάτων συνήγαγε το συμπέρασμα ότι η οριζόμενη στο λεξικό σημασία του επίμαχου όρου δεν αποκλείει την προστασία του ως σήματος. Εάν το Γενικό Δικαστήριο εξέταζε ομοίως τις πηγές χωρίς να παραμορφώσει το περιεχόμενό τους, θα κατέληγε στο ίδιο συμπέρασμα. Η παραμόρφωση των πραγματικών περιστατικών συνιστά, επίσης, πλάνη περί το δίκαιο.

Τέταρτος λόγος αναιρέσεως: η διάταξη παραβιάζει, επιπλέον, την αρχή του ενιαίου χαρακτήρα του σήματος της Ένωσης. Πιο συγκεκριμένα, μολονότι για κανένα κράτος μέλος δεν υφίσταται απόλυτος λόγος απαραδέκτου όσον αφορά την προστασία του σήματος, το Γενικό Δικαστήριο αρνήθηκε στην αναιρεσείουσα την παροχή της ενιαίας προστασίας που καλύπτει το σήμα της Ένωσης.


(1)  Κανονισμός (ΕΚ) 207/2009 του Συμβουλίου, της 26ης Φεβρουαρίου 2009, για το κοινοτικό σήμα (κωδικοποιημένη έκδοση) (EE L 78, σ. 1).