Υπόθεση C-257/17

C
και
A

κατά

Staatssecretaris van Veiligheid en Justitie

[αίτηση του Raad van State (Συμβουλίου της Επικρατείας, Κάτω Χώρες)
για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως

«Προδικαστική παραπομπή – Αρμοδιότητα του Δικαστηρίου – Οδηγία 2003/86/ΕΚ – Δικαίωμα οικογενειακής επανενώσεως – Άρθρο 15 – Άρνηση χορηγήσεως αυτόνομης άδειας διαμονής – Εθνική ρύθμιση προβλέπουσα υποχρέωση επιτυχίας σε εξέταση περί κοινωνικής ενσωματώσεως»

Περίληψη – Απόφαση του Δικαστηρίου (τρίτο τμήμα)
της 7ης Νοεμβρίου 2018

  1. Προδικαστικά ερωτήματα – Αρμοδιότητα του Δικαστηρίου – Διατάξεις του δικαίου της Ένωσης οι οποίες καθίστανται ευθέως και ανεπιφυλάκτως εφαρμοστέες από το εθνικό δίκαιο σε περιπτώσεις μη εμπίπτουσες στο πεδίο εφαρμογής τους – Περιλαμβάνονται – Διατάξεις του δικαίου της Ένωσης οι οποίες αποκλείουν ρητώς ορισμένες καταστάσεις από το πεδίο εφαρμογής τους – Δεν ασκεί επιρροή

    (Άρθρο 267 ΣΕΕ· οδηγία 2003/86 του Συμβουλίου, άρθρα 3 § 3, και 15)

  2. Συνοριακοί έλεγχοι, άσυλο και μετανάστευση – Μεταναστευτική πολιτική – Δικαίωμα στην οικογενειακή επανένωση – Οδηγία 2003/86 – Είσοδος και διαμονή των μελών της οικογένειας – Αυτόνομο δικαίωμα διαμονής μετά από διαμονή πέντε ετών – Εθνική νομοθεσία που παρέχει τη δυνατότητα απορρίψεως αιτήσεως προς χορήγηση αυτόνομης άδειας διαμονής σε περίπτωση που δεν δικαιολογείται ότι ο ενδιαφερόμενος επέτυχε σε εξέταση περί κοινωνικής ενσωματώσεως – Επιτρέπεται – Αναλογικότητα

    (Οδηγία 2003/86 του Συμβουλίου, άρθρα 15 §§ 1 και 4)

  3. Συνοριακοί έλεγχοι, άσυλο και μετανάστευση – Μεταναστευτική πολιτική – Δικαίωμα στην οικογενειακή επανένωση – Οδηγία 2003/86 – Είσοδος και διαμονή των μελών της οικογένειας – Αυτόνομο δικαίωμα διαμονής μετά από διαμονή πέντε ετών – Χορήγηση της άδειας διαμονής – Εθνική νομοθεσία η οποία προβλέπει τη χορήγηση αυτή μόνον από την ημερομηνία υποβολής της αιτήσεως προς χορήγηση αυτόνομου τίτλου διαμονής – Επιτρέπεται

    (Οδηγία 2003/86 του Συμβουλίου, άρθρα 15 §§ 1 και 4)

  1.  Το Δικαστήριο είναι αρμόδιο, δυνάμει του άρθρου 267 ΣΛΕΕ, για να ερμηνεύει το άρθρο 15 της οδηγίας 2003/86/ΕΚ του Συμβουλίου, της 22ας Σεπτεμβρίου 2003, σχετικά με το δικαίωμα οικογενειακής επανένωσης, σε καταστάσεις όπως αυτές της κύριας δίκης, στην οποία το αιτούν δικαστήριο καλείται να αποφανθεί επί της χορηγήσεως αυτόνομης άδειας διαμονής σε υπήκοο τρίτης χώρας, μέλος της οικογένειας πολίτη της Ευρωπαϊκής Ένωσης που δεν έκανε χρήση του δικαιώματός του ελεύθερης κυκλοφορίας, όταν η ως άνω διάταξη έχει καταστεί εφαρμοστέα σε τέτοιες καταστάσεις, ευθέως και ανεπιφύλακτα, βάσει του εθνικού δικαίου.

    Πράγματι, σε τέτοιες περιπτώσεις, προς αποφυγή ερμηνευτικών αποκλίσεων στο μέλλον, υφίσταται οπωσδήποτε συμφέρον της Ένωσης για ομοιόμορφη ερμηνεία των διατάξεων που προέρχονται από το δίκαιο της Ένωσης (πρβλ. αποφάσεις της 18ης Οκτωβρίου 2012, Nolan, C-583/10, EU:C:2012:638, σκέψη 46, και της 22ας Μαρτίου 2018, Jacob και Lassus, C-327/16 και C‑421/16, EU:C:2018:210, σκέψη 34).

    Το ως άνω συμπέρασμα δεν κλονίζεται από το γεγονός ότι το άρθρο 3, παράγραφος 3, της οδηγίας 2003/86 αποκλείει ρητώς καταστάσεις όπως αυτές των κυρίων δικών από το πεδίο εφαρμογής της εν λόγω οδηγίας.

    (βλ. σκέψεις 32, 36, 44, διατακτ. 1)

  2.  Το άρθρο 15, παράγραφοι 1 και 4, της οδηγίας 2003/86 δεν αντιτίθεται σε εθνική ρύθμιση η οποία παρέχει τη δυνατότητα απορρίψεως αιτήσεως για τη χορήγηση αυτόνομης άδειας διαμονής, υποβαλλόμενης από υπήκοο τρίτης χώρας που έχει κατοικήσει για πέντε και πλέον έτη στο έδαφος κράτους μέλους στο πλαίσιο οικογενειακής επανενώσεως, με την αιτιολογία ότι ο ενδιαφερόμενος δεν δικαιολογεί ότι επέτυχε σε εξέταση περί κοινωνικής ενσωματώσεως που αφορά γνώση της γλώσσας και της κοινωνίας του κράτους μέλους αυτού, υπό την προϋπόθεση ωστόσο ότι οι συγκεκριμένες λεπτομέρειες εφαρμογής της υποχρεώσεως επιτυχίας σε μια τέτοια εξέταση δεν βαίνουν πέραν του μέτρου που είναι αναγκαίο προς επίτευξη του σκοπού της ενσωματώσεως των υπηκόων τρίτων χωρών.

    Από τον συνδυασμό των ως άνω δύο διατάξεων απορρέει ότι, μολονότι η χορήγηση αυτόνομης άδειας διαμονής συνιστά, καταρχήν, δικαίωμα μετά από διαμονή πέντε ετών στο έδαφος κράτους μέλους στο πλαίσιο οικογενειακής επανενώσεως, ο νομοθέτης της Ένωσης παρέσχε ωστόσο τη δυνατότητα στα κράτη μέλη να εξαρτούν τη χορήγηση ενός τέτοιου τίτλου από ορισμένους όρους, τους οποίους θέτουν τα ίδια.

    Ωστόσο, δεδομένου ότι η χορήγηση αυτόνομου τίτλου μετά την περίοδο που μνημονεύεται στο άρθρο 15, παράγραφος 1, της οδηγίας αυτής συνιστά τον γενικό κανόνα, το περιθώριο χειρισμών που αναγνωρίζεται στα κράτη μέλη από το άρθρο 15, παράγραφος 4, της εν λόγω οδηγίας δεν πρέπει να χρησιμοποιείται από αυτά με τρόπο που να θίγει τον σκοπό του ως άνω άρθρου, ο οποίος είναι, όπως υπογραμμίζει η αιτιολογική σκέψη 15 της ίδιας οδηγίας, να παρασχεθεί στα μέλη της οικογένειας του συντηρούντος η δυνατότητα υπαγωγής τους σε καθεστώς ανεξάρτητο από εκείνο του ίδιου του συντηρούντος, καθώς και την πρακτική αποτελεσματικότητα του εν λόγω άρθρου (βλ., κατ’ αναλογία, απόφαση της 9ης Ιουλίου 2015, K και A, C-153/14, EU:C:2015:453, σκέψη 50).

    Επομένως, οι όροι από τους οποίους εξαρτά ένα κράτος μέλος τη χορήγηση αυτόνομης άδειας διαμονής δεν μπορούν να είναι σε τέτοιο βαθμό απαιτητικοί ώστε να συνιστούν ανυπέρβλητο πρόσκομμα, το οποίο να εμποδίζει στην πράξη τους υπηκόους τρίτης χώρας που μνημονεύονται στο άρθρο 15, παράγραφος 1, της οδηγίας 2003/86 να λάβουν υπό κανονικές συνθήκες έναν τέτοιο τίτλο μετά την παρέλευση του χρόνου περί του οποίου γίνεται λόγος στη διάταξη αυτή (βλ., κατ’ αναλογία, απόφαση της 9ης Ιουλίου 2015, K και A, C-153/14, EU:C:2015:453, σκέψη 59).

    Τούτο προϋποθέτει, ειδικότερα, ότι οι γνώσεις που απαιτούνται για την επιτυχία στην εξέταση περί κοινωνικής ενσωματώσεως αντιστοιχούν σε ένα βασικό επίπεδο, ότι η επιβαλλόμενη από την εθνική ρύθμιση προϋπόθεση δεν έχει ως αποτέλεσμα να παρεμποδίζει τη χορήγηση αυτόνομης άδειας διαμονής στους υπηκόους τρίτων χωρών που έχουν αποδείξει την πρόθεσή τους να επιτύχουν στην ως άνω εξέταση και που έχουν καταβάλει προσπάθειες προς τούτο, ότι οι ιδιαίτερες ατομικές περιστάσεις θα λαμβάνονται δεόντως υπόψη και ότι τα σχετικά με την εν λόγω εξέταση έξοδα δεν είναι υπερβολικά (πρβλ. απόφαση της 9ης Ιουλίου 2015, K και A, C-153/14, EU:C:2015:453, σκέψεις 54 έως 70).

    Συναφώς, πρέπει να υπογραμμιστεί ιδίως ότι περιστάσεις όπως η ηλικία, το επίπεδο εκπαιδεύσεως, η οικονομική κατάσταση ή η κατάσταση υγείας των μελών της οικογένειας του συντηρούντος πρέπει να λογίζονται ως στοιχεία βάσει των οποίων οι αρμόδιες αρχές μπορούν να μην εξαρτούν τη χορήγηση αυτόνομης άδειας διαμονής από την επιτυχία σε εξέταση περί κοινωνικής ενσωματώσεως όταν, λόγω των περιστάσεων αυτών, προκύπτει ότι οι ενδιαφερόμενοι δεν είναι σε θέση να μετάσχουν σε μια τέτοια εξέταση ή να μετάσχουν επιτυχώς στην εξέταση αυτή (πρβλ. απόφαση της 9ης Ιουλίου 2015, K και A, C-153/14, EU:C:2015:453, σκέψη 58).

    (βλ. σκέψεις 48, 51, 52, 63-65, διατακτ. 2)

  3.  Το άρθρο 15, παράγραφοι 1 και 4, της οδηγίας 2003/86 δεν αντιτίθεται σε εθνική ρύθμιση προβλέπουσα ότι η αυτόνομη άδεια διαμονής χορηγείται μόνον από την ημερομηνία υποβολής της σχετικής αιτήσεως.

    (βλ. σκέψη 71, διατακτ. 3)