Υπόθεση C‑246/17

Ibrahima Diallo

κατά

État belge

[αίτηση του Conseil d’État (Βέλγιο)
για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως]

«Προδικαστική παραπομπή – Ιθαγένεια της Ευρωπαϊκής Ένωσης – Οδηγία 2004/38/ΕΚ – Άρθρο 10, παράγραφος 1 – Αίτηση για χορήγηση δελτίου διαμονής μέλους της οικογένειας ενός πολίτη της Ένωσης – Χορήγηση – Προθεσμία – Έκδοση και κοινοποίηση της αποφάσεως – Συνέπειες της μη τηρήσεως της εξάμηνης προθεσμίας – Διαδικαστική αυτονομία των κρατών μελών – Αρχή της αποτελεσματικότητας»

Περίληψη – Απόφαση του Δικαστηρίου (πρώτο τμήμα) της 27ης Ιουνίου 2018

  1. Ιθαγένεια της Ένωσης – Δικαίωμα ελεύθερης κυκλοφορίας και ελεύθερης διαμονής στο έδαφος των κρατών μελών – Οδηγία 2004/38 – Χορήγηση δελτίου διαμονής μέλους της οικογένειας ενός πολίτη της Ένωσης – Προθεσμία – Υποχρέωση να λαμβάνεται και να κοινοποιείται εντός εξάμηνης προθεσμίας η απόφαση επί αιτήσεως για χορήγηση δελτίου διαμονής

    (Οδηγία 2004/38 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρο 10 § 1)

  2. Ιθαγένεια της Ένωσης – Δικαίωμα ελεύθερης κυκλοφορίας και ελεύθερης διαμονής στο έδαφος των κρατών μελών – Οδηγία 2004/38 – Χορήγηση δελτίου διαμονής μέλους της οικογένειας ενός πολίτη της Ένωσης – Προθεσμία – Μη τήρηση – Συνέπειες – Εθνική ρύθμιση που επιβάλλει αυτοδίκαιη χορήγηση σε περίπτωση παρέλευσης της προβλεπόμενης προθεσμίας – Δεν επιτρέπεται

    (Οδηγία 2004/38 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρο 10 § 1)

  3. Ιθαγένεια της Ένωσης – Δικαίωμα ελεύθερης κυκλοφορίας και ελεύθερης διαμονής στο έδαφος των κρατών μελών – Οδηγία 2004/38 – Χορήγηση δελτίου διαμονής μέλους της οικογένειας ενός πολίτη της Ένωσης – Χαρακτήρας αναγνωριστικός και όχι συστατικός δικαιωμάτων – Αποτελέσματα

    (Οδηγία 2004/38 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρο 10 § 1)

  4. Ιθαγένεια της Ένωσης – Δικαίωμα ελεύθερης κυκλοφορίας και ελεύθερης διαμονής στο έδαφος των κρατών μελών – Οδηγία 2004/38 – Χορήγηση δελτίου διαμονής μέλους της οικογένειας ενός πολίτη της Ένωσης – Αρνητική απόφαση – Δικαστική ακύρωση της εν λόγω αποφάσεως – Αποτελέσματα – Αυτόματη έναρξη νέας εξάμηνης προθεσμίας – Δεν χωρεί

    (Οδηγία 2004/38 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρο 10 §§ 1 και 2)

  1.  Το άρθρο 10, παράγραφος 1, της οδηγίας 2004/38/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004, σχετικά με το δικαίωμα των πολιτών της Ένωσης και των μελών των οικογενειών τους να κυκλοφορούν και να διαμένουν ελεύθερα στην επικράτεια των κρατών μελών, για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1612/68 και την κατάργηση των οδηγιών 64/221/ΕΟΚ, 68/360/ΕΟΚ, 72/194/ΕΟΚ, 73/148/ΕΟΚ, 75/34/ΕΟΚ, 75/35/ΕΟΚ, 90/364/ΕΟΚ, 90/365/ΕΟΚ και 93/96/ΕΟΚ, έχει την έννοια ότι η απόφαση επί αιτήσεως για χορήγηση δελτίου διαμονής μέλους της οικογένειας ενός πολίτη της Ευρωπαϊκής Ένωσης πρέπει να εκδίδεται και να κοινοποιείται εντός της εξάμηνης προθεσμίας που τάσσει η διάταξη αυτή

    Πράγματι, όπως επισήμανε ο γενικός εισαγγελέας στο σημείο 44 των προτάσεών του, η φράση «το αργότερο εντός έξι μηνών από την υποβολή της αιτήσεως» υποδηλώνει σαφώς ότι τα κράτη μέλη οφείλουν να χορηγήσουν στον ενδιαφερόμενο δελτίο διαμονής μέλους της οικογένειας ενός πολίτη της Ένωσης εντός της προθεσμίας αυτής. Πάντως, η έννοια της «χορηγήσεως» του άρθρου 10, παράγραφος 1, της οδηγίας 2004/38 συνεπάγεται, όπως κατ’ ουσίαν επισήμανε ο γενικός εισαγγελέας στα σημεία 45 και 46 των προτάσεών του, ότι, εντός της εξάμηνης προθεσμίας που προβλέπει η διάταξη αυτή, οι αρμόδιες εθνικές αρχές οφείλουν να εξετάσουν την αίτηση, να λάβουν απόφαση και, εφόσον ο αιτών πληροί τις προϋποθέσεις ώστε να θεμελιώνει δικαίωμα διαμονής δυνάμει της οδηγίας 2004/38, να του χορηγήσουν το προαναφερθέν δελτίο διαμονής.

    Ως εκ τούτου, η υποχρέωση των κρατών μελών να χορηγούν δελτίο διαμονής σε μέλος της οικογένειας ενός πολίτη της Ένωσης εντός της εξάμηνης αποκλειστικής προθεσμίας που προβλέπει το άρθρο 10, παράγραφος 1, της οδηγίας 2004/38 συνεπάγεται κατά λογική αναγκαιότητα την έκδοση της αποφάσεως και την κοινοποίησή της στον ενδιαφερόμενο πριν από την εκπνοή της προθεσμίας αυτής.

    Το ίδιο ισχύει και οσάκις οι αρμόδιες εθνικές αρχές αρνούνται να χορηγήσουν στον ενδιαφερόμενο δελτίο διαμονής μέλους της οικογένειας ενός πολίτη της Ένωσης.

    (βλ. σκέψεις 35, 36, 38, 39, 43, διατακτ. 1)

  2.  Η οδηγία 2004/38 έχει την έννοια ότι αντιτίθεται σε εθνική ρύθμιση, όπως η επίμαχη στην κύρια δίκη, η οποία επιβάλλει στις αρμόδιες εθνικές αρχές να χορηγούν αυτοδικαίως στον ενδιαφερόμενο δελτίο διαμονής μέλους της οικογένειας ενός πολίτη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, οσάκις έχει παρέλθει η εξάμηνη προθεσμία του άρθρου 10, παράγραφος 1, της οδηγίας 2004/38, χωρίς να πιστοποιούν προηγουμένως ότι ο ενδιαφερόμενος πληροί πράγματι τις προϋποθέσεις για διαμονή στο κράτος μέλος υποδοχής σύμφωνα με το δίκαιο της Ένωσης.

    Συναφώς, πρέπει να επισημανθεί ότι η οδηγία 2004/38 δεν περιλαμβάνει καμία διάταξη που να ρυθμίζει τις συνέπειες που έχει η παρέλευση της προθεσμίας του άρθρου 10, παράγραφος 1, της οδηγίας 2004/38, δεδομένου ότι το ζήτημα αυτό εμπίπτει, κατ’ αρχήν, στη διαδικαστική αυτονομία των κρατών μελών, υπό την επιφύλαξη της τηρήσεως των αρχών της αποτελεσματικότητας και της ισοδυναμίας (βλ., συναφώς, απόφαση της 17ης Μαρτίου 2016, Bensada Benallal, C‑161/15, EU:C:2016:175, σκέψη 24). Στο πλαίσιο αυτό, καίτοι το δίκαιο της Ένωσης ουδόλως αντιτίθεται στο να προβλέπουν τα κράτη μέλη συστήματα αποδοχής ή σιωπηρής εγκρίσεως, εντούτοις, τα συστήματα αυτά δεν πρέπει να θίγουν την πρακτική αποτελεσματικότητα του δικαίου της Ένωσης.

    Υπό τις συνθήκες αυτές, καίτοι μια εθνική νομοθεσία μπορεί κάλλιστα να προβλέπει ότι η σιωπή της αρμόδιας διοικήσεως για χρονικό διάστημα έξι μηνών από την ημερομηνία καταθέσεως της αιτήσεως ισοδυναμεί με απορριπτική απόφαση, το γράμμα της οδηγίας 2004/38 αυτό καθαυτό δεν επιτρέπει, αντιθέτως, να ισοδυναμεί η σιωπή αυτή με απόφαση περί αποδοχής.

    (βλ. σκέψεις 45, 46, 51, 56, διατακτ. 2)

  3.  Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

    (βλ. σκέψεις 48-50)

  4.  Το δίκαιο της Ένωσης έχει την έννοια ότι αντιτίθεται σε εθνική νομολογία, όπως η επίμαχη στην υπόθεση της κύριας δίκης, βάσει της οποίας, κατόπιν δικαστικής ακυρώσεως αποφάσεως περί μη χορηγήσεως δελτίου διαμονής μέλους της οικογένειας ενός πολίτη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η αρμόδια εθνική αρχή διαθέτει αυτομάτως εκ νέου ακέραιη την εξάμηνη προθεσμία του άρθρου 10, παράγραφος 1, της οδηγίας 2004/38.

    Πράγματι, πρώτον, όπως υπομνήσθηκε στη σκέψη 40 της παρούσας αποφάσεως, σκοπός της διοικητικής διαδικασίας που καθιερώνει το άρθρο 10 της οδηγίας 2004/38 είναι να εξακριβωθεί η ατομική κατάσταση των υπηκόων τρίτων κρατών από απόψεως των διατάξεων του δικαίου της Ένωσης εντός αποκλειστικής προθεσμίας έξι μηνών. Ειδικότερα, οι αρμόδιες εθνικές αρχές οφείλουν μόνο να εξετάσουν, εντός της προθεσμίας αυτής, κατά πόσον ο υπήκοος τρίτου κράτους είναι σε θέση να αποδείξει, προσκομίζοντας τα έγγραφα που απαριθμούνται στο άρθρο 10, παράγραφος 2, της εν λόγω οδηγίας, ότι εμπίπτει στην έννοια του «μέλους της οικογενείας» ενός πολίτη της Ένωσης, κατά την έννοια της οδηγίας 2004/38, ούτως ώστε να δικαιούται δελτίο διαμονής.

    Δεύτερον, από πάγια νομολογία του Δικαστηρίου προκύπτει ότι η οδηγία 2004/38 έχει ως σκοπό να διευκολύνει την άσκηση του θεμελιώδους ατομικού δικαιώματος της ελεύθερης κυκλοφορίας και διαμονής στο έδαφος των κρατών μελών, το οποίο παρέχεται απευθείας στους πολίτες της Ένωσης βάσει του άρθρου 21, παράγραφος 1, ΣΛΕΕ, και να ενισχύσει το δικαίωμα αυτό. Η αιτιολογική σκέψη 5 της οδηγίας αυτής υπογραμμίζει, εξάλλου, ότι, προκειμένου να ασκείται υπό αντικειμενικές συνθήκες αξιοπρέπειας, το εν λόγω δικαίωμα πρέπει να αναγνωρίζεται και στα μέλη της οικογένειας των πολιτών αυτών, ανεξαρτήτως της ιθαγένειάς τους (απόφαση της 14ης Νοεμβρίου 2017, Lounes, C‑165/16, EU:C:2017:862, σκέψη 31 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

    Ο σκοπός αυτός επιτάσσει να χορηγείται στον υπήκοο τρίτου κράτους, ο οποίος αποδεικνύει ότι εμπίπτει στην κατά την οδηγία 2004/38, έννοια του «μέλους της οικογενείας» πολίτη της Ένωσης, δελτίο διαμονής που να πιστοποιεί την ιδιότητα αυτή το συντομότερο δυνατόν.

    Ως εκ τούτου, η αυτόματη έναρξη νέας εξάμηνης προθεσμίας, μετά τη δικαστική ακύρωση αποφάσεως περί μη χορηγήσεως δελτίου διαμονής, παρίσταται δυσανάλογη σε σχέση με τον σκοπό της διοικητικής διαδικασίας του άρθρου 10, παράγραφος 1, της οδηγίας 2004/38, καθώς και σε σχέση με τον σκοπό της οδηγίας αυτής. Εκ των ανωτέρω προκύπτει ότι η αρχή της αποτελεσματικότητας, καθώς και ο εγγενής στην οδηγία 2004/38 σκοπός περί ταχείας διεκπεραιώσεως αντιτίθενται στο να διαθέτουν αυτομάτως οι εθνικές αρχές νέα εξάμηνη προθεσμία μετά τη δικαστική ακύρωση μιας πρώτης αποφάσεως περί μη χορηγήσεως δελτίου διαμονής. Οι εν λόγω αρχές οφείλουν να εκδώσουν νέα απόφαση εντός εύλογης προθεσμίας, η οποία, εν πάση περιπτώσει, δεν είναι δυνατόν να υπερβαίνει την προθεσμία του άρθρου 10, παράγραφος 1, της οδηγίας 2004/38.

    (βλ. σκέψεις 63-65, 68-70, διατακτ. 3)