Υπόθεση C‑83/17

KP

κατά

LO

(αίτηση του Oberster Gerichtshof
για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως)

«Προδικαστική παραπομπή – Δικαστική συνεργασία σε αστικές υποθέσεις – Πρωτόκολλο της Χάγης του 2007 – Εφαρμοστέο δίκαιο στις υποχρεώσεις διατροφής – Άρθρο 4, παράγραφος 2 – Μεταβολή της συνήθους διαμονής του δικαιούχου – Δυνατότητα αναδρομικής εφαρμογής του δικαίου του κράτους της νέας συνήθους διαμονής του δικαιούχου που συμπίπτει με το δίκαιο του δικάζοντος δικαστή – Έννοια των όρων “όταν ο δικαιούχος δεν μπορεί να επιτύχει διατροφή από τον υπόχρεο” – Περίπτωση στην οποία ο δικαιούχος δεν πληροί νόμιμη προϋπόθεση»

Περίληψη – Απόφαση του Δικαστηρίου (έκτο τμήμα)
της 7ης Ιουνίου 2018

  1. Προδικαστικά ερωτήματα–Αρμοδιότητα του Δικαστηρίου–Περιεχόμενο–Πρωτόκολλο της Χάγης σχετικά με το εφαρμοστέο δίκαιο στις υποχρεώσεις διατροφής–Περιλαμβάνεται

    (Άρθρα 267 ΣΛΕΕ· Πρωτόκολλο της Χάγης της 23ης Νοεμβρίου 2007)

  2. Δικαστική συνεργασία σε αστικές υποθέσεις–Διεθνής δικαιοδοσία, εφαρμοστέο δίκαιο, αναγνώριση και εκτέλεση αποφάσεων και συνεργασία σε θέματα υποχρεώσεων διατροφής–Πρωτόκολλο της Χάγης σχετικά με το εφαρμοστέο δίκαιο στις υποχρεώσεις διατροφής–Ειδικοί κανόνες υπέρ ορισμένων δικαιούχων διατροφής–Δικαιούχος διατροφής ο οποίος δεν μπορεί να επιτύχει διατροφή βάσει του δικαίου του κράτους της συνήθους διαμονής του–Εφαρμογή του δικαίου του δικάζοντος δικαστή επί της αιτήσεως του εν λόγω δικαιούχου και για το διάστημα που προηγείται της αλλαγής της συνήθους διαμονής του–Προϋποθέσεις

    (Πρωτόκολλο της Χάγης της 23ης Νοεμβρίου 2007, άρθρο 4 § 2)

  3. Δικαστική συνεργασία σε αστικές υποθέσεις–Διεθνής δικαιοδοσία, εφαρμοστέο δίκαιο, αναγνώριση και εκτέλεση αποφάσεων και συνεργασία σε θέματα υποχρεώσεων διατροφής–Πρωτόκολλο της Χάγης σχετικά με το εφαρμοστέο δίκαιο στις υποχρεώσεις διατροφής–Ειδικοί κανόνες υπέρ ορισμένων δικαιούχων διατροφής–Δικαιούχος διατροφής ο οποίος δεν μπορεί να επιτύχει διατροφή βάσει του δικαίου του κράτους της συνήθους διαμονής του–Έννοια–Δικαιούχος διατροφής ο οποίος δεν πληροί ορισμένες προϋποθέσεις που προβλέπει το δίκαιο του κράτους της προγενέστερης συνήθους διαμονής του προκειμένου να επιτύχει διατροφή–Περιλαμβάνεται

    (Πρωτόκολλο της Χάγης της 23ης Νοεμβρίου 2007, άρθρο 4 § 2)

  1.  Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

    (βλ. σκέψεις 21-25)

  2.  Το άρθρο 4, παράγραφος 2, του Πρωτοκόλλου της Χάγης, της 23ης Νοεμβρίου 2007, σχετικά με το εφαρμοστέο δίκαιο στις υποχρεώσεις διατροφής, που εγκρίθηκε εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Κοινότητας με την απόφαση 2009/941/ΕΚ του Συμβουλίου, της 30ής Νοεμβρίου 2009, έχει την έννοια ότι:

    το γεγονός ότι το κράτος του δικάζοντος δικαστή συμπίπτει με το κράτος της συνήθους διαμονής του δικαιούχου διατροφής δεν αποκλείει την εφαρμογή της εν λόγω διατάξεως, εφόσον το δίκαιο που ορίζεται ως εφαρμοστέο από τον επικουρικό κανόνα συνδέσεως που η διάταξη αυτή προβλέπει δεν συμπίπτει με το δίκαιο που ορίζεται ως εφαρμοστέο από τον βασικό κανόνα συνδέσεως που προβλέπει το άρθρο 3 του εν λόγω Πρωτοκόλλου·

    σε περίπτωση κατά την οποία ο δικαιούχος διατροφής, ο οποίος άλλαξε συνήθη διαμονή, υποβάλει κατά του υποχρέου, ενώπιον των δικαστηρίων του κράτους της νέας συνήθους διαμονής του, αίτηση περί καταβολής διατροφής για παρελθόν χρονικό διάστημα, κατά το οποίο ο δικαιούχος κατοικούσε σε άλλο κράτος μέλος, το δίκαιο του δικάζοντος δικαστή, που είναι και το δίκαιο του κράτους της νέας συνήθους διαμονής του, μπορεί να εφαρμοσθεί εάν τα δικαστήρια του κράτους μέλους εκδικάσεως της υποθέσεως είχαν διεθνή δικαιοδοσία για την εκδίκαση διαφορών σχετικά με υποχρεώσεις διατροφής που αφορούσαν τους διαδίκους αυτούς και αναφέρονταν στο εν λόγω χρονικό διάστημα.

    Όπως προκύπτει από το άρθρο 4, παράγραφος 2, του Πρωτοκόλλου της Χάγης, η διάταξη αυτή, η οποία επιτρέπει την εφαρμογή του δικαίου του δικάζοντος δικαστή αντί του δικαίου του κράτους της συνήθους διαμονής του δικαιούχου διατροφής, έχει πρακτική αποτελεσματικότητα μόνο σε περίπτωση που πρόκειται περί δύο διαφορετικών δικαίων. Επομένως, σε περίπτωση όπως η επίμαχη στην κύρια δίκη, στην οποία το δίκαιο του δικάζοντος δικαστή, ήτοι εν προκειμένω το αυστριακό δίκαιο, δεν συμπίπτει με το δίκαιο του κράτους της συνήθους διαμονής του δικαιούχου για το χρονικό διάστημα για το οποίο αυτός αξιώνει διατροφή, ήτοι εν προκειμένω το γερμανικό δίκαιο, το άρθρο 4, παράγραφος 2, του Πρωτοκόλλου της Χάγης δύναται να έχει πρακτική αποτελεσματικότητα.

    Ωστόσο πρέπει, επιπλέον, το δίκαιο του δικάζοντος δικαστή στο οποίο αναφέρεται η διάταξη αυτή να μπορεί να εφαρμοσθεί σε αίτηση περί καταβολής διατροφής που αφορά παρελθόν χρονικό διάστημα. Συναφώς, επισημαίνεται ότι με βάση το γράμμα και μόνον του άρθρου 4, παράγραφος 2, του Πρωτοκόλλου της Χάγης δεν μπορεί να προσδιορισθεί με βεβαιότητα το περιεχόμενο της εν λόγω διατάξεως. Η διάταξη αυτή πρέπει να ερμηνεύεται σε συνάρτηση με το σύστημα των κανόνων συνδέσεως που θεσπίζεται με το Πρωτόκολλο της Χάγης και με τον σκοπό του εν λόγω Πρωτοκόλλου.

    Όσον αφορά το σύστημα των κανόνων συνδέσεως που θεσπίζεται με το Πρωτόκολλο της Χάγης, επισημαίνεται ότι το άρθρο 4, παράγραφος 2, του Πρωτοκόλλου προβλέπει έναν ειδικό κανόνα υπέρ ορισμένων δικαιούχων ο οποίος συμπληρώνει τον γενικό κανόνα του άρθρου 3 του εν λόγω Πρωτοκόλλου.

    Εξάλλου, όπως προκύπτει, μεταξύ άλλων, από την έκθεση Bonomi και τους σκοπούς που επιδίωκε η Επιτροπή η οποία συμμετείχε ενεργά στις διαπραγματεύσεις για την υπογραφή του Πρωτοκόλλου της Χάγης (βλ. πρόταση κανονισμού του Συμβουλίου σχετικά με τη διεθνή δικαιοδοσία, το εφαρμοστέο δίκαιο, την αναγνώριση και εκτέλεση αποφάσεων και τη συνεργασία σε θέματα υποχρεώσεων διατροφής [COM(2005) 649 τελικό]), το σύστημα αυτό αποσκοπεί στη διασφάλιση της δυνατότητας προβλέψεως του εφαρμοστέου δικαίου, εξασφαλίζοντας ότι το δίκαιο που ορίζεται ως εφαρμοστέο δεν στερείται επαρκούς συνδέσμου με τη συγκεκριμένη οικογενειακή κατάσταση.

    Λαμβανομένου υπόψη του συστήματος των κανόνων συνδέσεως που προβλέπεται από το πρωτόκολλο της Χάγης και του επιδιωκόμενου από αυτό σκοπού της δυνατότητας προβλέψεως, όπως περιγράφονται στη σκέψη 41 της παρούσας αποφάσεως, πρέπει να γίνει δεκτό ότι, εάν η επικουρική εφαρμογή του δικαίου του δικάζοντος δικαστή που προβλέπεται στο άρθρο 4, παράγραφος 2, του Πρωτοκόλλου της Χάγης προέκυπτε μόνον από την επιλογή εκ μέρους του δικαιούχου της νέας συνήθους διαμονής του, χωρίς να υφίσταται σύνδεσμος μεταξύ του δικαίου αυτού και της οικογενειακής κατάστασης του δικαιούχου και του υπόχρεου διατροφής κατά την περίοδο την οποία αφορά η σχετική υποχρέωση, η εφαρμογή αυτή δεν θα ήταν σύμφωνη ούτε με το σύστημα ούτε με τον σκοπό αυτό.

    (βλ. σκέψεις 29, 33, 34, 37-39, 41, 46, 51 και διατακτ. 1)

  3.  Η φράση «δεν μπορεί να επιτύχει διατροφή», που περιλαμβάνεται στο άρθρο 4, παράγραφος 2, του Πρωτοκόλλου της Χάγης, της 23ης Νοεμβρίου 2007, έχει την έννοια ότι αφορά επίσης την περίπτωση στην οποία ο δικαιούχος διατροφής δεν μπορεί να επιτύχει διατροφή βάσει του δικαίου του κράτους της προγενέστερης συνήθους διαμονής του για τον λόγο ότι δεν πληροί ορισμένες προϋποθέσεις που το δίκαιο αυτό επιβάλλει.

    (βλ. σκέψη 59 και διατακτ. 2)