ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ
MACIEJ SZPUNAR
της 27ης Μαρτίου 2019 ( 1 )
Υπόθεση C‑716/17
A
[αίτηση του Østre Landsret (εφετείου της ανατολικής περιφέρειας, Δανία)
για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως]
«Προδικαστική παραπομπή – Εργαζόμενοι – Περιορισμοί στην ελεύθερη κυκλοφορία – Έναρξη διαδικασίας διαγραφής χρεών – Προϋπόθεση περί κατοικίας – Επιτρέπεται»
I. Εισαγωγή
|
1. |
Στην απόφαση Radziejewski ( 2 ), το Δικαστήριο έκρινε ότι εθνική κανονιστική ρύθμιση η οποία εξαρτά τη διαγραφή χρεών από την προϋπόθεση της κατοικίας στο οικείο κράτος μέλος συνιστά περιορισμό της ελεύθερης κυκλοφορίας των εργαζομένων, ο οποίος, κατ’ αρχήν, απαγορεύεται από το άρθρο 45 ΣΛΕΕ. |
|
2. |
Η υπό κρίση υπόθεση αφορά το ζήτημα αν δανική κανονιστική ρύθμιση που ρυθμίζει τη διεθνή δικαιοδοσία όσον αφορά τη διαδικασία διαγραφής χρεών αντίκειται στο άρθρο 45 ΣΛΕΕ. Σε αντίθεση με το αιτούν δικαστήριο στην υπόθεση επί της οποίας εκδόθηκε η απόφαση Radziejewski ( 3 ), το αιτούν στην υπό κρίση υπόθεση δικαστήριο κρίνει, με τη διάταξη περί παραπομπής, ότι η επίμαχη κανονιστική ρύθμιση συνιστά περιορισμό της ελεύθερης κυκλοφορίας των εργαζομένων. Τούτου δοθέντος, με το πρώτο του προδικαστικό ερώτημα, το Østre Landsret (εφετείο της ανατολικής περιφέρειας, Δανία) ζητεί να μάθει αν ο περιορισμός αυτός δύναται, παρά ταύτα, να δικαιολογηθεί. Με το δεύτερο προδικαστικό του ερώτημα, το οποίο υποβάλλεται επικουρικώς, το αιτούν δικαστήριο ζητεί από το Δικαστήριο να κρίνει αν, υπό τις περιστάσεις της υπό κρίση υποθέσεως, το άρθρο 45 ΣΛΕΕ έχει άμεσο αποτέλεσμα έναντι των ιδιωτών πιστωτών ενός οφειλέτη ο οποίος έχει υποβάλει αίτηση διαγραφής χρεών. |
II. Το νομικό πλαίσιο
Α. Το δίκαιο της Ένωσης
1. Ο κανονισμός (ΕΚ) 44/2001
|
3. |
Το άρθρο 1 του κανονισμού (ΕΚ) 44/2001 ( 4 ) ορίζει τα εξής: «1. Ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις, ανεξάρτητα από το είδος του δικαστηρίου. Δεν καλύπτει ιδίως φορολογικές, τελωνειακές ή διοικητικές υποθέσεις. 2. Εξαιρούνται από την εφαρμογή του: […]
[…]» |
2. Ο κανονισμός (ΕΕ) 1215/2012
|
4. |
Κατά το άρθρο 1 του κανονισμού 1215/2012 ( 5 ): «1. Ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις, ανεξάρτητα από το είδος του δικαστηρίου. Δεν καλύπτει, ιδίως, φορολογικές, τελωνειακές ή διοικητικές υποθέσεις ή την ευθύνη κράτους για πράξεις και παραλείψεις κατά την άσκηση της κρατικής εξουσίας (acta jure imperii). 2. Εξαιρούνται από την εφαρμογή του: […]
[…]». |
3. Ο κανονισμός (ΕΕ) 2015/848
|
5. |
Το άρθρο 1 του κανονισμού (ΕΕ) 2015/848 ( 6 ), που φέρει τον τίτλο «Πεδίο εφαρμογής», ορίζει τα εξής: «1. Ο παρών κανονισμός ισχύει για τις δημόσιες συλλογικές διαδικασίες, συμπεριλαμβανομένων των διαδικασιών προσωρινών μέτρων, που βασίζονται σε νομοθεσία περί αφερεγγυότητας και στο πλαίσιο των οποίων, για τους σκοπούς της διάσωσης, της αναδιάρθρωσης χρέους, της εξυγίανσης ή της εκκαθάρισης, […]
[…]». |
|
6. |
Ωστόσο, στην αιτιολογική σκέψη 88 του κανονισμού 2015/848 υπενθυμίζεται ότι το Βασίλειο της Δανίας δεν δεσμεύεται από τον κανονισμό αυτόν και δεν υπόκειται στην εφαρμογή του. Το Βασίλειο της Δανίας δεν δεσμευόταν ούτε από τον προϊσχύσαντα αυτού κανονισμό (ΕΚ) 1346/2000 ( 7 ). |
Β. Το δανικό δίκαιο
|
7. |
Κατά το άρθρο 3 του konkursloven (νόμου περί πτωχεύσεως): «1. Αιτήσεις με αντικείμενο την αναδιάρθρωση χρεών, την πτώχευση ή τη διαγραφή χρεών κατατίθενται ενώπιον του δικαστηρίου εκκαθαρίσεως στη δικαστική περιφέρεια του οποίου ο οφειλέτης ασκεί την οικονομική του δραστηριότητα. 2. Αν ο οφειλέτης δεν ασκεί οικονομική δραστηριότητα στη Δανία, η αίτηση κατατίθεται ενώπιον του δικαστηρίου εκκαθαρίσεως στη δικαστική περιφέρεια του οποίου ο οφειλέτης έχει την κατοικία του (γενική δωσιδικία της κατοικίας). […]» |
|
8. |
Η έννοια της «γενικής δωσιδικίας της κατοικίας» («hjemting») πρέπει να ερμηνεύεται ιδίως σύμφωνα με το άρθρο 235 του retsplejeloven (νόμου περί απονομής της δικαιοσύνης), το οποίο έχει ως εξής: «1. Η αγωγή ασκείται ενώπιον του δικαστηρίου της γενικής δωσιδικίας της κατοικίας του εναγομένου, εκτός αν ο νόμος ορίζει διαφορετικά. 2. Κατά τόπον αρμόδιο είναι το δικαστήριο στην περιφέρεια του οποίου έχει την κατοικία του ο εναγόμενος (γενική δωσιδικία). Αν ο εναγόμενος κατοικεί σε πλείονες δικαστικές περιφέρειες, αρμόδιο είναι το δικαστήριο το οποίο βρίσκεται σε οποιαδήποτε από αυτές. 3. Εάν ο εναγόμενος δεν έχει κατοικία, αρμόδιο δικαστήριο είναι εκείνο στην περιφέρεια του οποίου έχει τη διαμονή του. 4. Αν ο εναγόμενος δεν έχει ούτε κατοικία ούτε γνωστό τόπο διαμονής, αρμόδιο δικαστήριο είναι εκείνο στην περιφέρεια του οποίου είχε την τελευταία κατοικία του ή την τελευταία διαμονή του». |
III. Το ιστορικό της διαφοράς της κύριας δίκης
|
9. |
Ο ενάγων της κύριας δίκης, A, είναι Δανός πολίτης ο οποίος ασκεί επαγγελματική δραστηριότητα ως μισθωτός στη Δανία, όπου υπόκειται επίσης σε πλήρη φορολογική υποχρέωση. Έχει, δε, την κατοικία του στη Σουηδία. |
|
10. |
Στις 8 Φεβρουαρίου 2017 ο A υπέβαλε ενώπιον του Sø- og Handelsretten (δικαστηρίου ναυτικών και εμπορικών διαφορών, Δανία), στην Κοπεγχάγη (Δανία), αίτηση διαγραφής χρεών. Η αίτηση αφορούσε οφειλές οι οποίες είχαν γεννηθεί από συμβάσεις συναφθείσες με Δανούς πιστωτές από το έτος 1999 και εντεύθεν. |
|
11. |
Με διάταξη της 6ης Απριλίου 2017, το Sø- og Handelsretten (δικαστήριο ναυτικών και εμπορικών διαφορών) απέρριψε την αίτηση λόγω ελλείψεως διεθνούς δικαιοδοσίας. Κατά το εν λόγω δικαστήριο, τα δανικά δικαστήρια στερούνται διεθνούς δικαιοδοσίας να εκδικάσουν την αίτηση του Α, διότι δεν ασκεί ανεξάρτητη οικονομική δραστηριότητα στη χώρα και δεν έχει εκεί την κατοικία του. |
|
12. |
Ως εκ τούτου, το Østre Landsret (εφετείο της ανατολικής περιφέρειας), δικάζοντας ως δευτεροβάθμιο δικαστήριο, πρέπει να αποφασίσει εάν θεμελιώνεται διεθνής δικαιοδοσία δανικού δικαστηρίου για την εκδίκαση της αιτήσεως διαγραφής χρεών του Α. Το εν λόγω δικαστήριο εκτιμά ότι διεθνής δικαιοδοσία δανικού δικαστηρίου θα μπορούσε να θεμελιωθεί εάν οι δανικοί κανόνες περί διεθνούς δικαιοδοσίας των δικαστηρίων σχετικά με τη διαγραφή χρεών ήταν αντίθετοι προς το δίκαιο της Ένωσης. |
IV. Τα προδικαστικά ερωτήματα και η διαδικασία ενώπιον του Δικαστηρίου
|
13. |
Υπό τις συνθήκες αυτές, το Østre Landsret (εφετείο της ανατολικής περιφέρειας) αποφάσισε να αναστείλει την ενώπιόν του διαδικασία και να υποβάλει τα ακόλουθα ερωτήματα στο Δικαστήριο:
|
|
14. |
Η αίτηση εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως περιήλθε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου στις 22 Δεκεμβρίου 2017. |
|
15. |
Γραπτές παρατηρήσεις κατέθεσαν ο Α, η Δανική Κυβέρνηση και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Τα μέρη αυτά παρέστησαν κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση, η οποία διεξήχθη στις 15 Ιανουαρίου 2019. |
V. Ανάλυση
|
16. |
Προκειμένου να γίνουν κατανοητά τα διακυβεύματα της υπό κρίση υποθέσεως, πρέπει, κατ’ αρχάς, τα νομικά ζητήματα που τίθενται με τα προδικαστικά ερωτήματα να ενταχθούν στο πλαίσιο του συστήματος ιδιωτικού διεθνούς δικαίου της Ένωσης. Προς τον σκοπό αυτόν, θα εκθέσω εκ προοιμίου ορισμένες παρατηρήσεις επί της δανικής διαδικασίας διαγραφής χρεών. Ακολούθως, θα εξετάσω κατά πόσον η διαδικασία αυτή εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του δικαίου της Ένωσης. Τέλος, με βάση τις εκτιμήσεις αυτές, θα προβώ στην εξέταση των προδικαστικών ερωτημάτων. |
Α. Η δανική διαδικασία διαγραφής χρεών
|
17. |
Το αιτούν δικαστήριο διευκρινίζει ότι η δανική διαδικασία διαγραφής χρεών κινείται με την υποβολή αιτήσεως από τον οφειλέτη ενώπιον του δικαστηρίου εκκαθαρίσεως. Το εν λόγω δικαστήριο οργανώνει συνάντηση με τον οφειλέτη και ελέγχει εάν συντρέχουν περιστάσεις οι οποίες αποκλείουν την κίνηση μιας τέτοιας διαδικασίας. Στο στάδιο αυτό εξετάζεται επίσης η διεθνής δικαιοδοσία των δανικών δικαστηρίων και στο ίδιο ακριβώς στάδιο βρίσκεται και η διαδικασία που οδήγησε στην υποβολή των υπό κρίση προδικαστικών ερωτημάτων. |
|
18. |
Αν θεμελιώνεται διεθνής δικαιοδοσία και δεν συντρέχουν στο στάδιο αυτό λόγοι που αποκλείουν την κίνηση της διαδικασίας διαγραφής χρεών, το δικαστήριο εκκαθαρίσεως κηρύσσει την έναρξη της εν λόγω διαδικασίας. Προς τον σκοπό αυτόν, το εν λόγω δικαστήριο διορίζει βοηθό, ο οποίος πρέπει να έχει την ιδιότητα του δικηγόρου και οφείλει να εξετάσει λεπτομερώς την οικονομική κατάσταση του οφειλέτη και να συντάξει σχέδιο για την διευθέτηση των οφειλών. Στο εν λόγω σχέδιο περιλαμβάνεται λεπτομερής περιγραφή των στοιχείων του ενεργητικού και του παθητικού του οφειλέτη, καθώς και της οικογενειακής οικονομικής του κατάστασης, αλλά και πρόταση για τη διαγραφή των χρεών. |
|
19. |
Η πρόταση αυτή κοινοποιείται στους πιστωτές, οι οποίοι από αυτό το στάδιο εμπλέκονται στη σχετική διαδικασία. Τάσσεται δε σε αυτούς προθεσμία για τη διατύπωση τυχόν αντιρρήσεων επί της εν λόγω προτάσεως. Ακολούθως, το δικαστήριο εκκαθαρίσεως ορίζει την ημερομηνία συζήτησης της αίτησης κατά την οποία αποφαίνεται επί της αιτηθείσας διαγραφής χρεών. |
|
20. |
Το δικαστήριο εκκαθαρίσεως δύναται να εκδώσει διάταξη περί διαγραφής χρεών, αφενός, εφόσον ο οφειλέτης αποδείξει ότι δεν είναι σε θέση να αποπληρώσει τα χρέη του και δεν θα έχει τη σχετική δυνατότητα επί πολλά έτη και, αφετέρου, εφόσον κριθεί ότι η διαγραφή των χρεών του μπορεί να οδηγήσει σε μόνιμη βελτίωση της οικονομικής του κατάστασης. Διάταξη περί διαγραφής χρεών δεν μπορεί να εκδοθεί, μεταξύ άλλων, εάν η οικονομική κατάσταση του οφειλέτη δεν έχει αποσαφηνιστεί. Το δικαστήριο εκκαθαρίσεως μπορεί επίσης να αρνηθεί τη διαγραφή χρεών εάν άλλες περιστάσεις δεν το επιτρέπουν. |
|
21. |
Όπως προκύπτει από την ερμηνεία των διατάξεων της δανικής κανονιστικής ρύθμισης που εκθέτει το αιτούν δικαστήριο, το δικαστήριο εκκαθαρίσεως πρέπει να έχει τη δυνατότητα να αξιολογήσει την κοινωνική και οικονομική κατάσταση του οφειλέτη στο παρελθόν, στο παρόν και στο μέλλον, προκειμένου να διαπιστώσει αν συντρέχουν στο πρόσωπό του οι προϋποθέσεις για τη διαγραφή χρεών, καθώς και την αντίστοιχη κατάσταση του/της συζύγου ή συντρόφου και των τέκνων του. Για τους σκοπούς της αξιολόγησης αυτής, και ιδίως προς επαλήθευση των προσκομιζομένων από τον οφειλέτη στοιχείων, η γνώση των συγκεκριμένων σε τοπικό επίπεδο συνθηκών είναι συχνά απαραίτητη. Επομένως, κατά το αιτούν δικαστήριο, είναι σημαντικό οι αιτήσεις διαγραφής χρεών να εξετάζονται από το δικαστήριο του τόπου κατοικίας ή διαμονής του οφειλέτη. |
Β. Προκαταρκτική παρατήρηση επί της δυνατότητας εφαρμογής στην υπόθεση νομικών πράξεων του ιδιωτικού διεθνούς δικαίου της Ένωσης
|
22. |
Κατά πρώτον, το αιτούν δικαστήριο αναφέρει ότι το Βασίλειο της Δανίας δεν εφαρμόζει τον κανονισμό 1346/2000 και ισχυρίζεται ότι, υπό το πρίσμα της αποφάσεως Radziejewski ( 9 ), ακόμη και αν ο κανονισμός αυτός είχε εν προκειμένω εφαρμογή, η δανική διαδικασία διαγραφής χρεών δεν εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του εν λόγω κανονισμού. Εξάλλου, το αιτούν δικαστήριο επισημαίνει ότι η δανική διαδικασία διαγραφής χρεών, όπως και η αντίστοιχη σουηδική που αναφέρεται στη συγκεκριμένη απόφαση, δεν συνεπάγεται την απαλλοτρίωση της περιουσίας του οφειλέτη. |
|
23. |
Επισημαίνω ότι στην απόφαση Radziejewski ( 10 ) το Δικαστήριο διευκρίνισε ότι η σουηδική διαδικασία διαγραφής χρεών δεν περιλαμβάνεται στο παράρτημα Α του κανονισμού 1346/2000 και ότι ο κανονισμός αυτός αφορά αποκλειστικά τις απαριθμούμενες στο συγκεκριμένο παράρτημα διαδικασίες ( 11 ). Ακολουθώντας την ίδια συλλογιστική στην υπόθεση Bank Handlowy και Adamiak ( 12 ), το Δικαστήριο αποφάνθηκε ότι η γαλλική διαδικασία διασώσεως (sauvegarde) εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του κανονισμού 1346/2000 με το αιτιολογικό ότι συμπεριλαμβάνεται στις διαδικασίες του παραρτήματος Α του εν λόγω κανονισμού. Πάντως, ορισμένοι σχολιαστές εξέφρασαν αμφιβολίες σε σχέση με το κατά πόσον η συγκεκριμένη διαδικασία πληρούσε τις οριζόμενες στο άρθρο 1, παράγραφος 1, του εν λόγω κανονισμού ( 13 ) προϋποθέσεις. Οι συγκεκριμένοι δε σχολιαστές κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι τα κράτη μέλη, συμπεριλαμβάνοντας μια διαδικασία στο παράρτημα Α του κανονισμού 1346/2000, έχουν τη δυνατότητα να καταστήσουν τον εν λόγω κανονισμό εφαρμοστέο σε διαδικασίες οι οποίες δεν πληρούν τις προϋποθέσεις που καθορίζουν το πεδίο εφαρμογής του ( 14 ). |
|
24. |
Πλην όμως, στην υπό κρίση υπόθεση, δεν νομίζω ότι είναι αναγκαίο να εξετασθεί το αν θα μπορούσε να περιληφθεί στο παράρτημα A του εν λόγω κανονισμού μια διαδικασία που δεν πληροί τις προϋποθέσεις του άρθρου 1, παράγραφος 1, του κανονισμού 1346/2000. Η δανική διαδικασία δεν περιλαμβάνεται στο παράρτημα αυτό απλώς επειδή το Βασίλειο της Δανίας δεν εφαρμόζει τον κανονισμό 1346/2000. |
|
25. |
Εξάλλου, είναι αληθές, όπως επισημαίνεται από τη Δανική Κυβέρνηση και την Επιτροπή, ότι ο κανονισμός 2015/848, ο οποίος αντικατέστησε τον κανονισμό 1346/2000, φαίνεται να περιλαμβάνει στο πεδίο εφαρμογής του τις διαδικασίες διαγραφής χρεών. Όπως προκύπτει από το άρθρο 1, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, του κανονισμού 2015/848, ο εν λόγω κανονισμός ισχύει για τις δημόσιες συλλογικές διαδικασίες που βασίζονται σε νομοθεσία περί αφερεγγυότητας και στο πλαίσιο των οποίων, για τους σκοπούς της αναδιάρθρωσης χρέους, τα περιουσιακά στοιχεία και οι υποθέσεις του οφειλέτη τίθενται υπό δικαστικό έλεγχο ή επιτήρηση, εφόσον, όπως προκύπτει από το άρθρο 1, παράγραφος 1, τρίτο εδάφιο, του εν λόγω κανονισμού, οι εν λόγω διαδικασίες απαριθμούνται στο παράρτημα A του κανονισμού αυτού ( 15 ). Ωστόσο, παρατηρείται ότι ο κανονισμός 2015/848, όπως και ο κανονισμός 1346/2000, δεν δεσμεύει το Βασίλειο της Δανίας. Εξάλλου, ο κανονισμός 2015/848 εφαρμόζεται επί διαδικασιών οι οποίες κινήθηκαν μετά τις 26 Ιουνίου 2017 ( 16 ), ενώ η αίτηση με την οποία κινήθηκε η διαδικασία της κύριας δίκης κατατέθηκε στις 7 Φεβρουαρίου 2017. |
|
26. |
Δεύτερον, το αιτούν δικαστήριο επισημαίνει ότι, σε αντίθεση με τους κανονισμούς περί αφερεγγυότητας, ο κανονισμός 44/2001 έχει εφαρμογή στο Βασίλειο της Δανίας δυνάμει της «παράλληλης συμφωνίας» ( 17 ). |
|
27. |
Πλην όμως, κατά το αιτούν δικαστήριο, η δανική διαδικασία διαγραφής χρεών δεν εμπίπτει ούτε στο πεδίο εφαρμογής του κανονισμού 44/2001, αλλά ούτε και στο πεδίο εφαρμογής του κανονισμού 1215/2012 που τον διαδέχθηκε. Σύμφωνα με το άρθρο τους 1, παράγραφος 2, στοιχείο βʹ, οι δύο αυτοί κανονισμοί δεν εφαρμόζονται επί πτωχεύσεων, πτωχευτικών συμβιβασμών και άλλων αναλόγων διαδικασιών. |
|
28. |
Συμμερίζομαι την άποψη αυτή που διατυπώνει το αιτούν δικαστήριο. |
|
29. |
Εφόσον η διαδικασία διαγραφής χρεών πληροί τις προϋποθέσεις του άρθρου 1, παράγραφος 1, του κανονισμού 2015/848 και, ως εκ τούτου, μπορεί να εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του κανονισμού αυτού, η εν λόγω διαδικασία δεν μπορεί, κατά την άποψή μου, να εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του κανονισμού 1215/2012. Οι κανονισμοί 1215/2012 και 2015/848 είναι συμπληρωματικοί και τα αντίστοιχα πεδία εφαρμογής τους δεν πρέπει να αλληλεπικαλύπτονται ( 18 ). |
|
30. |
Το γεγονός ότι ο κανονισμός 2015/848 δεν έχει εφαρμογή στη Δανία δεν ασκεί επιρροή στην υπόθεση ( 19 ). Το πεδίο εφαρμογής του κανονισμού 1215/2012 δεν μπορεί να καθορίζεται αναλόγως του αν εφαρμόζεται στο κράτος αυτό ο κανονισμός 2015/848. |
|
31. |
Περαιτέρω, όπως προκύπτει από τα σημεία 23 και 24 των προτάσεων αυτών, η εφαρμογή του κανονισμού 2015/848 στην υπόθεση εξαρτάται από το αν μια διαδικασία συμπεριλαμβάνεται στο παράρτημα A του εν λόγω κανονισμού ( 20 ). Ωστόσο, είναι προφανές ότι μια διαδικασία που πληροί τις προϋποθέσεις του άρθρου 1, παράγραφος 1, του κανονισμού 2015/848 δεν μπορεί να εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του κανονισμού 1215/2012 για τον λόγο και μόνον ότι δεν περιλαμβάνεται στο παράρτημα Α του κανονισμού 2015/848 ( 21 ). |
|
32. |
Εν περιλήψει, η δανική διαδικασία διαγραφής χρεών που αναφέρεται στην απόφαση περί παραπομπής δεν εμπίπτει στα πεδία εφαρμογής των κανονισμών 1346/2000, 44/2001 και 1215/2012. Κατά συνέπεια, οι διατάξεις των εν λόγω κανονισμών δεν θα ληφθούν υπόψη κατά την εξέταση των προδικαστικών ερωτημάτων που υποβλήθηκαν στην υπό κρίση υπόθεση. Τούτου δοθέντος, στο πλαίσιο της αναλύσεως του πρώτου προδικαστικού ερωτήματος, θα εξετάσω το ζήτημα της εφαρμογής του κανονισμού 2015/848 σε περιστάσεις όπως αυτές της υπό κρίση υποθέσεως, δεδομένου ότι η Δανική Κυβέρνηση φαίνεται να αντλεί από τον εν λόγω κανονισμό επιχείρημα υπέρ της απόψεως ότι η προϋπόθεση περί κατοικίας που προβλέπεται στη δανική κανονιστική ρύθμιση δεν αντίκειται στο άρθρο 45 ΣΛΕΕ. |
Γ. Επί του πρώτου προδικαστικού ερωτήματος
|
33. |
Με το πρώτο του προδικαστικό ερώτημα, το αιτούν δικαστήριο ζητεί να διευκρινιστεί αν η προϋπόθεση περί κατοικίας, όπως η προβλεπόμενη στη δανική κανονιστική ρύθμιση, μπορεί να δικαιολογηθεί από το γεγονός ότι παρέχει στο δικαστήριο που επελήφθη της αίτησης διαγραφής χρεών τη δυνατότητα να αποφανθεί βάσει πληροφοριών σχετικών με την κοινωνική και οικονομική κατάσταση του οφειλέτη και της οικογένειάς του κατά το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον. |
|
34. |
Αντιθέτως, το αιτούν δικαστήριο δεν ζητεί από το Δικαστήριο να αποφανθεί επί του αν η προϋπόθεση περί κατοικίας που προβλέπεται από τη δανική κανονιστική ρύθμιση αποτελεί περιορισμό της ελεύθερης κυκλοφορίας των εργαζομένων, ο οποίος απαγορεύεται, κατ’ αρχήν, από το άρθρο 45 ΣΛΕΕ. Παραπέμποντας στην απόφαση Radziejewski ( 22 ), το αιτούν δικαστήριο, καθώς και όλοι οι διάδικοι, εκτιμούν ότι η επίδικη δανική κανονιστική ρύθμιση περιορίζει την ελεύθερη κυκλοφορία των εργαζομένων. Ωστόσο, οι απόψεις τους διίστανται ως προς τη δικαιολόγηση του εν λόγω περιορισμού. |
|
35. |
Πριν από την ανάλυση επί της ουσίας, θα διατυπώσω ορισμένες παρατηρήσεις σχετικά με τα πιθανά εμπόδια που δημιουργούνται από κανόνες διεθνούς δικαιοδοσίας υπό το πρίσμα της απόφασης Radziejewski ( 23 ). Εν συνεχεία, λαμβάνοντας υπόψη τα επιχειρήματα που προέβαλαν το αιτούν δικαστήριο και η Δανική Κυβέρνηση, θα εξετάσω το αν, υπό τις περιστάσεις της κρινόμενης υπόθεσης, η προϋπόθεση περί κατοικίας θα μπορούσε να κριθεί δικαιολογημένη. |
1. Επί της υπάρξεως περιορισμού στην ελεύθερη κυκλοφορία
|
36. |
Το Δικαστήριο έχει τονίσει στη νομολογία του ότι μια εθνική ρύθμιση που προβλέπει διαφοροποίηση στηριζόμενη στο κριτήριο της κατοικίας εγκυμονεί τον κίνδυνο να αποβεί κυρίως σε βάρος των υπηκόων άλλων κρατών μελών και, ως εκ τούτου, είναι δυνατόν να συνιστά έμμεση δυσμενή διάκριση στηριζόμενη στην ιθαγένεια, η οποία αντίκειται στην ελεύθερη κυκλοφορία των εργαζομένων ( 24 ). |
|
37. |
H υπό κρίση υπόθεση αφορά εθνικούς κανόνες διεθνούς δικαιοδοσίας. Ως εκ της φύσεώς τους, οι κανόνες αυτοί περιλαμβάνουν συνδετικά στοιχεία βάσει των οποίων αναγνωρίζεται στις δικαιοδοσία για την εκδίκαση μιας κατηγορίας υποθέσεων. Επιπλέον, προς το συμφέρον ιδίως της ορθής απονομής της δικαιοσύνης, οι κανόνες αυτοί βασίζονται σε μεγάλο βαθμό στην παραδοχή ότι πρέπει να υφίσταται σύνδεσμος μεταξύ της επίδικης διαφοράς και του κράτους του οποίου τα δικαστήρια έχουν δικαιοδοσία να εκδικάσουν τη συγκεκριμένη υπόθεση ( 25 ). Ως εκ τούτου, δεν προκαλεί έκπληξη το γεγονός ότι ως συνδετικό κριτήριο επιλέγεται συχνά ο τόπος κατοικίας. |
|
38. |
Τυχόν υιοθέτηση της άποψης ότι η επιλογή, σε κανόνα διεθνούς δικαιοδοσίας, του τόπου της κατοικίας ως συνδετικού κριτηρίου συνιστά έμμεση δυσμενή διάκριση με βάση την ιθαγένεια θα μπορούσε να δημιουργήσει την εντύπωση ότι όλοι οι κανόνες διεθνούς δικαιοδοσίας που βασίζονται στην ύπαρξη συνδέσμου μεταξύ της κατοικίας ή της διαμονής και του οικείου κράτους εισάγουν από τη φύση τους δυσμενείς διακρίσεις και, ως εκ τούτου, θα ήταν κατ’ αρχήν αντίθετοι προς τις ελευθερίες που κατοχυρώνονται από το δίκαιο της Ένωσης. |
|
39. |
Πλην όμως, φρονώ ότι ένα τέτοιο αποτέλεσμα θα ήταν παράδοξο, δεδομένου ότι η κατανομή των αρμοδιοτήτων γίνεται στις μέρες μας μέσω κανόνων διεθνούς δικαιοδοσίας, οι οποίοι εφαρμόζουν διάφορα συνδετικά κριτήρια. |
|
40. |
Δεν πρέπει να παραβλέπεται, όμως, το γεγονός ότι η υπό κρίση υπόθεση αφορά κανόνα ειδικής δικαιοδοσίας, σχετικό με τη διαδικασία διαγραφής χρεών. Οι εν λόγω διαδικασίες δεν έχουν αποτελέσει, τουλάχιστον εντός του χρονικού πλαισίου της υπό κρίση υποθέσεως, αντικείμενο εναρμονισμένων κανόνων διεθνούς δικαιοδοσίας. Εξάλλου, τα κράτη μέλη δεν έχουν υποχρέωση να θεσπίσουν στο εθνικό τους δίκαιο διαδικασίες διαγραφής χρεών. |
|
41. |
Κατά κανόνα, οι κανόνες διεθνούς δικαιοδοσίας δεν παρέχουν, τουλάχιστον άμεσα, ουσιαστικά δικαιώματα. Ο ρόλος τους περιορίζεται στον καθορισμό των δικαστικών αρχών που είναι αρμόδιες να αποφασίζουν για τη χορήγηση ή μη ενός δικαιώματος. |
|
42. |
Ωστόσο, σε περίπτωση ειδικής διαδικασίας, όπως είναι η διαδικασία διαγραφής χρεών, τα κράτη μέλη είναι ελεύθερα να αποφασίσουν αν θα τη θεσπίσουν στο εθνικό τους δίκαιο. Κατά συνέπεια, ο ρόλος ενός κανόνα διεθνούς δικαιοδοσίας δεν περιορίζεται αποκλειστικά στην κατανομή αρμοδιοτήτων μεταξύ των αρχών όλων των κρατών μελών. Στην περίπτωση μιας τέτοιας διαδικασίας, η διεθνής δικαιοδοσία των δικαστηρίων ενός κράτους μέλους ενδέχεται να οδηγήσει στην πρόσβαση σε διαδικασία διαγραφής χρεών και, ως εκ τούτου, σε δικαστική απόφαση περί διαγραφής χρεών, την οποία θα μπορεί να αντιτάξει ο οφειλέτης στους πιστωτές του στο έδαφος του συγκεκριμένου κράτους μέλους. |
|
43. |
Κατά συνέπεια, δεν αποκλείεται εθνικός κανόνας περί διεθνούς δικαιοδοσίας, μέσω του οποίου ο νομοθέτης καθορίζει στην πράξη τα πρόσωπα που δύνανται να υπαχθούν σε μια ορισμένη διαδικασία, να εμποδίζει ή να αποθαρρύνει εργαζόμενο υπήκοο κράτους μέλους να εγκαταλείψει το κράτος καταγωγής του προκειμένου να ασκήσει το δικαίωμά του ελεύθερης κυκλοφορίας, το οποίο προβλέπεται από το πρωτογενές δίκαιο. |
|
44. |
Τη συλλογιστική αυτή ακολούθησε το Δικαστήριο στην απόφαση Radziejewski ( 26 ), στην οποία έκρινε ότι εθνική κανονιστική ρύθμιση η οποία εξαρτά τη χορήγηση διαγραφής χρεών από προϋπόθεση περί κατοικίας, δύναται να αποθαρρύνει αφερέγγυο εργαζόμενο, του οποίου το χρέος είναι τόσο μεγάλο ώστε να μην μπορεί σε καμιά περίπτωση να υποτεθεί ότι θα είναι σε θέση να το εξοφλήσει στο προσεχές μέλλον, να ασκήσει το δικαίωμά του ελεύθερης κυκλοφορίας. |
|
45. |
Ως εκ τούτου, για τους ίδιους λόγους, θεωρώ ότι η προϋπόθεση περί κατοικίας, η οποία προβλέπεται στο πλαίσιο της δανικής κανονιστικής ρυθμίσεως, συνιστά περιορισμό της ελεύθερης κυκλοφορίας των εργαζομένων. Στο σημείο αυτό χρήζει απαντήσεως το ερώτημα κατά πόσον ο περιορισμός αυτός μπορεί να θεωρηθεί δικαιολογημένος. |
2. Επί της δικαιολογήσεως
|
46. |
Το αιτούν δικαστήριο κρίνει ότι η προϋπόθεση περί κατοικίας που προβλέπεται από τους δανικούς κανόνες διεθνούς δικαιοδοσίας πρέπει να θεωρηθεί δικαιολογημένη. Επί του ζητήματος αυτού, οι απόψεις των διαδίκων διίστανται. Η Δανική Κυβέρνηση συμμερίζεται την κρίση του αιτούντος δικαστηρίου, ενώ ο A και η Επιτροπή είναι της γνώμης ότι, υπό το πρίσμα του άρθρου 45 ΣΛΕΕ, η συγκεκριμένη προϋπόθεση δεν μπορεί να δικαιολογηθεί. |
|
47. |
Προκειμένου να κριθεί αν μπορεί να δικαιολογηθεί ένα μέτρο το οποίο έχει διαπιστωθεί ότι παρακωλύει την ελεύθερη κυκλοφορία των εργαζομένων, πρέπει να εξεταστεί, πρώτον, αν το μέτρο αυτό επιδιώκει την επίτευξη θεμιτού σκοπού συμβατού με τη Συνθήκη και δικαιολογείται από επιτακτικούς λόγους γενικού συμφέροντος, δεύτερον, αν διασφαλίζει την επίτευξη του οικείου σκοπού και, τρίτον, αν υπερβαίνει το αναγκαίο μέτρο για την επίτευξη του σκοπού αυτού ( 27 ). Θα εξετάσω κατ’ αρχάς την πρώτη προϋπόθεση περί της επιδιώξεως θεμιτού σκοπού και, εν συνεχεία, τη δεύτερη και την τρίτη, οι οποίες αφορούν αντιστοίχως τον κατάλληλο και αναγκαίο χαρακτήρα της επίμαχης κανονιστικής ρυθμίσεως. |
α) Επί του προβληθέντος δικαιολογητικού λόγου
|
48. |
Όπως προκύπτει από τη διατύπωση του πρώτου προδικαστικού ερωτήματος, καθώς και από το περιεχόμενο της αποφάσεως περί παραπομπής του αιτούντος δικαστηρίου, η υποχρέωση βάσει της οποίας η γενική δωσιδικία του οφειλέτη πρέπει να τοποθετείται στη Δανία αποβλέπει στην έκδοση μιας επαρκώς τεκμηριωμένης αποφάσεως επί της αιτήσεως διαγραφής χρεών, βασιζόμενης σε πληροφοριακά στοιχεία με βάση τα οποία, πρώτον, θα αξιολογηθούν οι κοινωνικοοικονομικές συνθήκες διαβιώσεως του οφειλέτη, προκειμένου να διαπιστωθεί αν υπήρξε εκ μέρους του αδυναμία ή απροθυμία αποπληρωμής των οφειλών του, δεύτερον, θα εξασφαλιστεί η σταθερή βελτίωση της οικονομικής καταστάσεως του οφειλέτη και, τρίτον, θα εξασφαλιστεί ότι ο οφειλέτης θα υιοθετήσει πλέον έναν τρόπο διαβιώσεως μετριοπαθή, αλλά με επαρκή μέσα, κατά το ακόλουθο χρονικό διάστημα εντός του οποίου θα εξοφλήσει σταδιακά την οφειλή του. |
|
49. |
Ο σκοπός της προϋποθέσεως περί κατοικίας, όπως εξηγεί το αιτούν δικαστήριο, είναι να διασφαλιστεί ότι, κατά την εξέταση της αιτήσεως διαγραφής χρεών, θα ληφθούν υπόψη οι συνθήκες που σχετίζονται με την κοινωνικοοικονομική κατάσταση του οφειλέτη και της οικογένειάς του, καθώς και οι συνθήκες διαβιώσεως στον τόπο όπου βιοπορίζονται. |
|
50. |
Στην απόφαση Radziejewski, σε απάντηση του επιχειρήματος της Σουηδικής Κυβερνήσεως ότι η προϋπόθεση περί κατοικίας είναι αναγκαία για να διαπιστωθεί σε ικανοποιητικό βαθμό η οικονομική και προσωπική κατάσταση του οφειλέτη, το Δικαστήριο έκρινε, μεταξύ άλλων, ότι είναι θεμιτό ένα κράτος μέλος να επιθυμεί να ελέγξει την οικονομική και προσωπική κατάσταση του οφειλέτη πριν λάβει υπέρ του μέτρο διαγραφής του συνόλου ή μέρους των χρεών του ( 28 ). |
|
51. |
Φρονώ ότι ο σκοπός της προϋποθέσεως περί κατοικίας που προβλέπει η δανική νομοθεσία δεν διαφέρει από τον σκοπό της προϋποθέσεως περί κατοικίας που αναφέρεται στην απόφαση Radziejewski ( 29 ). |
|
52. |
Κατά το αιτούν δικαστήριο και τη Δανική Κυβέρνηση, στην εν λόγω απόφαση, το Δικαστήριο εξέτασε την προϋπόθεση περί κατοικίας υπό το πρίσμα της ανάγκης ελέγχου της οικονομικής και προσωπικής καταστάσεως του οφειλέτη. Ωστόσο, το Δικαστήριο δεν αποφάνθηκε σχετικά με το αν το γεγονός ότι πρόσβαση στη διαδικασία διαγραφής χρεών έχουν μόνον τα πρόσωπα που κατοικούν, ή τουλάχιστον είχαν την τελευταία τους κατοικία, στο κράτος από το οποίο προέρχεται η αίτηση μπορεί να δικαιολογηθεί από την ανάγκη να διασφαλιστεί ότι το δικαστήριο που επιλαμβάνεται μιας τέτοιας αίτησης έχει γνώση της κοινωνικής και οικονομικής καταστάσεως του οφειλέτη και μπορεί να τη λάβει υπόψη στην εκτίμησή του. |
|
53. |
Επιπλέον, η Δανική Κυβέρνηση υποστηρίζει ότι η σουηδική κανονιστική ρύθμιση στην υπόθεση επί της οποίας εκδόθηκε η απόφαση Radziejewski ( 30 ) προέβλεπε και έναν εκ των υστέρων έλεγχο του οφειλέτη, ο οποίος παρείχε στις σουηδικές αρχές τη δυνατότητα να παρακολουθούν τις προσπάθειες που κατέβαλε ο οφειλέτης προς εκπλήρωση των υποχρεώσεών του. Η εν λόγω Κυβέρνηση υποστηρίζει ότι, ως εκ τούτου, η προϋπόθεση περί κατοικίας δεν μπορούσε να διασφαλίσει τον επιδιωκόμενο σκοπό, καθόσον ο οφειλέτης μπορούσε, μετά την υποβολή της αιτήσεώς του περί διαγραφής χρεών, να μετοικήσει απλώς σε άλλο κράτος μέλος. Αντιθέτως, στο πλαίσιο της δανικής διαδικασίας διαγραφής χρεών, τα δικαστήρια δεν προβαίνουν σε εκ των υστέρων έλεγχο του οφειλέτη. |
|
54. |
Το αιτούν δικαστήριο και η Δανική Κυβέρνηση φαίνεται να υποστηρίζουν ότι η δανική κανονιστική ρύθμιση επιδιώκει να εξασφαλίσει καλύτερη γνώση της κατάστασης του οφειλέτη σε σχέση με εκείνην που απαιτείται βάσει της σουηδικής κανονιστικής ρυθμίσεως στην οποία αναφέρεται η υπόθεση Radziejewski ( 31 ). |
|
55. |
Πλην όμως, και στις δύο αυτές περιπτώσεις, ο σκοπός της προϋποθέσεως περί κατοικίας παραμένει ο ίδιος. Οι διαφορές σχετικά με τον βαθμό γνώσης της κατάστασης του οφειλέτη θα μπορούσαν να ληφθούν υπόψη, κατά τη γνώμη μου, κατά την εξέταση της αναγκαιότητας της επίμαχης κανονιστικής ρυθμίσεως. |
|
56. |
Εξάλλου, φρονώ ότι το επιχείρημα της Δανικής Κυβέρνησης ότι η δανική κανονιστική ρύθμιση δεν προβλέπει εκ των υστέρων έλεγχο δεν συνάδει με ορισμένα άλλα επιχειρήματά της. Ειδικότερα, η εν λόγω Κυβέρνηση υποστηρίζει με τις παρατηρήσεις της ότι μια διάταξη περί διαγραφής χρεών που έχει εκδοθεί προς όφελος οφειλέτη ο οποίος έχει μετοικήσει σε άλλη χώρα είναι δυνατόν, σε ορισμένες περιπτώσεις, να ακυρωθεί. |
|
57. |
Το αιτούν δικαστήριο αναφέρεται στο ενδεχόμενο αυτό με μεγαλύτερη σαφήνεια, επισημαίνοντας ότι μια διάταξη περί διαγραφής χρεών είναι δυνατόν να ακυρωθεί σε περίπτωση που ο οφειλέτης ενήργησε με δόλο κατά τη διαδικασία διαγραφής χρεών ή παρέβη τις υποχρεώσεις που του είχαν επιβληθεί με τη διάταξη περί διαγραφής χρεών. Εν πάση περιπτώσει, όπως προκύπτει από την απόφαση περί παραπομπής και τις παρατηρήσεις της Δανικής Κυβερνήσεως, η ακύρωση μιας διατάξεως περί διαγραφής χρεών δεν επέρχεται αυτομάτως. |
|
58. |
Ο έλεγχος της συμπεριφοράς του οφειλέτη μετά την έκδοση τέτοιας διατάξεως, με τον οποίον οι δανικές αρχές διαπιστώνουν κατά πόσον ο οφειλέτης συμμορφώνεται προς τους επιβληθέντες με την εν λόγω διάταξη όρους, συνιστά, κατά τη γνώμη μου, ένα είδος εκ των υστέρων ελέγχου. Ως εκ τούτου, δεν έχω πειστεί από το επιχείρημα της Δανικής Κυβερνήσεως ότι η υπό κρίση υπόθεση διαφέρει από την υπόθεση επί της οποίας εκδόθηκε η απόφαση Radziejewski ( 32 ), για το λόγο ότι οι δανικές αρχές δεν διενεργούν εκ των υστέρων έλεγχο. |
|
59. |
Υπό το πρίσμα των ανωτέρω, λαμβάνοντας υπόψη την αναλογία στόχων μεταξύ της σουηδικής κανονιστικής ρυθμίσεως, στην οποία αναφέρεται η απόφαση Radziejewski ( 33 ), και της επίμαχης κανονιστικής ρυθμίσεως στην υπό κρίση υπόθεση, θεωρώ ότι η προϋπόθεση περί κατοικίας που προβλέπει η δανική κανονιστική ρύθμιση επιδιώκει θεμιτό σκοπό, ήτοι την έκδοση αποφάσεως επί της αιτήσεως διαγραφής χρεών τεκμηριωμένης και στηριζόμενης σε πληροφοριακά στοιχεία που επιτρέπουν να διαπιστωθεί η κοινωνική και οικονομική κατάσταση του οφειλέτη και της οικογένειάς του στο παρελθόν, στο παρόν και στο μέλλον, καθώς και οι συνθήκες διαβιώσεως στον τόπο όπου βιοπορίζονται. |
β) Η καταλληλότητα και η αναγκαιότητα της επίμαχης κανονιστικής ρυθμίσεως
|
60. |
Οι σκέψεις με τις οποίες το αιτούν δικαστήριο και η Δανική Κυβέρνηση επιδιώκουν να δικαιολογήσουν τον επίμαχο περιορισμό βασίζονται στην άποψη ότι η γεωγραφική εγγύτητα μεταξύ του τόπου κατοικίας του οφειλέτη και της έδρας του δικαστηρίου που έχει επιληφθεί της αιτήσεως διαγραφής χρεών διασφαλίζει ότι θα ληφθούν δεόντως υπόψη κατά την εξέταση της αιτήσεως αυτής οι συνθήκες που σχετίζονται με την κοινωνική και οικονομική κατάσταση του οφειλέτη και της οικογένειάς του, καθώς και οι συνθήκες διαβιώσεως στον τόπο όπου βιοπορίζονται. |
|
61. |
Συναφώς, το αιτούν δικαστήριο και η Δανική Κυβέρνηση υποστηρίζουν ότι ένα δικαστήριο που εκδικάζει αιτήσεις διαγραφής χρεών δεν έχει, και δεν μπορεί να έχει, γνώση των συνθηκών διαβίωσης του αιτούντος σε άλλο κράτος μέλος. Δεν υπάρχουν νομικές διατάξεις που να του επιτρέπουν να απαιτήσει από άλλα κράτη μέλη την παροχή πληροφοριών σχετικά με τις τοπικές συνθήκες όσον αφορά τους πόρους και τα έξοδα ή άλλους σημαντικούς παράγοντες βάσει των οποίων θα κριθεί η αίτηση διαγραφής χρεών. Εξάλλου, το δικαστήριο αυτό δεν θα ήταν σε θέση να ελέγξει τα προσκομιζόμενα από τον ίδιο τον οφειλέτη πληροφοριακά στοιχεία. |
|
62. |
Περαιτέρω, το αιτούν δικαστήριο επισημαίνει ότι, ελλείψει εναρμονισμένων κανόνων, δεν υφίστανται λιγότερο περιοριστικά μέτρα για την επίτευξη του ανωτέρω σκοπού από τον περιορισμό του κύκλου των οφειλετών που έχουν πρόσβαση σε διαδικασία διαγραφής χρεών αποκλειστικά και μόνον σε πρόσωπα τα οποία κατοικούν στη Δανία. Αντιθέτως, κατά τη Δανική Κυβέρνηση, η ερμηνεία του άρθρου 45 ΣΛΕΕ υπό την έννοια ότι αποκλείει την εφαρμογή κανόνα διεθνούς δικαιοδοσίας, όπως η δανική ρύθμιση, θα παρεμπόδιζε την αποτελεσματική εφαρμογή του κανονισμού 2015/848. |
|
63. |
Φρονώ, όπως ο Α και η Επιτροπή, ότι η εφαρμογή της προϋποθέσεως περί κατοικίας έναντι εργαζομένων στερείται λογικής και συνοχής από τουλάχιστον δύο απόψεις. Τα δε επιχειρήματα της Δανικής Κυβερνήσεως και του αιτούντος δικαστηρίου όσον αφορά την ύπαρξη εναρμονισμένων διατάξεων και την έλλειψή τους, αντίστοιχα, δεν μπορούν να επιλύσουν τα συγκεκριμένα ζητήματα. |
|
64. |
Το πρώτο ζήτημα αφορά το γεγονός ότι η προϋπόθεση περί κατοικίας φαίνεται να ισχύει μόνον έναντι μισθωτών εργαζομένων που ασκούν την επαγγελματική τους δραστηριότητα στη Δανία και όχι έναντι εκείνων που ασκούν ανεξάρτητη οικονομική δραστηριότητα στη Δανία. Στην περίπτωση των τελευταίων, το γεγονός ότι δεν κατοικούν στο έδαφος της Δανίας δεν τους εμποδίζει να υποβάλουν αίτηση διαγραφής χρεών ενώπιον των δικαστηρίων του εν λόγω κράτους μέλους. |
|
65. |
Το δεύτερο ζήτημα αφορά το γεγονός ότι, όπως προκύπτει από την αίτηση προδικαστικής αποφάσεως και από τις γραπτές παρατηρήσεις του αιτούντος, η τήρηση της προϋποθέσεως περί κατοικίας, σύμφωνα με τη δανική νομοθεσία, εξετάζεται μόνον κατά την υποβολή της αιτήσεως διαγραφής χρεών. |
1) Η λογική συνοχή στην εφαρμογή της προϋποθέσεως περί κατοικίας και οι συνέπειές της για την απάντηση στο προδικαστικό ερώτημα
|
66. |
Η προϋπόθεση περί κατοικίας στηρίζεται στο σκεπτικό ότι, χάρη στη γεωγραφική εγγύτητα μεταξύ του τόπου κατοικίας του οφειλέτη και της έδρας του επιληφθέντος δικαστηρίου, το τελευταίο δύναται να αποφασίσει επί αιτήσεως διαγραφής χρεών με βάση πληροφοριακά στοιχεία για την κοινωνική και οικονομική κατάσταση του συγκεκριμένου οφειλέτη. Κατά την εκτίμηση της κοινωνικής και οικονομικής του καταστάσεως από το δικαστήριο εκκαθαρίσεως, η ίδια σημασία πρέπει, καταρχήν, να αποδίδεται στην εν λόγω προϋπόθεση, είτε ο αιτών είναι αυτοαπασχολούμενος είτε μισθωτός εργαζόμενος. Και στις δύο περιπτώσεις, τα μέτρα που καθιστούν δυνατή την απόκτηση πληροφοριών από άλλο κράτος μέλος, καθώς και τα μέτρα που επιτρέπουν την επαλήθευση των στοιχείων που προσκομίζει ο οφειλέτης, είναι σχεδόν πανομοιότυπα. |
|
67. |
Πλην όμως, θεωρώ ότι, σύμφωνα με τη δανική κανονιστική ρύθμιση, η προϋπόθεση περί κατοικίας δεν εφαρμόζεται κατά τρόπο με συνέπεια. Ειδικότερα, ενώ εκείνος που ασκεί ανεξάρτητη οικονομική δραστηριότητα στο έδαφος της Δανίας έχει τη δυνατότητα να υποβάλει αίτηση διαγραφής χρεών στο δανικό δικαστήριο του τόπου ασκήσεως της δραστηριότητας αυτής, μολονότι δεν κατοικεί στη Δανία, ο μισθωτός εργαζόμενος που δεν έχει την κατοικία του στη Δανία δεν μπορεί να υποβάλει τέτοια αίτηση ενώπιον των δικαστηρίων του εν λόγω κράτους μέλους. |
|
68. |
Όσον αφορά την υπό κρίση υπόθεση, δεν αμφισβητείται ότι ο αιτών στην υπόθεση της κύριας δίκης εργάζεται στη Δανία, όπου υπόκειται σε πλήρη φορολογική υποχρέωση. Ως εκ τούτου, όπως παραδέχεται και η Δανική Κυβέρνηση, η κοινωνική και οικονομική κατάσταση του αιτούντος θα μπορούσε, τουλάχιστον εν μέρει, να προσδιοριστεί, χωρίς να χρειάζεται να ληφθούν υπόψη πληροφοριακά στοιχεία από άλλο κράτος μέλος ( 34 ). |
|
69. |
Εντούτοις, σύμφωνα με τη δανική κανονιστική ρύθμιση, ο αιτών δεν έχει καμία δυνατότητα να επικαλεστεί τις μνημονευόμενες στην προηγούμενη σκέψη περιστάσεις προκειμένου να προσφύγει σε δανικό δικαστήριο, μολονότι οι περιστάσεις αυτές καταδεικνύουν την ύπαρξη συνδέσμου με τη Δανία. Πλην όμως, εφόσον ένας τέτοιος σύνδεσμος κρίνεται επαρκής ώστε να επιτρέπει αρκούντως στα δανικά δικαστήρια να αποφαίνονται επί αιτήσεως διαγραφής χρεών από πρόσωπο που ασκεί μη μισθωτή οικονομική δραστηριότητα στο έδαφος του συγκεκριμένου κράτους μέλους, ο ίδιος σύνδεσμος θα έπρεπε ομοίως να κρίνεται επαρκής ώστε να μπορούν τα ίδια δικαστήρια να αποφαίνονται επί αιτήσεως υποβληθείσας από μισθωτό εργαζόμενο. |
|
70. |
Τούτο ισχύει κατά μείζονα λόγο δεδομένου ότι, όπως προκύπτει από τα παραδείγματα του Α στις γραπτές παρατηρήσεις του ( 35 ), η δανική κανονιστική ρύθμιση δεν εμποδίζει τα εθνικά δικαστήρια να αποφαίνονται επί αιτήσεων διαγραφής χρεών έστω και αν πρέπει να ληφθούν υπόψη στοιχεία προερχόμενα από άλλο κράτος μέλος. |
|
71. |
Κατά συνέπεια, η μη ομοιόμορφη αυτή εφαρμογή της προϋποθέσεως περί κατοικίας στο πλαίσιο της δανικής κανονιστικής ρυθμίσεως καταδεικνύει ότι δεν είναι αναγκαίο ο αιτών να κατοικεί σε δανικό έδαφος προκειμένου τα δικαστήρια του συγκεκριμένου κράτους μέλους να μπορούν να αποφαίνονται επί αιτήσεων διαγραφής χρεών. Τούτο ακριβώς αποτελεί ένδειξη ότι η προϋπόθεση περί κατοικίας, όπως η προβλεπόμενη στη δανική κανονιστική ρύθμιση, βαίνει πέραν του αναγκαίου μέτρου για την επίτευξη του σκοπού που αναφέρθηκε ανωτέρω, στο σημείο 59 των παρουσών προτάσεων. |
2) Οι συνέπειες της αρχής perpetuatio fori για τη δικαιολόγηση της προϋποθέσεως περί κατοικίας
|
72. |
Με τις γραπτές παρατηρήσεις του, ο Α επισημαίνει ότι, κατά τη δανική θεωρία και νομολογία, η αίτηση για την υπαγωγή σε διαδικασία διαγραφής χρεών πρέπει να υποβάλλεται ενώπιον του αρμόδιου ratione locis δικαστηρίου βάσει της κατοικίας κατά τον χρόνο της εν λόγω αιτήσεως. Αντιθέτως, οι εκτιμήσεις που πραγματοποιούνται στο πλαίσιο της διαδικασίας διαγραφής χρεών αφορούν την κατάσταση του αιτούντος κατά τον χρόνο λήψεως της αποφάσεως επί της αιτήσεως αυτής. |
|
73. |
Φρονώ ότι το αιτούν δικαστήριο προκρίνει, συναφώς, την ίδια ερμηνεία των δανικών διατάξεων. Συγκεκριμένα, στην απόφαση περί παραπομπής αναφέρει ότι τα δανικά δικαστήρια εξετάζουν τη διεθνή δικαιοδοσία τους κατά το στάδιο υποβολής της αιτήσεως διαγραφής χρεών. |
|
74. |
Ειδικότερα, σύμφωνα με τον λεγόμενο κανόνα της «αρχής της perpetuatio fori», όταν αρμόδιο δικαστήριο επιλαμβάνεται της διαφοράς, παραμένει κατ’ αρχήν αρμόδιο ακόμη και αν το συνδετικό στοιχείο στο οποίο στηρίχθηκε η αρμοδιότητά του μεταβληθεί κατά τη διάρκεια της ένδικης διαδικασίας ( 36 ). |
|
75. |
Συνεπώς, η προϋπόθεση περί κατοικίας δεν μπορεί να διασφαλίσει τη γνώση στοιχείων σχετικών με την κατάσταση του οφειλέτη και των συνθηκών διαβίωσης στον τόπο κατοικίας του, στο μέτρο που, σύμφωνα με την αρχή της perpetuatio fori, τυχόν μεταβολή του συνδετικού στοιχείου μετά την υποβολή της αιτήσεως διαγραφής χρεών, ήτοι η μετοίκησή του σε άλλο κράτος μέλος, δεν εμποδίζει δικαστήριο της Δανίας να αποφανθεί επί της αιτήσεως αυτής. |
|
76. |
Κατά συνέπεια, δεδομένου ότι ο σύνδεσμος με το δανικό έδαφος εκτιμάται μόνον κατά τον χρόνο υποβολής της αιτήσεως περί διαγραφής χρεών, ενώ το δικαστήριο εκκαθαρίσεως οφείλει να λαμβάνει υπόψη, κατά την εξέταση της αιτήσεως αυτής, τις συνθήκες πριν και μετά από αυτό το χρονικό σημείο, η προϋπόθεση περί κατοικίας, όπως η προβλεπόμενη από τη δανική κανονιστική ρύθμιση, βαίνει πέραν του αναγκαίου μέτρου για την επίτευξη του σκοπού της εν λόγω προϋποθέσεως. Αυτή τη συλλογιστική ακολούθησε και το Δικαστήριο στην απόφαση Radziejewski ( 37 ), σύμφωνα με την οποία η επιβολή μιας προϋποθέσεως περί κατοικίας, η οποία πρέπει να πληρούται αποκλειστικώς και μόνον κατά την υποβολή της αιτήσεως διαγραφής χρεών, βαίνει πέραν του αναγκαίου μέτρου για τον έλεγχο της καταστάσεως του αιτούντος και τη γνώση της καταστάσεως στον τόπο κατοικίας του. |
|
77. |
Η εκτίμηση αυτή δεν αναιρείται ούτε από τα επιχειρήματα της Δανικής Κυβερνήσεως σχετικά με την ύπαρξη εναρμονισμένων κανόνων διεθνούς δικαιοδοσίας ούτε από τα επιχειρήματα του αιτούντος δικαστηρίου σχετικά με την έλλειψή τους. |
3) Η εναρμόνιση των κανόνων διεθνούς δικαιοδοσίας σχετικά με διαδικασίες διαγραφής χρεών
|
78. |
Κατά το αιτούν δικαστήριο, λόγω της μη εναρμόνισης των κανόνων περί διαγραφής χρεών, δεν υπάρχουν λιγότερο περιοριστικά μέσα για την επίτευξη του αποτελέσματος αυτού, πέραν του περιορισμού της πρόσβασης στη διαδικασία διαγραφής χρεών αποκλειστικά και μόνον σε οφειλέτες που κατοικούν στη Δανία. |
|
79. |
Αντιθέτως, η Δανική Κυβέρνηση επισημαίνει ότι υπάρχουν εναρμονισμένοι κανόνες για τη διεθνή δικαιοδοσία σε υποθέσεις αναδιάρθρωσης χρέους. Κατά την εν λόγω κυβέρνηση, η ερμηνεία του άρθρου 45 ΣΛΕΕ υπό την έννοια ότι κανόνας διεθνούς δικαιοδοσίας όπως η δανική ρύθμιση είναι αντίθετος προς αυτό, θα παρεμπόδιζε την αποτελεσματική εφαρμογή του κανονισμού 2015/848. Σύμφωνα με το άρθρο 3, παράγραφος 1, του κανονισμού 2015/848, υπό τις περιστάσεις της υπό κρίση υποθέσεως, αρμόδια για την εκδίκαση περιπτώσεως οφειλέτη ο οποίος κατοικεί και ζει στη Σουηδία είναι τα σουηδικά δικαστήρια. Επομένως, ο δανικός κανόνας διεθνούς δικαιοδοσίας δεν διαφέρει ουσιωδώς από τον κανόνα διεθνούς δικαιοδοσίας του εν λόγω κανονισμού. |
|
80. |
Τα επιχειρήματα αυτά δεν μπορούν να γίνουν δεκτά. |
|
81. |
Όπως ανέφερα στο σημείο 25 των παρουσών προτάσεων, ο κανονισμός 2015/848 δεν έχει εφαρμογή ratione temporis στη διαφορά της κύριας δίκης. Πλην όμως, πρέπει να ληφθεί υπόψη το γεγονός ότι η δανική ρύθμιση που προβλέπει την προϋπόθεση περί κατοικίας εξακολουθεί να ισχύει στο εν λόγω κράτος μέλος, ενώ σε άλλα κράτη μέλη ισχύουν, από τις 26 Ιουνίου 2017, οι διατάξεις του κανονισμού 2015/848. |
|
82. |
Κατά το άρθρο 3, παράγραφος 1, τέταρτο εδάφιο, του κανονισμού 2015/848, ως κέντρο των κύριων συμφερόντων φυσικού προσώπου, πέραν εκείνων που ασκούν ανεξάρτητη επιχειρηματική ή επαγγελματική δραστηριότητα, τεκμαίρεται ο τόπος της συνήθους διαμονής του προσώπου μέχρις αποδείξεως του εναντίου. Ανεξάρτητα, όμως, από το γεγονός ότι η έννοια της «συνήθους διαμονής», σύμφωνα με το άρθρο 3, παράγραφος 1, τέταρτο εδάφιο, του κανονισμού 2015/848, δεν αντιστοιχεί απαραιτήτως στην έννοια της «κατοικίας» σύμφωνα με τη δανική νομοθεσία, η εν λόγω διάταξη του κανονισμού 2015/848 δεν παραπέμπει αυτομάτως τον οφειλέτη ενώπιον των δικαστηρίων του τόπου κατοικίας του. Στην πραγματικότητα, πρόκειται απλώς για μαχητό τεκμήριο το οποίο μπορεί να ανατραπεί. |
|
83. |
Επομένως, αφενός, η προβλεπόμενη από τον κανονισμό 2015/848 λύση αποτελεί, για να επαναλάβω τη διατύπωση του αιτούντος δικαστηρίου, παράδειγμα «λιγότερο περιοριστικού μέτρου για την επίτευξη του στόχου της προϋποθέσεως περί κατοικίας», όπως αυτός ορίζεται από το δικαστήριο αυτό και τη Δανική Κυβέρνηση. |
|
84. |
Αφετέρου, κανονιστική ρύθμιση η οποία προβλέπει προϋπόθεση περί κατοικίας, όπως η επίμαχη δανική ρύθμιση, θα μπορούσε να επηρεάσει τη λειτουργία του κανονισμού 2015/848 στα κράτη μέλη που δεσμεύονται από αυτόν, σε περίπτωση που διαπιστωνόταν ότι, ενδεχομένως, το τεκμήριο του άρθρου 3, παράγραφος 1, τέταρτο εδάφιο, του κανονισμού αυτού θα έπρεπε να ανατραπεί υπέρ του τόπου παροχής της εργασίας, παραδείγματος χάριν. Σε μια τέτοια περίπτωση, η δανική νομοθεσία δεν θα λάμβανε υπόψη την ανατροπή του εν λόγω τεκμηρίου ( 38 ). |
|
85. |
Συνοψίζοντας το τμήμα αυτό της αναλύσεώς μου σχετικά με την εναρμόνιση των κανόνων διεθνούς δικαιοδοσίας, πρώτον, δεν συμμερίζομαι την άποψη του αιτούντος δικαστηρίου ότι δεν υπάρχουν λιγότερο περιοριστικά μέσα για την επίτευξη του στόχου της προϋπόθεσης περί κατοικίας. Δεύτερον, σε αντίθεση με όσα υποστηρίζει η Δανική Κυβέρνηση, η ύπαρξη των κανόνων διεθνούς δικαιοδοσίας που προβλέπονται από τον κανονισμό 2015/848 δεν επιτρέπει το συμπέρασμα ότι η δανική κανονιστική ρύθμιση είναι σύμφωνη με το δίκαιο της Ένωσης. |
4) Τελικά συμπεράσματα
|
86. |
Ανακεφαλαιώνοντας τη συλλογιστική που ανέπτυξα μέχρι τώρα, επισημαίνω ότι η προϋπόθεση περί κατοικίας που προβλέπεται στη δανική κανονιστική ρύθμιση φαίνεται να μην εφαρμόζεται με συνέπεια, γεγονός που μπορεί να αποτελεί ένδειξη ότι η εν λόγω προϋπόθεση βαίνει πέραν του αναγκαίου μέτρου για τον έλεγχο της καταστάσεως του αιτούντος και την γνώση της καταστάσεως στον τόπο κατοικίας του. Η εκτίμηση αυτή επιβεβαιώνεται από το γεγονός ότι η προϋπόθεση περί κατοικίας πρέπει να πληρούται αποκλειστικώς και μόνον κατά την υποβολή της αιτήσεως. Τέλος, οι ανωτέρω εκτιμήσεις δεν αναιρούνται από τα επιχειρήματα που αφορούν τον κανονισμό 2015/848. |
|
87. |
Υπό το πρίσμα όλων των ανωτέρω σκέψεων, προτείνω στο Δικαστήριο να απαντήσει στο πρώτο προδικαστικό ερώτημα ότι το άρθρο 45 ΣΛΕΕ έχει την έννοια ότι είναι αντίθετη προς αυτό εθνική κανονιστική ρύθμιση, όπως η επίμαχη στην κύρια δίκη, βάσει της οποίας μισθωτός εργαζόμενος ο οποίος δεν έχει την κατοικία του σε κράτος μέλος δεν μπορεί να υποβάλει αίτηση διαγραφής χρεών ενώπιον των δικαστηρίων του κράτους μέλους αυτού, ακόμη και αν διατηρεί επαρκή σύνδεσμο με το εν λόγω κράτος μέλος, ανάλογο του συνδέσμου της κατοικίας σε αυτό. |
Δ. Επί του δευτέρου προδικαστικού ερωτήματος
|
88. |
Με το δεύτερο προδικαστικό ερώτημα, το οποίο τίθεται σε περίπτωση που δοθεί καταφατική απάντηση στο πρώτο ερώτημα, το αιτούν δικαστήριο ζητεί να διευκρινιστεί εάν μισθωτός εργαζόμενος ο οποίος δεν πληροί την προϋπόθεση περί κατοικίας θα πρέπει παρά ταύτα να μπορεί να επιτύχει ρύθμιση των χρεών του σε περίπτωση που πληρούνται οι λοιπές ουσιαστικές προϋποθέσεις, πράγμα που θα υποχρέωνε τους ιδιώτες πιστωτές να αντιταχθούν στη μείωση ή τη διαγραφή των χρεών που τους οφείλονται από οφειλέτη ο οποίος έχει μετοικήσει σε άλλη χώρα. |
|
89. |
Επιβάλλεται η διαπίστωση ότι από την ανάγνωση του δευτέρου προδικαστικού ερωτήματος προκύπτει κάποια αβεβαιότητα σχετικά με το πραγματικό περιεχόμενο του ερωτήματος του αιτούντος δικαστηρίου. Από τη διατύπωση του ερωτήματος συνάγεται ότι το αιτούν δικαστήριο διατηρεί αμφιβολίες ως προς την πρακτική αποτελεσματικότητα του άρθρου 45 ΣΛΕΕ σε περιστάσεις όπως αυτές της υπό κρίση υποθέσεως. |
|
90. |
Η Επιτροπή υποστηρίζει συναφώς ότι η διαφορά της κύριας δίκης δεν αφορά άμεσα τις σχέσεις μεταξύ ιδιωτών και ότι, επομένως, το ζήτημα αν το άρθρο 45 ΣΛΕΕ έχει άμεσο αποτέλεσμα επί των εν λόγω σχέσεων δεν ασκεί επιρροή στην υπόθεση. Η Δανική Κυβέρνηση θεωρεί ότι, υπό τις περιστάσεις της υπό κρίση υποθέσεως, η εφαρμογή του άρθρου 45 ΣΛΕΕ θα οδηγούσε σε κατάσταση παρεμπίπτοντος οριζόντιου αποτελέσματος. |
|
91. |
Επισημαίνω ότι, στην προκειμένη περίπτωση, αντικείμενο εκτιμήσεως υπό το πρίσμα του άρθρου 45 ΣΛΕΕ είναι εθνικές διατάξεις και όχι συμπεριφορές ιδιωτών με τις οποίες αυτοί επιβάλλουν υποχρεώσεις σε άλλους ιδιώτες ( 39 ). Εξάλλου, είναι προφανές ότι εθνικές διατάξεις όπως οι επίμαχες στην υπό κρίση υπόθεση εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 45 ΣΛΕΕ. Όταν τέτοιες εθνικές διατάξεις δεν συνάδουν με τη Συνθήκη, η εφαρμογή τους πρέπει να αποκλείεται, ανεξαρτήτως του αν πρόκειται για διαφορά μεταξύ ιδιωτών ή μεταξύ ιδιωτών και κρατικών φορέων. |
|
92. |
Επικουρικώς, ακόμη και αν θεωρηθεί ότι το δεύτερο προδικαστικό ερώτημα πρέπει να εξεταστεί υπό το πρίσμα των υποχρεώσεων που επιβάλλονται σε πιστωτές ενός οφειλέτη ο οποίος επωφελείται διαδικασίας διαγραφής χρεών, πρέπει να ληφθεί υπόψη το γεγονός ότι η προϋπόθεση περί κατοικίας, όπως η επίμαχη στην κύρια δίκη, συνιστά συνδετικό κριτήριο προβλεπόμενο σε κανόνα διεθνούς δικαιοδοσίας. Όπως προκύπτει από τα ανωτέρω, οι κανόνες περί διεθνούς δικαιοδοσίας δεν χορηγούν, τουλάχιστον άμεσα, ουσιαστικά δικαιώματα ούτε επιβάλλουν ουσιαστικές υποχρεώσεις σε ιδιώτες. Εν προκειμένω, ο εθνικός κανόνας διεθνούς δικαιοδοσίας παρέχει μόνον τη δυνατότητα να ζητηθεί η έναρξη διαδικασίας διαγραφής χρεών ενώπιον δανικού δικαστηρίου. Στην πραγματικότητα, η απόφαση του εν λόγω δικαστηρίου είναι εκείνη που παρέχει δικαιώματα ή επιβάλλει υποχρεώσεις σε ιδιώτες. |
|
93. |
Τέλος, δεν μπορεί να αποκλειστεί το ενδεχόμενο το αιτούν δικαστήριο να ερωτά κατ’ ουσίαν με το δεύτερο προδικαστικό του ερώτημα ποιες συνέπειες θα πρέπει να αντλήσει από την επικείμενη απόφαση του Δικαστηρίου στην υπό κρίση υπόθεση, σε περίπτωση καταφατικής απαντήσεως στο πρώτο ερώτημα. |
|
94. |
Είναι αληθές ότι, στο πλαίσιο της προδικαστικής διαδικασίας, δεν απόκειται στο Δικαστήριο ούτε να ερμηνεύσει το εσωτερικό δίκαιο ενός κράτους μέλους, ούτε να καθορίσει τον τρόπο με τον οποίον το εν λόγω κράτος μέλος θα μπορούσε να συμμορφωθεί με την ερμηνεία του δικαίου της Ένωσης που το ίδιο υποδεικνύει. Εντούτοις, προκειμένου να παρασχεθεί χρήσιμη απάντηση στο αιτούν δικαστήριο, θα διατυπώσω ορισμένες γενικότερες παρατηρήσεις επί του σημείου αυτού. |
|
95. |
Επισημαίνω συναφώς ότι η αντίθεση της προϋποθέσεως περί κατοικίας προς το άρθρο 45 ΣΛΕΕ δεν συνεπάγεται την απόλυτη ακυρότητά της. Η εν λόγω αντίθεση είναι απλώς συνέπεια του γεγονότος ότι, σύμφωνα με εθνική κανονιστική ρύθμιση, στη συγκεκριμένη περίπτωση, ένας οφειλέτης δεν δύναται να επιτύχει την έκδοση αποφάσεως περί διαγραφής των οφειλών του, ακόμη και αν διατηρεί επαρκή σύνδεσμο με το συγκεκριμένο κράτος μέλος. |
|
96. |
Στην περίπτωση αυτή, όπως και σε άλλες παρόμοιες, το εθνικό δικαστήριο δεν υποχρεούται να αποστεί άνευ ετέρου από την εφαρμογή της προϋπόθεσης περί κατοικίας και να προβεί στην εφαρμογή της εν προκειμένω επίμαχης εθνικής ρυθμίσεως χωρίς καμιά απαίτηση όσον αφορά την ύπαρξη συνδέσμου μεταξύ του οφειλέτη και του δανικού εδάφους. |
|
97. |
Αντιθέτως, θα μπορούσε να εξετάσει μια λιγότερο απόλυτη λύση, ενδεχομένως μια ελαστικότερη προϋπόθεση περί κατοικίας, ώστε τα δανικά δικαστήρια να μπορούν να αποφαίνονται επί αιτήσεων διαγραφής χρεών οσάκις υφίσταται επαρκής σύνδεσμος μεταξύ του οφειλέτη και του δανικού εδάφους. Ειδικότερα, όπως επισήμανα στο σημείο 37 των παρουσών προτάσεων, ιδίως προς το συμφέρον της ορθής απονομής της δικαιοσύνης, η μεγάλη πλειονότητα των κανόνων διεθνούς δικαιοδοσίας στηρίζεται στη λογική ότι πρέπει να υπάρχει σύνδεσμος μεταξύ του αρμόδιου δικαστηρίου και της επίμαχης καταστάσεως. Επομένως, θα πρέπει απλώς να αμβλυνθεί η αυστηρότητα της προϋποθέσεως περί κατοικίας που προβλέπει η δανική κανονιστική ρύθμιση, προκειμένου να δοθεί μεγαλύτερη έμφαση στην οριζόμενη κατ’ αυτόν τον τρόπο αρχή της εγγύτητας. |
|
98. |
Υπό το πρίσμα της επιχειρηματολογίας αυτής, προτείνω στο Δικαστήριο να απαντήσει στο δεύτερο προδικαστικό ερώτημα ότι το άρθρο 45 ΣΛΕΕ έχει την έννοια ότι, σε περιστάσεις όπως αυτές της κύριας δίκης, αποκλείει την εφαρμογή της επίμαχης εθνικής κανονιστικής ρυθμίσεως, ανεξαρτήτως του αν η διαδικασία διαγραφής χρεών οδηγεί, ενδεχομένως, στην επιβολή υποχρεώσεων εις βάρος ιδιωτών. |
|
99. |
Επισημαίνεται συναφώς ότι η υποχρέωση των εν λόγω ιδιωτών να δεχθούν τη μείωση ή την διαγραφή των απαιτήσεων που διατηρούν έναντι οφειλέτη εγκατεστημένου σε άλλη χώρα απορρέει από απόφαση του δανικού δικαστηρίου επί της αιτήσεως διαγραφής χρεών. |
VI. Πρόταση
|
100. |
Με βάση το σύνολο των προεκτεθέντων, προτείνω στο Δικαστήριο να δώσει την ακόλουθη απάντηση στα προδικαστικά ερωτήματα που υπέβαλε το Østre Landsret (εφετείο της ανατολικής περιφέρειας, Δανία):
|
( 1 ) Γλώσσα του πρωτοτύπου: η γαλλική.
( 2 ) Απόφαση της 8ης Νοεμβρίου 2012, C‑461/11, EU:C:2012:704, σκέψη 32.
( 3 ) Απόφαση της 8ης Νοεμβρίου 2012, C‑461/11, EU:C:2012:704.
( 4 ) Κανονισμός του Συμβουλίου, της 22ας Δεκεμβρίου 2000, για τη διεθνή δικαιοδοσία, την αναγνώριση και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις (ΕΕ 2001, L 12, σ. 1).
( 5 ) Κανονισμός του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Δεκεμβρίου 2012, για τη διεθνή δικαιοδοσία, την αναγνώριση και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις (ΕΕ 2012, L 351, σ. 1).
( 6 ) Κανονισμός του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Μαΐου 2015, περί των διαδικασιών αφερεγγυότητας (ΕΕ 2015, L 141, σ. 19).
( 7 ) Κανονισμός του Συμβουλίου, της 29ης Μαΐου 2000, περί των διαδικασιών αφερεγγυότητας (ΕΕ 2000, L 160, σ. 1). Βλ. αιτιολογική σκέψη 33 του κανονισμού αυτού.
( 8 ) Απόφαση της 8ης Νοεμβρίου 2012 (C‑461/11, EU:C:2012:704, σκέψη 32).
( 9 ) Απόφαση της 8ης Νοεμβρίου 2012 (C‑461/11, EU:C:2012:704, σκέψη 23).
( 10 ) Απόφαση της 8ης Νοεμβρίου 2012 (C‑461/11, EU:C:2012:704).
( 11 ) Απόφαση της 8ης Νοεμβρίου 2012 (C‑461/11, EU:C:2012:704, σκέψη 24).
( 12 ) Απόφαση της 22ας Νοεμβρίου 2012 (C‑116/11, EU:C:2012:739).
( 13 ) Βλ., μεταξύ άλλων, Robine, D., Jault-Seseke, F., «Le règlement 2015/848: le vin nouveau et les vieilles outres », Revue critique de droit international privé, 2016, σ. 21, σημείο 18· Hess, B., Oberhammer, P., Bariatti, S., Koller, Ch., Laukemann, B., Requejo Isidro, M., Villata, F. C. (επιμ.), The Implementation of the New Insolvency Regulation: Improving Cooperation and Mutual Trust, Nomos, 2018, σ. 65.
( 14 ) Βλ. τις παραπομπές στη θεωρία, υποσημείωση 13. Βλ., επίσης, Van Calster, G., «COMIng, and Here to Stay: The Review of The European Insolvency Regulation», European business law review 2016, σ. 739.
( 15 ) Βλ., επίσης, αιτιολογική σκέψη 10 του κανονισμού 2015/848, κατά την οποία «[το πεδίο εφαρμογής του κανονισμού αυτού θ]α πρέπει επίσης να επεκταθεί στις διαδικασίες που προβλέπουν απαλλαγή καταναλωτών και αυτοαπασχολούμενων από χρέη ή αναδιάρθρωση των χρεών τους, π.χ. με τη μείωση του καταβλητέου από τον οφειλέτη ποσού ή την παράταση της περιόδου πληρωμής που του παρέχεται. Δεδομένου ότι αυτές οι διαδικασίες δεν συνεπάγονται αναγκαστικά τον διορισμό διαχειριστή διαδικασίας αφερεγγυότητας, θα πρέπει να εμπίπτουν στον παρόντα κανονισμό εάν διεξάγονται υπό δικαστικό έλεγχο ή εποπτεία. Στο πλαίσιο αυτό, ο όρος “έλεγχος” θα πρέπει να περιλαμβάνει περιπτώσεις στις οποίες το δικαστήριο παρεμβαίνει μόνο κατόπιν άσκησης ένδικου μέσου από πιστωτή ή άλλους ενδιαφερομένους».
( 16 ) Βλ. άρθρο 84 του κανονισμού 2015/848.
( 17 ) Απόφαση 2005/790/ΕΚ του Συμβουλίου, της 20ής Σεπτεμβρίου 2005, σχετικά με την υπογραφή, εξ ονόματος της Κοινότητας, της συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και του Βασιλείου της Δανίας, για τη διεθνή δικαιοδοσία, την αναγνώριση και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις (ΕΕ 2005, L 299, σ. 61).
( 18 ) Όπως προκύπτει από την αιτιολογική σκέψη 7 του κανονισμού 2015/848, οι διαδικασίες που αποκλείονται από το πεδίο εφαρμογής του κανονισμού 1215/2012, βάσει του άρθρου του 1, παράγραφος 1, σημείο βʹ, θα πρέπει να καλύπτονται από τον κανονισμό 2015/848. Στο πνεύμα αυτό, όσον αφορά τη σχέση μεταξύ του κανονισμού που ίσχυε πριν από τον κανονισμό 2015/848 (κανονισμός 1346/2000) και του κανονισμού 44/2001, βλ. απόφαση της 4ης Σεπτεμβρίου 2014, Nickel & Goeldner Spedition (C‑157/13, EU:C:2014:2145, σκέψη 21). Το Δικαστήριο ακολούθησε την ίδια συλλογιστική και σε άλλες περιπτώσεις. Βλ., κατ’ αναλογίαν, αποφάσεις της 6ης Οκτωβρίου 2015, Matoušková (C‑404/14, EU:C:2015:653, σκέψη 34), και της 1ης Μαρτίου 2018, Mahnkopf (C‑558/16, EU:C:2018:138, σκέψη 41).
( 19 ) Βλ., κατ’ αναλογίαν, προτάσεις μου στην υπόθεση Mahnkopf (C‑558/16, EU:C:2017:965, σημείο 73).
( 20 ) Βλ. άρθρο 1, παράγραφος 1, τρίτο εδάφιο, του κανονισμού 2015/848. Βλ., επίσης, αιτιολογική του σκέψη 9.
( 21 ) Βλ. αιτιολογική σκέψη 7, τελευταία περίοδος, του κανονισμού 2015/848, κατά την οποία, το γεγονός και μόνον ότι μια εθνική διαδικασία δεν περιλαμβάνεται στο παράρτημα Α του εν λόγω κανονισμού δεν σημαίνει απαραιτήτως ότι καλύπτεται από τον κανονισμό 1215/2012.
( 22 ) Απόφαση της 8ης Νοεμβρίου 2012 (C‑461/11, EU:C:2012:704, σκέψεις 52 και 53).
( 23 ) Απόφαση της 8ης Νοεμβρίου 2012 (C‑461/11, EU:C:2012:704).
( 24 ) Βλ., ιδίως, απόφαση της 7ης Μαΐου 1998, Clean Car Autoservice (C‑350/96, EU:C:1998:205, σκέψεις 29 και 30).
( 25 ) Επί παραδείγματι, βλ. προτάσεις μου στην υπόθεση KP (C‑83/17, EU:C:2018:46, σημείο 56).
( 26 ) Απόφαση της 8ης Νοεμβρίου 2012 (C‑461/11, EU:C:2012:704, σκέψεις 30 και 31).
( 27 ) Απόφαση της 8ης Νοεμβρίου 2012 (C‑461/11, EU:C:2012:704, σκέψη 33). Βλ., επίσης, αποφάσεις της 16ης Μαρτίου 2010, Olympique Lyonnais (C‑325/08, EU:C:2010:143, σκέψη 38), και της 5ης Δεκεμβρίου 2013, Zentralbetriebsrat der gemeinnützigen Salzburger Landeskliniken (C‑514/12, EU:C:2013:799, σκέψη 36).
( 28 ) Απόφαση της 8ης Νοεμβρίου 2012 (C‑461/11, EU:C:2012:704, σκέψη 44). Με τις προτάσεις της στην εν λόγω υπόθεση, η γενική εισαγγελέας E. Sharpston, αφού αποσαφήνισε τη θέση της Σουηδικής Κυβερνήσεως, επισήμανε ότι «[ε]ίναι σαφές ότι μια απόφαση περί διαγραφής χρεών πρέπει να στηρίζεται σε προσήκουσα και λεπτομερή εκτίμηση της πραγματικής και οικονομικής καταστάσεως του οφειλέτη». Η γενική εισαγγελέας E. Sharpston τόνισε επίσης ότι δέχεται ότι «η αρμόδια αρχή κράτους μέλους πρέπει να είναι σε θέση να συλλέγει, να εξετάζει και να επαληθεύει τα αναγκαία στοιχεία, ώστε να αποφασίζει μετά λόγου γνώσεως αν είναι δυνατή η διαγραφή των χρεών του οφειλέτη. Τούτο συνάδει πλήρως προς την αρχή της χρηστής διοικήσεως. Ως εκ τούτου, τα μέτρα που λαμβάνονται προς τούτο έχουν θεμιτό σκοπό». Βλ. προτάσεις της στην υπόθεση Radziejewski (C‑461/11, EU:C:2012:570, σημείο 59).
( 29 ) Απόφαση της 8ης Νοεμβρίου 2012 (C‑461/11, EU:C:2012:704).
( 30 ) Απόφαση της 8ης Νοεμβρίου 2012 (C‑461/11, EU:C:2012:704).
( 31 ) Απόφαση της 8ης Νοεμβρίου 2012 (C‑461/11, EU:C:2012:704).
( 32 ) Απόφαση της 8ης Νοεμβρίου 2012 (C‑461/11, EU:C:2012:704).
( 33 ) Απόφαση της 8ης Νοεμβρίου 2012 (C‑461/11, EU:C:2012:704).
( 34 ) Συναφώς, οι περιστάσεις αυτές αντικατοπτρίζουν εν μέρει αυτές της υποθέσεως επί της οποίας εκδόθηκε η απόφαση Radziejewski. Στην υπόθεση αυτή, ο εργοδότης του αιτούντος ήταν Σουηδός και ο αιτών υπέκειτο σε «απεριόριστη φορολογική υποχρέωση» στη Σουηδία, γεγονός που επισημάνθηκε από το Δικαστήριο, όταν αυτό έκρινε ότι η προϋπόθεση περί κατοικίας βαίνει πέραν αυτού που απαιτείται για να διαπιστωθεί ικανοποιητικώς η οικονομική και προσωπική κατάσταση του οφειλέτη. Βλ. απόφαση της 8ης Νοεμβρίου 2012, Radziejewski (C‑461/11, EU:C:2012:704, σκέψη 48).
( 35 ) Ο Α παραθέτει το παράδειγμα ενός αιτούντος ο οποίος κατοικεί στη Δανία, αλλά εργάζεται σε άλλο κράτος μέλος, περίπτωση στην οποία το δανικό δικαστήριο υποχρεούται να εξετάσει την αίτηση διαγραφής χρεών βάσει πληροφοριακών στοιχείων που προέρχονται από άλλο κράτος μέλος και αφορούν, μεταξύ άλλων, την κατάσταση των εξόδων και τη φορολογική κατάσταση του αιτούντος. Στην ίδια λογική, ο A αναφέρεται στην περίπτωση αιτούντος που έχει εργαστεί στο εξωτερικό.
( 36 ) Βλ. τη γνώμη μου στην υπόθεση C (C‑376/14 PPU, EU:C:2014:2275, υποσημείωση 37).
( 37 ) Απόφαση της 8ης Νοεμβρίου 2012 (C‑461/11, EU:C:2012:704, σκέψη 47).
( 38 ) Ειδικότερα, μια τέτοια κατάσταση θα μπορούσε να οδηγήσει σε αδιέξοδο, εκτός εάν ο όρος «κράτος μέλος» υπό την έννοια του άρθρου 3, παράγραφος 1, του κανονισμού 2015/848 δεν θεωρηθεί ότι αφορά τα κράτη μέλη στα οποία εφαρμόζεται ο συγκεκριμένος κανονισμός. Στην περίπτωση αυτή, ο εν λόγω μισθωτός εργαζόμενος δεν θα ήταν σε θέση να υποβάλει αίτηση για την έναρξη διαδικασίας διαγραφής χρεών ούτε ενώπιον των δανικών δικαστηρίων, αλλά ούτε και ενώπιον των δικαστηρίων άλλου κράτους μέλους. Επισημαίνεται συναφώς ότι, σε αντίθεση ιδίως με τον κανονισμό (ΕΚ) 593/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Ιουνίου 2008, για το εφαρμοστέο δίκαιο στις συμβατικές ενοχές (Ρώμη Ι) (ΕΕ 2008, L 177, σ. 6), ο κανονισμός 2015/848 δεν προβλέπει με διάταξή του ότι ως «κράτος μέλος» νοούνται όλα τα κράτη μέλη στα οποία εφαρμόζεται ο εν λόγω κανονισμός. Ωστόσο, φρονώ ότι μια τέτοια ερμηνεία του όρου «κράτος μέλος» προτάθηκε από ορισμένους συγγραφείς κατά την ερμηνεία του άρθρου 39 του κανονισμού 1346/2000, το οποίο προέβλεπε ότι οι πιστωτές που έχουν συνήθη διαμονή ή κατοικία ή έδρα σε κράτος μέλος άλλο από το κράτος έναρξης της διαδικασίας αφερεγγυότητας δικαιούνται να αναγγέλλουν εγγράφως τις απαιτήσεις τους στο πλαίσιο της διαδικασίας αυτής. Βλ. Herchen, A., σε Pannen, K. (επιμ.), European Insolvency Regulation, De Gruyter, Βερολίνο, 2007, σ. 465.
( 39 ) Βλ., a contrario, απόφαση της 6ης Ιουνίου 2000, Angonese (C‑281/98, EU:C:2000:296).