ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ

EVGENI TANCHEV

της 19ης Απριλίου 2018 ( 1 )

Υπόθεση C‑164/17

Edel Grace

Peter Sweetman

κατά

An Bord Pleanála

παρεμβαίνουσες:

ESB Wind Development Limited,

Coillte,

The Department of Arts, Heritage and the Gaeltacht

[αίτηση του Supreme Court (Ανωτάτου Δικαστηρίου, Ιρλανδία)
για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως]

«Προδικαστική παραπομπή – Περιβάλλον – Οδηγία 92/43/ΕΟΚ – Άρθρο 6, παράγραφος 3 – Οδηγία 2009/147/ΕΚ – Εκτίμηση των επιπτώσεων σχεδίου αιολικού πάρκου σε ζώνη ειδικής προστασίας – Βαλτόκυρκος (Circus cyaneus) – Μέτρα αμβλύνσεως»

I. Εισαγωγή

1.

Ο βαλτόκυρκος (Circus cyaneus) είναι εμβληματικό πτηνό, διάσημο, μεταξύ άλλων, για τον επονομαζόμενο «εναέριο χορό» του, κατά τον οποίο επιδίδεται σε εναέρια ακροβατικά στριφογυρίζοντας, στρίβοντας και κάνοντας κυβιστήσεις στον ουρανό με σκοπό την προσέλκυση συντρόφου ( 2 ).

2.

Η ESB Wind Development και η Coillte σκοπεύουν να κατασκευάσουν αιολικό πάρκο στο Keeper Hill, Κομητεία Tipperary, εντός ζώνης η οποία έχει οριστεί ως ειδική ζώνη προστασίας του βαλτόκυρκου δυνάμει της οδηγίας 2009/147/ΕΚ (στο εξής: οδηγία για τα πτηνά) ( 3 ).

3.

Η ιρλανδική αρχή An Bοrd Pleanála έχει χορηγήσει άδεια για το έργο του αιολικού πάρκου, εν μέρει επειδή εκτιμά ότι τα προτεινόμενα από τους εργολάβους μέτρα στο πλαίσιο ενός Σχεδίου Διαχειρίσεως Ειδών και Οικοτόπου συνάδουν με τις υποχρεώσεις που προβλέπονται στο άρθρο 6, παράγραφος 3, της οδηγίας 92/43/ΕΟΚ (στο εξής: οδηγία για τους οικοτόπους) ( 4 ), το οποίο επιβάλλει στην An Bοrd Pleanála ως αρμόδια εθνική αρχή να βεβαιωθεί ότι το έργο του αιολικού πάρκου δεν θα παραβλάψει την ακεραιότητα της ζώνης προστασίας του βαλτόκυρκου.

4.

Η Edel Grace και ο Peter Sweetman (στο εξής: αναιρεσείοντες της κύριας δίκης) διαφωνούν με την εν λόγω εκτίμηση. Υποστηρίζουν ότι, λαμβανομένων υπόψη όλων των σχετικών περιστάσεων, δεν πληρούνται οι απαιτήσεις του άρθρου 6, παράγραφος 3, της οδηγίας για τους οικοτόπους. Προσέφυγαν ενώπιον των ιρλανδικών δικαστηρίων κατά της χορηγηθείσας από την An Bοrd Pleanála άδειας. Η υπόθεση έφθασε ενώπιον του Supreme Court (Ανωτάτου Δικαστηρίου) της Ιρλανδίας, το οποίο υπέβαλε αίτηση προδικαστικής αποφάσεως προκειμένου να επιλύσει τη διαφορά.

5.

Το Δικαστήριο έχει ήδη αποφανθεί επί του πεδίου εφαρμογής του άρθρου 6, παράγραφος 3, της οδηγίας για τους οικοτόπους. Τα πραγματικά περιστατικά της κύριας δίκης διαφέρουν από εκείνα που εξετάσθηκαν σε προηγούμενες αποφάσεις, λόγω των ιδιαιτεροτήτων του οικοτόπου του βαλτόκυρκου και του τρόπου με τον οποίο τυγχάνει φροντίδας μέσω ανθρώπινης παρεμβάσεως.

6.

Επιπλέον, η παρούσα υπόθεση δεν είναι η πρώτη που υποβάλλεται ενώπιον του Δικαστηρίου και έχει ως αντικείμενο τη σύγκρουση μεταξύ των σκοπών της προωθήσεως της αιολικής ενέργειας και της προστασίας των πτηνών, οι οποίοι συμβάλλουν αμφότεροι με αξιέπαινο τρόπο στη διατήρηση του περιβάλλοντος ( 5 ). Δεδομένης της ανάγκης να συμβιβασθεί η ολοένα αυξανόμενη χρήση, από τα κράτη μέλη, ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, όπως η αιολική, με την προστασία η οποία παρέχεται στους οικοτόπους και στα διάφορα είδη δυνάμει των οδηγιών για τα πτηνά και τους οικοτόπους, η υπό κρίση υπόθεση έρχεται σε πολύ κατάλληλο χρονικό σημείο και συνιστά μια πολύτιμη ευκαιρία για το Δικαστήριο να αναπτύξει περαιτέρω τη νομολογία του όσον αφορά το άρθρο 6 της οδηγίας για τους οικοτόπους.

II. Το νομικό πλαίσιο

Α.   Οδηγία για τα πτηνά

7.

Το άρθρο 4, παράγραφος 1, της οδηγίας για τα πτηνά προβλέπει ότι τα κράτη μέλη ορίζουν ως ζώνες ειδικής προστασίας (στο εξής: ΖΕΠ) τα πλέον κατάλληλα εδάφη για την προστασία των πτηνών που απαριθμούνται στο παράρτημα Ι:

«1.   Για τα είδη που αναφέρονται στο παράρτημα I προβλέπονται μέτρα ειδικής διατηρήσεως, που αφορούν τον οικότοπό τους, για να εξασφαλισθεί η επιβίωση και η αναπαραγωγή των ειδών αυτών στη ζώνη εξαπλώσεώς τους.

[…]

Τα κράτη μέλη κατατάσσουν κυρίως σε ζώνες ειδικής προστασίας τα εδάφη τα πιο κατάλληλα, σε αριθμό και επιφάνεια, για τη διατήρηση των ειδών αυτών στη γεωγραφική θαλάσσια και χερσαία ζώνη στην οποία έχει εφαρμογή η παρούσα οδηγία.»

8.

Το άρθρο 4, παράγραφος 4, πρώτη περίοδος, της οδηγίας για τα πτηνά θέτει τις απαιτήσεις της προστασίας των ΖΕΠ:

«Τα κράτη μέλη υιοθετούν κατάλληλα μέτρα για να αποφεύγουν, στις ζώνες προστασίας που προβλέπονται στις παραγράφους 1 και 2, τη ρύπανση ή την υποβάθμιση των οικοτόπων, καθώς και τις επιζήμιες για τα πτηνά διαταράξεις, όταν αυτές έχουν σημαντικές συνέπειες σε σχέση με τους αντικειμενικούς στόχους του παρόντος άρθρου.»

Β.   Οδηγία για τους οικοτόπους

9.

Η οδηγία για τους οικοτόπους προβλέπει τη δημιουργία τόπων κοινοτικής σημασίας (στο εξής: ΤΚΣ) οι οποίοι προορίζονται να διασφαλίσουν τη διατήρηση ιδιαίτερων τύπων οικοτόπων και εξατομικευμένων ειδών ζώων και φυτών. Οι ΤΚΣ της οδηγίας για τους οικοτόπους από κοινού με τις ΖΕΠ της οδηγίας για τα πτηνά αποτελούν το δίκτυο Natura 2000.

10.

Εντός της ενότητας η οποία τιτλοφορείται «Διατήρηση των φυσικών οικοτόπων και των οικοτόπων των ειδών», το άρθρο 6, παράγραφος 3, της οδηγίας για τους οικοτόπους προβλέπει:

«Κάθε σχέδιο, μη άμεσα συνδεόμενο ή αναγκαίο για τη διαχείριση του τόπου, το οποίο όμως είναι δυνατόν να επηρεάζει σημαντικά τον εν λόγω τόπο, καθεαυτό ή από κοινού με άλλα σχέδια, εκτιμάται δεόντως ως προς τις επιπτώσεις του στον τόπο, λαμβανομένων υπόψη των στόχων διατήρησής του. Βάσει των συμπερασμάτων της εκτίμησης των επιπτώσεων στον τόπο και εξαιρουμένης της περίπτωσης των διατάξεων της παραγράφου 4, οι αρμόδιες εθνικές αρχές συμφωνούν για το οικείο σχέδιο μόνον αφού βεβαιωθούν ότι δεν θα παραβλάψει την ακεραιότητα του τόπου περί του οποίου πρόκειται και, ενδεχομένως, αφού εκφρασθεί πρώτα η δημόσια γνώμη.»

11.

Το άρθρο 7 της οδηγίας για τους οικοτόπους ορίζει ότι οι προαναφερθείσες διατάξεις ισχύουν και για τις ΖΕΠ κατά την έννοια της οδηγίας για τα πτηνά:

«Οι υποχρεώσεις που πηγάζουν από τις παραγράφους 2, 3 και 4 του άρθρου 6 της παρούσας οδηγίας αντικαθιστούν τις υποχρεώσεις που πηγάζουν από την πρώτη πρόταση της παραγράφου 4 του άρθρου 4 της οδηγίας [για τα πτηνά], όσον αφορά τις ζώνες που χαρακτηρίστηκαν δυνάμει της παραγράφου 1 του άρθρου 4 ή αναγνωρίστηκαν με ανάλογο τρόπο δυνάμει της παραγράφου 2 του άρθρου 4 της εν λόγω οδηγίας, τούτο δε από την ημερομηνία θέσης σε εφαρμογή της παρούσας οδηγίας ή από την ημερομηνία της ταξινόμησης ή της αναγνώρισης εκ μέρους ενός κράτους μέλους δυνάμει της οδηγίας [για τα πτηνά], εφόσον αυτή είναι μεταγενέστερη.»

III. Τα πραγματικά περιστατικά της κύριας δίκης και το προδικαστικό ερώτημα

12.

Ο βαλτόκυρκος (Circus cyaneus) είναι μεσαίου μεγέθους αρπακτικό πτηνό με πρόσωπο σε σχήμα κουκουβάγιας, το οποίο γενικώς συναντάται σε πολλά μέρη της Ευρώπης και της Ασίας ( 6 ). Είναι είδος πτηνού του οποίου η διατήρηση αποτελεί ζήτημα διεθνούς ενδιαφέροντος ( 7 ), και περιλαμβάνεται στον κατάλογο του παραρτήματος I της οδηγίας για τα πτηνά ( 8 ). Σύμφωνα με το άρθρο 4, παράγραφος 1, της οδηγίας για τα πτηνά, είδη πτηνών τα οποία απαριθμούνται στον κατάλογο του παραρτήματος I της ίδιας οδηγίας υπόκεινται σε ειδικά μέτρα διατηρήσεως όσον αφορά τον οικότοπό τους για να εξασφαλισθεί η επιβίωση και η αναπαραγωγή τους ( 9 ), και τα κράτη μέλη υποχρεούνται να ορίζουν τις πιο κατάλληλες περιοχές ως ΖΕΠ για τη διατήρηση των εν λόγω ειδών.

13.

Το 2007, η Ιρλανδία όρισε ως ζώνη ειδικής προστασίας την περιοχή από το Slieve Felim έως τα Silvermines Mountains (στο εξής: επίμαχη ΖΕΠ) ( 10 ), η οποία καλύπτει έκταση λίγο μεγαλύτερη από 20900 εκτάρια μεταξύ των Κομητειών του Tipperary και του Limerick ( 11 ). Ο σκοπός της επίμαχης ΖΕΠ έγκειται στη διατήρηση ή την αποκατάσταση των ευνοϊκών συνθηκών προστασίας του βαλτόκυρκου ( 12 ). Η επίμαχη ΖΕΠ θεωρείται «ένα από τα προπύργια» για τον βαλτόκυρκο στην Ιρλανδία και κατατάσσεται μεταξύ των πέντε πιο σημαντικών περιοχών στην Ιρλανδία για το συγκεκριμένο είδος ( 13 ). Η Ιρλανδία όρισε την περιοχή αυτή ως ΖΕΠ κατόπιν διαδικασίας λόγω παραβάσεως την οποία είχε κινήσει η Επιτροπή και κατόπιν της εκδόσεως της σχετικής αποφάσεως του Δικαστηρίου στις 13 Δεκεμβρίου 2007, με την οποία κρίθηκε ότι η Ιρλανδία είχε παραβεί τις υποχρεώσεις που υπέχει από την οδηγία για τα πτηνά, μεταξύ άλλων, παραλείποντας να ορίσει επαρκείς ΖΕΠ για διάφορα είδη πτηνών, συμπεριλαμβανομένου του βαλτόκυρκου ( 14 ).

14.

Στην κύρια δίκη, οι αναιρεσείοντες προσβάλλουν την απόφαση της ιρλανδικής αρχής An Bοrd Pleanála (στο εξής: ιρλανδική αρχή) για τη χορήγηση άδειας σχεδιασμού έργου κατασκευής αιολικού πάρκου, το οποίο θα περιλαμβάνει 16 ανεμογεννήτριες και συναφείς δομές (στο εξής: αιολικό πάρκο) και θα βρίσκεται ολόκληρο εντός της επίμαχης ΖΕΠ ( 15 ). Το αιολικό πάρκο καλύπτει έκταση 832 εκταρίων γης, ιδιοκτησίας της Coillte, εταιρίας η οποία ελέγχεται από το Δημόσιο και δραστηριοποιείται στον τομέα της εμπορικής δασοκομίας, έχει δε συστήσει με την ESB Wind Development Limited, κρατικό φορέα στον τομέα της ενέργειας (στο εξής, από κοινού: εργολάβοι), την κοινοπραξία εργολάβων του αιολικού πάρκου και κατονομάζονται ως παρεμβαίνουσες στη διαδικασία.

15.

Το Department of Arts, Heritage and the Gaeltacht (Υπουργείο Πολιτισμού, Κληρονομιάς και Γαελικών περιοχών, στο εξής: DAHG) είναι το Υπουργείο της Ιρλανδικής Κυβερνήσεως το οποίο είναι υπεύθυνο για τη National Parks and Wildlife Service (Υπηρεσία Εθνικών Πάρκων και Άγριας Πανίδας, στο εξής: NPWS), την υπηρεσία που είναι αρμόδια για την προστασία των οικοτόπων και ορισμένων ειδών πτηνών και επίσης κατονομάζεται ως παρεμβαίνουσα στην κύρια δίκη. Έλαβε μέρος στη διαδικασία του σχεδιασμού του αιολικού πάρκου.

16.

Σύμφωνα με τις πληροφορίες που έχει στη διάθεσή του το Δικαστήριο, το 2013 οι εργολάβοι κατέθεσαν αίτηση χορηγήσεως άδειας σχεδιασμού για το έργο του αιολικού πάρκου υπόψιν του North Tipperary County Council (Συμβουλίου της Κομητείας North Tipperary, στο εξής: County Council). Το County Council απέρριψε την αίτηση, με την αιτιολογία ότι το αιολικό πάρκο, το οποίο θα συνεπαγόταν για τον βαλτόκυρκο σημαντικές απώλειες ως προς τις τοποθεσίες του οικοτόπου όπου αναζητεί την τροφή του, θα είχε σοβαρό αρνητικό αντίκτυπο στο καθεστώς διατηρήσεως της επίμαχης ΖΕΠ.

17.

Οι εργολάβοι άσκησαν διοικητική προσφυγή κατά της αποφάσεως του County Council ενώπιον της ιρλανδικής αρχής. Ακολούθησε αρκετά εκτεταμένη αλληλογραφία μεταξύ των εργολάβων και του DAHG, καθώς και η έκδοση μιας εκθέσεως από τον επιθεωρητή της ιρλανδικής αρχής.

18.

Στις 22 Ιουλίου 2014, η ιρλανδική αρχή χορήγησε στους εργολάβους άδεια σχεδιασμού για το αιολικό πάρκο. Αφού πραγματοποίησε εκτίμηση που θεωρείται δέουσα κατά την έννοια του άρθρου 6, παράγραφος 3, της οδηγίας για τους οικοτόπους, η ιρλανδική αρχή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι, υπό την επιφύλαξη της λήψης των μέτρων αμβλύνσεων τα οποία πρότειναν οι εργολάβοι, συμπεριλαμβανομένης της εφαρμογής του Σχεδίου Διαχειρίσεως Ειδών και Οικοτόπου (στο εξής: ΣΔΕΟ), το αιολικό πάρκο δεν θα παραβλάψει την ακεραιότητα της επίμαχης ΖΕΠ.

19.

Οι αναιρεσείοντες της κύριας δίκης άσκησαν προσφυγή κατά της αποφάσεως της ιρλανδικής αρχής ενώπιον του High Court (Ανωτέρου Δικαστηρίου, Ιρλανδία), το οποίο την απέρριψε για πλείονες λόγους. Έπειτα, οι αναιρεσείοντες της κύριας δίκης έλαβαν άδεια προς άσκηση αιτήσεως αναιρέσεως ενώπιον του Supreme Court (Ανωτάτου Δικαστηρίου) της Ιρλανδίας, το οποίο αποφάσισε να υποβάλει ενώπιον του Δικαστηρίου αίτηση προδικαστικής αποφάσεως.

20.

Το αιτούν δικαστήριο εκτιμά ότι η ανακύπτουσα στην παρούσα υπόθεση δυσχέρεια ερμηνείας οφείλεται στο γεγονός ότι τμήμα του οικοτόπου που είναι ωφέλιμο για τον βαλτόκυρκο, και, επομένως, βασικό για τη διατήρηση της ακεραιότητας της επίμαχης ΖΕΠ, δεν είναι στατικό και μεταβάλλεται με την πάροδο του χρόνου, οπότε ο βαλτόκυρκος εποικίζει διαφορετικά σημεία του τόπου σε διαφορετικά χρονικά σημεία, εν μέρει ανάλογα με τον τρόπο διαχειρίσεως του τόπου μέσω ανθρώπινης παρεμβάσεως.

21.

Προκειμένου να διευκρινιστεί καλύτερα το όλο πλαίσιο των πραγματικών περιστατικών της παρούσας υποθέσεως, έχει προσαρτηθεί στη διάταξη περί παραπομπής παράρτημα που περιέχει έκθεση των πραγματικών περιστατικών τα οποία, κατά το αιτούν δικαστήριο, έχουν διαπιστωθεί και αποδειχθεί (στο εξής: παράρτημα). Το παράρτημα παρέχει πληροφορίες σχετικές, μεταξύ άλλων, με τον οικότοπο του βαλτόκυρκου, με τις πιθανές επιπτώσεις του αιολικού πάρκου στον βαλτόκυρκο και με τα μέτρα που προτείνονται με το ΣΔΕΟ προς αντιμετώπιση των επιπτώσεων αυτών. Επειδή τα ως άνω ζητήματα βρίσκονται στο επίκεντρο της παρούσας υποθέσεως, θεωρώ χρήσιμο να εκθέσω ορισμένα κρίσιμα στοιχεία ως προς αυτά.

22.

Όσον αφορά τον οικότοπο του βαλτόκυρκου, στο παράρτημα δηλώνεται ότι οι βαλτόκυρκοι είναι, κατά βάση, πτηνά τα οποία διαβιούν στην εξοχή και χρειάζονται εκτεταμένες περιοχές κατάλληλου εδάφους όπου αναζητούν τροφή. Οι αφύτευτες τυρφώδεις και θαμνώδεις εκτάσεις αναγνωρίζονταν κατά παράδοση ως κατεξοχήν οικότοπος του βαλτόκυρκου, εντούτοις, καθώς η εμπορική δασοκομία εξαπλώθηκε, κατέστη συνηθέστερη η αναζήτηση τροφής σε νεαρές δασικές φυτείες. Οι προτιμώμενοι οικότοποι για αναζήτηση τροφής από τον βαλτόκυρκο είναι οι τυρφώδεις και θαμνώδεις εκτάσεις, οι λοφώδεις γεωργικές εκτάσεις, οι νέες δασικές φυτείες όπου τα δένδρα έχουν ύψος κάτω των 2 μέτρων και οι φυτείες νεαρών δασοσυστάδων στα μεταγενέστερα στάδια της δεύτερης σποράς. Οι βαλτόκυρκοι αποφεύγουν γεωργικές εκτάσεις εντατικής καλλιέργειας, ώριμες δασικές φυτείες και προσφάτως εκριζωθείσες φυτείες. Συνεπώς, δάσος το οποίο δεν αποψιλώθηκε ούτε υλοτομήθηκε, αλλά αφέθηκε απλώς να αναπτυχθεί καταλήγοντας σε κλειστή κομοστέγη ( 16 ) δεν θα είναι κατάλληλη περιοχή για αναζήτηση τροφής από τον βαλτόκυρκο.

23.

Σύμφωνα με το παράρτημα, ο πληθυσμός βαλτόκυρκων της επίμαχης ΖΕΠ θα εξαρτάται όλο και περισσότερο από την παρουσία αφύτευτων εκτάσεων τύρφης και βάλτων, καθώς και νεαρών δασοσυστάδων δεύτερης σποράς. Κατά τα φαινόμενα η τυρφώδης και βαλτώδης περιοχή θα παραμείνει σχετικά σταθερή, ενώ η έκταση των φυτειών νεαρών δασοσυστάδων δεύτερης σποράς θα μεταβάλλεται. Επομένως, η οριοθέτηση της περιοχής αναζητήσεως τροφής του βαλτόκυρκου εντός της επίμαχης ΖΕΠ έχει μάλλον δυναμικό παρά στατικό χαρακτήρα, καθώς αλλάζει διαρκώς μέσω της ενεργού διαχειρίσεως του δάσους η οποία βρίσκεται σε εξέλιξη. Τυχόν παράλειψη ενεργού διαχειρίσεως δασικών φυτειών θα συνεπαγόταν, από μόνη της, απώλεια οικοτόπου κατάλληλου για αναζήτηση τροφής.

24.

Στο παράρτημα γίνεται λόγος για τέσσερις πιθανές επιπτώσεις του αιολικού πάρκου στους βαλτόκυρκους. Πρώτον, θα επέλθει μόνιμη άμεση απώλεια οικοτόπου, η οποία εκτιμάται στα 9 εκτάρια, έκταση που αντιστοιχεί σε ποσοστό κατά τι μεγαλύτερο του 1 % της συνολικής εκτάσεως του τόπου. Η απώλεια αυτή περιλαμβάνει:

περίπου ένα εκτάριο αποψιλωμένου τυρφώνα και υγρού λειμώνα, οι οποίοι αποτελούν επί του παρόντος οικοτόπους κατάλληλους για αναζήτηση τροφής, θα χαθεί για μία ανεμογεννήτρια και την οικεία οδό προσβάσεως·

δύο περαιτέρω εκτάρια αποψιλωμένου τυρφώνα θα χαθούν για περιοχή αποθηκεύσεως για το αιολικό πάρκο (υπό τη μορφή αναβαθμού για πέτρες από εκσκαφές, οι οποίες είναι ακατάλληλες για κατασκευαστική χρήση), αλλά η εν λόγω έκταση «αναμένεται να ανακτηθεί σε κάποιο βαθμό είτε μεσοπρόθεσμα είτε μακροπρόθεσμα»· και

Η εναπομένουσα έκταση περίπου 6 εκτάριων, καλυπτόμενη ως επί το πλείστον από ώριμο κωνοφόρο δάσος, δεν έχει επί του παρόντος αξία για τους βαλτόκυρκους, θα μπορούσε ωστόσο να αποκτήσει αν και εφόσον αναδασωνόταν.

25.

Δεύτερον, γίνεται δεκτό ότι το εκτοπιστικό αποτέλεσμα επί των βαλτόκυρκων σε ακτίνα 250 μέτρων από τις ανεμογεννήτριες θα έχει ως συνέπεια την απώλεια 162,7 εκταρίων οικοτόπου κατάλληλου για αναζήτηση τροφής όσο θα υφίσταται το έργο.

26.

Τρίτον, η κατασκευαστική δραστηριότητα για το αιολικό πάρκο αναμένεται να αποθαρρύνει την αναζήτηση τροφής.

27.

Τέταρτον, ο κίνδυνος προσκρούσεως των βαλτόκυρκων στις ανεμογεννήτριες φαίνεται να είναι χαμηλός, βάσει των διαθέσιμων μελετών.

28.

Το παράρτημα περιγράφει συνοπτικά τα προτεινόμενα στο ΣΔΕΟ μέτρα προς μεταβολή του ισχύοντος καθεστώτος διαχειρίσεως και θίγει το ζήτημα των πιθανών επιπτώσεων του αιολικού πάρκου στους βαλτόκυρκους ( 17 ). Κατά πρώτο λόγο, το ΣΔΕΟ θα αποκαταστήσει, πριν από την κατασκευή του αιολικού πάρκου, τρεις επί του παρόντος φυτεμένες περιοχές σε επιφανειακό τυρφώνα συνολικής εκτάσεως 41,2 εκταρίων, εκ των οποίων 14,2 εκτάρια βρίσκεται σε ακτίνα 250 μέτρων από ανεμογεννήτρια.

29.

Κατά δεύτερο λόγο, όσο υφίσταται το έργο, 137,3 εκτάρια δάσους δεύτερης εναλλαγής θα υποβληθούν σε «ευαίσθητη» διαχείριση σύμφωνα με το ΣΔΕΟ. Η «ευαίσθητη» αυτή διαχείριση προβλέπει υλοτόμηση και αντικατάσταση του τρέχοντος δάσους κλειστής κομοστέγης ούτως ώστε να διασφαλισθεί ότι θα υπάρξουν 137,3 εκτάρια δάσους μονίμως ανοικτής κομοστέγης ως οικοτόπου κατάλληλου για αναζήτηση τροφής, με στόχο να εξασφαλισθεί ότι θα υπάρχει συνεχώς οικότοπος κατάλληλος για αναζήτηση τροφής και οικολογικός διάδρομος μεταξύ δύο περιοχών ανοικτού τυρφώνα. Τούτο θα υλοποιηθεί σταδιακά, με έναρξη των σχετικών εργασιών κατά το έτος το οποίο προηγείται της κατασκευαστικής δραστηριότητας.

30.

Κατά τρίτο λόγο, οι κατασκευαστικές εργασίες θα περιοριστούν γενικώς σε χρονικά διαστήματα εκτός της κύριας περιόδου αναπαραγωγής.

31.

Συνεπώς, το αιτούν δικαστήριο επισημαίνει ότι, όπως συνάγεται από το παράρτημα, σημαντικό τμήμα της επίμαχης ΖΕΠ χρησιμοποιείται για την εμπορική δασοκομία, οπότε αποτελεί κατάλληλο οικότοπο για τον βαλτόκυρκο κατά τη διάρκεια μέρους μόνον του κύκλου ζωής των κωνοφόρων δένδρων. Αν επιτρεπόταν σε όλα τα δένδρα, εν τη απουσία διαχειρίσεως της εμπορικής δασοκομίας, να αναπτυχθούν, αντί να υλοτομούνται και να αντικαθίστανται από νέες φυτείες, ο οικότοπος στα αναδασωμένα μέρη της επίμαχης ΖΕΠ θα έπαυε να είναι ευνοϊκός για τον βαλτόκυρκο. Επομένως, υποστηρίζεται ότι ο βασικός σκοπός για τον οποίο ορίστηκε η επίμαχη ΖΕΠ εκπληρώνεται επειδή το δάσος βρίσκεται σε διαρκή δυναμική διακύμανση ως αποτέλεσμα δραστηριότητας εμπορικής δασοκομίας, ούτως ώστε τα μέρη του δάσους τα οποία είναι, σε συγκεκριμένο χρονικό σημείο, κατάλληλα ως οικότοπος για τον βαλτόκυρκο αλλάζουν διαρκώς.

32.

Κατόπιν των προεκτεθέντων, το αιτούν δικαστήριο εκτιμά ότι ο οικότοπος, ο οποίος θα απολεσθεί εξαιτίας του αιολικού πάρκου, δεν θα αποτελούσε κατ’ ανάγκην τμήμα του κατάλληλου οικοτόπου σε οποιοδήποτε χρονικό σημείο, αλλά θα αποτελούσε τμήμα οικοτόπου που θα ήταν ενδεχομένως κατάλληλος, αναλόγως της υιοθετούμενης μορφής διαχειρίσεως εμπορικής δασοκομίας. Ωστόσο, το αιτούν δικαστήριο αναφέρει ότι θα μπορούσε να υποστηριχθεί ότι η μόνιμη απώλεια, κατά τη διάρκεια του έργου, σημαντικής περιοχής δυνητικού οικοτόπου σημαίνει ότι η βασική ακεραιότητα του τόπου τίθεται σε κίνδυνο, ακόμη και αν η συνολική διαχείριση του τόπου, ο οποίος έχει ορισθεί ως ΖΕΠ, θα γίνεται κατά τρόπο σχεδιασμένο να διατηρήσει, αν όχι να βελτιώσει, την καταλληλότητά του ως οικοτόπου για τον βαλτόκυρκο.

33.

Με αυτά τα δεδομένα, το αιτούν δικαστήριο δηλώνει ότι έχει πεισθεί, λαμβανομένων υπόψη των πραγματικών περιστατικών, ότι το ΣΔΕΟ θα διατηρήσει, το λιγότερο, και ενδέχεται να ενισχύσει την ποσότητα του διαθέσιμου κατάλληλου οικοτόπου. Εντούτοις, κρίνει ότι δεν είναι απολύτως σαφές, όσον αφορά την ορθή ερμηνεία του άρθρου 6 της οδηγίας για τους οικοτόπους, δεδομένης της δυναμικής φύσεως του οικοτόπου, αν επιτρέπεται από το δίκαιο της Ένωσης να χαρακτηρισθεί το ΣΔΕΟ ως μέτρο αμβλύνσεως κατά τη νομολογία του Δικαστηρίου, όπως υποστηρίζει η ιρλανδική αρχή, και όχι ως αντισταθμιστικό μέτρο, όπως υποστηρίζουν οι αναιρεσείοντες της κύριας δίκης, με το μεν πρώτο να αντιστοιχεί στο περιεχόμενο του άρθρου 6, παράγραφος 3, της οδηγίας για τους οικοτόπους, ενώ το δεύτερο στο περιεχόμενο του άρθρου 6, παράγραφος 4, της ίδιας οδηγίας.

34.

Υπό τις συνθήκες αυτές, το Supreme Court (Ανώτατο Δικαστήριο) υπέβαλε στο Δικαστήριο το ακόλουθο προδικαστικό ερώτημα:

«Στην περίπτωση που

α)

o κύριος σκοπός ενός προστατευόμενου τόπου είναι να αποτελεί οικότοπο για συγκεκριμένο είδος,

β)

δεδομένων των χαρακτηριστικών του οικοτόπου τα οποία ευνοούν το εν λόγω είδος, το μέρος του τόπου το οποίο είναι ευνοϊκό θα μεταβληθεί κατ’ ανάγκη με την πάροδο του χρόνου και

γ)

ως μέρος του σχεδιαζόμενου έργου, πρέπει να εκπονηθεί σχέδιο διαχειρίσεως για το σύνολο του τόπου (το οποίο θα περιλαμβάνει μεταβολές στη διαχείριση μερών του τόπου μη άμεσα επηρεαζόμενων από το ίδιο το έργο), σχέδιο το οποίο έχει σκοπό να διασφαλίσει ότι, σε δεδομένο χρονικό σημείο, το μέρος του τόπου το οποίο είναι κατάλληλο ως οικότοπος, κατά τα προεκτεθέντα, δεν μειώνεται και μάλιστα μπορεί να αυξηθεί· αλλά

δ)

ορισμένο μέρος του τόπου δεν θα είναι πλέον δυνατόν, όσο υφίσταται το έργο, να αποτελέσει κατάλληλο οικότοπο,

μπορούν μέτρα όπως τα περιγραφόμενα στο στοιχείο γʹ ορθώς να θεωρηθούν ως μέτρα αμβλύνσεως;»

35.

Γραπτές παρατηρήσεις κατέθεσαν στο Δικαστήριο οι αναιρεσείοντες της κύριας δίκης, οι εργολάβοι, η ιρλανδική αρχή, η Ολλανδική Κυβέρνηση και η Επιτροπή. Άπαντες παρέστησαν κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση που διεξήχθη την 1η Φεβρουαρίου 2018.

IV. Παρατηρήσεις των μετεχόντων στη διαδικασία

36.

Οι αναιρεσείοντες της κύριας δίκης και η Επιτροπή υποστηρίζουν ότι τα προτεινόμενα στο ΣΔΕΟ μέτρα δεν επαρκούν για να εξομοιωθούν με προστατευτικά μέτρα (μέτρα αμβλύνσεως) ( 18 ) υπό την έννοια της νομολογίας του Δικαστηρίου σχετικά με την ερμηνεία του άρθρου 6, παράγραφος 3, της οδηγίας για τους οικοτόπους, επειδή δεν αποτρέπουν ούτε μετριάζουν τις επιβλαβείς συνέπειες που θα έχει το αιολικό πάρκο για την ακεραιότητα της επίμαχης ΖΕΠ. Το ως άνω επιχείρημα αντλείται από τις αποφάσεις που έχει εκδώσει το Δικαστήριο, μεταξύ άλλων, στις υποθέσεις Sweetman ( 19 ), Briels ( 20 ), Orleans ( 21 ) και Επιτροπή κατά Γερμανίας (στο εξής: σταθμός του Moorburg) ( 22 ). Οι αναιρεσείοντες της κύριας δίκης και η Επιτροπή προσδίδουν ιδιαίτερη έμφαση στο γεγονός ότι η δυναμική φύση του οικοτόπου και ο τρόπος διαχειρίσεώς του δεν είναι αποφασιστικής σημασίας, καθόσον υφίστανται τμήματα του οικοτόπου (οι τυρφώδεις και βαλτώδεις εκτάσεις) τα οποία δεν είναι καθόλου δυναμικά, και η επίμαχη ΖΕΠ πρέπει να εξετάζεται ως σύνολο, λαμβανομένων υπόψη όλων των δραστηριοτήτων του βαλτόκυρκου κατά μήκος ολόκληρης της προστατευόμενης ζώνης.

37.

Ο εκπρόσωπος των αναιρεσειόντων της κύριας δίκης τόνισε, μεταξύ άλλων, κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση ότι η επίμαχη ΖΕΠ πρέπει να νοηθεί ως το σύνολο των περιοχών που μπορούν εν δυνάμει να αποτελέσουν κατάλληλο οικότοπο, και όχι απλώς ως ζώνη αποτελούμενη από «μεμονωμένα κομμάτια» τα οποία συνιστούν οικότοπο του βαλτόκυρκου σε δεδομένο χρονικό σημείο. Επομένως, η κατασκευή και η λειτουργία ανεμογεννητριών θα έχει κατ’ ανάγκην ως συνέπεια να μειωθεί η ζώνη που μπορεί να αποτελέσει κατάλληλο οικότοπο για τον βαλτόκυρκο όσο υφίσταται το έργο και, ως εκ τούτου, θα επιφέρει σημαντική απώλεια κατάλληλου οικοτόπου για τον βαλτόκυρκο, όπερ ισοδυναμεί με άμεση επιβλαβή συνέπεια για την ακεραιότητα της επίμαχης ΖΕΠ, η οποία δεν αποτρέπεται ούτε μετριάζεται από τα προτεινόμενα στο ΣΔΕΟ μέτρα.

38.

Ο εκπρόσωπος της Επιτροπής ισχυρίστηκε περαιτέρω κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση ότι, αν υιοθετούνταν μια προσέγγιση βασιζόμενη στην «έλλειψη καθαρής ζημίας», από πλευράς απώλειας υπάρχοντος οικοτόπου, και έτσι δεν λαμβάνονταν υπόψη περιοχές που θα μπορούσαν να αποτελέσουν οικότοπο κατάλληλο για αναζήτηση τροφής, το αποτέλεσμα θα ήταν να παρέχεται σε χαρακτηρισμένα είδη λιγότερη προστασία απ’ ό,τι σε χαρακτηρισμένους τύπους οικοτόπων, όπερ δεν συνάδει με την οδηγία για τους οικοτόπους.

39.

Επιπρόσθετα, η Επιτροπή διατείνεται ότι, στην περίπτωση των μέτρων που προτείνονται με το ΣΔΕΟ, δεν έχουν τηρηθεί οι δύο κύριες υποχρεώσεις τις οποίες επιβάλλει το άρθρο 6, παράγραφος 3, της οδηγίας για τους οικοτόπους, όπως έχουν ερμηνευθεί από τη νομολογία του Δικαστηρίου. Πρώτον, στο ΣΔΕΟ δεν υφίσταται κανένα μέτρο το οποίο να αμβλύνει τον αρνητικό αντίκτυπο που οφείλεται στην άμεση μόνιμη απώλεια ενός εκταρίου αποψιλωμένου τυρφώνα και υγρού λειμώνα και στην άμεση προσωρινή απώλεια δύο επιπλέον εκταρίων αποψιλωμένου τυρφώνα· το προτεινόμενο στο ΣΔΕΟ μέτρο προς αποκατάσταση περιοχών επιφανειακού τυρφώνα και υγρού ερεικώνα μπορεί μεν να αντισταθμίσει την απώλεια σε άλλα τμήματα της επίμαχης ΖΕΠ, πλην όμως δεν την μετριάζει ούτε την αποτρέπει. Παρομοίως, όσον αφορά την άμεση μόνιμη απώλεια έξι εκταρίων ώριμου δάσους και την έλλειψη διαθεσιμότητας 162,7 επιπλέον εκταρίων οικοτόπου κατάλληλου για αναζήτηση τροφής εξαιτίας του εκτοπιστικού αποτελέσματος των ανεμογεννητριών, το προτεινόμενο στο ΣΔΕΟ μέτρο ως προς την «ευαίσθητη» διαχείριση άλλων δασικών περιοχών δεν λύνει το πρόβλημα της απώλειας οικοτόπου εν δυνάμει κατάλληλου για αναζήτηση τροφής, αλλά μάλλον αποσκοπεί στην αντιστάθμιση των εν λόγω αποτελεσμάτων. Δεύτερον, τα προτεινόμενα στο ΣΔΕΟ μέτρα δεν μπορούσαν να προβλεφθούν με την απαιτούμενη βεβαιότητα κατά τη χρονική στιγμή της εγκρίσεως του σχεδίου από τις αρχές, όπως επιτάσσει η νομολογία του Δικαστηρίου.

40.

Η Ολλανδική Κυβέρνηση, η ιρλανδική αρχή και οι εργολάβοι αντιτείνουν ότι έχουν τηρηθεί οι υποχρεώσεις που απορρέουν από το άρθρο 6, παράγραφος 3, της οδηγίας για τους οικοτόπους. Τούτο διότι τα προτεινόμενα στο ΣΔΕΟ μέτρα επαρκούν για να εξομοιωθούν με προστατευτικά μέτρα (μέτρα αμβλύνσεως) τα οποία αποτρέπουν ή μετριάζουν τις επιβλαβείς για την ακεραιότητα της ΖΕΠ συνέπειες. Υποστηρίζουν ότι οι υποθέσεις επί των οποίων εκδόθηκαν οι αποφάσεις του Δικαστηρίου Sweetman, Briels, Orleans και Επιτροπή κατά Γερμανίας (σταθμός του Moorburg) διαφέρουν από την παρούσα υπόθεση και επισημαίνουν ότι η κύρια δίκη αφορά την προστασία ενός είδους, όχι ενός τύπου οικοτόπου, άρα πρέπει να ληφθούν υπόψη οι στόχοι διατηρήσεως και τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα της επίμαχης ΖΕΠ σε σχέση με το συγκεκριμένο είδος. Δεν συμμερίζονται επίσης την άποψη της Επιτροπής ότι τα προτεινόμενα στο ΣΔΕΟ μέτρα στερούνταν της απαιτούμενης βεβαιότητας κατά τη χρονική στιγμή της εγκρίσεώς τους από την ιρλανδική αρχή.

41.

Συγκεκριμένα, η Ολλανδική Κυβέρνηση ισχυρίζεται ότι το κριτήριο των επιβλαβών συνεπειών για την ακεραιότητα του τόπου, κατά το άρθρο 6, παράγραφος 3, της οδηγίας για τους οικοτόπους, είναι διαφορετικό στην περίπτωση οικοτόπου για είδος (πτηνού) απ’ ό,τι στην περίπτωση τύπου φυσικού οικοτόπου, αφού στην πρώτη περίπτωση είναι απαραίτητο να ληφθούν υπόψη οι στόχοι της ΖΕΠ για το είδος. Συναφώς, διατείνεται ότι θα πρέπει να γίνει διάκριση μεταξύ οικοτόπου εν δυνάμει κατάλληλου για αναζήτηση τροφής και οικοτόπου ο οποίος χρησιμοποιείται στην πράξη, οπότε η απώλεια τμήματος του οικοτόπου που δεν βρίσκεται σε χρήση δεν αποτελεί, αυτή καθ’ εαυτήν, σημαντική επιβλαβή συνέπεια σημαντική, αν ληφθούν υπόψη η δυναμική φύση του τόπου, τα χαρακτηριστικά της κινητικότητας του βαλτόκυρκου και το γεγονός ότι δεν θα μειωθεί η έκταση της περιοχής που χρησιμοποιείται στην πράξη ως οικότοπος από τον βαλτόκυρκο.

42.

Η ιρλανδική αρχή υποστηρίζει, μεταξύ άλλων, ότι όφειλε να εξετάσει αν το προτεινόμενο έργο θα είχε επιβλαβείς συνέπειες για τον ουσιώδη, σε βάθος χρόνου, χαρακτήρα της επίμαχης ΖΕΠ, ήτοι αν θα περιόριζε την προστασία που παρέχει η επίμαχη ΖΕΠ στον βαλτόκυρκο και, ιδιαιτέρως, την καταλληλότητά της ως οικοτόπου για αναζήτηση τροφής. Στο πλαίσιο αυτό, η απώλεια ενός εν μέρει ακατάλληλου και εν μέρει κατάλληλου τμήματος του οικοτόπου δεν αποτελεί κατ’ ανάγκην, αυτή καθ’ εαυτήν, επιβλαβή συνέπεια, διότι ο οικότοπος βρίσκεται πάντοτε σε δυναμική κατάσταση συνεχών μεταβολών. Συνεπώς, η απώλεια ορισμένου μέρους του οικοτόπου σε τμήμα της επίμαχης ΖΕΠ πρέπει να εξεταστεί σε συνάρτηση με το προτεινόμενο έργο στο σύνολό του, το οποίο περιλαμβάνει, ως μέρος του ΣΔΕΟ, ενεργητική διαχείριση προς άμβλυνση των επιβλαβών συνεπειών.

43.

Κατά την άποψη της ιρλανδικής αρχής, η οποία έρχεται σε αντίθεση με το επιχείρημα που προβάλλουν οι αναιρεσείοντες της κύριας δίκης, η προαναφερθείσα ενεργητική διαχείριση δεν αντισταθμίζει εκ των υστέρων την επέλευση επιβλαβών συνεπειών. Αντιθέτως, διασφαλίζει ότι μέσω της εμπορικής διαχειρίσεως της δασοκομίας καθ’ όλη τη διάρκεια ισχύος της άδειας η έκταση κατάλληλου οικοτόπου για τον βαλτόκυρκο θα διατηρηθεί, αν δεν αυξηθεί. Επομένως, σκοπός των προτεινόμενων στο ΣΔΕΟ μέτρων, τα οποία η ιρλανδική αρχή υπογραμμίζει ότι αποτελούν αναπόσπαστο μέρος του προτεινόμενου έργου, είναι να μην έχει το αιολικό πάρκο επιβλαβείς για τον βαλτόκυρκο συνέπειες, αφού όχι μόνο διασφαλίζουν ότι δεν θα υπάρξει καθαρή ζημία, αλλά αντιθέτως μάλιστα προβλέπουν καθαρή αύξηση της εκτάσεως του κατάλληλου για την αναζήτηση τροφής οικοτόπου. Ειδικότερα, ο εκπρόσωπος της ιρλανδικής αρχής τόνισε κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση, αφενός, ότι δεν υφίσταται εν προκειμένω καμία μόνιμη απώλεια, διότι οι οικότοποι δεν έχουν, οι ίδιοι, καμία εγγενή αξία και η διαχείριση των δασών εξασφαλίζει διαρκή οικότοπο, όπως συμβαίνει άλλωστε και με τις τυρφώδεις και βαλτώδεις εκτάσεις, και, αφετέρου, ότι η «έλλειψη καθαρής ζημίας» αποτελούσε απλώς πραγματική διαπίστωση της ιρλανδικής αρχής υπό τις συγκεκριμένες περιστάσεις της υπό κρίση υποθέσεως.

44.

Οι εργολάβοι υποστηρίζουν, μεταξύ άλλων, ότι η ζημία, η οποία προκύπτει από τη μόνιμη άμεση απώλεια εννέα εκταρίων οικοτόπου και την έλλειψη διαθεσιμότητας 162,7 εκταρίων οικοτόπου κατάλληλου για την αναζήτηση τροφής λόγω του εκτοπιστικού αποτελέσματος, πρέπει να εξεταστεί μέσα στο συνολικό πλαίσιο. Δεν σημαίνει ότι δεν θα υπάρξουν κατάλληλες περιοχές για αναζήτηση τροφής και φωλεοποίηση από τους βαλτόκυρκους σε διαφορετική τοποθεσία εντός της επίμαχης ΖΕΠ, ενώ τα προτεινόμενα στο ΣΔΕΟ μέτρα εξασφαλίζουν ότι θα υφίσταται πάντοτε κατάλληλη περιοχή για αναζήτηση τροφής και φωλεοποίηση από τους βαλτόκυρκους, η οποία θα έχει τουλάχιστον το ίδιο μέγεθος με την επί του παρόντος διαθέσιμη περιοχή. Ο εκπρόσωπος των εργολάβων τόνισε επίσης κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση ότι τα προτεινόμενα στο ΣΔΕΟ μέτρα «απέχουν έτη φωτός» από την έλλειψη βεβαιότητας κατά την έννοια της νομολογίας του Δικαστηρίου και, εν πάση περιπτώσει, το ζήτημα της αβεβαιότητας αποτελεί πραγματικό ζήτημα για το οποίο δεν είναι αρμόδιο το Δικαστήριο.

V. Ανάλυση

45.

Με το ερώτημά του, το αιτούν δικαστήριο ζητεί κατ’ ουσίαν να διευκρινισθεί αν, σε περίπτωση τόπου που έχει ορισθεί ως ζώνη προστασίας και διατηρήσεως συγκεκριμένου είδους και μεταβάλλεται εν μέρει με την πάροδο του χρόνου από ανθρώπινη παρέμβαση προς αντιμετώπιση των αναγκών του εν λόγω είδους, το άρθρο 6, παράγραφος 3, της οδηγίας για τους οικοτόπους πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι η ακεραιότητα του τόπου παραβλάπτεται από έργο το οποίο έχει ως συνέπεια ότι, όσο αυτό υφίσταται, τμήμα της προστατευόμενης περιοχής δεν θα αποτελεί κατάλληλο οικότοπο για το ως άνω είδος, αλλά συνοδεύεται από σχέδιο που έχει ως σκοπό να διασφαλίσει ότι η συνολική έκταση κατάλληλου οικοτόπου για το είδος όχι μόνο δεν θα μειωθεί, αλλά μπορεί μάλιστα και να αυξηθεί.

46.

Το ερώτημα του αιτούντος δικαστηρίου συνδέεται, επομένως, κατ’ ουσίαν με την αξιολόγηση των προτεινόμενων στο ΣΔΕΟ μέτρων όσον αφορά την απώλεια οικοτόπου για τον βαλτόκυρκο λόγω της μόνιμης άμεσης απώλειας εννέα εκταρίων οικοτόπου και της έλλειψης διαθεσιμότητας 162,7 εκταρίων οικοτόπου εξαιτίας του εκτοπιστικού αποτελέσματος των ανεμογεννητριών ( 23 ).

47.

Θεωρώ ότι, για να κριθεί αν η αρμόδια εθνική αρχή έχει συμμορφωθεί με τις υποχρεώσεις τις οποίες υπέχει από το άρθρο 6, παράγραφος 3, της οδηγίας για τους οικοτόπους, πρέπει να ληφθεί υπόψη το σύνολο του τόπου που έχει ορισθεί ως ΖΕΠ προς όφελος ενός συγκεκριμένου είδους. Δεν συνάδει με τη νομολογία του Δικαστηρίου τυχόν ερμηνεία της διατάξεως αυτής κατά τέτοιον τρόπο ώστε να αποκλείονται περιοχές που δεν έχουν ακόμη χρησιμεύσει ως οικότοπος (δυνητικές περιοχές) όταν εκτιμάται η επάρκεια των μέτρων τα οποία προτείνονται ως μέτρα αμβλύνσεως των επιβλαβών συνεπειών του προτεινόμενου έργου. Τούτο σημαίνει ότι, στο πλαίσιο της κύριας δίκης, οι προτάσεις που περιλαμβάνονται στο ΣΔΕΟ δεν πληρούν τις προϋποθέσεις για να χαρακτηρισθούν ως επαρκή προστατευτικά μέτρα (μέτρα αμβλύνσεως) κατά το άρθρο 6, παράγραφος 3, της οδηγίας για τους οικοτόπους.

48.

Η ανάλυσή μου υποδιαιρείται σε τρία σκέλη. Πρώτον, θα προχωρήσω σε μερικές προκαταρκτικές παρατηρήσεις σχετικά με ορισμένες υποχρεώσεις οι οποίες επιβάλλονται στις αρμόδιες εθνικές αρχές από το άρθρο 6, παράγραφος 3, της οδηγίας για τους οικοτόπους, όπως έχει ερμηνευθεί από το Δικαστήριο με τη σχετική νομολογία του. Δεύτερον, θα εξετάσω τι έχει κρίνει το Δικαστήριο σε σχέση με το πεδίο εφαρμογής του άρθρου 6, παράγραφος 3, της οδηγίας για τους οικοτόπους. Τρίτον, θα αξιολογήσω κατά πόσον μπορούν να εφαρμοστούν κατ’ αναλογία στις περιστάσεις της προκειμένης υποθέσεως.

Α.   Προκαταρκτικές παρατηρήσεις

49.

Όσον αφορά τους τόπους που χαρακτηρίζονται ως ΖΕΠ, το άρθρο 7 της οδηγίας για τους οικοτόπους προβλέπει ότι οι υποχρεώσεις που πηγάζουν από το άρθρο 6, παράγραφοι 2 έως 4, της οδηγίας για τους οικοτόπους αντικαθιστούν τις υποχρεώσεις που πηγάζουν από το άρθρο 4, παράγραφος 4, πρώτη περίοδος, της οδηγίας για τα πτηνά, τούτο δε από την ημερομηνία εφαρμογής της οδηγίας για τους οικοτόπους ή από την ημερομηνία της ταξινομήσεως δυνάμει της οδηγίας για τα πτηνά, στην περίπτωση που η τελευταία αυτή ημερομηνία είναι μεταγενέστερη ( 24 ). Τούτο σημαίνει ότι σχέδια τα οποία επηρεάζουν τόπους που χαρακτηρίζονται ως ΖΕΠ δυνάμει της οδηγίας για τα πτηνά, όπως συμβαίνει στην περίπτωση του αιολικού πάρκου της παρούσας δίκης, υπόκεινται στις προϋποθέσεις, μεταξύ άλλων, του άρθρου 6, παράγραφος 3, της οδηγίας για τους οικοτόπους.

50.

Εν περιλήψει, το άρθρο 6 της οδηγίας για τους οικοτόπους προβλέπει τα εξής. Σκοπός του άρθρου 6, παράγραφος 1, της οδηγίας για τους οικοτόπους είναι να εξασφαλιστεί ότι θα γίνονται σε συχνή βάση θετικά βήματα, ούτως ώστε το καθεστώς διατηρήσεως της ζώνης να διατηρείται και/ή να αποκαθίσταται, ενώ το άρθρο 6, παράγραφοι 2 έως 4, εξυπηρετεί διαφορετικό σκοπό, ήτοι την πρόληψη της επελεύσεως ζημίας στην περιοχή, ή σε εξαιρετικές περιπτώσεις όπου η ζημία πρέπει να γίνει ανεκτή, την ελαχιστοποίησή της. Το άρθρο 6, παράγραφος 2, επιβάλλει τη γενική υποχρέωση στις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών να αποφεύγουν χειροτέρευση ή διατάραξη. Το άρθρο 6, παράγραφοι 3 και 4, εφαρμόζεται όπου υφίσταται σχέδιο μη άμεσα συνδεόμενο ή αναγκαίο για τη διαχείριση του τόπου ( 25 ).

51.

Το Δικαστήριο έχει αποφανθεί ότι οι διατάξεις του άρθρου 6 της οδηγίας για τους οικοτόπους πρέπει να ερμηνευθούν ως συνεκτικό σύνολο υπό το φως των σκοπών που επιδιώκονται με την οδηγία. Επομένως, το άρθρο 6, παράγραφος 2, και το άρθρο 6, παράγραφος 3, της οδηγίας για τους οικοτόπους έχουν σχεδιασθεί για να διασφαλίσουν το ίδιο επίπεδο προστασίας στους φυσικούς οικοτόπους και στους οικοτόπους ειδών, ενώ το άρθρο 6, παράγραφος 4, της ίδιας οδηγίας εισάγει εξαίρεση από τη δεύτερη περίοδο του άρθρου 6, παράγραφος 3 ( 26 ), επιτρέποντας κατά τον τρόπο αυτόν στην αρμόδια εθνική αρχή να εγκρίνει, υπό ορισμένες περιστάσεις, σχέδιο, ακόμη και αν υπάρχει αρνητική εκτίμηση, κατά την έννοια του άρθρου 6, παράγραφος 3.

52.

Το άρθρο 6, παράγραφος 3, της οδηγίας για τους οικοτόπους προβλέπει διαδικασία εκτιμήσεως η οποία πρέπει να διεξάγεται από τις αρμόδιες εθνικές αρχές και αποσκοπεί να διασφαλίζει, μέσω προηγούμενης εξετάσεως, ότι σχέδια που δεν συνδέονται άμεσα με τη διαχείριση του αντίστοιχου τόπου ούτε είναι αναγκαία για αυτήν, όμως είναι δυνατό να επηρεάσουν σημαντικά τον εν λόγω τόπο, θα εγκρίνονται μόνον εφόσον δεν παραβλάπτουν την ακεραιότητα του τόπου. Η διάταξη αυτή προβλέπει, κατά συνέπεια, δύο στάδια. Το πρώτο στάδιο, το οποίο προβλέπεται στην πρώτη περίοδο του άρθρου 6, παράγραφος 3, της οδηγίας για τους οικοτόπους επιβάλλει στις αρμόδιες εθνικές αρχές τη διεξαγωγή δέουσας εκτιμήσεως των επιπτώσεων για τον προστατευόμενο τόπο, όταν πιθανολογείται ότι το σχέδιο θα τον επηρεάσει σημαντικά ( 27 ).

53.

Το κρίσιμο για την υπό κρίση υπόθεση δεύτερο στάδιο προβλέπεται στη δεύτερη περίοδο του άρθρου 6, παράγραφος 3, της οδηγίας για τους οικοτόπους, ακολουθεί χρονικώς την προαναφερθείσα δέουσα εκτίμηση και επιτρέπει την έγκριση τέτοιου σχεδίου από τις αρμόδιες εθνικές αρχές μόνον υπό την προϋπόθεση ότι δεν θα παραβλάψει την ακεραιότητα του τόπου, με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 6, παράγραφος 4, της ίδιας οδηγίας (βλ. σημεία 57 και 58 των προτάσεών μου) ( 28 ).

54.

Έτσι, το Δικαστήριο έχει αποφανθεί ότι, σύμφωνα με τη δεύτερη περίοδο του άρθρου 6, παράγραφος 3, της οδηγίας για τους οικοτόπους, οι αρμόδιες εθνικές αρχές δύνανται να χορηγήσουν άδεια για σχέδιο μόνον αν έχουν βεβαιωθεί ότι αυτό δεν θα παραβλάψει την ακεραιότητα του προστατευόμενου τόπου, πράγμα το οποίο συμβαίνει όταν δεν υφίσταται εύλογη αμφιβολία, από επιστημονικής απόψεως, ως προς την απουσία τέτοιων συνεπειών ( 29 ). Το Δικαστήριο έχει επιπλέον διευκρινίσει ότι το χρονικό σημείο στο οποίο δεν πρέπει να απομένει εύλογη επιστημονική αμφιβολία ως προς την απουσία επιβλαβών για την ακεραιότητα του επίμαχου τόπου συνεπειών είναι η ημερομηνία εκδόσεως της αποφάσεως για έγκριση της εφαρμογής του σχεδίου ( 30 ).

55.

Αντιστρόφως, κατά πάγια νομολογία, οι αρμόδιες εθνικές αρχές οφείλουν να μην εγκρίνουν το σχέδιο εφόσον εξακολουθεί να υφίσταται αβεβαιότητα ως προς την απουσία επιβλαβών για την ακεραιότητα του τόπου συνεπειών. Το Δικαστήριο έχει καταλήξει στο συμπέρασμα ότι το κριτήριο εγκρίσεως, το οποίο θέτει η δεύτερη περίοδος του άρθρου 6, παράγραφος 3, της οδηγίας για τους οικοτόπους, ενσωματώνει την αρχή της προφυλάξεως και καθιστά εφικτή την αποτελεσματική πρόληψη συνεπειών επιβλαβών για την ακεραιότητα προστατευόμενων τόπων, ως αποτέλεσμα των υπό εξέταση σχεδίων. Ένα κριτήριο εγκρίσεως λιγότερο αυστηρό, όπως έχει τονίσει το Δικαστήριο, δεν θα μπορούσε να διασφαλίσει εξίσου αποτελεσματικά την επίτευξη του επιδιωκόμενου με την ως άνω διάταξη σκοπού της προστασίας των τόπων ( 31 ).

56.

Η εφαρμογή της αρχής της προφυλάξεως στο πλαίσιο του άρθρου 6, παράγραφος 3, της οδηγίας για τους οικοτόπους απαιτεί, επομένως, εκτίμηση από τις αρμόδιες εθνικές αρχές των συνεπειών του σχεδίου για τον οικείο τόπο, δεδομένων των αντικειμενικών στόχων της διατηρήσεως του τόπου και, επιπρόσθετα, λαμβάνοντας υπόψη «τα περιλαμβανόμενα στο εν λόγω σχέδιο μέτρα προστασίας με σκοπό την αποτροπή ή μείωση των ενδεχόμενων άμεσων επιβλαβών συνεπειών επί του τόπου αυτού, ώστε να διασφαλίζεται ότι το σχέδιο αυτό δεν θα παραβλάψει την ακεραιότητα του συγκεκριμένου τόπου» ( 32 ). Στην παραπάνω περιγραφή αντιστοιχούν, κατ’ ουσίαν, τα κοινώς αποκαλούμενα «μέτρα αμβλύνσεως», όρο τον οποίο χρησιμοποιεί και το αιτούν δικαστήριο στη διάταξη περί παραπομπής ( 33 ).

57.

Το Δικαστήριο έχει μέχρι στιγμής προτιμήσει να μη χρησιμοποιήσει τον όρο «μέτρα αμβλύνσεως» σε σχέση με τις υποχρεώσεις που επιβάλλει το άρθρο 6, παράγραφος 3, της οδηγίας για τους οικοτόπους, με το σκεπτικό ότι «το γράμμα του άρθρου 6 της οδηγίας για τους οικοτόπους δεν περιέχει καμία αναφορά σε οποιαδήποτε έννοια “μέτρου αμβλύνσεως”» ( 34 ). Επιπλέον, το Δικαστήριο έχει τονίσει ότι η αποτελεσματικότητα των προστατευτικών μέτρων του άρθρου 6 της οδηγίας για τους οικοτόπους αποσκοπεί στην αποτροπή του ενδεχομένου να επιτρέπουν οι αρμόδιες εθνικές αρχές δήθεν μέτρα «αμβλύνσεως» –τα οποία είναι στην πραγματικότητα αντισταθμιστικά μέτρα– προκειμένου να καταστρατηγούνται οι ειδικές διαδικασίες που θεσπίζονται με το άρθρο 6, παράγραφος 3, συγκεκριμένων διαδικασιών και να εγκρίνονται σχέδια τα οποία παραβλάπτουν την ακεραιότητα των διάφορων τόπων ( 35 ).

58.

Επομένως, συνεπεία των υποχρεώσεων που επιβάλλει στις αρμόδιες εθνικές αρχές το άρθρο 6 της οδηγίας για τους οικοτόπους, όπως έχει ερμηνευθεί από τη νομολογία του Δικαστηρίου, γίνεται διάκριση μεταξύ των προστατευτικών μέτρων τα οποία εντάσσονται στο πλαίσιο σχεδίου ή έργου, αποσκοπούν στην αποτροπή ή τον μετριασμό οποιωνδήποτε άμεσων επιβλαβών συνεπειών για την ακεραιότητα του τόπου και μπορούν να εγκριθούν δυνάμει του άρθρου 6, παράγραφος 3, της οδηγίας για τους οικοτόπους, από τη μία πλευρά, και των αντισταθμιστικών μέτρων τα οποία αντισταθμίζουν ή εξισορροπούν τις επιβλαβείς για την ακεραιότητα τόπου συνέπειες του σχεδίου ή του έργου εντός ευρύτερου πλαισίου και μπορούν να εγκριθούν δυνάμει του άρθρου 6, παράγραφος 4, της εν λόγω οδηγίας, από την άλλη ( 36 ). Αυτό είναι το υπόβαθρο με βάση το οποίο θα γίνει η ανάλυση συναφών αποφάσεων του Δικαστηρίου σχετικά με το πεδίο εφαρμογής του άρθρου 6, παράγραφος 3, της οδηγίας για τους οικοτόπους.

Β.   Συναφείς αποφάσεις σχετικά με το άρθρο 6, παράγραφος 3, της οδηγίας για τους οικοτόπους

59.

Όπως προαναφέρθηκε, το Δικαστήριο είχε ήδη την ευκαιρία να εξετάσει το πεδίο εφαρμογής του άρθρου 6, παράγραφος 3, της οδηγίας για τους οικοτόπους, συγκεκριμένα με τις αποφάσεις του στις υποθέσεις Sweetman, Briels, Orleans και Επιτροπή κατά Γερμανίας (σταθμός του Moorburg). Επειδή οι μετέχοντες στην παρούσα διαδικασία παραπέμπουν στις αποφάσεις αυτές στο πλαίσιο των επιχειρημάτων που προβάλλουν, θα εκθέσω αρκετά λεπτομερώς το σκεπτικό του Δικαστηρίου στις αντίστοιχες αποφάσεις.

60.

Η αίτηση προδικαστικής αποφάσεως του Supreme Court (Ανωτάτου Δικαστηρίου) της Ιρλανδίας στην υπόθεση Sweetman αφορούσε την εκτίμηση ορισμένων μέτρων προτεινόμενων ως μέρος σχεδίου αναπτύξεως οδικού δικτύου που συνεπαγόταν την οριστική και ανεπανόρθωτη εξαφάνιση ενός τμήματος των ασβεστολιθικών πλακών του ορισθέντος τόπου, ο οποίος ήταν ένας τύπος φυσικού οικοτόπου προτεραιότητας προστατευόμενος με ειδικό καθεστώς δυνάμει της οδηγίας για τους οικοτόπους ( 37 ). Στην απόφασή του, το Δικαστήριο δέχθηκε ότι προϋπόθεση για να μην παραβλάπτεται η ακεραιότητα ενός τόπου ως φυσικού οικοτόπου, κατά την έννοια του άρθρου 6, παράγραφος 3, δεύτερη περίοδος, της οδηγίας για τους οικοτόπους, είναι η διατήρησή του σε ικανοποιητική κατάσταση διατηρήσεως· τούτο συνεπάγεται «τη διασφάλιση της διατηρήσεως των συστατικών χαρακτηριστικών του οικείου τόπου που έχουν σχέση με την παρουσία ενός τύπου φυσικού οικοτόπου, του οποίου ο σκοπός διατηρήσεως αποτέλεσε τον λόγο καταχώρισης του τόπου αυτού» στον κατάλογο των τόπων κοινοτικής σημασίας, κατά την έννοια της εν λόγω οδηγίας ( 38 ).

61.

Με βάση αυτό το σκεπτικό, το Δικαστήριο έκρινε ότι ο τόπος εκείνος είχε ορισθεί και προστατευόταν ως τύπος οικοτόπου προτεραιότητας λόγω κυρίως της παρουσίας ασβεστολιθικών πλακών, δηλαδή ενός φυσικού πόρου ο οποίος, αν καταστραφεί, δεν μπορεί να αντικατασταθεί ( 39 ). Ο στόχος διατηρήσεως του τόπου συνίσταται επομένως στο να διατηρηθούν σε ικανοποιητική κατάσταση τα συστατικά του χαρακτηριστικά, δηλαδή η παρουσία ασβεστολιθικών πλακών ( 40 ). Το Δικαστήριο αποφάνθηκε ότι αν, κατόπιν της δέουσας εκτιμήσεως, η αρμόδια εθνική αρχή καταλήξει στο συμπέρασμα ότι η εκτέλεση του σχεδίου αυτού θα οδηγήσει σε μόνιμη και ανεπανόρθωτη απώλεια ολόκληρου ή ενός μέρους ενός τύπου φυσικού οικοτόπου προτεραιότητας, του οποίου ο στόχος διατηρήσεως αποτελεί τον λόγο που καταχωρίσθηκε ο τόπος στον σχετικό κατάλογο, πρέπει να γίνει δεκτό ότι το σχέδιο θα παραβλάψει την ακεραιότητα του τόπου και δεν επιτρέπεται να εγκριθεί σύμφωνα με το άρθρο 6, παράγραφος 3, της οδηγίας για τους οικοτόπους ( 41 ).

62.

Η υπόθεση Briels αφορούσε την εκτίμηση ορισμένων μέτρων περιλαμβανομένων σε προτεινόμενο σχέδιο διαπλατύνσεως οδού στις Κάτω Χώρες, το οποίο επηρέαζε τόπο που είχε ορισθεί δυνάμει της οδηγίας για τους οικοτόπους προς προστασία ενός τύπου φυσικού οικοτόπου, του επονομαζόμενου «λειμώνες με molinia», με στόχο διατηρήσεως την επέκταση της καλυπτόμενης επιφάνειας του συγκεκριμένου τύπου οικοτόπου και την ποιοτική αναβάθμισή του ( 42 ). Σκοπός των επίμαχων μέτρων ήταν να δημιουργηθεί μια περιοχή τέτοιου τύπου οικοτόπου, ίση ή μεγαλύτερη σε μέγεθος προς τις θιγόμενες εκτάσεις, ώστε αυτές να αντικατασταθούν ή να επεκταθούν ( 43 ).

63.

Στην απόφασή του, το Δικαστήριο έκρινε ότι τα προτεινόμενα μέτρα δεν αποσκοπούσαν στην αποτροπή ή τον μετριασμό των σημαντικών επιβλαβών συνεπειών που είχε το σχέδιο για τον τόπο, αλλά μάλλον έτειναν να αντισταθμίσουν την επέλευση των συνεπειών αυτών και, κατά συνέπεια, δεν διασφάλιζαν ότι το σχέδιο δεν επρόκειτο να παραβλάψει την ακεραιότητα του τόπου ( 44 ). Επιπλέον, το Δικαστήριο επισήμανε ότι, «κατά κανόνα, είναι δύσκολο να προβλεφθούν οι ενδεχόμενες θετικές συνέπειες της μελλοντικής δημιουργίας ενός νέου οικοτόπου, μέσω της οποίας επιδιώκεται η αντιστάθμιση της απώλειας επιφάνειας και της μειώσεως της ποιότητας του εν λόγω τύπου οικοτόπου εντός προστατευόμενης περιοχής, ακόμη και αν η νέα έκταση είναι μεγαλύτερη και καλύτερης ποιότητας, και, εν πάση περιπτώσει, οι συνέπειες αυτές θα είναι ορατές μόνο σε βάθος χρόνου». ( 45 ) Συνεπώς, το Δικαστήριο δέχτηκε ότι τα προτεινόμενα μέτρα δεν δύνανται να ληφθούν υπόψη στο προβλεπόμενο από το άρθρο 6, παράγραφος 3, της οδηγίας για τους οικοτόπους διαδικαστικό στάδιο ( 46 ).

64.

Αξίζει να σημειωθεί ότι στις προτάσεις της στην υπόθεση Briels, η γενική εισαγγελέας E. Sharpston απέρριψε το επιχείρημα που είχαν προβάλει η Ολλανδική Κυβέρνηση και η Κυβέρνηση του Ηνωμένου Βασίλειου ότι η ακεραιότητα του τόπου πρέπει να κρίνεται συνολικώς βάσει μιας λογικής «καθαρής ζημίας ή καθαρού οφέλους», υπό την έννοια ότι η απώλεια ενός συγκεκριμένου οικοτόπου σε τμήμα της περιοχής είναι άνευ σημασίας, εφόσον δημιουργηθεί όμοιος οικότοπος τουλάχιστον ίσης (και κατά προτίμηση μεγαλύτερης) εκτάσεως και της ιδίας ποιότητας σε άλλη τοποθεσία εντός της αυτής περιοχής ( 47 ). Ενώ η γενική εισαγγελέας E. Sharpston συμφώνησε ότι η ακεραιότητα του τόπου πρέπει να κρίνεται συνολικώς, τόνισε ότι, σε κάθε περίπτωση, το άρθρο 6, παράγραφος 3, της οδηγίας για τους οικοτόπους επιβάλλει να συνεκτιμώνται οι στόχοι διατηρήσεως του τόπου και, ακόμη και αν το συνολικό αποτέλεσμα αναμενόταν να είναι ευεργετικό για το περιβάλλον, υπήρχαν αρνητικές –και ενδεχομένως ανεπανόρθωτες– συνέπειες για τον υφιστάμενο φυσικό οικότοπο, με αποτέλεσμα να παραβλάπτεται η ακεραιότητα του τόπου ( 48 ).

65.

Στην υπόθεση Orleans, το Δικαστήριο ασχολήθηκε με την εκτίμηση προτεινόμενων μέτρων περιλαμβανόμενων σε σχέδιο αναπτύξεως λιμένος, το οποίο προέβλεπε τη δημιουργία τύπου φυσικού οικοτόπου προτού επέλθουν οποιεσδήποτε επιβλαβείς συνέπειες στον υφιστάμενο τύπο οικοτόπου, αλλά το έργο θα ολοκληρωνόταν μετά την εκτίμηση της σημασίας ενδεχόμενων επιβλαβών συνεπειών στην ακεραιότητα του τόπου ( 49 ).

66.

Στην απόφασή του, το Δικαστήριο έκρινε, αφενός, ότι οι βλάβες που θα καλούνταν στην οικεία περιοχή Natura 2000 ήταν βέβαιες, αφού το αιτούν δικαστήριο –το οποίο είχε διαπιστώσει ότι τα προτεινόμενα μέτρα θα είχαν ως αποτέλεσμα την εξαφάνιση ενός συνόλου 20 εκταρίων αποτελούμενων από λασπώδη εδάφη καλυπτόμενα από την παλίρροια– μπόρεσε να τις ποσοτικοποιήσει ( 50 ). Αφετέρου, τα πλεονεκτήματα που θα απέρρεαν από την ανάπτυξη των νέων οικοτόπων είχαν ήδη ληφθεί υπόψη όταν η εθνική αρχή εκτίμησε κατά πόσον είχε αποδειχθεί η απουσία σημαντικών επιβλαβών συνεπειών, παρότι το αποτέλεσμα της δημιουργίας των οικοτόπων εκείνων παρέμενε αβέβαιο, αφού δεν είχε ολοκληρωθεί ( 51 ).

67.

Συνεπώς, το Δικαστήριο έκρινε ότι οι περιστάσεις των υποθέσεων Orleans και Briels ήταν παρεμφερείς, αφού σε αμφότερες είχε ληφθεί ως δεδομένο, κατά τον χρόνο της εκτιμήσεως των επιπτώσεων του σχεδίου ή του έργου στον τόπο, ότι τα μελλοντικά οφέλη θα αμβλύνουν τις σημαντικές επιβλαβείς συνέπειες στον τόπο, ενώ δεν είχαν ακόμη ολοκληρωθεί τα μέτρα αναπτύξεως ( 52 ). Κατά συνέπεια, αποφάνθηκε ότι δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 6, παράγραφος 3, της οδηγίας για τους οικοτόπους οι επιπτώσεις σχεδίου ή έργου, μη άμεσα συνδεόμενου ή αναγκαίου για τη διαχείριση ειδικής ζώνης διατηρήσεως, το οποίο παραβλάπτει την ακεραιότητα της ζώνης αυτής ( 53 ).

68.

Στην υπόθεση Επιτροπή κατά Γερμανίας (σταθμός του Moorburg), η Επιτροπή άσκησε προσφυγή λόγω παραβάσεως κατά της Γερμανίας θεωρώντας, μεταξύ άλλων, ότι κακώς είχε χαρακτηρίσει ένα συγκεκριμένο μέτρο ως μέτρο αμβλύνσεως σύμφωνα με το άρθρο 6, παράγραφος 3, της οδηγίας για τους οικοτόπους ( 54 ). Το μέτρο αφορούσε ιχθυοδιάδρομο ανόδου ο οποίος δημιουργήθηκε κοντά στο σταθμό του Moorburg, προκειμένου να αντισταθμισθούν οι θάνατοι ψαριών κατά τη λειτουργία του μηχανισμού ψύξης του εν λόγω σταθμού, η οποία προϋπέθετε την άντληση σημαντικών ποσοτήτων υδάτων από παρακείμενο ποταμό. Ο ποταμός αποτελούσε μεταναστευτική οδό πολλών ειδών ιχθύων, καλυπτόμενη από σειρά ζωνών Natura 2000 οι οποίες βρίσκονταν στα ανάντη ( 55 ).

69.

Στην απόφασή του, το Δικαστήριο έκρινε ότι ο ιχθυοδιάδρομος καθιστούσε εφικτή την ενίσχυση των αποθεμάτων των μεταναστευτικών ιχθύων, παρέχοντας στα είδη αυτά τη δυνατότητα να μεταβούν ταχύτερα στις ζώνες αναπαραγωγής τους, και, κατά συνέπεια, αντιστάθμιζε τις απώλειες πλησίον του σταθμού του Moorburg, άρα οι στόχοι διατηρήσεως των ζωνών Natura 2000 που βρίσκονταν στα ανάντη του εν λόγω σταθμού δεν επηρεάζονταν σημαντικά ( 56 ). Εντούτοις, η εκτίμηση των επιπτώσεων η οποία διεξήχθη από τις γερμανικές αρχές δεν περιελάμβανε οριστικές διαπιστώσεις όσον αφορά την αποτελεσματικότητα του ιχθυοδιάδρομου ανόδου, αλλά περιοριζόταν στην παρατήρηση ότι η αποτελεσματικότητα αυτή μπορούσε να επιβεβαιωθεί μόνον κατόπιν πολυετούς παρακολούθησης ( 57 ). Επομένως, κατά τον χρόνο εκδόσεως της σχετικής αδείας, ο ιχθυοδιάδρομος ανόδου, έστω και αν απέβλεπε στη μείωση των σημαντικών αποτελεσμάτων που προκαλούνταν άμεσα στις ζώνες Natura 2000, δεν ήταν ικανός να αποκλείσει, από κοινού με τα λοιπά μέτρα τα οποία προορίζονταν να αποτρέψουν τις αρνητικές συνέπειες της αντλήσεως των υδάτων, την ύπαρξη κάθε εύλογης αμφιβολίας ότι ο σταθμός μπορούσε να παραβλάψει την ακεραιότητα του τόπου, κατά την έννοια του άρθρου 6, παράγραφος 3, της οδηγίας για τους οικοτόπους ( 58 ).

70.

Υπό τις συνθήκες αυτές παρατηρώ ότι το Δικαστήριο δεν έκρινε σε καμία από τις προαναφερθείσες αποφάσεις ότι τα μέτρα που προτείνονταν ως μέρος του σχεδίου αναπτύξεως επαρκούσαν ώστε να εξομοιωθούν με προστατευτικά μέτρα προς αποτροπή ή μετριασμό των επιβλαβών συνεπειών για την ακεραιότητα του οικείου τόπου, κατά την έννοια του άρθρου 6, παράγραφος 3, της οδηγίας για τους οικοτόπους.

Γ.   Εφαρμογή στις περιστάσεις της παρούσας κύριας δίκης

71.

Θεωρώ ότι, καίτοι οι περιστάσεις των υποθέσεων εκείνων δεν είναι ίδιες με της παρούσας υποθέσεως, ορισμένες αρχές οι οποίες τέθηκαν με τις προαναφερθείσες αποφάσεις συνηγορούν υπέρ του συμπεράσματος ότι τα προτεινόμενα στο ΣΔΕΟ μέτρα δεν επαρκούν ώστε να εξομοιωθούν αυτά με προστατευτικά μέτρα προς αποτροπή ή μετριασμό των άμεσων επιβλαβών συνεπειών για την ακεραιότητα της επίμαχης ΖΕΠ, κατά την έννοια του άρθρου 6, παράγραφος 3, της οδηγίας για τους οικοτόπους, όπως έχει ερμηνευθεί από το Δικαστήριο, σε περίπτωση που το ΣΔΕΟ αποκλείει κάθε δυνατότητα να ληφθούν υπόψη δυνητικοί οικότοποι για τον βαλτόκυρκο.

72.

Αναγνωρίζω ότι οι προαναφερθείσες αποφάσεις αφορούσαν τις υποχρεώσεις που προβλέπονται στο άρθρο 6, παράγραφος 3, της οδηγίας για τους οικοτόπους, στο πλαίσιο εκτιμήσεως προτεινόμενων μέτρων ως μέρους σχεδίου ή έργου το οποίο είχε επιβλαβείς συνέπειες για την ακεραιότητα τόπου που είχε ορισθεί ως προστατευόμενος τύπος οικοτόπου σύμφωνα με την εν λόγω οδηγία. Εντούτοις, τονίζω ότι, αρχής γενομένης με την απόφαση Sweetman (βλ. σημείο 60 των προτάσεών μου), το Δικαστήριο έχει προσδώσει έμφαση στα συστατικά χαρακτηριστικά του τόπου ως συνδεόμενα με τους αντικειμενικούς στόχους οι οποίοι δικαιολογούν τον χαρακτηρισμό του εν λόγω τόπου, κατά την εκτίμηση του αν τα προτεινόμενα ως μέρους σχεδίου ή έργου μέτρα δύνανται να θεωρηθούν ως μέτρα τα οποία αποφεύγουν ή μειώνουν τις άμεσες επιβλαβείς για την ακεραιότητα του εν λόγω τόπου συνέπειες.

73.

Επιπλέον, στις υποθέσεις Briels, Orleans και Επιτροπή κατά Γερμανίας (σταθμός του Moorburg), το Δικαστήριο έκρινε, κατ’ ουσίαν, ότι μέτρα τα οποία αντισταθμίζουν ποσοτικοποιημένη απώλεια σε διαφορετική τοποθεσία εντός του ίδιου τόπου δεν δύνανται να θεωρηθούν ως μέτρα τα οποία αμβλύνουν επαρκώς τις επιβλαβείς για την ακεραιότητα του εν λόγω τόπου συνέπειες. Περαιτέρω, το Δικαστήριο υπογράμμισε, με σημείο εκκινήσεως την υπόθεση Briels, ότι, κατ’ αρχήν, είναι εξαιρετικά δύσκολο να προβλεφθούν με οποιονδήποτε βαθμό βεβαιότητας οι ενδεχόμενες θετικές συνέπειες της δημιουργίας νέων εκτάσεων οικοτόπου, μέσω των οποίων επιδιώκεται η αντιστάθμιση της απώλειας επιφάνειας και της μειώσεως της ποιότητας του ίδιου οικοτόπου εντός προστατευόμενης περιοχής (βλ. σημείο 63 των προτάσεών μου).

74.

Στην παρούσα υπόθεση, σημειώνω ότι ο στόχος διατηρήσεως της επίμαχης ΖΕΠ έγκειται στη διατήρηση ή την αποκατάσταση των ευνοϊκών συνθηκών διατηρήσεως του βαλτόκυρκου (βλ. σημείο 13 των προτάσεών μου). Φρονώ, ως εκ τούτου, ότι τα συστατικά χαρακτηριστικά της επίμαχης ΖΕΠ συνίστανται στη διασφάλιση επαρκούς οικοτόπου για τον βαλτόκυρκο, σύμφωνα με τον αντικειμενικό στόχο διατηρήσεως της επίμαχης ΖΕΠ.

75.

Όπως επισημαίνεται στο παράρτημα, το αιολικό πάρκο θα επιφέρει απώλεια εκτάσεως η οποία θα αφαιρεθεί από τον οικότοπο που είναι κατάλληλος για την αναζήτηση τροφής από τον βαλτόκυρκο εντός της επίμαχης ΖΕΠ. Τούτο ποσοτικοποιείται στο παράρτημα ως ισοδύναμο με τη μόνιμη απώλεια 9 εκταρίων και την έλλειψη διαθεσιμότητας 162,7 εκταρίων οικοτόπου που οφείλεται στο εκτοπιστικό αποτέλεσμα των ανεμογεννητριών (βλ. σημεία 24 και 25 των προτάσεών μου). Το αιολικό πάρκο θα αφαιρέσει αυτό καθ’ εαυτό τμήμα υφιστάμενου και δυνητικού οικοτόπου για τον βαλτόκυρκο. Υποστηρίζεται ότι τα προτεινόμενα στο ΣΔΕΟ μέτρα θα διατηρήσουν συνολικώς την ίδια έκταση οικοτόπου εντός της επίμαχης ΖΕΠ, οπότε θα αποφευχθούν επιβλαβείς συνέπειες για την ακεραιότητά της.

76.

Κατά την άποψή μου όμως, τα προτεινόμενα στο ΣΔΕΟ μέτρα ομοιάζουν προς τα μέτρα στις υποθέσεις Briels και Orleans, διότι μπορούν μεν να διασφαλίσουν επαρκές «υφιστάμενο» οικότοπο για τον βαλτόκυρκο, αλλά δεν αντιμετωπίζουν το πρόβλημα στην πηγή, ήτοι την απώλεια εδαφών που χρειάζονται. Επίσης, σύμφωνα με τη νομολογία του Δικαστηρίου, καθόσον οι ενδεχόμενες θετικές συνέπειες από τα προτεινόμενα στο ΣΔΕΟ μέτρα πρόκειται να υλοποιηθούν όσο υφίσταται το έργο, θεωρώ ότι δεν έχει τηρηθεί η υποχρέωση διασφαλίσεως του ότι τα μέτρα αποτρέπουν με βεβαιότητα, πέρα από κάθε εύλογη αμφιβολία, όλες τις επιβλαβείς για την ακεραιότητα της επίμαχης ΖΕΠ συνέπειες κατά τη χρονική στιγμή της εγκρίσεως του σχεδίου από την αρμόδια αρχή.

77.

Περαιτέρω, θεωρώ ότι, στις ιδιαίτερες περιστάσεις της παρούσας δίκης, ο δυνητικός οικότοπος του βαλτόκυρκου αποτελεί μέρος των συστατικών χαρακτηριστικών της επίμαχης ΖΕΠ, τα οποία συμβάλλουν στην ικανοποιητική κατάσταση διατηρήσεως του βαλτόκυρκου. Κατά συνέπεια, η σημαντική απώλεια δυνητικού οικοτόπου του βαλτόκυρκου πρέπει να ληφθεί υπόψη κατά την εκτίμηση της ενδεχόμενης επάρκειας των προτεινόμενων στο ΣΔΕΟ μέτρων προς αποφυγή ή μείωση των επιβλαβών για την ακεραιότητα της εν λόγω ΖΕΠ συνεπειών του αιολικού πάρκου. Δυνητικές εκτάσεις εντός της προστατευόμενης κατά το δίκαιο της Ένωσης ζώνης δεν είναι τίποτα περισσότερο από εκτάσεις οι οποίες δεν έχουν ακόμη αποτελέσει αντικείμενο διαχειρίσεως, διότι οι μεταβαλλόμενες ανάγκες του οικοτόπου του βαλτόκυρκου δεν το έχουν ακόμη απαιτήσει, ή δεν είναι ακόμη έτοιμες να συμβάλλουν στη διατήρηση βαλτόκυρκων.

78.

Ο βαλτόκυρκος αποτελεί είδος πτηνού το οποίο εντάσσεται στον κατάλογο του παραρτήματος I της οδηγίας για τα πτηνά και, επομένως, κρίνεται άξιο μέτρων ειδικής διατηρήσεως, που αφορούν τον οικότοπό του, σύμφωνα με την αιτιολογική σκέψη 8 και το άρθρο 4 της εν λόγω οδηγίας, για να εξασφαλισθεί η επιβίωση και η αναπαραγωγή του στη ζώνη εξαπλώσεώς του ( 59 ). Όπως έχει δεχθεί το Δικαστήριο, «το άρθρο 4 της οδηγίας για τα πτηνά προβλέπει, τόσο για τα είδη που απαριθμούνται στο παράρτημα Ι αυτής όσο και για τα αποδημητικά είδη, ένα ειδικό και ενισχυμένο σύστημα προστασίας, το οποίο δικαιολογείται από το γεγονός ότι πρόκειται, αντιστοίχως, για τα είδη που αντιμετωπίζουν τη μεγαλύτερη απειλή και για τα είδη που αποτελούν κοινή κληρονομιά της Ευρωπαϊκής Ένωσης» ( 60 ). Επιπρόσθετα, οι επιβαλλόμενες στις αρμόδιες εθνικές αρχές υποχρεώσεις προστασίας τέτοιων ειδών υφίστανται πριν από την παρατήρηση οποιασδήποτε μειώσεως του αριθμού των πτηνών ή πριν από την υλοποίηση του κινδύνου εξαφανίσεως προστατευόμενου είδους ( 61 ).

79.

Η νομολογία του Δικαστηρίου προσδίδει έμφαση στη σημασία η οποία αποδίδεται στην αρχή της προφυλάξεως κατά την εκτίμηση των μέτρων σύμφωνα με το άρθρο 6, παράγραφος 3, της οδηγίας για τους οικοτόπους (βλ. σημεία 55 και 56 των προτάσεών μου). Κατά την άποψή μου, τούτο ισχύει ακόμη περισσότερο στην περίπτωση του βαλτόκυρκου, ο οποίος έχει ενταχθεί σε παράρτημα πρόσφατου ερμηνευτικού οδηγού της Επιτροπής ως είδος πτηνού θεωρούμενου ιδιαιτέρως ευάλωτου σε αιολικά πάρκα, το οποίο περιλαμβάνει τον εκτοπισμό οικοτόπου ( 62 ).

80.

Καταλήγω, επομένως, στο συμπέρασμα ότι στο πλαίσιο των περιστάσεων της κύριας δίκης, μέτρα προτεινόμενα σε σχέδιο διαχειρίσεως ως μέρος έργου αναπτύξεως, τα οποία σχεδιάσθηκαν ώστε να διασφαλισθεί ότι, σε δεδομένο χρονικό σημείο, η έκταση τόπου, ο βασικός σκοπός του οποίου συνίσταται στην παροχή οικοτόπου για προστατευόμενο είδος, ο οποίος είναι κατάλληλος οικότοπος για το εν λόγω είδος, δεν μειώνεται και μάλιστα μπορεί να αυξηθεί, αλλά μέρος του τόπου θα αποκλεισθεί, όσο υφίσταται το έργο αναπτύξεως, από τη δυνατότητα παροχής κατάλληλου οικοτόπου για το εν λόγω είδος, δεν πληρούν τις προϋποθέσεις για να χαρακτηριστούν ως προστατευτικά μέτρα (μέτρα αμβλύνσεως) κατά τη νομολογία του Δικαστηρίου σχετικά με την ερμηνεία του άρθρου 6, παράγραφος 3, της οδηγίας για τους οικοτόπους.

VI. Πρόταση

81.

Κατόπιν όλων των ανωτέρω, προτείνω στο Δικαστήριο να απαντήσει στα προδικαστικά ερωτήματα που υπέβαλε το Supreme Court (Ανώτατο Δικαστήριο, Ιρλανδία) ως εξής:

Στην περίπτωση που

α)

o κύριος σκοπός ενός προστατευόμενου τόπου είναι να αποτελεί οικότοπο για συγκεκριμένο είδος,

β)

δεδομένων των χαρακτηριστικών του οικοτόπου τα οποία ευνοούν το εν λόγω είδος, το μέρος του τόπου το οποίο είναι ευνοϊκό θα μεταβληθεί κατ’ ανάγκη με την πάροδο του χρόνου και

γ)

ως μέρος του σχεδιαζόμενου έργου, πρέπει να εκπονηθεί σχέδιο διαχειρίσεως για το σύνολο του τόπου (το οποίο θα περιλαμβάνει μεταβολές στη διαχείριση μερών του τόπου μη άμεσα επηρεαζόμενων από το ίδιο το έργο), σχέδιο το οποίο έχει σκοπό να διασφαλίσει ότι, σε δεδομένο χρονικό σημείο, το μέρος του τόπου το οποίο είναι κατάλληλο ως οικότοπος, κατά τα προεκτεθέντα, δεν μειώνεται και μάλιστα μπορεί να αυξηθεί· αλλά

δ)

ορισμένο μέρος του τόπου δεν θα είναι πλέον δυνατόν, όσο υφίσταται το έργο, να αποτελέσει κατάλληλο οικότοπο,

μέτρα όπως τα περιγραφόμενα στο στοιχείο γʹ ανωτέρω δεν μπορούν να θεωρηθούν ως προστατευτικά μέτρα τα οποία εντάσσονται στο πλαίσιο του αντίστοιχου σχεδίου ή έργου και έχουν ως στόχο την αποτροπή ή τον μετριασμό τυχόν άμεσων επιβλαβών συνεπειών για την ακεραιότητα του τόπου, ώστε να διασφαλίζεται ότι το σχέδιο ή το έργο δεν παραβλάπτει την ακεραιότητα του τόπου, κατά την έννοια του άρθρου 6, παράγραφος 3, της οδηγίας 92/43/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 21ης Μαΐου 1992, για τη διατήρηση των φυσικών οικοτόπων καθώς και της άγριας πανίδας και χλωρίδας.


( 1 ) Γλώσσα του πρωτοτύπου: η αγγλική.

( 2 ) Βλ. π.χ. την ταινία η οποία δημιουργήθηκε ως μέρος του Skydancer Conservation Project (2011-2015) της Royal Society for the Protection of Birds, με σκοπό να προαχθεί η προστασία των βαλτόκυρκων στην Αγγλία, και είναι διαθέσιμη στην ιστοσελίδα https://www.rspb.org.uk/our-work/conservation/conservation-and-sustainability/safeguarding-species/skydancer.

( 3 ) Οδηγία 2009/147/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 30ής Νοεμβρίου 2009, περί της διατηρήσεως των αγρίων πτηνών (κωδικοποιημένη έκδοση) (ΕΕ 2010, L 20, σ. 7).

( 4 ) Οδηγία 92/43/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 21ης Μαΐου 1992, για τη διατήρηση των φυσικών οικοτόπων καθώς και της άγριας πανίδας και χλωρίδας (ΕΕ 1992, L 206, σ. 7).

( 5 ) Προτάσεις της γενικής εισαγγελέα J. Kokott στην υπόθεση Επιτροπή κατά Βουλγαρίας (C‑141/14, EU:C:2015:528, σημείο 1). Βλ. π.χ. αποφάσεις της 21ης Ιουλίου 2011, Azienda Agro-Zootecnia Franchini και Eolica di Altamura (C‑2/10, EU:C:2011:502), και της 14ης Ιανουαρίου 2016, Επιτροπή κατά Βουλγαρίας (C‑141/14, EU:C:2016:8).

( 6 ) Βλ. π.χ. BirdWatchIreland, «The bird behind the headlines: getting to know the Hen Harrier», eWings Τεύχος 64, Ιανουάριος 2015, διαθέσιμο στην ακόλουθη ιστοσελίδα: http://www.birdwatchireland.ie.

( 7 ) Π.χ. ο βαλτόκυρκος περιλαμβάνεται στη «Red List of Threatened Species 2016» της IUCN (International Union for Conservation of Nature and Natural Resources), διαθέσιμη στην ακόλουθη ιστοσελίδα http://www.iucnredlist.org.

( 8 ) Ο βαλτόκυρκος έχει περιληφθεί στον κατάλογο του παραρτήματος I της οδηγίας για τα πτηνά από την ψήφιση της αρχικής εκδοχής της οδηγίας για τα πτηνά (οδηγία 79/409/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 2ας Απριλίου 1979, σχετικά με τη διατήρηση των άγριων πτηνών (ΕΕ ειδ. έκδ. 15/001, σ. 202), και ακόμη νωρίτερα, ήδη από την αρχική πρόταση της Επιτροπής για την προαναφερθείσα οδηγία. Βλ. Πρόταση οδηγίας του Συμβουλίου σχετικά με τη διατήρηση των πτηνών, COM (76) 676 τελικό, παράρτημα I.

( 9 ) Βλ., επίσης, αιτιολογική σκέψη 8 της οδηγίας για τα πτηνά, όπου επισημαίνεται σχετικά: «[ο]ρισμένα είδη πτηνών πρέπει να αποτελέσουν αντικείμενο μέτρων ειδικής διατηρήσεως σε σχέση με τον οικότοπό τους, ώστε να εξασφαλισθεί η επιβίωση και η αναπαραγωγή τους στην περιοχή εξαπλώσεώς τους».

( 10 ) «S.I. No. 587/2011 – European Communities (Conservation of Wild Birds (Slievefelim to Silvermines Mountains Special Protection Area 004165)) Regulations 2011, schedule 3», διαθέσιμο στην ακόλουθη ιστοσελίδα: http://www.irishstatutebook.ie/eli/2011/si/588/made/en/print.

( 11 ) Στη διάταξη περί παραπομπής αναφέρεται ότι η επίμαχη ΖΕΠ αποτελείται από συνολική περιοχή 20935 εκταρίων. Βλ., επίσης, «Natura 2000 Standard Data Form for Site IE0004165, Slievefelim to Silvermines Mountains SPA» στην ακόλουθη ιστοσελίδα: https://www.npws.ie/sites/default/files/protected-sites/natura2000/NF004165.pdf (στο εξής: Natura 2000 Standard Data Form).

( 12 ) «Conservation Objectives for Slievefelim to Silvermines Mountains SPA [004165]», της 15ης Αυγούστου 2016, διαθέσιμο στην ακόλουθη ιστοσελίδα: https://www.npws.ie/sites/default/files/protected-sites/conservation_objectives/CO004165.pdf.

( 13 ) «Natura 2000 Standard Data Form»· «Site Synopsis for Slievefelim to Silvermines Mountains SPA», διαθέσιμη στην ακόλουθη ιστοσελίδα: https://www.npws.ie/sites/default/files/protected-sites/synopsis/SY004165.pdf.

( 14 ) Απόφαση της 13ης Δεκεμβρίου 2007, Επιτροπή κατά Ιρλανδίας (C‑418/04, EU:C:2007:780, σκέψη 105)· βλ., επίσης, όπ.π., σκέψεις 170 έως 175. Αξίζει να σημειωθεί ότι αναφορά στον βαλτόκυρκος είχε γίνει και στο πλαίσιο προηγούμενων προσφυγών λόγω παραβάσεως, οι οποίες είχαν ασκηθεί κατά της Ιρλανδίας: βλ. προτάσεις του γενικού εισαγγελέα A. La Pergola στην υπόθεση Επιτροπή κατά Ιρλανδίας (C‑392/96, EU:C:1998:612, σημείο 45)· καθώς και κατά της Γαλλίας: βλ. απόφαση της 7ης Δεκεμβρίου 2000, Επιτροπή κατά Γαλλίας (C‑374/98, EU:C:2000:670, σκέψη 16), και προτάσεις του γενικού εισαγγελέα S. Alber στην υπόθεση Επιτροπή κατά Γαλλίας (C‑374/98, EU:C:2000:86, σημείο 35).

( 15 ) Στις γραπτές παρατηρήσεις τους, η ESB Wind Development και η Coillte δηλώνουν ότι η ηλεκτρική ενέργεια η οποία παράγεται από το αιολικό πάρκο θα παρέχεται στο εθνικό δίκτυο ηλεκτρικής ενέργειας και θα αντικαταστήσει την ηλεκτρική ενέργεια από ορυκτά καύσιμα, στο πλαίσιο της δεσμεύσεως της Ιρλανδικής Κυβερνήσεως για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής και για μείωση της εκπομπής αερίων θερμοκηπίου.

( 16 ) Γενικώς, το δάσος χαρακτηρίζεται ως κλειστής κομοστέγης όταν οι κορυφές των δένδρων αλληλεπικαλύπτονται, ώστε να σχηματίζουν στην πράξη μια συνεχόμενη στρώση, ενώ στο δάσος ανοικτής κομοστέγης τα δένδρα είναι σε μεγαλύτερη απόσταση μεταξύ τους, οπότε αφήνουν διαστήματα από όπου περνάει το φως του ήλιου. Βλ. π.χ. Michael Allaby, επιμ., A Dictionary of Plant Sciences (τρίτη έκδοση, Oxford University Press, 2012 και 2013).

( 17 ) Σύμφωνα με το παράρτημα, το ΣΔΕΟ έχει τρεις κύριους αντικειμενικούς στόχους: 1) να αποκαταστήσει εκτάσεις αποψιλωμένου τυρφώνα και υγρού λειμώνα (που είναι οι φυσικοί οικότοποι της περιοχής) σε δύο συγκεκριμένες τοποθεσίες εντός του τόπου· 2) να παράσχει εκτάσεις βέλτιστου οικοτόπου για τους βαλτόκυρκους, τη σκωτική βαλτοχιονόκοτα και άλλα άγρια ζώα εντός του τόπου όσο υφίσταται το έργο· και 3) να εξασφαλίσει ότι θα υπάρχει διάδρομος που θα συνδέει περιοχές κατάλληλου οικοτόπου τυρφώνα για τους βαλτόκυρκους.

( 18 ) Βλ. σημεία 56 και 57 των προτάσεών μου.

( 19 ) Απόφαση της 11ης Απριλίου 2013, Sweetman κ.λπ. (C‑258/11, EU:C:2013:220) (στο εξής: απόφαση Sweetman).

( 20 ) Απόφαση της 15ης Μαΐου 2014, Briels κ.λπ. (C‑521/12, EU:C:2014:330) (στο εξής: απόφαση Briels).

( 21 ) Απόφαση της 21ης Ιουλίου 2016, Orleans κ.λπ. (C‑387/15 και C‑388/15, EU:C:2016:583) (στο εξής: απόφαση Orleans).

( 22 ) Απόφαση της 26ης Απριλίου 2017, Επιτροπή κατά Γερμανίας (C‑142/16, EU:C:2017:301).

( 23 ) Επισημαίνω ότι στο υποβληθέν προδικαστικό ερώτημα δεν γίνεται λόγος για τις πιθανές επιπτώσεις του αιολικού πάρκου σε σχέση με την κατασκευαστική δραστηριότητα και τον κίνδυνο προσκρούσεως μολονότι το παράρτημα αναφέρεται σε αυτές (βλ. σημεία 26, 27 και 30 των προτάσεών μου). Συνεπώς, δεν θα τις αναλύσω περαιτέρω.

( 24 ) Βλ. π.χ. απόφαση της 24ης Νοεμβρίου 2011, Επιτροπή κατά Ισπανίας (C‑404/09, EU:C:2011:768, σκέψη 97 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

( 25 ) Προτάσεις της γενικής εισαγγελέα E. Sharpston στην υπόθεση Sweetman (C‑258/11, EU:C:2012:743, σημεία 41 έως 45).

( 26 ) Βλ. π.χ. απόφαση Orleans, σκέψη 32 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία.

( 27 ) Βλ. π.χ. απόφαση Orleans, σκέψεις 43 και 44.

( 28 ) Βλ. π.χ. απόφαση Orleans, σκέψη 46 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία. Βλ., επίσης, τις προτάσεις της γενικής εισαγγελέα E. Sharpston στην υπόθεση Sweetman, σημεία 45 έως 51.

( 29 ) Βλ. π.χ. απόφαση Επιτροπή κατά Γερμανίας, σκέψη 33 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία. Η υπογράμμιση δική μου. Βλ., επίσης, π.χ. απόφαση Briels, σκέψη 27 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία, καθώς και τις προτάσεις του γενικού εισαγγελέα Y. Bot στην υπόθεση Επιτροπή κατά Πολωνίας (C‑441/17, EU:C:2018:80, σημείο 154).

( 30 ) Βλ. π.χ. απόφαση Επιτροπή κατά Γερμανίας, σκέψη 42 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία.

( 31 ) Βλ. π.χ. απόφαση της 7ης Σεπτεμβρίου 2004, Waddenvereniging και Vogelsbeschermingvereniging (C‑127/02, EU:C:2004:482, σκέψεις 57 και 58).

( 32 ) Βλ. π.χ. απόφαση Orleans, σκέψη 54 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία. Η υπογράμμιση δική μου.

( 33 ) Ο όρος «μέτρα αμβλύνσεως» χρησιμοποιείται στη βιβλιογραφία και σε κείμενα της ΕΕ, ιδίως δε στους ερμηνευτικούς οδηγούς της Επιτροπής σχετικά με το άρθρο 6 της οδηγίας για τους οικοτόπους, οι οποίοι υπάρχουν διαθέσιμοι στην ιστοσελίδα http://ec.europa.eu/environment/nature/natura2000/management/guidance_en.htm.

( 34 ) Απόφαση Orleans, σκέψη 57. Βλ. επίσης απόφαση της 12ης Απριλίου 2018, People Over Wind and Sweetman (C‑323/17, EU:C:2018:244, σκέψη 25).

( 35 ) Απόφαση Briels, σκέψη 33· απόφαση Orleans, σκέψη 58.

( 36 ) Βλ. απόφαση Briels, σκέψη 29, και προτάσεις της γενικής εισαγγελέα E. Sharpston στην υπόθεση Briels (C‑521/12, EU:C:2014:113, σημεία 29 έως 36 και 46 έως 51). Βλ., επίσης, π.χ. τον ερμηνευτικό οδηγό της Επιτροπής σχετικά με το άρθρο 6, παράγραφος 4, της οδηγίας 92/43/ΕΟΚ για τους οικοτόπους (2007/2012), διαθέσιμο στον σύνδεσμο που παρατέθηκε στην υποσημείωση 33, σημείο 1.4. Σύμφωνα με το άρθρο 6, παράγραφος 4, της οδηγίας για τους οικοτόπους, αν, παρά τα αρνητικά συμπεράσματα της εκτιμήσεως ως προς τις επιπτώσεις στον τόπο, και ελλείψει εναλλακτικών λύσεων, ένα σχέδιο πρέπει να πραγματοποιηθεί για άλλους επιτακτικούς λόγους σημαντικού δημοσίου συμφέροντος, οι αρχές του κράτους μέλους πρέπει να λάβουν κάθε αναγκαίο «αντισταθμιστικό μέτρο» ώστε να εξασφαλισθεί η προστασία της συνολικής συνοχής του Natura 2000 και να ενημερώσουν την Επιτροπή σχετικά με τα αντισταθμιστικά μέτρα που έλαβαν. Επομένως, οι εθνικές αρχές μπορούν να παρέχουν έγκριση δυνάμει του άρθρου 6, παράγραφος 4, μόνον εφόσον συντρέχουν οι προϋποθέσεις που προβλέπει η διάταξη αυτή. Βλ. π.χ. απόφαση Orleans, σκέψεις 60 έως 63 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία.

( 37 ) Απόφαση Sweetman, σκέψεις 11 έως 12 και 26.

( 38 ) Απόφαση Sweetman, σκέψη 39. Η υπογράμμιση δική μου. Βλ., επίσης, π.χ. αποφάσεις Briels, σκέψη 21, και Orleans, σκέψη 47.

( 39 ) Απόφαση Sweetman, σκέψη 45.

( 40 ) Απόφαση Sweetman, σκέψη 45.

( 41 ) Απόφαση Sweetman, σκέψεις 46 έως 48.

( 42 ) Απόφαση Briels, σκέψεις 9 και 10.

( 43 ) Απόφαση Briels, σκέψεις 12, 13 και 18.

( 44 ) Απόφαση Briels, σκέψη 31.

( 45 ) Απόφαση Briels, σκέψη 32. Βλ., επίσης, π.χ. απόφαση Orleans, σκέψη 52.

( 46 ) Απόφαση Briels, σκέψη 32.

( 47 ) Προτάσεις της γενικής εισαγγελέα E. Sharpston στην υπόθεση Briels, σημείο 40.

( 48 ) Προτάσεις της γενικής εισαγγελέα E. Sharpston στην υπόθεση Briels, σημεία 41 και 42.

( 49 ) Απόφαση Orleans, σκέψεις 11 έως 16, 20, 21 και 30.

( 50 ) Απόφαση Orleans, σκέψεις 37 και 55.

( 51 ) Απόφαση Orleans, σκέψη 55.

( 52 ) Απόφαση Orleans, σκέψη 56.

( 53 ) Απόφαση Orleans, σκέψη 59.

( 54 ) Απόφαση Επιτροπή κατά Γερμανίας, σκέψεις 9 και 14.

( 55 ) Απόφαση Επιτροπή κατά Γερμανίας, σκέψεις 6 και 7.

( 56 ) Απόφαση Επιτροπή κατά Γερμανίας, σκέψη 36.

( 57 ) Απόφαση Επιτροπή κατά Γερμανίας, σκέψη 37.

( 58 ) Απόφαση Επιτροπή κατά Γερμανίας, σκέψεις 35 και 38.

( 59 ) Βλ. σημείο 12 των προτάσεών μου. Βλ. επίσης, συναφώς, «Commission-funded Case studies compilation report on the Article 6.3 permit procedure under the Habitats Directive» (Ιούνιος 2013), διαθέσιμο στην υποσημείωση 33, «Case Study 1:Adopting a systematic approach to the screening and AA [Appropriate Assessment] of plans and projects relating to forest activities» (Ιρλανδία), σ. 10 (το οποίο επισημαίνει ότι ο βαλτόκυρκος αποτελεί ένα από τα βασικά είδη τα οποία βρίσκονται σε περιοχές όπου είναι σημαντική η λήψη αποφάσεων σχετικών με τη δασοκομία και «εξακολουθ[εί] να βρίσκεται σε κίνδυνο, με τον [βαλτόκυρκο] σε ύφεση σε ΖΕΠ»).

( 60 ) Βλ. π.χ. απόφαση της 14ης Οκτωβρίου 2010, Επιτροπή κατά Αυστρίας (C‑535/07, EU:C:2010:602, σκέψη 57 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

( 61 ) Βλ. π.χ. απόφαση της 24ης Νοεμβρίου 2016, Επιτροπή κατά Ισπανίας (C‑461/14, EU:C:20106:895, σκέψη 83 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία). Βλ., επίσης, προτάσεις του γενικού εισαγγελέα N. Wahl στην υπόθεση Επιτροπή κατά Ισπανίας (C‑461/14, EU:C:2016:110, σημείο 72).

( 62 ) Ερμηνευτικός οδηγός της Επιτροπής, «Wind energy developments and Natura 2000» (2011), διαθέσιμος στην υποσημείωση 33, παράρτημα II. Αξίζει να σημειωθεί ότι ο εν λόγω οδηγός σχετίζεται με το πρόσφατο ερευνητικό έργο «Windharrier – Interactions between hen harriers and wind turbines» (2012-2014) το οποίο αφορά ιδιαίτερα προβλήματα με τους βαλτόκυρκους και την αιολική ενέργεια στην Ιρλανδία, διαθέσιμο στην ιστοσελίδα https://www.ucc.ie/en/forestecology/research/windharrier/.