20.6.2016   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 222/32


Προσφυγή της 29ης Απριλίου 2016 – Banca Tercas κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-196/16)

(2016/C 222/40)

Γλώσσα διαδικασίας: η ιταλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Tercas-Cassa di risparmio della provincia di Teramo SpA (Banca Tercas SpA) (Teramo, Ιταλία) (εκπρόσωποι: A. Santa Maria, M. Crisostomo, E. Gambaro, F. Mazzocchi, δικηγόροι)

Καθής: Ευρωπαϊκή Επιτροπή

Αιτήματα

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:

να ακυρώσει την απόφαση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής C(2015) 9526 τελικό της 23ης Δεκεμβρίου 2015, η οποία κοινοποιήθηκε στην προσφεύγουσα στις 22 Φεβρουαρίου 2016, σχετικά με την κρατική ενίσχυση SA.39451 (2015/C) (πρώην 2015/NN) την οποία έθεσε σε εφαρμογή η Ιταλία υπέρ της Banca Tercas (Cassa di risparmio della Provincia di Teramo S.p.A.)·

επικουρικώς, για τους λόγους που εκτίθενται στον έβδομο λόγο ακυρώσεως, να ακυρώσει τα άρθρα 2, 3 και 4 της προαναφερθείσας αποφάσεως·

να καταδικάσει την Επιτροπή στα δικαστικά έξοδα.

Λόγοι και κύρια επιχειρήματα

Η απόφαση η οποία αποτελεί αντικείμενο της παρούσας προσφυγής είναι η ίδια με την προσβαλλόμενη στο πλαίσιο της υποθέσεως T-98/16, Ιταλία κατά Επιτροπής.

Προς στήριξη της προσφυγής της, η προσφεύγουσα προβάλλει επτά λόγους.

1.

Με τον πρώτο λόγο ακυρώσεως, η Banca Tercas (στο εξής: προσφεύγουσα ή Tercas) προβάλλει παράβαση και εσφαλμένη εφαρμογή εκ μέρους της Επιτροπής του άρθρου 107, παράγραφος 1, ΣΛΕΕ και του άρθρου 296 ΣΛΕΕ λόγω ελλιπούς και/ή ανεπαρκούς αιτιολογίας όσον αφορά την απαίτηση για συνδρομή των προϋποθέσεων περί των στοιχείων που αποτελούν «κρατικούς πόρους» και του «καταλογισμού στο Δημόσιο» καθόσον η Επιτροπή δίνει στην ανάλυση του κριτηρίου των κρατικών πόρων προβάδισμα έναντι του κριτηρίου του καταλογισμού και καθόσον παρέλειψε να εξακριβώσει χωριστώς εάν πληρούται η απαίτηση περί κρατικών πόρων, στοιχείο συστατικό των κρατικών ενισχύσεων κατά την έννοια του άρθρου 107, παράγραφος 1, ΣΛΕΕ.

2.

Με τον δεύτερο λόγο ακυρώσεως, η προσφεύγουσα προβάλλει παράβαση και εσφαλμένη εφαρμογή του άρθρου 107, παράγραφος 1, ΣΛΕΕ εκ μέρους της Επιτροπής καθόσον εκτίμησε εσφαλμένως τη χρήση των κρατικών πόρων στην οποία προέβη το Fondo di Garanzia di Tutela dei Depositi (στο εξής: Fondo ή FITD). Σύμφωνα με την προσφεύγουσα, η Επιτροπή υπέπεσε σε πρόδηλη πλάνη εκτιμήσεως καθόσον οι πόροι του FITD δεν μπορούν να θεωρηθούν, βάσει των κριτηρίων που έχει αναπτύξει με τη νομολογία του το Δικαστήριο της ΕΕ, ότι βρίσκονται υπό κρατικό έλεγχο ή στη διάθεση του ιταλικού Δημοσίου. Ο ιταλός νομοθέτης παραπέμπει στην πλήρη συμβατική αυτοτέλεια των συστημάτων εγγυήσεως όσον αφορά τον ορισμό του αντικειμένου, του πεδίου εφαρμογής και των λεπτομερειών εφαρμογής των εναλλακτικών παρεμβάσεων της αποζημιώσεως των καταθετών. Κατά το άρθρο 29 του κανονισμού του, το Fondo δύναται να θέσει σε εφαρμογή εναλλακτικές παρεμβάσεις όταν αναμένεται ελάχιστη επιβάρυνση σε σχέση με εκείνη που θα προέκυπτε από την εκκαθάριση επιχειρήσεως, οι δε παρεμβάσεις αυτές ανταποκρίνονται κυρίως στα ιδιωτικά συμφέροντα των συνδεδεμένων τραπεζών και δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι έχουν δημόσια αποστολή.

3.

Με τον τρίτο λόγο ακυρώσεως η προσφεύγουσα προβάλλει παράβαση και εσφαλμένη εφαρμογή του άρθρου 107, παράγραφος 1, ΣΛΕΕ καθόσον η Επιτροπή κρίνει ότι τα μέτρα υπέρ της Tercas μπορούν να καταλογισθούν στο ιταλικό Δημόσιο. Υποστηρίζει συναφώς ότι το FITD παρενέβη οικειοθελώς και ότι η θέση της Επιτροπής κατά την οποία η Banca d’Italia αποτελεί όργανο διαχειρίσεως των (φερόμενων ως) δημόσιων πόρων είναι εσφαλμένη και δεν αντιστοιχεί στις πραγματικές αρμοδιότητες της κεντρικής τράπεζας σύμφωνα με το ιταλικό δίκαιο. Σκοπός της δραστηριότητας της Banca d’Italia είναι η διασφάλιση της τηρήσεως του κανόνα της χρηστής και συνετής διαχειρίσεως, βάσει απλής εξετάσεως της κανονικότητας και νομιμότητας, χωρίς να θίγονται οι επιλογές που ανάγονται στην ιδιωτική αυτοτέλεια των προσώπων επί των οποίων η Banca d’Italia ασκεί τον εποπτικό της έλεγχο. Επίσης, οι συγκεκριμένες ενδείξεις περί παρεμβάσεως εκ μέρους των δημόσιων αρχών τις οποίες επισήμανε η Επιτροπή, όσον αφορά την παρέμβαση υπέρ της Tercas, είναι προδήλως απρόσφορες να τεκμηριώσουν τα συμπεράσματα της Επιτροπής.

4.

Με τον τέταρτο λόγο ακυρώσεως η προσφεύγουσα προβάλλει παράβαση του άρθρου 107, παράγραφος 1, ΣΛΕΕ καθόσον αφορά εσφαλμένη και ανακριβή ερμηνεία του κριτηρίου του ιδιώτη επιχειρηματία που λειτουργεί σε οικονομία αγοράς. Υποστηρίζει συναφώς ότι η Επιτροπή δεν εξακρίβωσε αν η παρέμβαση του FITD πληροί ή όχι το κριτήριο της οικονομικής ορθολογικότητας, δεδομένων των πραγματικών στοιχείων που εξετάσθηκαν με σχολαστικότητα από το FITD στο πλαίσιο της προβλέψεως των διαφόρων δυνατών εκδοχών παρεμβάσεως. Ειδικότερα, προσάπτει στην Επιτροπή ότι δεν εξακρίβωσε αν, υπό ανάλογες περιστάσεις, ιδιώτης επιχειρηματίας μεγέθους συγκρίσιμου προς το μέγεθος του FITD θα μπορούσε να προβεί σε οικονομικές πράξεις παρόμοιας κλίμακας με εκείνες τις οποίες του καταλογίζει. Τέλος, η εξαίρεση των δαπανών για την αποζημίωση των καταθετών από την εφαρμογή του κριτηρίου του ιδιώτη επενδυτή –ως έκφραση των υποχρεώσεων που το κράτος οφείλει να αναλαμβάνει ως δημόσια αρχή– δεν είναι εν προκειμένω αιτιολογημένη και δεν συνάδει με την πλέον πρόσφατη νομολογία του Δικαστηρίου της ΕΕ.

5.

Με τον πέμπτο λόγο ακυρώσεως η προσφεύγουσα εκθέτει τους λόγους για τους οποίους η Επιτροπή υπέπεσε σε πρόδηλη πλάνη εκτιμήσεως καθόσον διαπίστωσε ότι τα επίμαχα μέτρα είναι ασύμβατα με την εσωτερική αγορά. Ειδικότερα, η Επιτροπή υπέπεσε σε πλάνη κρίνοντας ότι η απομείωση της οφειλής μειωμένης εξασφαλίσεως, η οποία προβλέπεται αποκλειστικώς στην τραπεζική ανακοίνωση του 2013, συνιστούσε αναγκαία προϋπόθεση προκειμένου να θεωρηθούν τα μέτρα συμβατά με την εσωτερική αγορά. Συγκεκριμένα, η Επιτροπή δεν έλαβε υπόψη ότι δεν υπήρχε νομική δυνατότητα συμμετοχής των δικαιούχων μειωμένης εξασφαλίσεως στις δαπάνες. Περαιτέρω, η Επιτροπή παρέλειψε να συνεκτιμήσει ότι οι δαπάνες παρεμβάσεως είχαν ήδη μειωθεί σημαντικά λόγω του burden sharing. Η συμβατότητα των μέτρων απορρέει επίσης από το σχέδιο για την επιστροφή στην αποδοτικότητα της Tercas και στην ύπαρξη μέτρων προοριζόμενων να περιορίσουν τη φερόμενη στρέβλωση του ανταγωνισμού που ενδεχομένως προέκυπτε από την παρέμβαση του FITD. Ως εκ τούτου, η προσφεύγουσα προβάλλει, επίσης, και πρόδηλη έλλειψη διεξαγωγής έρευνας.

6.

Με τον έκτο λόγο η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι η Επιτροπή υπέπεσε σε πλάνη περί τα πράγματα και προέβη σε εσφαλμένο νομικό χαρακτηρισμό θεωρώντας ότι κατέπεσε η εγγύηση των 30 εκατομμυρίων ευρώ και ότι το μέτρο αυτό συνιστούσε μη επιστρεπτέα συνεισφορά υπέρ της Tercas και, ως εκ τούτου, κρατική ενίσχυση.

7.

Τέλος, επικουρικώς, με τον έβδομο λόγο, η Tercas προβάλλει παράβαση του άρθρου 16, παράγραφος 1, του κανονισμού (ΕΕ) 2015/1589, καθόσον η Επιτροπή υποχρέωσε το ιταλικό κράτος να ανακτήσει την ενίσχυση, παρότι το μέτρο αυτό αντιβαίνει στις γενικές αρχές του δικαίου της Ένωσης περί ασφάλειας δικαίου, δικαιολογημένης εμπιστοσύνης και αναλογικότητας.