19.9.2016 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 343/25 |
Αναίρεση που άσκησε στις 9 Ιουλίου 2016 ο LL κατά της διατάξεως που εξέδωσε το Γενικό Δικαστήριο (έβδομο τμήμα) στις 19 Απριλίου 2016 στην υπόθεση T-615/15, LL κατά Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου
(Υπόθεση C-326/16 P)
(2016/C 343/38)
Γλώσσα διαδικασίας: η λιθουανική
Διάδικοι
Αναιρεσείων: LL (εκπρόσωπος: J. Petrulionis, advokatas)
Αντίδικος κατ’ αναίρεση: Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο
Αιτήματα του αναιρεσείοντος
Ο αναιρεσείων ζητεί από το Δικαστήριο:
— |
να αναιρέσει τη διάταξη που εξέδωσε το Γενικό Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (έβδομο τμήμα) στις 19 Απριλίου 2016 στην υπόθεση T-615/15, με την οποία το Γενικό Δικαστήριο απέρριψε την προσφυγή του αναιρεσείοντος για την ακύρωση, πρώτον, της αποφάσεως D(2014) 15503 του Γενικού Γραμματέα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 17ης Απριλίου 2014, με την οποία του ζητήθηκε να επιστρέψει την αποζημίωση βουλευτικής επικουρήσεως που του είχε καταβληθεί αχρεωστήτως και, δεύτερον, του χρεωστικού σημειώματος 2014-575 της 5ης Μαΐου 2014· |
— |
να αναπέμψει την υπόθεση στο Γενικό Δικαστήριο. |
Λόγοι αναιρέσεως και κύρια επιχειρήματα
Ο αναιρεσείων προβάλλει πέντε λόγους αναιρέσεως:
1. |
Το Γενικό Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης κατά την έκδοση της αναιρεσιβαλλόμενης διατάξεως δεν εξέτασε ούτε εκτίμησε ενδελεχώς, ορθά, αναλυτικά και αντικειμενικά όλα τα γραπτά αποδεικτικά στοιχεία που υποβλήθηκαν με την προσφυγή τα οποία ήταν κρίσιμα για τον ορθό προσδιορισμό της προθεσμίας για την άσκηση της προσφυγής και, κατά συνέπεια, κατέληξε σε συμπεράσματα αντίθετα προς το υλικό της δικογραφίας και το νομικό πλαίσιο που αναφέρθηκε στην προσφυγή, έκρινε δηλαδή ότι «η προσφυγή ασκήθηκε δεκαεπτά και πλέον μήνες μετά την τελευταία ημερομηνία», «… ο προσφεύγων δεν απέδειξε ούτε ανέφερε την ύπαρξη … περιστάσεων που θα επέτρεπαν απόκλιση από την εν λόγω προθεσμία βάσει της δεύτερης παραγράφου του άρθρου 45 του Οργανισμού του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης …» και «… η προσφυγή πρέπει να απορριφθεί ως προδήλως απαράδεκτη επειδή είναι εκπρόθεσμη…». |
2. |
Στην προσβαλλόμενη διάταξη το Γενικό Δικαστήριο δεν εφάρμοσε ορθά το άρθρο 263 της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, παρέβη το άρθρο 72 των μέτρων εφαρμογής του καθεστώτος των βουλευτών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και δεν αξιολόγησε ορθά τις δυνατότητες εφαρμογής του άρθρου 45 του Οργανισμού του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης:
|
3. |
Στην αναιρεσιβαλλόμενη διάταξη το Γενικό Δικαστήριο εφάρμοσε εσφαλμένα το άρθρο 126 του Κανονισμού Διαδικασίας του Γενικού Δικαστηρίου και στο πλαίσιο αυτό αποφάσισε με τη διάταξη να μην προχωρήσει περαιτέρω στη διαδικασία και να απορρίψει την προσφυγή·
|
4. |
Η διάταξη του Γενικού Δικαστηρίου προσέβαλε το δικαίωμα του προσφεύγοντος σε πραγματική προσφυγή και σε δίκαιη δίκη, δικαιώματα τα οποία κατοχυρώνονται στο άρθρο 47, πρώτο και δεύτερο εδάφιο του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, διότι με τη διάταξη αυτή το Γενικό Δικαστήριο παρανόμως και εσφαλμένα απέρριψε την προσφυγή βάσει του άρθρου 126 του Κανονισμού Διαδικασίας ως προδήλως αβάσιμη με την αιτιολογία ότι ήταν εκπρόθεσμη και δεν εξέτασε κατ’ ουσίαν την προσφυγή, τα επιχειρήματα και τους λόγους που περιλάμβανε. |
5. |
Με την αναιρεσιβαλλόμενη διάταξη κακώς το Γενικό Δικαστήριο έκρινε ότι ο αναιρεσείων έπρεπε να φέρει τα δικαστικά έξοδα στα οποία υποβλήθηκε ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου (άρθρο 133 και άρθρο 134, παράγραφος 1, του Κανονισμού Διαδικασίας του Γενικού Δικαστηρίου): με τη διάταξη το Γενικό Δικαστήριο κακώς απέρριψε την προσφυγή βάσει του άρθρου 126 του Κανονισμού Διαδικασίας και, συνεπώς, κακώς έκρινε ότι ο αναιρεσείων έπρεπε να φέρει τα δικαστικά έξοδα στα οποία υποβλήθηκε ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου. Εφόσον η διάταξη του Γενικού Δικαστηρίου αναιρεθεί και η υπόθεση αναπεμφθεί ενώπιον του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου για νέα κρίση, το ζήτημα της κατανομής των δικαστικών εξόδων πρέπει να κριθεί εκ νέου στην απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου και σε περίπτωση που γίνει δεκτή η προσφυγή, το αντίδικο, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, πρέπει να καταδικαστεί στα δικαστικά έξοδα του αναιρεσείοντος (άρθρο 133 και άρθρο 134, παράγραφος 1, του Κανονισμού Διαδικασίας του Γενικού Δικαστηρίου). |