18.7.2016   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 260/35


Αναίρεση που άσκησε στις 26 Μαΐου 2016 η Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατά της αποφάσεως που εξέδωσε το Γενικό Δικαστήριο (δεύτερο τμήμα) στις 16 Μαρτίου 2016 στην υπόθεση T-103/14, Frucona Košice a.s. κατά Ευρωπαϊκής Επιτροπής

(Υπόθεση C-300/16 P)

(2016/C 260/43)

Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

Διάδικοι

Αναιρεσείουσα: Ευρωπαϊκή Επιτροπή (εκπρόσωποι: L. Armati, T. Maxian Rusche, B. Stromsky και K. Walkerová)

Αναιρεσίβλητη: Frucona Košice a.s.

Αιτήματα

Η αναιρεσείουσα ζητεί από το Δικαστήριο:

να αναιρέσει την απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου (δεύτερο τμήμα) της 16ης Μαρτίου 2016 στην υπόθεση T-103/14, Frucona Košice κατά Επιτροπής, η οποία κοινοποιήθηκε αυθημερόν στην Επιτροπή· και

να αποφανθεί το ίδιο επί της προσφυγής και να την απορρίψει ως νόμω αβάσιμη· και

να καταδικάσει την αναιρεσίβλητη, και προσφεύγουσα πρωτοδίκως, στα δικαστικά έξοδα.

Επικουρικώς, η Επιτροπή ζητεί από το Δικαστήριο:

να αναιρέσει την απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου (δεύτερο τμήμα) της 16ης Μαρτίου 2016 στην υπόθεση T-103/14, Frucona Košice κατά Επιτροπής, η οποία κοινοποιήθηκε αυθημερόν στην Επιτροπή· και

να αναπέμψει την υπόθεση στο Γενικό Δικαστήριο προκειμένου αυτό να αποφανθεί επί του δευτέρου, και, κατά το μέτρο που απαιτείται, επί του τρίτου και τετάρτου λόγου ακυρώσεως· και

να επιφυλαχθεί ως προς τα δικαστικά έξοδα τόσο της δίκης ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου όσο και της δίκης ενώπιον του Δικαστηρίου.

Λόγοι αναιρέσεως και κύρια επιχειρήματα

Κατά την Επιτροπή, η αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση πρέπει να αναιρεθεί για τους ακόλουθους λόγους οι οποίοι αφορούν, πρώτον, τη δυνατότητα εφαρμογής του κριτηρίου του ιδιώτη πιστωτή, και, δεύτερον, την εφαρμογή του κριτηρίου του ιδιώτη πιστωτή.

Όσον αφορά τη δυνατότητα εφαρμογής του κριτηρίου του ιδιώτη πιστωτή, η Επιτροπή προβάλλει τρεις λόγους αναιρέσεως. Πρώτον, εσφαλμένη ερμηνεία της προσβληθείσας αποφάσεως· δεύτερον, πλάνη περί το δίκαιο κατά την ερμηνεία του άρθρου 107, παράγραφος 1, ΣΛΕΕ όσον αφορά τη δυνατότητα εφαρμογής του κριτηρίου του ιδιώτη πιστωτή· και, τρίτον, παράβαση δεδικασμένου.

Στην αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση κρίθηκε ότι το κριτήριο του ιδιώτη πιστωτή έχει εφαρμογή ακόμη και όταν το κράτος μέλος υποστηρίζει, στο πλαίσιο της διοικητικής διαδικασίας, βάσει εμπεριστατωμένων επιχειρημάτων ότι η δημόσια αρχή δεν ενήργησε βάσει εκτιμήσεων οι οποίες θα είχαν καθοδηγήσει έναν ιδιώτη επιχειρηματία, ενώ ο ενδιαφερόμενος υποστηρίζει το αντίθετο. Όπως η Επιτροπή αντιλαμβάνεται τη νομολογία, η νομολογία δέχεται ότι η θέση του κράτους μέλους είναι καθοριστικής σημασίας όσον αφορά τη δυνατότητα εφαρμογής του κριτηρίου του ιδιώτη πιστωτή.

Όσον αφορά την εφαρμογή του κριτηρίου του ιδιώτη πιστωτή, η Επιτροπή προβάλλει δύο λόγους αναιρέσεως. Πρώτον, παράβαση του άρθρου 107, παράγραφος 1, ΣΛΕΕ όσον αφορά την εφαρμογή του κριτηρίου του ιδιώτη πιστωτή. Δεύτερον, η Επιτροπή υποστηρίζει ότι το Γενικό Δικαστήριο έσφαλε όσον αφορά την ερμηνεία της υποχρεώσεως επιμελούς και αμερόληπτης εξετάσεως της φερόμενης κρατικής ενισχύσεως σύμφωνα με το άρθρο 107, παράγραφος 1, ΣΛΕΕ.

Κατά την κρίση του Γενικού Δικαστηρίου η Επιτροπή υποχρεούται να προσδιορίσει αυτεπαγγέλτως τη συμπεριφορά του ιδεατού, συνετού και πλήρως ενημερωμένου υποθετικού ιδιώτη πιστωτή. Περαιτέρω, η υποχρέωση αυτή υφίσταται ανεξαρτήτως όσων πράγματι είπε ή έπραξε το συγκεκριμένο κράτος μέλος. Όπως η Επιτροπή αντιλαμβάνεται τη νομολογία, η νομολογία δεν απαιτεί να συγκεντρώσει η ίδια η Επιτροπή τις αποδείξεις και τα πληροφοριακά στοιχεία που θα συγκέντρωνε ο συνετός ιδιώτης πιστωτής πριν η Επιτροπή διαμορφώσει την εκτίμησή της όταν η συγκεκριμένη δημόσια αρχή δεν το έχει πράξει. Αντιθέτως, το καθήκον της περιορίζεται στο να διαπιστώσει αν η δημόσια αρχή, με βάση τη συμπεριφορά της, καθώς και τις αποδείξεις και τα πληροφοριακά στοιχεία που είχε πράγματι στη διάθεσή της κατά τη λήψη της αποφάσεώς της, ενήργησε ως ιδιώτης πιστωτής σε μια κατάσταση κατά το δυνατόν πλησιέστερη εκείνης στην οποία η δημόσια αρχή βρίσκεται όταν λαμβάνει την απόφαση να λάβει το επίμαχο μέτρο.