2.5.2016   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 156/22


Αίτηση προδικαστικής αποφάσεως την οποία υπέβαλε το Tribunale Ordinario di Venezia (Ιταλία) στις 29 Ιανουαρίου 2016 — Vinyls Italia SpA, σε πτώχευση, κατά Mediterranea di navigazione SpA

(Υπόθεση C-54/16)

(2016/C 156/31)

Γλώσσα διαδικασίας: η ιταλική

Αιτούν δικαστήριο

Tribunale Ordinario di Venezia

Διάδικοι στην υπόθεση της κύριας δίκης

Ενάγουσα: Vinyls Italia SpA, σε πτώχευση

Εναγόμενη: Mediterranea di navigazione SpA

Προδικαστικά ερωτήματα

1)

Μήπως η «απόδειξη» που το άρθρο 13 του κανονισμού (ΕΚ) 1346/2000 (1) επιβάλλει σε όποιον ωφελήθηκε από δικαιοπραξία επιβλαβή για το σύνολο των πιστωτών, προκειμένου αυτός να αντιταχθεί στην προσβολή της δικαιοπραξίας σύμφωνα με τις διατάξεις της lex fori concursus, συνεπάγεται την υποχρέωση να προβάλει δικονομική ένσταση εν στενή εννοία, εντός των προθεσμιών που δικονομικού δικαίου του επιληφθέντος δικαστηρίου, επικαλούμενος την εξαιρετική διάταξη του κανονισμού και αποδεικνύοντας τη συνδρομή των δύο προϋποθέσεων που απαιτούνται από τη διάταξη αυτή;

ή

Έχει το άρθρο 13 του κανονισμού (ΕΚ) 1346/2000 εφαρμογή όταν ο ενδιαφερόμενος διάδικος ζήτησε την εφαρμογή του κατά τη διάρκεια της δίκης, έστω και καθ’ υπέρβαση των προθεσμιών που ορίζονται από το δικονομικό δίκαιο του επιληφθέντος δικαστηρίου για την προβολή δικονομικών ενστάσεων ή ακόμη και αυτεπαγγέλτως, υπό την προϋπόθεση ότι ο ενδιαφερόμενος διάδικος έχει αποδείξει ότι η επιβλαβής δικαιοπραξία διέπεται από τη lex causae άλλου κράτους μέλους, του οποίου το δίκαιο δεν προβλέπει εν προκειμένω κανένα μέσο προσβολής της δικαιοπραξίας αυτής;

2)

Μήπως η επίκληση του κατά το άρθρο 13 του κανονισμού (ΕΚ) 1346/2000 κανόνα της lex causae, προκειμένου να αποδειχθεί ότι «το δίκαιο αυτό δεν παρέχει στη συγκεκριμένη περίπτωση κανένα μέσο προσβολής της δικαιοπραξίας αυτής», πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι ο διάδικος που φέρει το βάρος αποδείξεως πρέπει να αποδείξει ότι εν προκειμένω η lex causae δεν προβλέπει, κατά τρόπο γενικό και αφηρημένο, κανένα μέσο προσβολής δικαιοπραξίας, όπως αυτή που στην παρούσα υπόθεση θεωρήθηκε επιβλαβής —δηλαδή η πληρωμή συμβατικής οφειλής— ή πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι ο διάδικος που φέρει το βάρος αποδείξεως πρέπει να αποδείξει ότι, αν η lex causae επιτρέπει την προσβολή μιας τέτοιας δικαιοπραξίας, δεν πληρούνται οι συγκεκριμένες προϋποθέσεις που απαιτούνται για να μπορέσει εν προκειμένω μια τέτοια προσβολή να τελεσφορήσει και που είναι διαφορετικές από εκείνες της lex fori concursus;

3)

Δύναται το εξαιρετικό καθεστώς που προβλέπεται από το άρθρο 13 του κανονισμού (ΕΚ) 1346/2000 —λαμβανομένης υπόψη της ratio του καθεστώτος αυτού που είναι η προστασία της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης των αντισυμβαλλομένων ως προς τη σταθερότητα της δικαιοπραξίας σύμφωνα με τη lex causae— να εφαρμοστεί ακόμη και όταν οι συμβαλλόμενοι εδρεύουν στο ίδιο κράτος μέλος, το δίκαιο του οποίου, ως εκ τούτου, προορίζεται με προβλέψιμο τρόπο να καταστεί lex fori concursus, σε περίπτωση αφερεγγυότητας ενός εξ αυτών, και οι συμβαλλόμενοι, μέσω συμβατικής ρήτρας ορίζουσας ως εφαρμοστέο το δίκαιο άλλου κράτους μέλους, εξαιρούν την ανάκληση των πράξεων εκτελέσεως της πιο πάνω συμβάσεως από την εφαρμογή των κανόνων της lex fori concursus, από τους οποίους δεν επιτρέπεται παρέκκλιση και οι οποίοι θεσπίστηκαν για την προστασία της αρχής της ίσης μεταχειρίσεως των πιστωτών, και τούτο εις βάρος του συνόλου των πιστωτών σε περίπτωση αφερεγγυότητας;

4)

Πρέπει το άρθρο 1, παράγραφος 1, του κανονισμού (ΕΚ) 593/2008 να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι, για τους σκοπούς εφαρμογής του κανονισμού αυτού, στις «περιπτώσεις που εμπεριέχουν σύγκρουση νόμων» περιλαμβάνεται η περίπτωση όπου σύμβαση ναυλώσεως συνήφθη σε κράτος μέλος μεταξύ εταιριών που εδρεύουν στο ίδιο κράτος μέλος και περιέχει ρήτρα ορίζουσα ως εφαρμοστέο το δίκαιο άλλου κράτους μέλους;

5)

Σε περίπτωση καταφατικής απαντήσεως στο τέταρτο ερώτημα, πρέπει το άρθρο 3, παράγραφος 3, του κανονισμού (ΕΚ) 593/2008, σε συνδυασμό με το άρθρο 13 του κανονισμού (ΕΚ) 1346/2000, να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι η επιλογή των συμβαλλομένων να υπαγάγουν σύμβαση στο δίκαιο κράτους μέλους άλλου από εκείνο στο οποίο εντοπίζονται «όλα τα άλλα σχετικά με την περίπτωση δεδομένα» δεν θίγει την εφαρμογή των κανόνων του δικαίου του τελευταίου κράτους μέλους, από τους οποίους δεν επιτρέπεται παρέκκλιση και οι οποίοι έχουν εφαρμογή, ως lex fori concursus, για να μπορέσουν να προσβληθούν δικαιοπραξίες που πραγματοποιήθηκαν πριν από την κατάσταση αφερεγγυότητας, με αποτέλεσμα να υπερισχύουν της εξαιρετικής διατάξεως του άρθρου 13 του κανονισμού (ΕΚ) 1346/2000;


(1)  Κανονισμός (ΕΚ) 1346/2000 του Συμβουλίου, της 29ης Μαΐου 2000, περί των διαδικασιών αφερεγγυότητας (ΕΕ L 160, σ. 1).