Υπόθεση C-546/16

Montte S.L.

κατά

Musikene

(αίτηση του Órgano Administrativo de Recursos Contractuales de la Comunidad Autónoma de Euskadi για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως)

«Προδικαστική παραπομπή – Άρθρο 267 ΣΛΕΕ – Αρμοδιότητα του Δικαστηρίου – Ιδιότητα του αιτούντος οργάνου ως δικαστηρίου – Οδηγία 2014/24/ΕΕ – Διαδικασίες σύναψης δημοσίων συμβάσεων – Ανοιχτή διαδικασία – Κριτήρια ανάθεσης – Τεχνική αξιολόγηση – Κατώτατη βαθμολογία – Αξιολόγηση βάσει της τιμής»

Περίληψη – Απόφαση του Δικαστηρίου (τέταρτο τμήμα)
της 20ής Σεπτεμβρίου 2018

  1. Προδικαστικά ερωτήματα – Παραπομπή ζητήματος στο Δικαστήριο – Εθνικό δικαστήριο κατά το άρθρο 267 ΣΛΕΕ – Έννοια – Órgano Administrativo de Recursos Contractuales de la Comunidad Autónoma de Euskadi (διοικητικό όργανο της Αυτόνομης Κοινότητας της Χώρας των Βάσκων για τις προσφυγές κατά διοικητικών αποφάσεων στον τομέα των δημοσίων συμβάσεων) – Εμπίπτει

    (Άρθρο 267 ΣΛΕΕ)

  2. Προσέγγιση των νομοθεσιών – Διαδικασίες συνάψεως δημοσίων συμβάσεων έργων, προμηθειών και υπηρεσιών – Οδηγία 2014/24 – Ανάθεση συμβάσεων – Ανοιχτή διαδικασία – Κριτήρια αναθέσεως – Εθνική ρύθμιση που επιτρέπει στις αναθέτουσες αρχές να απορρίπτουν ήδη σε πρώτο χρόνο τις προσφορές που δεν επιτυγχάνουν στο πλαίσιο της τεχνικής αξιολόγησης την κατώτατη βαθμολογία που απαιτείται βάσει της συγγραφής υποχρεώσεων – Επιτρέπεται

    (Οδηγία 2014/24 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρο 67)

  3. Προσέγγιση των νομοθεσιών – Διαδικασίες συνάψεως δημοσίων συμβάσεων έργων, προμηθειών και υπηρεσιών – Οδηγία 2014/24 – Ανάθεση συμβάσεων – Ανοιχτή διαδικασία – Κριτήρια αναθέσεως – Δυνατότητα της αναθέτουσας αρχής να περιορίζει τον αριθμό των προς διαπραγμάτευση προσφορών ή των προς συζήτηση λύσεων – Εθνική ρύθμιση που επιτρέπει στις αναθέτουσες αρχές να απορρίπτουν ήδη σε πρώτο χρόνο τις προσφορές που δεν επιτυγχάνουν στο πλαίσιο της τεχνικής αξιολόγησης την κατώτατη βαθμολογία που απαιτείται βάσει της συγγραφής υποχρεώσεων – Επιτρέπεται

    (Οδηγία 2014/24 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρα 29 § 6, 30 § 4 και 66)

  1.  Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

    (βλ. σκέψεις 21-25)

  2.  Η οδηγία 2014/24/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Φεβρουαρίου 2014, σχετικά με τις δημόσιες προμήθειες και την κατάργηση της οδηγίας 2004/18/ΕΚ, έχει την έννοια ότι δεν αντιτίθεται σε εθνική νομοθεσία, όπως η επίμαχη στην κύρια δίκη, η οποία επιτρέπει στις αναθέτουσες αρχές να επιβάλλουν, με τη συγγραφή υποχρεώσεων δημόσιας σύμβασης με ανοιχτή διαδικασία, ελάχιστες απαιτήσεις ως προς την τεχνική αξιολόγηση, κατά τρόπο ώστε οι υποβαλλόμενες προσφορές που δεν επιτυγχάνουν ένα προκαθορισμένο κατώτατο όριο βαθμολογίας μετά την εξέταση αυτή να αποκλείονται από τη μεταγενέστερη αξιολόγηση η οποία στηρίζεται τόσο στα τεχνικά κριτήρια όσο και στην τιμή.

    Προς τούτο, όπως υποστήριξε η Επιτροπή με τις γραπτές παρατηρήσεις της, το άρθρο 67 της οδηγίας 2014/24 δεν αποκλείει τη δυνατότητα, στο στάδιο ανάθεσης της σύμβασης, να απορριφθούν ήδη σε πρώτο χρόνο οι προσφορές που δεν επιτυγχάνουν την προκαθορισμένη κατώτατη βαθμολογία κατά την τεχνική αξιολόγηση. Συναφώς, προκύπτει ότι προσφορά που δεν επιτυγχάνει την κατώτατη αυτή βαθμολογία δεν ανταποκρίνεται, κατ’ αρχήν, στις ανάγκες της αναθέτουσας αρχής και δεν πρέπει να συνεκτιμηθεί στο πλαίσιο του προσδιορισμού της πλέον συμφέρουσας από οικονομική άποψη προσφοράς. Επομένως, στην περίπτωση αυτή, η αναθέτουσα αρχή δεν υποχρεούται να καθορίσει εάν η τιμή μιας τέτοιας προσφοράς είναι κατώτερη από εκείνη των μη απορριφθεισών προσφορών που επιτυγχάνουν την εν λόγω βαθμολογία και, ως εκ τούτου, ανταποκρίνονται στις ανάγκες της αναθέτουσας αρχής. Στο πλαίσιο αυτό, πρέπει ακόμη να διευκρινιστεί ότι, σε περίπτωση που η ανάθεση της σύμβασης πραγματοποιείται μετά την τεχνική αξιολόγηση, η αναθέτουσα αρχή θα πρέπει οπωσδήποτε να λάβει υπόψη την τιμή των προσφορών που επιτυγχάνουν την ελάχιστη βαθμολογία από τεχνικής άποψης.

    (βλ. σκέψεις 32, 33, 39, διατακτ. 1

  3.  Το άρθρο 66 της οδηγίας 2014/24 έχει την έννοια ότι δεν αντιτίθεται σε εθνική νομοθεσία, όπως η επίμαχη στην κύρια δίκη, η οποία επιτρέπει στις αναθέτουσες αρχές να επιβάλλουν, με τη συγγραφή υποχρεώσεων δημόσιας σύμβασης με ανοιχτή διαδικασία, ελάχιστες απαιτήσεις ως προς την τεχνική αξιολόγηση, κατά τρόπο ώστε οι υποβαλλόμενες προσφορές που δεν επιτυγχάνουν ένα προκαθορισμένο κατώτατο όριο βαθμολογίας μετά την εξέταση αυτή να αποκλείονται από τα επόμενα στάδια ανάθεσης της σύμβασης, τούτο δε ανεξαρτήτως του αριθμού των εναπομένοντων προσφερόντων.

    Συναφώς, εφόσον εν προκειμένω έχουν εφαρμοστεί ορθώς οι προϋποθέσεις που θέτει η οδηγία 2014/24, ιδίως με τα άρθρα 18 και 67, πρέπει να γίνει δεκτό ότι η αναθέτουσα αρχή έχει εξασφαλίσει πραγματικό ανταγωνισμό. Επιπλέον, πρέπει εκ προοιμίου να διευκρινιστεί ότι, ακόμη και αν, μετά την τεχνική αξιολόγηση, απομένει μία μόνον προσφορά προς αξιολόγηση από την αναθέτουσα αρχή, η τελευταία ουδόλως υποχρεούται να την κάνει δεκτή (βλ., κατ’ αναλογία, απόφαση της 16ης Σεπτεμβρίου 1999, Fracasso και Leitschutz, C-27/98, EU:C:1999:420, σκέψεις 32 έως 34). Υπό τις συνθήκες αυτές, σε περίπτωση που η αναθέτουσα αρχή θεωρήσει ότι η διαδικασία σύναψης της δημόσιας σύμβασης χαρακτηρίζεται, λαμβανομένων υπόψη των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών και του αντικειμένου της οικείας σύμβασης, από έλλειψη πραγματικού ανταγωνισμού, έχει την ευχέρεια να τερματίσει τη διαδικασία αυτή και, εφόσον χρειαστεί, να κινήσει νέα διαδικασία με διαφορετικά κριτήρια ανάθεσης.

    Είναι βεβαίως αληθές ότι, κατά το άρθρο 66 της οδηγίας 2014/24, όταν οι αναθέτουσες αρχές κάνουν χρήση της δυνατότητας περιορισμού του αριθμού των προς διαπραγμάτευση προσφορών κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 29, παράγραφος 6, της οδηγίας αυτής, ή των προς συζήτηση λύσεων, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 30, παράγραφος 4, της ίδιας οδηγίας, πρέπει να προβαίνουν στον περιορισμό αυτόν μέσω εφαρμογής των κριτηρίων ανάθεσης που αναφέρονται στα έγγραφα της διαδικασίας σύναψης σύμβασης, κατά τρόπο ώστε ο αριθμός των επιλεγόμενων προσφορών στην τελική φάση να καθιστά δυνατή τη διασφάλιση συνθηκών πραγματικού ανταγωνισμού, εφόσον υπάρχει επαρκής αριθμός προσφορών που πληρούν τις απαραίτητες προϋποθέσεις. Ωστόσο, για τους λόγους που εκτίθενται στη σκέψη 37 της παρούσας απόφασης, η υπόθεση της κύριας δίκης αφορά κατάσταση διαφορετική από τις αναφερόμενες στο άρθρο 29, παράγραφος 6, και στο άρθρο 30, παράγραφος 4, της οδηγίας 2014/24, με αποτέλεσμα να μην εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 66 της οδηγίας αυτής. Ως εκ τούτου, η ανάγκη εξασφάλισης πραγματικού ανταγωνισμού έως την τελική φάση της διαδικασίας, η οποία προβλέπεται από το τελευταίο αυτό άρθρο, δεν αφορά τις ανοικτές διαδικασίες όπως η επίμαχη στην κύρια δίκη.

    (βλ. σκέψεις 41-44, διατακτ. 2)