Υπόθεση C-405/16 P

Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας

κατά

Ευρωπαϊκής Επιτροπής

Απόφαση του Δικαστηρίου (τρίτο τμήμα)
της 28ης Μαρτίου 2019

«Αίτηση αναιρέσεως – Κρατικές ενισχύσεις – Ενισχύσεις που χορηγήθηκαν βάσει ορισμένων διατάξεων του τροποποιημένου γερμανικού νόμου περί ανανεώσιμων πηγών ενέργειας (νόμος EEG του 2012) – Ενίσχυση υπέρ των παραγωγών ηλεκτρικής ενέργειας EEG και μειωμένη επιβάρυνση EEG για τους μεγαλύτερους καταναλωτές ενέργειας – Απόφαση που κηρύσσει τις ενισχύσεις εν μέρει μη συμβατές με την εσωτερική αγορά – Έννοια της “κρατικής ενισχύσεως” – Πλεονέκτημα – Κρατικοί πόροι – Δημόσιος έλεγχος των πόρων –Μέτρο εξομοιούμενο με φόρο καταναλώσεως ηλεκτρικής ενέργειας»

Ενισχύσεις χορηγούμενες από τα κράτη – Έννοια – Ενισχύσεις προερχόμενες από κρατικούς πόρους – Δημόσια πολιτική στηρίξεως των παραγωγών ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας –Κεφάλαια προερχόμενα από επιβάρυνση που επιβάλλεται στους προμηθευτές ηλεκτρικής ενέργειας και των οποίων τη διαχείριση ασκούν συλλογικώς φορείς υπαγόμενοι σε κρατικό έλεγχο – Επιβάρυνση μη εξομοιούμενη με φόρο – Το κράτος δεν έχει εξουσία διαθέσεως των κεφαλαίων αυτών – Δεν υπάρχει δημόσιος έλεγχος των φορέων που διαχειρίζονται τα κεφάλαια – Δεν εμπίπτουν

(Άρθρο 107 § 1 ΣΛΕΕ)

(βλ. σκέψεις 64-87)

Σύνοψη

Το Δικαστήριο ακυρώνει την απόφαση της Επιτροπής σύμφωνα με την οποία ο γερμανικός νόμος για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας του 2012 (EEG 2012) περιλαμβάνει κρατικές ενισχύσεις

Με την απόφαση Γερμανία κατά Επιτροπής (C-405/16 P), εκδοθείσα στις 28 Μαρτίου 2019, το Δικαστήριο, αφενός, έκανε δεκτή την αίτηση αναιρέσεως που άσκησε η Γερμανία κατά της αποφάσεως του Γενικού Δικαστηρίου της 10ης Μαΐου 2016, Γερμανία κατά Επιτροπής (T-47/15, EU:T:2016:281), με την οποία το Γενικό Δικαστήριο απέρριψε ως αβάσιμη την προσφυγή ακυρώσεως της Γερμανίας κατά της αποφάσεως (ΕΕ) 2015/1585 της Επιτροπής, της 25ης Νοεμβρίου 2014 ( 1 ) και, αφετέρου, ακύρωσε την προσβαλλόμενη απόφαση της Επιτροπής. Σε αντίθεση προς την Επιτροπή και το Γενικό Δικαστήριο, το Δικαστήριο κρίνει ότι τα μέτρα που έλαβε η Γερμανία υπέρ των παραγωγών ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και από αέρια ορυχείων (στο εξής: ηλεκτρική ενέργεια EEG) ( 2 ) δεν μπορούν να χαρακτηριστούν κρατικές ενισχύσεις, διότι δεν συνεπάγονται την εμπλοκή κρατικών πόρων.

Ο EEG του 2012, ο οποίος αποσκοπούσε να διασφαλίσει στους παραγωγούς ηλεκτρικής ενέργειας EEG τιμή ανώτερη από την τιμή αγοράς, περιελάμβανε, μεταξύ άλλων, υποχρέωση για όλους τους διαχειριστές δικτύων να αγοράζουν ηλεκτρική ενέργεια EEG βάσει τιμολογίων που καθορίζονται από τον νόμο και να τη διαθέτουν στην αγορά άμεσων συναλλαγών ηλεκτρικής ενέργειας. Αν η επιτευχθείσα τιμή δεν τους επέτρεπε να καλύψουν την οικονομική επιβάρυνση της αγοράς βάσει τιμολογίων που καθορίζονται από τον νόμο, μηχανισμός καλούμενος «επιβάρυνση EEG» τους έδινε τη δυνατότητα να απαιτήσουν να τους καταβάλουν τη διαφορά οι προμηθευτές που εφοδιάζουν τους τελικούς πελάτες, αναλόγως των ποσοτήτων που πωλήθηκαν. Οι δε εν λόγω προμηθευτές είχαν τη δυνατότητα, αλλά όχι την υποχρέωση, να μετακυλίουν την επιβάρυνση EEG στους τελικούς πελάτες.

Με την προσβαλλόμενη απόφαση, η Επιτροπή είχε, μεταξύ άλλων, εκτιμήσει ότι τα ως άνω ληφθέντα μέτρα, τα οποία ήταν παράνομα καθόσον δεν της είχαν κοινοποιηθεί ( 3 ), συνιστούσαν κρατικές ενισχύσεις, αλλά, ωστόσο, ήταν συμβατά με την εσωτερική αγορά, με την επιφύλαξη της υλοποίησης εκ μέρους της Γερμανίας μιας δέσμευσης. Με την απόφασή του, το Γενικό Δικαστήριο έκρινε, μεταξύ άλλων, ότι η Επιτροπή ορθώς εκτίμησε ότι ο EEG του 2012 συνεπαγόταν την εμπλοκή κρατικών πόρων. Συγκεκριμένα, κατά το Γενικό Δικαστήριο, οι μηχανισμοί του EEG του 2012 συνιστούσαν, κατά κύριο λόγο, αποτέλεσμα της εφαρμογής δημόσιας πολιτικής στηρίξεως των παραγωγών ηλεκτρικής ενέργειας EEG. Εξάλλου, τα κεφάλαια που προέρχονταν από την επιβάρυνση EEG, τα οποία παρέμεναν υπό την κυριαρχική επιρροή των δημοσίων αρχών, και εξομοιώνονταν με φορολογική επιβάρυνση, συνεπάγονταν εμπλοκή κρατικών πόρων. Τέλος, οι φορείς που κλήθηκαν να διαχειριστούν τους εν λόγω μηχανισμούς δεν ενεργούσαν για ίδιο λογαριασμό και ελευθέρως, αλλά ως διαχειριστές ενισχύσεως χορηγούμενης μέσω κρατικών πόρων.

Εν προκειμένω, το Δικαστήριο εκτιμά ότι τόσο το Γενικό Δικαστήριο στην αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση όσο και η Επιτροπή στην προσβαλλόμενη απόφαση υπέπεσαν σε πλάνη περί το δίκαιο κρίνοντας ότι τα επίμαχα μέτρα συνεπάγονταν την εμπλοκή κρατικών πόρων.

Συναφώς, το Δικαστήριο διαπιστώνει κατ’ αρχάς ότι, δεδομένου ότι ο νόμος EEG του 2012 δεν περιελάμβανε υποχρέωση μετακυλίσεως της επιβαρύνσεως EEG στους τελικούς πελάτες, το Γενικό Δικαστήριο δεν μπορούσε να κρίνει ότι η επιβάρυνση αυτή μπορεί, «από την άποψη των αποτελεσμάτων της, να εξομοιωθεί με φόρο επιβαλλόμενο επί της καταναλώσεως». Στη συνέχεια, το Δικαστήριο κρίνει ότι δεν αποδείχθηκε ούτε ότι το κράτος είχε εξουσία διαθέσεως των κεφαλαίων που προέρχονται από την επιβάρυνση EEG, ούτε ότι ασκούσε δημόσιο έλεγχο στους φορείς στους οποίους είχε ανατεθεί η διαχείριση των κεφαλαίων αυτών. Πράγματι, αφενός, το Γενικό Δικαστήριο κατέδειξε μόνον ότι οι δημόσιες αρχές ασκούσαν αποφασιστική επιρροή επί των κεφαλαίων που προέρχονταν από την επιβάρυνση, χωρίς να μπορεί να συναγάγει το συμπέρασμα ότι το κράτος μπορούσε να διαθέτει τα εν λόγω κεφάλαια, δηλαδή να αποφασίσει να τα χρησιμοποιήσει για σκοπό διαφορετικό από εκείνον που προβλέπει ο EEG του 2012. Αφετέρου, μολονότι βάσει των στοιχείων που διαπίστωσε το Γενικό Δικαστήριο μπορεί, ασφαλώς, να γίνει δεκτό ότι οι δημόσιες αρχές ασκούσαν έλεγχο για την ορθή εφαρμογή του EEG του 2012, δεν μπορεί, αντιθέτως, εξ αυτών να συναχθεί η ύπαρξη δημοσίου ελέγχου επί των ίδιων των κεφαλαίων που προέρχονταν από την επιβάρυνση.

Για τους ίδιους λόγους, το Δικαστήριο κρίνει ότι η Επιτροπή δεν απέδειξε ότι στα πλεονεκτήματα που προβλέπει ο EEG του 2012 εμπλέκονταν κρατικοί πόροι και ότι τα πλεονεκτήματα αυτά συνιστούσαν, ως εκ τούτου, κρατικές ενισχύσεις και, κατά συνέπεια, ακυρώνει την προσβαλλομένη απόφαση.


( 1 ) Απόφαση (ΕΕ) 2015/1585 της Επιτροπής, της 25ης Νοεμβρίου 2014, σχετικά με το καθεστώς ενισχύσεων SA.33995 (2013/C) (πρώην 2013/NN) [που χορήγησε η Γερμανία για τη στήριξη της ηλεκτροπαραγωγής από ανανεώσιμες πηγές και για τους μεγαλύτερους καταναλωτές ενέργειας] (ΕΕ 2015, L 250, σ. 122, στο εξής: προσβαλλόμενη απόφαση).

( 2 ) Gesetz zur Neuregelung des Rechtsrahmens für die Förderung der Stromerzeugung aus erneuerbaren Energien (νόμος περί της νέας ρυθμίσεως του νομικού πλαισίου για την προώθηση της παραγωγής ηλεκτρικού ρεύματος από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας) (BGBl. 2011 I, σ. 1634, στο εξής: EEG του 2012). Ο νόμος αυτός ίσχυε μόνον από την 1η Ιανουαρίου 2012 έως τις 31 Ιουλίου 2014, προτού αντικατασταθεί από τον EEG του 2014, που εγκρίθηκε με απόφαση της Επιτροπής της 27ης Ιουλίου 2014.

( 3 ) Άρθρο 108, παράγραφος 3, ΣΛΕΕ.