Υπόθεση C‑292/16

Δίκη που κίνησε η A Oy

(αίτηση του Helsingin hallinto-oikeus για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως)

«Προδικαστική παραπομπή – Ελευθερία εγκαταστάσεως – Άμεσοι φόροι – Φόρος εταιριών – Οδηγία 90/434/ΕΟΚ – Άρθρο 10, παράγραφος 2 – Εισφορά ενεργητικού – Αλλοδαπή μόνιμη εγκατάσταση που μεταβιβάζεται, στο πλαίσιο εισφοράς ενεργητικού, σε επίσης αλλοδαπή εταιρία – Εξουσία του κράτους μέλους της εισφέρουσας εταιρίας να φορολογήσει τα κέρδη ή την υπεραξία της εγκαταστάσεως αυτής που πραγματοποιούνται λόγω της εισφοράς ενεργητικού – Εθνική νομοθεσία προβλέπουσα άμεση φορολόγηση, ήδη κατά το έτος της μεταβιβάσεως, των κερδών ή της υπεραξίας – Είσπραξη του οφειλόμενου φόρου ως έσοδο του φορολογικού έτους εντός του οποίου πραγματοποιήθηκε η εισφορά ενεργητικού»

Περίληψη – Απόφαση του Δικαστηρίου (πρώτο τμήμα) της 23ης Νοεμβρίου 2017

Ελεύθερη κυκλοφορία των προσώπων – Ελευθερία εγκαταστάσεως – Περιορισμοί – Φορολογική νομοθεσία – Κοινό φορολογικό καθεστώς για τις συγχωνεύσεις, διασπάσεις, εισφορές ενεργητικού και ανταλλαγές μετοχών που αφορούν εταιρίες διαφορετικών κρατών μελών – Οδηγία 90/434 – Εισφορά ενεργητικού – Μεταβίβαση αλλοδαπής μόνιμης εγκαταστάσεως σε επίσης αλλοδαπή εταιρία – Φορολόγηση των κερδών ή της υπεραξίας της μόνιμης εγκαταστάσεως – Εθνική ρύθμιση προβλέπουσα την άμεση φορολόγηση, ήδη κατά το έτος της μεταβιβάσεως, των κερδών ή της υπεραξίας – Επιτρέπεται – Είσπραξη του οφειλόμενου φόρου κατά το φορολογικό έτος πραγματοποιήσεως της εισφοράς, χωρίς δυνατότητα αναβολής της πληρωμής του φόρου – Δεν επιτρέπεται – Δικαιολογητικοί λόγοι – Δεν υφίστανται

(Άρθρο 49 ΣΛΕΕ· οδηγία 90/434 του Συμβουλίου, άρθρο 10 § 2)

Το άρθρο 49 ΣΛΕΕ έχει την έννοια ότι αντιτίθεται σε εθνική νομοθεσία όπως αυτή της κύριας δίκης, η οποία, σε περίπτωση που ημεδαπή εταιρία μεταβιβάζει, στο πλαίσιο εισφοράς ενεργητικού, αλλοδαπή μόνιμη εγκατάσταση σε επίσης αλλοδαπή εταιρία, αφενός, προβλέπει την άμεση φορολόγηση της υπεραξίας που πραγματοποιείται λόγω της ως άνω πράξεως και, αφετέρου, δεν επιτρέπει την ετεροχρονισμένη είσπραξη του οφειλόμενου φόρου, ενώ, σε ανάλογη περίπτωση χωρίς στοιχεία αλλοδαπότητας, τέτοιες υπεραξίες φορολογούνται μόνον κατά τη μεταβίβαση του εισφερόμενου ενεργητικού, εφόσον η εν λόγω νομοθεσία δεν παρέχει τη δυνατότητα ετεροχρονισμένης πληρωμής ενός τέτοιου φόρου.

Η εν λόγω εκτίμηση δεν κλονίζεται από το γεγονός ότι η ως άνω νομοθεσία παρέχει τη δυνατότητα, σύμφωνα με το άρθρο 10, παράγραφος 2, της οδηγίας περί συγχωνεύσεων, εκπτώσεως του φόρου ο οποίος, αν δεν υπήρχαν οι διατάξεις της οδηγίας αυτής, θα είχε επιβληθεί σε τέτοιες υπεραξίες εντός του κράτους μέλους στο οποίο βρίσκεται η αλλοδαπή μόνιμη εγκατάσταση, δεδομένου ότι ο δυσανάλογος χαρακτήρας της εν λόγω νομοθεσίας δεν εξαρτάται από το ύψος του οφειλόμενου φόρου, αλλά προκύπτει από το γεγονός ότι η νομοθεσία αυτή δεν προβλέπει τη δυνατότητα του φορολογούμενου να αναβάλει την πληρωμή του φόρου (βλ., συναφώς, απόφαση της 14ης Σεπτεμβρίου 2017, Trustees of the P Panayi Accumulation & Maintenance Settlements, C‑646/15, EU:C:2017:682, σκέψη 60).

Όσον αφορά τη δικαιολόγηση που στηρίζεται στην ανάγκη εξασφαλίσεως της αποτελεσματικής εισπράξεως του φόρου, την οποία προέβαλαν η Γερμανική και η Σουηδική Κυβέρνηση, πρέπει να σημειωθεί ότι, καίτοι το Δικαστήριο έχει δεχθεί ότι αυτή μπορεί να αποτελεί επιτακτικό λόγο γενικού συμφέροντος ικανό να δικαιολογήσει περιορισμό στην άσκηση της ελεύθερης κυκλοφορίας την οποία εγγυάται η Συνθήκη ΛΕΕ (βλ., συναφώς, απόφαση της 19ης Ιουνίου 2014, Strojírny Prostějov και ACO Industries Tábor, C‑53/13 και C‑80/13, EU:C:2014:2011, σκέψη 46 καθώς και εκεί παρατιθέμενη νομολογία), η επίμαχη στην κύρια δίκη νομοθεσία δεν είναι πρόσφορη προς εξασφάλισή της, οπότε ο ως άνω σκοπός δεν μπορεί να δικαιολογήσει, σε περιπτώσεις όπως αυτή της κύριας δίκης, ενδεχόμενα εμπόδια στην ελευθερία εγκαταστάσεως. Πράγματι, όπως παρατήρησε η Επιτροπή, το γεγονός ότι κράτος μέλος παρέχει σε ημεδαπή εταιρία την ευχέρεια να επιλέξει τη μεταγενέστερη πληρωμή του φόρου δεν επηρεάζει ούτε τη δυνατότητα του κράτους μέλους αυτού να ζητήσει από την εταιρία αυτή τις αναγκαίες για την είσπραξη του οφειλόμενου φόρου πληροφορίες ούτε τη δυνατότητά του να προβεί πράγματι στην είσπραξη του φόρου (βλ., κατ’ αναλογίαν, απόφαση της 19ης Ιουνίου 2014, Strojírny Prostějov και ACO Industries Tábor, C‑53/13 και C‑80/13, EU:C:2014:2011, σκέψεις 49 έως 53).

(βλ. σκέψεις 38-40 και διατακτ.)