Υπόθεση C‑147/16
Karel de Grote – Hogeschool Katholieke Hogeschool Antwerpen VZW
κατά
Susan Romy Jozef Kuijpers
(αίτηση του vredegerecht te Antwerpen
για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως)
«Προδικαστική παραπομπή – Οδηγία 93/13/ΕΟΚ – Καταχρηστικές ρήτρες στις συμβάσεις που συνάπτονται μεταξύ επαγγελματία και καταναλωτή – Αυτεπάγγελτη εξέταση από τον εθνικό δικαστή του ζητήματος κατά πόσο μια σύμβαση εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας αυτής – Άρθρο 2, στοιχείο γʹ – Έννοια του “επαγγελματία” – Ανώτατο εκπαιδευτικό ίδρυμα του οποίου η χρηματοδότηση διασφαλίζεται, κυρίως, από δημόσιους πόρους – Σύμβαση αφορώσα πρόγραμμα αποπληρωμής, ατόκως, των τελών εγγραφής και των εξόδων συμμετοχής σε εκπαιδευτικό ταξίδι»
Περίληψη – Απόφαση του Δικαστηρίου (πέμπτο τμήμα)
της 17ης Μαΐου 2018
Προστασία των καταναλωτών–Καταχρηστικές ρήτρες των συμβάσεων που συνάπτονται με καταναλωτές–Οδηγία 93/13–Εθνικός δικαστής ο οποίος δικάζει ερήμην–Εξουσία του εθνικού δικαστή να εξετάσει αυτεπαγγέλτως αν η συμβατική ρήτρα αντιβαίνει σε εθνικούς κανόνες δημόσιας τάξης–Υποχρέωση για τον εθνικό δικαστή να εξετάσει αυτεπαγγέλτως εάν μια σύμβαση εμπίπτει ενδεχομένως στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας αυτής, καθώς και, εφόσον συντρέχει τέτοια περίπτωση, τον καταχρηστικό χαρακτήρα της ρήτρας αυτής
(Οδηγία 93/13 του Συμβουλίου, άρθρο 7)
Προστασία των καταναλωτών–Καταχρηστικές ρήτρες των συμβάσεων που συνάπτονται με καταναλωτές–Οδηγία 93/13–Πεδίο εφαρμογής–Σύμβαση αφορώσα πρόγραμμα αποπληρωμής, ατόκως, των τελών εγγραφής και των εξόδων συμμετοχής σε εκπαιδευτικό ταξίδι που συνάπτεται μεταξύ ενός φοιτητή και ενός ανωτάτου εκπαιδευτικού ιδρύματος του οποίου η χρηματοδότηση διασφαλίζεται, κυρίως, από δημόσιους πόρους–Ίδρυμα το οποίο πρέπει να θεωρηθεί «επαγγελματίας» στο πλαίσιο της σύμβασης αυτής–Εμπίπτει
(Οδηγία 93/13 του Συμβουλίου, άρθρο 2, στοιχείο γʹ)
Η οδηγία 93/13/EOK του Συμβουλίου, της 5ης Απριλίου 1993, σχετικά με τις καταχρηστικές ρήτρες των συμβάσεων που συνάπτονται με καταναλωτές, έχει την έννοια ότι ο εθνικός δικαστής ο οποίος δικάζει ερήμην και έχει την εξουσία, σύμφωνα με τους εσωτερικούς δικονομικούς κανόνες, να εξετάσει αυτεπαγγέλτως αν η ρήτρα στην οποία στηρίζεται η αγωγή αντιβαίνει σε εθνικούς κανόνες δημόσιας τάξης οφείλει να εξετάσει αυτεπαγγέλτως κατά πόσον η σύμβαση που περιλαμβάνει την εν λόγω ρήτρα εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας αυτής και, εφόσον συντρέχει τέτοια περίπτωση, κατά πόσον η εν λόγω ρήτρα είναι ενδεχομένως καταχρηστική.
Επιπροσθέτως, το Δικαστήριο έχει κρίνει ότι, δεδομένης της φύσης και της σπουδαιότητας του δημοσίου συμφέροντος επί του οποίου στηρίζεται η προστασία την οποία παρέχει η εν λόγω οδηγία στους καταναλωτές, το άρθρο 6 της οδηγίας αυτής πρέπει να θεωρείται ισοδύναμο προς τους εθνικούς κανόνες που αποτελούν, στο πλαίσιο της εσωτερικής έννομης τάξης, κανόνες δημόσιας τάξης. Πρέπει να γίνει δεκτό ότι ο χαρακτηρισμός αυτός καλύπτει όλες τις διατάξεις της οδηγίας που είναι απαραίτητες για την υλοποίηση του σκοπού τον οποίο επιδιώκει το εν λόγω άρθρο 6 (απόφαση της 30ής Μαΐου 2013, Asbeek Brusse και de Man Garabito, C‑488/11, EU:C:2013:341, σκέψη 44 καθώς και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).
Από τα ανωτέρω συνάγεται ότι, οσάκις εθνικός δικαστής είναι αρμόδιος, κατά τους εσωτερικούς δικονομικούς κανόνες, να εξετάσει αυτεπαγγέλτως κατά πόσον μια αγωγή αντιβαίνει στους εθνικούς κανόνες δημόσιας τάξης –πράγμα το οποίο, σύμφωνα με τα στοιχεία που παρασχέθηκαν με την απόφαση περί παραπομπής, ισχύει στο βελγικό δικαιοδοτικό σύστημα ως προς τον δικαστή που δικάζει ερήμην, πρέπει, επίσης, να ασκήσει την αρμοδιότητα αυτή προκειμένου να εξετάσει αυτεπαγγέλτως, υπό το πρίσμα των κριτηρίων της οδηγίας 93/13, κατά πόσον η επίμαχη ρήτρα στην οποία στηρίζεται η αγωγή, καθώς και η σύμβαση στην οποία αυτή περιλαμβάνεται, εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας αυτής και, εφόσον συντρέχει τέτοια περίπτωση, κατά πόσον η εν λόγω ρήτρα είναι καταχρηστική (βλ., κατ’ αναλογία, απόφαση της 30ής Μαΐου 2013, Asbeek Brusse και de Man Garabito, C‑488/11, EU:C:2013:341, σκέψη 45).
(βλ. σκέψεις 35-37, διατακτ. 1)
Υπό την επιφύλαξη των εξακριβώσεων στις οποίες πρέπει να προβεί το αιτούν δικαστήριο, το άρθρο 2, στοιχείο γʹ, της οδηγίας 93/13 έχει την έννοια ότι ένα ελεύθερο εκπαιδευτικό ίδρυμα, όπως αυτό της υπόθεσης της κύριας δίκης, το οποίο συμφώνησε, μέσω σύμβασης, με φοιτήτριά του την παροχή διευκολύνσεων για την πληρωμή των ποσών που αυτή οφείλει για τέλη εγγραφής και για έξοδα σε σχέση με ένα εκπαιδευτικό ταξίδι πρέπει, στο πλαίσιο της σύμβασης αυτής, να θεωρηθεί «επαγγελματίας», κατά την έννοια της ανωτέρω διάταξης, με αποτέλεσμα να εμπίπτει η εν λόγω σύμβαση στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας αυτής.
Η ερμηνεία αυτή ενισχύεται από τον σκοπό της προστασίας που επιδιώκει η οδηγία αυτή. Πράγματι, στο πλαίσιο μιας σύμβασης όπως η επίμαχη στην κύρια δίκη, υπάρχει, καταρχήν, ανισότητα μεταξύ του εκπαιδευτικού ιδρύματος και της φοιτήτριας, λόγω της ασύμμετρης πληροφόρησης και τεχνογνωσίας μεταξύ των μερών αυτών. Πράγματι, ένα τέτοιο ίδρυμα διαθέτει μόνιμη οργάνωση και τεχνογνωσία που δεν διαθέτει οπωσδήποτε ο ενεργών για ίδιο όφελος φοιτητής, ο οποίος περιστασιακά ενεπλάκη στη η σύμβαση αυτή.
(βλ. σκέψεις 59, 60, διατακτ. 2)