Υπόθεση C-584/15

Glencore Céréales France

κατά

Etablissement national des produits de l’agriculture et de la mer (FranceAgriMer),

(αίτηση του tribunal administratif de Melun
για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως)

«Προδικαστική παραπομπή – Κανονισμός (ΕΚ, Ευρατόμ) 2988/95 – Προστασία των οικονομικών συμφερόντων της Ευρωπαϊκής Ένωσης – Άρθρο 3 – Κανονισμός (ΕΟΚ) 3665/87 – Άρθρο 11 – Ανάκτηση αχρεωστήτως καταβληθείσας επιστροφής κατά την εξαγωγή – Κανονισμός (ΕΟΚ) 3002/92 – Άρθρο 5α – Αδικαιολογήτως αποδεσμευθείσα εγγύηση – Οφειλόμενοι τόκοι – Προθεσμία παραγραφής – Χρονικό σημείο ενάρξεως της προθεσμίας – Διακοπή της προθεσμίας παραγραφής – Ανώτατο όριο – Μεγαλύτερη προθεσμία – Δυνατότητα εφαρμογής»

Περίληψη – Απόφαση του Δικαστηρίου (τέταρτο τμήμα)
της 2ας Μαρτίου 2017

  1. Ίδιοι πόροι της Ευρωπαϊκής Ένωσης–Κανονισμός σχετικά με την προστασία των οικονομικών συμφερόντων της Ένωσης–Δίωξη λόγω παρατυπιών–Προθεσμία παραγραφής–Δυνατότητα εφαρμογής στην είσπραξη απαιτήσεων από τόκους που αντιστοιχούν σε αδικαιολογήτως εισπραχθέντα ποσά

    (Κανονισμός 2988/95 του Συμβουλίου, άρθρα 3 § 1 και 4 §§ 1 και 2· κανονισμοί της Επιτροπής 3665/87, όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό 495/97, άρθρο 11 § 3, και 3002/92, όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό 770/96, άρθρο 5α)

  2. Ίδιοι πόροι της Ευρωπαϊκής Ένωσης–Κανονισμός σχετικά με την προστασία των οικονομικών συμφερόντων της Ένωσης–Διαρκής ή επαναλαμβανόμενη παρατυπία–Έννοια–Οφειλή εκ μέρους επιχειρηματία τόκων που αντιστοιχούν σε αδικαιολογήτως εισπραχθέντα ποσά–Δεν περιλαμβάνεται

    (Κανονισμός 2988/95 του Συμβουλίου, άρθρο 1 § 2· κανονισμοί της Επιτροπής 3665/87, όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό 495/97, άρθρο 11 § 3, και 3002/92, όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό 770/96, άρθρο 5α)

  3. Ίδιοι πόροι της Ευρωπαϊκής Ένωσης–Κανονισμός σχετικά με την προστασία των οικονομικών συμφερόντων της Ένωσης–Δίωξη λόγω παρατυπιών–Προθεσμία παραγραφής–Δυνατότητα εφαρμογής στην είσπραξη απαιτήσεων από τόκους που αντιστοιχούν σε αδικαιολογήτως εισπραχθέντα ποσά–Έναρξη–Ημερομηνία διαπράξεως της παρατυπίας

    (Κανονισμός 2988/95 του Συμβουλίου, άρθρα 1 § 2 και 3 § 1, εδ. 1)

  4. Ίδιοι πόροι της Ευρωπαϊκής Ένωσης–Κανονισμός σχετικά με την προστασία των οικονομικών συμφερόντων της Ένωσης–Δίωξη λόγω παρατυπιών–Προθεσμία παραγραφής–Ανώτατο όριο–Δυνατότητα εφαρμογής στην είσπραξη απαιτήσεων από τόκους που αντιστοιχούν σε αδικαιολογήτως εισπραχθέντα ποσά–Μη λήψη αποφάσεως εκ μέρους της αρμόδιας αρχής αναφορικά με τις απαιτήσεις αυτές εντός της προβλεπόμενης προθεσμίας, παρά την απαίτησή της εντός της εν λόγω προθεσμίας περί επιστροφής των αδικαιολογήτως εισπραχθέντων ποσών–Εκπρόθεσμη άσκηση

    (Κανονισμός 2988/95 του Συμβουλίου, άρθρα 3 § 1, εδ. 4, και 6 § 1)

  5. Ίδιοι πόροι της Ευρωπαϊκής Ένωσης–Κανονισμός σχετικά με την προστασία των οικονομικών συμφερόντων της Ένωσης–Δίωξη λόγω παρατυπιών–Προθεσμία παραγραφής–Δυνατότητα εφαρμογής μακρότερων προθεσμιών παραγραφής βάσει του εθνικού δικαίου–Προϋπόθεση–Τήρηση των αρχών της ασφάλειας δικαίου και της αναλογικότητας–Πενταετής προθεσμία–Επιτρέπεται

    (Κανονισμός 2988/95 του Συμβουλίου, άρθρο 3 §§ 1 και 3)

  1.  Το άρθρο 3, παράγραφος 1, του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) 2988/95 του Συμβουλίου, της 18ης Δεκεμβρίου 1995, σχετικά με την προστασία των οικονομικών συμφερόντων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, έχει την έννοια ότι η προθεσμία παραγραφής την οποία προβλέπει η διάταξη αυτή έχει εφαρμογή στην είσπραξη απαιτήσεων από τόκους, όπως οι επίμαχες στην υπόθεση της κύριας δίκης, οι οποίοι οφείλονται βάσει του άρθρου 11, παράγραφος 3, του κανονισμού (ΕΟΚ) 3665/87 της Επιτροπής, της 27ης Νοεμβρίου 1987, για τις κοινές λεπτομέρειες εφαρμογής του καθεστώτος των επιστροφών κατά την εξαγωγή για τα γεωργικά προϊόντα, όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) 495/97 της Επιτροπής, της 18ης Μαρτίου 1997, και του άρθρου 5α του κανονισμού (ΕΟΚ) 3002/92 της Επιτροπής, της 16ης Οκτωβρίου 1992, περί θεσπίσεως κοινών λεπτομερών κανόνων για τον έλεγχο της χρησιμοποίησης ή/και προορισμού των προϊόντων που προέρχονται από την παρέμβαση, όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) 770/96 της Επιτροπής, της 26ης Απριλίου 1996.

    Εν προκειμένω, δεν αμφισβητείται ότι οι επίμαχες στην κύρια δίκη βεβαιώσεις οφειλής της αρμόδιας διοικητικής αρχής για την ανάκτηση, συνεπεία παρατυπιών που διέπραξε η Glencore, των ποσών και των ενισχύσεων που αδικαιολογήτως καταβλήθηκαν σε αυτή, εκδόθηκαν βάσει του άρθρου 11, παράγραφος 3, του κανονισμού 3665/87, όσον αφορά τη χύδην κριθή ζυθοποιίας, και του άρθρου 5α του κανονισμού 3002/92, όσον αφορά τον μαλακό σίτο παρέμβασης. Επιπλέον, από την ενώπιον του Δικαστηρίου δικογραφία προκύπτει ότι η βεβαίωση οφειλής των τόκων, επιπλέον των ανωτέρω ενισχύσεων και ποσών, εκδόθηκε βάσει αυτών των διατάξεων. Συναφώς, επισημαίνεται ότι οι εν λόγω διατάξεις προβλέπουν ρητώς ότι τα προς επιστροφή ποσά και ενισχύσεις που αδικαιολογήτως εισέπραξε ο οικείος επιχειρηματίας προσαυξάνονται με τόκους που υπολογίζονται επί των εν λόγω ποσών και ενισχύσεων, ανάλογα με το χρονικό διάστημα που μεσολάβησε μεταξύ της καταβολής και της απόδοσης του ποσού. Το άρθρο 5α, παράγραφος 1, δεύτερο εδάφιο, του κανονισμού 3002/92 διευκρινίζει, συναφώς, ότι η είσπραξη από την αρμόδια αρχή του ποσού που υπολογίζεται κατά τα ανωτέρω ισοδυναμεί με την ανάκτηση του οικονομικού πλεονεκτήματος που χορηγήθηκε αδικαιολογήτως στον οικείο επιχειρηματία. Στο πλαίσιο αυτό, οι επίμαχες στην κύρια δίκη βεβαιώσεις οφειλής πρέπει να χαρακτηρισθούν ως «διοικητικά μέτρα», κατά την έννοια του άρθρου 4, παράγραφοι 1 και 2, του κανονισμού 2988/95, τόσο σε σχέση με την κύρια οφειλή όσο και σε σχέση με τους τόκους, δεδομένου ότι οι βεβαιώσεις αυτές από κοινού κατατείνουν στην ανάκτηση του αδικαιολογήτως αποκτηθέντος από τον οικείο επιχειρηματία οφέλους. Επομένως, η προθεσμία παραγραφής που προβλέπεται στο άρθρο 3, παράγραφος 1, του κανονισμού έχει εφαρμογή υπό περιστάσεις όπως αυτές της διαφοράς της κύριας δίκης.

    (βλ. σκέψεις 28-31, 33, διατακτ. 1)

  2.  Το άρθρο 3, παράγραφος 1, δεύτερο εδάφιο, του κανονισμού 2988/95 έχει την έννοια ότι η οφειλή εκ μέρους επιχειρηματία απαιτήσεων από τόκους, όπως οι επίμαχες στην κύρια δίκη, δεν συνιστά «διαρκή ή επαναλαμβανόμενη παρατυπία», κατά την έννοια της εν λόγω διατάξεως. Τέτοιες απαιτήσεις πρέπει να θεωρούνται ότι απορρέουν από την ίδια παρατυπία, κατά την έννοια του άρθρου 1, παράγραφος 1, του κανονισμού 2988/95, με εκείνη η οποία συνεπάγεται την υποχρέωση επιστροφής των αδικαιολογήτως εισπραχθέντων ποσών και ενισχύσεων που συνιστούν το αντικείμενο των κύριων απαιτήσεων.

    Πράγματι, πρέπει να υπομνησθεί ότι η διάπραξη παρατυπίας, κατά την έννοια του άρθρου 1, παράγραφος 2, του κανονισμού 2988/95, προϋποθέτει τη συνδρομή δύο προϋποθέσεων, ήτοι, αφενός, την ύπαρξη πράξης ή παράλειψης επιχειρηματία που να συνιστά παραβίαση του δικαίου της Ένωσης και, αφετέρου, την πρόκληση ή το ενδεχόμενο πρόκλησης ζημίας στον προϋπολογισμό της Ένωσης (βλ., υπό την έννοια αυτή, απόφαση της 6ης Οκτωβρίου 2015, Firma Ernst Kollmer Fleischimport und -export, C‑59/14, EU:C:2015:660, σκέψη 24). Όσον αφορά την προϋπόθεση που αναφέρεται στην ύπαρξη παραβιάσεως του δικαίου της Ένωσης, από το άρθρο 11, παράγραφος 3, του κανονισμού 3665/87 και το άρθρο 5α του κανονισμού 3002/92 προκύπτει ότι η ίδια παραβίαση διατάξεως του δικαίου της Ένωσης συνεπάγεται τόσο υποχρέωση επιστροφής των αδικαιολογήτως εισπραχθέντων λόγω της παραβάσεως αυτής ποσών όσο και υποχρέωση καταβολής τόκων επιπλέον των ποσών αυτών, οι οποίες από κοινού κατατείνουν στην ανάκτηση του οικονομικού πλεονεκτήματος που χορηγήθηκε αδικαιολογήτως στον οικείο επιχειρηματία. Όσον αφορά την προϋπόθεση που αναφέρεται στην πρόκληση ή το ενδεχόμενο πρόκλησης ζημίας στον προϋπολογισμό της Ένωσης, πρέπει να αναφερθεί, όπως επισήμανε ο γενικός εισαγγελέας, με τα σημεία 51 και 60 των προτάσεών του, ότι οι τόκοι που προβλέπονται στο άρθρο 11, παράγραφος 3, του κανονισμού 3665/87 και στο άρθρο 5α του κανονισμού 3002/92 συνιστούν αντισταθμιστικούς τόκους οι οποίοι αντικατοπτρίζουν την τρέχουσα αξία της «ζημίας», κατά την έννοια του άρθρου 1, παράγραφος 2, του κανονισμού 2988/95, στο διάστημα μεταξύ της ημερομηνίας επελεύσεως της ζημίας και της ημερομηνίας επιστροφής από τον οικείο επιχειρηματία του πραγματικού ποσού αυτής.

    Κατά συνέπεια, αντίθετα προς ό,τι υποστηρίζει η Γαλλική Κυβέρνηση, προκειμένου περί παραβιάσεως των διατάξεων των κανονισμών 3665/87 και 3002/92, η παρατυπία κατά την έννοια του άρθρου 1, παράγραφος 2, του κανονισμού 2988/95 συνεπάγεται υποχρέωση επιστροφής του αχρεωστήτως καταβληθέντος στον οικείο επιχειρηματία οικονομικού οφέλους, το οποίο, σύμφωνα με το άρθρο 11, παράγραφος 3, του κανονισμού 3665/87 και το άρθρο 5α του κανονισμού 3002/92, συνίσταται στα αδικαιολογήτως εισπραχθέντα από τον οικείο επιχειρηματία ποσά ή ενισχύσεις, προσαυξημένα με τους τόκους που προβλέπονται στα εν λόγω άρθρα.

    (βλ. σκέψεις 38-42, διατακτ. 2)

  3.  Το άρθρο 3, παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο, του κανονισμού 2988/95 έχει την έννοια ότι, προκειμένου περί διώξεων που συνεπάγονται τη λήψη διοικητικών μέτρων για την είσπραξη απαιτήσεων από τόκους όπως οι επίμαχες στην υπόθεση της κύριας δίκης, η προθεσμία παραγραφής που προβλέπεται στο εν λόγω άρθρο 3, παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο, αρχίζει να τρέχει από την ημέρα κατά την οποία διαπράχθηκε η παρατυπία λόγω της οποίας ζητείται η επιστροφή των αχρεωστήτως καταβληθέντων ποσών και ενισχύσεων επί των οποίων υπολογίζονται οι τόκοι αυτοί, ήτοι από την ημερομηνία του συστατικού της παρατυπίας στοιχείου, δηλαδή είτε από την ημερομηνία της πράξεως ή της παραλείψεως είτε από την ημερομηνία επελεύσεως της ζημίας.

    Εν πάση περιπτώσει, στο αιτούν δικαστήριο, το οποίο έχει πλήρη γνώση των κρίσιμων πραγματικών περιστατικών της κύριας δίκης, απόκειται να προσδιορίσει αν, στην προκειμένη περίπτωση, το επίμαχο πλεονέκτημα χορηγήθηκε οριστικά πριν από την πράξη ή την παράλειψη που συνιστά παραβίαση του δικαίου της Ένωσης. Εάν συμβαίνει αυτό, η προθεσμία παραγραφής των διώξεων που αποσκοπούν στην είσπραξη των απαιτήσεων σχετικά με την καταβολή των επίμαχων τόκων αρχίζει να τρέχει από την εν λόγω πράξη ή παράλειψη. Αντιθέτως, αν το πλεονέκτημα χορηγήθηκε μετά την πράξη ή την παράλειψη αυτή, το χρονικό σημείο ενάρξεως της προθεσμίας αντιστοιχεί στην ημερομηνία της χορηγήσεως του εν λόγω πλεονεκτήματος και, επομένως, στην ημέρα η οποία συνιστά την αφετηρία υπολογισμού των εν λόγω τόκων.

    (βλ. σκέψεις 50, 51, διατακτ. 3)

  4.  Το άρθρο 3, παράγραφος 1, τέταρτο εδάφιο, του κανονισμού 2988/95 έχει την έννοια ότι, προκειμένου περί διώξεων που συνεπάγονται τη λήψη διοικητικών μέτρων για την είσπραξη απαιτήσεων από τόκους όπως οι επίμαχες στην υπόθεση της κύριας δίκης, η παραγραφή επέρχεται με τη συμπλήρωση της προθεσμίας που προβλέπεται στο εν λόγω άρθρο 3, παράγραφος 1, τέταρτο εδάφιο, όταν, εντός της προθεσμίας αυτής, η αρμόδια αρχή, καίτοι ζήτησε την επιστροφή των αδικαιολογήτως εισπραχθέντων από τον οικείο επιχειρηματία ποσών ή ενισχύσεων, δεν εξέδωσε καμία απόφαση αναφορικά με τους τόκους αυτούς.

    Επομένως, με εξαίρεση την περίπτωση της αναστολής της διοικητικής διαδικασίας σύμφωνα με το άρθρο 6, παράγραφος 1, του κανονισμού 2988/95, οι εν λόγω πράξεις διερευνήσεως και διώξεως που εκδίδονται από την αρμόδια αρχή και φέρονται εις γνώση του ενδιαφερομένου, κατά το άρθρο 3, παράγραφος 1, τρίτο εδάφιο, του κανονισμού αυτού, δεν έχουν ως αποτέλεσμα τη διακοπή της προθεσμίας του άρθρου 3, παράγραφος 1, τέταρτο εδάφιο, του ίδιου κανονισμού (βλ., υπό την έννοια αυτή, απόφαση της 11ης Ιουνίου 2015, Pfeifer & Langen, C-52/14, EU:C:2015:381, σκέψη 72). Κατά συνέπεια, προκειμένου περί παρατυπιών όπως οι επίμαχες στην κύρια δίκη, η αρμόδια αρχή υποχρεούται, εν πάση περιπτώσει, να λάβει τα διοικητικά μέτρα που αποσκοπούν στην ανάκτηση του αχρεωστήτως χορηγηθέντος οικονομικού οφέλους εντός της προθεσμίας που προβλέπεται στο άρθρο 3, παράγραφος 1, τέταρτο εδάφιο, του κανονισμού 2988/95. Επομένως, σε περίπτωση, όπως η επίμαχη στην κύρια δίκη, στην οποία η αρμόδια αρχή ζήτησε αρχικά την επιστροφή των κύριων απαιτήσεων, πριν ζητήσει εν συνεχεία την καταβολή των τόκων, ακόμη και αν γίνει δεκτό ότι όσον αφορά τους τόκους αυτούς εκδόθηκαν πράξεις οι οποίες διακόπτουν την παραγραφή, η αρμόδια αρχή όφειλε πάντως να εκδώσει απόφαση σχετικά με την καταβολή των τόκων εντός της προθεσμίας του άρθρου 3, παράγραφος 1, τέταρτο εδάφιο, του κανονισμού 2988/95.

    βλ. σκέψεις 56, 57, 59, 61, διατακτ. 4)

  5.  Το άρθρο 3, παράγραφος 3, του κανονισμού 2988/95 έχει την έννοια ότι προθεσμία παραγραφής του εθνικού δικαίου μεγαλύτερη εκείνης η οποία προβλέπεται στο άρθρο 3, παράγραφος 1, του κανονισμού αυτού μπορεί να εφαρμοσθεί, σε περίπτωση όπως η επίμαχη στην υπόθεση της κύριας δίκης, όσον αφορά την είσπραξη απαιτήσεων από τόκους οι οποίες γεννήθηκαν πριν από την ημερομηνία ενάρξεως ισχύος της προθεσμίας αυτής και οι οποίες δεν έχουν ακόμη παραγραφεί κατ’ εφαρμογήν της τελευταίας αυτής διατάξεως.

    Επιπλέον, καίτοι τα κράτη μέλη διατηρούν, όπως προκύπτει από τη σκέψη 64 της παρούσας αποφάσεως, ευρεία διακριτική ευχέρεια ως προς τον καθορισμό μεγαλύτερων προθεσμιών παραγραφής, εντούτοις οφείλουν να τηρούν τις γενικές αρχές του δικαίου της Ένωσης, ειδικότερα τις αρχές της ασφάλειας δικαίου και της αναλογικότητας. Όσον αφορά την αρχή της ασφάλειας δικαίου, όπως προκύπτει από τη νομολογία του Δικαστηρίου σε σχέση με ποινικές υποθέσεις, τα κράτη μέλη έχουν, καταρχήν, τη δυνατότητα να προβούν σε επιμήκυνση των προθεσμιών παραγραφής όταν οι αξιόποινες πράξεις δεν έχουν ακόμη παραγραφεί (βλ., υπό την έννοια αυτή, απόφαση της 8ης Σεπτεμβρίου 2015, Taricco κ.λπ., C-105/14, EU:C:2015:555, σκέψη 57). Όσον αφορά την αρχή της αναλογικότητας, πρέπει να υπομνησθεί ότι η εφαρμογή μεγαλύτερης εθνικής προθεσμίας παραγραφής, όπως ορίζεται στο άρθρο 3, παράγραφος 3, του κανονισμού 2988/95, ενόψει της διώξεως παρατυπιών, κατά την έννοια του κανονισμού αυτού, δεν πρέπει να βαίνει προδήλως πέραν του αναγκαίου μέτρου για την επίτευξη του σκοπού της προστασίας των οικονομικών συμφερόντων της Ένωσης (βλ., υπό την έννοια αυτή, απόφαση της 17ης Σεπτεμβρίου 2014, Cruz & Companhia, C-341/13, EU:C:2014:2230, σκέψη 59 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία). Προκειμένου περί πενταετούς προθεσμίας παραγραφής, όπως αυτή η οποία προβλέπεται στο άρθρο 2224 του αστικού κώδικα, κατόπιν τροποποιήσεώς του με τον νόμο 2008-561, επισημαίνεται ότι αυτή είναι μεγαλύτερη κατά ένα μόλις έτος από εκείνη η οποία προβλέπεται στο άρθρο 3, παράγραφος 1, του κανονισμού 2988/95. Επομένως, μια τέτοια προθεσμία δεν βαίνει πέραν του αναγκαίου μέτρου προκειμένου να παράσχει στις αρμόδιες αρχές τη δυνατότητα να προβούν σε δίωξη των παρατυπιών που θίγουν τα οικονομικά συμφέροντα της Ένωσης και τηρεί την αρχή της αναλογικότητας.

    (βλ. σκέψεις 72-74, 76, διατακτ. 5)