Υπόθεση C-390/15

Διαδικασία που κίνησε ο Rzecznik Praw Obywatelskich (RPO)

(αίτηση του Trybunał Konstytucyjny
για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως)

«Προδικαστική παραπομπή – Φορολογία – Φόρος προστιθέμενης αξίας (ΦΠΑ) – Οδηγία 2006/112/ΕΚ – Σημείο 6 του παραρτήματος III – Κύρος – Διαδικασία – Τροποποίηση προτάσεως οδηγίας του Συμβουλίου κατόπιν διατυπώσεως της γνώμης του Κοινοβουλίου – Απουσία νέας διαβουλεύσεως με το Κοινοβούλιο – Άρθρο 98, παράγραφος 2 – Κύρος – Μη εφαρμογή μειωμένου συντελεστή ΦΠΑ στις ηλεκτρονικές παραδόσεις ψηφιακών βιβλίων – Αρχή της ίσης μεταχειρίσεως – Συγκρισιμότητα των δύο καταστάσεων – Ηλεκτρονική παράδοση ψηφιακών βιβλίων και παράδοσή τους επί κάθε άλλου υλικού υποθέματος»

Περίληψη – Απόφαση του Δικαστηρίου (τμήμα μείζονος συνθέσεως)
της 7ης Μαρτίου 2017

  1. Πράξεις των οργάνων–Προπαρασκευαστική διαδικασία–Νομότυπη διαβούλευση με το Κοινοβούλιο–Υποχρεωτική νέα διαβούλευση σε περίπτωση ουσιώδους τροποποιήσεως της αρχικής προτάσεως–Περιεχόμενο της σχετικής υποχρεώσεως

    (Άρθρο 113 ΣΛΕΕ· oδηγία 2006/112 του Συμβουλίου, όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 2009/47, παράρτημα III, σημείο 6)

  2. Εναρμόνιση των φορολογικών νομοθεσιών–Κοινό σύστημα φόρου προστιθέμενης αξίας–Δυνατότητα των κρατών μελών να εφαρμόζουν μειωμένο συντελεστή σε ορισμένες παραδόσεις αγαθών και παροχές υπηρεσιών–Εφαρμογή μειωμένου συντελεστή για τις παραδόσεις ψηφιακών ή ηλεκτρονικών βιβλίων–Μη εφαρμογή μειωμένου συντελεστή στις ηλεκτρονικές παραδόσεις ψηφιακών βιβλίων–Επιτρέπεται

    (Χάρτης των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, άρθρο 20· οδηγία 2006/112 του Συμβουλίου, όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 2009/47, άρθρο 98 § 2 και παράρτημα III, σημείο 6)

  1.  Η υποχρέωση διαβουλεύσεως με το Κοινοβούλιο κατά τη νομοθετική διαδικασία, στις προβλεπόμενες από τη Συνθήκη περιπτώσεις, συνεπάγεται την υποχρέωση νέας διαβουλεύσεως οσάκις το τελικώς εγκριθέν κείμενο, εξεταζόμενο στο σύνολό του, αποκλίνει ουσιωδώς από εκείνο επί του οποίου το Κοινοβούλιο έχει ήδη γνωμοδοτήσει, πλην των περιπτώσεων εκείνων όπου οι τροποποιήσεις ανταποκρίνονται, κατ’ ουσίαν, στις επιθυμίες που εξέφρασε το ίδιο το Κοινοβούλιο (βλ., επ’ αυτού, απόφαση της 5ης Οκτωβρίου 1994, Γερμανία κατά Συμβουλίου, C-280/93, EU:C:1994:367, σκέψη 38 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

    Από την αντιπαραβολή του κειμένου της προτάσεως οδηγίας και του γράμματος του σημείου 6 του παραρτήματος III της τροποποιημένης οδηγίας 2006/112 προκύπτει ότι το ως άνω σημείο διαφέρει από την εν λόγω επίμαχη πρόταση καθόσον δεν αναφέρει, ως μορφές υλικού υποθέματος για τις οποίες μπορεί να εφαρμοστεί μειωμένος συντελεστής, τα «ακουστικά βιβλία, CD [και] CD-ROM», τα οποία περιλαμβάνονται στην απαρίθμηση που περιείχε η εν λόγω πρόταση, ούτε κάνει ρητή μνεία στα βιβλία «που αναπαράγουν βασικά το ίδιο πληροφοριακό περιεχόμενο με τα έντυπα βιβλία», σε αντίθεση με την εν λόγω πρόταση, αλλά κάνει αναφορά στην παράδοση βιβλίων «σε όλες τις μορφές».

    Εντούτοις, από τις διαφορές αυτές δεν μπορεί να συναχθεί το συμπέρασμα ότι το σημείο 6 του παραρτήματος III της τροποποιημένης οδηγίας 2006/112 αποκλίνει ουσιωδώς από το κείμενο που περιείχε η πρόταση οδηγίας.

    Πράγματι, δεδομένου ότι στην ως άνω πρόταση γινόταν ρητή αναφορά και στα βιβλία που παρέχονται με «κάθε άλλο παρόμοιο υλικό υπόθεμα» με τα έντυπα βιβλία, τα ακουστικά βιβλία, τα CD και τα CD-ROM, πρέπει να γίνει δεκτό ότι η απαρίθμηση την οποία περιείχε η ως άνω πρόταση δεν ήταν περιοριστική αλλά είχε ως σκοπό να καταδείξει, όπως άλλωστε και το γράμμα του σημείου 6 του παραρτήματος III της τροποποιημένης οδηγίας 2006/112 το οποίο ενέκρινε εν τέλει το Συμβούλιο, ότι καλύπτονταν όλα τα πιθανά υλικά υποθέματα.

    Κατά συνέπεια, διαπιστώνεται ότι, όπως έκρινε το Δικαστήριο στη σκέψη 53 της αποφάσεως της 5ης Μαρτίου 2015, Επιτροπή κατά Λουξεμβούργου (C-502/13, EU:C:2015:143), το γράμμα του σημείου 6 του παραρτήματος ΙΙΙ της τροποποιημένης οδηγίας 2006/112 δεν είναι κάτι περισσότερο από απλή φραστική απλοποίηση του κειμένου της προτάσεως οδηγίας του οποίου η ουσία διατηρήθηκε πλήρως.

    Από τα ανωτέρω προκύπτει ότι το σημείο 6 του παραρτήματος III της τροποποιημένης οδηγίας 2006/112 δεν είναι άκυρο λόγω παραβάσεως ουσιώδους τύπου κατά τη νομοθετική διαδικασία που προηγήθηκε της θεσπίσεώς του.

    (βλ. σκέψεις 26, 30-32, 34, 36)

  2.  Από την εξέταση των προδικαστικών ερωτημάτων δεν προέκυψε κανένα στοιχείο που να θίγει το κύρος του σημείου 6 του παραρτήματος III της οδηγίας 2006/112 του Συμβουλίου, της 28ης Νοεμβρίου 2006, σχετικά με το κοινό σύστημα φόρου προστιθέμενης αξίας, όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 2009/47/ΕΚ του Συμβουλίου, της 5ης Μαΐου 2009, ή του άρθρου 98, παράγραφος 2, της ίδιας οδηγίας, σε συνδυασμό με το ως άνω σημείο 6 του παραρτήματος III.

    Υπενθυμίζεται ευθύς εξ αρχής ότι, κατά πάγια νομολογία του Δικαστηρίου, η αρχή της ίσης μεταχειρίσεως επιβάλλει να μην αντιμετωπίζονται παρόμοιες καταστάσεις κατά τρόπο διαφορετικό και να μην αντιμετωπίζονται διαφορετικές καταστάσεις καθ’ όμοιο τρόπο, εκτός αν η διαφοροποίηση δικαιολογείται αντικειμενικώς (αποφάσεις της 12ης Νοεμβρίου 2014, Guardian Industries και Guardian Europe κατά Επιτροπής, C-580/12 P, EU:C:2014:2363, σκέψη 51, και της 4ης Μαΐου 2016, Pillbox 38, C-477/14, EU:C:2016:324, σκέψη 35).

    Κατά πάγια νομολογία του Δικαστηρίου, τα διαφοροποιητικά στοιχεία των καταστάσεων και η τυχόν ομοιότητά τους πρέπει να προσδιορίζονται και να εκτιμώνται υπό το πρίσμα του αντικειμένου και του σκοπού των επίμαχων διατάξεων, εξυπακουομένου ότι πρέπει να λαμβάνονται υπόψη ως προς το ζήτημα αυτό οι αρχές και οι σκοποί του οικείου τομέα (βλ., επ’ αυτού, απόφαση της 16ης Δεκεμβρίου 2008, Arcelor Atlantique et Lorraine κ.λπ., C-127/07, EU:C:2008:728, σκέψη 26 καθώς και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

    Κατά συνέπεια, διαπιστώνεται ότι, λαμβανομένου υπόψη του σκοπού που επιδιώκει το άρθρο 98, παράγραφος 2, της τροποποιημένης οδηγίας 2006/112, σε συνδυασμό με το σημείο 6 του παραρτήματος III της ίδιας οδηγίας, η παράδοση ψηφιακών βιβλίων επί κάθε υλικού υποθέματος, αφενός, και η ηλεκτρονική παράδοση ψηφιακών βιβλίων, αφετέρου, αποτελούν παρόμοιες καταστάσεις.

    Ως εκ τούτου, καθόσον το άρθρο 98, παράγραφος 2, της τροποποιημένης οδηγίας 2006/112, σε συνδυασμό με το σημείο 6 του παραρτήματος III της ίδιας οδηγίας, έχει ως αποτέλεσμα τον αποκλεισμό της εφαρμογής μειωμένου συντελεστή ΦΠΑ στις ηλεκτρονικές παραδόσεις ψηφιακών βιβλίων, ενώ η εφαρμογή τέτοιου συντελεστή επιτρέπεται για τις παραδόσεις ψηφιακών βιβλίων επί κάθε υλικού υποθέματος, πρέπει να γίνει δεκτό ότι οι διατάξεις αυτές εισάγουν διαφορετική μεταχείριση δύο καταστάσεων οι οποίες είναι παρόμοιες υπό το πρίσμα του σκοπού που επιδιώκει ο νομοθέτης της Ένωσης.

    Στην περίπτωση που διαπιστώνεται διαφορετική μεταχείριση δύο παρόμοιων καταστάσεων, δεν συντρέχει παραβίαση της αρχής της ίσης μεταχειρίσεως εφόσον η διαφορετική αυτή μεταχείριση δικαιολογείται δεόντως (βλ., επ’ αυτού, απόφαση της 16ης Δεκεμβρίου 2008, Arcelor Atlantique et Lorraine κ.λπ., C-127/07, EU:C:2008:728, σκέψη 46)

    Κατά πάγια νομολογία του Δικαστηρίου, η διαφορετική μεταχείριση δικαιολογείται εφόσον σχετίζεται με σκοπό που επιδιώκεται νομίμως από το μέτρο με το οποίο αυτή εισάγεται και εφόσον είναι ανάλογη προς τον σκοπό αυτόν (βλ., επ’ αυτού, αποφάσεις της 17ης Οκτωβρίου 2013, Schaible, C‑101/12, EU:C:2013:661, σκέψη 77, και της 22ας Μαΐου 2014, Glatzel, C‑356/12, EU:C:2014:350, σκέψη 43)

    Στο πλαίσιο αυτό, δεν αμφισβητείται ότι ο νομοθέτης της Ένωσης καλείται, κατά τη θέσπιση φορολογικής φύσεως μέτρου, να προβεί σε επιλογές πολιτικής, οικονομικής και κοινωνικής φύσεως και να σταθμίσει αντιτιθέμενα συμφέροντα ή να κάνει σύνθετες εκτιμήσεις. Κατά συνέπεια, στο πεδίο αυτό πρέπει να αναγνωριστεί ευρεία εξουσία εκτιμήσεως στον νομοθέτη της Ένωσης και, επομένως, ο δικαστικός έλεγχος της τηρήσεως των προϋποθέσεων που εκτέθηκαν στην προηγούμενη σκέψη της παρούσας αποφάσεως πρέπει να περιορίζεται στο κατά πόσο συντρέχει πρόδηλη πλάνη [βλ., επ’ αυτού, αποφάσεις της 10ης Δεκεμβρίου 2002, British American Tobacco (Investments) και Imperial Tobacco, C-491/01, EU:C:2002:741, σκέψη 123, καθώς και της 17ης Οκτωβρίου 2013, Billerud Karlsborg και Billerud Skärblacka, C-203/12, EU:C:2013:664, σκέψη 35].

    Όπως διευκρίνισαν το Συμβούλιο και η Επιτροπή τόσο απαντώντας σε γραπτή ερώτηση του Δικαστηρίου όσο και κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση, ο αποκλεισμός της εφαρμογής μειωμένου συντελεστή ΦΠΑ στις ηλεκτρονικές παραδόσεις ψηφιακών βιβλίων κατά το άρθρο 98, παράγραφος 2, της τροποποιημένης οδηγίας 2006/112 πρέπει να γίνει αντιληπτός ως μέρος ιδιαίτερου καθεστώτος ΦΠΑ για το ηλεκτρονικό εμπόριο. Από τις διευκρινίσεις των ως άνω θεσμικών οργάνων προκύπτει ότι κρίθηκε αναγκαίο να υποβληθούν οι υπηρεσίες που παρέχονται ηλεκτρονικά σε σαφείς, απλούς και ομοιόμορφους κανόνες προκειμένου να μπορεί να προσδιοριστεί με βεβαιότητα ο εφαρμοστέος συντελεστής ΦΠΑ στις υπηρεσίες αυτές και να διευκολυνθεί έτσι η διαχείριση του φόρου αυτού από τους φορολογουμένους και τις εθνικές φορολογικές διοικήσεις.

    Πράγματι, η αρχή της ασφαλείας δικαίου που διέπει τον εν λόγω σκοπό επιβάλλει οι ρυθμίσεις του δικαίου της Ένωσης να παρέχουν τη δυνατότητα στους ενδιαφερομένους να γνωρίζουν με ακρίβεια την έκταση των δικαιωμάτων και των υποχρεώσεών τους για να δύνανται να λαμβάνουν τα μέτρα τους έχοντας πλήρη επίγνωση των δεδομένων (βλ., επ’ αυτού, απόφαση της 15ης Ιουλίου 2010, Επιτροπή κατά Ηνωμένου Βασιλείου,C‑582/08, EU:C:2010:429, σκέψη 49 και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

    Επιπλέον, το Δικαστήριο έχει κρίνει ότι αποτελεί θεμιτό σκοπό η θέσπιση από τον νομοθέτη γενικών κανόνων των οποίων να είναι ευχερής τόσο η εφαρμογή από τους οικονομικούς φορείς όσο και ο έλεγχος από τις αρμόδιες εθνικές αρχές (βλ., επ’ αυτού, απόφαση της 24ης Φεβρουαρίου 2015, Sopora, C-512/13, EU:C:2015:108, σκέψη 33).

    Αν γινόταν δεκτή, ως προς το ζήτημα αυτό, η δυνατότητα των κρατών μελών να εφαρμόζουν μειωμένο συντελεστή ΦΠΑ στις ηλεκτρονικές παραδόσεις ψηφιακών βιβλίων, όπως και για τις παραδόσεις τέτοιων βιβλίων επί κάθε υλικού υποθέματος, θα θιγόταν κατ’ αποτέλεσμα η συνολική συνοχή του θεσπισθέντος από τον νομοθέτη της Ένωσης μέτρου που συνίσταται στον αποκλεισμό της δυνατότητας εφαρμογής μειωμένου συντελεστή ΦΠΑ για όλες τις ηλεκτρονικές υπηρεσίες.

    Υπό τις συνθήκες αυτές, πρέπει να γίνει δεκτό ότι είναι δεόντως δικαιολογημένη η διαφορετική μεταχείριση που εισάγει το άρθρο 98, παράγραφος 2, της τροποποιημένης οδηγίας 2006/112, σε συνδυασμό με το σημείο 6 του παραρτήματος III της ίδιας οδηγίας, μεταξύ της ηλεκτρονικής παραδόσεως ψηφιακών βιβλίων και της παραδόσεως ψηφιακών βιβλίων επί κάθε υλικού υποθέματος.

    (βλ. σκέψεις 41, 42, 49, 51-54, 57, 59, 60, 66, 70, 72 και διατακτ.)