12.5.2014   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 142/12


Αίτηση προδικαστικής αποφάσεως την οποία υπέβαλε το Oberverwaltungsgericht für das Land Nordrhein-Westfalen (Γερμανία) στις 4 Φεβρουαρίου 2014 — Pfeifer & Langen GmbH & Co. KG κατά Bundesanstalt für Landwirtschaft und Ernährung

(Υπόθεση C-52/14)

2014/C 142/15

Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική

Αιτούν δικαστήριο

Oberverwaltungsgericht für das Land Nordrhein-Westfalen

Διάδικοι στην υπόθεση της κύριας δίκης

Προσφεύγουσα: Pfeifer & Langen GmbH & Co. KG

Καθής: Bundesanstalt für Landwirtschaft und Ernährung

Προδικαστικά ερωτήματα

1)

Θεωρείται, σε σχέση με τη διακοπή της παραγραφής, ως αρμόδια αρχή κατά την έννοια του άρθρου 3, παράγραφος 1, εδάφιο 3, του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) 2988/95 (1) εκείνη που είναι αρμόδια για την πράξη που αποσκοπεί στη διερεύνηση ή τη δίωξη λόγω παρατυπίας, ανεξάρτητα από το αν παρείχε τα οικονομικά μέσα; Πρέπει η πράξη διερεύνησης ή δίωξης λόγω παρατυπίας να αποσκοπεί στην επιβολή διοικητικού μέτρου ή κύρωσης;

2)

Μπορεί ως «ενδιαφερόμενος» κατά την έννοια του άρθρου 3, παράγραφος 1, εδάφιο 3, του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) 2988/95 να θεωρηθεί και ο υπάλληλος μιας επιχείρησης ο οποίος ανακρίνεται ως μάρτυρας;

3)

Πρέπει «κάθε πράξη που φέρεται εις γνώσιν του ενδιαφερόμενου […] και αποσκοπεί στη διερεύνηση ή τη δίωξη της παρατυπίας» [άρθρο 3, παράγραφος 1, εδάφιο 3, του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) 2988/95] να αφορά συγκεκριμένα σφάλματα του ζαχαροβιομήχανου κατά την καταγραφή της παραγωγής ζάχαρης (σύνολο πραγματικών περιστατικών), τα οποία συνήθως διαπιστώνονται μόνον κατόπιν δεόντως διενεργηθέντος ελέγχου στο πλαίσιο κοινής οργάνωσης αγοράς; Μπορεί και η τελική έκθεση με την οποία ολοκληρώνεται ο έλεγχος ή αξιολογείται το πόρισμα του ελέγχου, στην οποία δεν τίθενται περαιτέρω ζητήματα σχετικά με συγκεκριμένα σύνολα πραγματικών περιστατικών, να αποτελέσει επίσης φερόμενη εις γνώσιν «πράξη που αποσκοπεί στη διερεύνηση της παρατυπίας»;

4)

Προϋποθέτουν οι «επαναλαμβανόμενες παρατυπίες» του άρθρου 3, παράγραφος 3, εδάφιο 2, του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) 2988/95 όπως οι πράξεις ή οι παραλείψεις που συνιστούν τις παρατυπίες βρίσκονται σε χρονική εγγύτητα μεταξύ τους, ώστε να μπορούν να αξιολογηθούν ως «επανάληψη»; Σε περίπτωση καταφατικής απάντησης: Εκλείπει η χρονική αυτή εγγύτητα εκ του ότι, μεταξύ άλλων, η παρατυπία κατά την καταγραφή μιας ποσότητας ζάχαρης από τον ζαχαροβιομήχανο συμβαίνει μόνο μία φορά εντός μιας περιόδου εμπορίας ζάχαρης και δεν επαναλαμβάνεται πριν από κάποια επόμενη ή μεταγενέστερη περίοδο εμπορίας ζάχαρης;

5)

Μπορεί να θεωρηθεί ότι οι επαναλήψεις κατά το άρθρο 3, παράγραφος 1, εδάφιο 2, του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) 2988/95 τερματίζονται λόγω του ότι η αρμόδια αρχή, τελούσα εν γνώσει της πολυπλοκότητας των περιστατικών, δεν διενήργησε κανέναν έλεγχο στην επιχείρηση ή ότι ο έλεγχος δεν διενεργήθηκε δεόντως ή επιμελώς;

6)

Πότε αρχίζει ο προβλεπόμενος στο άρθρο 3, παράγραφος 1, εδάφιο 4, του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) 2988/95 διπλάσιος χρόνος παραγραφής των οκτώ ετών για τις διαρκείς ή επαναλαμβανόμενες παρατυπίες; Αρχίζει η εν λόγω προθεσμία παραγραφής στο τέλος κάθε χαρακτηριζόμενης ως παρατυπίας πράξης (άρθρο 3, παράγραφος 1, εδάφιο 1, του κανονισμού) ή στο τέλος της τελευταίας επαναλαμβανόμενης πράξης (άρθρο 3, παράγραφος 1, εδάφιο 2, του κανονισμού);

7)

Μπορεί ο προβλεπόμενος στο άρθρο 3, παράγραφος 1, εδάφιο 4, του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) 2988/95 διπλάσιος χρόνος παραγραφής των οκτώ ετών να διακοπεί από τις πράξεις της αρμόδιας αρχής που αποσκοπούν στη διερεύνηση ή δίωξη λόγω παρατυπίας;

8)

Στην περίπτωση διαφορετικών συνόλων πραγματικών περιστατικών τα οποία συνεκτιμώνται για τον υπολογισμό των επιδοτήσεων, καθορίζονται οι υπολογιζόμενες βάσει της διάταξης του άρθρου 3, παράγραφος 1, του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) 2988/95 προθεσμίες παραγραφής χωριστά για κάθε σύνολο πραγματικών περιστατικών (παρατυπία);

9)

Εξαρτάται η πάροδος του διπλάσιου χρόνου παραγραφής κατά την έννοια του άρθρου 3, παράγραφος 1, εδάφιο 4, του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) 2988/95 από το αν η αρχή τελεί εν γνώσει της παρατυπίας;


(1)  Κανονισμός (ΕΚ, Ευρατόμ) 2988/95 του Συμβουλίου, της 18ης Δεκεμβρίου 1995, σχετικά με την προστασία των οικονομικών συμφερόντων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (ΕΕ L 312, σ. 1).