Υπόθεση C‑165/14

Alfredo Rendón Marín

κατά

Administración del Estado

(αίτηση του Tribunal Supremo

για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως)

«Προδικαστική παραπομπή — Ιθαγένεια της Ένωσης — Άρθρα 20 και 21 ΣΛΕΕ — Οδηγία 2004/38/ΕΚ — Δικαίωμα διαμονής υπηκόου τρίτου κράτους ο οποίος έχει ποινικό ιστορικό — Γονέας έχων την αποκλειστική επιμέλεια δύο ανήλικων τέκνων, πολιτών της Ένωσης — Πρώτο τέκνο υπήκοος του κράτους μέλους κατοικίας — Δεύτερο τέκνο υπήκοος άλλου κράτους μέλους — Εθνική νομοθεσία αποκλείουσα τη χορήγηση άδειας διαμονής στον εν λόγω ανιόντα λόγω του ποινικού ιστορικού του — Άρνηση χορηγήσεως δικαιώματος διαμονής δυνάμενη να οδηγήσει σε υποχρέωση των τέκνων να εγκαταλείψουν το έδαφος της Ένωσης»

Περίληψη – Απόφαση του Δικαστηρίου (τμήμα μείζονος συνθέσεως) της 13ης Σεπτεμβρίου 2016

  1. Προδικαστικά ερωτήματα – Παραπομπή ζητήματος στο Δικαστήριο – Προϋπόθεση: εκκρεμής δίκη ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου – Αιτήματα υποβληθέντα στο πλαίσιο της προσφυγής της κύριας δίκης τα οποία δεν έχουν ικανοποιηθεί πλήρως – Απάντηση του Δικαστηρίου η οποία παραμένει λυσιτελής για την επίλυση της διαφοράς της κύριας δίκης

    (Άρθρο 267 ΣΛΕΕ)

  2. Προδικαστικά ερωτήματα – Αρμοδιότητα του Δικαστηρίου – Προσδιορισμός των κρίσιμων στοιχείων του δικαίου της Ένωσης – Αναδιατύπωση των ερωτημάτων

    (Άρθρο 267 ΣΛΕΕ)

  3. Ιθαγένεια της Ένωσης – Δικαίωμα ελεύθερης κυκλοφορίας και ελεύθερης διαμονής στο έδαφος των κρατών μελών – Οδηγία 2004/38 – Δικαιούχοι – Ανήλικος πολίτης της Ένωσης που ουδέποτε έκανε χρήση του δικαιώματός του ελεύθερης κυκλοφορίας και ο οποίος διαμένει ανέκαθεν στο κράτος μέλος της ιθαγένειάς του – Δεν περιλαμβάνεται

    (Οδηγία 2004/38 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρο 3 § 1)

  4. Ιθαγένεια της Ένωσης – Διατάξεις της Συνθήκης – Δικαίωμα ελεύθερης κυκλοφορίας και ελεύθερης διαμονής στο έδαφος των κρατών μελών – Οδηγία 2004/38 – Περιορισμός του δικαιώματος εισόδου και του δικαιώματος διαμονής για λόγους δημοσίας τάξεως ή δημοσίας ασφαλείας – Εθνική κανονιστική ρύθμιση επιβάλλουσα την αυτοδίκαιη απόρριψη αιτήσεως χορηγήσεως άδειας διαμονής υπηκόου τρίτου κράτους, γονέα ανήλικου τέκνου πολίτη της Ένωσης το οποίο συντηρείται από τον ίδιο και συνοικεί με αυτόν στο κράτος μέλος υποδοχής, εκ μόνου του λόγου ότι ο αιτών έχει ποινικό ιστορικό – Δεν επιτρέπεται

    (Άρθρο 21 ΣΛΕΕ· Χάρτης των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, άρθρα 7 και 24 § 2· οδηγία 2004/38 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρο 28 § 1)

  5. Ιθαγένεια της Ένωσης – Διατάξεις της Συνθήκης – Δικαίωμα ελεύθερης κυκλοφορίας και ελεύθερης διαμονής στο έδαφος των κρατών μελών – Περιορισμός του δικαιώματος εισόδου και του δικαιώματος διαμονής για λόγους δημοσίας τάξεως ή δημοσίας ασφαλείας – Εθνική κανονιστική ρύθμιση επιβάλλουσα την αυτοδίκαιη απόρριψη αιτήσεως χορηγήσεως άδειας διαμονής υπηκόου τρίτου κράτους, γονέα ανήλικων τέκνων πολιτών της Ένωσης των οποίων ο ίδιος έχει την αποκλειστική επιμέλεια, εκ μόνου του λόγου ότι ο αιτών έχει ποινικό ιστορικό – Άρνηση χορηγήσεως δικαιώματος διαμονής δυνάμενη να οδηγήσει σε υποχρέωση των τέκνων να εγκαταλείψουν το έδαφος της Ένωσης – Δεν επιτρέπεται

    (Άρθρο 20 ΣΛΕΕ· Χάρτης των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, άρθρα 7 και 24 § 2)

  1.  Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

    (βλ. σκέψεις 24-32)

  2.  Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

    (βλ. σκέψεις 33, 34)

  3.  Βλ. το κείμενο της αποφάσεως.

    (βλ. σκέψη 40)

  4.  Κατ’ ορθή ερμηνεία, το άρθρο 21 ΣΛΕΕ και η οδηγία 2004/38/ΕΚ, σχετικά με το δικαίωμα των πολιτών της Ένωσης και των μελών των οικογενειών τους να κυκλοφορούν και να διαμένουν ελεύθερα στην επικράτεια των κρατών μελών, αντιτίθενται σε εθνική κανονιστική ρύθμιση επιβάλλουσα την αυτοδίκαιη απόρριψη αιτήσεως χορηγήσεως άδειας διαμονής υπηκόου τρίτου κράτους, γονέα ανήλικου τέκνου πολίτη της Ένωσης, υπηκόου κράτους μέλους διάφορου του κράτους μέλους υποδοχής, το οποίο συντηρείται από τον ίδιο και συνοικεί με αυτόν στο κράτος μέλος υποδοχής, εκ μόνου του λόγου ότι ο αιτών έχει ποινικό ιστορικό.

    Συγκεκριμένα, περιορισμός του δικαιώματος διαμονής θεμελιούμενος σε λόγους γενικής προλήψεως και επιβαλλόμενος προκειμένου να επιτελέσει αποτρεπτική λειτουργία έναντι άλλων αλλοδαπών, ιδίως δε μέτρο διαταχθέν αυτομάτως κατόπιν ποινικής καταδίκης, χωρίς να λαμβάνονται υπόψη ούτε η ατομική συμπεριφορά του δράστη της παραβάσεως ούτε ο κίνδυνος που αυτός συνιστά για τη δημόσια τάξη, προσκρούει στο δίκαιο της Ένωσης. Προκειμένου να κριθεί εάν μέτρο απομακρύνσεως είναι ανάλογο προς τον επιδιωκόμενο θεμιτό σκοπό, εν προκειμένω τη διαφύλαξη της δημοσίας τάξεως ή της δημοσίας ασφαλείας, επιβάλλεται η συνεκτίμηση των κριτηρίων του άρθρου 28, παράγραφος 1, της οδηγίας 2004/38, ήτοι της διάρκειας διαμονής του ενδιαφερομένου στο έδαφος του κράτους μέλους υποδοχής, της ηλικίας του, της καταστάσεως της υγείας του, της οικογενειακής και οικονομικής καταστάσεώς του, της κοινωνικής και πολιτισμικής εντάξεώς του στο κράτος μέλος υποδοχής και της εντάσεως των δεσμών του με τη χώρα καταγωγής. Στο πλαίσιο της αρχής της αναλογικότητας πρέπει επίσης να λαμβάνεται υπόψη η βαρύτητα της παραβάσεως. Συναφώς, η συμπεριφορά του ενδιαφερομένου πρέπει να συνιστά πραγματική, ενεστώσα και αρκούντως σοβαρή απειλή κατά θεμελιώδους συμφέροντος της κοινωνίας, η δε σχετική με την ύπαρξη ενεστώσας απειλής προϋπόθεση πρέπει, κατ’ αρχήν, να πληρούται κατά τον χρόνο λήψεως του επίμαχου μέτρου.

    Όσον αφορά, εξάλλου, το ενδεχόμενο απελάσεως του ενδιαφερόμενου υπηκόου τρίτου κράτους, επιβάλλεται, αφενός, η συνεκτίμηση των θεμελιωδών δικαιωμάτων των οποίων τον σεβασμό εγγυάται το Δικαστήριο, ειδικότερα δε του δικαιώματος στον σεβασμό της ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής, όπως αυτό κατοχυρώνεται με το άρθρο 7 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και, αφετέρου, η τήρηση της αρχής της αναλογικότητας. Το εν λόγω άρθρο 7 του Χάρτη πρέπει να συσχετίζεται με την υποχρέωση συνεκτιμήσεως του υπέρτατου συμφέροντος του παιδιού, το οποίο αναγνωρίζεται από το άρθρο 24, παράγραφος 2, του Χάρτη.

    (βλ. σκέψεις 61, 62, 65-67, 88 και διατακτ.)

  5.  Κατ’ ορθή ερμηνεία, το άρθρο 20 ΣΛΕΕ αντιτίθεται σε εθνική κανονιστική ρύθμιση επιβάλλουσα την αυτοδίκαιη απόρριψη αιτήσεως χορηγήσεως άδειας διαμονής υπηκόου τρίτου κράτους, γονέα ανήλικων τέκνων πολιτών της Ένωσης των οποίων ο ίδιος έχει την αποκλειστική επιμέλεια, εκ μόνου του λόγου ότι ο αιτών έχει ποινικό ιστορικό, οσάκις η απόρριψη αυτή έχει ως συνέπεια να αναγκασθούν τα εν λόγω τέκνα να εγκαταλείψουν το έδαφος της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

    Συγκεκριμένα, μολονότι το άρθρο 20 ΣΛΕΕ δεν θίγει τη δυνατότητα των κρατών μελών να επικαλούνται εξαίρεση αναγόμενη, μεταξύ άλλων, σε λόγους τηρήσεως της δημοσίας τάξεως και διαφυλάξεως της δημοσίας ασφαλείας, στον βαθμό κατά τον οποίο η κατάσταση του εν λόγω υπηκόου εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του δικαίου της Ένωσης, κατά την αξιολόγηση αυτής πρέπει να ληφθεί υπόψη το δικαίωμα για σεβασμό της ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής, όπως αυτό κατοχυρώνεται με το άρθρο 7 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, άρθρο το οποίο πρέπει να συσχετίζεται με την υποχρέωση συνεκτιμήσεως του υπέρτατου συμφέροντος του παιδιού, το οποίο αναγνωρίζεται από το άρθρο 24, παράγραφος 2, του Χάρτη. Επιπροσθέτως, ως δικαιολογητικές βάσεις παρεκκλίσεως από το δικαίωμα διαμονής των πολιτών της Ένωσης ή των μελών των οικογενειών τους, οι έννοιες «δημόσια τάξη» και «δημόσια ασφάλεια» πρέπει να ερμηνεύονται στενώς και, ως εκ τούτου, το περιεχόμενό τους δεν δύναται να καθορίζεται μονομερώς από τα κράτη μέλη άνευ ελέγχου εκ μέρους των θεσμικών οργάνων της Ένωσης.

    Η εξαίρεση για λόγους «δημοσίας τάξεως» προϋποθέτει, εν πάση περιπτώσει, πέραν της διασαλεύσεως της κοινωνικής ειρήνης την οποία συνεπάγεται κάθε παράβαση του νόμου, την ύπαρξη πραγματικής, ενεστώσας και αρκούντως σοβαρής απειλής κατά θεμελιώδους συμφέροντος της κοινωνίας. Όσον αφορά την έννοια «δημόσια ασφάλεια», στο περιεχόμενο αυτής εμπίπτουν η εσωτερική και η εξωτερική ασφάλεια κράτους μέλους και, κατά συνέπεια, η δημόσια ασφάλεια δύναται να απειλείται από την παρακώλυση της λειτουργίας των θεσμών και των βασικών δημοσίων υπηρεσιών, καθώς και από κίνδυνο για την επιβίωση του πληθυσμού ή σοβαρής διαταράξεως των εξωτερικών σχέσεων ή της ειρηνικής συνυπάρξεως των λαών ή ακόμη από βλάβη των στρατιωτικών συμφερόντων. Στο πλαίσιο αυτό, οσάκις η μη χορήγηση δικαιώματος διαμονής θεμελιώνεται στην ύπαρξη πραγματικής, ενεστώσας και αρκούντως σοβαρής απειλής κατά της δημοσίας τάξεως ή της δημοσίας ασφαλείας, επί τη βάσει των ποινικών αδικημάτων που έχει διαπράξει υπήκοος τρίτου κράτους έχων την αποκλειστική επιμέλεια τέκνων, πολιτών της Ένωσης, η εν λόγω μη χορήγηση θα είναι σύμφωνη με το δίκαιο της Ένωσης.

    Αντιθέτως, το συμπέρασμα αυτό δεν μπορεί να συνάγεται αυτομάτως επί τη βάσει και μόνον του ποινικού ιστορικού του ενδιαφερομένου. Το συμπέρασμα αυτό θα πρέπει ενδεχομένως να προκύπτει μόνον από συγκεκριμένη αξιολόγηση, εκ μέρους του αιτούντος δικαστηρίου, του συνόλου των τρεχουσών και κρίσιμων περιστάσεων της υποθέσεως, με γνώμονα την αρχή της αναλογικότητας, το υπέρτατο συμφέρον του παιδιού και τα θεμελιώδη δικαιώματα των οποίων τον σεβασμό εγγυάται το Δικαστήριο. Στο πλαίσιο της αξιολογήσεως αυτής πρέπει, μεταξύ άλλων, να λαμβάνονται υπόψη η προσωπική συμπεριφορά του ενδιαφερομένου, η διάρκεια και η νομιμότητα της διαμονής του στο έδαφος του οικείου κράτους μέλους, η φύση και η βαρύτητα της διαπραχθείσας παραβάσεως, ο τρέχων βαθμός επικινδυνότητας του ενδιαφερομένου για την κοινωνία, η ηλικία των τέκνων και η κατάσταση της υγείας τους, καθώς και η οικογενειακή και οικονομική τους κατάσταση.

    (βλ. σκέψεις 81-88 και διατακτ.)