Υπόθεση C‑146/14 PPU
Bashir Mohamed Ali Mahdi
(αίτηση του Administrativen sad Sofia-grad για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως)
«Θεωρήσεις, άσυλο, μετανάστευση και άλλες πολιτικές σχετικές με την ελεύθερη κυκλοφορία των προσώπων — Οδηγία 2008/115/ΕΚ — Επιστροφή υπηκόων τρίτων χωρών που διαμένουν παρανόμως στη χώρα — Άρθρο 15 — Κράτηση — Παράταση της κρατήσεως — Υποχρεώσεις της διοικητικής ή δικαστικής αρχής — Δικαστικός έλεγχος — Έλλειψη εγγράφων ταυτότητας υπηκόου τρίτης χώρας — Κωλύματα στην εκτέλεση της αποφάσεως περί απομακρύνσεως — Άρνηση της πρεσβείας της εμπλεκόμενης τρίτης χώρας να χορηγήσει έγγραφο ταυτότητας παρέχον τη δυνατότητα επιστροφής του υπηκόου της χώρας αυτής — Κίνδυνος διαφυγής — Εύλογη προοπτική απομακρύνσεως — Έλλειψη συνεργασίας — Ενδεχόμενη υποχρέωση του οικείου κράτους μέλους να χορηγήσει προσωρινό έγγραφο προσωπικής καταστάσεως»
Περίληψη – Απόφαση του Δικαστηρίου (τρίτο τμήμα) της 5ης Ιουνίου 2014
Συνοριακοί έλεγχοι, άσυλο και μετανάστευση – Μεταναστευτική πολιτική – Επιστροφή παρανόμως διαμενόντων υπηκόων τρίτων χωρών – Οδηγία 2008/115 – Κράτηση με σκοπό την απομάκρυνση – Ενδεχόμενη παράταση της κρατήσεως – Απόφαση λαμβανόμενη κατά τη λήξη του μέγιστου ορίου της αρχικής κρατήσεως – Απόφαση που πρέπει να έχει τη μορφή έγγραφης πράξεως, νομικώς και πραγματικώς αιτιολογημένης
(Χάρτης των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, άρθρα 6 και 47· οδηγία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 2008/115, άρθρο 15 §§ 2, 3, 5 και 6)
Συνοριακοί έλεγχοι, άσυλο και μετανάστευση – Μεταναστευτική πολιτική – Επιστροφή παρανόμως διαμενόντων υπηκόων τρίτων χωρών – Οδηγία 2008/115 – Κράτηση με σκοπό την απομάκρυνση – Επανεξέταση σε εύλογα τακτά χρονικά διαστήματα των προϋποθέσεων της κρατήσεως – Διαδικαστικές λεπτομέρειες εφαρμογής μη προβλεπόμενες από το δίκαιο της Ένωσης – Αρμοδιότητα των κρατών μελών
(Οδηγία 2008/115 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρο 15 § 3)
Συνοριακοί έλεγχοι, άσυλο και μετανάστευση – Μεταναστευτική πολιτική – Επιστροφή παρανόμως διαμενόντων υπηκόων τρίτων χωρών – Οδηγία 2008/115 – Κράτηση με σκοπό την απομάκρυνση – Ενδεχόμενη παράταση της κρατήσεως – Έκταση του δικαιοδοτικού ελέγχου από τη δικαστική αρχή στην οποία υποβάλλεται αίτημα παρατάσεως της κρατήσεως
(Οδηγία 2008/115 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρο 15 §§ 3 και 6)
Συνοριακοί έλεγχοι, άσυλο και μετανάστευση – Μεταναστευτική πολιτική – Επιστροφή παρανόμως διαμενόντων υπηκόων τρίτων χωρών – Οδηγία 2008/115 – Κράτηση με σκοπό την απομάκρυνση – Εθνική ρύθμιση που προβλέπει την παράταση της κρατήσεως με μόνη αιτιολογία την έλλειψη εγγράφων ταυτότητας – Δεν επιτρέπεται
(Οδηγία 2008/115 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρο 15 §§ 1 και 6)
Συνοριακοί έλεγχοι, άσυλο και μετανάστευση – Μεταναστευτική πολιτική – Επιστροφή παρανόμως διαμενόντων υπηκόων τρίτων χωρών – Οδηγία 2008/115 – Κράτηση με σκοπό την απομάκρυνση – Ενδεχόμενη παράταση της κρατήσεως – Έλλειψη συνεργασίας – Έννοια
(Οδηγία 2008/115 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρο 15 § 6, στοιχείο αʹ)
Συνοριακοί έλεγχοι, άσυλο και μετανάστευση – Μεταναστευτική πολιτική – Επιστροφή παρανόμως διαμενόντων υπηκόων τρίτων χωρών – Οδηγία 2008/115 – Κράτηση με σκοπό την απομάκρυνση – Υπήκοος τρίτης χώρας χωρίς έγγραφα ταυτότητας ο οποίος αφίεται ελεύθερος με απόφαση εθνικού δικαστηρίου με το σκεπτικό ότι δεν υφίσταται εύλογη προοπτική απομακρύνσεως – Υποχρέωση χορηγήσεως τίτλου διαμονής ή άλλης άδειας που παρέχει δικαίωμα παραμονής – Δεν υφίσταται – Υποχρέωση χορηγήσεως έγγραφης επιβεβαιώσεως της καταστάσεως του εν λόγω αλλοδαπού
(Οδηγία 2008/115 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρο 15 § 4)
Το άρθρο 15, παράγραφοι 3 και 6, της οδηγίας 2008/115, σχετικά με τους κοινούς κανόνες και διαδικασίες στα κράτη μέλη για την επιστροφή των παρανόμως διαμενόντων υπηκόων τρίτων χωρών, ερμηνευόμενο βάσει των άρθρων 6 και 47 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, έχει την έννοια ότι η απόφαση την οποία λαμβάνει η αρμόδια αρχή, με τη συμπλήρωση του ανωτάτου ορίου αρχικής κρατήσεως υπηκόου τρίτης χώρας, σχετικά με την ενδεχόμενη συνέχιση της κρατήσεως αυτής, πρέπει να έχει τη μορφή έγγραφης πράξεως νομικώς και πραγματικώς αιτιολογημένης.
Πράγματι, η μόνη ρητώς προβλεπόμενη από το άρθρο 15 της οδηγίας 2008/115 απαίτηση όσον αφορά την έκδοση έγγραφης πράξεως είναι αυτή που παρατίθεται στην παράγραφο 2 του άρθρου αυτού, ήτοι ότι η κράτηση πρέπει να διατάσσεται εγγράφως και να είναι πραγματικώς και νομικώς αιτιολογημένη. Η εν λόγω απαίτηση εκδόσεως έγγραφης αποφάσεως πρέπει να νοείται ως αναφερόμενη οπωσδήποτε σε κάθε είδους απόφαση επί της παρατάσεως της κρατήσεως. Εντούτοις, οι διατάξεις του άρθρου 15 της οδηγίας αυτής δεν απαιτούν την έκδοση έγγραφης πράξεως επανεξετάσεως όσον αφορά την περιοδική επανεξέταση. Κατά συνέπεια, οι αρχές που προβαίνουν σε επανεξέταση της κρατήσεως υπηκόου τρίτης χώρας ανά εύλογα χρονικά διαστήματα, κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 15, παράγραφος 3, πρώτη περίοδος, της εν λόγω οδηγίας, δεν υποχρεούνται να εκδίδουν, σε κάθε επανεξέταση, έγγραφη πράξη εκθέτουσα τα πραγματικά και νομικά στοιχεία που αιτιολογούν την πράξη αυτή.
Συναφώς, αν η αρχή που είναι αρμόδια για την επανεξέταση κατά τη συμπλήρωση του ανωτάτου ορίου της αρχικής κρατήσεως το οποίο επιτρέπει το άρθρο 15, παράγραφος 5, της ίδιας οδηγίας αποφαίνεται για τη συνέχιση της εν λόγω κρατήσεως, η αρχή αυτή υποχρεούται να λάβει την απόφασή της εκδίδοντας αιτιολογημένη πράξη. Πράγματι, σε μια τέτοια περίπτωση, η επανεξέταση της κρατήσεως και η έκδοση της αποφάσεως περί της ενδεχόμενης συνεχίσεως της κρατήσεως εκδίδονται κατά το ίδιο διαδικαστικό στάδιο. Κατά συνέπεια, η απόφαση αυτή πρέπει να πληροί τις προϋποθέσεις του άρθρου 15, παράγραφος 2, της οδηγίας 2008/115. Εν πάση περιπτώσει, μια τέτοια απόφαση πρέπει να αποτελεί το αντικείμενο ελέγχου από δικαστική αρχή δυνάμει του άρθρου 15, παράγραφος 3, της εν λόγω οδηγίας
(βλ. σκέψεις 44, 47-49, 52, διατακτ. 1)
Το δίκαιο της Ένωσης δεν αντιτίθεται σε εθνική ρύθμιση η οποία, τηρώντας τα θεμελιώδη δικαιώματα και εξασφαλίζοντας την πλήρη αποτελεσματικότητα των διατάξεων του δικαίου της Ένωσης, προβλέπει την υποχρέωση της αρχής που επανεξετάζει ανά εύλογα χρονικά διαστήματα την κράτηση υπηκόου τρίτης χώρας, δυνάμει του άρθρου 15, παράγραφος 3, πρώτη περίοδος, της οδηγίας 2008/115, σχετικά με τους κοινούς κανόνες και διαδικασίες στα κράτη μέλη για την επιστροφή των παρανόμως διαμενόντων υπηκόων τρίτων χωρών, να λαμβάνει, μετά από κάθε επανεξέταση, ρητή πράξη πραγματικώς και νομικώς αιτιολογημένη. Μια τέτοια υποχρέωση θα απορρέει μόνον από το εθνικό δίκαιο.
(βλ. σκέψεις 50, 51)
Το άρθρο 15, παράγραφοι 3 και 6, της οδηγίας 2008/115, σχετικά με τους κοινούς κανόνες και διαδικασίες στα κράτη μέλη για την επιστροφή των παρανόμως διαμενόντων υπηκόων τρίτων χωρών, έχει την έννοια ότι ο έλεγχος στον οποίο πρέπει να προβεί η δικαστική αρχή που επιλαμβάνεται αιτήματος παρατάσεως της κρατήσεως υπηκόου τρίτης χώρας πρέπει να παρέχει τη δυνατότητα στην αρχή αυτή να αποφαίνεται επί της ουσίας, και δη κατά περίπτωση, επί της παρατάσεως της κρατήσεως του ενδιαφερομένου, επί της δυνατότητας αντικαταστάσεως της κρατήσεως με ηπιότερο μέτρο ή επί της απολύσεώς του, οπότε η εν λόγω δικαστική αρχή είναι αρμόδια να στηριχθεί σε πραγματικά περιστατικά και σε αποδεικτικά στοιχεία που εκθέτει ή προσκομίζει η διοικητική αρχή με πρωτοβουλία της οποίας ζητήθηκε η δικαστική παρέμβαση, καθώς και σε πραγματικά περιστατικά, αποδεικτικά στοιχεία και παρατηρήσεις που ενδεχομένως προβάλλονται ενώπιόν της κατά τη διαδικασία αυτή.
Πράγματι, η αποφαινόμενη επί αιτήματος παρατάσεως κρατήσεως δικαστική αρχή πρέπει να είναι σε θέση να αποφαίνεται επί κάθε κρίσιμου πραγματικού και νομικού στοιχείου για να προσδιορίσει αν δικαιολογείται παράταση της κρατήσεως, λαμβανομένων υπόψη των προϋποθέσεων που απορρέουν από το άρθρο 15 της οδηγίας 2008/115, πράγμα το οποίο απαιτεί εξέταση σε βάθος των πραγματικών στοιχείων της κάθε υποθέσεως. Όταν η αρχικώς διαταχθείσα κράτηση δεν δικαιολογείται πλέον έναντι των προϋποθέσεων αυτών, η αρμόδια δικαστική αρχή πρέπει να είναι σε θέση να υποκαταστήσει με τη δική της απόφαση εκείνη της διοικητικής αρχής ή, ενδεχομένως, εκείνη της δικαστικής αρχής που διέταξε την αρχική κράτηση και να αποφανθεί επί της δυνατότητας λήψεως άλλου μέτρου αντί της κρατήσεως ή την απόλυση του ενδιαφερόμενου υπηκόου τρίτης χώρας. Προς τούτο, η δικαστική αρχή που αποφαίνεται επί αιτήματος παρατάσεως της κρατήσεως πρέπει να είναι σε θέση να λάβει υπόψη τόσο τα πραγματικά στοιχεία και τις αποδείξεις που προβάλλει η διοικητική αρχή που διέταξε την αρχική κράτηση όσο και κάθε ενδεχόμενη παρατήρηση του ενδιαφερόμενου υπηκόου τρίτης χώρας. Επιπλέον, πρέπει να είναι σε θέση να ερευνά κάθε άλλο κρίσιμο για την απόφασή της στοιχείο σε περίπτωση που το κρίνει αναγκαίο. Επομένως, οι εξουσίες της δικαστικής αρχής στο πλαίσιο ελέγχου δεν μπορούν να περιορίζονται, σε καμία περίπτωση, μόνο στα στοιχεία που προσκομίστηκαν από την αρμόδια διοικητική αρχή.
(βλ. σκέψεις 62, 64, διατακτ. 2)
Το άρθρο 15, παράγραφοι 1 και 6, της οδηγίας 2008/115, σχετικά με τους κοινούς κανόνες και διαδικασίες στα κράτη μέλη για την επιστροφή των παρανόμως διαμενόντων υπηκόων τρίτων χωρών, έχει την έννοια ότι αντιτίθεται στην εφαρμογή εθνικής ρυθμίσεως, όπως αυτή της κύριας δίκης, κατά την οποία μια αρχική περίοδος κρατήσεως έξι μηνών μπορεί να παρατείνεται απλώς και μόνον επειδή ο ενδιαφερόμενος υπήκοος τρίτης χώρας δεν διαθέτει έγγραφα ταυτότητας. Εναπόκειται στο αιτούν δικαστήριο και μόνο να προβεί σε κατά περίπτωση εκτίμηση των πραγματικών περιστάσεων της υποθέσεως προκειμένου να προσδιορίσει αν μπορεί να ληφθεί άλλο αποτελεσματικό αλλά ηπιότερο μέτρο έναντι του αλλοδαπού ή αν υφίσταται κίνδυνος διαφυγής αυτού.
(βλ. σκέψη 74, διατακτ. 3)
Το άρθρο 15, παράγραφος 6, στοιχείο αʹ, της οδηγίας 2008/115, σχετικά με τους κοινούς κανόνες και διαδικασίες στα κράτη μέλη για την επιστροφή των παρανόμως διαμενόντων υπηκόων τρίτων χωρών, έχει την έννοια ότι υπήκοος τρίτης χώρας στον οποίο δεν έχει χορηγηθεί έγγραφο ταυτότητας που θα παρείχε τη δυνατότητα για την απομάκρυνσή του από το έδαφος του οικείου κράτους μέλους μπορεί να λογίζεται ως επιδεικνύων έλλειψη συνεργασίας, υπό την έννοια της διατάξεως αυτής, μόνον αν από την εξέταση της συμπεριφοράς του κατά τη διάρκεια της περιόδου κρατήσεως προκύπτει ότι ο ίδιος δεν συνεργάστηκε στη διαδικασία απομακρύνσεως και εικάζεται ότι η διαδικασία αυτή θα διαρκέσει περισσότερο του προβλεπομένου εξαιτίας της συμπεριφοράς αυτής.
Επιπλέον, το άρθρο 15, παράγραφος 6, της οδηγίας 2008/115 επιβάλλει να είναι σε θέση η αρμόδια αρχή, πριν εξετάσει αν ο ενδιαφερόμενος υπήκοος τρίτης χώρας επιδεικνύει έλλειψη συνεργασίας, να διαπιστώσει ότι η διαδικασία απομακρύνσεως διαρκεί περισσότερο του προβλεπομένου παρ’ όλες τις εύλογες προσπάθειες, πράγμα το οποίο απαιτεί να έχει καταβάλει το εμπλεκόμενο κράτος μέλος και να εξακολουθεί ενεργά να καταβάλλει προσπάθειες ώστε να χορηγηθούν έγγραφα ταυτότητας στον αλλοδαπό αυτόν.
Έτσι, προκειμένου να διαπιστωθεί αν το αρμόδιο κράτος μέλος κατέβαλε εύλογες προσπάθειες για την εκτέλεση της αποφάσεως περί απομακρύνσεως και αν υφίσταται έλλειψη συνεργασίας εκ μέρους του ενδιαφερόμενου υπηκόου τρίτης χώρας, απαιτείται λεπτομερής εξέταση των πραγματικών στοιχείων σχετικά με το σύνολο της περιόδου αρχικής κρατήσεως. Η εξέταση αυτή αποτελεί πραγματικό ζήτημα, το οποίο δεν εμπίπτει στην αρμοδιότητα του Δικαστηρίου στο πλαίσιο διαδικασίας βάσει του άρθρου 267 ΣΛΕΕ αλλά σε αυτήν του εθνικού δικαστηρίου.
(βλ. σκέψεις 83-85, διατακτ. 4)
Η οδηγία 2008/115, σχετικά με τους κοινούς κανόνες και διαδικασίες στα κράτη μέλη για την επιστροφή των παρανόμως διαμενόντων υπηκόων τρίτων χωρών, έχει την έννοια ότι κράτος μέλος δεν μπορεί να υποχρεωθεί να χορηγήσει αυτοτελή τίτλο διαμονής ή άλλη άδεια παρέχουσα δικαίωμα διαμονής σε υπήκοο τρίτης χώρας ο οποίος δεν διαθέτει έγγραφα ταυτότητας και στον οποίο δεν έχουν χορηγηθεί τέτοια έγγραφα από τη χώρα καταγωγής του, όταν εθνικό δικαστήριο έχει διατάξει να αφεθεί ελεύθερος ο ως άνω αλλοδαπός με το σκεπτικό ότι δεν υφίσταται πλέον λογική προοπτική απομακρύνσεως υπό την έννοια του άρθρου 15, παράγραφος 4, της οδηγίας αυτής. Εντούτοις, σε μια τέτοια περίπτωση, το κράτος μέλος αυτό πρέπει να χορηγεί στον εν λόγω αλλοδαπό έγγραφη επιβεβαίωση της καταστάσεώς του.
(βλ. σκέψη 89, διατακτ. 5)
Υπόθεση C‑146/14 PPU
Bashir Mohamed Ali Mahdi
(αίτηση του Administrativen sad Sofia-grad για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως)
«Θεωρήσεις, άσυλο, μετανάστευση και άλλες πολιτικές σχετικές με την ελεύθερη κυκλοφορία των προσώπων — Οδηγία 2008/115/ΕΚ — Επιστροφή υπηκόων τρίτων χωρών που διαμένουν παρανόμως στη χώρα — Άρθρο 15 — Κράτηση — Παράταση της κρατήσεως — Υποχρεώσεις της διοικητικής ή δικαστικής αρχής — Δικαστικός έλεγχος — Έλλειψη εγγράφων ταυτότητας υπηκόου τρίτης χώρας — Κωλύματα στην εκτέλεση της αποφάσεως περί απομακρύνσεως — Άρνηση της πρεσβείας της εμπλεκόμενης τρίτης χώρας να χορηγήσει έγγραφο ταυτότητας παρέχον τη δυνατότητα επιστροφής του υπηκόου της χώρας αυτής — Κίνδυνος διαφυγής — Εύλογη προοπτική απομακρύνσεως — Έλλειψη συνεργασίας — Ενδεχόμενη υποχρέωση του οικείου κράτους μέλους να χορηγήσει προσωρινό έγγραφο προσωπικής καταστάσεως»
Περίληψη – Απόφαση του Δικαστηρίου (τρίτο τμήμα) της 5ης Ιουνίου 2014
Συνοριακοί έλεγχοι, άσυλο και μετανάστευση — Μεταναστευτική πολιτική — Επιστροφή παρανόμως διαμενόντων υπηκόων τρίτων χωρών — Οδηγία 2008/115 — Κράτηση με σκοπό την απομάκρυνση — Ενδεχόμενη παράταση της κρατήσεως — Απόφαση λαμβανόμενη κατά τη λήξη του μέγιστου ορίου της αρχικής κρατήσεως — Απόφαση που πρέπει να έχει τη μορφή έγγραφης πράξεως, νομικώς και πραγματικώς αιτιολογημένης
(Χάρτης των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, άρθρα 6 και 47· οδηγία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 2008/115, άρθρο 15 §§ 2, 3, 5 και 6)
Συνοριακοί έλεγχοι, άσυλο και μετανάστευση — Μεταναστευτική πολιτική — Επιστροφή παρανόμως διαμενόντων υπηκόων τρίτων χωρών — Οδηγία 2008/115 — Κράτηση με σκοπό την απομάκρυνση — Επανεξέταση σε εύλογα τακτά χρονικά διαστήματα των προϋποθέσεων της κρατήσεως — Διαδικαστικές λεπτομέρειες εφαρμογής μη προβλεπόμενες από το δίκαιο της Ένωσης — Αρμοδιότητα των κρατών μελών
(Οδηγία 2008/115 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρο 15 § 3)
Συνοριακοί έλεγχοι, άσυλο και μετανάστευση — Μεταναστευτική πολιτική — Επιστροφή παρανόμως διαμενόντων υπηκόων τρίτων χωρών — Οδηγία 2008/115 — Κράτηση με σκοπό την απομάκρυνση — Ενδεχόμενη παράταση της κρατήσεως — Έκταση του δικαιοδοτικού ελέγχου από τη δικαστική αρχή στην οποία υποβάλλεται αίτημα παρατάσεως της κρατήσεως
(Οδηγία 2008/115 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρο 15 §§ 3 και 6)
Συνοριακοί έλεγχοι, άσυλο και μετανάστευση — Μεταναστευτική πολιτική — Επιστροφή παρανόμως διαμενόντων υπηκόων τρίτων χωρών — Οδηγία 2008/115 — Κράτηση με σκοπό την απομάκρυνση — Εθνική ρύθμιση που προβλέπει την παράταση της κρατήσεως με μόνη αιτιολογία την έλλειψη εγγράφων ταυτότητας — Δεν επιτρέπεται
(Οδηγία 2008/115 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρο 15 §§ 1 και 6)
Συνοριακοί έλεγχοι, άσυλο και μετανάστευση — Μεταναστευτική πολιτική — Επιστροφή παρανόμως διαμενόντων υπηκόων τρίτων χωρών — Οδηγία 2008/115 — Κράτηση με σκοπό την απομάκρυνση — Ενδεχόμενη παράταση της κρατήσεως — Έλλειψη συνεργασίας — Έννοια
(Οδηγία 2008/115 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρο 15 § 6, στοιχείο αʹ)
Συνοριακοί έλεγχοι, άσυλο και μετανάστευση — Μεταναστευτική πολιτική — Επιστροφή παρανόμως διαμενόντων υπηκόων τρίτων χωρών — Οδηγία 2008/115 — Κράτηση με σκοπό την απομάκρυνση — Υπήκοος τρίτης χώρας χωρίς έγγραφα ταυτότητας ο οποίος αφίεται ελεύθερος με απόφαση εθνικού δικαστηρίου με το σκεπτικό ότι δεν υφίσταται εύλογη προοπτική απομακρύνσεως — Υποχρέωση χορηγήσεως τίτλου διαμονής ή άλλης άδειας που παρέχει δικαίωμα παραμονής — Δεν υφίσταται — Υποχρέωση χορηγήσεως έγγραφης επιβεβαιώσεως της καταστάσεως του εν λόγω αλλοδαπού
(Οδηγία 2008/115 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρο 15 § 4)
Το άρθρο 15, παράγραφοι 3 και 6, της οδηγίας 2008/115, σχετικά με τους κοινούς κανόνες και διαδικασίες στα κράτη μέλη για την επιστροφή των παρανόμως διαμενόντων υπηκόων τρίτων χωρών, ερμηνευόμενο βάσει των άρθρων 6 και 47 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, έχει την έννοια ότι η απόφαση την οποία λαμβάνει η αρμόδια αρχή, με τη συμπλήρωση του ανωτάτου ορίου αρχικής κρατήσεως υπηκόου τρίτης χώρας, σχετικά με την ενδεχόμενη συνέχιση της κρατήσεως αυτής, πρέπει να έχει τη μορφή έγγραφης πράξεως νομικώς και πραγματικώς αιτιολογημένης.
Πράγματι, η μόνη ρητώς προβλεπόμενη από το άρθρο 15 της οδηγίας 2008/115 απαίτηση όσον αφορά την έκδοση έγγραφης πράξεως είναι αυτή που παρατίθεται στην παράγραφο 2 του άρθρου αυτού, ήτοι ότι η κράτηση πρέπει να διατάσσεται εγγράφως και να είναι πραγματικώς και νομικώς αιτιολογημένη. Η εν λόγω απαίτηση εκδόσεως έγγραφης αποφάσεως πρέπει να νοείται ως αναφερόμενη οπωσδήποτε σε κάθε είδους απόφαση επί της παρατάσεως της κρατήσεως. Εντούτοις, οι διατάξεις του άρθρου 15 της οδηγίας αυτής δεν απαιτούν την έκδοση έγγραφης πράξεως επανεξετάσεως όσον αφορά την περιοδική επανεξέταση. Κατά συνέπεια, οι αρχές που προβαίνουν σε επανεξέταση της κρατήσεως υπηκόου τρίτης χώρας ανά εύλογα χρονικά διαστήματα, κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 15, παράγραφος 3, πρώτη περίοδος, της εν λόγω οδηγίας, δεν υποχρεούνται να εκδίδουν, σε κάθε επανεξέταση, έγγραφη πράξη εκθέτουσα τα πραγματικά και νομικά στοιχεία που αιτιολογούν την πράξη αυτή.
Συναφώς, αν η αρχή που είναι αρμόδια για την επανεξέταση κατά τη συμπλήρωση του ανωτάτου ορίου της αρχικής κρατήσεως το οποίο επιτρέπει το άρθρο 15, παράγραφος 5, της ίδιας οδηγίας αποφαίνεται για τη συνέχιση της εν λόγω κρατήσεως, η αρχή αυτή υποχρεούται να λάβει την απόφασή της εκδίδοντας αιτιολογημένη πράξη. Πράγματι, σε μια τέτοια περίπτωση, η επανεξέταση της κρατήσεως και η έκδοση της αποφάσεως περί της ενδεχόμενης συνεχίσεως της κρατήσεως εκδίδονται κατά το ίδιο διαδικαστικό στάδιο. Κατά συνέπεια, η απόφαση αυτή πρέπει να πληροί τις προϋποθέσεις του άρθρου 15, παράγραφος 2, της οδηγίας 2008/115. Εν πάση περιπτώσει, μια τέτοια απόφαση πρέπει να αποτελεί το αντικείμενο ελέγχου από δικαστική αρχή δυνάμει του άρθρου 15, παράγραφος 3, της εν λόγω οδηγίας
(βλ. σκέψεις 44, 47-49, 52, διατακτ. 1)
Το δίκαιο της Ένωσης δεν αντιτίθεται σε εθνική ρύθμιση η οποία, τηρώντας τα θεμελιώδη δικαιώματα και εξασφαλίζοντας την πλήρη αποτελεσματικότητα των διατάξεων του δικαίου της Ένωσης, προβλέπει την υποχρέωση της αρχής που επανεξετάζει ανά εύλογα χρονικά διαστήματα την κράτηση υπηκόου τρίτης χώρας, δυνάμει του άρθρου 15, παράγραφος 3, πρώτη περίοδος, της οδηγίας 2008/115, σχετικά με τους κοινούς κανόνες και διαδικασίες στα κράτη μέλη για την επιστροφή των παρανόμως διαμενόντων υπηκόων τρίτων χωρών, να λαμβάνει, μετά από κάθε επανεξέταση, ρητή πράξη πραγματικώς και νομικώς αιτιολογημένη. Μια τέτοια υποχρέωση θα απορρέει μόνον από το εθνικό δίκαιο.
(βλ. σκέψεις 50, 51)
Το άρθρο 15, παράγραφοι 3 και 6, της οδηγίας 2008/115, σχετικά με τους κοινούς κανόνες και διαδικασίες στα κράτη μέλη για την επιστροφή των παρανόμως διαμενόντων υπηκόων τρίτων χωρών, έχει την έννοια ότι ο έλεγχος στον οποίο πρέπει να προβεί η δικαστική αρχή που επιλαμβάνεται αιτήματος παρατάσεως της κρατήσεως υπηκόου τρίτης χώρας πρέπει να παρέχει τη δυνατότητα στην αρχή αυτή να αποφαίνεται επί της ουσίας, και δη κατά περίπτωση, επί της παρατάσεως της κρατήσεως του ενδιαφερομένου, επί της δυνατότητας αντικαταστάσεως της κρατήσεως με ηπιότερο μέτρο ή επί της απολύσεώς του, οπότε η εν λόγω δικαστική αρχή είναι αρμόδια να στηριχθεί σε πραγματικά περιστατικά και σε αποδεικτικά στοιχεία που εκθέτει ή προσκομίζει η διοικητική αρχή με πρωτοβουλία της οποίας ζητήθηκε η δικαστική παρέμβαση, καθώς και σε πραγματικά περιστατικά, αποδεικτικά στοιχεία και παρατηρήσεις που ενδεχομένως προβάλλονται ενώπιόν της κατά τη διαδικασία αυτή.
Πράγματι, η αποφαινόμενη επί αιτήματος παρατάσεως κρατήσεως δικαστική αρχή πρέπει να είναι σε θέση να αποφαίνεται επί κάθε κρίσιμου πραγματικού και νομικού στοιχείου για να προσδιορίσει αν δικαιολογείται παράταση της κρατήσεως, λαμβανομένων υπόψη των προϋποθέσεων που απορρέουν από το άρθρο 15 της οδηγίας 2008/115, πράγμα το οποίο απαιτεί εξέταση σε βάθος των πραγματικών στοιχείων της κάθε υποθέσεως. Όταν η αρχικώς διαταχθείσα κράτηση δεν δικαιολογείται πλέον έναντι των προϋποθέσεων αυτών, η αρμόδια δικαστική αρχή πρέπει να είναι σε θέση να υποκαταστήσει με τη δική της απόφαση εκείνη της διοικητικής αρχής ή, ενδεχομένως, εκείνη της δικαστικής αρχής που διέταξε την αρχική κράτηση και να αποφανθεί επί της δυνατότητας λήψεως άλλου μέτρου αντί της κρατήσεως ή την απόλυση του ενδιαφερόμενου υπηκόου τρίτης χώρας. Προς τούτο, η δικαστική αρχή που αποφαίνεται επί αιτήματος παρατάσεως της κρατήσεως πρέπει να είναι σε θέση να λάβει υπόψη τόσο τα πραγματικά στοιχεία και τις αποδείξεις που προβάλλει η διοικητική αρχή που διέταξε την αρχική κράτηση όσο και κάθε ενδεχόμενη παρατήρηση του ενδιαφερόμενου υπηκόου τρίτης χώρας. Επιπλέον, πρέπει να είναι σε θέση να ερευνά κάθε άλλο κρίσιμο για την απόφασή της στοιχείο σε περίπτωση που το κρίνει αναγκαίο. Επομένως, οι εξουσίες της δικαστικής αρχής στο πλαίσιο ελέγχου δεν μπορούν να περιορίζονται, σε καμία περίπτωση, μόνο στα στοιχεία που προσκομίστηκαν από την αρμόδια διοικητική αρχή.
(βλ. σκέψεις 62, 64, διατακτ. 2)
Το άρθρο 15, παράγραφοι 1 και 6, της οδηγίας 2008/115, σχετικά με τους κοινούς κανόνες και διαδικασίες στα κράτη μέλη για την επιστροφή των παρανόμως διαμενόντων υπηκόων τρίτων χωρών, έχει την έννοια ότι αντιτίθεται στην εφαρμογή εθνικής ρυθμίσεως, όπως αυτή της κύριας δίκης, κατά την οποία μια αρχική περίοδος κρατήσεως έξι μηνών μπορεί να παρατείνεται απλώς και μόνον επειδή ο ενδιαφερόμενος υπήκοος τρίτης χώρας δεν διαθέτει έγγραφα ταυτότητας. Εναπόκειται στο αιτούν δικαστήριο και μόνο να προβεί σε κατά περίπτωση εκτίμηση των πραγματικών περιστάσεων της υποθέσεως προκειμένου να προσδιορίσει αν μπορεί να ληφθεί άλλο αποτελεσματικό αλλά ηπιότερο μέτρο έναντι του αλλοδαπού ή αν υφίσταται κίνδυνος διαφυγής αυτού.
(βλ. σκέψη 74, διατακτ. 3)
Το άρθρο 15, παράγραφος 6, στοιχείο αʹ, της οδηγίας 2008/115, σχετικά με τους κοινούς κανόνες και διαδικασίες στα κράτη μέλη για την επιστροφή των παρανόμως διαμενόντων υπηκόων τρίτων χωρών, έχει την έννοια ότι υπήκοος τρίτης χώρας στον οποίο δεν έχει χορηγηθεί έγγραφο ταυτότητας που θα παρείχε τη δυνατότητα για την απομάκρυνσή του από το έδαφος του οικείου κράτους μέλους μπορεί να λογίζεται ως επιδεικνύων έλλειψη συνεργασίας, υπό την έννοια της διατάξεως αυτής, μόνον αν από την εξέταση της συμπεριφοράς του κατά τη διάρκεια της περιόδου κρατήσεως προκύπτει ότι ο ίδιος δεν συνεργάστηκε στη διαδικασία απομακρύνσεως και εικάζεται ότι η διαδικασία αυτή θα διαρκέσει περισσότερο του προβλεπομένου εξαιτίας της συμπεριφοράς αυτής.
Επιπλέον, το άρθρο 15, παράγραφος 6, της οδηγίας 2008/115 επιβάλλει να είναι σε θέση η αρμόδια αρχή, πριν εξετάσει αν ο ενδιαφερόμενος υπήκοος τρίτης χώρας επιδεικνύει έλλειψη συνεργασίας, να διαπιστώσει ότι η διαδικασία απομακρύνσεως διαρκεί περισσότερο του προβλεπομένου παρ’ όλες τις εύλογες προσπάθειες, πράγμα το οποίο απαιτεί να έχει καταβάλει το εμπλεκόμενο κράτος μέλος και να εξακολουθεί ενεργά να καταβάλλει προσπάθειες ώστε να χορηγηθούν έγγραφα ταυτότητας στον αλλοδαπό αυτόν.
Έτσι, προκειμένου να διαπιστωθεί αν το αρμόδιο κράτος μέλος κατέβαλε εύλογες προσπάθειες για την εκτέλεση της αποφάσεως περί απομακρύνσεως και αν υφίσταται έλλειψη συνεργασίας εκ μέρους του ενδιαφερόμενου υπηκόου τρίτης χώρας, απαιτείται λεπτομερής εξέταση των πραγματικών στοιχείων σχετικά με το σύνολο της περιόδου αρχικής κρατήσεως. Η εξέταση αυτή αποτελεί πραγματικό ζήτημα, το οποίο δεν εμπίπτει στην αρμοδιότητα του Δικαστηρίου στο πλαίσιο διαδικασίας βάσει του άρθρου 267 ΣΛΕΕ αλλά σε αυτήν του εθνικού δικαστηρίου.
(βλ. σκέψεις 83-85, διατακτ. 4)
Η οδηγία 2008/115, σχετικά με τους κοινούς κανόνες και διαδικασίες στα κράτη μέλη για την επιστροφή των παρανόμως διαμενόντων υπηκόων τρίτων χωρών, έχει την έννοια ότι κράτος μέλος δεν μπορεί να υποχρεωθεί να χορηγήσει αυτοτελή τίτλο διαμονής ή άλλη άδεια παρέχουσα δικαίωμα διαμονής σε υπήκοο τρίτης χώρας ο οποίος δεν διαθέτει έγγραφα ταυτότητας και στον οποίο δεν έχουν χορηγηθεί τέτοια έγγραφα από τη χώρα καταγωγής του, όταν εθνικό δικαστήριο έχει διατάξει να αφεθεί ελεύθερος ο ως άνω αλλοδαπός με το σκεπτικό ότι δεν υφίσταται πλέον λογική προοπτική απομακρύνσεως υπό την έννοια του άρθρου 15, παράγραφος 4, της οδηγίας αυτής. Εντούτοις, σε μια τέτοια περίπτωση, το κράτος μέλος αυτό πρέπει να χορηγεί στον εν λόγω αλλοδαπό έγγραφη επιβεβαίωση της καταστάσεώς του.
(βλ. σκέψη 89, διατακτ. 5)